Άλλο ένα βράδυ
κυλούσε αργά και αδιάφορα. Το πάρτυ που είχαν ετοιμάσει τα παιδιά του ράγκμπι για
την έναρξη της χρονιάς ήταν όπως και όλα τα άλλα. Βαρετό. Μάζευε όπως πάντα
πολύ κόσμο. Κυρίως από ανόητες ξανθιές που έψαχναν μια ευκαιρία να πέσουν στο
κρεβάτι με ένα από τα γυμνασμένα κορμιά των παικτών του ράγκμπι του κολεγίου.
Όλες ξενέρωτες. Όλες εύκολες μέχρι αηδίας. Πιο ξενέρωμα πεθαίνεις.
Έπινα σε μια γωνία το
ποτό μου αγκαλιά με μια ξανθιά καλλονή που δεν έλεγε να το βουλώσει και κοίταζα
απέναντι τους συμπαίκτες μου να κάνουν διαγωνισμό το ποιος θα πιεί περισσότερη
μπύρα από το βαρέλι με το κεφάλι κάτω. Η ξανθιά δίπλα μου έκανε τα πάντα για να
με προκαλέσει αλλά εγώ είχα ήδη ξενερώσει με την πάρτη της.
Ήμουν έτοιμος να
φύγω, με ή χωρίς την ξανθιά που κωλο- τριβόταν επάνω μου μέχρι που μπήκε
εκείνη. Ήταν τουλάχιστον μερικούς πόντους πιο κοντή από μένα. Είχε δύο υπέροχα
μακριά λεπτεπίλεπτα καλογυμνασμένα πόδια. Μέση δαχτυλίδι και τόσο σφιχτά
κωλομέρια που σε προκαλούσαν να χώσεις τα δάχτυλα σου επάνω τους και να τα
ζουλίξεις μέχρι που εκείνη να βογκήξει
από ηδονή. Τα μαύρα της μακριά μαλλιά έπεφταν απαλά πάνω στους
γυμνούς της ώμους δημιουργώντας μια μεταξένια εσάρπα. Ο μαύρος κορσές μπλουζάκι
της, έσφιγγε πάνω στο κορμί της τονίζοντας τα σωστά σημεία. Καθώς γέλαγε, το
στήθος της που έβγαινε διακριτικά από το αισθησιακό της μπούστο, τρανταζόταν.
Ενώ η μαύρη κοντή της φούστα, μόλις έκατσε, έκανε ένα κενό ανάμεσα στα πόδια
της κάνοντας όλα τα αντρικά βλέμματα να επικεντρωθούν ακριβώς εκεί για να
ανακαλύψουν τι φόραγε από μέσα. Ήταν αδύνατον να το δεις. Μόνο να το μαντέψεις
και αυτό έκανε το παιχνίδι πιο ενδιαφέρον.
Ανέδυε μια σιγουριά
και μια αυτοπεποίθηση που σου τράβαγε την προσοχή, τόσο πολύ που το κατάλαβε ακόμα
και η ξανθιά, IQ ραδικιού, δίπλα μου.
«Εεε… σου μιλάω δεν
με ακούς;» την άκουσα να λέει και μαζί με μένα την άκουσε και εκείνη.
Γύρισε την ματιά της
προς το μέρος μου σχεδόν αδιάφορα αλλά δεν πήρε το βλέμμα της αμέσως από πάνω
μου. Με τα γατίσια, γκρίζα της μάτια που έκαναν τόσο αντίθεση με τα μαύρα της
μαλλιά, πέρασε το βλέμμα της από την κορυφή του κεφαλιού μου ως τα ατελείωτα
πόδια μου. Αν και ήμουν αρκετά πιωμένος, παρατήρησα ότι η ματιά της στάθηκε
αρκετά δευτερόλεπτα παραπάνω στο καβάλο μου και αν έκρινα από το ύφος της ότι
και να είδε εκεί την ικανοποίησε αρκετά. Όμως δεν κράτησε πολύ.
Μόλις γύρισε ξανά την
ματιά της προς τον Σταν, εκείνος ενθουσιασμένος τσούγκρισε το μπουκάλι της μπύρας
του με το δικό της και την παρότρυνε να πιούνε. Μέσα μου σήμανε συναγερμός. Για
κάποιον λόγο κάτι δεν μου άρεσε σε αυτόν τον ενθουσιασμό του Σταν. Είχε κάνει
χοντρές μαλακίες στο παρελθόν. Πολλές φορές την προηγούμενη χρονιά τον είχαν
κατηγορήσει κοπέλες πως τους είχε ρίξει χαπάκι στο ποτό τους και αυτό δεν μου
άρεσε.
Μπορείς να μην ήταν
το σπίτι μου αλλά δεν ανεχόμουν να κάνει κάτι τέτοιο σε ένα σπίτι όπου δεν ήταν
ούτε δικό του ή να βγάλει την φήμη ότι η ομάδα μας χρησιμοποιεί τέτοιες
τεχνικές για να ρίξει κορίτσια στο κρεβάτι. Αν είναι δυνατών, λες και δεν μας
έρχονται όλες στο πιάτο μόνο και μόνο γιατί είμαστε η ομάδα του ράγκμπι του
κολεγίου. Όμως για τον Σταν δεν ήταν αρκετό. Δεν ήξερα το γιατί, όχι ότι με
ενδιέφερε κιόλας, αλλά αν η κοπέλα που είχε βάλει ο Σταν στο μάτι δεν ήταν
τελείως κόκαλο δεν πήγαινε μαζί της.
Ο Κλάρις και ο Ζαν
που είχαν διαθέσει το καινούργιο τους σπίτι γι’ αυτόν τον χορό αλλά και για να
το εγκαινιάσουν γιατί ήταν καινούργιο δεν έφταιγαν σε τίποτα να κατηγορηθούν εν
αγνοία τους για κάτι τέτοιες μαλακιές. Έτσι, μιας και που στην κυριολεξία δεν
είχα και τίποτα καλύτερο να κάνω, από εκείνη την ώρα και έπειτα έλεγχα σαν
αρπαχτικό την κάθε κίνηση του Σταν. Έπρεπε να ειδοποιήσω και τον Κλάρις και τον
Ζαν αλλά προς στιγμήν δεν βρήκα τον λόγο να το κάνω. Όσο ήμουν εκεί δεν θα
άφηνα αυτό το καθίκι να παίξει βρώμικα. Είτε ήταν με την μελαχρινή είτε με οποιαδήποτε
άλλη.
Μετά από πέντε με
επτά μπύρες (είχα χάσει πια τον λογαριασμό) η επίσκεψη μου στην τουαλέτα ήταν
αναπόφευκτη. Όταν βγήκα, το πρώτο πράγμα που παρατήρησα ήταν ότι και ο Σταν
αλλά και εκείνη η εντυπωσιακιά μελαχρινή κοπέλα που άνετα θα μπορούσε να ήταν
μοντέλο, έλειπαν. Δεν έκατσα να το σκεφτώ πολύ. Παραμερίζοντας την ξανθιά, που
μου είχε ήδη πρήξει τα αρχίδια με τις μαλακιές της, άρχισα να ανεβαίνω την
σκάλα.
Στην πρώτη πόρτα που
άνοιξα ένα ζευγάρι που χαμουρευόταν άγρια στην τουαλέτα, μου πέταξε μια βούρτσα
για τα μαλλιά στο κεφάλι. Αποφεύγοντας την γρήγορα πριν με χτυπήσει στο πρόσωπο
έκλεισα την πόρτα και συνέχισα προς τον διάδρομο. Ανοίγοντας και τις υπόλοιπες
πόρτες αντιμετώπισα πάνω κάτω το ίδιο σκηνικό και όσο έβλεπα ότι δεν ήταν εκεί
ο Σταν με εκείνη τόσο εκνευριζόμουνα. Που μπορεί να την είχε πάει το καθίκι;
Φτάνοντας στην πέμπτη
και τελευταία πόρτα η καρδιά μου πάγωσε. Μια γυναικεία αδύναμη φωνή φώναζε σε
κάποιον να σταματήσει να την αγγίζει. Με την σκέψη μου ότι αυτή η φωνή ήταν
εκείνης της κοπέλας που με είχε μαγνητίσει με ένα της μόνο βλέμμα και από πάω
της ήταν εκείνο το αρχίδι ο Σταν που τώρα ήμουν πιο σίγουρος από ποτέ ότι της
είχε ρίξει κάτι στο ποτό της, η αδρεναλίνη μου χτύπησε κόκκινο. Η πόρτα ήταν
κλειδωμένη οπότε χρειάστηκε να την σπάσω.
Ωραία άλλο ένα έξοδο που θα ακούσω τον εξάψαλμο γι’ αυτό… μουρμούρισα μέσα
μου αλλά μπροστά στα γεγονότα σιγά μην το λογάριαζα τώρα αυτό.
Μόλις η πόρτα
υποχώρησε πίσω από το βάρος μου ο Σταν πετάχτηκε σαν ελατήριο όρθιος.
«Τι διάολο… Κρις. Τι
κάνεις;» ρώτησε εξαγριωμένος ο Σταν και για απάντηση κάλυψα την απόσταση που
μας χώριζε και του έδωσα μια μπουνιά στο σαγόνι. Εκείνος κάνοντας πρώτα μια
περιστροφή γύρω από τον εαυτό του κατέληξε στο πάτωμα με ένα δυνατό γδούπο.
«Αυτό για τις
μαλακίες που κάνεις. Τώρα πάρε δρόμο από εδώ» σύριξα μέσα από τα δόντια μου
απειλητικά από πάνω του και εκείνος με κοίταξε σοκαρισμένος πιάνοντας το σαγόνι
του.
Φτύνοντας το αίμα που
είχε μαζευτεί μέσα στο στόμα του στο πάτωμα, σηκώθηκε παραπατώντας και τελικά
έφυγε από το δωμάτιο τρέχοντας σπρώχνοντας τα ζευγαράκια που είχαν βγει από τις
κρυψώνες τους για να δουν τι γινόταν.
Γυρίζοντας προς την
κοπέλα με τα μαύρα μαλλιά και τα γκρίζα βουρκωμένα μάτια της την είδα να με
κοιτά έκπληκτη.
«Έλα, θα σε πάρω από
εδώ» της είπα και πριν προλάβει να αντιδράσει άρχισα να βγάζω το λευκό με
κόκκινο τζάκετ που είχε το σήμα της ομάδας μου. ‘C’
Μόλις με είδε να την
πλησιάζω, προσπαθώντας να καλύψει τα γυμνά της στήθη έκανε πιο πίσω. Της έτεινα
το τζάκετ μου και εκείνη κοκάλωσε.
«Δεν νομίζω να
καταφέρω να δέσω τα κορδόνια της μπλούζας σου ξανά» εξήγησα και εκείνη
αρπάζοντας το προσπάθησε να το φορέσει.
Καθώς ήταν ακόμα
ζαλισμένη από το ποτό και από ότι της είχε ρίξει ο Σταν, την στιγμή που πάλεψε
να το φορέσει κόντεψε να πέσει από το κρεβάτι. Με μια γρήγορη κίνηση, την
έπιασα από τον καρπό και την έφερα κοντά μου, πριν καταλήξει στο πάτωμα. Εκείνη
από το ξάφνιασμα προσπάθησε να με απωθήσει αλλά δεν μάσησα. Χωρίς να πω
κουβέντα, έπιασα το τζάκετ και προσπάθησα να της το φορέσω με γρήγορες
κινήσεις.
Βλέποντας τις προθέσεις
μου δεν αντιστάθηκε άλλο. Πετώντας τα τακούνια της από τα πόδια της και το δαντελωτό
μαύρο της σλιπάκι που ήταν στον ένα της αστράγαλο, με έπιασε από το μπράτσο και
προσπάθησε να σηκωθεί. Όσοι ήταν στην πόρτα σίγουρα μπορούσαν άνετα να δουν το
ευαίσθητο της σημείο. Μην θέλοντας να εκτεθεί άλλο μπροστά σε όλα τα άγρυπνα
βλέμματα που παρακολουθούσαν κάθε μας κίνηση, την βοήθησα να σηκωθεί όρθια και
βάλθηκα να της κατεβάζω την φούστα.
Εκείνη τα είχε
εντελώς χαμένα. Με κοίταζε σαν να μην πίστευε ότι ένας άντρας θα μπορούσε να
φερθεί με τον τρόπο που της φερόμουν εγώ τώρα.
«Μπορείς να
περπατήσεις;» την ρώτησα μόλις οι ματιές μας συναντήθηκαν και εκείνη κατένευσε.
Την άφησα για λίγο
και εκείνη κοιτώντας άγρια προς το πλήθος άρχισε να πηγαίνει προς το μέρος
τους. Ήθελε να βγει από εκεί μέσα με το κεφάλι ψηλά αλλά στο τρίτο της βήμα
παραπάτησε και εγώ με μια δρασκελιά βρέθηκα δίπλα της να την στηρίξω.
«Μην με αγγίζεις»
ούρλιαξε ενώ προσπάθησε να πάρει τα χέρια μου από πάνω της.
«Προσπαθώ μόνο να
βοηθήσω» διαμαρτυρήθηκα και το βλέμμα της μου έκοψε το αίμα.
Ήταν τόσο
διαπεραστικό και τόσο άγριο που αν μπορούσε να με σκοτώσει σίγουρα θα το είχε
κάνει τώρα.
«Δεν θέλω την βοήθεια
κανενός» είπε με πείσμα και καθώς άφησα τα χέρια μου να πέσουν εκείνη έκανε
άλλη μια προσπάθεια να φύγει από το δωμάτιο.
Τρεκλίζοντας τελικά
κατάφερε να φτάσει στην σκάλα αλλά μόλις αντίκρισε τα σκαλιά έπιασε την
κουπαστή και αν δεν προλάβαινα να την κρατήσω σίγουρα θα είχε πέσει
κουτρουβαλώντας.
«Τώρα σίγουρα
χρειάζεσαι την βοήθεια μου» είπα χωρίς να δέχομαι αντίρρηση.
Εκείνη κάτι πήγε να
πει αλλά τελικά σφράγισε το στόμα της με το χέρι της και κοίταξε γύρω της. Καθώς
κατάλαβα τι σημαίνει αυτό την σήκωσα στα δύο μου χέρια και έτρεξα στο μπάνιο.
Άδικος κόπος. Τα περισσότερα είχαν ήδη βγει και είχαν λερώσει και τα ρούχα της
και το τζάκετ μου αλλά και τα δικά μου ρούχα. Την άφησα να βγάλει ότι μπορούσε
και μόλις σταμάτησε, πιάνοντας την πετσέτα την έβρεξα και της καθάρισα το
πρόσωπο. Τα λερωμένα από την μάσκαρα μάτια της είχαν γλαρώσει, το στόμα της
έχασκε ανοιχτό και το σώμα της έτρεμε.
«Θες να σε πάω κάπου;
Που μένεις;» την ρώτησα πριν καταρρεύσει τελείως αλλά εκείνη για απάντηση
άρχισε και πάλι να βγάζει μέσα στην λεκάνη τα σώθηκα της.
Μετά την τελευταία
της ρουκέτα, δεν άντεξε άλλο και το σώμα της πλάγιασε στο πάτωμα. Δεν μπορούσα
να την αφήσω εδώ, ούτε και να την πάω στο σπίτι. Αν και ακόμα είχα τον έλεγχο,
ωστόσο είχα πιει πολύ για να οδηγήσω. Κοιτώντας γύρω μου είδα τον Άντριου να
περνά από τον διάδρομο αγκαλιά με μια κοπέλα.
«Ε… Άντριου» του
φώναξα και εκείνος σταματώντας με κοίταξε αλλά δεν τόλμησε να έρθει πιο κοντά.
Δεν τον αδικούσα. Εδώ
και εγώ απορούσα πως μπορούσα να κάθομαι τόσο κοντά. Η μυρωδιά του εμετού μου
έφερνε και εμένα αναγούλα αλλά δεν μπορούσα και να την παρατήσω τώρα. Δεν μου
φαινόταν σωστό. Δεν είχα ανατραφεί έτσι.
«Θα γυρίσεις στην
εστία;» τον ρώτησα και εκείνος κοίταξε την κοπέλα που κρατούσε αγκαλιά.
«Μπορώ να μείνω μαζί
σου απόψε;» την ρώτησε καταλαβαίνοντας αμέσως τι ήθελε να τον ρωτήσω.
Καθώς εκείνη
ανασήκωσε τους ώμους της αδιάφορα, ο Άντριου μου πέταξε τα κλειδιά του.
«Ο Λόγκαν θα έρθει
την άλλη βδομάδα οπότε θα είσαστε μόνοι» με ενημέρωσε και εγώ τον ευχαρίστησα
με ένα νεύμα.
Αφού κατάφερα με τα
χίλια ζόρια να καθαρίσω τους εμετούς από πάνω μας, τύλιξα το ένα της χέρι γύρω
από τον λαιμό μου και βάζοντας το χέρι μου κάτω από τα γόνατα της και πίσω στην
πλάτη της την σήκωσα στην αγκαλιά μου.
Μόλις κατέβηκα τα
σκαλιά ο Κλάρις και ο Ζαν έτρεξαν κοντά μου.
«Τι έγινε ρε μαλάκα.
Τι ήταν αυτή η φασαρία;» ρώτησαν με μια φωνή.
«Ρωτήστε τον Σταν»
είπα εξαγριωμένος και εκείνοι κοιτάχτηκαν για μια στιγμή.
«Έκανε καμία μαλακία
πάλι;» ρώτησε ο Ζαν ενώ ταυτόχρονα ο Κλάρις έλεγε.
«Θα το λιώσω το
σκούλικι».
«Κάντε ότι θέλετε.
Εγώ την κάνω» τους είπα ενώ έδειχνα με νόημα την κοπέλα που κράταγα στα χέρια
μου.
Καθώς μου έκαναν χώρο
για να περάσω, βγήκα έξω από το σπίτι και άρχισα να πηγαίνω προς την εστία που
για καλή μου τύχη δεν ήταν μακριά από εκεί.
2 σχόλια:
Αρκετά όμορφο κεφάλαιο!! Αν και με κούρασε λίγο στην αρχή με τις περιγραφές, η συνέχεια σου κινεί αμέσως το ενδιαφέρον. Έχεις σκεφτεί να ανεβάσεις την ιστορία στο Wattpad?? Άνετα θα έπιανε 100 views από την πρώτη κιόλας μέρα!!!
Μαριάνα μου!!!! Σε ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια!!!! Ναι το έχω σκεφτεί αλλά προς το παρόν δεν μπορώ να το κάνω για έμεινα απο υπολογιστή γι αυτό δεν ανεβαζω κάτι άλλο προς το παρόν!!!! Όταν καταφέρω να λύσω αυτό το πρόβλημα θα επανελθω!!!!
Δημοσίευση σχολίου