Ετικέτες

Σάββατο 12 Μαΐου 2012

Soulmates "23. Πρίγκιπας Έντουαρτ Μ1ο"





«Και όχι μόνο γλυκιά μου» επιβεβαίωσε εκείνη και όλοι μείναμε να την κοιτάμε ερωτηματικά... «Αλλά δεν είμαστε εδώ για να μιλήσουμε για μένα αλλά για την δική σας ιστορία και που κολλάτε εσείς μέσα σε αυτήν...» είπε κατηγορηματικά κόβοντας στην μέση οποιοδήποτε απορία είχαμε πάνω σε αυτό που μόλις είπε και συνέχισε πιο ήρεμα... «Έτσι λοιπόν ξεκίνησε η… βεντέτα αν θέλετε ανάμεσα στους βρικόλακες και τους λυκάνθρωπους... Πριν συνεχίσουμε έχετε κάποια απορία πάνω σε αυτά που μόλις είπαμε;» ρώτησε και κοιταχτήκαμε για λίγο μεταξύ μας.

«Εγώ έχω μια απορία...» είπε η Άλις και με ένα νεύμα της έδωσε την άδεια να συνεχίσει... «Είπες ότι ο αδελφός σου ο Ντέιμον ήταν αυτός που σε βοήθησε την πρώτη φορά να ξεφύγεις, γιατί δεν έκανε τίποτα να σε βοηθήσει όσο σε βασάνιζε ο πατέρας σου;» ρώτησε και η Μπέλλα άφησε ένα γελάκι.

«Ο Ντέιμον...» είπε με έναν αναστεναγμό πριν απαντήσει κανονικά στην ερώτηση της... «Ο Ντέιμον ήταν ο μοναδικός από τα υπόλοιπα αδέλφια μου που τον γνώριζα από μικρό... Ελεύθερο πνεύμα σαν και εμένα, δεν έχανε την ευκαιρία να το σκάει από το παλάτι και να τρέχει ελεύθερος στην φύση... Έτσι γνωριστήκαμε από όταν ήμασταν ακόμα παιδιά και μεγαλώσαμε μαζί οπότε καταλαβαίνεις ότι είχαμε άλλον δεσμό... Δεν ήταν ότι δεν ήθελε να με βοηθήσει αλλά κάτω από την επιρροή του πατέρα μου δεν μπορούσε να κάνει και πάρα πολλά, τον έτρεμε, όχι ότι υπήρχε κάποιος που να μην το τρέμει... Ήταν πολύ σκληρός άνθρωπος και δεν λογάριαζε κανέναν ούτε καν τα ίδια του τα παιδιά και δεν μιλάω για μένα που απλά έμαθε την ύπαρξη μου αφού μεταμορφώθηκα αλλά και τα παιδιά που ο ίδιος μεγάλωσε...» διευκρίνισε κοιτώντας εμένα και την Άλις με μια μελαγχολία... «Όμως κατάφερε ανά τους καιρούς να βοηθήσει εμένα και τον λαό μας με όποιον τρόπο μπορούσε» συμπλήρωσε υπερήφανη για εκείνον και ο Έμετ με την Άλις κοιταχτήκανε για λίγο μπερδεμένοι.

«Δεν έχει λογική» είπε τελικά η Άλις καθώς την κοίταζε και πάλη με νόημα... Τι έχω χάσει;

«Ο Ντέιμον άθελα του Άλις πάνω στην προσπάθεια του να βοηθήσει, έκανε ένα θανάσιμο λάθος και από τότε ζει σαν μονάδα αυτό τον έχει κάνει να αλλάξει... Μόλις φτάσουμε σε αυτό το κομμάτι θα καταλάβεις καλύτερα το γιατί» της είπε και η Άλις κατένευσε.

«Τι είναι αυτό που δεν έχω πιάσει;» ρώτησα κοιτώντας τον Έμετ έντονα και ο Έμετ γύρισε την ματιά του προς την Μπέλλα.

«Ο Ντέιμον ήταν αυτός που δάγκωσε την Άλις στο πάρτι σας Έντουαρτ και όχι εγώ» διευκρίνισε η Μπέλλα βγάζοντας τον Έμετ από την δύσκολη θέση και γύρισα την ματιά μου ξαφνιασμένη προς το μέρος της.

«Και γιατί το μαθαίνω εγώ τώρα;» την ρώτησα με μια δόση κατηγορίας στην ματιά μου.

«Γιατί εγώ τους ζήτησα να μην το πουν σε κανέναν» απάντησε απλά και αυτό με έβγαλε από τα ρούχα μου.

«Πότε;» απαίτησα προς τα εκείνην.

«Έντουαρτ, ήθελε μόνο να βοηθήσει» προσπάθησε η Άλις να την υπερασπιστεί και αυτό με έκανε χειρότερα.

«Πότε;» απαίτησα ξανά προς την Άλις και εκείνη αναστέναξε.

«Όταν με πήγες στο δωμάτιο μου και έμεινα μόνη με τον Έμετ, η Μπέλλα ήρθε να με βοηθήσει να αλλάξω και μου εξήγησε τι έγινε» με ενημέρωσε εκείνη ενώ με κοίταζε απολογητικά.

«Και γιατί δεν μου είπατε τίποτα;» τους κατηγόρησα εγώ ενώ κοίταζα τον Έμετ και την Άλις νιώθοντας προδομένος.

«Γιατί εγώ τους το ζήτησα...» επανέλαβε η Μπέλλα και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της ζαρώνοντας τα φρύδια μου με απορία.

«Ήθελε μόνο να φροντίσει ώστε να μην το μάθει η μαμά» συμπλήρωσε η Άλις αποσπώντας μου την προσοχή για λίγο.

«Αλλά δεν είναι ώρα να ανοίξουμε αυτήν την κουβέντα» συμπλήρωσε η Μπέλλα με νόημα προς την Άλις και εκείνη δεν συμπλήρωσε κάτι παραπάνω.

«Τι άλλο μου κρύβετε πια;» αναφώνησα αγανακτισμένος και η Μπέλλα με τον βλέμμα της με καθήλωσε στην θέση μου.

«Δεν συνωμοτούμε εναντίων σου, αν αυτό είναι που υπονοείς... Απλά κάποια πράγματα δεν ήρθε η ώρα τους να φανερωθούν» είπε αυστηρά και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την άφησα να βγει από μέσα μου βαριά και κοίταξα μακριά προκειμένου να χαλαρώσω για λίγο πριν αρχίσω πάλι να ξεσπάω, κάτι που ένιωθα ότι δεν θα αργούσε να γίνει μιας και που όσο πέρναγε η ώρα ένιωθα μέσα μου τον πρόγονο μου για κάποιον λόγο να γίνεται όλο και πιο νευρικός επηρεάζοντας και τα δικά μου συναισθήματα... 

«Άλλη απορία πριν συνεχίσουμε;» ρώτησε ξανά η Μπέλλα και η Έλενα άρχισε να αγκομαχά.

«Θα πάει μακριά η βαλίτσα;» ρώτησε βαριεστημένα και η Μπέλλα την κοίταξε με ένα ειρωνικό υφάκι.

«Σας κάνουμε να βαριέστε δεσποινίς Σουάν;» ρώτησε και η Έλενα ξεσπάθωσε.

«Ως εδώ, δεν θα κάτσω άλλο να ακούω όλες αυτές τις μαλακίες» είπε ενώ σηκώθηκε όρθια για να ενισχύσει τα λόγια της και η Μπέλλα χαλαρά έγειρε προς τα πίσω το κορμί της υποβαστάζοντας το βάρος της στα δύο της χέρια ενώ δεν άλλαζε το ειρωνικό της ύφος.

«Και να χάσεις τα καλύτερα;» ρώτησε ενώ ταυτόχρονα έκανε και ο πρόγονος μου την ίδια ακριβώς ερώτηση και κάρφωσα την ματιά μου απάνω της χωρίς να το θέλω με απορία και εκείνη με κοίταξε ανασηκώνοντας το ένα της φρύδι.

«Συμβαίνει κάτι;» ρώτησε και κουνώντας το κεφάλι μου αρνητικά πήρα το βλέμμα μου από πάνω της ενώ ξεφυσούσα.

"Θα σταματήσεις επιτέλους να μιλάς μέσα στην σκέψη μου; Με αποσυντονίζεις τελείως"... απαίτησα εκνευρισμένα και τον άκουσα να γελά κοροϊδεύτηκα αλλά δεν συμπλήρωσε και τίποτα άλλο.

«Έχει πολύ ακόμα;» ρώτησε ξανά η Έλενα και η Μπέλλα ανασήκωσε τους ώμους της αδιάφορα.

«Αν δεν έχετε πολλές απορίες, όχι» της είπε ήρεμα και καθώς η Έλενα έκατσε ξανά βαριεστημένα, ο Έμετ πήρε τον λόγο.

«Μπέλλα;» ρώτησε και εκείνη γύρισε αμέσως την ματιά της προς το μέρος του.

«Χμμμ;» ανταποκρίθηκε δίνοντας του την ευκαιρία να συνεχίσει.

«Εγώ που κολλάω μέσα σε όλο αυτό;» ρώτησε με απορία.

«Είσαι ένας Χάσμαντ» του δήλωσε σαν να έπρεπε ήδη να το ξέρει και τώρα ήταν που μπερδευτήκαμε τελείως.

«Και η μητέρα μας είναι μια Χάσμαντ» πετάχτηκα εγώ και εκείνη κατένευσε.

«Και που κολλάνε οι Χάσμαντ με τους λυκάνθρωπους και τους βρικόλακες;» ρώτησε ξανά ο Έμετ και η Μπέλλα γύρισε την ματιά της προς τον Τζάσπερ.

«Οι Χάσμαντ έχουν δικιά τους ιστορία» εξήγησε εκείνος και γυρίσαμε όλοι να τον κοιτάξουμε.

«Δηλαδή;» ρώτησε η Άλις με περιέργεια και εκείνος συνέχισε.

«Είναι απόγονοι της Μοργκάνα» είπε και μείναμε όλοι με το στόμα ανοιχτό να τον κοιτάμε χωρίς να είμαστε ικανοί να πιστέψουμε στα αυτιά μας.

«Δηλαδή είμαστε συγγενείς;» ρώτησε η Άλις με μια μικρή δυσκολία και η Μπέλλα χαχάνισε για λίγο.

«Έχουν σπάσει οι δεσμοί αίματος σας πολλούς αιώνες τώρα» της είπε κλείνοντας της το μάτι συνωμοτικά και η Άλις πήρε μια ανακουφιστική ανάσα καθώς ο Τζάσπερ - αν και δεν ήμουν σίγουρος γι αυτό - μου φάνηκε σαν να κοκκίνισε για λίγο ενώ πάλευε να κρύψει το χαμόγελο της ικανοποίησης που βγήκε στην επιφάνεια.

«Και εγώ;» ρώτησε η Έλενα και ο Τζάσπερ σοβαρεύοντας γύρισε την ματιά του προς το μέρος της.

«Και εσύ» της απάντησε και η Έλενα γούρλωσε τα μάτια της με φρίκη.

«Δηλαδή θες να μας πεις ότι εγώ, η Άλις και ο Έμετ, είμαστε μάγοι;» ρώτησε δύσπιστα και ο Τζάσπερ κούνησε αρνητικά το κεφάλι του.

«Όχι μόνο η Άλις... σε σας δεν περαστικέ το χάρισμα» της εξήγησε απλά και τότε ήταν που τα χάσαμε ομαδικός τελείως.

«Τι πράγμα;» αναφώνησε η Άλις.

«Δεν είχα σκοπό να σου το αποκαλύψω ακόμα αλλά καθώς προέκυψε ένα θεματάκι...» είπε γυρίζοντας έντονα την ματιά της προς το μέρος μου... «Μάλλον θα χρειαστεί να πάρεις το χρίσμα σου πιο νωρίς» συνέχισε ενώ με κοίταζε με μια ματιά γεμάτη δηλητήριο και κατάλαβα ακριβώς τι εννοούσε.

«Και γιατί μόνο η Άλις και όχι εμείς;» πετάχτηκε σαν την τσουτσού η ηλίθια ζηλόφθονα αδιαφορώντας για όλα τα άλλα.

«Γιατί καλώς ή κακώς Έλενα, σε όλα τα σπάνια είδη, η ιδιαιτερότητα περνάει μόνο στα πρωτότοκα παιδιά, στα υπόλοιπα υπάρχει μεν το γονίδιο που μπορεί να περαστεί σε επόμενες γενιές τους αλλά δεν είναι τόσο ισχυρό για τους ίδιους» της εξήγησε ήρεμα και η Έλενα και πάλι αντέδρασε.

«Μα εγώ είμαι πρώτοτοκη» διαφώνησε.

«Αλλά το γενεαλογικό σου δέντρο δεν ξεκινά από πρωτότοκη κόρη» συνέχισε η Μπέλλα και τα μπερδέψαμε τελείως.

«Αν το πας έτσι ούτε η Άλις είναι πρωτότοκη» αντέδρασε ξανά η Έλενα και η Μπέλλα άρχισε να γελάει δυνατά κουνώντας το κεφάλι της.

«Είναι δίδυμοι Έλενα, θεωρούνται και οι δύο πρωτότοκοι απλά ο Έντουαρτ έχει πάρει τα γονίδια του πατέρα του και η Άλις της μητέρας της γι αυτό και είναι χαρισματικοί και οι δύο» την ενημέρωσε ο Στέφαν ήρεμα και Έλενα ζάρωσε τα φρύδια της νευριασμένα ενώ τον κοιτούσε με αγανάκτηση.

«Δηλαδή και η μητέρα της είναι μάγισσα;» ρώτησε με νεύρο.

«Όχι το γενεαλογικό δέντρο της Έσμε καθώς και το δικό σου ξεκινούν από την ίδια γενιά και δεν έχει περαστεί το χάρισμα σε εκείνην» απάντησε η Μπέλλα αντί του Στέφαν και η Έλενα γύρισε την ματιά της προς τα εκείνην ξαφνιασμένη.

«Δηλαδή είμαστε συγγενείς;» ρώτησε δύσπιστα και η Μπέλλα αμέσως το αρνήθηκε.

«Και οι δικοί σας δεσμοί αίματος έχουν σπάσει πολλούς αιώνες πριν...» της εξήγησε ήρεμα σοβαρά... «Αλλά επειδή αν κάτσω να σας εξηγήσω όλο το γενεαλογικό δέντρο τώρα θα φάμε ένα μήνα θα σας πω τα βασικά και ας ελπίσουμε να πιάσετε τίποτα αλλιώς ο Τζαζ θα είναι εδώ για τα περεταίρω»

«Γιατί ο Τζαζ και όχι εσύ;» την ειρωνεύτηκε η Έλενα και η Μπέλλα την κοίταξε βαριεστημένα.

«Εγώ ασχολούμαι μόνο με τα γενεαλογικά δέντρα του είδους μου και μου είναι υπέρ αρκετά δεν θα κάτσω να ασχοληθώ και για το δικό σας άλλωστε και να είχα την θέληση δεν είμαι ικανή να σας ξεχωρίσω αντιθέτως ο Τζαζ μπορεί» είπε και η Άλις την κοίταξε με περιέργεια.

«Πως;» ρώτησε.

«Όλοι οι μάγοι όταν έχουν πάρει την δύναμη τους μπορούν να ξεχωρίσουν τους ομοίους τους» εξήγησε ο Τζάσπερ και η Άλις γύρισε την ματιά της προς το μέρος του.

«Και εσύ την έχεις πάρει;» ρώτησε και ο Τζάσπερ κατένευσε για απάντηση.

«Και πως γίνετε αυτό;» συνέχισε της απορίες της η Άλις και ο Τζάσπερ γύρισε την ματιά του προς την Μπέλλα αλλά εκείνη κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.

«Αυτό είναι μια κουβέντα που πρέπει να κάνετε οι δύο σας Άλις» της εξήγησε η Μπέλλα και η Άλις κατένευσε με κατανόηση.

«Και εσύ να φανταστώ ότι καταλαβαίνεις το δικό σου είδος στο κρεβάτι;» ρώτησε πικρόχολα η Έλενα και η Μπέλλα σήκωσε το φρύδι της ειρωνικά.

«Καταρχήν δεν υπάρχει άλλος του δικού μου είδους αλλά αν αναφέρεσαι στο είδος του γκόμενου σου... Όχι δεν χρειάζεται να πάω μαζί τους για να το καταλάβω, όσο αφορά τους βρικόλακες μπορώ να τους μυρίσω από χιλιόμετρα μακριά» της γύρισε εριστικά.

«Η λυκάνθρωποι δεν έχουν ιδιαίτερη μυρωδιά;» ρώτησε ο Έμετ με περιέργεια και εκείνη κατένευσε.

«Αν έχουν σπάσει την κατάρα ναι, αν είναι ακόμα άνθρωποι όχι, δεν μπορείς να τους καταλάβεις, η μυρωδιά τους αίματος τους δεν έχει διαφορά από έναν άλλον κοινό άνθρωπο, η γεύση όμως» του είπε με νόημα και εκείνος κατένευσε.

«Τότε γιατί πήρες όλο το σχολείο αν δεν ήταν αυτός ο λόγος;» την ρώτησε αυθάδικα προκαλώντας την η Έλενα και ο πρόγονος μου άρχισε να μουγκρίζει μέσα μου ενώ το αίσθημα της ζήλιας και της αγανάκτησης άρχισαν να με κάνουν να τα χάνω καθώς μου διέλυαν το στήθος και την λογική.

«Γιατί πολύ απλά μπορώ και το γουστάρω... Άλλη απορία;» της απάντησε η Μπέλλα κυνικά και η Έλενα τα παράτησε, ο πρόγονος μου από την άλλη έγινε χειρότερα και μαζί με εκείνον και εγώ και καθώς η Μπέλλα το κατάλαβε γύρισε την ματιά της σκληρά προς το μέρος μου.

"Σταμάτα να επηρεάζει το παιδί με τις ανόητες ζήλιες σου"... απαίτησε εκείνη σκληρά μέσα στην σκέψη μου και την κοίταξα ξαφνιασμένος αλλά πριν προλάβω να αντιδράσω ένιωσα να χάνω ξανά τον έλεγχο της ελεύθερης βούλησης μου και καθώς εκείνος έπαιρνε τα ηνία εγώ έμενα πίσω αμέτοχος χωρίς να έχω την δύναμη να τον σταματήσω ενώ η καρδιά μου για άλλη μια φορά αύξανε τους παλμούς της επικίνδυνα.

"Ανόητες ζήλιες; Δεν πιστεύω στα ίδια μου τα μάτια... Πως κατάφερες να γίνεις ένα παλιογύναιο"... την ρώτησε εκείνος το ίδιο σκληρά με αγανάκτηση ενώ όλο μου το κορμί άρχισε να τρέμει από τα νεύρα που εκείνος μου προκαλούσε.

«Άλις πήγαινε κάτσε δίπλα στον Τζάσπερ σε παρακαλώ» ζήτησε η Μπέλλα ήρεμα χωρίς να σταματάει να με κοιτάει με μια αμείλικτη ματιά και άρχισα να τρομοκρατούμε... Τι είχε σκοπό να κάνει;... αναρωτήθηκα αλλά δεν είχα και την επιλογή να αντιδράσω.

«Τι συνέβη;» ρώτησε ο Έμετ αγχωμένα καθώς η Άλις έκανε αυτό που της είχε ζητήσει.

«Μην βγάλετε άχνα θα τον κάνετε χειρότερο...» απαίτησε η Μπέλλα και όλοι μαζεύτηκαν προς τα πίσω με φόβο καθώς με κοιτούσαν με ένα τρομοκρατημένο βλέμμα ενώ εγώ άρχισα να ανασαίνω γρήγορα προσπαθώντας πολύ σκληρά να κάνω κάτι για να το σταματήσω όλο αυτό αλλά τίποτα δεν ήταν αρκετό, ένιωθα δέσμιος μέσα στο ίδιο μου το κορμί και αυτό με τρέλαινε τελείως.

"Θα σου το ζητήσω ευγενικά... Άφησε τον ήσυχο, μην τον τρελαίνεις περισσότερο"... απαίτησε η Μπέλλα για άλλη μια φορά ενώ η ματιά της με έκαιγε καθώς με κοιτούσε έντονα.

"Δεν μου απαντάς"... απάντησε ο πρόγονος μου το ίδιο εκνευρισμένα με εκείνην.

"Ξεκόλλα Έντουαρτ, τα πάντα άλλαξαν, δεν ζούμε στην παλαιολιθική εποχή πια"... τον ειρωνεύτηκε εκείνη και αυτό τον έκανε αν είναι δυνατών χειρότερο.

"Ανήκεις μόνο σε μένα"... είπε με την σκέψη του ενώ μούγκρισα χωρίς να μπορώ να το σταματήσω και όλοι αυτόματα αναπήδησαν αλλά ο Στέφαν τους έκανε νόημα να μην αντιδράσουν και εκείνοι παρέμειναν με το ζόρι αμέτοχοι.

"Η ψυχή μου ναι σου ανήκει και αν θες να φανείς και σε κάτι χρήσιμος τότε πάρ’ την επιτέλους και απάλλαξε με από αυτήν την αιώνια καταδίκη που μου επέβαλες να ζω, αν δεν μπορείς τότε ρούφα το αυγό σου και παράτα μας στην ησυχία μας επιτέλους"... του γύρισε με δηλητήριο.

"Είσαι μόνο δική μου"... μούγκρισε ξανά κτητικά με τα μάτια μου να νιώθω να με καίνε.

"Όπως ήσουν και εσύ;"... τον ρώτησε με σκληρή φωνή και η ανάσα μου άρχισε να επιταχύνετε περισσότερο ενώ όλα τα χαρακτηριστικά του προσώπου μου σκλήραιναν επικίνδυνα.

"Δεν μου έδωσες άλλη επιλογή"... της γύρισε με δηλητήριο στην φωνή του αγανακτισμένα.

"Αυτό ήταν το σωστό"... του φώναξε μέσα στην σκέψη μου και ο πρόγονος μου άρχισε να τα παίρνει περισσότερο.

"Το σωστό ήταν να ήμασταν μαζί και το παραδέχτηκες και εσύ η ίδια"... της απάντησε εκείνος και η Μπέλλα ξεφύσησε κοιτώντας μακριά για λίγο.

"Έντουαρτ παράταττα δεν μας φταίει σε τίποτα ο μικρός"... του είπε παρακλητικά χωρίς να με κοιτάει αλλά ο πρόγονος μου δεν τα παρατούσε.

"Με ξέρεις πάρα πολύ καλά για να γνωρίζεις ήδη ότι αυτό δεν πρόκειται να γίνει"... της δήλωσε και γύρισε την ματιά της σκληρή προς την μεριά μου.

"Δεν πρόκειται να σε αφήσω"... του απάντησε σκληρά.

"Περίμενα τόσους αιώνες για να γυρίσω, για να σε δω έστω και για μια ακόμα φορά και σε βλέπω έτσι; Πως μπόρεσες βασίλισσα μου να το κάνεις αυτό στον εαυτό σου; Πως μπόρεσες να γίνεις το πιο μισητό είδος γυναίκας που υπάρχει;"... την ρώτησε σκληρά και το ύφος της Μπέλλας άλλαξε αλλά δεν μπορούσα να αποκωδικοποιήσω τι ακριβώς δήλωνε.

"Τουλάχιστον εγώ δεν κοροϊδεύω κανένα Έντουαρτ, είμαι ελεύθερη να κάνω ότι γουστάρω και δεν θα δώσω λογαριασμό σε κανέναν"... συνέχισε η Μπέλλα πιο δυναμικά και τα πάντα μέσα μου ένιωσα να εκρήγνυνται.

"Αν τολμήσει να αγγίξει κάποιος ξανά..."

"Τι ακριβώς θα κάνεις;"... Τον διέκοψε εκείνη με πείσμα... "Είσαι νεκρός πια Έντουαρτ, πάρ’ το απόφαση, αυτή η ζωή ανήκει μόνο στον σωσία σου και σε κανέναν άλλον... Την δική σου την έζησες και με το παραπάνω, τώρα άφησε τον ήσυχο να ζήσει και εκείνος την δική του"... απαίτησε για άλλη μια φορά αλλά το πείσμα του προγόνου μου αντί να μειώνετε έγινε ακόμα πιο ισχυρό.

"Που πήγε η λάμψη σου βασίλισσα μου; Που είναι η χρυσή καρδιά που κάποτε μας θάμπωνε με όλη την ομορφιά της;"... ρώτησε με πικρία και η Μπέλλα άρχισε να ανασαίνει γρήγορα ενώ έσμιγε τα χείλια της σε μια ίσια γραμμή καθώς έτριζε τα δόντια της τόσο δυνατά που τα άκουγα μέχρι και εγώ.

"Έσβησε την στιγμή που έσβησε και η καρδιά σου... Θες να σου υπενθυμίσω και το πως;"... τον ρώτησε και χωρίς να περιμένει πραγματικά απάντηση καθώς κατάπιε δυνατά έκλεισε τα μάτια της για μια στιγμή ενώ ανάσαινε με δυσκολία καθώς εξέφραζε δυνατά.

«Συγνώμη γι αυτό Έντουαρτ...» είπε κάτω από την ανάσα της... «Μείνε ψύχραιμος όσο μπορείς και προετοιμάσου να πονέσεις...» συνέχισε καθώς άνοιγε τα μάτια της ξανά καρφώνοντας την ματιά της απάνω μου ψυχρά... «Όπως δεν έχεις πονέσει ποτέ ξανά στην ζωή σου» συμπλήρωσε και πριν προλάβω να καταλάβω σε τι αναφερόταν ξαφνικά διάφορες εικόνες άρχισαν να πλημμυρίζουν την σκέψη μου και εγώ έμεινα παγωμένος να νιώθω τα συναισθήματα, του προγόνου μου, τα δικά της αλλά και τα δικά μου ταυτόχρονα.


Ένιωθα να τρέχω με την ανάσα μου γρήγορη μέσα στους ίδιους διαδρόμους του κάστρου που είχα δει και στο όνειρο μου, με απόγνωση, μόνο που αυτήν την φορά η απόσταση που κάλυψα ήταν σε τόσο γρήγορο διάστημα που οι τοίχοι γινόντουσαν σχεδόν λείοι... Φτάνοντας στο ίδιο δωμάτιο που την είχα δει και το πρωί την ώρα που μου έδειξε το περιδέραιο της, σταματώντας στην πόρτα είδα τον εαυτό μου σε μεγαλύτερη ηλικία να είμαι στο πάτωμα και να παλεύω με τον ίδιο μου το εαυτό καθώς το σώμα μου παραμορφωνόταν με τα κόκαλα μου να βγάζουν έναν εκκωφαντικό ήχο από το σπάσιμο τους καθώς ουρλιάζα από τους πόνους με τα μάτια του να δακρύζουν αίμα και κατάλαβα ότι αυτό ήταν μια δική της ανάμνηση από το παρελθόν ενώ αυτός που ήταν τώρα στο πάτωμα ήταν ο πρόγονος μου... Τα συναισθήματα που νιώθανε και οι δύο τους με βομβάρδισαν και αυτόματα έκανε το μυαλό μου να τρελαθεί.

«Έντουαρττττ...» φώναξε καθώς έτρεξε δίπλα στον πρόγονο μου και καθώς τον πήρε στην αγκαλιά της κοίταξε προς το πρόσωπο κάποιου που ήταν παρόν σε αυτήν την σκηνή.

«Τι του έκανες;» τσίριξε απελπισμένα και ο άντρας που στεκόταν τρομοκρατημένος μπροστά της την κοίταξε με πόνο στα μάτια.

«Εκείνος με ικέτεψε να το κάνω» προσπάθησε να δικαιολογηθεί εκείνος και η ματιά της γύρισε ξανά προς το πρόσωπο του προγόνου μου.

«Γιατί Έντουαρτ... Γιατί το έκανες αυτό;» τον ρώταγε απελπισμένα ενώ ένιωθα τα δάκρυα της να τρέχουν καυτά πάνω στα μάγουλα της και αυτόματα και τα δικά μου μάτια από αντίδραση έκαναν ακριβώς το ίδιο ενώ μην αντέχοντας άλλο όλο αυτό τον πόνο το κορμί μου λύγιζε μπροστά και καθώς τα χέρια μου έκλειναν το πρόσωπο μου η ανάσα μου άρχισε να γίνετε δύσκολη.

«Ήθελα να...» προσπάθησε ο πρόγονος μου να μιλήσει και ο πόνος που του προκάλεσε τα κόκαλα του καθώς άρχισαν και πάλι να σπάνε έκοψαν την φράση τους στην μέση ενώ ο ίδιος πόνος ένιωσα να βασανίζει το κορμί μου χωρίς το σώμα μου να παραμορφώνεται και σάστισα τελείως... Καθώς έβαλα το χέρι μου μπροστά στο στόμα μου προσπάθησα να καταπνίξω το βογκητό πόνο που προσπαθούσε να ξεφύγει από μέσα μου χωρίς επιτυχία.

«Έντουαρττττ...» σπάραξε εκείνη ενώ τον έκλεινε στην αγκαλιά της καθώς έκλαιγε απαρηγόρητη και ο πρόγονος μου με δυσκολία αφού κατάφερε να πάρει μια απελπισμένη ανάσα προσπάθησε ξανά να μιλήσει.

«Λύτρωσε με από αυτό το μαρτύριοοοοοο» ούρλιαξε απελπισμένα και η Μπέλλα τρελάθηκε... Απομακρύνοντας τον για λίγο από την αγκαλιά της, τον κοίταξε τρομοκρατημένη χωρίς να ξέρει πως να αντιδράσει.

«Σε παρακαλώ βασίλισσα μου, αποτελείωσε μεεεεε» ικέτευε εκείνος ενώ χτυπιόταν μέσα στην αγκαλιά της και η Μπέλλα δαγκώνοντας τον καρπό της αμέσως το έβαλε πάνω στο στόμα του.

«Πιες το μπορεί να βοηθήσει» είπε εκείνη απελπισμένη και ο πρόγονος μου κρατώντας τον καρπό της άρχισε να πίνει το αίμα της με λύσσα... Καθώς το αίμα της άρχισε να αναμιγνύεται με το δικό του αίμα ο πόνος του αυτόματα καταλάγιαζε και για μια στιγμή ένιωσα να ηρεμούν ελάχιστα και οι δύο... Βρίσκοντας την ευκαιρία για να πάρω μια βαθιά ανάσα προσπαθώντας να κάνω το ίδιο και εγώ.

Εκεί που νόμιζα ότι όλα είχαν καταλαγιάσει εκεί ένιωσα λες και το αίμα μου άρχιζε να στραγγίζει από το σώμα μου, μια ξαφνική δίψα με χτύπησε κατάστηθα και με έκανε να θολώνω αλλά αυτό που με μπέρδευε περισσότερο ήταν ότι ταυτόχρονα ένιωσα και μια ικανοποίηση πέρα από κάθε φαντασία.

Καθώς οι φλέβες της στράγγιζαν το σώμα της άρχισε να πονά και το μαρτύριο άρχισε ξανά μόνο που αυτήν την φορά ήταν πιο δυνατό καθώς ήταν ο δικό της πόνος μέσα από την ανάμνηση της που ήταν τελείως διαφορετικός... Το κορμί μου καθώς δεν ήταν προετοιμασμένο να βιώσει αυτόν τον πόνο, σε αντίδραση, άρχισε να τρέμει ενώ τα κόκαλα μου αδυνατούσαν σαν να τα έτρωγε ένα σαράκι και καθώς η καρδιά μου ταλαντευόταν το μυαλό μου πάγωσε και μην αντέχοντας άλλον αυτόν τον διαφορετικό πόνο άρχισα να ουρλιάζω μέσα στην ίδια μου την σκέψη χωρίς να είμαι ικανός να την εξωτερικεύσω.

"Κάνε κάτι να τον σταματήσεις"... εκλιπαρούσα αλλά εκείνη δεν κουνήθηκε σπιθαμή, δεν έβγαλε ούτε μια άχνα... Με τα μάτια της να συνεχίζουν να τρέχουν ακατάπαυστα άκουγα μέσα από την δική της σκέψη να παρακαλάει αυτό να είναι αρκετό για να του σώσει την ζωή.

Καθώς δεν είχε μείνει τίποτα άλλο μέσα στις φλέβες της για να πιει ο πρόγονος μου, άφησε το χέρι της ελεύθερο ανασαίνοντας γρήγορα με απόλυτη ικανοποίηση ενώ η δύναμη του είχε επιστρέψει και εκείνη χαϊδεύοντας το πρόσωπο του απαλά δεν είπε τίποτα, δεν έχει κουράγιο να μιλήσει.

«Βασίλισσα μου...» είπε εκείνος με πάθος στην φωνή του καθώς της ανταπέδιδε το χάδι ενώ απομάκρυνε τα δάκρυα από το πρόσωπο της και την τράβηξε κοντά του... Καλύπτοντας τα χείλια της με τα δικά του άρχισε να την φιλάει τόσο τρυφερά που ανατρίχιασα ολόκληρος αλλά δεν ήξερα αν ήταν τα δικά μου συναισθήματα ή τα δικά τους.

«Γιατί το έκανες αυτό;» ρώτησε η Μπέλλα με παράπονο ξεψυχισμένα καθώς άφηνε το κεφάλι της να ξεκουραστεί πάνω στον ώμο του κουρασμένα με το σώμα της να τρέμει από τον πόνο που το κορμί της βίωνε χωρίς η ίδια να κάνει καμία κίνηση για να το ικανοποιήσει από αυτό που πραγματικά είχε ανάγκη εκείνην την στιγμή.

«Πάλεψα πάρα πολύ για να σε κατακτήσω... Δεν μπορούσα να φύγω τώρα» της απάντησε εκείνος με πόνο στην φωνή του ενώ για λίγο κόμπιασε και αφού κατάφερε να πάρει μια σταθερή ανάσα ξαφνικά άρχισε να κοιτάει γύρω του σαν να έψαχνε κάτι.

«Τι ψάχνεις;» τον ρώτησε η Μπέλλα καθώς σήκωνε το κεφάλι της για να τον αντικρίσει ξανά με απορία και εκείνος κατάπιε με δυσκολία.

«Το μενταγιόν σου... Που είναι το μενταγιόν σου;» ρώτησε με αγωνία ενώ η ματιά του έμοιαζε με ματιά ενός τρελού καθώς οι φλέβες του προσώπου του διογκώνονταν με τα μάτια του να γυαλίζουν επικίνδυνα.

«Έντουαρτ;...» τον ρώτησε ενώ έβαζε ξανά το χέρι της πάνω στο πρόσωπο του για να τον ακινητοποιήσει και εκείνος σφραγίζοντας τα δόντια του άρχισε να αφρίζει σαν μανιακός.

«Που είναι το μενταγιόν σου» είπε λυσσασμένα και η Μπέλλα άρχισε να ανασαίνει γρήγορα.

«Θα μου έπεσε την ώρα που ήρθε ο Ντέιμον» είπε παγωμένα ενώ δεν ήξερε τι να σκεφτεί.

«Βρες το τώρα» απαίτησε εκείνος και η Μπέλλα προσπάθησε να τον λογικεύσει.

«Έντουαρτ με τρομάζεις, τι σου συμβαίνει;» ρώτησε με πνιγμένη φωνή αλλά εκείνος δεν άκουγε τίποτα, στην προσπάθεια του να το βρει την έσπρωξε με δύναμη και καθώς το σώμα της Μπέλλας αιωρήθηκε για μια στιγμή στον αέρα τελικά έπεσε με δύναμη πάνω στον τοίχο... Όλα τα κόκαλα της έγιναν θρύψαλα και ξέπνοη σωριάστηκε στο πάτωμα και τα πάντα μαύρισαν όχι όμως και οι αισθήσεις της... Ο πόνος που ένιωσα με έκανε να σαστίσω ενώ η ανάσα μου χάθηκε μακριά και δεν ήξερα πως να αντιδράσω.

Μόλις ένιωσα δύο χέρια να ανασηκώνουν το κορμί της, η εικόνα σταδιακά άρχισε και πάλι να παίρνει ζωή... Καθώς τα μάτια της θολά άνοιγαν είδα εκείνον να στέκεται μπροστά της με αγωνία ενώ ταυτόχρονα παίρνοντας το περιδέραιο γύρω από τον λαιμό της προσπάθησε να το κουμπώσει με τα χέρια του να τρέμουν χωρίς επιτυχία.

«Έντουαρτ;» είπε ξεψυχισμένα αλλά εκείνος δεν αντιδρούσε... Αλλόφρων καθώς ήταν με την ανάσα του να επιταχύνετε περισσότερο πάλευε με μανία να της το κουμπώσει τρίζοντας τα δόντια του... «Έντουαρτ;» προσπάθησε άλλη μια φορά εκείνη σπαρακτικά και μόλις η ματιά του συνάντησε την δική της τότε τα έχασα τελείως.

Δεν ήταν τόσο το χρώμα τους που με τρόμαξε που δεν μπορούσα ούτε καν να το προσδιορίσω, όσο το ύφος του που όποιος τον έβλεπε σίγουρα θα πίστευε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να γλυτώσει μέσα από τα χέρια του, μόνο με την ματιά του ήταν ικανός να σε σκοτώσει.

«Μην τολμήσεις να το βγάλεις ποτέ από πάνω σου...» απαίτησε καθώς κατάφερε τελικά να το κουμπώσει και η Μπέλλα σαστισμένη δεν ήξερε ούτε τι να σκεφτεί αλλά ούτε και τι να πει.

Κλαίγοντας με αναφιλητά παρέμενε ακίνητη, σχεδόν νεκρή να τον κοιτά και εκείνος κλέβοντας αυτήν την στιγμή ανυπαρξίας της, παίρνοντας το χέρι της μέσα στο δικό του, έβαλε τα δάχτυλα της να ακουμπήσουν πάνω στο στερνό του και πριν εκείνη αντιδράσει, τα έχωσε βαθιά μέσα στην σάρκα του βογκώντας δυνατά.

Το μυαλό της Μπέλλας άρχισε να τρελαίνεται αλλά πριν προλάβει να αντιδράσει, εκείνος βάζοντας όλη του την δύναμη, το τράβηξε ξανά απότομα και καθώς η καρδιά του παρέμεινε μέσα στην χούφτα της έπεσε στο πάτωμα άδειος χωρίς να βγάλει άχνα.

Η Μπέλλα κοιτώντας την καρδιά του προγόνου μου στο χέρι της έχασε κάθε επαφή με το περιβάλλον... Λες και κάποιος μόλις είχε βάλει ένα κόκκινο πέπλο μπροστά από τα μάτια της τα πάντα γύρω της κοκκίνισαν και εκείνη ανασαίνοντας γρήγορα χωρίς να σταματάει ακόμα να κοιτάει το χέρι της που κράταγε ακόμα την καρδιά του έμεινε ακίνητη χωρίς να κάνει κάτι άλλο... Ξαφνικά ένιωσα μια δύναμη να ξεχύνεται μέσα μου και καθώς τα κόκαλα της άρχισαν να σπάνε με το σώμα της να παραμορφώνετε, ίσιωσε το κορμί της με την ματιά της να μην είναι ικανή να κοιτάξει πουθενά αλλού πέρα από την άψυχη καρδιά που κράταγε ακόμα στο χέρι της.

Ο εκκωφαντικός ήχος που έκαναν τα κόκαλα της καθώς έσπαγαν έκαναν τα αυτιά μου να πονάνε ενώ το σώμα μου άρχισε να πονάει από αυτήν την διαφορά που βίωνε το δικό της σώμα όμως εκείνη παρέμενε παγωμένη... Αντί αυτός ο πόνος να την κάνει να υποφέρει της έφερνε μια απίστευτη ικανοποίηση... Ήταν σαν να την έθρεφε και όσο περισσότερος γινόταν για μένα αυτός ο πόνος, τόσο περισσότερο ένιωθα την δική της δύναμη να μεγαλώνει μέχρι που αυτό που βρισκόταν μέσα στο δωμάτιο ξεροκατάπιε χωρίς να μιλήσει και η ματιά της αυτόματα γύρισε προς το μέρος του δολοφονικά.

«Ίζαμπελ εγώ ήθελα μόνο να τον βοηθήσω... Αν δεν το έκανα θα πέθαινε» έλεγε γρήγορα εκείνος προς υπεράσπιση του ενώ σήκωνε τα χέρια του αμυντικά μπροστά του και μόλις η Μπέλλα μίλησε ξανά τότε τα είδα όλα.

«Τρέξε να σωθείς» ήταν τα μοναδικά λόγια που βγήκαν από το στόμα της και ένιωσα το πάτωμα κάτω από τα πόδια της να σείετε ενώ η φωνή της έμοιαζε πιο διαβολική από ποτέ.

Ο άντρας που ήταν μπροστά της, χωρίς να χάνει χρόνο, γύρισε αμέσως την πλάτη του και παίρνοντας φόρα πήδηξε από το κλειστό παράθυρο που ήταν μπροστά του κάνοντας το κομμάτια στο πέρασμά του... Βγάζοντας από βαθιά μέσα της μια σπαρακτική κραυγή που με έκανε να θέλω να κλείσω τα αυτιά μου για να τα προστατέψω από ήχο της, εκείνη τον ακολούθησε με ευκολία και μόλις πέρασε το άνοιγμα του παραθύρου για λίγο αιωρήθηκε στον αέρα και μόλις πρόσκρουσε με την γη εκείνη ταρακουνήθηκε σε τέτοιο βαθμό που άρχισε το χώμα να κάνει ρήγματα... Καθώς ακούμπησε το ελεύθερο της χέρι πάνω στην γη για λίγο έμεινε παγωμένη στην θέση της με τα μάτια της καρφωμένα στο έδαφος ενώ με το ένστικτο της αφουγκραζόταν τον γύρω χώρο χωρίς να τον κοιτά.

Τα βήματα από τον άντρα που ήταν πριν μαζί της ήταν το πρώτο που άκουσε ενώ η μυρωδιά του απομακρυνόταν αλλά αγνοώντας το ένστικτο της δεν έκανε καμία κίνηση για να τον κυνηγήσει και παραμένοντας στην ίδια θέση συνέχισε να παρατηρεί τις υπόλοιπες κινήσεις... Διάφορα μικρότερα ποδοβολητά σε μικρότερη ένταση κινιόντουσαν νευρικά αλλά ούτε και σε αυτά έδωσε ιδιαίτερη σημασία ενώ η μυρωδιά του αίματος τους την απωθούσε όπως την απωθούσε και η μυρωδιά του αίματος που ήταν διαφορετική αλλά πιο έντονη στην δική της αίσθηση αλλά αυτό που την έκανε να σαστίσει περισσότερο ήταν το φρέσκο αίμα από τα πτώματα που κείτονταν άδεια πλέον ολόγυρα της και καθώς σήκωσε την ματιά της αργά και τα αντίκρισε τότε το αίσθημα της ανάγκης για εκδίκηση έγινε πιο ισχυρό σε σημείο τα πάντα να γίνουν ακόμα πιο κόκκινα στην περιφερική της όραση.

Αντικρίζοντας τα τέσσερα μοναδικά ανθρώπινα σώματα που ήταν όρθια μπροστά της και την κοιτούσαν ξαφνιασμένα, επικέντρωσε την σκέψη της απάνω τους και καθώς ίσιωσε το κορμί της απελπιστικά αργά απευθύνθηκε μόνο σε εκείνους.

«Ο μόνος λόγος της ύπαρξης σας είναι για να σπέρνετε τον θάνατο...» σύριξε μέσα από τα δόντια της με δηλητήριο... «Ο μόνος λόγος της ύπαρξης σου είναι για να κάνεις όλους τους γύρω σου να υποφέρουν..» είπε συγκεκριμένα στο μεγαλύτερο σε ηλικία από τους υπόλοιπους... «Γι αυτό τον λόγο και εγώ με αυτό το αίμα που κρατώ σε καταριέμαι θανάσιμα και εύχομαι ούτε εσύ αλλά ούτε και κανένας άλλος σου σπόρος να μπορέσει να δει ξανά το φως της ημέρας... εύχομαι κάθε δάγκωμα που θα δέχεστε από τα μοναδικά πλάσματα που παλεύουν να σώσουν το ανθρώπινο είδος να σας δηλητηριάζει... εύχομαι να μην υπάρξει ποτέ ξανά κανένα άλλο ξόρκι που να μπορέσει να δημιουργήσει άλλα τέρατα σαν και εμάς» είπε με δηλητήριο στην φωνή της και καθώς έκλεισε την χούφτα της και το αίμα που περιεχόταν μέσα στην καρδιά πετάχτηκε απάνω τους εκείνοι άρχισαν να καίγονται και ουρλιάζοντας πέσανε στο χώμα σφαδάζοντας.

Το ίδιο κάψιμο άρχισε να καίει και το δικό της κορμί αλλά εκείνη παραμένοντας ακίνητη κοιτώντας ότι είχε μείνει από την καρδιά που κρατούσε ακόμα δεν έβγαλε ούτε μια άχνα, δεν κουνήθηκε σπιθαμή δεν έκανε τίποτα για να σταματήσει την φλόγα που την έκαιγε κατάστηθα, αντιθέτως την καλωσόριζε και καθώς λύγιζε τα γόνατα της, εκείνα ακούμπησαν στο έδαφος και χωρίς να ακούει ή να βλέπει τίποτα γύρω της πήρε μια βαθιά ανάσα και φέρνοντας το χέρι της κοντά στο στόμα της έσφιξε για άλλη μια φορά το χέρι της για να στραγγίξει και το υπόλοιπο αίμα που περιείχε μέσα της η καρδιά... Μόλις οι δύο σταγόνες που έσταξαν από το χέρι της ακούμπησαν τα χείλια της, ο πόνος που βίωνε το κορμί της αμέσως διπλασιάστηκε και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα εκείνη ανοίγοντας το στόμα της διάπλατα έβαλε ότι είχε απομείνει στο χέρι της μέσα στο στόμα της... Την ώρα που το κατάπιε ένιωσα μέσα μου να γίνετε μια τεράστια έκρηξη.

Η φλόγα της φωτιάς που δυνάμωνε το κομμάτι που κατέβαινε μέσα της με έκαψε σε σημείο να αρχίζω να ουρλιάζω χωρίς ανάσα ενώ όλο μου το σώμα τρανταζόταν σε τέτοιο σημείο που τελικά χωρίς να καταλάβω το πως από τον καναπέ που καθόμουν βρέθηκα στο πάτωμα να χτυπιέμαι σαν μόλις να είχα πάθει κρίση χωρίς να μπορώ να φωνάξω δυνατά.

«Σταμάτααααααααα...» φώναξα αλλά δεν ήμουν εγώ αυτός που το εξωτερίκευσα αλλά ο πρόγονος μου που δεν μπορούσε άλλο όλο αυτό το βασανιστήριο.

«Δες με τα μάτια σου τι έφεραν οι επιλογές σου» του φώναξε εκείνη και χωρίς να σταματά την ανάμνηση, με την ματιά της άψυχη, γύρισε προς την μεριά που οι φωνές ακούγονταν από το βάθος και καθώς εστίασε σε εκείνο το κομμάτι η εικόνα... σαν να είχε κάνει ζουμ με μια κάμερα... ήρθε πιο κοντά και το θέαμα που αντίκρισα με σόκαρε τελείως.

Διάφορα κορμιά έπεφταν το ένα μετά το άλλο άψυχα στο έδαφος ενώ κάποιοι άλλοι φώναζαν δυνατά καθώς η Μπέλλα με την σκέψη της φώναζε "ΌΧΙΙΙΙΙΙΙΙ" χωρίς να είναι ικανή να το εξωτερικεύσει δυνατά και ο πρόγονος μου έγινε χειρότερα.

«Σταμάταααααααααααααααα» απαίτησε ξανά και άκουσα φωνές να έρχονται από το δωμάτιο αλλά πέρα της Μπέλλα και του προγόνου μου δεν ήμουν ικανός να ακούσω τίποτα άλλο.

Μόλις κάποιος την ανασήκωσε στην αγκαλιά του εκείνη γύρισε την ματιά της προς το μέρους του ανέκφραστα.

«Βασίλισσα Ίζαμπελ» αναφώνησε με τους λυγμούς του να πνίγουν τις λέξεις ενώ την κοίταγε με αγωνία.

«Μην τους αφήσεις να τα καταστρέψουν όλα» παρακάλεσε με σπαρακτική φωνή εκείνη και καθώς ο άντρας που την κρατούσε κούνησε αρνητικά το κεφάλι του στα αυτιά της Μπέλλας έφτασε το πάτημα μιας σκανδάλης και καθώς ένιωσε το βέλος να τους πλησιάζει, με όση δύναμη της είχε απομείνει, γύρισε το κορμί της έτσι ώστε να προστατέψει το σώμα αυτού που την κράταγε και μόλις το βέλος την κάρφωσε στην καρδιά εκείνη λύγισε μπροστά πνίγοντας την κραυγή της μέσα της.

«Ίζαμπελλλλ» φώναξε ο άντρας που προστάτεψε και πριν χάσει τελείως της αισθήσεις της γύρισε την ματιά της προς το μέρος του.

«Μην τους αφήσεις» είπε μόνο ξανά και το σώμα της άδειασε αλλά όχι οι αισθήσεις της.

Καθώς τα ποδοβολητά άρχισαν να πλησιάζουν το κορμί της ο άντρας που ήταν δίπλα της την άφησε από τα χέρια του και άρχισε να ξεμακραίνει ενώ όσοι τους πλησίαζαν στάθηκαν ακριβώς πάνω από το άψυχο κορμί της.

«Αυτή γιατί δεν έγινε ακόμα στάχτη όπως οι άλλοι;» ρώτησε μια γυναικεία φωνή.

«Δεν ξέρω βασίλισσα μου» της απάντησε μια αντρική φωνή και καθώς ένιωσε δυο χέρια να την γυρίζουν προς την άλλη μεριά τα μάτια της που ήταν ακόμα ανοιχτά εστίασαν πάνω σε μια γυναικεία φιγούρα και ο πρόγονος μου άρχισε να μουγκρίζει ενώ ξεφύσαγε σαν λυσσασμένος... Οι φωνές από τους δικούς μου που παρακολουθούσαν όλες μου τις αντιδράσεις χωρίς να ξέρουν τι ήταν αυτό που μου το προκαλούσε όλο αυτό, με έκαναν να τα χάσω περισσότερο αλλά και πάλι δεν μπορούσα να καταλάβω τι ακριβώς λέγανε.

«Αυτό μάλλον δεν θα το χρειαστεί πια» είπε η γυναίκα που ήταν από πάνω της και μόλις έκανε την κίνηση να πιάσει το περιδέραιο που στόλιζε το στήθος της το χέρι της αυτόματα κάηκε και ουρλιάζοντας το τράβηξε απότομα προς τα πίσω βάζοντας το πάνω στο στήθος της ενώ την κοίταζε με μίσος.

«Δωσ’ το μου αυτό» απαίτησε και πιάνοντας το ξίφος που κρατούσε ο άντρας δίπλα της, το σήκωσε ψιλά και την αποκεφάλισε.

«Σταμάταααααααααα» ούρλιαξα ταυτόχρονα με τον πρόγονο μου αλλά εκείνη συνέχισε.

«Κάντε την κομμάτια και βάλε να τα σκορπίσουν όσο πιο μακριά μπορούν ώστε να μην μπορεί κανείς να την ξαναβρεί» είπε με δηλητήριο στην φωνή της.

«Και τον βασιλιά;» ρώτησε ο άντρας που ήταν δίπλα της.

«Φαίνεται ότι οι κατάρες της έπιασαν, διαμελίστε τον και διασκορπίστε γύρω από τα τοίχοι μας, ίσως με αυτόν τον τρόπο να φανεί και σε κάτι χρήσιμος» συνέχισε με το ίδιο δηλητήριο στην φωνή της και ο πρόγονος μου άρχισε να ουρλιάζει με αγανάκτηση ενώ η Μπέλλα άφηνε να συνεχίζουμε να νιώθουμε το ξίφος να κάνει το σώμα της κομμάτια και μην αντέχοντας άλλο άρχισα να την παρακαλάω με την σκέψη μου να σταματήσει... Ακούγοντας με αυτόματα σταμάτησε και κλείνοντας το πρόσωπο μου μέσα στα δύο μου χέρια μάζεψα το κορμί μου σε μια μπάλα και έμεινα ακίνητος προσπαθώντας να καταλαγιάσω όλον τον πόνο που ένιωσα........



Συνεχίζεται....................................

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA