Πρίγκιπας Έντουαρτ
Περνώντας το
κατώφλι της πόρτα καθώς την έκλεινα με το πόδι μου άρπαξα την Έλενα από το
χέρι, την κόλλησα απάνω μου με δύναμη και εκείνη άρχισε να χαχανίζει... Τι
χαζογκόμενα Χριστέ μου.
Τα χείλια μας ενώθηκαν και καθώς την γύριζα προς την πόρτα μόλις την κάρφωσα απάνω της εκείνη έβγαλε ένα επιφώνημα έκπληξης.
«Έντουαρτττ» παραπονέθηκε αλλά δεν της έδωσα το δικαίωμα να συνεχίσει, η φωνή της με εκνεύριζε απίστευτα.
«Μην χαλάς την στιγμή» της είπα ενώ την κοίταζα επιβλητικά καθώς της κατέβαζα το μπουφάν της από τους ώμους της και εκείνη ζάρωσε τα φρύδια της με απορία.
«Είσαι διαφορετικός» σχολίασε και καθώς άρχισα να ρουφάω τον λαιμό της κολλώντας το σώμα μου απάνω της, χωρίς να βγάζω τελείως το μπουφάν της από πάνω της, της περιόρισα την ελευθερία των κινήσεων των χεριών της και ανασήκωσα το ένα μου φρύδι ειρωνικά ενώ πλησίασα το πρόσωπο μου απειλητικά προς το δικό της.
«Σε χαλάει;» την ρώτησα ενώ της δάγκωνα παιχνιδιάρικα το σαγόνι της και εκείνη άρχισε να ανασαίνει γρήγορα.
«Με τρομάζει» παραδέχτηκε και γέλασα στιγμιαία.
«Εσύ φοβάσαι εμένα;» ρώτησα ρητορικά και πριν απαντήσει άρχισα πάλι να την φιλάω ενώ προσπαθούσα πολύ σκληρά να κρατήσω τον ερεθισμό μου ντούρο πριν η σκροφίτσα καταφέρει να μου τον ρίξει.
Τα χέρια μου απαλά περνάγανε από όλη την επιφάνεια της επιδερμίδας των χεριών της και αυτό έδειχνε να την χαλαρώνει... Αφήνοντας τα χείλια της άρχισα πάλι να κατηφορίζω προς την επιφάνεια του λαιμού της και η αρτηρία της που παλλόταν έντονα με προκαλούσε αλλά προσπαθούσα να την αγνοήσω επικεντρώνοντας την σκέψη μου στον αρχικό μου στόχο.
«Είσαι σίγουρη ότι το θέλεις αυτό;» ρώτησα ενώ με τα χέρια μου της κατέβαζα τις τιράντες της μπλούζας και του σουτιέν της ταυτόχρονα και εκείνη με κοίταξε με ένα μπερδεμένο βλέμμα ενώ το κορμάκι της άρχισε να τρέμει από προσμονή.
Χωρίς να σταματάω να την αγγίζω ανασήκωσα την ματιά μου προς την δική της και με το βλέμμα μου την παρότρυνα να απαντήσει.
«Ναι;» ρώτησε αντί να δηλώσει και χαμογέλασα με ένα στραβό χαμόγελο που την έκανε να σαστίσει ακόμα περισσότερο.
«Δεν είσαι σίγουρη;» ρώτησα και εγώ με την σειρά μου και πεταρίζοντας τα βλέφαρα της προσπάθησε να συγκεντρωθεί στα λόγια μου.
«Ναι είμαι σίγουρη» είπε πιο αποφασιστικά αλλά όχι γιατί το ήθελε και η ίδια, ίσως γιατί ήταν αναγκασμένη να το κάνει ξέροντας καλά ότι είχε χάσει τον μικρό και αυτό ήταν η τελευταία της απελπισμένη προσπάθεια να τον κρατήσει... Τόσα ξέρεις, τόσα κάνεις, Πέτροβα-σπόρε... Σχολίασα μέσα μου και συνέχισα το παιχνίδι μου.
Χωρίς να της ελευθερώνω τα χέρια, περνώντας τα ακροδάχτυλα μου από τον λαιμό της, τα άφησα να κατηφορίσουν μέχρι την αρχή της μπλούζας της και μόλις έφτασαν ακριβώς εκεί, την κατέβασα πιο χαμηλά χωρίς να αποχωρίζομαι την ματιά της και εκείνη ανατρίχιασε ολόκληρη ενώ την στιγμή τα δάχτυλα μου φτάσανε στις θηλές της έπνιξε με κόπο ένα βογκητό την στιγμή που της τσιμπούσα.
«Μμμμ κάποιος εδώ χρειάζεται λίγη περιποίηση» είπα παιχνιδιάρικα και εκείνη με κοίταξε σαν να κοίταζε κάποιο εξωγήινο αλλά πριν προλάβει να σκεφτεί, έγειρα προς το μέρος των θηλών της και άρχισα να τις περιποιούμαι κατάλληλος μέχρι να τρελαθεί τελείως.
Προσπαθώντας να απελευθερώσει τα χέρια της άρχισε να αγκομαχά ενώ τέντωνε το κορμάκι της και αφήνοντας ένα χαμόγελο ικανοποίησης ανασήκωσα το κορμί μου και πριν προλάβει να κινηθεί, την γύρισα απότομα προς την πόρτα... Βγάζοντας από πάνω της το μπουφάν της, με το αριστερό μου χέρι κάλυψα το στήθος της και αφού κράτησα σφιχτά το δεξί της στήθος μέσα στην χούφτα μου, την κάρφωσα ξανά με το σώμα μου πάνω στην πόρτα και εκείνη άφησε ένα βογκητό να της ξεφύγει... Ήμουν σε πολύ καλό δρόμο.
«Πες μου Έλενα, ήσουν άτακτο κορίτσι τώρα τελευταία;» η ερώτηση μου αυτή την ξάφνιασε και αυτόματα το σώμα της έμεινε παγωμένο ενώ η ανάσα της χάθηκε μακριά.
Πριν προλάβει όμως να πάρει τα πάνω της το χέρι μου αμέσως άρχισε να σέρνετε πάνω στο πόδι της καταλήγοντας ακριβώς εκεί που με είχε περισσότερο ανάγκη και μόλις το καυτό μου χέρι κάλυψε την τρυφερή της σάρκα πάνω από το εσώρουχο της εκείνη έβαλε το μέτωπο της να ακουμπήσει πάνω στην ξύλινη επιφάνεια και αγκομαχώντας άρχισε να ανασαίνει με δυσκολία όσο το ερωτικό μου παιχνίδι την έκανε να διεγείρετε περισσότερο.
«Δεν μου απάντησες Έλενα» της υπενθύμισα εγώ ενώ δάγκωνα τον λοβό της ταυτόχρονα με την πίεση που της άσκησα απάνω της ώστε να νιώσει καλύτερα τον ερεθισμό μου.
«Χριστέ μου είναι τόσο σκληρό» αναφώνησε και δεν είχα ιδέα πως κρατήθηκα για να μην γελάσω δυνατά.
«Αποφεύγεις να μου απαντήσεις;» ρώτησα ενώ άρχισα να κάνω μαλάξεις και στο στήθος και στο μουνάκι της και ταυτόχρονα έτριβα και τον πούτσο μου απάνω στο κωλαράκι της και δεν ήξερε από που της ήρθε.
«Ναιιι» φώναξε με έξαψη και βίαια τράβηξα το σλιπάκι της και εκείνο έγινε κομμάτια... «Ναιιιι» φώναξε ξανά και συνεχίζοντας το γλυκό μου βασανιστήριο άρχισα σιγά σιγά να την φέρνω στα όρια της εισχωρώντας τα δύο μου δάχτυλα μέσα στην καυτή της σάρκα.
«Τότε μάλλον θα πρέπει να σε τιμωρήσω γι αυτό, δεν συμφωνείς; » την ρώτησα ξανά και σάστισε τελείως.
