«Μικρέ
πρίγκιπα είναι ώρα να ξυπνήσειςςςς» άκουσα την κελαριστή φωνούλα της και
ανοίγοντας τα μάτια μου είδα ότι ήμουν σε ένα δωμάτιο που δεν αναγνώριζα και
ξαφνιασμένος ανασηκώθηκα απάνω την στιγμή που εκείνη άνοιγε την πόρτα.
«Τέλειος
συγχρονισμός...» είπε γελώντας και ερχόμενη κοντά μου άφησε μερικά ρούχα που
κρατούσε στο χέρι της πάνω στο κρεβάτι και εγώ την κοίταζα σαν χαζός...
«Προλαβαίνεις να κάνεις ένα ντους και να κατέβεις για πρωινό» συμπλήρωσε καθώς
πήγαινε ξανά προς την πόρτα και συνέχισα να την κοιτώ παραξενευμένος... Τι στο
καλό μου συμβαίνει; Ποιος με ξύπνησε πριν;
«Μπέλλα;...»
την σταμάτησα και εκείνη γύρισε προς το μέρος μου... «Εσύ με έφερες εδώ;...»
ρώτησα και με κοίταξε με απορία.
«Θα
προτιμούσες να κοιμηθείς στον καναπέ;» με ρώτησε και εκείνη με την σειρά της
ενώ έβλεπα στην ματιά της ότι ήταν έτοιμη να αρχίσει πάλι να με πειράζει και
κούνησα αμέσως το κεφάλι μου αρνητικά.
«Σε
ευχαριστώ» είπα και ανασήκωσε αδιάφορα τους ώμους της.
«Δεν κάνει
τίποτα... Να φανταστώ ότι δεν διάβασες τίποτα από το βιβλίο;» ρώτησε και την
κοίταξα απολογητικά.
«Με πήρε ο
ύπνος... Ωχ η μαμά μου θα έχει τρελαθεί τελείως από την αγωνία της» αναφώνησα
ξαφνικά και πήγα να σηκωθώ αλλά εκείνη με πρόλαβε.
«Την έχω
ειδοποιήσει ήδη» με ενημέρωσε και άρχισα να ανασαίνω γρήγορα.
«Γαμώτο ο
πατέρας μου θα γίνει έξαλλος» συνέχισα με την ανάσα μου να πνίγεται μέσα μου
από τον φόβο που με κατέλαβε.
«Μην ανησυχείς
για τον ακατανόμαστο, δεν πρόκειται να σε ενοχλήσει ξανά για τις επόμενες 4
μέρες…» είπε και την κοίταξα με απορία... «Το έσκασε ώστε να βεβαιωθεί ότι δεν
θα του χαλάσω την μεγάλη βραδιά»
«Την μεγάλη
βραδιά;» επανέλαβα και με κοίταξε κουρασμένα.
«Για να
σπάσει την κατάρα του Έντουαρτ» μου εξήγησε και αυτό με έκανε ακόμα πιο
νευρικό.
«Δηλαδή σε
τέσσερις μέρες...» είπα ξέπνοα πιάνοντας αυτόματα τον λαιμό μου καθώς τον
ένιωσα να αρχίζει να ξεραίνετε.
«Θα γίνετε
λυκάνθρωποι...» επιβεβαίωσε τις υποψίες μου και δεν ήξερα τι να πω... «Σταμάτα
να ανησυχείς γι αυτό από τώρα Έντουαρτ, όλα θα πάνε καλά...» προσπάθησε να με
καθησυχάσει αλλά δεν ήταν αρκετό... «Μην αργήσεις γιατί το σχολικό θα φύγει
χωρίς εσένα» συνέχισε πειραχτικά και φεύγοντας έκλεισε την πόρτα πίσω της
αφήνοντας με μόνο με όλα τα άγχη και τα αναπάντητα ερωτηματικά μου να με
βασανίζουν αλύπητα.
Κάνοντας ένα
γρήγορο ντους, φόρεσα τα ρούχα που είχε αφήσει πάνω στο κρεβάτι και με γρήγορα
βήματα κατέβηκα για να την βρω αλλά αντί για εκείνη βρήκα τον Στέφαν να είναι
ήδη καθισμένος στην τραπεζαρία και να τρώει ενώ άλλη μια πιατέλα γεμάτη με ότι
βάζει ο νους σου για πρωινό ήταν ακριβώς απέναντι του περιμένοντας με.
«Καλημέρα»
είπα καθώς τον πλησίασα και παίρνοντας την ματιά του από την εφημερίδα που
διάβαζε με κοίταξε ευγενικά.
«Καλημέρα
Έντουαρτ, έλα κάτσε να φας» με παρότρυνε κοιτώντας προς την ανέγγιχτη πιατέλα.
«Η Μπέλλα;»
ρώτησα και άφησε ένα γελάκι πριν απαντήσει.
«Τρώει το
δικό της πρωινό» με ενημέρωσε κλείνοντας μου το μάτι και καθώς έκατσα και η
μυρωδιά από την πιατέλα που είχα μπροστά μου τρύπωσε βαθιά μέσα στα ρουθούνια
μου, ένιωσα ξαφνικά τόσο πεινασμένος που άρχισα να τρώω χωρίς να πω τίποτα
άλλο.
Πριν
τελειώσω άκουσα την κεντρική, εξώπορτα να ανοίγει και να κλείνει και από
περιέργεια γύρισα την ματιά μου προς τον διάδρομο για να δω ποιος είχε μπει...
Ήταν εκείνη φορώντας μόνο ένα αντρικό μακρύ πουκάμισο μισοκουμπωμένο και
ξυπόλητη να περπατάει με τόσο αέρινα βήματα ακτινοβολώντας ολόκληρη που έμοιαζε
με άγγελο επί γης... Όλο της το σώμα είχε μια απίστευτη λάμψη που σε έκανε να
πιστεύεις ότι όλες οι ηλιαχτίδες του ήλιου είχαν τρυπώσει μέσα στο σώμα της και
με κάποιον περίεργο τρόπο τώρα προσπαθούσαν να βγουν ξανά προς τα έξω, στα
μάτια μου ήταν ο ίδιος ο ήλιος που με θάμπωνε καθώς τον κοιτούσα αλλά με έκανε
ταυτόχρονα και να μην θέλω να πάρω τα μάτια μου από πάνω της.
«Καλώς την,
πως ήταν σήμερα το κυνήγι σου;» ρώτησε ο Στέφαν πειραχτικά και εκείνη
χαμογελώντας με ένα εκτυφλωτικό χαμόγελο που σε έκανε να νιώθεις ότι μόλις είχε
ζήσει την υπέρτατη ολοκλήρωση, με τα μάγουλα της να είναι ροδοκόκκινα από την
έξαψη και τα μάτια της μεγάλα και λαμπερά, έριξε το κεφάλι της προς τα πίσω ενώ
βάζοντας τα χέρια της μέσα στα μαλλιά της τα τίναξε με ζωηράδα και εκείνα
άρχισαν να διασκορπίζουν στον αέρα διάφορες δροσοσταλίδες που είχαν σταθεί στις
άκρες τους ενώ αφήνοντας ένα επιφώνημα απόλυτης ικανοποίησης του απάντησε με
μια παθιασμένη φωνή που έκανε όλα τα μέσα μου να ξεσηκωθούν.
«Δεν υπάρχει
τίποτα πιο μαγικό από ένα πρωινό κυνήγι στην άγονη γη του Μίστικ Φόρκς... Ακόμα
και μετά από τόσους αιώνες με κάνει να νιώθω ακριβώς όπως ένιωσα και την πρώτη
μέρα που πάτησα πάνω της σαν λύκος» είπε και η καρδιά μου κόντεψε να σπάσει
καθώς μια περίεργη ζήλια άρχισε να φωλιάζει μέσα μου... Μια ακατανίκητη επιθυμία
με έκανε να θέλω να γευτώ και εγώ αυτό το μαγικό κυνήγι έτσι ακριβώς όπως το
είχε περιγράψει εκείνη.
«Μόνο γι
αυτό πιστεύω ότι αξίζει να γυρίζει πιο συχνά στα μέρη μας» της πρότεινε ο
Στέφαν με ένα ύφος που δεν μπορούσα να αποκωδικοποιήσω και γέρνοντας προς το
μέρος του, του χάρισε ένα ζεστό χαμόγελο ενώ τον κοίταξε με τέτοια τρυφερότητα
όπως ακριβώς θα κοίταζε μια μάνα το παιδί της με μια περίεργη θλίψη στα μάτια
της καθώς βάζοντας το χέρι της απαλά να ακουμπήσει πάνω στο μάγουλο
του, του απαντούσε.
«Γλυκέ μου
Στέφαν...» πρόφεραν τα χείλια της με μια απαλότητα που έκανε όλο μου το κορμί
να ανατριχιάσει καθώς απομάκρυνε και πάλι το κορμί της από το δικό του... «Το
πιστεύεις ότι πέτυχα αγριογούρουνο;» συνέχισε πιο ανάλαφρα βάζοντας το χέρι
της μέσα στο άνοιγμα του πουκαμίσου της και γούρλωσα τα μάτια μου από την
έκπληξη.
«Αγριογούρουνο;»
ρώτησα εγώ πριν τον Στέφαν και άρχισε να γελάει με το ύφος μου.
«Πίστεψε με
και εγώ την ίδια έκπληξη είχα όταν το πέτυχα αλλά το άτιμο ήταν μόνο του οπότε
το άφησα να φύγει» μου επιβεβαίωσε ενώ κρατώντας κάτι στην χούφτα της που πριν
ακουμπούσε το στερνό της, πέρασε την αλυσίδα από τον λαιμό της και μόλις πέρασε
και από τα μαλλιά της, το φίλησε ευλαβικά και ξαφνικά όλη της η λάμψη χάθηκε ενώ η
επιδερμίδα της έγινε ξανά πιο ανθρώπινη ίσως και λίγο πιο θαμπή.
«Δεν φοράς
το δαχτυλίδι σου... πως μπορείς να περπατάς στο φως της ημέρας;» παρατήρησα και
γέλασε δύσπιστα.
«Έλα τώρα
Έντουαρτ σε είχα και για έξυπνο...» είπε απογοητευμένα ο Στέφαν και γύρισα την
ματιά μου προς το μέρος του... «Πως θα μπορούσε να σταθεί το δαχτυλίδι της στα
λυκίσια πόδια της;» ρώτησε και έκανα μια απολογητική γκριμάτσα.
«Δηλαδή
έχεις και άλλα κοσμήματα που σε προστατεύουν από το φως της ημέρας» διαπίστωσα
αλλά ο Στέφαν μίλησε πριν εκείνη απαντήσει.
«Όταν έχει
την ανθρώπινη μορφή της ναι αλλά όταν πρέπει να πάρει την λυκίσια της μορφή
μόνο το Evenstar μπορεί να
την προστατεύει» με ενημέρωσε και με την άκρη του ματιού μου είδα την Μπέλλα να
στραβώνει για κάποιον λόγο.
«Το Evenstar;» ρώτησα περίεργος και εκείνη με
κοίταξε εξονυχιστικά.
«Πες μου ότι
το γνωρίζεις να με στείλεις από εκεί που ήρθα πρωινιάτικα» είπε με μια περίεργη
σκληράδα στην φωνή της και γυρίζοντας την ματιά μου προς το μέρος της κούνησα
αρνητικά το κεφάλι μου αν και δεν ήμουν απόλυτα σίγουρος ότι πράγματι δεν το
ήξερα, κάτι μέσα μου με έκανε να νιώθω ότι κάπου το είχα ξανακούσει αλλά δεν ήξερα από
που.
«Μπορώ να το
δω;» ρώτησα και εκείνη συνεχίζοντας να με κοιτάει έντονα στα μάτια ενώ διάβαζε
την κάθε μου κίνηση κρατώντας το περιδέραιο από το σημείο που πέρναγε η
αλυσίδα, το έτεινε μπροστά και με άφησε να το δω...
Ήταν ένα
σπάνιο κόσμημα που όμοιο του δεν είχα δει ποτέ ξανά στην ζωή μου που καθώς οι
ηλιαχτίδες του ήλιο πέφτανε απάνω του το έκαναν να διασκορπίζει διάφορες
αχτίδες γύρω του κάνοντας το πιο εκτυφλωτικό... Στις δύο άκρες του υπήρχαν το
τελείωμα δύο φυλλωμάτων που ενώνονταν στην μέση και διακλαδωνόντουσαν προς τα
κάτω δημιουργώντας ένα οκτώ ενώ στο κέντρο του κοσμήματος υπήρχε ένα μεγάλο
αστέρι από έξη στο χρώμα του πάγου διαμάντια και ένα επιπλέων διαμάντι από πάνω
τους να τα συγκρατεί.
«Τι το
ιδιαίτερο έχει;» ρώτησα χωρίς να παίρνω τα μάτια μου από πάνω του.
«Είναι
μαγεμένο και η αλυσίδα παίρνει το μέγεθος του λαιμού της κυράς μας καθώς
μεταμορφώνετε» με ενημέρωσε ο Στέφαν και η Μπέλλα γύρισε την ματιά της προς το
μέρος του αλλά εγώ χωρίς να τους δίνω σημασία συνέχισα να το κοιτάζω
καθώς διάφορες εικόνες άρχιζαν να κατακλύζουν το μυαλό μου.
Έβλεπα
εκείνην να είναι μπροστά από έναν καθρέφτη φορώντας μια εντυπωσιακή τουαλέτα στα
χρώματα του γκρι που καθώς λαμπίριζε στο φως της ημέρας το έκανε να μοιάζει με
ασημή φόρεμα ενώ διάφορες κοπέλες της φτιάχνανε τα μακριά πυκνά της μαλλιά που φτάνανε μέχρι κάτω από τους γλουτούς της και
μόλις με είδε μέσα από το είδωλο του καθρέφτη γύρισε την ματιά της απότομα προς
το μέρος μου και με κοίταξε ενώ το ίδιο λαμπερό χαμόγελο που είχα δει πριν
άστραψε και πάλι στο πρόσωπο της.
Τρέχοντας
ήρθε κοντά μου και εγώ αμέσως την αγκάλιασα και κρατώντας την σφιχτά απάνω μου
ανασηκώνοντας την πιο ψηλά από το πάτωμα άρχισα να στριφογυρίζω τα κορμιά μας
γύρω από τον εαυτό μου καθώς την φιλούσα με όλο μου το πάθος την στιγμή που όλο
το δωμάτιο άδειαζε από τις κοπέλες που ήταν πριν κοντά της... Νιώθοντας τα
πνευμόνια μου να διαμαρτύρονται για λίγο αέρα την ξάπλωσα στο ανάκλιντρο που
ήταν κοντά μου και χωρίς να την αποχωρίζομαι από την αγκαλιά μου καθώς έκατσα
δίπλα της την κοίταξα με όλη την λατρεία που έκανε την καρδιά μου να φουσκώνει
ενώ έπαιρνα μια βαθιά ανάσα.
«Είσαι η πιο
όμορφη νύφη που έχει υπάρξει ποτέ» είπα με βαθιά φωνή και έκανε μια απηυδισμένη
γκριμάτσα.
«Τι κάνεις
εδώ;» με ρώτησε και χαμογέλασα πονηρά.
«Ήρθα για να
σου δώσω το γαμήλιο δώρο σου» της δήλωσα και άρχισε να γελάει δυνατά.
«Και δεν
μπορούσες να περιμένεις μερικές ώρες ακόμα για να το κάνεις αυτό;» με ρώτησε
και κουνώντας αρνητικά το κεφάλι μου, βάζοντας το χέρι μου μέσα στο τσεπάκι του
σακακιού μου, έβγαλα το κόσμημα που της είχα φτιάξει με όλη μου την αγάπη ενώ
φρόντισα και να το μαγέψουν ώστε να μπορεί να το φοράει ακόμα και με την
λυκίσια της μορφή.
«Τι είναι
αυτό;» αναφώνησε ενώ το κοίταζε σοκαρισμένη με το χέρι της πάνω στο στερνό της
χωρίς να ανασαίνει.
«Είναι το Evenstar, το έφτιαξα για σένα ώστε να
μπορείς να το φοράς σε οποιαδήποτε μορφή και να παίρνεις για να το έχεις για
πάντα απάνω σου χωρίς να φοβάσαι ότι θα το χάσεις» της είπα και τα μάτια της
άρχισαν να δακρύζουν.
«Είναι τόσο
όμορφο» είπε με ραγισμένη φωνή καθώς το έπαιρνε μέσα στα χέρια της για να το αγγίξει και την κοίταξα με την ανάσα μου να
δυσκολεύεται.
«Δεν υπάρχει
τίποτα πιο όμορφο σε αυτό τον κόσμο που θα μπορούσε ποτέ να ξεπεράσει την
ομορφιά σου Βασίλισσα μου» τα χείλια μου πρόφεραν με πάθος και χωρίς να έχω
άλλες αντοχές για άλλη μια φορά κάλυψα τα χείλια της με τα δικά μου και αφέθηκα
να απολαύσω την πιο γλυκιά γεύση στον κόσμο μου.
Το πάθος που
ξεχύθηκε μέσα μου έκανε την καρδιά μου να σπάσει και τα στρώματα από υφάσματα που
μας χώριζαν με έκαναν να εκραγώ... Περίμενα δύο ολόκληρους αιώνες γι αυτήν την
μοναδική στιγμή και οι ώρες που απομένανε για να την κάνω δικιά μου επίσημα μου
φαίνονταν ατελείωτοι... Δεν μπορούσα άλλο να περιμένω είχα ήδη κάνει πολύ υπομονή και εκείνη καταλαβαίνοντας το δεν μου το αρνήθηκε ενώ καθώς τύλιγε τα χέρια της
γύρω από τον λαιμό μου αφέθηκε στα χέρια μου με όλη την ψυχή της.
Τα χέρια μου
καθώς αναζητούσαν να νιώσουν την τρυφερή της σάρκα απομάκρυναν από πάνω της το
ύφασμα που κάλυπτε την απίστευτη ομορφιά της και εκείνη αμέσως αντέδρασε.
«Έντουαρττττ»
προσπάθησε να με σταματήσει και αυτό αυτόματα με έκανε να εκραγώ.
«Είσαι δικιά
μου» είπα με πείσμα ενώ τα χείλια μου αχόρταγα ρούφαγαν την τρυφερή σάρκα του
λαιμού της και εκείνη άρχισε να γελά.
«Όχι ακόμα»
με πείραξε και σηκώνοντας το κεφάλι μου την κοίταξα αφήνοντας στην ματιά μου να
εκφραστεί όλη η αγάπη που υπήρχε πάντα μέσα μου.
«Στα μάτια
του θεού, είσαι δικιά μου από την πρώτη στιγμή που με άγγιξες που με κράτησες
στην αγκαλιά σου που άνοιξα τα μάτια μου και σε αντίκρισα... Εσύ ήσουν πάντα η
μοναδική μου αγάπη, το παντοτινό μου αστέρι, αυτό που θα μείνει για πάντα
χαραγμένο μέσα στην ψυχή μου στους αιώνες που θα ακολουθήσουν» της είπα με
βαθιά φωνή και καθώς τα μάτια της άρχησαν και πάλι να δακρύζουν ένιωσα από τα
χέρια της να γλυστρά το "Evenstar" που της είχα μόλις χαρίσει ενώ
αμέσως τα χέρια της πλαισίωναν το πρόσωπο μου και καθώς άπλωνα το χέρι μου να
αγγίξω το πρόσωπο της η φωνή του Στέφαν με επανέφερε ξανά στο παρόν.
«Εγώ στην
θέση σου δεν θα το έκανα αυτό...» τον άκουσα να λέει και γυρίζοντας την ματιά
μου προς το μέρος του τον κοίταξα με απορία και εκείνος συνέχισε... «Δεν μπορεί
να το αγγίξει κανένας άλλος εκτός από τον δημιουργό του...» διευκρίνισε και
μόνο τότε κατάλαβα ότι ήμουν έτοιμος να αγγίξω αυτό το αριστούργημα... «Έχω
αναφέρει ποτέ ότι ο μακαρίτης εκτός των άλλων ήταν και τρομερά ζηλιάρης;» την
πείραξε και η Μπέλλα καθώς μάζεψε το χέρι της παίρνοντας κοντά της το
περιδέραιο της τον κοίταξε με μια προειδοποιητική ματιά.
«Έχω
αναφέρει ποτέ ότι οι μικρές σου ατασθαλίες είναι πολύ κοντά να βγουν στο φως;»
του γύρισε το σχόλιο του αλλά το μυαλό μου που ήταν ακόμα κολλημένο στις
προηγούμενες εικόνες που είχαν ξεπηδήσει στην μνήμη μου με έκαναν αδύνατον να
σκεφτώ κάτι άλλο και έτσι πέταξα αυτό που με προβλημάτιζε χωρίς να έχω δώσει
σημασία σε αυτό που μόλις είχαν ανταλλάξει.
«Αυτός που
το έφτιαξε ήταν οοοο...» την ρώτησα αλλά πριν προλάβω να τελειώσω, ο Στέφαν
συμπλήρωσε την φράση μου αντί για μένα.
«Ο ένας και
μοναδικός... Ο αναντικατάστατος» είπε μισό αστεία μισό σοβαρά και η Μπέλλα τον
κοίταξε αυστηρά ενώ ζάρωνε τα μάτια της απειλητικά.
«Και τι
απέγινε;» συνέχισα εγώ τις απορίες μου και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την άφησε
να βγει από μέσα της απελπισμένα καθώς γύριζε την ματιά της προς το μέρος μου ξανά.
«Του
ξερίζωσα την καρδιά» μου απάντησε κυνικά κάνοντας με να νιώσω ότι με κάποιον
τρόπο με αυτό προσπαθούσε να με προειδοποιήσει ότι το ίδιο θα συμβεί και σε
μένα αν κάνω κάτι που θα την φτάσει στα όρια της αλλά τα λόγια της τα
επισκίασαν τα λόγια του Στέφαν.
«Ναι γιατί
εκείνος σε ικέτευε να το κάνεις για να τον λυτρώσεις από το μαρτύριο του και
εσύ ήπιες το αίμα που περιείχε μέσα η καρδιά του για να τον κρατήσεις για πάντα
μαζί σου μέχρι να βρεις τον τρόπο να λύσεις την κατάρα σου ώστε να μπορέσεις να
αφήσεις την ψυχή σου να αναπαυθεί για να καταφέρεις να πας κοντά του και να την
ενώσεις ξανά με την δική του μεταθάνατον» της χτύπησε και ένιωσα την Μπέλλα να
χάνει την υπομονή της ενώ έτριζε τα δόντια της καθώς ανάσαινε κοφτά.
«Όταν σου
έδωσα την άδεια να διαβάσεις τα ημερολόγια μου δεν θυμάμαι να σου έδωσα την
άδεια να τα εκμυστηρευτείς και σε τρίτους» του τόνισε και ο Στέφαν χαμήλωσε την
ματιά του.
«Συγνώμη...
εγώ απλά ήθελα να βοηθήσω» είπε μετανιωμένος και η Μπέλλα τον κοίταξε δύσπιστα.
«Σε τι
ακριβώς δηλαδή θα βοηθήσει αυτήν την στιγμή τον Έντουαρτ αυτή η ιστορία
συγκεκριμένα;» τον ρώτησε ενώ τον κοίταζε έντονα.
«Θα βοηθήσει
να σε καταλάβω καλύτερα» επέμβηκα εγώ και γύρισε απότομα την ματιά της προς το
μέρος μου.
«Το θέμα
είναι να γνωρίσεις και να καταλάβεις την ιστορία του λαού μας Έντουαρτ, όχι την
δικά μου...» είπε κατηγορηματικά και σέρνοντας την καρέκλα της προς τα πίσω
σηκώθηκε όρθια νευριασμένα... «Τέλος πάντων πάω να κάνω ένα ντους και μόλις
ετοιμαστώ φεύγουμε... Προτιμάς να σε πάω εγώ ή ο Στέφαν για να μην έχεις πρωινή
μουρμούρα;» ρώτησε και το σκέφτηκα για λίγο.
«Όχι θα έρθω
μαζί σου» της απάντησα με σιγουριά και καθώς κατένευσε έφυγε από
το δωμάτιο αφήνοντας μας ξανά μόνους.
«Τα βρήκατε
βλέπω» σχολίασε ο Στέφαν και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος του.
«Ναι αλλά αν
με δει μαζί της είμαι σίγουρος ότι θα έχουμε νέο γύρω» του απάντησα κάτω από
τον αναστεναγμό μου και εκείνος άφησε ένα γελάκι να του ξεφύγει.
«Με την
Μπέλλα εννοούσα» διευκρίνισε.
«Α... Εεε
ναι, μάλλον» του απάντησα ξανά και συνέχισα να τρώω το πρωινό μου για να
αποφύγω οποιαδήποτε άλλη συζήτηση μαζί του... Δεν μου είχε κάνει τίποτα αλλά
ποτέ δεν μου ήταν ιδιαίτερα συμπαθείς για κάποιον λόγο που δεν μπορούσα να το
εξηγήσω.
«Να σε
ρωτήσω κάτι;...» τον ρώτησα μόλις βρεθήκαμε στην κουζίνα την στιγμή που
μαζέψαμε μαζί το τραπέζι και ανασήκωσε του ώμους του αδιάφορα δίνοντας μου την
άδεια να συνεχίσω... «Αν το περιδέραιο αυτό δεν μπορεί να το αγγίξει άλλος
γιατί δεν το φοράει συνέχεια ώστε να μην μπορεί να την εκθέσει κάποιος στον
ήλιο;» τον ρώτησα και η φωνή της μου έκοψε την ανάσα.
«Φαντάζομαι
ότι είδες την λάμψη που ανέδυε το σώμα μου την στιγμή που μπήκα στο σπίτι...»
απάντησε αντί για τον Στέφαν και γύρισα την ματιά μου απολογητικά προς το μέρος
της ενώ κατένευσα... «Πιστεύεις ότι θα μπορούσα να περπατάω έξω στο κόσμο
λάμποντας έτσι χωρίς να τους κάνω να αναρωτηθούν για το τι στο καλό συμβαίνει με
μένα;» ρώτησε πειράχτηκα και χαμογέλασα και εγώ δειλά ενώ κούναγα αρνητικά το
κεφάλι μου.
«Μάλλον όχι»
επιβεβαίωσα και μου έκανε νόημα με μια κίνηση του κεφαλιού της για να την
ακολουθήσω.
«Εκτός αυτού
όμως, δεν γνωρίζει κανείς αυτήν την στιγμή την ύπαρξη του εκτός του Στέφαν και τώρα εσένα και θα
προτιμούσα να παραμείνει έτσι» τόνισε κοιτώντας με έντονα ενώ κράταγε το
χερούλι της πόρτα χωρίς να την ανοίγει και εγώ κατένευσα σοβαρός.
«Έχεις τον
λόγο μου» της υποσχέθηκα και καθώς κατένευσε άνοιξε την πόρτα και με άφησε να
βγω πρώτος.
Βγαίνοντας
από το σπίτι βλέποντας την μηχανή με έπιασε μια ακατανίκητη επιθυμία να την
οδηγήσω και την σταμάτησα λίγο πριν ανέβει.
«Μπέλλα;...»
ρώτησα μόλις μου έτεινε το κράνος και με κοίταξε υπομονετικά αφήνοντας με να
συνεχίσω... «Μπορώ να την οδηγήσω εγώ;» ρώτησα παρακλητικά με ελπίδα και άρχισε
να γελάει.
«Φυσικά και
όχι» δήλωσε κατηγορηματικά και μόλις την καβάλησε, απογοητευμένος έβαλα το
κράνος και ανέβηκα και εγώ.
Φτάνοντας
στο σχολείο πριν ακόμα προλάβει η Μπέλλα να σταματήσει την μηχανή και να βάλει
το σταντ είδα την Έλενα να τρέχει κατά πάνω μας.
«Δεν
ντρέπεσαι λίγο;...» με πείρε από τα μούτρα σπρώχνοντας με μόλις κατέβηκα πριν
ακόμα προλάβω να βγάλω το κράνος... «Δεν φτάνει που κάνεις ότι κάνεις, έχεις
και το θράσος να εμφανίζεσαι στο σχολείο με αυτήν την τσούλα;» συνέχισε
νευριασμένα την στιγμή που κατάφερα να βγάλω το κράνος για να την αντιμετωπίσω
στα ίσια αλλά πριν προλάβω να μιλήσω η Μπέλλα πήρε πρώτη τον λόγο κάνοντας με
να εκραγώ... Ποιος της έδωσε το δικαίωμα να ανακατεύεται;
«Αν κάποιος
θα έπρεπε να ντρέπεται αυτή είσαι μόνο εσύ...» είπε και γυρίζοντας την ματιά
μου προς το μέρος της την κοίταξα με ένα ύφος που της έκανε ξεκάθαρο να μην
ανακατεύεται ταυτόχρονα με την αντίδραση της Έλενας.
«Ποιος σου
μίλησε εσένα;» την ρώτησε με θράσος αλλά δεν ίδρωσε το αυτί της.
«Σε
ενημέρωσε η παρεούλα σου ότι όλο το βράδυ βόγκαγε εξαιτίας σου από τα χτυπήματα
που δέχτηκε από τον πατέρα του επειδή πήγες και τον κάρφωσες ή είναι από τα
κοινά μυστικά που όλοι το ξέρουν αλλά κανείς δεν τολμάει να το πει στον ευρύ
κύκλο σας;» την ειρωνεύτηκε εκείνη με δηλητήριο στην φωνή της και η Έλενα
γύρισε την ματιά της προς το μέρος μου σοκαρισμένη.
«Ο πατέρας
σου...» δεν μπορούσε να συνεχίσει και αναστενάζοντας βαριά γύρισα την ματιά μου
προς την Μπέλλα.
«Σε
ευχαριστώ για το τίποτα» της είπα και εκείνη έκανε μια αδιάφορη γκριμάτσα ενώ
ανασήκωνε τους ώμους της.
«Παρακαλώ
μωρό μου... Τα λέμεεεε» ανταποκρίθηκε και με αεράτα βήματα άρχισε να
ξεμακραίνει για να μας αφήσει μόνους ενώ πρώτα πήρε από τα χέρια μου το κράνος
της.
«Μωρό μου;»
ρώτησε η Έλενα ειρωνικά και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της κουρασμένα,
φυσικά το γεγονός ότι πλήρωσα ακριβά την προδοσία της έγινε αμέσως
παρελθόν για εκείνην.
«Έλενα μην
αρχίζεις πρωί πρωί γιατί δεν έχω όρεξη» της δήλωσα και προσπάθησα να την
προσπεράσω για να πάω προς την παρέα μας αλλά εκείνη δεν με άφησε... Πιάνοντας
το μπράτσο μου με ανάγκασε να γυρίσω προς την μεριά της με το έτσι θέλω.
«Κοιμάσαι
στο σπίτι της, έρχεσαι ντυμένος με ρούχα του Στέφαν και μάλιστα μαζί της και
τολμάς να μου λες ότι δεν έχεις και όρεξη από πάνω;» είπε μέσα στα νεύρα της
και έμεινα σοκαρισμένος να την κοιτώ.
«Ώστε αυτός
ήταν έτσι;...»
«Τι πράγμα;»
με διέκοψε αλλά εγώ συνέχισα έτσι κι αλλιώς.
«Με τον
Στέφαν μου τα φόραγες όλον αυτόν τον καιρό!» της είπα την διαπίστωση μου και
για μια στιγμή κώλωσε αλλά αμέσως βρήκε ξανά την αυτοκυριαρχία της και συνέχισε
πιο δυναμικά.
«Πας να
βγεις και από πάνω;... Πως τολμάς;» ρώτησε και καλά οργισμένη και με έκανε να
βγω από τα ρούχα μου.
«Το αστείο
είναι ότι εσύ είσαι αυτή που πάει να βγει από πάνω και μην μου το παίζεις εμένα
ανήξερη γιατί τα ξέρω όλα και τα ξέρω καιρό τώρα δεν χρειαζόταν να μου το πει
κάποιος αλλά δεν φταις εσύ, εγώ φταίω που καθόμουν και το έτρωγα σαν μαλάκας»
της γύρισα πίσω υψώνοντας την φωνή μου με το χέρι μου να τρέμει σπασμωδικά από
τα νεύρα μου.
«Δεν ξέρεις
τι λες» πήγε να υπερασπιστεί τον εαυτό της και με έκανε χειρότερα.
«Θες
επιβεβαίωση; Ναι πήγα μαζί της και ήταν ότι καλύτερο μου έχει συμβεί στην ζωή
μου και θες να μάθεις και τον λόγο; Πήγα μαζί της γιατί ξέρω να διεκδικώ αυτό
που θέλω, όταν το θέλω όπως ακριβώς ξέρω και να σέβομαι τις επιθυμίες των
άλλων, αλλά εσένα δεν σου άξιζε ούτε η αγάπη μου ούτε ο σεβασμός μου, δεν σου
άξιζε τίποτα και δεν πρόκειται να μετανιώσω για τίποτα... Ακόμα και αν γύριζε ο
χρόνος και πάλι θα το έκανα ξανά και ξανά και ξανά και θες και το γιατί; Γιατί
εκείνη είναι γυναίκα, πραγματική γυναίκα και όχι ένα δείγμα που το μόνο που
ξέρει να κάνει να σκέφτεται τον εαυτούλη της και πως εκείνη θα περάσει καλά
πάνω στις πλάτες αυτού που λέει ότι αγαπάει... Αν αυτό είναι αγάπη τρίψ’ την
στην μούρη σου και παράτα με, δεν αξίζεις ούτε να σε φτύσω» ξέσπασα και
γυρίζοντας την πλάτη μου άρχισα να προχωράω προς το κτίριο του σχολείου και
άκουσα τον Έμετ και την Άλις να τρέχουν πίσω μου.
«Έτσι σε
θέλω αγόρι μου, σκίσε την γάτα που μας τα έπρηξε δύο χρόνια τώρα, δείξ’ της
ποιος είναι ο άντρας....» έλεγε ο Έμετ.
«Έντουαρτ
είσαι καλά; Τι έγινε;...» έλεγε η Άλις ταυτόχρονα αλλά εγώ δεν σταμάταγα,
συνεχίζοντας την πορεία μου προς τα σκαλιά προσπαθούσα με νύχια και με δόντια
να ισορροπήσω μέσα μου αλλά δεν τα κατάφερνα με τίποτα... Το πιο περίεργο από
όλα ήταν που δεν μπορούσα να καταλάβω το πως νιώθω, από την μια ένιωθα
ανακούφιση από την άλλη ήθελα σαν τρελός να γυρίσω πίσω και να της ζητήσω
συγνώμη, να πέσω γονατιστός μπροστά της και να την ικετέψω να το ξεχάσουμε και αυτό
με έκανε χειρότερα.
Μόλις ένιωσα
ένα χέρι να με αρπάζει από το μπράτσο μου γύρισα αγριεμένα προς τα πίσω και ο
Έμετ αυτόματα έκανε προς τα πίσω ενώ η Άλις αμέσως έτρεξε με φόρα για να έρθει
κοντά μου ασθμαίνοντας.
«Πες μου το
ήξερες; Πες μουυυυ» απαίτησα προς τον Έμετ και εκείνος τα έχασα.
«Για ποιο
πράγμα μιλάς;» ρώτησε με φωνή που έβγαινε με το ζόρι από μέσα του.
«Ήξερες ότι
η οικογένεια μας κατάγετε από τον πρώτο λυκάνθρωπο της ιστορίας;» τον ρώτησα
απαιτητικά και εκείνος με κοίταξε σαν να με κοίταζε για πρώτη φορά ενώ η Άλις
που με είχε ήδη αγκαλιάσει άρχισε να τρέμει ολόκληρη ενώ με κοίταξε
σοκαρισμένη.
«Τι πράγμα;»
ρώτησαν ταυτόχρονα με την ίδια σοκαρισμένη ματιά και ξεφυσώντας ακούμπησα την
πλάτη μου στον τοίχο που ήταν πίσω μου ενώ προσπαθούσα πολύ σκληρά να ηρεμίσω
κάτι που ήταν ακατόρθωτο έτσι όπως έβραζα αυτήν την στιγμή.
«Έντουαρτ
σου το ορκίζομαι αν το ήξερα...» προσπάθησε ο Έμετ να υπερασπιστεί τον εαυτό
του και τον κοίταξα άγρια.
«Και τότε τι
στο διάολο κάνετε με το πατέρα μου όταν πάτε στα ταξιδάκια σας... Τι διάολο
σιγομουρμουρίζετε συνέχεια πίσω από την πλάτη μας;» απαίτησα να μου πει με ένα
ύφος που δεν δεχόταν ψέματα και εκείνος κοίταξε για λίγο την Άλις και μετά πάλι
εμένα με ένα βλέμμα ενόχου.
«Εγώ απλά
κάνω αυτό που μου λέει...» είπε και έτριξα τα δόντια μου εκείνη την στιγμή για
να μην τον διαολοστείλω πουθενά.
«Κάνε μου
την χάρη και κάν’ την από εδώ γιατί δεν θέλω να ξεσπάσω απάνω σου...» είπα
απειλητικά και με κοίταξε απολογητικά.
«Εγώ ήθελα
μόνο να...» πήγε να πει και άρχισα να μουγκρίζω σαν θηρίο σε κλουβί και ο Έμετ
άρχισε να πισωπατεί με τα χέρια του ανασηκωμένα στον αέρα αμυντικά.
«Τώρα
είπα...» του είπα ξανά μέσα από τα δόντια μου με μια φωνή που δεν αναγνώριζα
ούτε εγώ και εκείνος άρχισε να τρέχει ενώ η Άλις κλείνοντας τα χέρια της σφιχτά
γύρω από το σώμα μου προσπάθησε να με κάνει να βρω ξανά τα λογικά μου.
«Έντουαρτ σε
παρακαλώ, το ξέρεις ότι ο Έμετ ποτέ δεν θα μας πρόδιδε, ήμαστε αδέλφια του»
έλεγε αλλά ακόμα και αυτό δεν ήταν αρκετό για να κατευνάσει τον εκνευρισμό μου
αυτήν την στιγμή.
«Και ούτε το
έκανε ποτέ...» επιβεβαίωσε η Μπέλλα και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της
ακόμα ασθμαίνοντας βαριά... «Μην του γυρίσετε την πλάτη, σας έχει ανάγκη όπως
ακριβώς τον έχετε και εσείς... Μπορεί να είναι λίγο – πως να το πω ευγενικά –
ελαφρόμυαλος; - Αλλά πάντα σας υποστηρίζει και πάντα την πληρώνει γι αυτό και
εσύ Έντουαρτ περισσότερο από κάθε άλλον ξέρεις πολύ καλά με ποιον τρόπο» μου
τόνισε και ήθελα τόσο πολύ να την πιστέψω, δεν θα μπορούσα να πιστέψω ποτέ ότι
ο ξάδελφος μου ο ίδιος μου ο αδελφός θα μπορούσε να ήταν όλα αυτά τα χρόνια το
τσιράκι του πατέρα μου.
«Πιστεύεις
ότι θα τον έβλεπα να σας προδίδει και θα τον άφηνα να το συνεχίζει;» με ρώτησε
με περισσότερη πειθώ και αφήνοντας την ανάσα μου να βγει βίαια από μέσα μου
χαλάρωσα προς στιγμήν και η ματιά της Άλις μου τράβηξε το βλέμμα προς το μέρος
της.
«Με τρόμαξες
είσαι καλά;» με ρώτησε και κατένευσα για απάντηση, δεν είχα κουράγιο ακόμα να
μιλήσω και η Άλις κοίταξε προς την Μπέλλα.
«Ποια είσαι
και γιατί επεμβαίνεις στις ζωές μας;» την ρώτησε και η Μπέλλα άφησε ένα γελάκι
να της ξεφύγει.
«Να μια πάρα
πολύ καλή ερώτηση...» της απάντησε μόνο και γύρισε την ματιά της προς το μέρος
μου... «Μην χάσετε το μάθημα της ιστορίας... Θα είναι πολύ επιμορφωτικό» συμπλήρωσε
και άρχισε να ξεμακραίνει αφήνοντας το ερώτημα της Άλις αναπάντητο και εκείνη
μόλις την είδε να απομακρύνετε γύρισε την ματιά της προς το μέρος μου.
«Είναι
αλήθεια πως το κάνατε;» ρώτησε ψιθυριστά και γέλασα κουρασμένα καθώς ίσιωνα το
κορμί μου.
«Ναι»
απάντησα μονολεκτικά και παρασέρνοντας την μαζί μου κίνησα προς στην σκάλες για
να ανέβουμε στο κύριο κτήριο... Ευτυχώς που μέχρι να τελειώσω το διαπληκτισμό
μου με την Έλενα όλοι είχαν μπει μέσα αλλιώς τώρα θα είχαμε γίνει σίγουρα
βούκινο με τις μαλακίες που έκανα πριν.
«Καιιιιι» με
πίεσε εκείνη περισσότερο και την κοίταξα παραξενευμένος.
«Τι και;»
την ρώτησα και έκανε μια αγανακτισμένη γκριμάτσα.
«Πως ήταν,
πως ένοιωσες;...» συνέχισε εκείνη πιο επίμονα και μόλις έφτασα στο ερμάριο μου
σταμάτησα για να το ανοίξω χωρίς να απαντώ... «Θα μου πεις ή θα με σκάσεις;»
ρώτησε πάλι και την κοίταξα κουρασμένα.
«Δεν τα
παρατάς...» είπα την διαπίστωση μου και εκείνη σταύρωσε τα χέρια της στο στήθος
κοιτώντας με πείσμα και αναστέναξα... «Την αλήθεια;...» ρώτησα και κούνησε το
κεφάλι της για απάντηση... «Δεν ξέρω να σου πω...» απάντησα ειλικρινά και με
κοίταξε μπερδεμένη.
«Τι εννοείς
δεν ξέρεις, σου άρεσε παιδάκι μου ή όχι;» ρώτησε ξανά και παίρνοντας τα βιβλία
μου στο χέρι ανασήκωσα τους ώμους μου αδιάφορα καθώς έκλεινα το ερμάριο και
γύριζα προς την μεριά της.
«Από την μια
ήταν η καλύτερη εμπειρία που έχω ζήσει ποτέ μου αλλά από την άλλη...»
«Από την
άλλη...» επέμενε εκείνη ανυπόμονα κοιτώντας με έντονα στα μάτια και ξεφύσησα.
«Για κάποιον
λόγο ήταν και η χειρότερη... Δεν ξέρω πως να το εξηγήσω αυτό» της είπα με
ειλικρίνεια και εκείνη κοιτώντας το άδειο διάδρομο μια φορά εξονυχιστικά με
τράβηξε από το χέρι και άρχισε να με σέρνει προς το προαύλιο.
«Την χάσαμε
που την χάσαμε την πρώτη ώρα, ας την εκμεταλλευτούμε σωστά, θα μου τα πεις
όλα... Θες δεν θες» είπε με το ύφος που δεν δεχόταν αντίρρηση και άρχισα να
γελάω με την καρδιά μου... Την λάτρευα την αδελφή μου όσο άσχημα και να ένιωθα
εκείνη πάντα ήξερε τον τρόπο να με κάνει να βγάζω από μέσα μου ότι με βασάνιζε
και πάντα της ήμουν ευγνώμον γι αυτό.
Μόλις
κάτσαμε σε ένα ξύλινο μπαγκάκι πικνίκ κάτω από την σκιά των δέντρων που υπήρχε
στο προαύλιο του σχολείου, άρχισα να της λέω ότι είχε συμβεί από την στιγμή που
με άφησαν εχθές στην βιβλιοθήκη και μετά παραλείποντας επιμελώς την συζήτηση
του πατέρα μας με την Μπέλλα γιατί δεν ήθελα να ξέρει – τουλάχιστον όχι ακόμα –
την βρώμικη ζωή του και μόλις τελείωσα με κοίταξε σοκαρισμένη με την ανάσα της
να πνίγεται μέσα της.
«Είσαι καλά;
Πονάς πουθενά;» ρώτησε με αγωνία για τα χτυπήματα μου και κούνησα αμέσως
αρνητικά το κεφάλι μου.
«Μην
ανησυχείς γι αυτά, χάρη στην Μπέλλα επουλώθηκαν όλα» την διαβεβαίωσα και με
κοίταξε μπερδεμένη.
«Δεν
καταλαβαίνω» παραδέχτηκε και την κοίταξα απολογητικά.
«Μου έδωσε
να πιω από το αίμα της» εξήγησα και έπνιξε την κραυγή της βάζοντας το χέρι της
μπροστά στο στόμα της.
«Δηλαδή τώρα
είσαι...»
«Όχι,
όχι...» προσπάθησα να την καθησυχάσω καταλαβαίνοντας την χαζομάρα που είχα
κάνει... «Πρέπει να πεθάνω πρώτα για να γίνω βρικόλακας μέσα στο εικοσιτετράωρο
πριν εξατμιστεί το αίμα της από το σύστημα μου» εξήγησα γρήγορα και βάζοντας το
χέρι της πάνω στο στήθος της προσπαθούσε με μανία να αναπληρώσει την ανάσα που
είχε χάσει.
«Φρόντισε
τότε να μην πεθάνεις» είπε κατηγορηματικά και γέλασα με το ύφος την και εκείνη
με σκούντησε θυμωμένα.
«Θα
προσπαθήσω» της έδωσα τον λόγο μου και αφού καταλάγιασε την ανάσα της με
κοίταξε ερωτηματικά.
«Δηλαδή αυτό
σημαίνει ότι είμαι και εγώ λυκάνθρωπος;» ρώτησε την επόμενη πιο σημαντική
ερώτηση για εκείνην και το σκέφτηκα για λίγο.
«Αυτό είναι
το περίεργο... Δεν έχει αναφέρει τίποτα για σένα... αντιθέτως λέει ξανά και
ξανά για μένα και τον πατέρα μας συνέχεια» της είπα τον προβληματισμό μου και
το σκέφτηκε και εκείνη για λίγο.
«Μάλλον τότε
θα περιμένουμε για να το μάθουμε αυτό...» είπε και ανασήκωσα και εγώ τους ώμους
μου για επιβεβαίωση... «Πως νιώθεις γι αυτό;» με ρώτησε με πραγματικό
ενδιαφέρον κρατώντας τα χέρια μου τρυφερά μέσα στα δικά της και αναστέναξα.
«Νιώθω ότι
δεν έχω την επιλογή αν θέλω να το κάνω ή όχι και αυτό με φρικάρει τελείως...
Δεν ξέρω γιατί αλλά για κάποιον λόγο πιστεύω ότι το να σπάσω την κατάρα και να
γίνω λυκάνθρωπος δεν θα είναι ότι καλύτερο μου έχει συμβεί στην ζωή μου»
παραδέχτηκα και τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από το κορμί μου έβαλε το κεφάλι
της πάνω στο στερνό μου και άρχισε να με παρηγορεί ενώ ταυτόχρονα ένιωθα ότι
την ίδια παρηγοριά την είχε ανάγκη και η ίδια και τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω
της την έσφιξα απάνω μου ενώ της έδωσα ένα παρατεταμένο φιλί στην κορυφή του
κεφαλιού της, αμέσως ένιωσα όλη την ασφάλεια και την δύναμη που χρειαζόμουν για
να αντέξω όλα όσα με έπνιγαν και αυτόματα χαλάρωσα.
«Φοβάμαι»
παραδέχτηκε και την ανάγκασα να με κοιτάξει.
«Δεν θα
αφήσω κανέναν να σε αγγίξει, ούτε εσένα ούτε και την μαμά...» της δήλωσα κατηγορηματικά...
«Ούτε καν τον ίδιο μας τον πατέρα αν το προσπαθήσει... Όσοι το προσπαθήσουν θα
περάσουν πρώτα πάνω από το πτώμα μου» είπα με πείσμα και κάπου στο βάθος των
δέντρων μου φάνηκε σαν να είδα την Μπέλλα να χαμογελά ενώ μας κοίταζε ακριβός
όπως μας κοίταζε η μητέρα μας όταν ήταν υπερήφανη για μας αλλά δεν μπορούσα να
ήμουν σίγουρος αν αυτό ήταν πραγματικότητα ή μόνο στην φαντασία μου......
2 σχόλια:
Γειά σου Χρυσάνθη μου,η Ντίνα είμαι,χαθήκαμε.Τέσπα,είναι πολύ γλυκό αυτό το κεφάλαιοοο <3
Δεν πειράζει καρδιά μου, τι κάνεις είσαι καλά;;;
σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια χαίρομαι που σου άρεσε :)
Δημοσίευση σχολίου