Ετικέτες

Τρίτη 29 Μαΐου 2012

Soulmates "31. Προσπαθώντας να καταλάβω το γιατί"




Έντουαρτ

«Στον χαρακτήρα μου έμοιαζε καθόλου;...» ρώτησα αυτό που με προβλημάτιζε περισσότερο και γύρισε απότομα την ματιά της προς το μέρος μου κοιτώντας με παραξενευμένη... «Εννοώ πριν...» είπα με νόημα και αμέσως κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.

«Όχι δεν σου έμοιαζε...» είπε και μπερδεύτηκα περισσότερο και καταλαβαίνοντας το συνέχισε... «Ο πρίγκιπας ποτέ δεν σεβάστηκε τα συναισθήματα των άλλων, ποτέ δεν έμαθε τι σημαίνει ανιδιοτέλεια, όταν ήθελε κάτι το έπαιρνε με οποιονδήποτε τρόπο μπορούσε αδιαφορώντας για τις συνέπειες...» είπε σκληρά με το βλέμμα της να κοιτάει μακριά νευριασμένα... «Αλλά ποιος θα μπορούσε να τον κατηγορήσει γι αυτό όταν του συγχωρούσαν τα πάντα, όταν όλοι τον είχαν στα πούπουλα για να μην πάθει κάτι» συνέχισε με ένα περίεργο ύφος που δεν μπορούσα να αποκωδικοποιήσω.

«Τώρα μπερδεύτηκα τελείως» παραδέχτηκα ανοιχτά και ήπια μια γουλιά από την μπύρα μου ενώ εκείνη γύριζε προβληματισμένη την ματιά της προς το μέρος μου.

«Σου έχει περάσει αναμνήσεις από την παιδική του ηλικία;» ρώτησε και κατένευσα για απάντηση.

«Ένιωσα σαν να έβλεπα τον εαυτό μου σε μια άλλη εποχή, στην αρχή δεν κατάλαβα καν ότι ήταν εκείνος και όχι εγώ» είπα και αναστέναξε.

«Ήταν ευαίσθητος, φοβισμένος, μπερδεμένος όπως ακριβώς είσαι και εσύ τώρα...» επιβεβαίωσε όσα είχα νιώσει και εγώ... «Αλλά ακόμα και τότε η διαφορές σας ήταν αρκετά ευδιάκριτες» συνέχισε και δεν ήξερα πως να νιώσω γι αυτό.

«Τότε τι του βρήκες;» δεν άντεξα και την ρώτησα και εκείνη άρχισε να γελάει.

«Η καρδιά Έντουαρτ, δεν σε ρωτάει ποιον θα αγαπήσει» μου είπε όπως είχε πει και στον πρόγονο μου.

«Μόλις βρει την αδελφή ψυχή της...» συμπλήρωσα εγώ τα ίδια της τα λόγια που είχα ακούσει και γύρισε την ματιά της για να αποφύγει το βλέμμα μου καταλαβαίνοντας το.

«Κλειδώνεται εκεί» συμπλήρωσε εκείνη με την σειρά της κάτω από τον αναστεναγμό της και έμεινε για λίγο σιωπηλή.

«Και το κατάλαβες όταν πίστεψες ότι ήταν έτοιμος να πεθάνει;...» πίεσα εγώ περισσότερο και άφησε ένα θλιμμένο γελάκι να της ξεφύγει ενώ κούναγε αρνητικά το κεφάλι της... «Τότε γιατί;...»

«Έντουαρτ...» με διέκοψε χωρίς να με κοιτά ενώ έκλεινε τα μάτια της και αφού το σκέφτηκε για λίγο τελικά συνέχισε... «Δεν εξηγείτε με δύο λόγια...» εξήγησε καθώς γύριζε την ματιά της προς το μέρος μου και την κοίταξα παρακλητικά ελπίζοντας να συνεχίσει και προς μεγάλη μου έκπληξη το έκανε...

«Την ημέρα που γεννήθηκε κοντέψαμε να τους χάσουμε, η μητέρα του ήταν πολύ εξουθενωμένη και δεν κατάφερε να τον γεννήσει φυσιολογικά έτσι αναγκάστηκα να της το πάρω από τα σπλάχνα της» εξήγησε και κατένευσα.

«Της έκανες καισαρική;» ρώτησα και αναστέναξε.

«Μπορείς να το πεις και έτσι...» είπε με δυσκολία... «Και αφού τον κράτησα στην αγκαλιά μου, έδωσα στην μητέρα του το αίμα μου για να επουλωθούν οι πληγές της...» συνέχισε κοιτώντας μακριά με μια περίεργη όψη που δεν μπορούσα να αποκωδικοποιήσω.

~ Δεν την ευχαρίστησε ποτέ όπως της άξιζε γι αυτήν της την πράξη ~... εξήγησε ο πρόγονος μου ενώ εκείνη συνέχιζε.

«Ήταν η χειρότερη μου εμπειρία, όλο εκείνο το αίμα...» κόμπιασε καθώς οι μνήμες της τρύπησαν το μυαλό και καθώς κατάπιε δυνατά συνέχισε πιο ήρεμα... «Θόλωσα, ξέχασα τον αρχικό μου στόχο, ήμουν τόσο κοντά στο να τα χάσω τελείως αλλά μόλις άκουσα το κλάμα του ξαφνικά όλα άλλαξαν, γύρισα την ματιά μου προς το μέρος του και μόλις τον κοίταξα έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου, η ανάσα μου χάθηκε μακριά, το αίμα στις φλέβες μου έτρεχε με τόσο ορμή που έκανε όλα μου τα άκρα να πονούν και καθώς άνοιξε τα μάτια του και αιχμαλώτισε την ματιά μου η άψυχη καρδιά μου ένιωσα ξανά για λίγο να ζωντανεύει συγχρονίζοντας τους χτύπους της με την δική του καρδιά και από τότε έγινε δική του» τελείωσε την εξιστόρηση της και έμεινα να την κοιτώ χωρίς να καταλαβαίνω ακόμα το πως.

«Ήταν τόσο όμορφος;» ρώτησα αυτόματα αυτό που μου ήρθε πρώτο και ταυτόχρονα γελάσανε μαζί.

«Σίγουρα ήταν ότι πιο όμορφο είχα δει αλλά δεν ήταν αυτός ο λόγος που με έκανε να του χαρίσω την καρδιά μου» εξήγησε εκείνη ενώ γύριζε την ματιά της προς το μέρος μου.

«Δεν καταλαβαίνω» είπα ειλικρινά και μου χαμογέλασε με ένα παρηγορητικό χαμόγελο.

«Κάποια μέρα θα καταλάβεις...» είπε και εγώ αναστέναξα κουρασμένα δεν άντεχα άλλο τα μυστήρια και τα μισόλογα και καταλαβαίνοντας το και εκείνη συνέχισε... «Ένας άνθρωπος μπορεί να νιώσει αγάπη αλλά μπορεί και να καταλάβει στην πορεία ότι αυτό που νόμιζε ότι ήταν αγάπη δεν ήταν τίποτα άλλο από ένας απλός ενθουσιασμός ή ένας έρωτας που απλά με τον χρόνο μπορεί να σβήσει αλλά για μας, όντας λυκάνθρωποι, αυτές οι αισθήσεις παύουν να υπάρχουν και όταν η αγάπη μας στιγματίζει μένει για πάντα χαραγμένη μέσα μας και δεν αντικαθιστάτε...» εξήγησε και το σκέφτηκα για λίγο.

«Πως είναι;» ρώτησα και χαμογέλασε νοσταλγικά ενώ κοίταζε μακριά παίρνοντας μια βαθιά ανάσα ζωής που έκανε όλο της το σώμα να ανατριχιάσει.

«Ανασαίνεις μόνο μέσα από την ανάσα του, η ματιά σου πάντα αναζητάει να κοιτά μόνο εκείνον, η καρδιά σου χτυπάει μόνο όσο νιώθεις την δική του καρδιά να χτυπάει και αν πάψει να υπάρχει...» έκανε μια παύση ενώ μια αρχαία θλίψη κάλυψε τα χαρακτηριστικά της... «Παύεις να υπάρχεις και εσύ»

«Όταν λες ότι παύεις να υπάρχεις;» ρώτησα ξέπνοα.

«Χάνεις το νόημα της ζωής, την ανθρώπινη σου υπόσταση, ο λύκος σε κυριεύει και εσύ μένεις πίσω να κοιτάς το τέρας να κατασπαράζει όλη σου την ύπαρξη» είπε με πόνο στην φωνή της και ανασύροντας τις εικόνες μέσα από την ανάμνηση της καθώς και τα συναισθήματα που είχα νιώσει μέσα από αυτήν ένιωσα την ανάσα μου να λιγοστεύει.

«Γι αυτό τους άφησες να σε αποτελειώσουν...» είπα δυνατά την διαπίστωση μου και εκείνη κατένευσε... «Και πως κατάφερες να την πάρεις πίσω;» δεν μπορούσα να μην ρωτήσω και ξεφυσώντας βαριά κοίταξε χαμηλά.

«Ακόμα παλεύω αλλά φυσικά βοηθάει και το ότι είμαι και βρικόλακας» είπε και έσμιξα τα φρύδια μου με απορία.

«Εννοείς το ότι μπορείς να σβήνεις τα συναισθήματα σου;» ρώτησα δειλά και κατένευσε για απάντηση.

«Αλλά δεν είναι πάντα αρκετό, ιδίως όταν μεταμορφώνομαι, γιατί τα συναισθήματα έρχονται ξανά στην επιφάνεια και με κυριεύουν» συμπλήρωσε εκείνη.

«Και πως μπορείς να την πάρεις πίσω ολοκληρωτικά;» ρώτησα με περιέργεια και αναστέναξε.

«Μόνο αν καταφέρεις να βρεις κάτι που θα σε κάνει να έχεις ξανά λόγο να υπάρχεις τότε ίσως καταφέρεις και να την ξανακερδίσεις αλλά αυτά είναι παλιοί μύθοι που δεν τους πιστεύω πια» είπε και η καρδία μου έγινε χίλια κομμάτια.

«Αν γύριζε εκείνος τότε ίσως και να...» προσπάθησα εγώ αλλά δεν με άφησε να συνεχίσω.

«Δεν θα αλλάξει κάτι Έντουαρτ... η ψυχή μου έχει φθαρθεί ανεπανόρθωτα και το μόνο που με κρατάει ακόμα σε αυτήν την ζωή είναι οι δικοί μου, όταν βεβαιωθώ ότι δεν είναι πια απειλή θα φύγω μαζί τους» είπε κατηγορηματικά και ένιωσα την καρδιά μου να σταματά.

«Μα είπες ότι δεν υπάρχει τρόπος να πεθάνεις» προσπάθησα εγώ και εκείνη άφησε ένα γελάκι να της ξεφύγει.

«Αλλά είμαι πολύ κοντά στο να βρω τον τρόπο να το κάνω» συμπλήρωσε εκείνη γυρίζοντας την ματιά της προς το μέρος μου.

«Τον αγαπάς αλλά δεν τον συγχωρείς» δήλωσα ανοιχτά την διαπίστωση μου και εκείνη ξεφύσησε κουρασμένα.

«Ξέρεις ποιο είναι το γελοίο της υπόθεσης;...» ρώτησε ρητορικά κάτω από τον αναστεναγμό της... «Ότι όποτε είμαι τόσο κοντά στο να τον συγχωρέσω εκείνος πάντα βρίσκει τον τρόπο να μου θυμίζει γιατί δεν μπορώ να το κάνω» μου απάντησε τελικά και αναστέναξα... Είχα μπερδευτεί τελείως.

«Δεν μπορώ να καταλάβω... Αφού τον αγαπούσες από την πρώτη στιγμή που τον κράτησες στην αγκαλιά σου γιατί τον αποδέχτηκες όταν πίστεψες ότι τον έχανες;» ρώτησα αυτό που με έπνιγε και εκείνη κούνησε το κεφάλι της απελπισμένα.

«Και να σου εξηγήσω δεν νομίζω ότι πρόκειται να καταλάβεις» είπε κουρασμένα και έκανα άλλη μια απελπισμένη προσπάθεια.

«Δοκίμασε με» γυρίζοντας το πρόσωπο της στην ευθεία κάλυψε το στόμα της με το χέρι της και για μία στιγμή έδειξε να το σκέφτεται.

«Γιατί σε ενδιαφέρει να μάθεις τόσο πολύ;» με ρώτησε με μια δόση κατηγορίας στην χροιά της φωνή της ενώ κάρφωνε την ματιά της προς το μέρος μου ξανά κοιτώντας με, με υποψία.

«Γιατί αυτά που του καταλογίζεις τώρα, δεν συμβαδίζουν με όσα έχω δει μέσα από τις αναμνήσεις του» της είπα ειλικρινά και άφησε ένα ειρωνικό γελάκι να της ξεφύγει.

«Πιστεύεις ότι τα λέω πάνω στην πίκρα μου;» με ρώτησε ψυχρά με το πρόσωπο της να σκληραίνει.

«Όχι δεν είναι αυτό... Ο τρόπος που τον κοίταζες...» είπα κάτω από τον αναστεναγμό μου... «Ο τρόπος που του μιλούσες... Έδειχνε να είναι όλος σου ο κόσμος αλλά αυτό τώρα μπορώ – πιστεύω – να το καταλάβω, περισσότερο όμως από αυτό, ένιωθα ότι το ίδιο ίσχυε και για εκείνον... Ακόμα και όταν ήταν μικρός όταν ήταν μακριά σου με το ζόρι κατάφερνε να πάρει μια επαρκή ανάσα, η καρδιά του πνιγόταν μέσα στο στήθος του, τα μάτια του έψαχναν με μανία να σε βρουν και όταν το έκαναν όλα άλλαζαν... Με το που σε κοιτούσε, έβρισκε ξανά την ανάσα του, η καρδιά του χτύπαγε με περισσότερη ζωντάνια και μόλις τον έκλεινες στην αγκαλιά σου ένιωθε ότι ήταν ακριβώς εκεί που άνηκε» της εξήγησα και άφησε μια βαριά ανάσα.

«Που θες να καταλήξεις Έντουαρτ;» με ρώτησε κουρασμένα και αναστέναξα.

«Έχεις σκεφτεί ποτέ ότι, ό,τι συνέβη σε σένα την στιγμή που τον κράτησες στην αγκαλιά σου συνέβη και σε εκείνον;» ρώτησα την απορία που με έπνιγε και ένιωσα ένα ξάφνιασμα από την μεριά του προγόνου μου.

~ Πραγματικά δεν σταματάς να με εκπλήσσεις ~... σχολίασε εκείνος αλλά δεν του έδωσα καμία σημασία.

«Πλέον είναι η μόνη λογική εξήγηση αλλά τότε δεν είχε λογική για μένα» παραδέχτηκε και εκείνη.

«Γιατί;» πίεσα περισσότερο.

«Υποτίθεται ότι μας συμβαίνει αφού σπάσουμε την κατάρα μας όχι πιο πριν αλλά ποιος μπορεί να το επιβεβαιώσει αυτό άλλωστε ότι ξέρουμε είναι μέσα από τις εμπειρίες μας» εξήγησε τελικά αλλά δεν είπε και τίποτα περισσότερο.

«Θα μου πεις;» ρώτησα παρακλητικά και άφησε την ανάσα της να βγει από μέσα της βαριά καθώς κοίταζε χαμηλά ενώ έδειχνε να το σκέφτεται ξανά.

«Τι θες να μάθεις;» ρώτησε τελικά.

«Θέλω απλά να καταλάβω» της είπα ειλικρινά και εκείνη κούνησε καταφατικά το κεφάλι της ενώ και πάλι σήκωνε την ματιά της κοιτώντας μακριά.

«Ήταν ένα λαμπρό παιδί - ο πιο όμορφος πίνακας που δημιούργησαν τα χέρια του θεού μας ευλογώντας τον με όλα τα καλά του κόσμου – όπως συνήθιζα να λέω...» είπε με υπερηφάνεια... «Γεννημένος ηγέτης – όλοι είχαν να λένε γι αυτό – ένας χαρισματικός βασιλιάς που όμοιο του δεν είχε ξαναδεί κανένα άλλο βασίλειο πριν από εκείνον... Το έργο του ήταν πέρα από κάθε φαντασία ανεπανάληπτο... Πήρε στα χέρια του ένα μικρό χωριουδάκι που δεν υπήρχε καν στον χάρτη – που λέει ο λόγος – και το μετέτρεψε σε μια μεγαλούπολη που όλοι είχαν να λένε για την ανάπτυξη της... Μεγάλωσε τα σύνορα μας με τις έξυπνες ιδέες του, έκανε συνθήκες με άλλα βασίλεια και κανείς δεν τολμούσε να μας αγγίξει ξανά όχι από φόβο αλλά από σεβασμό, φυσικά σε αυτό το κομμάτι όλα τα αρνητικά – αν το θες – στοιχεία του χαρακτήρα του όσο αφορούσε την ηγεσία του γινόντουσαν αυτόματα θετικά... Έδινε την ίδια του την ψυχή για τον λαό του και εκείνος τον σέβονταν και τον ακολουθούσε πιστά δίνοντας ακόμα και την ίδια του την ζωή και επιπλέον ήταν ένας πάρα πολύ καλός συγγραφέας, είναι πολύ κρίμα που δεν διασώθηκε τίποτα από όσα είχε γράψει, θα μαθαίνατε πάρα πολλά μέσα από αυτά... Προσπάθησα να τα γράψω ξανά αλλά δεν μπόρεσα...» συνέχισε με μια θλίψη να καλύπτει τα λόγια της... «Ίσως κάποια μέρα να καταφέρω να το κάνω» συμπλήρωσε.

«Είσαι πολύ υπερήφανη για εκείνον» διαπίστωσα και όλο της το πρόσωπο φώτισε ξανά με ένα νοσταλγικό χαμόγελο.

«Πως θα μπορούσα να μην είμαι, δεν απογοήτευσε κανέναν μας» επιβεβαίωσε εκείνη.

«Αλλά;» πίεσα περισσότερο και άφησε την ανάσα της να βγει βαριά από μέσα της.

«Άλλα, όσο αφορά την προσωπική του ζωή ήταν η απόλυτη καταστροφή...» είπε με μια βαριά χροιά στην φωνή της.

«Να φανταστώ ότι δεν σε άφηνε να πάρεις ανάσα;» ρώτησα και άφησε ένα γελάκι να της ξεφύγει.

«Τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής του είχα καταντήσει καγκουρό, αν δεν τον κράταγα στην αγκαλιά μου ήταν ικανός να σκάσει από το κλάμα ακόμα και το κυνήγι είχε καταντήσει αγώνας δρόμου... Μια μέρα σταμάτησε η ανάσα του από το πολύ κλάμα και καταλαβαίνεις...» εξήγησε και κατένευσα για απάντηση...

«Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα μας ήταν ο ύπνος, ότι και να κάναμε όσες φορές και να προσπαθήσαμε να τον ξεκολλήσουμε από πάνω μου εκείνος πάντα έβρισκε τον τρόπο να ξεφεύγει και να τρυπώνει στο κρεβάτι μου και μεγαλώνοντας τα προβλήματα γίνανε χειρότερα... Εκείνος δεν το καταλάβαινε αλλά εγώ είχα αρχίσει να απελπίζομαι, τα βραδινά του υγρά όνειρα ήταν ένα μαρτύριο και δεν είχα ιδέα πως να τα αντιμετωπίσω» είπε αφήνοντας ένα γελάκι.

«Και τι έκανες;» ρώτησα με περιέργεια.

«Τι περίμενες να κάνω ακριβώς;» ρώτησε πίσω με ένα πειρακτικό ύφος και ανασήκωσα τους ώμους.

«Να υποθέσω ότι τον γύριζες στο δωμάτιο του;» ρώτησα και κατένευσε.

«Αλλά εκείνος μόλις καταλάβαινε ότι δεν κοιμόταν πια μαζί μου, ξύπναγε και αργά ή γρήγορα γύριζε...» είπε κουνώντας το κεφάλι της απηυδισμένα.

«Και πως κατάφερες να τον ξεκολλήσεις;» ρώτησα με περισσότερη περιέργεια.


«Δεν τα κατάφερα...» είπε και την κοίταξα με απορία... «Από όταν ήταν μικρός ακόμα έδειχνε να έχει μια ιδιαίτερη προτίμηση στην Κατρίνα, την κοίταζε πάντα περισσότερο από όσο κοίταζε οποιαδήποτε άλλη κοπέλα και όταν εκείνη γύριζε την ματιά της προς το μέρος του η καρδιά του χτύπαγε άρρυθμα...» συνέχισε και κατένευσα καταλαβαίνοντας το που το πάει... «Πίστευα ότι αν τον παροτρύνω να την πλησιάσει ίσως αυτό θα ήταν αρκετό για να τον κάνει να δει το άλλο φύλο με άλλο μάτι πέρα από την φιλία...» είπε κάτω από τον αναστεναγμό της... «Άλλα τελικά τα έκανα σαλάτα» παραδέχτηκε και δεν μπορούσα να καταλάβω το πως.

«Δεν καταλαβαίνω το πως» παραδέχτηκα ανοιχτά και γύρισε την ματιά της προς το μέρος μου.

«Πιθανολογώ ότι σου έχει περάσει την ανάμνηση του από τα δέκατα πέμπτα γενέθλια του» είπε περιμένοντας να της το επιβεβαιώσω.

«Δεν ξέρω σε ποια αναφέρεσαι» είπα προβληματισμένος.

«Εκείνην την ημέρα του εξήγησα πως είναι τα πράγματα για μένα, τον παρότρυνα να ανοίξει τα μάτια του και να αφήσει την καρδιά του να επιλέξει για εκείνον» εξήγησε και κατάλαβα σε πια ανάμνηση αναφερόταν.

«Και εκείνος επέλεξε εσένα αλλά δεν πρόλαβε να σου το εκμυστηρευτεί, η παρουσία της Κατρίνας έκοψε την συζήτηση σας ακριβώς την στιγμή που θα σου το έλεγε» συμπλήρωσα εγώ και εκείνη κατένευσε.

«Δεν κρατήθηκε για πολύ... Το ίδιο βράδυ...» με έναν βαθύ αναστεναγμό έκοψε την φράση της στην μέση και συνέχισε... «Όλο το βράδυ ήταν δίπλα της, τους κοίταζα και ένιωθα μια ελπίδα να γεννιέται μέσα μου, πίστευα ότι για εκείνον η Κατρίνα θα γινόταν ότι ήταν εκείνος για μένα αλλά πόσο έξω είχα πέσει... Ένας πρόξενος από άλλο βασίλειο όποτε ερχόταν στο βασίλειο μας δεν έχανε ευκαιρία να δείχνει ανοιχτά το ενδιαφέρον του προς το μέρος μου αλλά φυσικά εγώ του είχα ξεκαθαρίσει την θέση μου και εκείνος το σεβόταν, όμως κάναμε καλή παρέα, πάντα περνάγαμε καλά, με έκανε να γελάω με τα αστεία του και όπως καταλαβαίνεις αυτό δεν άρεσε και πάρα πολύ στον μικρό μου πρίγκιπα...» είπε και όλα τα συναισθήματα που μου πέρασε ο πρόγονος μου το επιβεβαίωσαν...

«Σε μια στιγμή που αποτραβηχτήκαμε από την γιορτή και βγήκαμε για έναν περίπατο μόνοι μας εκείνος μας ακολούθησε...» συνέχισε και την κοίταξα με απορία.

«Πως δεν το κατάλαβες;» ρώτησα με περιέργεια και γέλασε για μια στιγμή.

«Η ακοή μου ήταν πάντα συντονισμένη με τον χτύπο της καρδιά του... Μπορούσα να τον ακούσω από χιλιόμετρα μακριά, ο πρόξενος όμως μου είχε αποσπάσει τόσο την προσοχή που δεν κατάλαβα αμέσως ότι ήταν τόσο κοντά μας όταν όμως τον είδε να με αγγίζει και ένιωσα την ταραχή του από την ξαφνική αύξηση των παλμών του και τον ανακάλυψα εκείνος δεν κρατήθηκε άλλο και προσπάθησε να με διεκδικήσει... Φαντάζεσαι το σοκ που έπαθα...» είπε και γουρλώνοντας τα μάτια μου κατένευσα προς απάντηση.

«Σαγηνεύοντας τον πρόξενο ώστε να ξεχάσει όσα έγιναν, τον τράβηξα μαζί μου και προσπάθησα να του εξηγήσω το πόσο λάθος ήταν αυτό αλλά εκείνος δεν άκουγε κουβέντα... Όσο εγώ πάλευα να του δώσω να καταλάβει ότι έχει κάνει λάθος τόσο εκείνος επέμενε για το αντίθετο... Με έφερε σε μεγάλο αδιέξοδο αλλά δεν τα παρατούσα...» συμπλήρωσε και ζάρωσα τα φρύδια μου με απορία.

«Με ποιον τρόπο;» ρώτησα και αναστενάζοντας πέρασε το χέρι της για λίγο μέσα από τα μαλλιά της καθώς διάλεγε τα επόμενα της λόγια.

«Όσο παράξενο και να φαντάζει για έναν άντρα αυτό... μια γυναίκα όταν καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να δημιουργήσει οικογένεια τότε παύει και να νιώθει γυναίκα με την όλη την σημασία της λέξης... Νιώθει ότι δεν είναι ολοκληρωμένη και ή καταλήγει να το ξεπερνά και να κοιτά την ζωή με άλλο μάτι όπως ακριβώς την κοιτά ένας άντρας ή αποφασίζει να απέχει από αυτήν» εξήγησε και την κοίταξα προβληματισμένος.

«Δηλαδή είχε δίκιο;... Στα τρακόσια χρόνια της ζωής σου δεν είχες κάποιον σύντροφο;» ρώτησα ξέπνοα και εκείνη το επιβεβαίωσε κουνώντας αρνητικά το κεφάλι της.

«Πρέπει να καταλάβεις ότι σαν λυκάνθρωποι οι ισορροπία της ψυχής μας είναι πολύ σημαντικότερη από οτιδήποτε άλλο ακόμα και από την τροφή μας... Δεν μπορούσα να ρισκάρω να την διαταράξω από την στιγμή που ήξερα ότι όποιον και να διάλεγα αργά ή γρήγορα θα τον έχανα, δεν είχε νόημα να το κάνω άλλωστε δεν το είχα ανάγκη από την στιγμή που μπορούσα να το αντικαταστήσω» είπε και το σκέφτηκα για λίγο.

«Με το κυνήγι;» ρώτησα καθώς θυμόμουν τα λόγια της μέσα από την ανάμνηση και εκείνη χαμογέλασε ενώ δάγκωσε το κάτω χείλος της με ένα πονηρό βλέμμα.

«Όλη η αδρεναλίνη, η έξαψη, η ικανοποίηση που νιώθουμε όταν κυνηγάμε...» μασούλισε λίγο περισσότερο το κάτω της χείλος και αμέσως σταμάτησα την ανάσα μου στην μέση... Καταλαβαίνοντας σοβάρεψε και συνέχισε... «Όταν μεταμορφωθείς θα καταλάβεις ακριβώς τι εννοώ»

«Θες να μου πεις ότι είναι σαν το σεξ;...» με κοίταξε ανασηκώνοντας το ένα της φρύδι... «Δεν έχει λογική» συμπλήρωσα και χαμογέλασε καταλαβαίνοντας που ακριβώς το πήγαινα.

«Είναι και πως το βλέπει κανείς ή πως θέλει να χρησιμοποιήσει τα συναισθήματα που του αποφέρει αλλά ναι είναι ακριβώς όπως και όταν κάνεις σεξ όσο περίεργο και να σου φαίνεται αυτό απλά λείπει το βασικότερο συναίσθημα, δεν σε ολοκληρώνει απόλυτα όπως σε ολοκληρώνει ο έρωτας με αυτόν που πραγματικά επιθυμείς να έχεις δίπλα σου» επιβεβαίωσε και μόλις θυμήθηκα το συναίσθημα που ένιωθε ο πρόγονος μου όταν τελείωσε με την Έλενα, κατάλαβα ακριβώς τι εννοούσε... Ναι μεν ένιωθε γεμάτος αλλά δεν ένιωθε ολοκληρωμένος ή έστω και στο ελάχιστο ικανοποιημένος και αναστέναξα.

«Και τελικά πως κατάφερες να τον μεταπείσεις;» ρώτησα ενώ ήξερα ήδη την απάντηση.

«Δεν τα κατάφερα ποτέ...» είπε αυτό που ήδη ήξερα... «Το μόνο που κατάλαβε ήταν ότι όλο μου το πρόβλημα ήταν το γεγονός ότι δεν θα μπορούσα ποτέ να του χαρίσω τον διάδοχο που εκείνος θα είχε ανάγκη... Πίστεψε ότι ο μόνος λόγος που τον αρνιόμουν ήταν ακριβώς αυτός και ότι αν έλυνε αυτό το πρόβλημα τότε θα μπορούσαμε να είμαστε μαζί...» εξήγησε κάτω από τον αναστεναγμό της και πήρα μια βαθιά ανάσα παραμένοντας σιωπηλός για να ακούσω την συνέχεια αλλά εκείνη για λίγο έγινε νευρική... «Μάλλον θα χρειαστώ κάτι πιο δυνατό από αυτό...» είπε δείχνοντας με την ματιά της προς την μπύρα μου... «Θες να φέρω κάτι και σε σένα;» ρώτησε και καθώς κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά εκείνη σηκώθηκε και χάθηκε μέσα στο σπίτι.

~ Δεν θα μάθεις ποτέ μέσα από τα λάθη σου; Γιατί προσπαθείς να τα επαναλάβεις; ~... τον ρώτησα απελπισμένα.

~ Άσ’ την να συνεχίσει και θα δεις αν είχα δίκιο ή όχι που πίστευα ότι ο μόνος λόγος ήταν ακριβώς αυτός ~... μου απάντησε εκείνος με σιγουριά και δεν ήξερα τι να σκεφτώ γι αυτό........

Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

Η αγάπη μιας γοργόνας

Η αγάπη μιας γοργόνας



Πατήστε πάνω στην λέξη "Expand" και καλή ανάγνωση

Άδεια Creative Commons
Το έργο με τίτλο Η Αγάπη Μιας Γοργόνας από τον δημιουργόΧρυσάνθη Καλαφάτη διατίθεται με την άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές .
Βασισμένο σε έργο στο http://xrysanthi-fanfictions.blogspot.gr/2012/05/blog-post_28.html.
Παροχή δικαιωμάτων πέρα από τα πλαίσια αυτής της άδειας μπορεί να είναι διαθέσιμη στοhttp://xrysanthikalafati.wix.com/mybooks#!i-agapi-mias-gorgonas/c23k2.

Η ταινία της ζωής μου

Η ταινία της ζωής μου


Πατήστε πάνω στην λέξη "Expand" και καλή ανάγνωση

Άδεια Creative Commons
Το έργο με τίτλο Η ταινία της ζωής μου από τον δημιουργόΧρυσάνθη Καλαφάτη διατίθεται με την άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές .
Βασισμένο σε έργο στο http://xrysanthi-fanfictions.blogspot.gr/2012/05/blog-post.html.
Παροχή δικαιωμάτων πέρα από τα πλαίσια αυτής της άδειας μπορεί να είναι διαθέσιμη στοhttp://xrysanthikalafati.wix.com/mybooks#!the-movie-of-my-life/cqx3.

All I want for Christmas.....


All I want for Christmas.....



Πατήστε πάνω στην λέξη "Expand" και καλή ανάγνωση

Άδεια Creative Commons
Το έργο με τίτλο All I want for Christmas..... από τον δημιουργόΧρυσάνθη Καλαφάτη 

  διατίθεται με την άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές .
Βασισμένο σε έργο στο http://xrysanthi-fanfictions.blogspot.gr/2012/05/all-i-want-for-christmas.html.
Παροχή δικαιωμάτων πέρα από τα πλαίσια αυτής της άδειας μπορεί να είναι διαθέσιμη στοhttp://xrysanthikalafati.wix.com/mybooks#!all-i-want-for-christmas/c1o34.

Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Soulmates "30. Save his soul"




Έντουαρτ

Σταματώντας το αμάξι έξω από το σπίτι της, άρπαξα το μπουφάν μου και ανοίγοντας την πόρτα μου έκανα το γύρω του αυτοκινήτου γρήγορα προς την άλλη μεριά για να την βοηθήσω να βγει.

«Πήγαινε μέσα και πάρε τους δικού σου τηλέφωνο για να μην ανησυχούν» με διέταξε εκείνη μόλις έπιασε το μπουφάν αλλά εγώ δεν άκουσα κουβέντα.

«Άσε με να σε βοηθήσω» παρακάλεσα καθώς έγειρα προς το μέρος της προσπαθώντας να περάσω το μπουφάν από τους ώμους της και εκείνη με κοίταξε νευριασμένα.

«Μην είσαι τόσο πεισματάρα πια» επέμενα εγώ πριν προλάβει να μου το αρνηθεί ξανά και κλείνοντας τα μάτια της άφησε την ανάσα της να βγει βίαια από μέσα της και τελικά κατένευσε απρόθυμα.

Μόλις κατάφερε να φορέσει το μπουφάν προσπάθησα να την βοηθήσω να βγει από το αυτοκίνητο αλλά για λίγο δίστασα... πραγματικά δεν ήξερα από που να την πιάσω, ήταν τόσο χάλια.

«Μην το σκέφτεσαι» είπε εκείνη κουρασμένα και καθώς απομάκρυνα λίγο το κορμί μου προς τα πίσω για να της αφήσω λίγο χώρο για να σηκωθεί πέρασα το χέρι μου στην μέση της και μόλις έβαλε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου την παρέσυρα μαζί μου προς τα έξω και έπνιξε ένα βογκητό πόνου.

«Θες να σε πάρω στα χέρια;» ρώτησα διστακτικά και εκείνη αμέσως κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.

Κλείνοντας την πόρτα πίσω μου, πέρασα ξανά το χέρι μου από την μέση της ενώ εκείνη το δικό της από τον αυχένα μου αλλά από τα πρώτα κιόλας βήματα κατάλαβα ότι δεν ήταν και τόσο εφικτό αυτό λόγο της διαφορά του ύψους μας και σταματώντας την κοίταξα για λίγο.

«Καλύτερα να σε πάρω στα χέρια» της είπα πιο αποφασιστικά και χωρίς να περιμένω την ανταπόκριση της το έκανα πράξη και μαγκώθηκε από πάνω μου κλείνοντας τα μάτια της σφιχτά ενώ ακουμπούσε το μέτωπο της πάνω στο στερνό μου και δεν είχα ιδέα πως κρατήθηκα εκείνην ακριβός την στιγμή για να μην της δώσω ένα φιλί πάνω στα μαλλιά της για παρηγοριά.

«Συγνώμη» μουρμούρισα αφήνοντας την ανάσα μου να βγει βαριά από μέσα μου και άρχισα να προχωρώ όσο πιο απαλά μπορούσα για να μην την πονέσω περισσότερο προς την πόρτα... Πριν προλάβω να χτυπήσω εκείνη άνοιξε απότομα και ο Στέφαν στάθηκε μπροστά μας σοκαρισμένος.

«Τι πάθατε;» ρώτησε με αγωνία και η Μπέλλα έσφιξε περισσότερο το πουκάμισο μου μέσα στην χούφτα της.

«Όχι τώρα Στέφαν» παρακάλεσε και εκείνος αμέσως μας έκανε χώρο για να περάσουμε.

«Πήγαινε την στο δωμάτιο της και βάλ’ την κάτω από το νερό... θα έρθω να σε βοηθήσω» μου είπε εκείνος κατευθείαν και καθώς κατένευσα πήγα προς την σκάλα και άρχισα να την ανεβαίνω όσο πιο γρήγορα μπορούσα.

Μπαίνοντας μέσα στο μπάνιο της την άφησα απαλά μέσα στην μπανιέρα της και την βοήθησα να βγάλει το μπουφάν μου πριν ανοίξω την βρύση.

«Δεν θα έπρεπε να είχαν επουλωθεί οι πληγές σου;» ρώτησα παραξενευμένος και με κοίταξε δύσπιστα... «Τι;» ρώτησα και ξεφύσησε.

«Το ότι είμαι λυκάνθρωπος Έντουαρτ δεν αναιρεί ότι είμαι και βρικόλακας» μου είπε εκείνη και κατένευσα.

«Σε δηλητηριάζει το δάγκωμα τους όπως οποιονδήποτε άλλον βρικόλακα λόγο της κατάρας» είπα δυνατά την διαπίστωση μου και εκείνη έβαλε το χέρι της πάνω στην βρύση και την άνοιξε καθώς απαντούσε.

«Ακριβώς»

«Πήγαινε στο δωμάτιο μου να πλυθείς και εσύ και θα την βοηθήσω εγώ...» άκουσα τον Στέφαν πίσω μου και γύρισα την ματιά μου ξαφνιασμένος προς το μέρος του... «Έχεις χτυπήσει πουθενά;» συνέχισε εκείνος και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.

«Όχι είμαι καλά» είπα ηττημένα και καθώς σηκώθηκα έκανα αυτό που μου είχε πει ενώ εκείνος πλησιάζοντας μας, έτεινε το ένα από τα δύο σακουλάκια με αίμα που κρατούσε στο χέρι του προς την Μπέλλα.


Μπαίνοντας στο μπάνιο του Στέφαν, πλησίασα τον νιπτήρα και μόλις άνοιξα την βρύση η ματιά μου έπεσε στα ματωμένα μου χέρια και έμεινε εκεί χωρίς να είναι ικανή να στραφεί πουθενά αλλού... Άξαφνα ένιωσα μια τεράστια επιθυμία να το γευτώ και αυτόματα το μυαλό μου άρχισε και πάλι να δουλεύει πυρετωδώς... Από περιέργεια έφερα το ένα μου χέρι κοντά στην μύτη μου και καθώς το μύρισα η επιθυμία μου έγινε ακόμα πιο ισχυρή ενώ ένιωθα τον πρόγονο μου να σαστίζει για λίγο.

~ Μπορείς να βγάλεις επιτέλους όλο αυτό το αίμα από πάνω σου; ~... ρώτησε ο πρόγονος μου νευριασμένα και κάρφωσα την ματιά μου στο είδωλο μου στο καθρέφτη σοκαρισμένος με την διαπίστωση που μόλις είχα κάνει.

«Το αίμα της ήταν αυτό που σε κρατούσε ζωντανό...» είπα δυνατά την διαπίστωση μου και εκείνος έγινε χειρότερος.

~ Πόσο ηλίθιος παίζει να είσαι; ~... ρώτησε εκείνος εκνευρισμένα αλλά δεν του έδωσα καμία σημασία.

«Όχι το αίμα της, το αίμα των βρικολάκων» συνέχισα εγώ πιο κατηγορηματικά και ακούγοντας την πόρτα να ανοίγει διάπλατα με δύναμη γύρισα ξαφνιασμένος την ματιά της προς το μέρος της και είδα την Μπέλλα με μια πετσέτα περασμένη γύρω από το σώμα της να στέκεται στο κατώφλι με τα μαλλιά της υγρά να στάζουν στο πάτωμα ενώ η ματιά της ήταν τόσο σκληρή που με έκανε για λίγο να τα χάσω.

«Το αίμα που έχεις στο υπόγειο δεν είναι ανθρώπινο, έτσι δεν είναι;» ρώτησα αμέσως την απορία μου πριν τα χάσω τελείως και εκείνη ανασήκωσε το ένα της φρύδι με μια δόση ειρωνείας στα χαρακτηριστικά της.

«Έχει και από τα δύο αλλά αυτό που διάλεξες εσύ ήταν από βρικόλακα» μου επιβεβαίωσε εκείνη και κατένευσα ενώ κατάλαβα ότι και η ίδια το ήξερε ήδη απλά τώρα έπαιρνε την επιβεβαίωση της.

«Πόσο καιρό;» ρώτησε ψυχρά και ζάρωσα τα μάτια μου με απορία.

~ Από την ημέρα που έχασα την Αλίσια ~... απάντησε ο πρόγονος μου και καταλαβαίνοντας ότι απευθύνεται σε εκείνον παρέμεινα σιωπηλός.

«Πως;» συνέχισε τις απορίες της.

~ Κατά τύχη ~... απάντησε εκείνος και πάλι και καθώς η Μπέλλα κατένευσε κοίταξε για λίγο μακριά πριν συνεχίσει με απογοήτευση να καλύπτει τα χαρακτηριστικά της.

«Και δεν κατάλαβες το πόσο αυτό σε διέφθειρε; Δεν καταλάβαινες την διαφορά;...» τον ρώτησε με πόνο στην φωνή της αγανακτισμένα ενώ με κοίταζε σκληρά.

~ Με κράταγε δυνατό, πίστευα ότι με αυτό θα μπορούσαμε να τους νικήσουμε ~... της γύρισε εκείνος με νεύρο πεισματικά.

«Κάνε γρήγορα και κατέβα κάτω...» απευθύνθηκε σε μένα χωρίς να ακούσει λέξη από όσα της είπε εκείνος δείχνοντας με την ματιά της την μπανιέρα... «Θα καλέσω τους δικούς σου αλλά σίγουρα θα θελήσουν να μιλήσουν και προσωπικά μαζί σου» συνέχισε και έφυγε κλείνοντας την πόρτα πίσω της χωρίς να με κοιτάξει ξανά ενώ εγώ κατένευσα μηχανικά.

Καθαρίζοντας το σώμα μου από το αίμα και το χώμα που είχαν γίνει πλέον ένα με το δέρμα μου ένιωθα ότι κάτι δεν μου κόλλαγε και με την σκέψη μου τον ρώτησα την απορία μου ελπίζοντας να μην είναι τόσο νευριασμένος μαζί μου ώστε να μου απαντήσει.

~ Δεν μπορώ να καταλάβω, αφού είχες βρει τον τρόπο να παρατείνεις την ζωή σου γιατί θέλησες να γίνεις και βρικόλακας; ~... τον ρώτησα και για λίγο επικράτησε σιωπή.

~ Δεν ήθελα να γίνω βρικόλακας ~... είπε τελικά και μπερδεύτηκα περισσότερο.

~ Τότε... ~

~ Ήταν ένα ηλίθιο ατύχημα εντάξει; ~... απάντησε αμέσως νευριασμένος διακόπτοντας με και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την άφησα βαριά να βγει από μέσα μου χωρίς να συμπληρώσω κάτι άλλο και προς μεγάλη μου έκπληξη εκείνος συνέχισε...

~ Απείχα αρκετό καιρό από αυτήν την διατροφή για να μπορέσω να την πείσω ότι η μέρες μου ήταν μετρημένες ώστε να καταφέρω να την κάνω να δεχτεί να με παντρευτεί σαν τελευταία μου επιθυμία ~... είπε και γούρλωσα τα μάτια μου σοκαρισμένος...

~ Όταν οι δικοί της μας χτύπησαν ήμουν πολύ αδύναμος και όταν κατάλαβα ότι δεν είχα άλλη επιλογή ζήτησα από τον αδελφό της να με πάει σε ένα ασφαλές μέρος μακριά από όλα τα άγρυπνα βλέμματα τους για να μην καταλάβει κανείς το μυστικό μου αλλά ήμουν πολύ βαριά τραυματισμένος για να έχω χρόνο να του εξηγήσω τι ήθελα από εκείνον... Όταν άρχισα να πίνω το αίμα του εκείνος τα έχασε και με έσπρωξε μακριά του, έπεσα προς τα πίσω, έσπασα τον αυχένα μου και τα υπόλοιπα τα ξέρεις ~... συνέχισε εκείνος και δεν ήξερα τι να σκεφτώ γι αυτό.

~ Αυτό είναι πολύ λυπηρό ~... σκέφτηκα με πόνο και ένιωσα να ξαφνιάζετε.

~ Εσύ λυπάσαι εμένα; ~... ρώτησε ρητορικά αλλά δεν του απάντησα.

~ Τι εννοούσε ότι το αίμα τους σε διέφθειρε; ~... ρώτησα την επόμενη μου απορία με περισσότερο θάρρος.

~ Όταν ξεγελάς την φύση εκείνη πάντα βρίσκει τρόπο να σε εκδικείται ~... είπε με έναν σκληρό τόνο στην φωνή του...

~ Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τις συνέπειες, οι μάγισσες λένε ότι γίνεται για να επανέρθει η ισορροπία ~... συνέχισε και επαναφέροντας στην μνήμη μου τα όσα είχα δει μέσα από τις αναμνήσεις του που εγώ θεωρούσα ότι ήταν φαντασιώσεις κατάλαβα ακριβώς τι εννοούσε.

~ Ήσουν σαν και εμένα ~... είπα αφήνοντας ένα γελάκι να μου ξεφύγει...

~ Αυτό είδε σε σένα, αυτό την κάνει τώρα να μην μπορεί να με σκοτώσει γιατί μέσα σε μένα βλέπει αυτό που ήσουν, αυτό που θα ήθελε να συνεχίσεις να είσαι, αυτό που τελικά την έκανε να αποτραβηχτεί από σένα γιατί την απογοήτευσες ~... του είπα την διαπίστωση μου αλλά εκείνος δεν απάντησε και γέλασα πιο δυνατά.

~ Έχω δίκιο έτσι δεν είναι; Γι αυτό δεν απαντάς! ~... συνέχισα πιο δυναμικά και τον ένιωσα να νευριάζει περισσότερο.

~ Νομίζεις ~... απάντησε μόνο με δηλητήριο στην φωνή του και ένιωσα τόση ικανοποίηση που με έκανε να μην ξέρω πως να πανηγυρίσω.

~ Θα τελειώνεις καμία φορά με αυτό το ντουζ; ~... συνέχισε εκνευρισμένα και αυτό με έκανε να σκεφτώ κάτι περισσότερο.

~ Δεν αντέχεις μακριά της ~... είπα την διαπίστωση μου και αυτό μου έφερε μια περίεργη θλίψη κάνοντας με αυτόματα να σοβαρέψω και ξεβγάζοντας γρήγορα το σώμα μου, άρπαξα μια πετσέτα από δίπλα μου, στέγνωσα το κορμί μου και τα μαλλιά μου όπως όπως, την τύλιξα γύρω από το κορμί μου και πήγα προς την κρεβατοκάμαρα... Φόρεσα την φόρμα που βρήκα να είναι αφημένη πάνω στο κρεβάτι και με πιο αποφασιστικά βήματα κατέβηκα να την βρω.

«Πάρε τηλέφωνο στο σπίτι σου» μου είπε κατευθείαν μόλις με άκουσε να πλησιάζω προς το μέρος όπου εκείνη καθόταν μπροστά από το τζάκι της σκαλίζοντας την φωτιά χωρίς να γυρίζει την ματιά της προς το μέρος μου και αφήνοντας την ανάσα μου να βγει βαριά πήρα το τηλέφωνο πάνω από το τραπεζάκι που το είχε αφήσει και καθώς έκατσα στον καναπέ, πληκτρολόγησα το νούμερο και το έβαλα στο αυτί μου περιμένοντας να απαντήσουν.

«Ναι... Έντουαρτ;» άκουσα την αγχωμένη φωνή της μητέρας μου να απαντά και αυτόματα έτριψα τα μάτια μου με μανία.

«Ναι μαμά εγώ είμαι» της απάντησα σταθερά και την άκουσα να παίρνει μια ανακουφιστική ανάσα.

«Είσαι καλά αγόρι μου; Έπαθες τίποτα;» ρώταγε ακατάπαυστα και πήρα μια βαθιά ανάσα.

«Μαμά ηρέμησε σε παρακαλώ, είμαι μια χαρά» της είπα παρακλητικά και εκείνη αμέσως φρέναρε.

«Μην μου το ξανακάνεις αυτό σε παρακαλώ» παρακάλεσε εκείνη με σπασμένη φωνή και αφού της το υποσχέθηκα και μιλήσαμε λίγο ακόμα τελικά κατάφερα να το κλείσω με τα χείλια ζόρια.

«Η μητέρα μου, μου είπε ότι τα κοιμηθώ εδώ;» ρώτησα δύσπιστα και εκείνη γύρισε την ματιά της προς το μέρος μου.

«Δεν θα σταματήσουν μέχρι να καταφέρουν να σε πάρουν» δήλωσε το προφανές και κατένευσα.

Γυρίζοντας την ματιά της ξανά προς το τζάκι δεν είπε τίποτα άλλο και όλη αυτή η σιωπή με έκανε νευρικό, δεν μπορούσα να καταλάβω αν τα είχε βάλει μαζί μου και αυτό με τρέλαινε περισσότερο.

«Αν είσαι κουρασμένος μπορείς να πας να ξαπλώσεις» μου είπε με μια αδιάφορη φωνή σαν να μην την ένοιαζε ιδιαίτερα το θέμα και αναστέναξα.

«Συγνώμη που εξαιτίας μου...» προσπάθησα αλλά η ματιά της μου έκοψε την φόρα.

«Ήταν πολύ γενναίο αυτό που έκανες αλλά την επόμενη φορά σκέψου πρώτα προστατέψεις τον εαυτό σου και μετά εμένα» μου είπε σκληρά και μαγκώθηκα.

«Τι άλλο να έκανα, θα με έπαιρνε μαζί του» είπα προς υπεράσπιση μου.

«Και αργά ή γρήγορα θα σε έβρισκα» μου απάντησε με μια δόση κατηγορίας σαν να έπρεπε να το ήξερα ήδη αυτό και δεν ήξερα τι άλλο να πω για να υπερασπιστώ τον εαυτό μου χωρίς να προδώσω αυτό που ήδη ήξερα από όσα μου είχε πει ο πρόγονος μου.

«Τέλος πάντων πάει τελείωσε τώρα, πήγαινε να ξεκουραστείς» σχεδόν με διέταξε αλλά εγώ δεν έκανα καμία κίνηση να φύγω.

«Και εσύ;» ρώτησα και με κοίταξε με μια απελπισμένη γκριμάτσα.

«Κάνε μου την χάρη Έντουαρτ» είπε αγανακτισμένα και τα παράτησα, πως μπορούσα να της το αρνηθώ, φαινόταν από μίλια μακριά ότι ήταν κομμάτια.

Καθώς σηκώθηκα και άρχισα να προχωρώ προς την σκάλα εκείνη με σταμάτησε.

«Σε ευχαριστώ» είπε τελικά και γυρίζοντας την ματιά μου προς το μέρος της χαμογέλασα προς απάντηση της αλλά εκείνη δεν είπε τίποτα άλλο και κατάλαβα ότι ήταν ώρα να αποχωρίσω.

Ξαπλώνοντας στο κρεβάτι που είχα κοιμηθεί και εχθές, έκλεισα τα μάτια μου σε μια απελπισμένη προσπάθεια να κοιμηθώ αλλά αυτό δεν ήταν και τόσο εφικτό, πως θα μπορούσε άλλωστε με όλα όσα είχαν συμβεί και όσα είχα μάθει.

Ανοίγοντας τα μάτια μου έβαλα το χέρι μου να ακουμπήσει πάνω στο μέτωπο μου και κοιτώντας το ταβάνι έκανα την πιο σημαντική ερώτηση που μου τριβέλιζε το μυαλό.

~ Τι μπορεί να τους σκοτώσει; ~... ρώτησα αλλά δεν πήρα καμία απάντηση...

~ Νόμιζα ότι ήθελες την βοήθεια μου ~... προσπάθησα ξανά και τελικά τα παράτησε.

~ Θυμήσου τι έπαθε το χέρι της όταν ήρθε σε επαφή με το αίμα σου και θα καταλάβεις το πως ~... μου απάντησε εκείνος και γούρλωσα τα μάτια μου με έκπληξη.

~ Το αίμα μου είναι η απάντηση; ~... ρώτησα με δυσπιστία.

~ Το αίμα μας ~... τόνισε και αναστέναξα βαριά.

~ Και πως δεν το κατάλαβε και εκείνη; ~... ρώτησα με απορία χωρίς πραγματικά να πιστέψω πως θα μπορούσε να ήταν αυτό δυνατόν.

~ Δεν την ξάφνιασε το κάψιμο άρα πιθανολογώ ότι σε ποτίζει με ιεροβότανο γι αυτό και δεν κατάλαβε την διαφορά ~... απάντησε εκείνος απλά και ξαφνιάστηκα τελείως.

~ Θα μπορούσε να την είχε σκοτώσει και δεν έκανες κάτι να την σταματήσεις; ~... ρώτησα με αγωνία και εκείνος άφησε ένα γελάκι.

~ Δεν είναι τόσο ισχυρό ακόμα ώστε να την σκοτώσει, όταν γίνουμε όμως ένα ~... είπε με υπονοούμενο και αυτό με προβλημάτισε περισσότερο.

Ανασηκώνοντας το σώμα μου έκλεισα το στόμα μου με το χέρι μου κοιτώντας μακριά μέσα στο μισοσκόταδο καθώς το επεξεργαζόμουνα και πριν προλάβω να το συνειδητοποιήσω και εγώ ο ίδιος συνέχισα με μια περίεργη υποψία να με βασανίζει.

~ Γιατί είναι τόσο σημαντικό για σένα να σε συγχωρέσει; ~... τον ρώτησα κατηγορηματικά αλλά εκείνος δεν μου απάντησε.

~ Αν θες να δεχτώ κάτι τέτοιο θα πρέπει να έχω έναν καλό λόγο για να σε αφήσω να το κάνεις ~... του είπα πιο σκληρά.

~ Έκανα πολλά λάθη εν ζωή, λάθη που επιβαρύνουν την ψυχή μου και δεν πρόκειται να αναπαυθεί αν δεν με συγχωρέσει εκείνη ~... απάντησε τελικά και αναστέναξα.

~ Και τι θα συμβεί αν δεν το δεχτώ; ~... συνέχισα εγώ.

~ Τότε θα αναγκαστώ να περιμένω τον επόμενο σωσία αλλά αν φύγει πριν από μένα δεν πρόκειται να αναπαυθεί η ψυχή μου ποτέ ~... απάντησε εκείνος και η καρδιά μου αμέσως σφίχτηκε.

~ Τι σκοπεύεις να κάνεις; ~... ρώτησα και ένιωσα μια ικανοποίηση από μέρους του.

~ Για αρχή θα βεβαιωθώ ότι δεν πρόκειται να χάσει την ζωή της, μετά θα αυτοσχεδιάσω ~... είπα απλά αλλά δεν με ξεγέλασε, ήδη είχε καταστρώσει τα σχέδια του που σίγουρα ήταν εναντίων μου.

~ Πως; ~... πίεσα περισσότερο.

~ Το Evenstar είναι άχρηστο αν δεν το φοράει, οπότε θα χρειαστεί να το πάρουμε πίσω για να ενισχύσουμε τα μάγια του ~... δήλωσε και κατένευσα προς απάντηση.

~ Θα βρούμε τον τρόπο ~... του επιβεβαίωσα εγώ και η ικανοποίηση του έγινε πιο ισχυρή.

~ Δηλαδή αυτό σημαίνει ότι έχω την έγκριση σου να προχωρήσω; ~... με ρώτησε και σταμάτησα την ανάσα μου από το ξάφνιασμα.

~ Γι αυτό χάνεις την δύναμη σου ~... διαπίστωσα και εκείνος γέλασε.

~ Είσαι τόσο έξυπνος που πραγματικά με ξαφνιάζεις ώρες, ώρες που το παίζεις τόσο χαζός ~... επιβεβαίωσε εκείνος.

~ Ξέρεις ότι τώρα βρήκα το αδύναμο σου σημείο ~... του γύρισα τα λόγια του με ικανοποίηση και εκείνος άρχισε πάλι να νευριάζει.

~ Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορώ και πάλι να σε κυριεύω μόλις βρω την ευκαιρία ~... μου χτύπησε και εκείνος με την σειρά του και νευριασμένα πέταξα την κουβέρτα από πάνω μου και άρχισα να κατεβαίνω προς τα κάτω χωρίς πραγματικά να ξέρω τι ήθελα να κάνω.

~ Αν σκοπεύεις να μου την φέρεις θα σε κάνω να το μετανιώσεις ~... με απείλησε σκληρά και κόντεψα να ουρλιάξω.

~ Σάλτα πηδήξου μαλάκα, δεν φτάνουν όσα έκανες με απειλείς και από πάνω; ~... του είπα εγώ εκνευρισμένα και μπαίνοντας μέσα στην κουζίνα άνοιξα το ψυγείο και άρχισα να το κοιτώ χωρίς να ξέρω τι ήταν αυτό που πραγματικά έψαχνα.

Μόλις η ματιά μου έπεσε πάνω στα μπουκάλια της μπύρας, άρπαξα μια και κλείνοντας το ψυγείο με το πόδι μου, την άνοιξα και ήπια μια γερή γουλιά... Καθώς η ματιά μου χαμήλωσε ξανά, έπεσε πάνω στο τραπέζι και βλέποντας το πακέτο με τα τσιγάρα δεν το σκέφτηκα, έσβησα την απόσταση με δύο δρασκελιές και παίρνοντας το μαζί με τον αναπτήρα στο χέρι άνοιξα την πόρτα και βγήκα έξω για να πάρω λίγο καθαρό αέρα ελπίζοντας αυτό να βοηθούσε να ξεκαθαρίσει λίγο τις σκέψεις μου.

Καθώς έκατσα στα σκαλιά, άφησα την μπύρα που κρατούσα στο ξύλινο δάπεδο και ανάβοντας ένα τσιγάρο κράτησα τον καπνό κλείνοντας τα μάτια μου σφιχτά και παρέμεινα έτσι μέχρι που ένιωσα κάτι να με αγκαλιάζει.

Γυρίζοντας την ματιά μου ξαφνιασμένη προς τα πίσω είδα την Μπέλλα να καλύπτει τους ώμους μου με μια κουβέρτα και αφήνοντας τον καπνό να βγει από μέσα μου βεβιασμένα πήρα μια ανακουφιστική ανάσα.

«Είσαι καλά;» ρώτησε με αγωνία στην φωνή της και αμέσως κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά καθώς απέφευγα την ματιά της.

«Θες να το συζητήσεις;» ρώτησε πιο απαλά αλλά δεν της απάντησα αμέσως... Παίρνοντας μια βαθιά τζούρα από το τσιγάρο κοίταξα μακριά και τελικά ξεφούρνισα την απορία μου χωρίς να αντέχω άλλο.

«Πως τον άντεχες;» ρώτησα αγανακτισμένα πιάνοντας το κεφάλι μου και την άκουσα που άφησε ένα γελάκι να της ξεφύγει και την κοίταξα με απορία.

«Σε έχει τρελάνει ήδη;» ρώτησε ρητορικά ενώ κούναγε το κεφάλι της απηυδισμένα καθώς καθόταν δίπλα μου και άφησα την ανάσα μου να βγει βαριά.

«Δεν έχεις ιδέα πόσο».........

Παρασκευή 25 Μαΐου 2012

Soulmates "29. Φαντάσματα του παρελθόντος"






Έντουαρτ

«Είναι πολύ δύσκολο να μπορέσεις να ελέγξεις όλα τα επιπλέον ένστικτα σου με την μεγάλη πανσέληνο να πλησιάζει...» άκουσα μια βαθιά άγνωστη σε μένα φωνή και έκοψα την ανάσα μου στην μέση καθώς πάγωσα, την στιγμή που ένιωσα το χέρι του να ακουμπά τον ώμο μου... «Άλλα δεν είσαι μόνος Έντουαρτ μην το ξεχνάς... είμαστε εδώ για να σε βοηθήσουμε» συνέχισε και η καρδιά μου σταμάτησε να χτυπά.

Γυρίζοντας αργά προς το μέρος του η έκπληξη που με περίμενε ήταν αρκετά σοκαριστική.

«Παππού;» ρώτησα γουρλώνοντας τα μάτια μου από την έκπληξη και εκείνος μου χαμογέλασε απαλά.

«Δεν φαντάζεσαι πόσο χαίρομαι που σε γνωρίζω επιτέλους από κοντά» επιβεβαίωσε εκείνος και δεν ήξερα τι να σκεφτώ γι αυτό.

«Δεν καταλαβαίνω... Μα πως;» είπα μπερδεμένος και εκείνος μου χτύπησε τον ώμο μου απαλά.

«Έχουμε πολλά να πούμε οι δύο μας» απάντησε μόνο και κρατώντας με γερά από τον ώμο άρχισε να με παρασέρνει μαζί του.

«Ένα λεπτό...» τον σταμάτησα εγώ και εκείνος γύρισε προς την μεριά μου... «Που με πας;» ρώτησα με την καρδιά μου να χτυπάει σαν ταμπούρλο ενώ το ένστικτο μου, μου έλεγε να μην τον εμπιστευτώ το ίδιο και ο πρόγονος μου.

«Θα δεις» είπε μόνο και συνέχισε πιο επίμονα να με σέρνει στην κυριολεξία μαζί του.

«Δεν πάω πουθενά μαζί σου... Δεν σε ξέρω καν... Εσύ δεν υποτίθεται ότι είσαι νεκρός;» έλεγα ακατάπαυστα ενώ πάλευα να ξεφύγω από το σφιχτό του κράτημα μάταια και εκείνος γέλασε χαιρέκακα και με έκανε να τρομοκρατηθώ περισσότερο.

~ Βοήθησε μεεεε ~... πέρασα με την σκέψη μου στο πρόγονο μου απελπισμένα.

~ Συγνώμη μικρέ αλλά είσαι μόνος σε αυτό, δεν έχω άλλη δύναμη ~... με ενημέρωσε εκείνος και τα έπαιξα τελείως.

~ Μα πόσο μαλάκας παίζει να είσαι πια; Ήξερες ότι η δύναμη σου μειώνεται και την διοχέτευσες για να κάνεις απόγονο αντί να την κρατήσεις για να μας γλυτώσεις από κάποια απειλή; ~... ρώτησα ρητορικά ενώ ταυτόχρονα πάλευα ακόμα περισσότερο μόλις είδα το αυτοκίνητο μπροστά μου που εκείνος έβγαζε τον συναγερμό ξεκλειδώνοντας το.

«Άφησε μεεε...» απαίτησα ενώ κράταγα αντίσταση καθώς τα πόδια μου σήκωναν το χώμα από την απελπισμένη μου προσπάθεια... «Δεν πάω πουθενά μαζί σου» φώναξα και εκείνος γύρισε την ματιά του προς το μέρος μου σκληρή και χέστηκα απάνω μου... Αν νόμιζα ότι ο πατέρας μου είναι ένα άκαρδο τέρας αυτός σίγουρα είναι χίλιες φορές χειρότερος.

«Άκου να σου πω νεαρέ, εδώ κουμάντο κάνω μόνο εγώ γι αυτό ή έρχεσαι με το καλό ή...»

«Ή βλέπεις και την άλλη όψη του νομίσματος» συμπλήρωσε η Μπέλλα και μόλις γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της πήρα μια ανάσα ελπίδας.

«Κουίν Ίζαμπελ...» είπε με δηλητήριο στην φωνή του... «Τιμή μου...» συνέχισε με ειρωνεία ενώ έκανε υπόκλιση με μια κίνηση του κεφαλιού του... «Δεν ξαφνιάζομαι που σε βλέπω εδώ»

«Εγώ πάλι δεν μπορώ να πω το ίδιο και για σένα... Δεν ψόφησες ακόμα εσύ;» τον ρώτησε εκείνη και τους κοίταξα με περιέργεια και τους δύο.

«Γνωρίζεστε;» ρώτησα αφελέστατα αλλά κανείς από τους δύο τους δεν μου έδωσε καμία σημασία.

«Τώρα άφησε τον πριν σε στείλω εκεί που έπρεπε να είσαι ήδη» του είπε εκείνη αμείλικτα με τα χαρακτηριστικά της να σκληραίνουν αλλά ο παππούς μου δεν μάσησε μια.

«Ο μικρός ανήκει σε μας, δεν έχεις κανένα δικαίωμα απάνω του» δήλωσε εκείνος το ίδιο αμείλικτα με τα δόντια του να κροταλίζουν καθώς το πρόσωπο του σκλήραινε με το χρώμα των ματιών του να αλλάζει σε έναν πιο χρυσαφή τόνο ενώ το χέρι του που ήταν ακόμα πάνω στο μπράτσο μου να σφίγγει περισσότερο σε σημείο να με πονάει αφόρητα και κάνοντας μια γκριμάτσα πόνου προσπάθησα να το απομακρύνω από πάνω μου μάταια.

«Άφησε τον τώρα, μην με κάνεις να το επαναλάβω» του απάντησε η Μπέλλα αντιγράφοντας την έκφραση του καθώς και τα δικά της μάτια άρχισαν να αλλάζουν χρώμα γυαλίζοντας επικίνδυνα και δεν ήξερα τι να κάνω... Η καρδιά μου άρχισε να αυξάνει τους παλμούς της επικίνδυνα ενώ όλο μου το σώμα άρχισε να τρέμει σοκαρισμένο.

~ Μείνε ψύχραιμος και ότι και να πει παίξ’ το ανήξερος ~... μου πέρασε η Μπέλλα με την σκέψη της καθώς ταυτόχρονα εξέφραζε δυνατά.

«ΤΩΡΑ» και έμεινα σοκαρισμένος να την κοιτώ... Πως στο καλό το έκανε αυτό;

«Δεν θα σε αφήσω να εκπληρώσεις τα μεγάλα σου σχέδια, ο μικρός ανήκει σε μας» της είπε απειλητικά ενώ ταυτόχρονα με έσυρε με μια γρήγορη κίνηση και με έβαλε πίσω από την πλάτη του.

«Ποια μεγάλα σχέδια;» πετάχτηκα εγώ και εκείνος χωρίς να γυρίζει την ματιά του προς το μέρος μου συνέχισε.

«Αν νομίζεις ότι σε κρατάει ακόμα ζωντανό από ψυχικό είσαι βαθιά νυχτωμένος» μου απάντησε εκείνος χωρίς να αποχωρίζετε την ματιά της με δηλητήριο στην φωνή του.

«Τότε γιατί;» ρώτησα εγώ ασθμαίνοντας κοιτώντας την μπερδεμένος και εκείνη πέταξε ένα ειρωνικό γελάκι.

«Γιατί θέλει να αναστήσει τον πρίγκιπα της» δήλωσε ο παππούς μου και δεν είχα ιδέα πως κρατήθηκα να μην γελάσω και εγώ.

«Ποιον πρίγκιπα;» είπα αυτόματα για να μην προδοθώ συνεχίζοντας την παράσταση αλλά πριν μου απαντήσει ο παππούς μου εκείνη πήρε και πάλι τον λόγο ενώ τον κοίταζε προβληματισμένη.

«Μιας και που τον ανέφερες... Αν θυμάμαι καλά πρέπει να πλησιάζεις τα χρόνια του και αν κρίνω από την καρδιά σου και την όψη σου...» συνέχιζε καθώς τον κοίταζε από πάνω μέχρι κάτω... «Δεν φαίνεται να σε επηρεάζουν και τόσο... Μήπως γνωρίζεις κάτι που μου διαφεύγει;» τον ρώτησε σκληρά ενώ έκανε ένα βήμα να μας πλησιάσει.

«Μείνε εκεί που είσαι...» προειδοποίησε.

«Αλλιώς τι;...» τον ρώτησε... «Νομίζεις ότι τα 193 χρόνια δύναμης σου είναι αρκετά για να τα βάλεις μαζί μου;... Μπροστά μου Ιλινόη είσαι ακόμα κουτάβι γι αυτό παρέδωσε τον μου τώρα και τράβα στον γιόκα σου να τον νταντέψεις» του γύρισε εκείνη με δηλητήριο και έχασα την γη κάτω από τα πόδια μου... Πόσο είναι;

«Σε προειδοποιώ δεν είμαι μόνος γι αυτό παράτα τα τώρα πριν σε κάνουμε να μην ξέρεις από που σου ήρθε» εκείνος την απείλησε και η Μπέλλα άρχισε να γελάει σατανικά.

«Αν τολμήσετε να τα βάλετε μαζί μου, δεν πρόκειται να δείτε το επόμενο πρωινό» του γύρισε το ίδιο απειλητικά και εκείνη και ο πρόγονος μου άρχισε να γίνετε νευρικός.

~ Ίζαμπελ πάρ’ τον διπλωματικά από τα χέρια του ~... τον άκουσα να λέει και αυτό για λίγο με τάραξε.

~ Μμμμ ξέρεις κάτι που δεν ξέρω εγώ μικρέ πρίγκιπα; ~... τον ρώτησε ρητορικά και χωρίς να περιμένει απάντηση συνέχισε... ~ Διοχέτευσε όλη την δύναμη σου στον μικρό και πάρ’ τον από εδώ μόλις σου πω ~... απαίτησε νευριασμένα και ο πρόγονος μου έγινε ακόμα πιο νευρικός.

~Ίζαμπελ ~... προσπάθησε να την λογικεύσει αλλά εκείνη δεν άκουγε.

Ο παππούς μου κατά την διάρκεια της συνομιλίας τους έκανε ένα περίεργο σφύριγμα χωρίς να συμπληρώσει κάτι άλλο στα λόγια της και από του πουθενά ξαφνικά εμφανιστήκαν πέντε λύκοι πιο μεγαλόσωμοι από τους φυσιολογικούς λύκους με τα δόντια τους ξεγυμνωμένα με μάτια να λαμπιρίζουν απαλειπτικά στο χρώμα του χρυσού με τις τρίχες τους να είναι ανασηκωμένες ενώ τα νύχια τους γδέρνανε το έδαφος και τα χρειάστηκα για τα καλά.

Από αντίδραση έπιασα το μπράτσο του παππού μου με το ελεύθερο χέρι μου κοιτώντας τους τρομοκρατημένος αλλά εκείνος δεν μου έδωσε καμία σημασία.

«Τελευταία ευκαιρία Ίζαμπελ» της είπε εκείνος σκληρά και η Μπέλλα άρχισε να γελάει δύσπιστα.

«Πραγματικά πιστεύεις ότι τα κουτάβια σου είναι ικανά να με σταματήσουν;» ρώτησε χωρίς να το πιστεύει και η ίδια.

«Είναι ικανά να σε ξεσκίσουν» της γύρισε εκείνος με δηλητήριο και δίνοντας το σύνθημα εκείνοι άρχισαν να τρέχουν προς τα πάνω της ενώ ο παππούς μου χωρίς να ρίξει άλλο ένα βλέφαρο προς το μέρος της άρχισε πάλι να με σέρνει προς το αμάξι και εγώ δεν ήξερα τι να κάνω.

Κοιτώντας προς το μέρος της, την είδα να παίρνει θέση εφόρμησης περιμένοντας τους και κοιτώντας τους αμείλικτα χωρίς να αλλάζει μορφή ενώ τα μάτια της ήταν ακόμα πιο χρυσαφή από πριν.

~ Ίζαμπελ μην τα βάζεις μαζί τους ~... φώναξε μέσα στην σκέψη μου ο πρόγονος μου την στιγμή που ο παππούς μου με έβαζε στο αυτοκίνητο.

«Μην τολμήσεις να το κουνήσεις από εδώ γιατί θα είναι μια μάταιη προσπάθεια» μου είπε με ειρωνεία στην φωνή του ο παππούς μου κλείνοντας την πόρτα στα μούτρα μου και εγώ γύρισα την ματιά μου προς την Μπέλλα την στιγμή που άκουσα την φωνή της μέσα στην σκέψη μου και έμεινα σοκαρισμένος να την κοιτώ.

~ Τώρα ~... μας φώναξε εκείνη μέσα στην σκέψη μου ενώ πάλευε και με τους πέντε ταυτόχρονα.

Τα ρούχα της είχαν γίνει ήδη σχεδόν παρελθόν, το σώμα της ήταν ματωμένο, ενώ το πιο περίεργο από όλα ήταν ότι αντί να τους αντιμετωπίζει στα ίσια εκείνη απλά προσπαθούσε να τους απωθήσει.

~ Δεν έχω την δύναμη ~... της απάντησε εκείνος και βγάζοντας μια κραυγή από τα βάθη της ψυχής της το βλέμμα της έγινε δολοφονικό και καθώς πέρασε πάνω από το σώμα ενός λύκου το σώμα της παραμορφώθηκε... Τα ρούχα της έπεσαν στο έδαφος, το δέρμα της γέμισε όλο με ένα καφετή κόκκινο τρίχωμα ενώ το πρόσωπο της έμοιαζε καθαρά με πρόσωπο λύκου και μόλις τα πόδια της πάτησαν το χώμα εκείνη για λίγο στάθηκε στα τέσσερα κοιτώντας τους απειλητικά παραμένοντας έτσι χωρίς να μεταμορφώνετε σε λύκο με τα δόντια της ξεγυμνωμένα.


Ο παππούς μου όλη αυτήν την ώρα περίμενε υπομονετικά δίπλα από την πόρτα του οδηγού κοιτώντας τους χωρίς να την ανοίγει αλλά μόλις την είδε να μεταμορφώνετε την άνοιξε και με ένα χαιρέκακο ύφος μπήκε και έκατσε δίπλα μου με το βλέμμα του να κοιτάει ακόμα προς το μέρος της με απόλυτη ικανοποίηση.

~ Τι μου διαφεύγει; ~... ρώτησα χωρίς να περιμένω απάντηση και ένιωσα τον πρόγονο μου να τα χάνει.

~ Πρέπει να κάνουμε κάτι δεν θα τα καταφέρει μόνης της ~... μου δήλωσε εκείνος και τώρα ήταν που τα έπαιξα τελείως.

~ Σαν τι; ~... τον ρώτησα με την ανάσα μου να χάνετε την στιγμή που ο παππούς μου έβαζε μπροστά ενώ εκείνη συνέχισε να παλεύει μαζί τους χωρίς να αλλάζει μορφή καθώς οι τρίχες που είχαν καλύψει το σώμα της άρχισαν να λαμπιρίζουν αχνά.

~ Σταμάτα τον πρέπει να την πάρουμε από εκεί ~... μου φώναξε ο πρόγονος μου μέσα στην σκέψη μου.

«Σταμάτα το αυτοκίνητο» φώναξα εγώ σαν αντίδραση και ο παππούς μου με κοίταξε με ένα ειρωνικό υφάκι χωρίς να κάνει καμία κίνηση να σταματήσει.

Μόλις τους χάσαμε από το οπτικό μας πεδίο άρχισα να κοιτώ γύρω μου μέσα στο αμάξι νευρικά.

«Βάλε την ζώνη σου... Έχουμε μακρύ ταξίδι» απαίτησε ο παππούς μου και μόλις η ματιά μου έπεσε στο τιμόνι χωρίς να το σκεφτώ έπεσα απάνω του και προσπάθησα να αλλάξω την πορεία του αυτοκινήτου... Με μια απλή κίνηση εκείνος με ξεκόλλησε από πάνω του με το ένα του χέρι με ευκολία ενώ προσπάθησε να επαναφέρει το αυτοκίνητο στα ίσια του πριν καταλήξουμε στον γκρεμό.

«Κάτσε φρόνιμα πριν σε κλειδώσω στο προτμπαγκαζ» απαίτησε εκείνος και μόλις ελευθέρωσα το ένα μου χέρι πριν προλάβει να με σταματήσει, τράβηξα το χειρόφρενο και αφήνοντας με πάλεψε να καταφέρει να μας γλυτώσει από την επικίνδυνη πορεία μας.

~ Άνοιξε την πόρτα και βγες τώρα ~... με διέταξε ο πρόγονος μου και το έκανα αυτόματα ελπίζοντας να γλυτώσω ενώ το αυτοκίνητο όδευε προς τον γκρεμό και μόλις το σώμα μου συγκρούστηκε με την άσφαλτο σφάδαζα ενώ κουτρουβαλούσα πάνω της με ορμή γδέρνοντας το κορμί μου και μόλις το χέρι μου ήρθε σε επαφή με μια ρίζα ενός δέντρου πιάστηκα από εκείνην με όλη την δύναμη μου για να σταματήσω την φόρα του σώματος μου πριν εκείνο προλάβει να καταλήξει στο γκρεμό.

Το αυτοκίνητο γλιστρώντας στην άκρη του γκρεμού δεν τα κατάφερε και έπεσε από κάτω ενώ εγώ ασθμαίνοντας με το σώμα μου όλο να πονά έμεινα ανάσκελα να παλεύω να βρω ξανά την ανάσα μου που είχε χαθεί με την καρδιά μου να είναι έτοιμη να σπάσει.

~ Σήκω και φύγε τώρα ~... φώναξε ο πρόγονος μου επιτακτικά.

~ Εύκολο το λες ~... του είπα αλλά με τον φόβο μην γυρίσει ο παππούς μου σηκώθηκα με δυσκολία και μόλις στάθηκα στα πόδια μου άκουσα την έκρηξη που ήρθε από το αυτοκίνητο του παππού μου και για μια στιγμή κοίταξα προς τα κάτω.

~ Τώρα βρε βλαμμένο πριν γυρίσει ~... απαίτησε ξανά και άρχισα να τρέχω προς τα πίσω με όλη την δύναμη της ψυχής μου.

~ Αν βοηθούσες λίγο θα το εκτιμούσα ~... του γύρισα εγώ σκληρά χωρίς να σταματώ και καθώς ένιωθα το σώμα μου να γιατρεύεται από τα τραύματα μου έβαλα περισσότερη δύναμη ενώ ταυτόχρονα ένιωσα μέσα μου να ξεχύνετε άλλη μια επιπλέον δύναμη που με έκανε να τρέξω ακόμα πιο γρήγορα αλλά ακόμα και αυτή δεν ήταν αρκετή ώστε να με κάνει να πάω όσο γρήγορα πήγαιναν εκείνοι.

Φτάνοντας στο αυτοκίνητο μου δεν το σκέφτηκα, μπήκα μέσα και κλείνοντας την πόρτα γύρισα αυτόματα την ματιά μου προς την μίζα... Το αυτοκίνητο ήταν πλέον σβηστό και τα κλειδιά δεν ήταν στην θέση τους.

~ Γαμώτο τώρα τι κάνουμε; ~... ρώτησα και κοίταξα μέσα από τους καθρέφτες για να δω αν ο παππούς μου με είχε ακολουθήσει.

~ Δεν μπορούμε να τους αντιμετωπίσουμε πεζοί ~... εκείνος μου επιβεβαίωσε αυτό που σκεφτόμουν και εγώ και γέρνοντας προς τα κάτω βρήκα τα καλώδια της μίζας και το σκέφτηκα για μια στιγμή...

Ανοίγοντας το ντουλαπάκι μου άρχισα να διασκορπίζω το περιεχόμενο του με την ελπίδα να βρω κάτι αιχμηρό για να τα κόψω και μόλις το χέρι μου έπιασε ένα δαχτυλίδι από αναψυκτικό που προφανώς είχε πετάξει μέσα ο Έμετ, το πήρα στα χέρια μου και αναστέναξα για την γκαντεμιά μου την ίδια... Προσπάθησα να κόψω τα καλώδια με αυτό αλλά όπως ήταν λογικό δεν είχε αποτέλεσμα... Πετώντας το στο πάτωμα χτύπησα το τιμόνι με δύναμη βγάζοντας μια αγανακτισμένη κραυγή και τότε μου ήρθε αναλαμπή.

Πάτησα το κουμπί για να ξεκλειδώσει το πορτμπαγκαζ και βγαίνοντας από το αυτοκίνητο έτρεξα προς το μέρος του το άνοιξα και άρχισα να ψάχνω για το δεύτερο κλειδί που ήμουν σίγουρος ότι είχα μέσα στην τσάντα μου που για καλή μου τύχη μέσα στην σύγχυση μας σήμερα είχαμε ξεχάσει να τις πάρουμε μαζί μας στο σπίτι.

Βρίσκοντας το, έτρεξα ξανά στην θέση του οδηγού και βάζοντας το μπροστά πάτησα το γκάζι τέρμα και ευχήθηκα να έχω μια ευκαιρία να την γλυτώσω από τα χειρότερα.

Πάνω στην πάλη τους είχαν απομακρυνθεί αρκετά πια αλλά δεν άργησα να τους βρω και πατώντας το γκάζι στο τέρμα έφερα το αυτοκίνητο ακριβώς προς τα πάνω τους.

Η Μπέλλα πια είχε μεταμορφωθεί σε λύκο και για λίγο τα έχασα.

~ Ποια είναι από όλους τους; ~... ρώτησα αλλά πριν μου απαντήσει ήξερα ήδη την απάντηση... Ήταν η μόνη που το τρίχωμα της λαμπίριζε ακόμα και στο απόλυτο σκοτάδι.

~ Πήγαινε καταπάνω της, είναι αυτή που λαμπιρίζει ~... μου το επιβεβαίωσε και ο πρόγονος μου και ακούγοντας τον γύρισα λίγο το τιμόνι και κάρφωσα την πορεία προς τα πάνω της.

Οι λύκοι ακούγοντας την μηχανή για λίγο ακινητοποιήθηκαν αλλά μόλις είδαν να πηγαίνω προς τα πάνω τους αλλάξανε την πορεία τους ενώ η Μπέλλα καταλαβαίνοντας τι είχα σκοπό να κάνω έμεινε ακίνητη και μόλις το μπροστινό μέρος του αυτοκινήτου την πλησίασε επικίνδυνα έδωσε ένα σάλτο και πέρασε πάνω από το μπαρμπριζ.

Ακούγοντας την να προσγειώνετε πάνω στο ουρανό του αυτοκινήτου αυτόματα το μυαλό μου δούλεψε γρήγορα και κατεβάζοντας τα παράθυρα είχα την ελπίδα να προλάβει να κρατηθεί μέχρι να καταφέρουμε να τους ξεφύγουμε αρκετά για να μπορέσω να σταματήσω το αυτοκίνητο ώστε να μπει και εκείνη στο αμάξι αλλά ευτυχώς δεν χρειάστηκε κάτι τέτοιο... Μόλις τα παράθυρα κατέβηκαν τελείως εκείνη μπήκε μέσα και αφού σωριάστηκε στο πίσω κάθισμα πάτησα ξανά τα παράθυρα να κλείσουν και με τους λύκους να μας πλησιάζουν επικίνδυνα άρχισα να ανασαίνω γρήγορα.

~ Καλά τα πήγαμε μέχρι εδώ, τώρα τι κάνουμε; ~... αναρωτήθηκα και εκείνη μου έδωσε την λύση.

«Πήγαινε μας στο σπίτι μου» είπε με φωνή που ίσα ακουγόταν και τολμώντας να την κοιτάξω από τον καθρέφτη τα έχασα τελείως.

«Είσαι καλά;» αναφώνησα με αγωνία ενώ προσπαθούσα με μεγάλη δυσκολία να κρατήσω την πορεία του αυτοκινήτου σταθερή αλλά εκείνη δεν μου απάντησε και αυτό με άγχωσε περισσότερο.

«Μπέλλα» είπα ξανά και την άκουσα να αναστενάζει βαριά.

«Δεν θα μας ακολουθήσουν, δεν τους συμφέρει να μπουν στην πόλη» με ενημέρωσε εκείνη για να με καθησυχάσει και παίρνοντας μια βαριά ανάσα έμεινα στην σιωπή καθώς επιτάχυνα το αυτοκίνητο ελπίζοντας να μην μας συμβεί τίποτα περισσότερο ενώ εκείνη έχοντας την πλάτη της γυρισμένη προς το μέρος μου την είδα που έτρεμε μαζεύοντας το σώμα της που ήταν γδαρμένο πολύ άσχημα μέσα στα αίματα.

~ Τι συνέβη; ~... ρώτησα τον πρόγονο μου με την ελπίδα εκείνος να μπορούσε να ξεδιαλύνει το χάος που επικρατούσε μέσα στο μυαλό μου.

~ Όταν μεταμορφώνεται είναι σε μειονεκτική θέση μπροστά τους ~... απάντησε εκείνος και αναστέναξα βαριά.

~ Γιατί δεν τους σκότωσε πριν το κάνει; Δεν πάλεψε καν ~... είπα μπερδεμένος.

~ Η λυκισια της υπόσταση είναι πολύ κοντά να πάρει τα ινία, αν πάρει και άλλη ψυχή τότε θα είναι πιο εύκολο για εκείνην να την πολεμήσει περισσότερο και εκείνοι το ξέρουν και το εκμεταλλεύονται ~... είπε και αναστέναξα.

~ Γιατί είναι σε μειονεκτική θέση; ~... δεν μπορούσα να μην ρωτήσω.

~ Γιατί απελευθερώνονται τα συναισθήματα της ~... μου απάντησε με μια αρχαία θλίψη να τον βαραίνει.

~ Τότε γιατί μεταμορφώθηκε; ~... συνέχισα τις απορίες μου.

~ Γιατί αν δεν το έκανε τότε σίγουρα θα τους είχε ήδη σκοτώσει ~... είπε το προφανές αλλά δεν με ξεγέλασε.

~ Υπάρχει και κάτι άλλο πίσω από τα λόγια σου ~... τον κατηγόρησα και για λίγο έμεινε στην σιωπή.

~ Γιατί ήθελε να επιβεβαιώσει αυτό που διαπίστωσε ~... μου απάντησε τελικά και για λίγο σταμάτησα την ανάσα μου στην μέση ενώ την κρυφοκοίταξα από τον μεσαίο καθρέφτη.

~ Θα μπορούσε να είχε χάσει την ζωή της! ~... δήλωσα την διαπίστωση μου σοκαρισμένος αλλά ο πρόγονος μου δεν το επιβεβαίωσε.

~ Πες μου θα μπορούσε; ~... τον ρώτησα απαιτητικά.

~ Δεν ξέρουν τον τρόπο να το κάνουν ~... μου επιβεβαίωσε πλαγίως εκείνος και άρχισα να ανασαίνω γρήγορα ενώ η σκέψη μου έτρεχε με την ταχύτητα του φωτός συμπληρώνοντας όλα τα κομμάτια του παζλ.

~ Δεν φοράει το Evenstar, αυτό την προστάτεψε τότε, γι αυτό απαίτησες να μην το βγάλει ποτέ ~... του είπα την διαπίστωση μου.

~ Είσαι πολύ γρήγορος ~... επιβεβαίωσε και πάλι εκείνος.

~ Και πως είσαι τόσο σίγουρος ότι δεν ξέρουν τον τρόπο πως ~...

~ Είμαι ο μόνος που ξέρω πως να τους σκοτώσω ~... με διέκοψε εκείνος εκνευρισμένα.

~ Τότε πως ξέρ ~...

~ Δεν σου έκανε εντύπωση που ο παππούς σου κοντεύει να κλείσει την δεύτερη αιωνιότητα του; ~... με ρώτησε σκληρά διακόπτοντας με και πάλι.

~ Δεν καταλαβαίνω ~... παραδέχτηκα ηττημένα αφήνοντας έναν αναστεναγμό.

~ Νομίζεις ότι ήταν τυχαίο που ήμουν ο μόνος που κατάφερε να ζήσει διακόσια χρόνια; ~... με ρώτησε με ειρωνεία.

~ Πως; ~... ρώτησα χωρίς να είμαι σίγουρος ότι ήθελα να ξέρω την απάντηση.

~ Είχα βρει το ελιξίριο της ζωής ~... χλεύασε και τα πήρα στο κρανίο.

~ Δεν θα μου πεις το πως σωστά; ~... διαπίστωσα.

~ Δεν είμαι και τόσο ηλίθιος, είμαι σίγουρος ότι θα της το καρφώσεις ~... μου επιβεβαίωσε εκείνος και δεν ήξερα τι άλλο να κάνω με την πάρτη του με είχε βγάλει τελείως από τα ρούχα μου πια.

~ Και εκείνοι πως το ανακάλυψαν; ~... ρώτησα την επόμενη απορία μου αν και προς στιγμήν μου φάνηκε τελείως ηλίθια.

~ Για να είναι τόσο σίγουροι για τον εαυτό τους τότε πιθανολογώ ότι έχουν βρει το κρυφό μου ημερολόγιο ~... απάντησε εκείνος και για λίγο το σκέφτηκα.

~ Έχει κάτι μέσα που μπορούν να το χρησιμοποιήσουν εναντίων της; ~... ρώτησα με αγωνία και εκείνος αμέσως το αρνήθηκε.

~ Όχι κάτι που θα μπορέσουν να καταφέρουν τον σκοπό τους ~... μου επιβεβαίωσε εκείνος και παρέμεινα και πάλι στην σιωπή επεξεργάζοντας τα όσα μου είχε πει για το υπόλοιπο της διαδρομής.

ESCAPE POLH FANTASMA