«Έντουαρτ...» πήγε να παραπονεθεί αλλά εγώ δεν την άφησα να συνεχίσει.
«Δεν μου απαντάς» της υπενθύμισα και καθώς έκανα τις κινήσεις μου πιο απαιτητικές απελευθέρωσα το χέρι μου από το στήθος της και της έδωσα μια ξυλιά στον κώλο για να την τιμωρήσω.
«Συμφωνείς;» επανέλαβα πιο επιτακτικά και εκείνη άρχισε να τραντάζεται ολόκληρη ενώ μασώντας το κάτω της χείλος μούγκριζε καθώς ήταν πολύ κοντά στην ολοκλήρωση της.
Πιάνοντας την από τα μαλλιά, ανάγκασα απότομα το κεφάλι της να γείρει προς τα πίσω χωρίς να σταματώ να την βασανίζω με το χέρι μου και τον πούτσο μου και βάζοντας τα χείλια μου πάνω στο αυτί της ψιθύρισα πιο νευριασμένα με βαθιά φωνή.
«Συμφωνείς;» η κορύφωση της ξεχείλισε και καθώς ο οργασμό της την έκανε να τρέμει παραδόθηκε χωρίς να έχει άλλες αντοχές.
«Ναι... Ναι... Ναιιιιιιι... Τιμώρησε μεεεεεε» ούρλιαξε και ικανοποιημένος με το αποτέλεσμα την άφησα και έκανα πιο πίσω και εκείνη γυρίζοντας προς την μεριά μου με κοίταξε ασθμαίνοντας με απορία.
«Στα γόνατα» απαίτησα και άνοιξε τα μάτια της διάπλατα από το σοκ......
Μπέλλα (Την ίδια στιγμή)
Καθώς φτάσαμε με τον Έμετ στο σπίτι πριν προλάβω ακόμα να ανοίξω την πόρτα έπεσε απάνω μου και άρχισε να με φιλάει και αυτό με έκανε αυτόματα να εκραγώ.
«Μπορώ να ανοίξω τουλάχιστον την πόρτα;» ρώτησα εκνευρισμένα ενώ τον έσπρωχνα μακριά μου και εκείνος με ένα πονηρό γελάκι χωρίς να πτοηθεί καθόλου από τα λόγια μου, έκανε χώρο για να μπορέσω να βάλω τα κλειδιά στην πόρτα για να ανοίξω.
Μπαίνοντας μέσα, κίνησα προς το σαλόνι και εκείνος με ακολούθησε σαν σκυλάκι και δεν είχα ιδέα πως συγκρατήθηκα για να μην αντιδράσω μπροστά του.
«Γδύσου και έρχομαι» του έδωσα την εντολή και χωρίς να περιμένω την ανταπόκριση του, βγάζοντας το μπουφάν μου κίνησα προς το υπόγειο για να βάλω να πιο λίγο αίμα ώστε να μπορέσω να ηρεμίσω λίγο τον εκνευρισμό μου.
Παίρνοντας ένα σακουλάκι από το ψυγείο, ανοίγοντας το, τα πόδια μου αυτόματα με οδήγησαν προς την πόρτα όπου ήταν θαμμένο το μέλος του και μόλις έμεινα έξω από την πόρτα κοίταξα προς τα λουλούδια που ο Στέφαν είχε φροντίσει να τα περιποιηθεί μετά το ξεριζωμό τους από τον Έντουαρτ.
Πως κατάφερε να μπει τώρα μέσα στο σώμα του; Τι στο διάολο συνέβη όσο έλειπα εχθές;... σκέφτηκα για λίγο και αφού άδειασα όλο το σακουλάκι που κρατούσα στο χέρι μου χωρίς να σταματώ να κοιτώ προς το χώμα που ήταν τώρα στρωμένο ξανά, έμεινα για λίγο παγωμένη να προσπαθώ να σκεφτώ τι να κάνω τώρα για να το διορθώσω, σίγουρα αυτή ήταν δουλειά του Τζέικ αλλά δεν θα καθόμουν και με σταυρωμένα τα χέρια.
Καθώς γύρισα προς το αποθηκάκι με της προμήθειες, πέταξα στο καλάθι το άδειο πλέον σακουλάκι και καθώς πήρα ένα καθαρό ποτήρι από το ντουλάπι, το γέμισα με λίγο αίμα, το πήρα μαζί μου και γύρισα στον Έμετ που με περίμενε με ανυπομονησία ήδη έτοιμος γι αυτό που θα ακολουθήσει.
Μόλις έφτασα κοντά του, άφησα το ποτήρι μου πάνω στο τραπεζάκι και καθώς έκατσα δίπλα του εκείνος χωρίς να χάνει χρόνο αμέσως μου όρμισε και αυτόματα με έκανε να εκραγώ ξανά.
«Ήρεμα αγόρι μου...» προσπάθησα αλλά εκείνος δεν άκουγε κουβέντα, τον είχα αφήσει τόσες φορές στα κρύα του λουτρού που δεν άντεχε λεπτό παραπάνω και πιάνοντας το κεφάλι του μέσα στα δύο μου χέρια τον ανάγκασα να με κοιτάξει στα μάτια... «Σκέψου την πιο τρελή σου φαντασίωση που έχεις μαζί μου και ζήσ’ την...» τον διέταξα σαγηνεύοντας τον καθώς έγερνα το κορμί του προς τα κάτω και μόλις εκείνος μπήκε στην σφαίρα της φαντασίας του, με το ένα μου χέρι του έκλεισα τα μάτια για να μην τον μπερδεύουν οι εικόνες που έβλεπαν πραγματικά τα μάτια του και με το άλλο έβαλα το ένα του χέρι πάνω στον ερεθισμό του και μόλις εκείνος άρχισε να ζει το όνειρο του, πηγαίνοντας προς την βιβλιοθήκη με τα βιβλία που αφορούσαν την μαγεία, άρχισα με την ματιά μου να κοιτώ τους τίτλους εξονυχιστικά ενώ ο Έμετ ικανοποιώντας τον εαυτό του έσπαγε την σιωπή με τα αγκομαχητά του.
Κάποιο από αυτά θα μπορούσε να μου δώσει τις απαντήσεις που αναζητούσα δεν μπορεί... σκέφτηκα και καθώς η ματιά έπεσε στο βιβλίο που είχε γραφτεί για την μάγισσα που είχε βγάλει την προφητεία, το πήρα στα χέρια μου και καθώς πήγα στο δωμάτιο μου ξάπλωσα και άρχισα να το ξεφυλλίζω προσπαθώντας να βρω κάποιο κοινό σημείο με αυτό που συνέβαινε στον Έντουαρτ τώρα αλλά δυστυχώς μέχρι και την στιγμή που ο Έμετ έφτανε πολύ κοντά στην κορύφωση του δεν βρήκα τίποτα για να με βοηθήσει και παρατώντας το πάνω στο κρεβάτι μου άρχισα να γδύνομαι ενώ η ματιά μου έπεσε πάνω στον σκεπασμένο πίνακα.
Τι ετοιμάζεις μικρέ πρίγκιπα;... τον ρώτησα με την σκέψη μου ρητορικά αλλά καθώς καταλάβαινα ότι δεν έχω πολύ χρόνο, με μια ανάσα έφτασα κάτω, παράτησα τα ρούχα μου διάσπαρτα στο πάτωμα για να φανεί πιο αληθοφανές και πριν ο Έμετ τελειώσει, πήρα το χέρι του πάνω από τον ερεθισμό του και του μίλησα για να τον αποσπάσω από τις δικές του εικόνες.
«Είσαι έτοιμος για μένα αγόρι μου;» του είπα και καθώς εκείνος άνοιξε τα μάτια του και με είδε μπροστά του για λίγο τα έχασε αλλά πριν προλάβει να καταλάβει το λάθος που είχε η εικόνα μπροστά του αμέσως τον πήρα με το στόμα μου και αυτόματα εκείνος τελείωσε φωνάζοντας δυνατά καθώς όλο του το κορμί έτρεμε σύγκορμο.
«Ωωω Μπέλλα αυτό... αυτό... δεν υπάρχειςςςς» φώναξε με το χέρι του να καλύπτει το πρόσωπο του και αφήνοντας ένα γελάκι να μου ξεφύγει, σηκώθηκα και άρχισα να ντύνομαι ξανά.
«Χαίρομαι που σου άρεσε... Τώρα άδεια σε μου την γωνιά και μην με ξαναενοχλήσεις» του είπα αυστηρά και πριν προλάβει να πει κάτι πήρα το ποτήρι μου ξανά στο χέρι μου και γύρισα στο δωμάτιο μου για να συνεχίσω την έρευνα μου από εκεί που την είχα σταματήσει.
Άλις
Η κουβέντα μου με τον Τζάσπερ μου έλυσε πολλές απορίες, με έκανε να νιώσω ότι δεν είμαι μόνη σε όλο αυτό που περνάω... Όλες τις αγωνίες και τους προβληματισμούς που έχω εγώ τώρα εκείνος τους έχει βιώσει πριν από μένα και μέσα σε όλο αυτό ένιωσα ότι μπορούσα να βασιστώ σε κάποιον, να μιλήσω μαζί του και να μην με κοιτάξει σαν άλιεν όπως με κοίταζαν οι φίλες μου ή με κορόιδευαν με όσα τους έλεγα από αυτά που μου συνέβαιναν όλον αυτόν τον καιρό και δεν ήξερα ούτε εγώ η ίδια το γιατί.
«Μου έκανε τρομερή εντύπωση που δεν αντέδρασες και τόσο έντονα» ο Τζάσπερ σχολίασε και αναστέναξα.
«Κατά καιρούς νιώθω διάφορα αλλά δεν μπορώ να τα εξηγήσω ούτε στον ίδιο μου τον εαυτό» παραδέχτηκα αποφεύγοντας την ματιά του.
«Όπως;» με πίεσε περισσότερο και σηκώνοντας την ματιά μου προς το μέρος του για μια στιγμή δίστασα να συνεχίσω.
Πολύ δειλά σηκώθηκε και ήρθε να κάτσει δίπλα μου.
«Άλις μπορείς να μου πεις τα πάντα, μόνο έτσι θα μπορέσω να σε βοηθήσω...» είπε με μια τρυφερή φωνή που με έκανε να ανατριχιάσω και κοιτώντας τον μέσα στα μάτια έμεινα για λίγο να απορροφώ το πρόσωπο του με την ματιά μου ανίκανη να κοιτάξω κάπου αλλού... «Θέλω να μου έχεις εμπιστοσύνη» συμπλήρωσε με ελπίδα και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα τελικά συνέχισα.
«Βλέπω διάφορα...» ξεκίνησα αλλά δεν ήξερα πως να συνεχίσω.
«Ανθρώπους που δεν υπάρχουν πια στην ζωή σου;» μάντεψε και κούνησα το κεφάλι μου αμέσως αρνητικά.
«Αυτό είναι το περίεργο... Δεν τους έχω ξαναδεί ποτέ ξανά στην ζωή μου» αυτό τον μπέρδεψε περισσότερο.
«Και πιστεύεις ότι είναι φαντάσματα του παρελθόντος;» ρώτησε με περιέργεια.
«Είμαι σίγουρη γι αυτό...» του είπα με σιγουριά και ζάρωσε τα φρύδια του με απορία... «Είναι λες και έχουν βγει μέσα από άλλη εποχή, τα ρούχα τους, τα μαλλιά τους...» εξήγησα και εκείνος κατένευσε αφήνοντας με να συνεχίσω... «Όταν τους βλέπω νιώθω...» έκανα μια παύση για να ανανεώσω τον αέρα στα πνευμόνια μου με δυσκολία και εκείνος μου έπιασε αμέσως τα χέρια για να με κάνει να νιώσω ασφάλεια.
Χαμήλωσα την ματιά μου προς τα χέρια μας και εκείνος προσπάθησε να τα τραβήξει από τα δικά μου αλλά δεν τον άφησα.
«Με τρομοκρατεί η εικόνα τους» συμπλήρωσα ενώ τον κοίταξα με αγωνία στα μάτια κρατώντας τα χέρια του μέσα στα δικά μου ανασαίνοντας με δυσκολία.
«Θυμάσαι πως είναι;» ρώτησε με αγωνία εκείνος σαν να ήξερε ήδη το πως μοιάζουν και κατάπια με δυσκολία.
«Είναι τέσσερις... πάντα οι ίδιοι... και προσπαθούν με κάποιον τρόπο να μου μιλήσουν αλλά η φωνή τους δεν φτάνει ποτέ στ’ αυτιά μου... Είναι...» δεν μπόρεσα να συνεχίσω καθώς η φωνή μου και το σώμα μου πλέον - καθώς τους επανέφερα στην μνήμη μου - άρχισαν να τρέμουν και ο Τζάσπερ ελευθερώνοντας το ένα του χέρι το έβαλε απαλά πάνω στο πρόσωπο μου για να με καθησυχάσει σαν να μου πέρναγε ένα μήνυμα που δεν έφτασε ποτέ σαν ήχος στα αυτιά μου... «Είμαι εγώ εδώ μην φοβάσαι»
«Είναι νευριασμένοι... φωνάζουν αλλά δεν καταλαβαίνω τι λένε και κάθε φορά που πάνε να με πλησιάσουν κάτι σαν γυάλινος τοίχος μπαίνει ανάμεσα μας και μόλις τους σταματά εκείνοι ουρλιάζουν και εξαφανίζονται... Ξέρεις ποιοι είναι;» ρώτησα με ελπίδα και εκείνος αναστέναξε.
«Το μόνο λογικό συμπέρασμα που μπορώ να βγάλω είναι ότι μάλλον είναι η οικογένεια της Μπέλλας» μου δήλωσε εκείνος αυτό που είχα υποψιαστεί και εγώ μετά το τέλος της κουβέντας μας στο σπίτι της Μπέλλας και άρχισα να ανασαίνω γρήγορα ενώ κατάπια με δυσκολία.
«Τι θέλουν από μένα;» ρώτησα νευρικά.
«Δεν μπορώ να το ξέρω αυτό Άλις αλλά το λογικό είναι ότι ψάχνουν τρόπο να αναγεννηθούν από της στάχτες τους άρα κάπου συνδέεσαι και εσύ σε αυτό... Θα ρωτήσω τον πατέρα μου και θα σου πω με πιο σιγουριά αύριο οκ;...» ρώτησε και κατένευσα με έναν αναστεναγμό... «Πότε ήταν η τελευταία φορά που τους είδες;» με ρώτησε και χρειάστηκε λίγο να το σκεφτώ αυτό.
«Από την ημέρα που ήρθε η Μπέλλα, τους έβλεπα και περισσότερες από μια φορά την ημέρα αλλά από χθες δεν έχουν εμφανιστεί ξανά και αυτό μου έκανε τρομερή εντύπωση... Από την μια ανακουφιστικά άλλα από την άλλη μου φάνηκε περίεργο»
«Πράγματι είναι περίεργο» επιβεβαίωσε και εκείνος και το σκέφτηκε για λίγο κοιτώντας μακριά.
Υποσυνείδητα το χέρι μου άρχισε να χαϊδεύει το δικό του και καθώς εκείνος το ένιωσε γύρισε την ματιά του προς το μέρος μου ξαφνιασμένος και αμέσως τον έπιασε μια περίεργη νευρικότητα... Τράβηξε απαλά το χέρι του από το δικό μου και δημιουργώντας μια απόσταση μεταξύ μας άρχισε να μασάει το κάτω του χείλος αποφεύγοντας την ματιά μου... Η απόρριψη του με τσάκισε.
«Είναι αργά... Καλύτερα να πηγαίνω» είπε κάτω από την ανάσα του και έκανε την κίνηση να σηκωθεί.
«Ναι... φυσικά» είπα απογοητευμένα και εκείνος γυρίζοντας την ματιά του προς το μέρος μου έκατσε ξανά δίπλα μου και κράτησε τα χέρια μου μέσα στα δικά του.
«Σε παρακαλώ Άλις...» είπε αλλά ξαφνικά έκοψε την φράση του στην μέση χωρίς να συμπληρώσει κάτι άλλο.
«Με παρακαλάς για πιο πράγμα;» ρώτησα εγώ παραξενευμένη.
«Κατάλαβε με... Πες με οπισθοδρομικό πες με παρωχημένο... αλλά δεν μπορώ να το κάνω αυτό εδώ... Για μένα και που πήρα το θάρρος να έρθω και μάλιστα την στιγμή που λείπει και ο πατέρας σου ήταν πάρα πολύ...» δικαιολογήθηκε και έμεινα να τον κοιτώ σαν χαζή... «Έχω μεγαλώσει διαφορετικά και οι αρχές μου δεν μου επιτρέπουν κάτι τέτοιο» συμπλήρωσε και τα έχασα τελείως.
«Οι αρχές σου;» ρώτησα κουνώντας το κεφάλι μου μπερδεμένα.
«Έχω μάθει να σέβομαι το σπίτι που με φιλοξενεί και δεν θέλω... Καταλαβαίνεις» είπε νευρικά και πήρα μια ανάσα ελπίδας.
«Ένιωσες όμως και εσύ κάτι, έτσι δεν είναι;» ρώτησα με αγωνία και μου χαμογέλασε με ένα χαμόγελο που με έστειλε στον παράδεισο.
«Δεν φαντάζεσαι πόσο καιρό περίμενα να έρθει η στιγμή που θα σε γνώριζα από κοντά» απάντησε και έμεινα σοκαρισμένη να τον κοιτώ.
«Τι;... Δηλαδή;... Πως;» είχα χάσει τελείως τα λόγια μου.
«Η Μπέλλα μάζευε πληροφορίες για σας και από την πρώτη στιγμή που έπεσε μια φωτογραφία σου στα χέρια μου...» δίστασε.
«Από την πρώτη στιγμή που έπεσε μια φωτογραφία σου στα χέρια σου… τι;» επανέλαβα τα λόγια του παροτρύνοντας τον να συνεχίσει.
«Άλις είμαι ερωτευμένος μαζί σου...» τελικά παραδέχτηκε και η καρδιά μου κόντεψε να σπάσει... «Ξέρω ότι ακούγετε περίεργο...»
«Όχι, όχι...» διαφώνησα εγώ με την ανάσα μου να χάνετε μακριά.
«Άλλα από την πρώτη στιγμή που σε είδα έστω και μέσα από μια φωτογραφία, η καρδιά μου έγινε δικιά σου» τελικά ολοκλήρωσε και ένιωσα την καρδιά μου να σταματάει.
«Δεν ξέρω τι να πω» παραδέχτηκα με κομμένη την ανάσα μου και εκείνος μου χαμογέλασε ζεστά ενώ μου χάιδεψε τρυφερά το πρόσωπο.
«Δεν χρειάζεται να πεις τίποτα... Δεν έχω την απαίτηση να νιώσεις το ίδιο... Απορώ με τον εαυτό μου που κατάφερα να το εξωτερικεύσω» τα είχε και εκείνος χαμένα.
«Μην φύγεις ακόμα» παρακάλεσα με ένα πληγωμένος ύφος και εκείνος παίρνοντας μια βαθιά ανάσα σηκώθηκε αποφασιστικά.
«Όχι πρέπει να φύγω... Αλλά αν θέλεις...»
«Ναι φυσικά και θέλω» απάντησα αυτόματα πριν ακόμα εκείνος ολοκληρώσει την φράση του ενώ πετάχτηκα απάνω σαν ελατήριο για να είμαι αντικριστά του και εκείνος γέλασε με περισσότερη αυτοπεποίθηση.
«Μετά το σχολείο, μπορώ να σου κάνω το τραπέζι;» ρώτησε ξανά και εγώ κατένευσα με ένταση θετικά ενώ όλο μου το πρόσωπο ένιωθα να λάμπει από χαρά και υπήρξε άλλη μια στιγμή αμηχανίας... «Πρέπει να φύγω» μου υπενθύμισε και τότε πήρα μπρος ξανά.
«Θα σε συνοδεύσω ως την πόρτα» είπα αυτόματα και προχώρησα μπροστά του και εκείνος με ακολούθησε.
Ανοίγοντας την πόρτα την κράτησα ανοιχτή για να περάσει και καθώς στάθηκε στο κατώφλι γύρισε και με κοίταξε για άλλη μια φορά.
«Καληνύχτα Άλις και ότι χρειαστείς μην διστάσεις να μου τηλεφωνήσεις» μου είπε απαλά και παίρνοντας το χέρι μου μέσα στα δύο δικά του το φίλησε τόσο τρυφερά που ξέχασα πως αναπνέουν.
Μόλις το άφησε και πάλι ελεύθερο γύρισε την πλάτη του και άρχισε να κατεβαίνει τα σκαλιά.
«Καληνύχτα» φώναξα ετεροχρονισμένα και γυρίζοντας το πρόσωπο του προς το μέρος μου, μου χαμογέλασε για άλλη μια φορά και συνέχισε τον δρόμο του για να βγει στην κεντρική λεωφόρο ώστε να πάρει ταξί αλλά για καλή του τύχη το ταξί ήρθε και στάθηκε μπροστά στην πόρτα μας.
Καθώς η πόρτα άνοιξε, ο Έμετ βγήκε μέσα από αυτό και σταμάτησε τον Τζάσπερ καθώς τον φώναξε.
«Εεε εσύ... Τι δουλειά έχεις τέτοια ώρα στο σπίτι μου;» τον ρώτησε νευριασμένα και έμεινα σοκαρισμένη να τον κοιτώ.
«Έμεττττ» του φώναξα καθώς κατέβαινα τα σκαλιά γρήγορα για να τον πλησιάσω.
«Δεν πειράζει Άλις» είπε αμέσως ο Τζάσπερ και πλησίασε και εκείνος τον Έμετ.
«Εγώ τον κάλεσα έχεις κάποιο πρόβλημα;» ρώτησα εγώ τον Έμετ πριν πει κάτι άλλο ο Τζάσπερ αλλά εκείνος δεν μου έδωσε καμία σημασία.
«Κοίτα να την φέρεις στην αδελφή μου και τα λέμε» του είπε σκληρά ενώ στο ύφος του έβλεπα ότι ήταν έτοιμος για καυγά και τα έχασα.
«Δεν θα έκανα ποτέ κάτι τέτοιο» του είπε ο Τζάσπερ σοβαρά και ο Έμετ με κοίταξε για λίγο.
«Η μαμά που είναι;» ρώτησε το ίδιο νευριασμένα.
«Απάνω γιατί;» τον ρώτησα εγώ με περιέργεια.
«Τίποτα πάμε» είπε και τραβώντας με από το μπράτσο άρχισε να με σέρνει.
«Πας καλά;» αναφώνησα εγώ και τράβηξα το χέρι μου απότομα από το δικό του ενώ σταμάτησα με πείσμα μπροστά του.
«Δεν γουστάρω...»
«Έμετ αρκετά... Θα κάνω ότι γουστάρω και δεν θα σου δώσω λογαριασμό» απαίτησα εκνευρισμένα.
«Αν κάνει καμία κίνηση να σε....»
«Δεν είμαστε όλοι σαν τα μούτρα σου ξέρεις» του είπα εκνευρισμένα και γυρίζοντας του την πλάτη άρχισα να τρέχω προς το δωμάτιο μου με τα μάτια μου να βουρκώνουν από την αγανάκτηση που ένιωθα μέσα μου να με πνίγει.
Τα χείλια μας ενώθηκαν και καθώς την γύριζα προς την πόρτα μόλις την κάρφωσα απάνω της εκείνη έβγαλε ένα επιφώνημα έκπληξης.
«Έντουαρτττ» παραπονέθηκε αλλά δεν της έδωσα το δικαίωμα να συνεχίσει, η φωνή της με εκνεύριζε απίστευτα.
«Μην χαλάς την στιγμή» της είπα ενώ την κοίταζα επιβλητικά καθώς της κατέβαζα το μπουφάν της από τους ώμους της και εκείνη ζάρωσε τα φρύδια της με απορία.
«Είσαι διαφορετικός» σχολίασε και καθώς άρχισα να ρουφάω τον λαιμό της κολλώντας το σώμα μου απάνω της, χωρίς να βγάζω τελείως το μπουφάν της από πάνω της, της περιόρισα την ελευθερία των κινήσεων των χεριών της και ανασήκωσα το ένα μου φρύδι ειρωνικά ενώ πλησίασα το πρόσωπο μου απειλητικά προς το δικό της.
«Σε χαλάει;» την ρώτησα ενώ της δάγκωνα παιχνιδιάρικα το σαγόνι της και εκείνη άρχισε να ανασαίνει γρήγορα.
«Με τρομάζει» παραδέχτηκε και γέλασα στιγμιαία.
«Εσύ φοβάσαι εμένα;» ρώτησα ρητορικά και πριν απαντήσει άρχισα πάλι να την φιλάω ενώ προσπαθούσα πολύ σκληρά να κρατήσω τον ερεθισμό μου ντούρο πριν η σκροφίτσα καταφέρει να μου τον ρίξει.
Τα χέρια μου απαλά περνάγανε από όλη την επιφάνεια της επιδερμίδας των χεριών της και αυτό έδειχνε να την χαλαρώνει... Αφήνοντας τα χείλια της άρχισα πάλι να κατηφορίζω προς την επιφάνεια του λαιμού της και η αρτηρία της που παλλόταν έντονα με προκαλούσε αλλά προσπαθούσα να την αγνοήσω επικεντρώνοντας την σκέψη μου στον αρχικό μου στόχο.
«Είσαι σίγουρη ότι το θέλεις αυτό;» ρώτησα ενώ με τα χέρια μου της κατέβαζα τις τιράντες της μπλούζας και του σουτιέν της ταυτόχρονα και εκείνη με κοίταξε με ένα μπερδεμένο βλέμμα ενώ το κορμάκι της άρχισε να τρέμει από προσμονή.
Χωρίς να σταματάω να την αγγίζω ανασήκωσα την ματιά μου προς την δική της και με το βλέμμα μου την παρότρυνα να απαντήσει.
«Ναι;» ρώτησε αντί να δηλώσει και χαμογέλασα με ένα στραβό χαμόγελο που την έκανε να σαστίσει ακόμα περισσότερο.
«Δεν είσαι σίγουρη;» ρώτησα και εγώ με την σειρά μου και πεταρίζοντας τα βλέφαρα της προσπάθησε να συγκεντρωθεί στα λόγια μου.
«Ναι είμαι σίγουρη» είπε πιο αποφασιστικά αλλά όχι γιατί το ήθελε και η ίδια, ίσως γιατί ήταν αναγκασμένη να το κάνει ξέροντας καλά ότι είχε χάσει τον μικρό και αυτό ήταν η τελευταία της απελπισμένη προσπάθεια να τον κρατήσει... Τόσα ξέρεις, τόσα κάνεις, Πέτροβα-σπόρε... Σχολίασα μέσα μου και συνέχισα το παιχνίδι μου.
Χωρίς να της ελευθερώνω τα χέρια, περνώντας τα ακροδάχτυλα μου από τον λαιμό της, τα άφησα να κατηφορίσουν μέχρι την αρχή της μπλούζας της και μόλις έφτασαν ακριβώς εκεί, την κατέβασα πιο χαμηλά χωρίς να αποχωρίζομαι την ματιά της και εκείνη ανατρίχιασε ολόκληρη ενώ την στιγμή τα δάχτυλα μου φτάσανε στις θηλές της έπνιξε με κόπο ένα βογκητό την στιγμή που της τσιμπούσα.
«Μμμμ κάποιος εδώ χρειάζεται λίγη περιποίηση» είπα παιχνιδιάρικα και εκείνη με κοίταξε σαν να κοίταζε κάποιο εξωγήινο αλλά πριν προλάβει να σκεφτεί, έγειρα προς το μέρος των θηλών της και άρχισα να τις περιποιούμαι κατάλληλος μέχρι να τρελαθεί τελείως.
Προσπαθώντας να απελευθερώσει τα χέρια της άρχισε να αγκομαχά ενώ τέντωνε το κορμάκι της και αφήνοντας ένα χαμόγελο ικανοποίησης ανασήκωσα το κορμί μου και πριν προλάβει να κινηθεί, την γύρισα απότομα προς την πόρτα... Βγάζοντας από πάνω της το μπουφάν της, με το αριστερό μου χέρι κάλυψα το στήθος της και αφού κράτησα σφιχτά το δεξί της στήθος μέσα στην χούφτα μου, την κάρφωσα ξανά με το σώμα μου πάνω στην πόρτα και εκείνη άφησε ένα βογκητό να της ξεφύγει... Ήμουν σε πολύ καλό δρόμο.
«Πες μου Έλενα, ήσουν άτακτο κορίτσι τώρα τελευταία;» η ερώτηση μου αυτή την ξάφνιασε και αυτόματα το σώμα της έμεινε παγωμένο ενώ η ανάσα της χάθηκε μακριά.
Πριν προλάβει όμως να πάρει τα πάνω της το χέρι μου αμέσως άρχισε να σέρνετε πάνω στο πόδι της καταλήγοντας ακριβώς εκεί που με είχε περισσότερο ανάγκη και μόλις το καυτό μου χέρι κάλυψε την τρυφερή της σάρκα πάνω από το εσώρουχο της εκείνη έβαλε το μέτωπο της να ακουμπήσει πάνω στην ξύλινη επιφάνεια και αγκομαχώντας άρχισε να ανασαίνει με δυσκολία όσο το ερωτικό μου παιχνίδι την έκανε να διεγείρετε περισσότερο.
«Δεν μου απάντησες Έλενα» της υπενθύμισα εγώ ενώ δάγκωνα τον λοβό της ταυτόχρονα με την πίεση που της άσκησα απάνω της ώστε να νιώσει καλύτερα τον ερεθισμό μου.
«Χριστέ μου είναι τόσο σκληρό» αναφώνησε και δεν είχα ιδέα πως κρατήθηκα για να μην γελάσω δυνατά.
«Αποφεύγεις να μου απαντήσεις;» ρώτησα ενώ άρχισα να κάνω μαλάξεις και στο στήθος και στο μουνάκι της και ταυτόχρονα έτριβα και τον πούτσο μου απάνω στο κωλαράκι της και δεν ήξερε από που της ήρθε.
«Ναιιι» φώναξε με έξαψη και βίαια τράβηξα το σλιπάκι της και εκείνο έγινε κομμάτια... «Ναιιιι» φώναξε ξανά και συνεχίζοντας το γλυκό μου βασανιστήριο άρχισα σιγά σιγά να την φέρνω στα όρια της εισχωρώντας τα δύο μου δάχτυλα μέσα στην καυτή της σάρκα.
«Τότε μάλλον θα πρέπει να σε τιμωρήσω γι αυτό, δεν συμφωνείς; » την ρώτησα ξανά και σάστισε τελείως.
«Έντουαρτ...» πήγε να παραπονεθεί αλλά εγώ δεν την άφησα να συνεχίσει.
«Δεν μου απαντάς» της υπενθύμισα και καθώς έκανα τις κινήσεις μου πιο απαιτητικές απελευθέρωσα το χέρι μου από το στήθος της και της έδωσα μια ξυλιά στον κώλο για να την τιμωρήσω.
«Συμφωνείς;» επανέλαβα πιο επιτακτικά και εκείνη άρχισε να τραντάζεται ολόκληρη ενώ μασώντας το κάτω της χείλος μούγκριζε καθώς ήταν πολύ κοντά στην ολοκλήρωση της.
Πιάνοντας την από τα μαλλιά, ανάγκασα απότομα το κεφάλι της να γείρει προς τα πίσω χωρίς να σταματώ να την βασανίζω με το χέρι μου και τον πούτσο μου και βάζοντας τα χείλια μου πάνω στο αυτί της ψιθύρισα πιο νευριασμένα με βαθιά φωνή.
«Συμφωνείς;» η κορύφωση της ξεχείλισε και καθώς ο οργασμό της την έκανε να τρέμει παραδόθηκε χωρίς να έχει άλλες αντοχές.
«Ναι... Ναι... Ναιιιιιιι... Τιμώρησε μεεεεεε» ούρλιαξε και ικανοποιημένος με το αποτέλεσμα την άφησα και έκανα πιο πίσω και εκείνη γυρίζοντας προς την μεριά μου με κοίταξε ασθμαίνοντας με απορία.
«Στα γόνατα» απαίτησα και άνοιξε τα μάτια της διάπλατα από το σοκ......
Μπέλλα (Την ίδια στιγμή)
Καθώς φτάσαμε με τον Έμετ στο σπίτι πριν προλάβω ακόμα να ανοίξω την πόρτα έπεσε απάνω μου και άρχισε να με φιλάει και αυτό με έκανε αυτόματα να εκραγώ.
«Μπορώ να ανοίξω τουλάχιστον την πόρτα;» ρώτησα εκνευρισμένα ενώ τον έσπρωχνα μακριά μου και εκείνος με ένα πονηρό γελάκι χωρίς να πτοηθεί καθόλου από τα λόγια μου, έκανε χώρο για να μπορέσω να βάλω τα κλειδιά στην πόρτα για να ανοίξω.
Μπαίνοντας μέσα, κίνησα προς το σαλόνι και εκείνος με ακολούθησε σαν σκυλάκι και δεν είχα ιδέα πως συγκρατήθηκα για να μην αντιδράσω μπροστά του.
«Γδύσου και έρχομαι» του έδωσα την εντολή και χωρίς να περιμένω την ανταπόκριση του, βγάζοντας το μπουφάν μου κίνησα προς το υπόγειο για να βάλω να πιο λίγο αίμα ώστε να μπορέσω να ηρεμίσω λίγο τον εκνευρισμό μου.
Παίρνοντας ένα σακουλάκι από το ψυγείο, ανοίγοντας το, τα πόδια μου αυτόματα με οδήγησαν προς την πόρτα όπου ήταν θαμμένο το μέλος του και μόλις έμεινα έξω από την πόρτα κοίταξα προς τα λουλούδια που ο Στέφαν είχε φροντίσει να τα περιποιηθεί μετά το ξεριζωμό τους από τον Έντουαρτ.
Πως κατάφερε να μπει τώρα μέσα στο σώμα του; Τι στο διάολο συνέβη όσο έλειπα εχθές;... σκέφτηκα για λίγο και αφού άδειασα όλο το σακουλάκι που κρατούσα στο χέρι μου χωρίς να σταματώ να κοιτώ προς το χώμα που ήταν τώρα στρωμένο ξανά, έμεινα για λίγο παγωμένη να προσπαθώ να σκεφτώ τι να κάνω τώρα για να το διορθώσω, σίγουρα αυτή ήταν δουλειά του Τζέικ αλλά δεν θα καθόμουν και με σταυρωμένα τα χέρια.
Καθώς γύρισα προς το αποθηκάκι με της προμήθειες, πέταξα στο καλάθι το άδειο πλέον σακουλάκι και καθώς πήρα ένα καθαρό ποτήρι από το ντουλάπι, το γέμισα με λίγο αίμα, το πήρα μαζί μου και γύρισα στον Έμετ που με περίμενε με ανυπομονησία ήδη έτοιμος γι αυτό που θα ακολουθήσει.
Μόλις έφτασα κοντά του, άφησα το ποτήρι μου πάνω στο τραπεζάκι και καθώς έκατσα δίπλα του εκείνος χωρίς να χάνει χρόνο αμέσως μου όρμισε και αυτόματα με έκανε να εκραγώ ξανά.
«Ήρεμα αγόρι μου...» προσπάθησα αλλά εκείνος δεν άκουγε κουβέντα, τον είχα αφήσει τόσες φορές στα κρύα του λουτρού που δεν άντεχε λεπτό παραπάνω και πιάνοντας το κεφάλι του μέσα στα δύο μου χέρια τον ανάγκασα να με κοιτάξει στα μάτια... «Σκέψου την πιο τρελή σου φαντασίωση που έχεις μαζί μου και ζήσ’ την...» τον διέταξα σαγηνεύοντας τον καθώς έγερνα το κορμί του προς τα κάτω και μόλις εκείνος μπήκε στην σφαίρα της φαντασίας του, με το ένα μου χέρι του έκλεισα τα μάτια για να μην τον μπερδεύουν οι εικόνες που έβλεπαν πραγματικά τα μάτια του και με το άλλο έβαλα το ένα του χέρι πάνω στον ερεθισμό του και μόλις εκείνος άρχισε να ζει το όνειρο του, πηγαίνοντας προς την βιβλιοθήκη με τα βιβλία που αφορούσαν την μαγεία, άρχισα με την ματιά μου να κοιτώ τους τίτλους εξονυχιστικά ενώ ο Έμετ ικανοποιώντας τον εαυτό του έσπαγε την σιωπή με τα αγκομαχητά του.
Κάποιο από αυτά θα μπορούσε να μου δώσει τις απαντήσεις που αναζητούσα δεν μπορεί... σκέφτηκα και καθώς η ματιά έπεσε στο βιβλίο που είχε γραφτεί για την μάγισσα που είχε βγάλει την προφητεία, το πήρα στα χέρια μου και καθώς πήγα στο δωμάτιο μου ξάπλωσα και άρχισα να το ξεφυλλίζω προσπαθώντας να βρω κάποιο κοινό σημείο με αυτό που συνέβαινε στον Έντουαρτ τώρα αλλά δυστυχώς μέχρι και την στιγμή που ο Έμετ έφτανε πολύ κοντά στην κορύφωση του δεν βρήκα τίποτα για να με βοηθήσει και παρατώντας το πάνω στο κρεβάτι μου άρχισα να γδύνομαι ενώ η ματιά μου έπεσε πάνω στον σκεπασμένο πίνακα.
Τι ετοιμάζεις μικρέ πρίγκιπα;... τον ρώτησα με την σκέψη μου ρητορικά αλλά καθώς καταλάβαινα ότι δεν έχω πολύ χρόνο, με μια ανάσα έφτασα κάτω, παράτησα τα ρούχα μου διάσπαρτα στο πάτωμα για να φανεί πιο αληθοφανές και πριν ο Έμετ τελειώσει, πήρα το χέρι του πάνω από τον ερεθισμό του και του μίλησα για να τον αποσπάσω από τις δικές του εικόνες.
«Είσαι έτοιμος για μένα αγόρι μου;» του είπα και καθώς εκείνος άνοιξε τα μάτια του και με είδε μπροστά του για λίγο τα έχασε αλλά πριν προλάβει να καταλάβει το λάθος που είχε η εικόνα μπροστά του αμέσως τον πήρα με το στόμα μου και αυτόματα εκείνος τελείωσε φωνάζοντας δυνατά καθώς όλο του το κορμί έτρεμε σύγκορμο.
«Ωωω Μπέλλα αυτό... αυτό... δεν υπάρχειςςςς» φώναξε με το χέρι του να καλύπτει το πρόσωπο του και αφήνοντας ένα γελάκι να μου ξεφύγει, σηκώθηκα και άρχισα να ντύνομαι ξανά.
«Χαίρομαι που σου άρεσε... Τώρα άδεια σε μου την γωνιά και μην με ξαναενοχλήσεις» του είπα αυστηρά και πριν προλάβει να πει κάτι πήρα το ποτήρι μου ξανά στο χέρι μου και γύρισα στο δωμάτιο μου για να συνεχίσω την έρευνα μου από εκεί που την είχα σταματήσει.
Άλις
Η κουβέντα μου με τον Τζάσπερ μου έλυσε πολλές απορίες, με έκανε να νιώσω ότι δεν είμαι μόνη σε όλο αυτό που περνάω... Όλες τις αγωνίες και τους προβληματισμούς που έχω εγώ τώρα εκείνος τους έχει βιώσει πριν από μένα και μέσα σε όλο αυτό ένιωσα ότι μπορούσα να βασιστώ σε κάποιον, να μιλήσω μαζί του και να μην με κοιτάξει σαν άλιεν όπως με κοίταζαν οι φίλες μου ή με κορόιδευαν με όσα τους έλεγα από αυτά που μου συνέβαιναν όλον αυτόν τον καιρό και δεν ήξερα ούτε εγώ η ίδια το γιατί.
«Μου έκανε τρομερή εντύπωση που δεν αντέδρασες και τόσο έντονα» ο Τζάσπερ σχολίασε και αναστέναξα.
«Κατά καιρούς νιώθω διάφορα αλλά δεν μπορώ να τα εξηγήσω ούτε στον ίδιο μου τον εαυτό» παραδέχτηκα αποφεύγοντας την ματιά του.
«Όπως;» με πίεσε περισσότερο και σηκώνοντας την ματιά μου προς το μέρος του για μια στιγμή δίστασα να συνεχίσω.
Πολύ δειλά σηκώθηκε και ήρθε να κάτσει δίπλα μου.
«Άλις μπορείς να μου πεις τα πάντα, μόνο έτσι θα μπορέσω να σε βοηθήσω...» είπε με μια τρυφερή φωνή που με έκανε να ανατριχιάσω και κοιτώντας τον μέσα στα μάτια έμεινα για λίγο να απορροφώ το πρόσωπο του με την ματιά μου ανίκανη να κοιτάξω κάπου αλλού... «Θέλω να μου έχεις εμπιστοσύνη» συμπλήρωσε με ελπίδα και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα τελικά συνέχισα.
«Βλέπω διάφορα...» ξεκίνησα αλλά δεν ήξερα πως να συνεχίσω.
«Ανθρώπους που δεν υπάρχουν πια στην ζωή σου;» μάντεψε και κούνησα το κεφάλι μου αμέσως αρνητικά.
«Αυτό είναι το περίεργο... Δεν τους έχω ξαναδεί ποτέ ξανά στην ζωή μου» αυτό τον μπέρδεψε περισσότερο.
«Και πιστεύεις ότι είναι φαντάσματα του παρελθόντος;» ρώτησε με περιέργεια.
«Είμαι σίγουρη γι αυτό...» του είπα με σιγουριά και ζάρωσε τα φρύδια του με απορία... «Είναι λες και έχουν βγει μέσα από άλλη εποχή, τα ρούχα τους, τα μαλλιά τους...» εξήγησα και εκείνος κατένευσε αφήνοντας με να συνεχίσω... «Όταν τους βλέπω νιώθω...» έκανα μια παύση για να ανανεώσω τον αέρα στα πνευμόνια μου με δυσκολία και εκείνος μου έπιασε αμέσως τα χέρια για να με κάνει να νιώσω ασφάλεια.
Χαμήλωσα την ματιά μου προς τα χέρια μας και εκείνος προσπάθησε να τα τραβήξει από τα δικά μου αλλά δεν τον άφησα.
«Με τρομοκρατεί η εικόνα τους» συμπλήρωσα ενώ τον κοίταξα με αγωνία στα μάτια κρατώντας τα χέρια του μέσα στα δικά μου ανασαίνοντας με δυσκολία.
«Θυμάσαι πως είναι;» ρώτησε με αγωνία εκείνος σαν να ήξερε ήδη το πως μοιάζουν και κατάπια με δυσκολία.
«Είναι τέσσερις... πάντα οι ίδιοι... και προσπαθούν με κάποιον τρόπο να μου μιλήσουν αλλά η φωνή τους δεν φτάνει ποτέ στ’ αυτιά μου... Είναι...» δεν μπόρεσα να συνεχίσω καθώς η φωνή μου και το σώμα μου πλέον - καθώς τους επανέφερα στην μνήμη μου - άρχισαν να τρέμουν και ο Τζάσπερ ελευθερώνοντας το ένα του χέρι το έβαλε απαλά πάνω στο πρόσωπο μου για να με καθησυχάσει σαν να μου πέρναγε ένα μήνυμα που δεν έφτασε ποτέ σαν ήχος στα αυτιά μου... «Είμαι εγώ εδώ μην φοβάσαι»
«Είναι νευριασμένοι... φωνάζουν αλλά δεν καταλαβαίνω τι λένε και κάθε φορά που πάνε να με πλησιάσουν κάτι σαν γυάλινος τοίχος μπαίνει ανάμεσα μας και μόλις τους σταματά εκείνοι ουρλιάζουν και εξαφανίζονται... Ξέρεις ποιοι είναι;» ρώτησα με ελπίδα και εκείνος αναστέναξε.
«Το μόνο λογικό συμπέρασμα που μπορώ να βγάλω είναι ότι μάλλον είναι η οικογένεια της Μπέλλας» μου δήλωσε εκείνος αυτό που είχα υποψιαστεί και εγώ μετά το τέλος της κουβέντας μας στο σπίτι της Μπέλλας και άρχισα να ανασαίνω γρήγορα ενώ κατάπια με δυσκολία.
«Τι θέλουν από μένα;» ρώτησα νευρικά.
«Δεν μπορώ να το ξέρω αυτό Άλις αλλά το λογικό είναι ότι ψάχνουν τρόπο να αναγεννηθούν από της στάχτες τους άρα κάπου συνδέεσαι και εσύ σε αυτό... Θα ρωτήσω τον πατέρα μου και θα σου πω με πιο σιγουριά αύριο οκ;...» ρώτησε και κατένευσα με έναν αναστεναγμό... «Πότε ήταν η τελευταία φορά που τους είδες;» με ρώτησε και χρειάστηκε λίγο να το σκεφτώ αυτό.
«Από την ημέρα που ήρθε η Μπέλλα, τους έβλεπα και περισσότερες από μια φορά την ημέρα αλλά από χθες δεν έχουν εμφανιστεί ξανά και αυτό μου έκανε τρομερή εντύπωση... Από την μια ανακουφιστικά άλλα από την άλλη μου φάνηκε περίεργο»
«Πράγματι είναι περίεργο» επιβεβαίωσε και εκείνος και το σκέφτηκε για λίγο κοιτώντας μακριά.
Υποσυνείδητα το χέρι μου άρχισε να χαϊδεύει το δικό του και καθώς εκείνος το ένιωσε γύρισε την ματιά του προς το μέρος μου ξαφνιασμένος και αμέσως τον έπιασε μια περίεργη νευρικότητα... Τράβηξε απαλά το χέρι του από το δικό μου και δημιουργώντας μια απόσταση μεταξύ μας άρχισε να μασάει το κάτω του χείλος αποφεύγοντας την ματιά μου... Η απόρριψη του με τσάκισε.
«Είναι αργά... Καλύτερα να πηγαίνω» είπε κάτω από την ανάσα του και έκανε την κίνηση να σηκωθεί.
«Ναι... φυσικά» είπα απογοητευμένα και εκείνος γυρίζοντας την ματιά του προς το μέρος μου έκατσε ξανά δίπλα μου και κράτησε τα χέρια μου μέσα στα δικά του.
«Σε παρακαλώ Άλις...» είπε αλλά ξαφνικά έκοψε την φράση του στην μέση χωρίς να συμπληρώσει κάτι άλλο.
«Με παρακαλάς για πιο πράγμα;» ρώτησα εγώ παραξενευμένη.
«Κατάλαβε με... Πες με οπισθοδρομικό πες με παρωχημένο... αλλά δεν μπορώ να το κάνω αυτό εδώ... Για μένα και που πήρα το θάρρος να έρθω και μάλιστα την στιγμή που λείπει και ο πατέρας σου ήταν πάρα πολύ...» δικαιολογήθηκε και έμεινα να τον κοιτώ σαν χαζή... «Έχω μεγαλώσει διαφορετικά και οι αρχές μου δεν μου επιτρέπουν κάτι τέτοιο» συμπλήρωσε και τα έχασα τελείως.
«Οι αρχές σου;» ρώτησα κουνώντας το κεφάλι μου μπερδεμένα.
«Έχω μάθει να σέβομαι το σπίτι που με φιλοξενεί και δεν θέλω... Καταλαβαίνεις» είπε νευρικά και πήρα μια ανάσα ελπίδας.
«Ένιωσες όμως και εσύ κάτι, έτσι δεν είναι;» ρώτησα με αγωνία και μου χαμογέλασε με ένα χαμόγελο που με έστειλε στον παράδεισο.
«Δεν φαντάζεσαι πόσο καιρό περίμενα να έρθει η στιγμή που θα σε γνώριζα από κοντά» απάντησε και έμεινα σοκαρισμένη να τον κοιτώ.
«Τι;... Δηλαδή;... Πως;» είχα χάσει τελείως τα λόγια μου.
«Η Μπέλλα μάζευε πληροφορίες για σας και από την πρώτη στιγμή που έπεσε μια φωτογραφία σου στα χέρια μου...» δίστασε.
«Από την πρώτη στιγμή που έπεσε μια φωτογραφία σου στα χέρια σου… τι;» επανέλαβα τα λόγια του παροτρύνοντας τον να συνεχίσει.
«Άλις είμαι ερωτευμένος μαζί σου...» τελικά παραδέχτηκε και η καρδιά μου κόντεψε να σπάσει... «Ξέρω ότι ακούγετε περίεργο...»
«Όχι, όχι...» διαφώνησα εγώ με την ανάσα μου να χάνετε μακριά.
«Άλλα από την πρώτη στιγμή που σε είδα έστω και μέσα από μια φωτογραφία, η καρδιά μου έγινε δικιά σου» τελικά ολοκλήρωσε και ένιωσα την καρδιά μου να σταματάει.
«Δεν ξέρω τι να πω» παραδέχτηκα με κομμένη την ανάσα μου και εκείνος μου χαμογέλασε ζεστά ενώ μου χάιδεψε τρυφερά το πρόσωπο.
«Δεν χρειάζεται να πεις τίποτα... Δεν έχω την απαίτηση να νιώσεις το ίδιο... Απορώ με τον εαυτό μου που κατάφερα να το εξωτερικεύσω» τα είχε και εκείνος χαμένα.
«Μην φύγεις ακόμα» παρακάλεσα με ένα πληγωμένος ύφος και εκείνος παίρνοντας μια βαθιά ανάσα σηκώθηκε αποφασιστικά.
«Όχι πρέπει να φύγω... Αλλά αν θέλεις...»
«Ναι φυσικά και θέλω» απάντησα αυτόματα πριν ακόμα εκείνος ολοκληρώσει την φράση του ενώ πετάχτηκα απάνω σαν ελατήριο για να είμαι αντικριστά του και εκείνος γέλασε με περισσότερη αυτοπεποίθηση.
«Μετά το σχολείο, μπορώ να σου κάνω το τραπέζι;» ρώτησε ξανά και εγώ κατένευσα με ένταση θετικά ενώ όλο μου το πρόσωπο ένιωθα να λάμπει από χαρά και υπήρξε άλλη μια στιγμή αμηχανίας... «Πρέπει να φύγω» μου υπενθύμισε και τότε πήρα μπρος ξανά.
«Θα σε συνοδεύσω ως την πόρτα» είπα αυτόματα και προχώρησα μπροστά του και εκείνος με ακολούθησε.
Ανοίγοντας την πόρτα την κράτησα ανοιχτή για να περάσει και καθώς στάθηκε στο κατώφλι γύρισε και με κοίταξε για άλλη μια φορά.
«Καληνύχτα Άλις και ότι χρειαστείς μην διστάσεις να μου τηλεφωνήσεις» μου είπε απαλά και παίρνοντας το χέρι μου μέσα στα δύο δικά του το φίλησε τόσο τρυφερά που ξέχασα πως αναπνέουν.
Μόλις το άφησε και πάλι ελεύθερο γύρισε την πλάτη του και άρχισε να κατεβαίνει τα σκαλιά.
«Καληνύχτα» φώναξα ετεροχρονισμένα και γυρίζοντας το πρόσωπο του προς το μέρος μου, μου χαμογέλασε για άλλη μια φορά και συνέχισε τον δρόμο του για να βγει στην κεντρική λεωφόρο ώστε να πάρει ταξί αλλά για καλή του τύχη το ταξί ήρθε και στάθηκε μπροστά στην πόρτα μας.
Καθώς η πόρτα άνοιξε, ο Έμετ βγήκε μέσα από αυτό και σταμάτησε τον Τζάσπερ καθώς τον φώναξε.
«Εεε εσύ... Τι δουλειά έχεις τέτοια ώρα στο σπίτι μου;» τον ρώτησε νευριασμένα και έμεινα σοκαρισμένη να τον κοιτώ.
«Έμεττττ» του φώναξα καθώς κατέβαινα τα σκαλιά γρήγορα για να τον πλησιάσω.
«Δεν πειράζει Άλις» είπε αμέσως ο Τζάσπερ και πλησίασε και εκείνος τον Έμετ.
«Εγώ τον κάλεσα έχεις κάποιο πρόβλημα;» ρώτησα εγώ τον Έμετ πριν πει κάτι άλλο ο Τζάσπερ αλλά εκείνος δεν μου έδωσε καμία σημασία.
«Κοίτα να την φέρεις στην αδελφή μου και τα λέμε» του είπε σκληρά ενώ στο ύφος του έβλεπα ότι ήταν έτοιμος για καυγά και τα έχασα.
«Δεν θα έκανα ποτέ κάτι τέτοιο» του είπε ο Τζάσπερ σοβαρά και ο Έμετ με κοίταξε για λίγο.
«Η μαμά που είναι;» ρώτησε το ίδιο νευριασμένα.
«Απάνω γιατί;» τον ρώτησα εγώ με περιέργεια.
«Τίποτα πάμε» είπε και τραβώντας με από το μπράτσο άρχισε να με σέρνει.
«Πας καλά;» αναφώνησα εγώ και τράβηξα το χέρι μου απότομα από το δικό του ενώ σταμάτησα με πείσμα μπροστά του.
«Δεν γουστάρω...»
«Έμετ αρκετά... Θα κάνω ότι γουστάρω και δεν θα σου δώσω λογαριασμό» απαίτησα εκνευρισμένα.
«Αν κάνει καμία κίνηση να σε....»
«Δεν είμαστε όλοι σαν τα μούτρα σου ξέρεις» του είπα εκνευρισμένα και γυρίζοντας του την πλάτη άρχισα να τρέχω προς το δωμάτιο μου με τα μάτια μου να βουρκώνουν από την αγανάκτηση που ένιωθα μέσα μου να με πνίγει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου