Ετικέτες

Παρασκευή 18 Μαΐου 2012

Soulmates "26. Don't tell"





Έντουαρτ

Μόλις άφησα τις μπύρες μας στο τραπέζι και έκατσα δίπλα στην Έλενα εκείνη με πήρε κατευθείαν από τα μούτρα.

«Τι ήταν όλο αυτό;» ρώτησε ενώ με την ματιά της έδειχνε την Έλιροουζ που ήταν στο μπαρ και καθώς ακολούθησα την ματιά της και την είδα να με κοιτάει με περισσότερο αέρα της χαμογέλασα πονηρά λίγο πριν μιλήσω αδιάφορα προς την Έλενα.

«Τίποτα απλά ήταν μια παρεξήγηση που έπρεπε να λυθεί» απάντησα απλά και η Έλενα ανοίγοντας το στόμα της και τα μάτια της διάπλατα με κοίταξε σοκαρισμένη.

«Της κάνεις καμάκι μπροστά μου;» αναφώνησε και έκανα μια κουρασμένη γκριμάτσα.

«Ήθελες κάτι να μου πεις; Για κάτι να απολογηθείς;» ρώτησα ρητορικά και αφού το βούλωσε άναψα ένα τσιγάρο και καθώς είδα τον καινούργιο να πηγαίνει προς ένα μπιλιάρδο και βγάζοντας το κινητό του να καλεί κάποιον...

Τζάσπερ

Όταν είδα τα ξαδέλφια να μπαίνουν μέσα η καρδιά μου χτύπησε δυνατά στην ελπίδα ότι θα την ξαναέβλεπα αλλά μόλις κατάλαβα ότι εκείνη δεν ήταν μαζί τους αμέσως απογοητεύτηκα...

«Δωσ’ της λίγο χρόνο να συνειδητοποίηση τι της συμβαίνει Τζαζ... δεν ήταν και λίγα αυτά που έμαθε μέσα σε μια μέρα» μου είπε απευθείας η Μπέλλα καθώς έπιασε αμέσως τον λόγο του ξαφνικού κατσουφιάσματος μου.

«Πιστεύεις ότι θα είναι καλά;» την ρώτησα και μου χαμογέλασε με το χαρακτηριστικό πειραχτικό της χαμόγελο ενώ κάνοντας μου κέφαλοκλείδωμα άρχισε να μου πειράζει τα μαλλιά όπως έκανε πάντα από όταν ήμουν ακόμα μικρός.

«Τι θα κάνω εγώ με σας τα κουτάβια» με πείραξε και γελάσαμε ταυτόχρονα και οι τρεις.

«Δεν ξέρω πως να το χειριστώ» παραδέχτηκα κάτω από τον αναστεναγμό μου και εκείνη σοβαρεύοντας με συγκράτησε μέσα στην αγκαλιά της και χάιδεψε το μπράτσο μου παρηγορητικά.

«Γιατί δεν την παίρνεις ένα τηλέφωνο να διαπιστώσεις και μόνος σου πως είναι;» ρώτησε και την κοίταξα μέσα στα μάτια ασθμαίνοντας.

«Δεν μου το έδωσε» είπα ντροπαλά ενώ τα μάγουλα μου ένιωσα αμέσως να φλογίζονται και εκείνη καθώς στριφογύρισε τα μάτια της απηυδισμένα πήρε το κινητό μου στα χέρια της και άρχισε να πληκτρολογεί το νούμερο της... «Μπέλλα δεν είναι σωστό, τι θα της πω αν με ρωτήσει που το βρήκα;» πήγα να την σταματήσω εγώ αλλά εκείνη με κοίταξε με ύφος.

«Όποιος ενδιαφέρετε μαθαίνει» μου απάντησε απλά και πατώντας το πλήκτρο έναρξης το έβαλε στο αυτί μου και χωρίς να έχω άλλη επιλογή κράτησα το κινητό και απομακρύνθηκα από κοντά τους για να μπορέσω να μιλήσω με την ησυχία μου.

«Παρακαλώ;...» άκουσα την φωνή της και πάγωσα δεν ήξερα τι θα έπρεπε να της πω... «Παρακαλώ;» την άκουσα ξανά και κρατώντας την ανάσα μου πήρα την απόφαση να απαντήσω.

«Γεια σου Άλις είμαι ο Τζάσπερ, ελπίζω να μην σε ενοχλώ...» είπα με φωνή που ίσα ακουγόταν και έκανε μια παύση... «Άλις;» ρώτησα με αγωνία και επιτέλους μου απάντησε.

«Ναι εδώ είμαι... Εεε πως, εννοώ που βρήκες το τηλέφωνο μου;» ρώτησε ξαφνιασμένα και αναστέναξα κοιτώντας προς την Μπέλλα.

«Η Μπέλλα μου το έδωσε, ελπίζω να μην σε πειράζει...» είπα απολογητικά... «Είδα τα αδέλφια σου που ήρθα στο το μπαράκι του Στέφαν και ανησύχησα για σένα...» συνέχισα πιο γρήγορα με μια ανάσα και η Άλις έκανε άλλη μια παύση... «Ελπίζω να μην σε πείραξε πολύ» συμπλήρωσα και εκείνη αμέσως πήρε τον λόγο ξανά.

«Όχι, όχι, φυσικά και όχι... απλά τα έχασα λίγο, δεν περίμενα... Συγνώμη δεν ήθελα να σε κάνω να νιώσεις άσχημα, απλά με ξάφνιασες» δικαιολογήθηκε εκείνη απολογητικά και πήρα μια ανακουφιστική ανάσα πριν συνεχίσω.

«Είσαι καλά;» ρώτησα με πραγματικό ενδιαφέρον και άκουσα έναν αναστεναγμό από μέρους της.

«Όχι και τόσο» παραδέχτηκε και η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει σαν ταμπούρλο.

«Μπορώ να κάνω κάτι για να βοηθήσω;» ρώτησα με ελπίδα και έκανε άλλη μια παύση.

«Πραγματικά το έχω ανάγκη να μιλήσω σε κάποιον...» παραδέχτηκε με φωνή που ίσα έβγαινε από μέσα της... «Αλλά δεν μπορώ να αφήσω και την μητέρα μου μόνη της... Είναι...» είπε απογοητευμένα και έκοψε την φράση της στην μέση... «Απλά δεν μπορώ να βγω σήμερα» τελικά συμπλήρωσε με βαριά φωνή.

«Μπορώ να έρθω εγώ από εκεί» είπα και ξαφνιάστηκα και εγώ ο ίδιος με τον εαυτό μου που βρήκα το θάρρος να πω κάτι τέτοιο.

«Αλήθεια;...» ρώτησε ξαφνιασμένα.

«Ναι, αν φυσικά δεν είναι πρόβλημα» είπα με την ανάσα μου να σταματά στην μέση.

«Φυσικά και δεν υπάρχει πρόβλημα, ο πατέρας μου είναι εκτός πόλης και η μητέρα μου είναι πολύ εντάξει και διακριτική» τόνισε και δάγκωσα τα χείλια μου για να μην γελάσω δυνατά.

«Θα είμαι εκεί όσο πιο γρήγορα μπορώ» της υποσχέθηκα και αφού χαιρετηθήκαμε και το κλείσαμε έτρεξα ξανά προς το τραπέζι που καθόταν η Μπέλλα με τον πατέρα μου.

«Κοίτα μην την ζαλίσεις περισσότερο...» με επέπληξε η Μπέλλα αυστηρά έχοντας - είμαι σίγουρος γι αυτό - ακούσει όλη την συνομιλία μας.

«Θα την αφήσω να μου μιλήσει και θα προσπαθήσω να της λύσω όσες απορίες της έχουν δημιουργηθεί...» υποσχέθηκα και εκείνη κατένευσε σοβαρή... «Μπέλλα;...» ρώτησα και εκείνη με την ματιά της με παρότρυνε να συνεχίσω... «Είσαι σίγουρη ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να πάρει την δύναμη της;» την ρώτησα αγχωμένα και εκείνη αναστέναξε βαριά.

«Όχι είναι η χειρότερη γιατί δεν ξέρω τι έχει στο μυαλό του να κάνει ο μικρός πρίγκιπας... Αλλά πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για τα πάντα γι αυτό προσπάθησε να την προετοιμάσεις για όσα έρχονται» μου είπε σοβαρά και κατένευσα επιβεβαιώνοντας το.

«Θα κάνω ότι μπορώ» υποσχέθηκα και αφού τους χαιρέτησα και πήρα λεφτά από τον πατέρα μου βγήκα έξω και παίρνοντας ένα ταξί πήγα να την βρω.

Έντουαρτ

Μόλις είδα τον Τζάσπερ να φεύγει αυτόματα γύρισα την ματιά μου προς το τραπέζι που η Μπέλλα καθόταν μόνη της με τον πατέρα του και χωρίς να το προσπαθήσω καν, ξαφνικά η φωνή της καθώς και του πατέρα του Τζάσπερ αν και ήταν σε μεγάλη απόσταση από μας ήρθε ξαφνικά στα αυτιά μου και έσβησαν όλες οι άλλες ομιλίες που υπήρχαν γύρω μου.

«Έλα πες το, τι σε προβληματίζει;» ρώτησε κατευθείαν ο πατέρας του Τζάσπερ που καθόταν απέναντι της και εκείνη τον κοίταξε με ένα περίεργο βλέμμα που δεν μπορούσα να αποκωδικοποιήσω, ήταν νευρική; Δεν ήμουν σίγουρος.

«Θέλω να κάνεις κάτι για μένα...» του δήλωσε και εκείνος κατένευσε σοβαρός αφήνοντας της το περιθώριο να συνεχίσει... «Είμαι απόλυτα σίγουρη ότι έχουν κάνει στον μικρό μάγια και θέλω να τα λύσεις» του είπε κατηγορηματικά και εκείνος αμέσως κούνησε αρνητικά το κεφάλι του πριν απαντήσει.

«Λυπάμαι αλλά ξέρεις πως πάει... Αυτός που τα δημιουργεί αυτός πρέπει και να τα λύσει» της είπε απολογητικά.

«Τότε βρες αυτόν ή αυτήν που τα έκανε τέλος πάντων και πείσ’ τον να το κάνει» απαίτησε και εκείνος έγειρε το κορμί του πιο κοντά της.

«Περί τίνος πρόκειται;» ρώτησε με ενδιαφέρον και η Μπέλλα ξεφύσησε απελπισμένα.

«Έχουν δέσει την ζωή του με εκείνο το ξόανο που κάθετε δίπλα του και θέλω με οποιοδήποτε τρόπο να λυθούν» απάντησε αυτόματα και έμεινα για λίγο προβληματισμένος να την κοιτώ... Γιατί τέτοια πρεμούρα να μου λύσει τα μάγια; Δεν μπορούσα να καταλάβω.

«Θα κάνω ότι μπορώ αλλά δεν σου υπόσχομαι τίποτα» εκείνος την ενημέρωσε και αυτό την έκανε πιο αυστηρή.

«Δεν μου φτάνει Τζέικ θέλω περισσότερα από αυτό, τα μάγια πρέπει να λυθούν και μάλιστα το συντομότερο δυνατόν» απαίτησε και πάλι και άρχισα να ανασαίνω γρήγορα... Γιατί; αναρωτήθηκα και το ίδιο και ο συνομιλητή της.

«Μπορώ να μάθω το γιατί;» ρώτησε και καθώς η Μπέλλα άφησε την πλάτη της να ακουμπήσει πάνω στο κάθισμα της απομάκρυνε μια τούφα από τα μαλλιά της που είχε πέσει πάνω στο πρόσωπο της και καθώς με την άκρη της ματιά της την είδα να με κοιτά έδωσα λίγο σημασία στις αερολογίες που μουρμούριζε η Έλενα για να μην καρφωθώ καθώς της απαντούσα μονολεκτικά χωρίς πραγματικά να δίνω σημασία σε αυτά που έλεγε και εκείνη συνέχισε.

«Πρέπει να βρει κάποια άλλην το συντομότερο δυνατόν» απάντησε μόνο και αυτό έκανε την περιέργεια μου ακόμα περισσότερο.

«Δεν νομίζω ότι καταλαβαίνω» παραδέχτηκε ο συνομιλητής της και εκείνη ξεφύσησε βαριά.

«Πολύ φοβάμαι ότι η ιστορία έχει αρχίσει να επαναλαμβάνετε και θέλω να με βοηθήσεις για να την αποτρέψω... Ειλικρινά αν αρχίσει να κάνει τα ίδια με τον ξέρεις ποιον...» του είπε με νόημα και εκείνος κατένευσε... «Αυτήν την φορά...» έκοψε την φράση της στην μέση μουγκρίζοντας αγανακτισμένα χωρίς να συνεχίζει και ο συνομιλητής της αμέσως έπιασε το χέρι της μέσα στα δύο του χέρια και το φίλησε απαλά.

«Μην μου αγχώνεσαι βασίλισσα μου θα κάνω τα πάντα για να σε βοηθήσω» της είπε παρηγορητικά ενώ της χάιδευε απαλά το μάγουλο της και αυτό αυτόματα με έκανε να εκραγώ.

Πως τολμάει να την αποκαλεί έτσι; Πως τολμάει να την αγγίζει;... Αυτόματα άκουσα τον πρόγονο μου να μουγκρίζει μέσα στην σκέψη και για λίγο σάστισα, ενώ αναλογιζόμουν αν τελικά ήταν δικά μου τα συναισθήματα που ένιωσα πριν ή όχι... Η Έλενα τραβώντας το μανίκι του μπουφάν μου απαίτησε ξανά την προσοχή μου.

«Έντουαρτ ακούς τι σου λέω τόση ώρα; Που έχεις το μυαλό σου;» ρώτησε και αυτόματα οι συνομιλία της Μπέλλας διακόπηκε και δεν είχα ιδέα τι ανταλλάσανε τώρα.

«Ξέρεις κάτι, νομίζω ότι ήταν λάθος να έρθω...» είπα και καθώς έπιασα την μπύρα μου στο χέρι την κατέβασα με μια γουλιά ελπίζοντας αυτό να ήταν αρκετό ώστε να κατευνάσει την δίψα μου που με είχε καταβάλει για άλλη μια φορά την στιγμή που αυτόματα η Έλενα αντιδρούσε.

«Μα μου υποσχέθηκες ότι θα μου δώσεις άλλη μια ευκαιρία και εσύ...»

«Εγώ φεύγω» της δήλωσα ενώ σηκωνόμουν όρθιος παίρνοντας μαζί μου και το πακέτο με τα τσιγάρα μου από το τραπέζι και εκείνη κρατώντας το χέρι μου σφιχτά προσπάθησε να με λογικεύσει.

«Τουλάχιστον θα με πας μέχρι το σπίτι;...» ρώτησε με αγωνία και κοντοστάθηκα για λίγο... «Σε παρακαλώ» προσπάθησε άλλη μια φορά πιο νευρικά και άφησα την ανάσα μου να βγει από μέσα μου βαριά.

«Ας είναι... πάμε» της είπα και καθώς άρχισα να προχωρώ προς την έξοδο την είδα να πλησιάζει το μπαρ και μόλις έφτασε κοντά στον Έμετ του ψιθύρισε κάτι στο αυτί και μέχρι να φτάσω στην εξώπορτα εκείνη μας είχε προλάβει.

Ανταλλάσοντας μια ματιά προσπερνώντας μας πέρασε πρώτη από την πόρτα που κρατούσα εγώ ανοιχτή και καθώς πέρασε και η Έλενα ο Έμετ με σταμάτησε πριν βγω.

«Ω ρε φίλεεε ζω την πιο μεγάλη στιγμή της ζωής μου» αναφώνησε ενώ βάζοντας τα χέρια του στου ώμους μου άρχισε να με ταρακουνάει.

«Κόψ’ το πια...» απαίτησα καθώς απομάκρυνα το κορμί μου από το δικό του και εκείνος σήκωσε τα χέρια του αμυντικά στον αέρα ενώ με κοίταζε με ένα βλέμμα νικητή... «Για ποια μεγάλη στιγμή λες;» ρώτησα με απορία – τι το ήθελα ο μαλάκας – και αμέσως το μετάνιωσα.

«Είπε ναι το καταλαβαίνεις; Yes, yes, yes...» συνέχιζε κάνοντας ηλίθιους πανηγυρισμούς και κουνώντας το κεφάλι μου απηυδισμένα άνοιξα την πόρτα ξανά και βγήκα έξω πριν συνεχίσει εκείνος και είδα την Έλενα να έχει καρφωμένη την δολοφονική της ματιά προς την Μπέλλα που καθόταν πάνω στην μηχανή της ατάραχη περιμένοντας τον Έμετ να βγει αλλά εκείνος ήμουν σίγουρος ότι θα περίμενε πρώτα να φύγουμε και μετά να το κάνει ώστε να μην τον δει η Έλενα και τον καρφώσει στον πατέρα μου.

«Εσένα περιμένει αυτή;» ρώτησε πικρόχολα μόλις την πλησίασα και της έριξα ένα άγριο βλέμμα.

«Θες να σε πάω στο σπίτι σου ή όχι;» την ρώτησα νευριασμένα και αφήνοντας την ανάσα της να βγει βίαια από μέσα της τελικά κατέπνιξε οποιαδήποτε απάντηση ήθελε να μου δώσει εκείνην την στιγμή και ανοίγοντας την πόρτα μπήκε στο αυτοκίνητο... Χωρίς να κάνω τον κόπο να βάλω ζώνη έβαλα μπροστά το αυτοκίνητο, πάτησα τέρμα το γκάζι πριν ακόμα εκείνη προλάβει να βάλει την ζώνη της και για λίγο τα χρειάστηκε... Ευτυχώς για μένα αυτό έφτασε για να το βουλώσει για την υπόλοιπη διαδρομή καθώς με κοίταζε λες και με κοίταζε για πρώτη φορά με ένα σοκαρισμένος ύφος.

Σε όλη την διαδρομή είχα ανάμεικτα συναισθήματα... αλλά αυτό που κυριαρχούσε μέσα μου ήταν ο θυμός και η απίστευτη ζήλια που με έκανε να νιώθω ότι θα εκραγώ από στιγμή σε στιγμή.

Φτάνοντας στο σπίτι της πάρκαρα μπροστά στην είσοδο της χωρίς να κλείσω την μηχανή και περίμενα μέχρι εκείνη να κατέβει αλλά εκείνη δεν το έκανε και γύρισα την ματιά μου περίεργος προς το μέρος της.

«Δεν θες να έρθεις για ένα ποτό μέσα;» ρώτησε ξαφνιάζοντας με και έσμιξα τα φρύδια μου με απορία.

«Είναι αργά Έλενα, δεν θέλω να ενοχλήσω τους γονείς σου» είπα την πρώτη μαλακία που μου ήρθε στο κεφάλι και εκείνη το πήρε για έναν περίεργο λόγο θετικά.

«Δεν είναι εδώ...» είπε με ένα πονηρό βλέμμα... «Η μητέρα μου θα λείπει όλη την βδομάδα σε μια θεία μου στο Κάνσας και ο πατέρα μου έφυγε το πρωί εκτάκτως για μια δουλειά της υπηρεσίας του και δεν θα γυρίσει μέχρι αύριο το βράδυ... όσο για τον αδελφό μου τον ξέρεις τώρα...» σχολίασε αδιάφορα και αναστέναξα.

«Δεν ξέρω αν είναι καλή ιδέα Έλενα» είπα αμέσως και αυτόματα ο πρόγονος μου με επέπληξε...

"Μην είσαι χαζός αγόρι μου δεν αφήνουμε τέτοιες ευκαιρίες να πάνε χαμένες, άλλωστε θα την πονέσει για τα καλά αυτό το νέο"... τον άκουσα να λέει ενώ δεν έδινα καμία σημασία σε αυτά που έλεγε η Έλενα και πριν να καταλάβω την κίνηση της εκείνη κλέβοντας την ευκαιρία της παγωμάρας μου, έπεσε απάνω μου και άρχισε να με φιλάει και εγώ προσπάθησα να την σταματήσω αλλά για κάποιον λόγο δεν μπορούσα... Για άλλη μια φορά ένιωθα ότι δεν ήμουν εγώ αυτός που έλεγχα το κορμί μου και τα χέρια μου με δική τους πρωτοβουλία τυλίχτηκαν γύρω από το κορμί της ενώ φέρνοντας την κοντά μου άρχισα να την φιλώ με τέτοια λύσσα που εκείνη τα έχασε για λίγο.

«Έντουαρτττ...» αναφώνησε και έκανε με κόπο λίγο προς τα πίσω και έμεινα να την κοιτώ μπερδεμένος... «Χρειάζομαι λίγο αέρα...» είπε ξέπνοα με το χέρι της πάνω στο στήθος της καθώς πάλευε να βρει ξανά την ανάσα της και παίρνοντας αυτόματα τα χέρια μου από πάνω της πιάνοντας το τιμόνι με το ένα μου χέρι και το κεφάλι μου με το άλλο προσπάθησα ξανά να βρω την αυτοκυριαρχία μου.

"Τι διάολο κάνεις;"... τον ρώτησα ανασαίνοντας γρήγορα αλλά εκείνος δεν μου έδωσε καμία απάντηση ενώ η Έλενα τραβώντας το χέρι μου από το πρόσωπο μου με ανάγκασε να την κοιτάξω.

«Δεν πιστεύω να το μετάνιωσες...» είπε αγχωμένα και την κοίταξα μπερδεμένος αλλά πριν προλάβω να αντιδράσω για άλλη μια φορά έχασα την κυριαρχία των ίδιων μου τον κινήσεων και αρπάζοντας την άρχισα να την φιλώ απαιτητικά για ακόμα μια φορά και εκείνη αμέσως το ανταπέδωσε ενώ με το χέρι της άρχισε να εξερευνάει το σώμα μου και αυτό με έκανε να εκραγώ από τα νεύρα μου.

"Σταμάτα να το κάνεις αυτό"... ούρλιαζα μέσα μου αγανακτισμένα.

"Μην το χάνεις τώρα, απόλαυσε το και αν σε ξενερώνει το μουνάκι τότε σκέψου αυτό"... με καθοδήγησε και με βομβάρδισε με όλες τις χθεσινοβραδινές εικόνες που υπήρχαν μέσα στην μνήμη μου και αυτό με αποτελείωσε.

Καθώς στα μάτια μου έβλεπα την μοναδική γυναίκα που θα ήθελα να έχω τώρα στα χέρια μου και να φιλώ με όλο το πάθος που μου ξύπναγε κάθε φορά που απλά την κοιτούσα, ο ανδρισμός εκτοξεύθηκε στα ύψη και η Έλενα ενθουσιασμένη το εκμεταλλεύτηκε.

«Καλύτερα να πάμε μέσα...» είπε καθώς έφευγε από την αγκαλιά μου, ανοίγοντας την πόρτα και έκανε την κίνηση να βγει αλλά βλέποντας ότι εγώ είχα παραμείνει παγωμένος στην ίδια θέση γύρισε ξανά την ματιά της παραξενευμένη προς το μέρος μου... «Δεν θα έρθεις;» ρώτησε με περιέργεια και καθώς εγώ προσπάθησα να πω όχι τότε όλα άλλαξαν και αυτόματα έχασα τον έλεγχο για άλλη μια φορά ολοκληρωτικά.

Το χέρι μου κινήθηκε προς την μίζα και κλείνοντας την μηχανή κούνησα το κλειδί μπροστά στο πρόσωπο της ενώ η έκφραση μου άλλαζε σε ένα σατανικό χαμόγελο που έκανε την εμφάνιση του γεμάτο υπονοούμενα.

"Γιατί μου το κάνεις αυτό;"... ούρλιαζα μέσα μου καθώς το κορμί μου έβγαινε από το αμάξι και κλειδώνοντας το άρχισα να πηγαίνω προς την πόρτα του σπιτιού της Έλενας.

"Θα μάθεις πολύ σύντομα"... μου απάντησε κυνικά και αυτό με έκανε να εκραγώ περισσότερο.

"Σταμάταααα"... απαίτησα.

"Χαλάρωσε και απόλαυσε το"... συνέχισε εκείνος ακάθεκτος και δεν είχα ιδέα τι να κάνω για να μπορέσω να αντιδράσω.

"Σταμάτα τώρα"... απαίτησα ξανά και αυτό τον έκανε να γίνει πιο επιβλητικός απέναντι μου.

"Συγνώμη αλλά δεν μου δίνεις άλλη επιλογή"... είπε και καθώς μπήκα μέσα στο σπίτι της και έκλεισα την πόρτα με το πόδι μου, άρπαξα την Έλενα από το χέρι και την κάρφωσα απάνω μου... Εκείνη χαχάνισε ναζιάρικα καθώς τύλιγε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου και ότι συνέβη από εκεί και πέρα εγώ τα ζούσα στο παρασκήνιο σαν απλός θεατής που ένιωθε τα πάντα ότι βίωνε το κορμί μου χωρίς να μπορώ να κάνω τίποτα για να το σταματήσω...

Άλις (Την ίδια στιγμή)

Εκεί που ένιωθα να πνίγομαι εκεί ήρθε το τηλεφώνημα του Τζάσπερ σαν από μηχανής θεός να μου δώσει μια ανάσα... Όλες αυτές οι πληροφορίες που έμαθα σήμερα, με έκαναν να μην ξέρω πως να της διαχειριστώ αλλά περισσότερο από όλα η μεγαλύτερη φοβία μου από όλες ήταν αυτό που συνέβη στον Έντουαρτ... Τι του συνέβαινε; Πως θα μπορούσα εγώ να τον βοηθήσω;

Το κουδούνι της εξώπορτας με έβγαλε από τις σκέψεις μου και με την καρδιά μου να χάνει έναν χτύπο, έφτιαξα τα μαλλιά μου μηχανικά και έτρεξα κάτω για να τον υποδεχτώ την στιγμή που η μητέρα μου άνοιγε την πόρτα... Φυσικά της είχα ήδη μιλήσει για εκείνον αλλά όχι για τα όσα η Μπέλλα μας είχε πει - δεν ήθελα να την επιβαρύνω περισσότερο στην κατάσταση της - και ξερώντας την καλά ήθελα να την προλάβω πριν αρχίσει το στενό μαρκάρισμα.

«Παρακαλώ;» την άκουσα από την σκάλα ακόμα να λέει καθώς άνοιγε την πόρτα.

«Καλησπέρα σας κυρία, είμαι ο Τζάσπερ Μπλακ, η Άλις μου είπε ότι δεν υπήρχε πρόβλημα να περάσω» εκείνος αμέσως δικαιολογήθηκε.

«Ώστε εσύ είσαι ο Τζάσπερ που ακούω όλη μέρα σήμερα... Δεν απορώ για το γιατί» τον υποδέχτηκε η μητέρα μου και έσπευσα να τον βγάλω από την δύσκολη θέση πριν εκείνη συνεχίσει.

«Μαμάααα...» προειδοποίησα μέσα από τα δόντια μου και αυτόματα γυρίσανε και οι δύο την ματιά τους προς το μέρος μου... «Γεια σου Τζάσπερ, πέρασε μέσα» συνέχισα και εκείνος ρίχνοντας ένα βλέμμα προς την μητέρα μου ζητώντας της την άδεια, μόλις την είδε να τον ενθαρρύνει με ένα νεύμα προχώρησε προς το μέρος μου και εγώ τον οδήγησα στο σαλόνι.

«Να σου προσφέρουμε κάτι;» ρώτησε η μητέρα μου την ώρα που ο Τζάσπερ έκατσε και εκείνος της χαμογέλασε ευγενικά.

«Κάποιο αναψυκτικό;» ρώτησε.

«Κοκα κόλα είναι καλά;» ρώτησα εγώ και γύρισε την ματιά του προς το μέρος μου.

«Τέλεια» απάντησε.

«Θα την φέρω εγώ, εσύ μαμά θα πιεις κάτι;» την ρώτησα με την ελπίδα να μου το αρνηθεί.

«Όχι καλή μου» μου ανταποκρίθηκε αμέσως και άφησα μια ανακουφιστική ανάσα ενώ γυρίζοντας ξεκίνησα να πηγαίνω προς την κουζίνα ενώ είχα τεντώσει τα αυτιά μου ώστε να ακούω τι λένε πριν τον φέρει ξανά σε δύσκολη θέση.

«Λοιπόν Τζάσπερ άκουσα ότι ήρθατε πρόσφατα στην πόλη μας» αμέσως ξεκίνησε η μητέρα μου και αναστέναξα βαριά καθώς άνοιξα το ψυγείο για να βγάλω το αναψυκτικό.

«Μάλιστα κυρία» της ανταποκρίθηκε εκείνος με μια ευγένεια που σίγουρα θύμιζε μια περασμένης εποχής.

«Μπορείς να με αποκαλείς Έσμε εγώ δεν έχω κόλλημα με τους τύπους» αμέσως τον διόρθωσε η μητέρα μου πειράχτηκα.

«Κυρία Έσμε» συμπλήρωσε εκείνος και η μητέρα μου αμέσως χαχάνισε.

«Και από που μας έχεις έρθει;» συνέχισε την ανάκριση της.

«Από το Ίνταχο» αμέσως την ενημέρωσε.

«Τόσο μακριά; Πως και πήρατε την απόφαση να έρθετε εδώ;» ρώτησε με περιέργεια και κρατώντας τα ποτήρια με τα αναψυκτικά έσπευσα να τον απαλλάξω.

«Μαμάαα» προειδοποίησα για δεύτερη φορά και ο Τζάσπερ γύρισε το πρόσωπο του προς την μεριά μου.

«Δεν πειράζει Άλις...» μου είπε με ένα χαμόγελο που έκανε την καρδιά μου να φτερουγίσει και στιγμιαία έμεινα κοκαλωμένη να τον κοιτώ χωρίς να μπορώ να κάνω κάτι άλλο με τα ποτήρια ακόμα στα χέρια μου και εκείνος έκανε το χαμόγελο του πιο πλατύ λες και το έκανε επίτηδες για να με τρελάνει τελείως.

«Η κοκα κόλα σου» είπα ξαφνικά πεταρίζοντας τα μάτια μου καθώς την θυμήθηκα και μόλις την έτεινα προς το μέρος του για να προστατέψω τον ίδιο μου τον εαυτό πήγα και έκατσα δίπλα στην μητέρα μου ενώ εκείνος με ευχαρίστησε με το βλέμμα του και καθώς ήπιε μια μικρή γουλιά άφησε το ποτήρι του πάνω στο τραπεζάκι και συνέχισε.

«Ο πατέρας μου αγόρασε το φαρμακείο του κύριου Ντρούλιαν και ήρθαμε να εγκατασταθούμε μόνιμα» εξήγησε και η μητέρα μου ζάρωσε τα φρύδια της με απορία, το ίδιο και εγώ.

«Δεν έχει λογική» εξέφρασα εγώ πριν την μητέρα μου και η Τζάσπερ καταλαβαίνοντας σε τι αναφέρομαι γέλασε για μια στιγμή.

«Είναι μεγάλη ιστορία» είπε μόνο σαν απάντηση και η μητέρα μου ξερόβηξε για να μας αποσπάσει την προσοχή.

«Εμένα θα με συγχωρήσετε...» είπε καθώς σηκωνόταν και ο Τζάσπερ αυτόματα σηκώθηκε και εκείνος σαν ελατήριο.

«Μαμά κάτσε μαζί μας αν θέλεις» πήγα να την προλάβω εγώ και εκείνη αμέσως μου χάιδεψε απαλά το πρόσωπο ενώ μου έδινε ένα τρυφερό φιλί στο μέτωπο μου.

«Θα πάω να ξαπλώσω λίγο» μου είπε απλά ενώ με άφηνε από την αγκαλιά της.

«Θες να σου φέρω κάτι;» την ρώτησα αγχωμένα και αμέσως μου το αρνήθηκε ενώ γύριζε προς τον Τζάσπερ.

«Χάρηκα πάρα πολύ που σε γνώρισα Τζάσπερ, ελπίζω να σε δούμε σύντομα ξανά» του είπε με το γλυκό της χαμόγελο και εκείνος αμέσως έτεινε το χέρι του προς το μέρος της.

«Και εγώ κυρία Έσμε, θα ήταν μεγάλη μου χαρά να σας ξαναδώ» της ανταποκρίθηκε εκείνος και μόλις ανταλλάξανε μια χειραψία αμέσως η μητέρα μου άρχισε να κινείτε προς την σκάλα και μέχρι που εξαφανίστηκε από το οπτικό μας πεδίο και οι δύο είχαμε μείνει να την κοιτάμε χωρίς να κάνουμε κάτι άλλο.

«Είναι καλά;» ρώτησε ο Τζάσπερ ψιθυριστά με αγωνία στην φωνή του και αφήνοντας την ανάσα μου να βγει από μέσα μου βαριά έκατσα στον καναπέ κουρασμένα καθώς κούναγα αρνητικά το κεφάλι μου.

«Πάντα όταν ο πατέρας μου λείπει σε ταξίδια εκείνην την παίρνει από κάτω αλλά αυτό το ταξίδι για κάποιον λόγο της έχει στοιχήσει περισσότερο» απάντησα και εγώ ψιθυριστά και ο Τζάσπερ μένοντας ακόμα όρθιος έδειξε να έχει μια περίεργη αμηχανία και πήρα μια βαθιά ανάσα ενώ προσπάθησα να αλλάξω κουβέντα.

«Ώστε ήσουν στου Στέφανς ε;...» ρώτησα και εκείνος χαλαρώνοντας έκατσε ξανά στην θέση που καθόταν και πριν ενώ κατένευσε... «Με την Μπέλλα;...» συνέχισα και κατένευσε και πάλι χωρίς να προσθέσει κάτι άλλο και το αίσθημα της ζήλιας που με κυρίευσε με έκανε να τα χάσω και χωρίς να το έχω σκοπό ξεφούρνισα την επόμενη απορία μου δυνατά... «Και πως παράτησες μια τόσο καλή συντροφιά για να έρθεις εδώ;» ρώτησα ενώ πιάνοντας το ποτήρι μου στο χέρι, το έβαλα στο στόμα και ήπια μια γουλιά από την κοκα κόλα μου για να κρύψω ότι είχε βγει στην επιφάνεια ενώ εκείνος με κοίταξε για μια στιγμή ξαφνιασμένος.

«Τι θες να πεις;» ρώτησε με την απορία να αντικατοπτρίζονται σε όλα του τα χαρακτηριστικά.

«Άλλοι θα κάνανε τα πάντα να είναι στην θέση σου» απάντησα και καλά αδιάφορα ανασηκώνοντας τους ώμους μου για να το ενισχύσω και ο Τζάσπερ ξαφνικά άρχισε να γελάει δυνατά.

«Νομίζεις ότι εγώ και η Μπέλλα;....» δεν μπόρεσε να συνεχίσει ξεσπώντας άλλη μια φορά σε γέλια έκοψε την φράση του στην μέση και δεν ήξερα τι να σκεφτώ γι αυτό.

«Γιατί όχι;...» ρώτησα με απορία νιώθοντας σαν χαζή... «Άλλωστε δεν είναι το όνειρο κάθε άντρα;» συνέχισα με μια δόση κακίας στην φωνή μου και αυτό τον έκανε αυτόματα να σταματήσει και να με κοιτάξει με ένα βλέμμα που δεν μπορούσα να αποκωδικοποιήσω.

«Δεν θα μπορούσα ποτέ να την δω έτσι» τελικά δήλωσε και η καρδιά μου αμέσως μπήκε στην θέση της αλλά η περιέργεια με έκανε να θέλω να μάθω περισσότερα.

«Επειδή;» πίεσα περισσότερο και κοιτώντας με σοβαρά στα μάτια μου απάντησε πρόθημα.

«Η Μπέλλα για μένα είναι η μητέρα που δεν πρόλαβα να γνωρίσω» απάντησε απλά και έμεινα σοκαρισμένη να τον κοιτώ.

«Με τον πατέρα σου...» προσπάθησα αλλά εκείνος αμέσως το αρνήθηκε με μια κίνηση τους κεφαλιού του.

«Η σχέση τους είναι πιο ξεκαθαρισμένη» αμέσως με διόρθωσε και μπερδεύτηκα τελείως.

«Δεν νομίζω ότι καταλαβαίνω» είπα απολογητικά και εκείνος μου χαμογέλασε ευγενικά.

«Η σχέση τους βασίζεται πάνω στην κατανόηση και την αλληλοϋποστήριξη... μοιράζονται τον ίδιο πόνο... Όπως η Μπέλλα δεν ξεπέρασε ποτέ τον μοναδικό άνθρωπο που αγάπησε ποτέ έτσι και ο πατέρας μου δεν ξεπέρασε ποτέ τον θάνατο της μητέρας μου»

«Λυπάμαι πάρα πολύ» είπα με πόνο και εκείνος μου χαμογέλασε συγκαταβατικά.

«Μπορεί να μην την γνώρισα ποτέ αλλά είχα την τύχη να την συμπληρώσει ένα θαυμάσιο πλάσμα» είπε εκείνος με βαθιά συγκίνηση στην ματιά του.

«Αν σε μεγάλωσε εκείνη γιατί της μίλαγες στον πληθυντικό;» ρώτησα με περιέργεια μόλις θυμήθηκα την στιγμή αμηχανίας του στο ιατρείο του σχολείου και εκείνος γέλασε ευδιάθετα.

«Ήταν πάντα απαράβατος κανόνας για μένα...» εξήγησε και ζάρωσα τα φρύδια μου με απορία... «Ζούσαμε μαζί αλλά ο καθένας μας είχε την δική του κρεβατοκάμαρα, ήταν πάντα δίπλα μου, ένας ώμος να ακουμπήσω, μια φίλη για να με συμβουλέψει σε ότι με προβλημάτιζε, ένα τρυφερό μητρικό χάδι όταν το είχα ανάγκη αλλά ποτέ δεν μου επιτρεπόταν να της μιλήσω στον ενικό, με αυτόν τον τρόπο πίστευε ότι δημιουργούσε την απόσταση που έπρεπε για να είναι πιο ξεκαθαρισμένες οι σχέσεις μας από την στιγμή που δεν υπήρχε κάποιου είδους συγγένειας μεταξύ μας» εξήγησε εκείνος και κατένευσα δείχνοντας του ότι καταλαβαίνω αν και στα δικά μου μάτια ήταν λίγο παράλογο.

«Και με τον πατέρα σου;» ρώτησα την επόμενη απορία που μου δημιουργήθηκε.

«Αν είχαν σχέση;...» ρώτησε αυτόματα και κατένευσα... «Θα σε γελάσω...» είπε με ειλικρίνεια και τότε τα έχασα τελείως... Βλέποντας το ύφος μου συνέχισε... «Και να είχαν κάτι μεταξύ τους δεν το άφησαν ποτέ να το δω εγώ αλλά και από την άλλη ο πατέρας μου ποτέ δεν έφτιαξε ξανά την ζωή του ούτε φυσικά και εκείνη οπότε δεν ξέρω να σου πω με σιγουριά...» απάντησε τελικά και μπερδεύτηκα τελείως... «Άλις... η Μπέλλα δεν είναι αυτό που όλοι εσείς νομίζετε...» συνέχισε καθώς είχε τον προβληματισμό στο πρόσωπο μου και τον κοίταξα με απορία... «Θέλει να την βλέπετε έτσι» συμπλήρωσε με νόημα.

«Και όλα αυτά που λέγονται;» ρώτησα δύσπιστα.

«Μην πιστεύεις ότι ακούς» μου είπε κατηγορηματικά.

«Δηλαδή θες να μου πεις ότι δεν έχει πάρει...»

«Το ότι τους κάνει να το πιστεύουν δεν σημαίνει ότι είναι αλήθεια» μου είπε εκείνος και πάλι κατηγορηματικά διακόπτοντας με και δεν ήξερα τι να σκεφτώ γι αυτό.

«Μα γιατί να το κάνει αυτό;» ρώτησα χωρίς να αντέχω και εκείνος άφησε μια βαριά ανάσα.

«Γιατί είναι τρομοκρατημένη» απάντησε κάτω από την ανάσα του ενώ κοίταζε χαμηλά.

«Ο αδελφός μου...» είπα με πόνο και σηκώνοντας την ματιά του προς το μέρος μου το επιβεβαίωσε με ένα νεύμα.

«Είναι ολόιδιος με τον μικρός της πρίγκιπα»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA