Ετικέτες

Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

Soulmates "24. Πρίγκιπας Έντουαρτ Μ2ο"





Παλεύοντας να βρω την ανάσα μου, άκουσα ξαφνικά τα κόκαλα της Μπέλλας να σπάνε απότομα βγάζοντας έναν εκκωφαντικό ήχο που αντήχησε μέσα σε όλο το σαλόνι και καθώς άνοιξα τα μάτια μου απότομα έβαλα το δεξί μου χέρι στο πάτωμα και ανασήκωσα το πάνω μέρος του κορμιού μου κοιτώντας την σοκαρισμένος αλλά πριν προλάβω να αντιδράσω και εγώ αλλά και οι υπόλοιποι που αναπήδησαν ταυτόχρονα με μένα, ο Στέφαν μας σταμάτησε τρομοκρατημένος.

«Μην κουνηθεί κανείς» φώναξε χωρίς ανάσα και όλοι αυτόματα παγώσαμε να την κοιτάμε που εκείνη πάλευε με τον ίδιο της τον εαυτό γυρίζοντας το κορμί της μια από την μια μεριά και μια από την άλλη ενώ το σώμα της παραμορφωνόταν σε κάθε της κίνηση καθώς εκείνη μούγκριζε έχοντας τα δόντια της σφραγισμένα.

"Τι της συμβαίνει;"... ρώτησα μέσα στην σκέψη μου αλλά ο πρόγονος μου δεν απάντησε.

"Κάνε κάτι για να την βοηθήσεις"... τον παρακάλεσα και εκείνος αναστέναξε βαριά.

"Δεν έχω την δύναμη"... είπε μόνο, με πόνο, με την φωνή του να σβήνει μέσα μου και χωρίς καν να το σκεφτώ, αγνοώντας την προειδοποίηση του Στέφαν, σηκώθηκα και έτρεξα κοντά της.

Μόλις αντιλήφθηκε την κίνηση μου εκείνη αυτόματα πήρε θέση εφόρμησης αλλά ούτε αυτό ήταν ικανό να με σταματήσει τώρα και καθώς έφτανα κοντά της εκείνη γυρίζοντας το κορμί της απότομα φώναξε δυνατά.

«Όχιιιι» με μια φωνή που έκανε όλα τα γυαλιά του δωματίου να τρίξουν και παίρνοντας περισσότερη δύναμη από αυτό, γονατίζοντας κοντά της, την γύρισα προς το μέρος μου... Πιάνοντας την από το μπράτσο με το ένα μου χέρι έβαλα το δεύτερο πάνω στο πρόσωπο της και την ανάγκασα να με κοιτάξει την στιγμή που πήγε να με σταματήσει βάζοντας τα χέρια της πάνω στα μπράτσα μου.

«Είσαι δυνατή» είπα με πείσμα και τα μάτια της αμέσως ζάρωσαν σε μια αρχαία θλίψη.

"Δεν έχω άλλη δύναμη να το πολεμήσω"... μου πέρασε στην σκέψη μου ενώ το σώμα της έτρεμε καθώς τα μάτια της σταδιακά επανερχόντουσαν στο φυσιολογικό καφέ τους χρώμα.

«Τι μπορώ να κάνω εγώ;» ρώτησα και αναστέναξε τρεμάμενα.

"Βοήθησε με να τους σταματήσω"... παρακάλεσε και κοιτώντας την με πόνο στην ματιά μου, κατένευσα για απάντηση και εκείνη αφήνοντας την ανάσα της να βγει αργά από μέσα της αμέσως έκλεισε τα μάτια της και καθώς το σώμα της χαλάρωνε και έπαιρνε πάλι την φυσιολογική του μορφή άκουσα τον Τζάσπερ και τον Στέφαν να αφήνουν μια ανακουφιστική ανάσα.

«Θα μας πει κανείς τι διάολο γίνετε πια;» ρώτησε έξαλλη από θυμό η Έλενα και η Μπέλλα καθώς απομάκρυνε τα χέρια μου από πάνω της, ανασήκωσε το σώμα της ενώ της απαντούσε ήρεμα.

«Του πέρασα μια ανάμνηση μου...» εξήγησε και καθώς σηκώθηκε όρθια, με βαριά βήματα, πήγε προς το έπιπλο που υπήρχαν πάνω τα μπουκάλια με τα οινοπνευματώδη ποτά και εμείς την ακολουθήσαμε με την ματιά μας... Παίρνοντας ένα ποτήρι και ένα μπουκάλι στα χέρια της προχώρησε προς το μπιλιάρδο, έκατσε απαλά απάνω του και γέμισε το ποτήρι της αφήνοντας έναν αναστεναγμό... «Για να ξέρει τι τον περιμένει ελπίζοντας να καταλάβει γιατί είναι σημαντικό να κρατάει τις ισορροπίες του» συνέχισε και όλοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους με απορία.

«Μα δεν είπες ότι αυτό γίνετε μόνο από λυκάνθρωπο σε λυκάνθρωπο;» ρώτησε η Άλις και εκείνη κατένευσε κοιτώντας ακόμα μακριά.

«Τελικά ο Έντουαρτ είναι λυκάνθρωπος ή όχι;» ρώτησε η Έλενα και πάλι δύσπιστα και εκείνη κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.

«Όχι ακόμα... άλλα έχει την δύναμη να ακούσει την σκέψη μου» εξήγησε εκείνη απλά παραμένοντας στην ίδια θέση ανέκφραστη και τότε ήταν που μπερδεύτηκαν όλοι περισσότερο.

«Δεν θα βγάλουμε άκρη» παραιτήθηκε τελικά η Έλενα αλλά εκείνη δεν ανταποκρίθηκε πάνω σε αυτό.

«Μας μένει μόνο το τελικό κομμάτι της ιστορίας που εμπλέκεστε εσείς, έχετε όρεξη να το ακούσετε;» ρώτησε ρητορικά σαν να μην την ενδιέφερε πλέον το θέμα και καθώς όλοι ανταποκρίθηκαν θετικά εκείνη με βαθιά άδεια φωνή ξεκίνησε να την εξιστορεί.

«Την ημέρα που γύρισα για να λογικεύσω τον πατέρα μου και τα αδέλφια μου δώσαμε μεγάλη μάχη για να καταφέρουμε να τους κάνουμε να οπισθοχωρήσουν, μια μάχη με πολλές απώλειες...» είπε με πνιγμένη φωνή και καθώς κατέβασε το περιεχόμενο του ποτηριού της πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε ενώ το ξαναγέμιζε.

«Από τους έξι λύκους επιβίωσε μόνο αυτός που λάκισε...» άφησε ένα πικρόχολο γελάκι να της ξεφύγει και συνέχισε... «Και οι οικογένειες τους που ήταν ακόμα κρυμμένες μέσα στην γη για να προστατευτούν... Κατάφερα να κάνω μια συμφωνία με τους δικούς μου αλλά ήμουν σίγουρη ότι εκείνοι κάποια στιγμή θα γύριζαν για εκδίκηση και έτσι προσπάθησα να προετοιμάσω τους εναπομείναντες γι αυτό... Εκείνοι θέλοντας να νιώσουν ασφάλεια με παρακάλεσαν να πάρω τον θρόνο αλλά δεν μπορούσα να δεχτώ κάτι τέτοιο, όμως δεν μου δώσανε άλλη επιλογή έτσι συμφώνησα με τον όρο να παραμείνω μέχρι ο επόμενος αγέννητος ακόμα Κάλλεν να είναι σε θέση να τον διεκδικήσει»

«Γιατί συγκεκριμένα εκείνον;» ρώτησε η Έλενα σοβαρά αυτήν την φορά και για πρώτη φορά από την στιγμή που απομακρύνθηκε από κοντά μας γύρισε την ματιά της προς το μέρος μας.

«Δεν ξέρω να εξηγήσω το γιατί αλλά όλοι οι πρωτότοκοι Κάλλεν ήταν πάντα ποιο δυνατοί από όλους τους υπόλοιπους λυκάνθρωπους, γι αυτό και οι εναπομείναντες λυκάνθρωποι πριν πάω να τους βρω είχαν ορίσει για αρχηγό τους τον θείο μου Βινέζε έτσι και εγώ θεώρησα σωστό να κάνω το ίδιο πιστεύοντας ότι η δύναμη τους θα τους βοηθήσει στην περίπτωση που εγώ δεν θα ήμουν εκεί για να τους υπερασπιστώ...» της εξήγησε ήρεμα και μόλις η Έλενα κατένευσε σοβαρή εκείνη συνέχισε.

«Ο αγέννητος όμως απόγονος του θείου μου δεν ήταν πρωτότοκος και χρειάστηκε να περιμένουμε επτά γενιές μέχρι να δούμε ξανά τον επόμενο λυκάνθρωπο της οικογένειας να γεννιέται έτσι και εγώ παρέμεινα κοντά τους ενώ στο μεσοδιάστημα άρχισα να κάνω έρευνα για όλο το παρελθόν μας αλλά δεν είχα και πολλά στοιχεία που θα μπορούσαν να με βοηθήσουν σε αυτό και ούτε μπορούσα να τους αφήσω μόνους από την στιγμή που δεν υπήρχε κάποιος άλλος να τους προστατέψει... Τα χρόνια περνάγανε οι φήμες για το συμβάν άρχισαν να ταξιδεύουν από βασίλειο σε βασίλειο, κόσμος από περιέργεια ερχόταν να το διαπιστώσει με τα μάτια του και με τον καιρό το χωριό μας έγινε τόσο ασφυκτικό που δεν υπήρχαν πια σπίτια για να στεγάσει όλες αυτές τις οικογένειες που έρχονταν από όπου μπορείτε να φανταστείτε για να νιώσουν την ασφάλεια που πίστευαν ότι τους πρόσφερε το δικό μας βασίλειο... Φαντάζεστε το γιατί...»

«Ο πατέρας σου έσπερνε τον πανικό» είπε την διαπίστωση της η Άλις και εκείνη κατένευσε με έναν αναστεναγμό.

«Και τον θάνατο...» συμπλήρωσε... «Τα τείχη μας μεγάλωσαν, η ιστορία μας έφτασε μέχρι τα πέρατα της γης και μετά από ενάμιση αιώνα έφτασε και στα αυτιά του Ελθρόρεν... Ακούγοντας την, πήρε την απόφαση να μας επισκεφτεί και τότε όλα άλλαξαν, όλα ξεκαθάρισαν, μέσα από τις δικές του ιστορίες μπορέσαμε να καταλάβουμε περισσότερα για τους ίδιους μας τους εαυτούς και με την βοήθεια των Σάλβατορ καταγράψαμε τα πάντα και αρχίσαμε να την διδάσκουμε και σε όλους τους υπόλοιπους για να ξέρουν τι να περιμένουν και είχε αποτέλεσμα... Οι ανεξέλεγκτοι λυκάνθρωποι μειώθηκαν δραματικά και στο βασίλειο μας επιτέλους ήρθε η ευδαιμονία που όλοι αναζητούσαμε... Για ενάμιση αιώνα ο χρόνος κυλούσε σαν το νερό, οι απόγονοι μεγάλωναν γινόντουσαν πιο δυνατοί...» έκανε μια παύση και καθώς ήπιε άλλη μια φορά το περιεχόμενο του ποτηριού της κοιτώντας μακριά πήρε μια ανάσα και καθώς κατάπιε δυνατά συνέχισε το ίδιο σταθερά αλλά δεν με ξεγελούσε, σίγουρα μέσα της πόνος της θα την είχε διαλύσει.

«Και με έκαναν υπερήφανη για την ανδρεία τους αλλά όταν γεννήθηκε ο προστάτης της πόλης μας όλα άλλαξαν... Ερωτεύτηκε την λάθος γυναίκα, πάνω στην προσπάθεια του να την διεκδικήσει έκανε λάθος επιλογές και το αποτέλεσμα ήταν να τα χάσουμε όλα αλλά και να κερδίσουμε και μια μεγάλη μάχη...»

«Να φανταστώ ότι η λάθος γυναίκα ήσουν εσύ;» ρώτησε πικρόχολα η Έλενα αλλά εκείνη δεν βλεφάρισε καν.

«Έλενα...» την επιπλήξαμε ταυτόχρονα εγώ με τον Στέφαν και η Έλενα γύρισε αυτόματα ξαφνιασμένα την ματιά της προς το μέρος μας... «Δεν έχεις ιδέα ποια είναι και τι έχει περάσει γι αυτό μην κρίνεις...» συνέχισε ο Στέφαν αλλά η Μπέλλα σαν να μην είχε ακούσει τίποτα από όλα αυτά συνέχισε σαν να μίλαγε στον ίδιο της τον εαυτό κοιτώντας ακόμα μακριά διακόπτοντας την φράση του Στέφαν στην μέση.

«Η γενιά των Χάσμαντ καθώς και τον Γκύλμπερτ ξεκινούν από την δεύτερη κόρη της πρώτης του γυναίκας...» δήλωσε και η Έλενα γυρίζοντας ξαφνιασμένη την ματιά της προς το μέρος της την διέκοψε για άλλη μια φορά.

«Δηλαδή είμαστε απόγονοι των Κάλλεν;» ρώτησε και η Μπέλλα αμέσως κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.

«Ο προστάτης της πόλης μας έκανε μαζί της τέσσερις κόρες, η δεύτερη τους κόρη δεν ήταν δικό του παιδί...» εξήγησε και συνέχισε την στιγμή που η Έλενα προσπάθησε να εκφράσει την επόμενη της απορία αλλά εκείνη δεν την άφησε... «Με την δεύτερη του γυναίκα απέκτησε τον πολυπόθητο πρωτότοκο απόγονο του, ένα λαμπρό παιδί που όλοι είχαν να μιλάνε για εκείνον αλλά δυστυχώς κανείς δεν πρόλαβε να τον δει να βασιλεύει...» είπε με πόνο καθώς ζάρωνε τα φρύδια της με πόνο.

«Και με σας δεν έγινε ποτέ τίποτα;» ρώτησε με δυσπιστία ο Έμετ και έμεινε για λίγο να ανασαίνει γρήγορα.

«Δεν είναι αυτό το θέμα μας Έμετ...» τον επέπληξε αλλά πίνοντας μια γουλιά από το ποτήρι της που το είχε ξαναγεμίσει συνέχισε...

«Την ημέρα που ήταν έτοιμος να παντρευτεί την Τρίτη του γυναίκα ο πατέρας μου με τα αδέλφια μου και τον στρατό που είχε δημιουργήσει, γύρισε να πάρει την εκδίκηση του αλλά ο Ντέιμον ξεφεύγοντας του με μεγάλη δυσκολία πρόλαβε να έρθει πιο γρήγορα από εκείνον και ενημερώνοντας μας για τα σχέδια του καταφέραμε να προετοιμαστούμε για την άφιξη του... Η μάχη όμως ήταν αμφίρροπη και όσο προετοιμασμένοι και να ήμασταν δεν καταφέραμε να τον αντιμετωπίσουμε στα ίσια... Οι δικοί του, ήταν αναρίθμητοι και πριν η μάχη τελειώσει, η πόλη μας έφτασε για άλλη μια φορά πριν τον αφανισμό της αλλά το χειρότερο δεν ήταν αυτό, το χειρότερο ήταν ότι ο αδελφός μου μας ενημέρωσε ότι δεν είναι η μόνη πόλη που εκείνος χτύπαγε, ότι συνέβαινε σε εμάς συνέβη και στα βασίλεια που υπήρχαν σε όλη την γη...» είπε πνιγμένα και πίνοντας το υπόλοιπο ποτό της κλείνοντας τα μάτια της έμεινε για λίγο σιωπηλή.

«Ο ένας έπεφτε μετά τον άλλον, η μάχη δεν είχε τελειωμό, η βασιλική οικογένεια άρχισε να απειλείται και εκεί που νιώθαμε ότι όλα είχαν τελειώσει, ο προστάτης μας...» έκανε μια παύση κατάπιε με δυσκολία και συνέχισε... «Έχανε την δική του προσωπική μάχη... Τραυματισμένος θανάσιμα, ζήτησε από τον αδελφό μου που είχε έρθει με το μέρος μας, να τον πάει στο δωμάτιο μου... Όταν σταμάτησα να  ακούω την καρδιά του τα έχασα... ξέχασα που βρισκόμουν ή τι έκανα και πιάνοντας την μυρωδιά του έψαξα να τον βρω...» κάνοντας άλλη μια παύση πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε πιο ήρεμα.

«Πριν ξεψυχήσει, ζήτησε από τον αδελφό μου να τον αλλάξει σε βρικόλακα και εκείνος μην έχοντας άλλη επιλογή το έκανε... Τα αποτελέσματα ήταν τραγικά, το σώμα του προσπαθούσε να πάρει την μορφή του λύκου αλλά παγωμένο καθώς ήταν δεν μπορούσε πια και η μεταμόρφωση σταμάταγε λίγο πριν την αλλαγή... Αυτό που είδατε πριν στο δικό μου σώμα να γίνετε, φανταστείτε ότι γινόταν ξανά και ξανά... Ο πόνος του ήταν αφόρητος, τα μάτια του δάκρυζαν αίμα, τα ουρλιαχτά του κάλυπταν ακόμα και τους ήχους της μάχης και πάνω στην απελπισία μου του ζήτησα να πιει το δικό μου αίμα ελπίζοντας αυτό να τον βοηθήσει αλλά δυστυχώς έκανε τα πράγματα χειρότερα... Ενώ στην αρχή ανέκτησε ξανά τις δυνάμεις του, πολύ γρήγορα άρχισε να τρελαίνεται και πριν αφήσει την λυκίσια του υπόσταση να τον κυριεύσει, κρατώντας το χέρι μου το έχωσε μέσα στην καρδιά του και το τράβηξε ξανά προς τα έξω ξεριζώνοντας την...»

«Πως μπόρεσες να επιβιώσεις μετά από αυτό;» ρώτησε ξέπνοα η Άλις καθώς ένιωσε τον πόνο της και ο Στέφαν απάντησε αντί για εκείνην.

«Ακόμα παλεύει να επιβιώσει...» σχολίασε και η Μπέλλα συνέχισε διακόπτοντας τον σαν να μην είχε ακούσει τίποτα από αυτά που ειπώθηκαν.

«Το μυαλό μου θόλωσε, η λυκίσια μου υπόσταση έψαχνε τρόπο να το εκμεταλλευτεί και εγώ την άφησα... Κρατώντας την καρδιά του ακόμα στο χέρι πήγα μπροστά στους δικούς μου... Μυρίζοντας το φρέσκο αίμα από τα πτώματα που ήταν γύρω μου η συνείδηση μου για λίγο επανήλθε και πάνω στην αγανάκτηση μου τους καταράστηκα με το αίμα του... Μόλις το αίμα του έπεσε απάνω τους εκείνοι άρχισαν να καίγονται μέχρι που έγιναν στάχτη ενώ όσοι βρικόλακες δεν ήταν παρών άρχισαν να καίγονται με τον ήλιο και τρέξανε να βρουν κάποιο μέρος για να προστατευτούν...»

«Και εσύ πως γλύτωσες;» ρώτησε με πραγματικό ενδιαφέρον ο Έμετ και εκείνη αναστέναξε.

«Ακόμα ψάχνω την απάντηση... Μύθοι λένε ότι η εναπομείναντες προσεύχονταν για μένα ώστε να μην πάθω κάτι, ίσως μια ευχή μια κατάρα; Θα σε γελάσω» του απάντησε και εκείνος συνέχισε.

«Και τι έκανες μετά;» ρώτησε και εκείνη πήρε μια βαθιά ανάσα.

«Καιγόμουν και εγώ και από τον ήλιο και από το αίμα του όπου με ακουμπούσε αλλά δεν έφτανε αυτό για να με κάνει στάχτη όπως τους υπόλοιπους και μόλις έσταξα μερικές σταγόνες πάνω στα χείλια μου και είδα ότι μπορούσε να με κάψει περισσότερο έφαγα και ότι είχε απομείνει από την καρδιά που ακόμα κρατούσα στο χέρι μου...»

«Έλεος πια» πετάχτηκε η Έλενα αηδιασμένη αλλά εκείνη δεν αντέδρασε.

«Και έγινες στάχτη;» ρώτησε η Άλις τρεμάμενα και εκείνη κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.

«Με αποδυνάμωσε τελείως αλλά ούτε αυτό ήταν αρκετό για να με αποτελειώσει... Βρίσκοντας την ευκαιρία η Νουλόριαν, μια εγγονή του προστάτη μας απόγονος της Γκουίνεβιρ όπου κατάγεται η δική σας γενιά...» τόνισε κοιτώντας έντονα την Άλις... «Διέταξε όλους τους φρουρούς να σφάξουν την βασιλική οικογένεια και όλους όσους ήταν αυτόπτες μάρτυρες του περιστατικού αυτού... Ο πιστός μου ακόλουθος, ένας από τους Σάλβατορ που με βοηθούσε στην καταγραφή της ιστορίας, με βρήκε και προσπάθησε να με πάρει από εκεί για να με γλυτώσει αλλά βλέποντας τον εκείνοι προσπάθησαν να τον σταματήσουν... Βάζοντας το σώμα μου μπροστά από το δικό του τον γλύτωσα από το δηλητηριασμένο βέλος που του ρίξανε και τον παρακάλεσα να μην τους αφήσει να τα καταστρέψουν όλα και εκείνος αφήνοντας με κατάφερε και τους ξέφυγε... Η Νουλόριαν διέταξε να με τεμαχίσουν και να σπείρουν όλα τα κομμάτια του σώματος μου όσο πιο μακριά μπορούσαν για να μην καταφέρει κανείς να τα βρει και επίσης διέταξε να τεμαχίσουν και το σώμα του προστάτη μας και να τον διασκορπίσουν γύρω από τα τοίχοι μας... Αν θέλετε την γνώμη μου ήταν η πιο σοφή απόφαση που θα μπορούσε ποτέ να πάρει...»

«Γιατί;» ρώτησε με περιέργεια η Άλις και η Μπέλλα γύρισε την ματιά της προς το μέρος της.

«Γιατί αυτός είναι ο λόγος που θεωρείτε προστάτης μας, ο λόγος που κανένας βρικόλακας ή λυκάνθρωπος δεν μπορεί να περάσει τα σύνορα αυτής της πόλης» της εξήγησε ήρεμα και η Άλις κατένευσε σοβαρή.

«Μετά τι έγινε;» ρώτησε ο Έμετ και εκείνη συνέχισε.

«Κάψανε όλα τα δοκίμια που υπήρχαν στο παλάτι και έφτιαξαν μια δικιά τους ιστορία από την αρχή κάνοντας τις νέες γενιές να πιστεύει ότι αυτή ήθελε»

«Και οι Σάλβατορ;» ρώτησα εγώ και γύρισε την ματιά της προς το μέρος μου ανέκφραστα.

«Πήραν την κρυφή γυναίκα του Κορτέζε...»

«Γιατί κρυφή;» αναρωτήθηκε φωναχτά η Άλις.

«Γιατί δεν την αποδέχτηκε η βασιλική οικογένεια λόγο του ότι ήταν μια απλή χωριατοπούλα...» της απάντησε η Μπέλλα.

«Μια Σάλβατορ» συμπλήρωσε ο Στέφαν και εκείνη συνέχισε από εκεί που την είχε διακόψει η Άλις.

«Και όσα ημερολόγια κατάφεραν να διασώσουν και έφυγαν μακριά από το βασίλειο μέχρι η ιστορία αυτή να ξεχαστεί... Η δικιά σας γενιά ξεκινάει από εκείνην» διευκρίνισε προς τα εμένα και ζάρωσα τα φρύδια μου με απορία.

«Και μετά από πόσο καιρό κατάφεραν να σε βρουν;» ρώτησα με την ανάσα μου να πηγαίνει γρήγορα και αναστέναξε.

«Πέντε...» προσπάθησε να πει ο Στέφαν αλλά εκείνη τον διέκοψε πριν εκείνος ολοκληρώσει την φράση του.

«Δεν ήμαστε εδώ να μιλήσουμε για μένα Έντουαρτ αλλά για την δική σας ιστορία» με επέπληξε κουρασμένα.

«Και εμείς που εμπλεκόμαστε σε όλο αυτό;» ρώτησε η Έλενα τελικά και γύρισε την ματιά της προς το μέρος της σοβαρά.

«Μια προφητεία λέει ότι όταν ο πατέρας και η κόρη επιστρέψουν τότε η οικογένεια μου θα αναγεννηθεί από τις στάχτες της» είπε εκείνη απλά και τα χάσαμε ομαδικός.

«Ποια κόρη;» ρώτησα εγώ και γύρισε την ματιά της προς το μέρος μου.

«Η πρώτη κόρη του προστάτη μας έχασε την ζωή της σε μικρή ηλικία από ένα τραγικό λάθος...» μου εξήγησε ήρεμα και δεν ήξερα τι να σκεφτώ.

«Και αυτή η κόρη είμαι εγώ;» ρώτησε η Έλενα και άφησε να της ξεφύγει ένα πικρό γελάκι.

«Όχι, εσύ... αν και δεν σε είχαν προβλέψει τότε... είσαι η σωσίας της πρώτης του γυναίκας» της είπε και γούρλωσα τα μάτια μου σοκαρισμένος.

«Τι πράγμα;» ρώτησα ξέπνοα ενώ η Άλις εξέφραζε την δικιά της απορία δυνατά.

«Δηλαδή εγώ είμαι...»

«Η σωσίας της πρώτης του κόρης» της επιβεβαίωσε εκείνη σοβαρά και μείναμε όλοι σοκαρισμένοι να την κοιτούμε χωρίς να είμαστε ικανοί να κάνουμε μια λογική σκέψη.

«Τίποτα δεν είναι τυχαίο...» σχολίασε ο Τζάσπερ και αυτόματα γυρίσαμε τις ματιές μας προς το μέρος του... «Μέσα από τις έρευνες μας τελικά διαπιστώσαμε ότι για κάποιον λόγο η ιστορία τείνει να επαναληφθεί για να διορθωθούν τα λάθη του παρελθόντος» συνέχισε εκείνος και η Μπέλλα τρίζοντας τα δόντια της γύρισε την ματιά της μακριά.

«Αλλά δεν πρόκειται να τους αφήσω να το κάνουν» συμπλήρωσε εκείνη σκληρά... «Αλλά για να γίνει αυτό θα χρειαστώ την βοήθεια σας» είπε κάτω από τον αναστεναγμό της και όλοι ταυτόχρονα κοιτάχτηκαν μεταξύ τους.

«Δηλαδή τι πρέπει να κάνουμε;» ρώτησε τελικά η Έλενα πρώτη από όλους και γύρισε την ματιά της προς το μέρος της.

«Να ζήσετε την ζωή σας και να μην αφήσετε κανέναν να σας επηρεάσει από εδώ και πέρα με ψεύτικες υποσχέσεις και τεχνάσματα γιατί ο μόνος λόγος που το κάνουν είναι επειδή θέλουν να τους επαναφέρουν στην ζωή» της είπε εκείνη ήρεμα και η Έλενα την κοίταξε με δυσπιστία.

«Γιατί να θέλουν να φέρουν πίσω ένα μάτσο βρικόλακες που θα τους οδηγήσει στον θάνατο;» ρώτησε η Έλενα για όλους τους άλλους και εγώ άφησα ένα αηδιασμένο γελάκι να μου ξεφύγει.

«Γιατί ίσως να θέλουν να γίνουν σαν και εκείνους;» είπε με δηλητήριο στην φωνή μου και κάρφωσαν την ματιά τους απάνω μου.

«Μην αφήνετε να σας παραμυθιάζουν... αν δεν πιστεύετε σε όσα σας είπα, εκεί είναι τα βιβλία και μπορείτε να τα διαβάσετε οποιαδήποτε στιγμή το επιθυμείτε» είπε η Μπέλλα αποσπώντας τους την προσοχή και για λίγο έμειναν διχασμένοι να σκέφτονται όλα όσα ειπώθηκαν μέχρι τώρα.

«Αυτά ήταν όλα...» είπε ο Στέφαν και γύρισαν όλοι την ματιά τους προς το μέρος του... «Έχετε κάποια απορία;» μας ρώτησε και όλοι κοιτάχτηκαν μεταξύ του ενώ εγώ παραμένοντας στην θέση μου κοίταξα προς το μέρος της αλλά εκείνη πίνοντας το τελευταίο ποτήρι από το ποτό της, το άφησε στην άκρη ενώ σηκώθηκε, κινήθηκε προς την σκάλα και εξαφανίστηκε στον επάνω όροφο χωρίς να πει κάτι άλλο.

«Τι σου έδειξε πριν;» ρώτησε ο Έμετ αγνοώντας την ερώτηση του Στέφαν και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος του.

«Τον θάνατο του» είπα κάτω από τον αναστεναγμό μου και έμειναν να με κοιτούν σοκαρισμένοι.

«Ήταν τόσο βασανιστικό!» σχολίασε η Άλις με πόνο ενώ έβαζε το χέρι της πάνω στο στερνό της και όλοι την κοίταξαν ξαφνιασμένοι.

«Το είδες και εσύ;» ρώτησε η Έλενα και η Άλις κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.

«Αλλά ένιωσα ότι ένιωθε ο Έντουαρτ την ώρα που το έβλεπε» δήλωσε και ο Τζάσπερ αναστέναξε βαριά.

«Εσύ τώρα τι έπαθες;» ρώτησε η Έλενα με περιέργεια.

«Για να μην την επιβαρύνει σωματικά της τράβαγα την ενέργεια και το ένιωθα και εγώ ταυτόχρονα» εξήγησε ο Τζάσπερ και η Έλενα έκανε μια αγανακτισμένη αόριστη κίνηση με τα χέρια της στον αέρα.

«Αυτό ήταν εγώ φεύγω από εδώ, δεν θα με τρελάνετε τελείως» είπε και σηκώθηκε όρθια για να ενισχύσει τα λόγια της.

«Κάτσε κάτω μωρή τσουράπω, που θα φύγεις μόνη σου; Όλοι μαζί θα φύγουμε» της είπε με μια αηδιαστική γκριμάτσα ο Έμετ και εκείνη κοιτώντας τον δολοφονικά σταύρωσε τα χέρια της στο στήθος και άρχισε να χτυπά νευρικά το πόδι της στο πάτωμα.

«Έντουαρτ θα έρθεις;» ρώτησε ο Έμετ και αναστενάζοντας το σκέφτηκα για λίγο ενώ κοίταξα τον Στέφαν.

«Δώσ’ της λίγο χρόνο» μου είπε εκείνος συνωμοτικά και κατένευσα ενώ σηκώθηκα όρθιος.

«Πάμε...» είπα πιο αποφασιστικά και μόλις προχώρησα λίγο στάθηκα και γύρισα την ματιά μου προς τον Τζάσπερ... «Θες να σε πάμε κάπου;» τον ρώτησα και η φωνή της που ήταν κοντά μου με ξάφνιασε και με έκανε άθελα μου να αναπηδήσω.

«Θα τον πάω εγώ» είπε και γυρίζοντας την ματιά μου προς το μέρος της γούρλωσα τα μάτια μου από το ξάφνιασμα.

Με τα μαλλιά της υγρά και καθαρά ρούχα είχε κατέβει με τέτοιον αέρα που μου έκοψε την ανάσα... Κοιτάζοντας την δεν θα πίστευες ποτέ ότι είχε διαδραματιστεί όλο αυτό που έγινε πριν λίγο... Χωρίς να περιμένει την ανταπόκριση μας έκανε νόημα στον Τζάσπερ με μια κίνηση του κεφαλιού της και βγήκε από το σπίτι πρώτη από όλους μας και όλοι την ακολούθησαν εκτός από μένα και τον Στέφαν.

«Πέντε;» ρώτησα άηχα τον Στέφαν.

«Αιώνες» μου απάντησε με τον ίδιο τρόπο και νιώθοντας την ανάσα μου να φεύγει μακριά έμεινα ακίνητος χωρίς να μπορώ να αντιδράσω...  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA