Ετικέτες

Παρασκευή 13 Απριλίου 2012

Soulmates "8. Η παγίδα"





Μπέλλα


Φτάνοντας στο σχολείο είδα τον μικρό να με κοιτάει με μισό μάτι και γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου αρνητικά... αλλά εδώ που τα λέμε δεν έχει και άδικο και εγώ στην θέση του το ίδιο μπερδεμένη και συγχυσμένη θα ήμουν με όσα ακούει κάθε μέρα από τον πατέρα του.

Την στιγμή που κατέβηκα από την μηχανή και έβγαλα το κράνος τον ένιωσα να έρχεται προς το μέρος μου και γύρισα περίεργη να τον κοιτάξω.

«Που είναι ο Μάικ;» με ρώτησε κατευθείαν χωρίς υπεκφυγές και ανασήκωσα τους ώμους μου.

«Προφανώς θα τον πήρε ο ύπνος...»

«Ο αιώνιος ύπνος;» με ειρωνεύτηκε διακόπτοντας με και γέλασα για μια στιγμή πριν συνεχίσω.

«Στο ξενώνα σας για να αναπληρώσει τις δυνάμεις του από τα extreme sports που επιδόθηκε εχθές» συνέχισα με υπονοούμενο και με κοίταξε σοκαρισμένο.

«Στον ξενώνα μας;» με ρώτησε ξέπνοος.

«Επειδή οι κουβέντες του πατέρα σου είναι τρομερά βαρετές για να της παρακολουθήσω χωρίς να καταφέρνω να κοιμηθώ, σκέφτηκα να συνδυάσω την δουλειά με την διασκέδαση που βρίσκεις το κακό;» τον ρώτησα πίσω και πριν μου απαντήσει καταλλήλως το κινητό του χτύπησε και εκείνος βγάζοντας το από την τσέπη, μόλις είδε ότι τον καλεί η μητέρα του έκανε δύο βήματα πιο πέρα - λες και αυτό θα ήταν αρκετό για να με εμποδίσει να ακούσω την συνομιλία – και απάντησε αμέσως.

 «Μαμά, είσαι καλά, έγινε τίποτα;» την πήρε από τα μούτρα και η μητέρα του προσπάθησε να τον καθησυχάσει.

«Ηρέμησε αγόρι μου, δεν έγινε τίποτα, απλά σε πήρα για να σου πω ότι ξεχάσατε να πάρετε μαζί σας τον Μάικ, τώρα ξύπνησε και μόλις του έβαλα να φάει κάτι, σε πήρα για να σε ενημερώσω» αυτόματα εκείνος, γύρισε και με κοίταξε και άφησα ένα ένα γελάκι να μου ξεφύγει.

«Καλά δώσ’ του να φορέσει κάτι από τα δικά μας ρούχα και θα πεταχτώ να τον πάρω» την ενημέρωσε και η μητέρα του δίστασε.

«Μα θα χάσεις την πρώτη ώρα αγόρι μου» του είπε η Έσμε και εκείνος ξεφύσησε.

«Δεν θα πάθω τίποτα» της απάντησε και αφού χαιρετηθήκαν το έκλεισε και ήρθε ξανά κοντά μου.

«Λοιπόν;» τον ρώτησα και με κοίταξε με σκληρό ύφος.

«Μείνε μακριά από τους φίλους μου, αν θες να παίξεις τα παιχνίδια σου βρες κάποιους που είναι στα δικά σου μέτρα» απαίτησε και άρχισα να χαχανίζω και αυτό τον έκανε χειρότερο.

«Γιατί ζηλεύεις που εκείνη θα γίνουν πιο έμπειροι γρηγορότερα από σένα;» τον προκάλεσα περισσότερο και έγινε κατακόκκινος από τον θυμό του.

«Δεν με ενδιαφέρει τι κάνουν στο κρεβάτι τους, με ενδιαφέρει να είναι ασφαλής και περισσότερο μακριά από τα δόντια σου... Ξέρω ότι μπορείς να πίνεις το αίμα τους χωρίς απαραίτητα να τους σκοτώσεις αλλά ποιος μου εγγυάται ότι δεν θα υπάρξει κάποια στιγμή που θα παρασυρθείς και δε θα μπορέσεις να συγκρατηθείς αφαιρώντας τους την ζωή;» με προκάλεσε πίσω και ανασήκωσα τα φρύδια μου με έκπληξη.

«Ώστε και κάτι που γνωρίζεις!... Πραγματικά εκπλήσσομαι» τον προκάλεσα και εγώ περισσότερο για να δοκιμάσω τις αντοχές του και προς μεγάλη μου έκπληξη με ξάφνιασε ευχάριστα.

«Δεν μου απαντάς» μου γύρισε πίσω μέσα από τα δόντια του με το πιο αγριεμένο του ύφος και δάγκωσα το κάτω χείλος μου ανασηκώνοντας το ένα μου φρύδι πονηρά.

«Μμμμ... όταν θυμώνεις είσαι σκέτη καύλα... αλλά έχεις δίκιο δεν σου απάντησα...» είπα αυτόματα πριν ξεφύγει τελείως και σοβαρεύοντας του απάντησα ειλικρινά... «Δεν έχεις λόγο να φοβάσαι, έχω σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή και δεν ξεφεύγω ποτέ...» τόνισα... «Αλλά αυτό θα έπρεπε να το ήξερες ήδη, φυσικά δεν απορώ που δεν το ξέρεις, ούτε που με βλέπεις σαν τέρας, δεν αρνούμαι ότι είμαι αλλά Έντουαρτ ειλικρινά, δεν έχεις λόγο να με φοβάσαι, αντίθετα με το τι σας κάνει ο πατέρας σας να πιστεύεται, είμαι εδώ για να σας βοηθήσω, να σας δώσω μια ευκαιρία να ζήσετε και να συνεχίσετε την ζωή σας, αν φυσικά μου αποδείξετε ότι αξίζει να σας κάνω αυτήν την χάρη...»

«Τι υποτίθεται ότι σημαίνει τώρα αυτό;» με ρώτησε διακόπτοντας με εκνευρισμένος και πλησιάζοντας τον, τον κοίταξα ήρεμα στα μάτια.

«Δεν είμαι εγώ αυτή που θέλει να σας θυσιάσει για μια ηλίθια κατάρα Έντουαρτ... αλλά ο ίδιος σας ο πατέρας» του δήλωσα και εκείνος άνοιξε τα μάτια του διάπλατα.

«Τι πράγμα;...» ρώτησε ξέπνοος... «Ο πατέρας μου θέλει...» δεν μπόρεσε να συνεχίσει... «Λες ψέματα, ο πατέρας μου έχει δίκιο, θες να μας...»

«Λέω μόνο την αλήθεια Έντουαρτ και αν γνώριζες περί τίνος πρόκειται η κατάρα ή γιατί πρέπει εσείς να θυσιαστείτε, τώρα θα μπορούσες να συνδυάσεις τα γεγονότα και να δεις και μόνος σου ότι δεν είμαι εγώ αυτή που λέει ψέματα αλλά ο άθλιος ο πατέρας σου που το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι το τομάρι του και πως θα καταφέρει να το κάνει αδιαπέραστο στους αιώνες που θα ακολουθήσουν» του είπα κατηγορηματικά ενώ τον κοίταζα αυστηρά και εκείνος το σκέφτηκε για λίγο.

«Υπονοείς ότι θέλει να γίνει σαν εσένα;» ρώτησε δύσπιστα και χαμογέλασα με ικανοποίηση.

«Θέλει να γίνει ακριβώς σαν και εμένα, αλλά δεν θα τα καταφέρει, δεν θα τον αφήσω ποτέ να τα καταφέρει» του δήλωσα και άφησε ένα ειρωνικό γελάκι.

«Γιατί φοβάσαι μην σου πάρει την πρωτιά;» με ειρωνεύτηκε και του ανταπέδωσα το γελάκι.

«Αν σκεφτόταν όπως εγώ, αν είχε τα ίδια ιδανικά, θα τον μεταμόρφωνα σήμερα κιόλας και θα ένιωθα περισσότερο από τυχερή που θα είχα ένα τέτοιο σύμμαχο δίπλα μου αλλά δεν χρειάζομαι περισσότερα στοιχεία για να είμαι σίγουρη ότι όχι μόνο τα ίδια ιδανικά δεν έχει αλλά ξέρω πολύ καλά ότι τα σχέδια του ξεπερνάνε ακόμα και τα σχέδια που είχε ο πατέρας μου στο μυαλό του» του γύρισα και με κοίταξε μπερδεμένος.

«Δεν καταλαβαίνω τίποτα» παραδέχτηκε και βάζοντας το χέρι μου απαλά πάνω στον ώμο του τον κοίταξα με κατανόηση.

«Δεν σε αδικώ και εγώ στην θέση σου το ίδιο θα ένιωθα αλλά σε παρακαλώ, μην κάνεις τα ίδια λάθη με εκείνον, κράτα τα μάτια σου και το μυαλό σου ανοιχτά, ψάξε να μάθεις την αλήθεια, κρίνε μόνος σου και μετά διάλεξε» του είπα και έσμιξε τα φρύδια του με απορία.

«Να διαλέξω τι;» με ρώτησε και κάνοντας ένα βήμα προς τα πίσω τον κοίταξα σοβαρά.

«Σε ποιανού το πλευρό θα σταθείς» του απάντησα και εκείνος άρχισε να ανασαίνει γρήγορα.

«Μου ζητάς να γυρίσω την πλάτη μου στον πατέρα μου;» με ρώτησε δύσπιστα.

«Σου ζητάω να ψάξεις να βρεις την αλήθεια, την πραγματική αλήθεια και μετά να βρεις μόνος σου βαθιά μέσα σου τι εσύ πραγματικά θέλεις» του απάντησα σοβαρά και τον ένιωσα να μπερδεύεται περισσότερο.

«Και πως θα το κάνω αυτό; Ο πατέρας μου δεν λέει τίποτα περισσότερο από όσα εκείνος κρίνει σωστό ότι πρέπει να ξέρουμε, από την άλλη πως μπορώ να είμαι σίγουρος ότι δεν θα κάνεις και εσύ το ίδιο;» είπε απελπισμένα και χαμογέλασα με ικανοποίηση.

«Κατά βάθος ήξερα ότι δεν θα με απογοητεύσεις... Αλλά πραγματικά δεν μπορώ να καταλάβω τον λόγο που πνίγεσαι σε μια σταγόνα νερό... τον περισσότερο χρόνο σου τον περνάς μέσα στην δημόσια βιβλιοθήκη» του έδωσα ένα έναυσμα για να σκεφτεί πιο ήρεμα και εκείνος άνοιξε τα μάτια του διάπλατα.

«Υπονοείς ότι στην βιβλιοθήκη υπάρχουν βιβλία που μπορούν να με οδηγήσουν στην αλήθεια;» ρώτησε ξέπνοα ενώ ήμουν σίγουρη ότι μέσα του έβριζε τον εαυτό του που δεν το είχε σκεφτεί πιο νωρίς.

«Δεν θα βρεις τα πάντα και σίγουρα κάποια είναι διαστρεβλωμένα για ευνόητους λόγους, όμως θα μπορέσεις να πάρεις μια ιδέα και να διαπιστώσεις και μόνος σου τι από όσα έχεις μάθει μέχρι στιγμής είναι αλήθεια και τι ψέματα... και αν ακόμα το θες, αν πραγματικά θες να μάθεις όλη την αλήθεια, τότε μπορείς να έρθεις να με βρεις και να σου λύσω όποια απορία σου έχει δημιουργηθεί... Δεν σε αδικώ που δεν με εμπιστεύεσαι αλλά μπορώ να σου εγγυηθώ ότι έχω αποδείξεις για ότι λέω» τον διαβεβαίωσα και εκείνος γυρίζοντας για λίγο την ματιά του προς την παρέα του, το σκέφτηκε και πιο αποφασιστικά γύρισε ξανά προς το μέρος μου.

«Μετά το σχόλασμα, στο παλιό νεκροταφείο» είπε αποφασιστικά.

«Θα είμαι εκεί» του επιβεβαίωσα και μόλις τον είδα να ξεμακραίνει, ακούμπησα το σώμα μου πάνω στην μηχανή και συνέχισα να τον κοιτώ ενώ ένιωθα μια απίστευτα μεγάλη ελπίδα να γεννιέται μέσα μου... Ίσως τελικά να έχει την ελπίδα να σωθεί.


Έντουαρτ


Όλη την ημέρα δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ με τίποτα... σκεφτόμουν ξανά και ξανά τα λόγια της και όσο πέρναγε η ώρα ένιωθα να μπερδεύομαι ακόμα περισσότερο... Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι θα μπορούσε ο πατέρας μου ποτέ να σκεφτεί κάτι τέτοιο... Για να είμαι ειλικρινής ποτέ μου δεν τον ένιωσα όπως ένιωθα την μητέρα μου αλλά ήταν πατέρας μου ποτέ δεν θα μπορούσα να σκεφτώ ότι θα μπορούσε να θυσιάσει τα ίδια του τα παιδιά για έναν απώτερο σκοπό...

Ήταν πέρα από κάθε φαντασία, κάτι τέτοιο ήταν απαλά αδιανόητο... αλλά και πάλι, ποτέ δεν μας έδειξε τρυφερότητα, ποτέ δεν μας κοίταξε σαν πραγματικά παιδιά του, υπήρχαν ακόμα και στιγμές που με έκανε να νιώθω ότι έδινε περισσότερη σημασία στον Έμετ παρά σε εμένα και την Άλις, υπήρχαν ακόμα και στιγμές που τους είχα πιάσει να μιλάνε ιδιαίτερα οι δυό τους σαν να συνωμοτούσαν για κάτι και περισσότερο υπήρχαν στιγμές που οι δύο τους, πηγαίνανε ατελείωτες ώρες κάπου οι δύο τους και ποτέ δεν έλεγαν το που ή το γιατί.

Στο μάθημα της ιστορίας, όταν την είδα να κάθετε στην θέση της ένα παράξενο συναίσθημα μέσα μου με κάνει να θέλω να τελειώσει αυτή η ώρα επιτέλους για να την αρπάξω από το χέρι μακριά από όλους και να απαιτήσω να μου πει τα πάντα... αλλά δεν έπρεπε να προδοθω, έπρεπε να παραμείνω ήρεμος ώστε να μην καταλάβει ο Έμετ και η Άλις τα πραγματικά μου σχέδια... Θα τους έλεγα ότι θα πάω στην βιβλιοθήκη για να μελετήσω για την εργασία μου και μόλις θα ήμουν σίγουρος ότι εκείνοι θα φεύγανε τότε θα πήγαινα να την βρω... Ελπίζω μόνο να μην επιμείνει η Έλενα να έρθει μαζί μου, που τώρα τελευταία μου είχε παραγίνει κολλιτσίδα, γιατί τότε τα πράγματα θα γινόντουσαν ακόμα πιο άσχημα, ήδη τα είχε πάρει στο κρανίο επειδή μίλησα το πρωί στην Μπέλλα, αν μάθαινε ότι θα την συναντήσω κιόλας ποιος την άκουγε μετά.

Όταν κατάφερα επιτέλους να ξεφύγω απο όλους και βεβαιώθηκα ότι ο Έμετ με την Άλις είχαν φύγει, έτρεξα προς την πίσω μεριά του σχολείου και περνώντας το δασάκι μόλις βγήκα στο ξέφωτο που ήταν το παλιό νεκροταφείο λουσμένο με το άπλετο φως του ήλιου – Λένε ότι το συγκεκριμένο σημείο, το διάλεξαν οι παλιοί κάτοικοι της πόλης μας γι’ αυτόν ακριβός τον λόγο, γιατί ακόμα και της μέρες που είχε συννεφιά, σε αυτό το σημείο οι ακτίνες του ήλιου την διαπερνούν και αν κάποιο σκοτεινό πλάσμα προσπαθεί να το πλησιάσει καιγόταν γι’ αυτό και θεωρείτε το πιο ιερό σημείο του τόπου μας – είδα τον πατέρα μου να με περιμένει στην μέση του παλιού νεκροταφείου και πάγωσα τελείως.

«Πατέρα, τι κάνεις εσύ εδώ;» τον ρώτησα ξέπνοα και εκείνος μου έριξε ένα βλέμμα όλο δηλητήριο.

«Το ίδιο ακριβός ήμουν έτοιμος να σε ρωτήσω και εγώ» μου ανταπέδωσε και μαγκώθηκα... Την είχα άσχημα, αυτό ήταν το μόνο σίγουρο, πάρα πολύ άσχημα... Για να με κοιτάει έτσι ήδη ξέρει τον λόγο, δεν ξέρω το πως αλλά είμαι σίγουρος γι αυτό, το θέμα όμως είναι που είναι εκείνη, δεν θα έπρεπε να είναι ήδη εδώ;

«Πατέρα μπορώ να σου εξηγήσω» ξεκίνησα ενώ τον πλησίαζα και μόλις ακούσαμε την μηχανή της μαρσάροντας να πλησιάζει, γυρίσαμε ταυτόχρονα την ματιά μας προς το δρομάκι που οδηγούσε εδώ και η καρδιά μου κόντεψε να σπάσει... Από την μια ο πατέρας μου που σίγουρα μετά από αυτό θα μου έκανε την ζωή κόλαση, από την άλλη εκείνη που σίγουρα θα πίστευε ότι το έκανα επίτηδες για να την παγιδεύσω – τουλάχιστον εγώ αυτό θα πίστευα – δεν ήξερα τι να κάνω, πως θα κατάφερνα να τους πείσω ότι δεν είχα καμία πρόθεση να τους την φέρω πισώπλατα;

Σταματώντας την μηχανή της, λίγα μέτρα μακριά μας, αφήνοντας την πάνω στο δρομάκι, έβγαλε το κράνος της και με κοίταξε με ένα περίεργο ύφος που πραγματικά δεν μπορούσα να αποκωδικοποιήσω και αμέσως τα πόδια μου κόπηκαν στην μέση και η ματιά μου χαμήλωσε ηττημένα... Έπρεπε να σκεφτώ γρήγορα μια λύση αλλά τι θα μπορούσα να πω που δεν θα εκνεύριζε και τους δύο τους περισσότερο;

Μπέλλα

Φτάνοντας κοντά τους είδα τον μικρό να τα έχει παίξει τελείως και όποιος τον έβλεπε σίγουρα θα πίστευε ότι ήταν μέχρι και σε φάση λιποθυμίας, η καρδιά του δε, κόντευε να σπάσει όλα τα κοντέρ, χτύπαγε τόσο δυνατά που την άκουγα ακόμα και μέχρι πριν καν φτάσω τελείως κοντά τους... Φυσικά και ήξερα ότι δεν έφταιγε εκείνος που ο πατέρας του ήταν εδώ αλλά είμαι περίεργη να δω τα πόσα πίστεψε απ’ όσα του είπα το πρωί, άραγε θα με εμπιστευτεί ή θα ακούσει τον πατέρα του και θα τον σιγοντάρει στην απόπειρα “δολοφονίας” που και καλά μου ετοιμάζει.

Σβήνοντας την μηχανή, έβγαλα το κράνος και κοιτώντας τον Έντουαρτ με ύφος άφησα ένα πονηρό γελάκι να μου ξεφύγει.

«Πραγματικά με εκπλήσσεις, δεν περίμενα ποτέ ότι έχεις τόση ζωηρή φαντασία... Τρίο σε νεκροταφείο και μάλιστα με τον πατέρα σου παρτενέρ; Ουάουυυ μένω εκστασιασμένη» τον πείραξα και αμέσως ο Καρλάιλ έκανε την ματιά του δολοφονική.

«Άσε τα ψόφια σου Ιζαμπελ και δεν μας πείθεις... Τα αγόρια μου ποτέ δεν θα γύριζαν να σε κοιτάξουν» είπε εκείνος κατηγορηματικά και άρχισα να γελάω δυνατά ενώ τους πλησίαζα περισσότερο.

«Ότι πεις... Τώρα μπορώ να μάθω προς τι αυτή η μάζωξη;» ρώτησα ενώ κοίταζα έντονα τον Έντουαρτ και εκείνος άρχισε να ανασαίνει γρήγορα ενώ είχε χάσει την μιλιά του.

«Ήθελα να σε φέρει εδώ για να πούμε δύο κουβεντούλες» είπε ο Καρλάιλ αντί για εκείνον καρφώνοντας τον και καλά και ανασήκωσα το φρύδι μου ειρωνικά.

«Για να μην καταφέρω να σας πλησιάσω;...» τον ρώτησα σταματώντας ένα βήμα ακριβώς πριν την νοητή γραμμή που χώριζε το άγιο χώμα απ’ το δρομάκι... «Και πιστεύεις ότι αυτό θα με σταματήσει να σας πλησιάσω στην περίπτωση που θελήσω να το κάνω;» τον ρώτησα και πριν προλάβει να αντιδράσει βρέθηκα σε απόσταση αναπνοής απ’ το πρόσωπο του και ο Έντουαρτ αναπηδώντας απ’ την τρομάρα του έκανε πιο πίσω ενώ ο Καρλάιλ με κοίταξε αγχωμένα καθώς ήξερε ακριβώς τι θα έκανε ο Έμετ στην περίπτωση που εγώ θα προσπαθούσα να τους πλησιάσω και το άγχος του αποδείχτηκε σωστό.

Την στιγμή που άρχισα να κουνιέμαι από την μηχανή προς το σημείο που είχα μείνει πριν τους πλησιάσω, άκουσα ταυτόχρονα τον Έμετ να μετακινεί το βάρος του απ’ το ένα πόδι στο άλλο και μόλις έπιασα ακριβώς σε ποιο σημείο είχε στηθεί οπλισμένος περιμένοντας, έτρεξα, στάθηκα μπροστά στον Καρλάιλ και μόλις τον άκουσα να πατάει την σκανδάλη και να απελευθερώνει το παλούκι, περίμενα μέχρι να φτάσει σε απόσταση αναπνοής από μένα και μόλις ήταν πολύ κοντά, έσκυψα κάτω και σηκώθηκα ξανά ακριβώς την στιγμή που ο πάσσαλος βρήκε τον Καρλάιλ ανάμεσα στα πνευμόνια του.

«Καλή η προσπάθεια αλλά λίγη» του είπα και βάζοντας τον δείκτη μου πάνω στο στερνό του, του έδωσα μια μικρή ώθηση και εκείνος έπεσε πίσω ενώ σφάδαζε χώνοντας τα χέρια του μέσα στο χώμα.

Ο Έντουαρτ μόλις τον είδε να πέφτει και κατάλαβε τι είχε συμβεί, γιατί όλην αυτήν την ώρα του έκοβα την θέα, άνοιξε τα μάτια του διάπλατα και έπεσε από πάνω του.

«Πατέραααα» έλεγε και προσπάθησε να σκεφτεί γρήγορα τι να κάνει ενώ ταυτόχρονα ο Έμετ που είδε την σκηνή, πετώντας το όπλο του έτρεξε κατευθείαν προς το μέρος μας.

«Ηλίθιε τι έκανεςςςςς» τσίριξε ο Έντουαρτ και ο Έμετ που ήταν στον κόσμο του προσπάθησε να τον καθησυχάσει... Εγώ από την άλλη χαλαρά, γυρίζοντας τους την πλάτη μου άρχισα να πηγαίνω προς την μηχανή μου για να φύγω.

«Σταμάτα παιδί μου να τα τσιρίζεις πια, φοράει το δαχτυλίδι του, θα γίνει καλά» του είπε και άρχισα να γελάω.

«Τι λες ρε μαλάκα, το δαχτυλίδι μας προστατεύει από μυθικά πλάσματα όχι από ανθρώπους» του γύρισε και αυτόματα το μυαλό του στρόφαρε γρήγορα και γύρισε το πρόσωπο του προς το μέρος μου... Μόλις με είδε να καβαλάω την μηχανή, πριν προλάβω να φύγω, σηκώθηκε γρήγορα και έτρεξε κοντά μου.

«Μπέλλα, σε παρακαλώ μην μας αφήνεις έτσι, βοήθησε τον και σου υπόσχομαι να κάνω ότι θες... μόνο βοήθησε τον, αν τον σκοτώσεις εσύ μπορεί να γυρίσει πίσω» είπε με απελπισία ενώ μου κράταγε το χέρι την στιγμή που έβαζα μπρος και τον κοίταξα δύσπιστα.

«Έστησε ολόκληρη μηχανή για να με εξοντώσει...» χλεύασα... «Μπορείς να μου δώσεις έναν καλό λόγο για να του σώσω την ζωή;» τον ρώτησα και εκείνος προσπάθησε να σκεφτεί κάτι γρήγορα.

«Έχεις δίκιο, το ξέρω ότι ήταν πολύ άσχημο αυτό και σίγουρα τώρα θα τα έχεις πάρει πολύ άσχημα... αλλά σε παρακαλώ κάντο για μένα και εγώ θα κάνω ότι μου ζητήσεις» είπε απελπισμένος και ξεφύσησα βαριεστημένα.

«Ψάξε για την αλήθεια» του είπα μόνο και κατεβαίνοντας από την μηχανή άρχισα να πλησιάζω και πάλι προς τον Καρλάιλ... Μόλις γονάτισα δίπλα του κοίταξα πάλι προς τον μικρό... «Μου το χρωστάς» του είπα και εκείνος κατένευσε με πόνο στην ματιά του.

«Τελευταία σου ευκαιρία καθίκι... κοίτα να την εκμεταλλευτείς σωστά γιατί την επόμενη φορά, δεν θα λογαριάσω τίποτα» του δήλωσα και χωρίς να περιμένω ανταπόκριση του, έχωσα το παλούκι πιο βαθιά και αφού άφησε την τελευταία του πνοή, το έβγαλα τελείως και το πέταξα προς τον Έμετ.

«Την επόμενη φορά που θα σκεφτείς ότι μπορείς να κοροϊδέψεις ένα βρικόλακα, φρόντισε να μην είναι κανένα αθώο θύμα μπροστά του γιατί το πιθανότερο θα είναι να συμβεί το ίδιο».........

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA