Ετικέτες

Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

I'm in Love With An Angel "10. Μία αγκαλιά μόνο"





Μόλις βγήκε από το δωμάτιο, σηκώθηκα επάνω και βγήκα να την βρω. Φαντάστηκα ότι θα την έβλεπα πάλι μπροστά στον στύλο να ξεσπά αλλά μόλις την είδα καθισμένη στα σκαλοπάτια της πίσω αυλής φρέναρα. Πιάνοντας δύο μπύρες από το ψυγείο, έβγαλα τα καπάκια τους και πήγα κοντά της.
Σίγουρα θα ήθελε να μείνει μόνη της αλλά εγώ δεν μπορούσα να την αφήσω. Κάτι μου έλεγε ότι θα είχε ανάγκη την παρουσία μου. Ή τουλάχιστον αυτό ήθελα να πιστεύω εγώ. Μόλις έφτασα δίπλα της την είδα με τρεμάμενα χέρια να προσπαθεί να στρίψει ένα μπάφο. Η ανάσα της έβγαινε κοφτή ενώ με μεγάλο κόπο προσπαθούσε να καταπνίξει τους λυγμούς της.
«Μην αρχίζεις. Το έχω πραγματικά ανάγκη» είπε ενώ την στιγμή που προσπάθησε να το κρατήσει στα χέρια για να το στρίψει ο καπνός γλίστρησε από το χαρτάκι και κατέληξε και πάλι πάνω στο βιβλίο που είχε στα πόδια της.
«Γαμώτο» έβρισε και προσπάθησε ξανά.
«Δώσ’ το σε μένα» της είπα ήρεμα και καθώς με κοίταξε της έτεινα την μια μπύρα που κράταγα στα χέρια μου.
Παίρνοντας την, άρχισε να την πίνει μονορούφι. Δεν την σταμάτησα. Καθώς έκατσα στα σκαλοπάτια δίπλα της, άφησα την δική μου μπύρα μπροστά στα πόδια μου και έπιασα το βιβλίο της με το μισοτελειωμένο τσιγάρο στα χέρια μου. Την στιγμή που άρχισα να το στρίβω, εκείνη κατέβασε το μπουκάλι και κοιτάζοντας μακριά έκλεισε το στόμα της με το χέρι της.
«Πως πάει τώρα το σκηνικό; Με κάνεις να σου πω όσα δεν κατάλαβες και μετά με παρηγορείς μέχρι να καταλήξουμε στο κρεβάτι;» ρώτησε χωρίς να με κοιτάει.
«Γιατί θες να μιλήσεις γι’ αυτά;» την ρώτησα πίσω ενώ φέρνοντας το τσιγάρο κοντά στα χείλια μου, ύγρανα το χαρτάκι.
«Όχι» είπε κατηγορηματικά.
«Τότε γιατί το συζητάμε;» την ρώτησα αδιάφορα και πιάνοντας τον αναπτήρα που είχε πέσει στα σκαλοπάτια άναψα το τσιγάρο και τράβηξα την πρώτη τζούρα.
Εκείνη γύρισε να με κοιτάξει. Βλέποντας ότι πράγματι δεν είχα κανένα σκοπό να συζητήσω το οτιδήποτε, άρπαξε το τσιγάρο στα χέρια της μόλις το έτεινα προς το μέρος της και γύρισε ξανά την ματιά της μπροστά. Μέχρι να τελειώσει το τσιγάρο της δεν ξαναμίλησε. Εγώ απολαμβάνοντας την μπύρα μου είχα γύρει προς τα πίσω και απολάμβανα την θέα μπροστά μου. Είχε αρχίσει να σουρουπώνει και τα χρώματα στον ορίζοντα ήταν ανεπανάληπτα. Σήμερα είχε λίγο κυματάκι και η αύρα της θάλασσας δρόσιζε απαλά το πρόσωπο και το γυμνό μου στήθος. Αν ήταν διαφορετικά τα πράγματα σίγουρα τώρα θα ήταν μια τέλεια ρομαντική βραδιά. Αλλά δεν ήταν. Ήταν το ακριβώς αντίθετο.
Ποιος διάολο να ήταν αυτός για τον οποίο μιλούσε έτσι; Το μυαλό μου έκανε διάφορα σενάρια με το χειρότερο να φαντάζεται τον ίδιο της τον πατέρα. Δεν ήθελα να το πιστέψω κάτι τέτοιο αλλά όλα κόλλαγαν. Ποιος άλλος να ήθελε να της αφήσει το σπίτι; Ή ο αδελφός της ο γιατρός για ποιον άλλον θα ερχόταν να περιθάλψει αν δεν ήταν κοντινός του συγγενής; Αλλά ακόμα και εκείνος να ήταν, τι θα μπορούσε να της είχε κάνει ώστε να την φέρει σε αυτήν την κατάσταση. Να την είχε βιάσει; Όχι αν το είχε κάνει σίγουρα ο Τότο θα τον είχε το λιγότερο ευνουχίσει. Δεν ξέρω γιατί αλλά ήμουν σίγουρος γι’ αυτό. Τότε τι;
«Έλα να τρέξεις μαζί μου» είπε άξαφνα και γύρισα να την κοιτάξω ξαφνιασμένος.
«Τι πράγμα;» ρουθούνισα ένα γελάκι αλλά εκείνη συνέχισε να με κοιτάει σοβαρά.
«Θα σου μάθω και μερικά κόλπα για να κατατροπώνεις τους αντιπάλους σου στην περίπτωση που βρεθείς σε καυγά» δεν αστειευόταν.
«Δεν μιλάς σοβαρά» το πρόσωπο της αγρίεψε αστραπιαία.
«Ή αυτό, ή σε σέρνω μέσα στο δωμάτιο σου και σου πετάω τα μάτια έξω μέχρι το πρωί. Διάλεξε» με απείλησε και έβαλα τα γέλια. Όχι πραγματικά δεν υπήρχε αυτό το άτομο. Σίγουρα δεν θα σταματήσει να με ξαφνιάζει.
Παρατώντας την μπύρα πάνω στα σκαλιά σηκώθηκα όρθιος και της έτεινα το χέρι μου.
«Δείξε μου τι μπορείς να κάνεις» της είπα ενώ με μια κίνηση του κεφαλιού μου της έδειχνα προς την παραλία. Όχι δεν ήθελα να πάω μαζί της. Όχι όσο ήταν έτσι. Αυτό θα ήταν πραγματική εκμετάλλευση και δεν ήθελα να της το κάνω αυτό.   
Καθώς σηκώθηκε όρθια, έβαλε τα χέρια της πάνω στο στήθος μου, με έσπρωξε προς τα πίσω και άρχισε να τρέχει. Δεν άργησα να την ακολουθήσω. Ήταν γρήγορη, πολύ γρήγορη αλλά το ίδιο ήμουν και εγώ. Παρόλα αυτά πάντα άφηνα ένα με δύο βήματα απόσταση μεταξύ μας για να μην μπω στον πειρασμό και πάω δίπλα της και αρχίσω να την σπρώχνω ή να την αγκαλιάζω για να την πειράξω. Άλλωστε και από το σημείο που ήμουν είχα εκπληκτική θέα και δεν ήθελα να την αφήσω. Κάθε σημείο του κορμιού της ήταν τόσο σφιχτό και γυμνασμένο που με τρέλαινε. Όλοι εκείνοι οι μύες που πάλλονταν σε κάθε της βήμα με έκαναν να θέλω να τους αγγίξω. Να νιώσω το σφιχτό της κορμί κάτω από την παλάμη μου. Ενώ εκείνο το κωλαράκι. Θεέ μου εκείνο το κωλαράκι με έστελνε για βρούβες.
Μετά από μερικούς έντονους γύρους πάνω κάτω στην παραλία κοντά στον αφρό της θάλασσας να πιτσιλάει τα πόδια και τα ιδρωμένα μας κορμιά, εκείνη ξαφνικά γύρισε προς το μέρος μου και εγώ χρειάστηκε να βάλω όλη μου την δύναμη για να σταματήσω πριν πέσω επάνω της.
«Χτύπα με» είπε ξαφνικά ενώ έστησε το κορμί της σε θέση άμυνας με τα χέρια της να έχουν σχηματιστεί σε γροθιές και να είναι κοντά στο πρόσωπο της. 
«Δεν πρόκειται…» δεν με άφησε να ολοκληρώσω την φράση μου.
Δίνοντας μου μια μπουνιά στο σαγόνι, όχι δυνατή αλλά αρκετή ώστε να μουδιάσει το δέρμα μου και να κάνει το κεφάλι μου να γυρίσει στο πλάι επανέλαβε πιο επιτακτικά.
«Χτύπα με».
Ξεφυσώντας γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της. Δεν θα σταμάταγε αν δεν το έκανα. Σηκώνοντας τις γροθιές μου κοντά στο πρόσωπο όπως της είχε και εκείνη, τέντωσα γρήγορα το χέρι μου μπροστά σημαδεύοντας το σαγόνι της αλλά πριν προλάβει να το βρει εκείνη άρπαξε το χέρι μου, γύρισε το σώμα της έτσι ώστε η πλάτη της να ακουμπάει στο στερνό μου και με μια δυνατή κραυγή, κράτησε το χέρι μου σφιχτά και λύγισε μπροστά. Πριν συνειδητοποιήσω τι κάνει, βρέθηκα να αιωρούμαι πάνω από το σώμα της και να καταλήγω πάνω στην άμμο με την πλάτη μου να σκάει πάνω στην άμμο. Πριν προλάβω να αφήσω την ανάσα μου, εκείνη γονάτισε πάνω από το κεφάλι μου και αυτόματα ένιωσα τον αγκώνα της να σφηνώνεται ανάμεσα στα πλευρά μου ακριβώς στο στομάχι μου. Αν με χτύπαγε πραγματικά σίγουρα τώρα θα είχα χάσει την αναπνοή μου.
«Σήκω» είπε γρήγορα και καθώς σηκώθηκε πρώτη με άφησε να σηκωθώ από το έδαφος. Ήμουν σίγουρος ότι ήθελα να το κάνω;
Καθώς σηκώθηκα εκείνη πήρε και πάλι θέση μάχης.
«Προσπάθησε να τυλίξεις τα χέρια σου γύρω από το κορμί μου» ζήτησε αυτήν την φορά και ξεφυσώντας το έκανα.
Μόλις τα χέρια μου τυλίχτηκαν γύρω από το κορμί της και την φυλάκισαν επάνω μου εκείνη άρχισε να μετρά.
«Πέντε, τέσσερα, τρία» έλεγε και σε κάθε μέτρημα μου έδινε και μια αγκωνιά στον κρόταφο. Δεν με πόναγε απλά καταλάβαινα ότι ήθελε να κάνει αναπαράσταση μιας μάχης.
«Δύο» φώναξε και πιάνοντας με από τους ώμους έχωσε το πόδι της ανάμεσα στα πόδια μου.
Δεν με χτύπησε, ίσα που μου άγγιξε τα αρχίδια αλλά θέλοντας να δω τι θα κάνει παρακάτω, έπιασα τα αρχίδια μου και έκανα ότι λύγισα από τον πόνο. Καθώς με έσπρωξε προς τα πίσω και εγώ έπιασα πάλι φαρδύς πλάτης πάνω στην άμμο εκείνη με καβάλησε, κράτησε μια τούφα από τα μαλλιά μου και σήκωσε την γροθιά της απειλητικά πάνω από το κεφάλι μου.
«Ένα» φώναξε και μόλις κατέβασε την γροθιά της, την ακούμπησε πάνω στην άκρη της μύτης μου και έσπρωξε το κεφάλι μου έτσι ώστε να πλαγιάσει.
«Εεεεεε» γκάριξε όπως έκανε μια καραμούζα που έδινε την λήξη του αγώνα ενώ πιάνοντας μου την μύτη γύριζε το πρόσωπο μου προς το μέρος της.
«Είσαι νεκρός» δήλωσε με ευχαρίστηση με το πρόσωπο της να είναι σε απόσταση αναπνοής από το δικό μου.




Την στιγμή που σήκωσε τα χέρια να πανηγυρίσει σήκωσα αυτόματα και εγώ τα δικά μου και πιάνοντας τα από τους καρπούς της, έβαλα δύναμη και πλάγιασα τα κορμιά μας. Καθώς την έβαλα από κάτω μου, σήκωσα τα χέρια της ώστε να πάνε πάνω από το κεφάλι της και έφερα το πρόσωπο μου σε απόσταση αναπνοής από το δικό της.
«Εεεεεε» γκάριξα και εγώ όπως είχε γκαρίξει και εκείνη πριν.
«Είσαι από κάτω μου» της δήλωσα εγώ και αυτόματα σοβάρεψε.
Η ανάσες μας συναγωνίζονταν η μία την άλλη. Οι καρδιές χτύπαγαν τόσο δυνατά και ακανόνιστα που με έκαναν να χάνω το μυαλό μου. Ήθελα όσο τίποτα να πάρω μέσα στα δόντια μου τα χειλάκια της και να τα πιπιλίσω μέχρι να την ακούσω να βογκάει αλλά μετά από όσα άκουσα δεν ήμουν σίγουρος ότι μπορούσα πια να το κάνω αυτό. Που να με πάρει την ήθελα σαν τρελός. Ήθελα όσο τίποτα να βρεθώ έστω μια φορά ακόμα μέσα της αλλά δεν ήταν τόσο απλά τα πράγματα. Ποτέ δεν ήταν γι’ αυτό και πάλευα από την αρχή να μείνω μακριά της. Και αυτό έπρεπε να κάνω και τώρα.
«Έλα, πάμε να βγάλουμε την άμμο από πάνω μας» είπα και πριν προλάβει να αντιδράσει σηκώθηκα όρθιος και την βοήθησα να σηκωθεί και εκείνη.
Μόλις πάτησε ξανά γερά στα πόδια της με έσπρωξε όπως έκανε και πριν και άρχισε να τρέχει.
«Ο τελευταίως θα περιμένει την σειρά του» φώναξε και αυτό ήταν πραγματικά μια πρόκληση.
Αυτήν την φορά δεν θα την άφηνα να με κερδίσει. Τρέχοντας με όλη μου την δύναμη την άφησα μέχρι να φτάσει στην πόρτα του μπάνιου και μόλις πήγε να την ανοίξει, την κράτησα από την μέση της και την τράβηξα επάνω μου. Γυρίζοντας τα κορμιά μας έτσι ώστε η πλάτη μου να είναι προς την πόρτα, της έριξα μια σπρωξιά με τον κώλο μου και μόλις εκείνη άνοιξε μπήκα μέσα παρασέρνοντας την μαζί μου.
«Εεεε δεν είναι δίκαιο έκλεψες» γκρίνιαξε ενώ παίρνοντας τα χέρια μου από πάνω της γύρισε να με αντικρίσει.
«Όχι νίκησα και τώρα εγώ αποφασίζω ποιος θα κάνει πρώτος μπάνιο» της είπα και εκείνη έβαλε τα χέρια της μπροστά στο στήθος και με κοίταξε με ένα πείσμα που λίγο ήθελε να με κάνει να βογκήξω.
«Αλήθεια; Και ποιος είναι αυτός;» ρώτησε με ειρωνεία.
«Και οι δύο μας» της δήλωσα και αυτόματα έμεινε να με κοιτά για να δει αν μιλάω σοβαρά. «Ω! Έλα τώρα. Δεν θα είναι η πρώτη φορά που θα το μοιραστούμε» το συνέχισα εγώ ενώ χωρίς να σταματάω να την κοιτάω έβγαζα από πάνω την φόρμα μου μαζί με το μποξεράκι μου.
Μόλις είδε την στύση μου να είναι ορθωμένη ανασήκωσε το ένα της φρύδι.
«Μην μου πεις ότι με βλέπεις πρώτη φορά γυμνό και μάλιστα καυλωμένο γιατί δεν θα σε πιστέψω» της χτύπησα και την στιγμή που την πλησίασα έκανε ένα βήμα προς τα πίσω.
«Θα γδυθείς μόνη σου ή θα σε γδύσω εγώ;» την ρώτησα απειλητικά κάνοντας της ρητό ότι δεν αστειεύομαι. Δεν υπήρχε περίπτωση να την αφήσω να βγει μέσα από το μπάνιο χωρίς να κάνει ντουζ μαζί μου.
Παίρνοντας το απόφαση, έβαλε τα χέρια της πάνω στο στερνό μου, με έσπρωξε προς τα πίσω και άρχισε να βγάζει τα μοναδικά δύο υφάσματα που φορούσε. Το λευκό φανελένιο μου μπλουζάκι και το μποξεράκι μου. Δεν αστειευόμουν πριν πραγματικά κάθε φορά που την έβλεπα ντυμένη έτσι με έκανε να νιώθω τέτοια αναστάτωση που με τρέλαινε.
«Μετά από σας» της είπα σαν ευγενής οικοδεσπότης και μόλις μπήκε μέσα στην μπανιέρα την ακολούθησα και εγώ.
«Πλάτη πλάτη» της είπα ενώ βάζοντας τα χέρια μου πάνω στους ώμους της την γύριζα ώστε να κοιτάει προς τα πλακάκια και έκανα το ίδιο και εγώ.
Αν την έβλεπα να τρίβει το κορμί της ε τότε σίγουρα θα έχανα το μυαλό μου. Πιάνοντας το τηλέφωνο της ντουζιέρας, έριξα μπόλικο νερό επάνω μου και καθώς γύρισα προς το μέρος της, της το έδωσα για να κάνει και εκείνη το ίδιο. Μόλις άρχισε να ρίχνει νερό στο πρόσωπο και τα μαλλιά της, έβαλα το χέρι μου πάνω στην μέση της και πέρασα το χέρι μου μπροστά της. Μόλις εκείνη πάγωσε και γύρισε να με κοιτάξει της ανταπέδωσα το βλέμμα τελείως αθώα.
«Πρέπει να πάρω το σαμπουάν» εξήγησα και μόλις το έπιασα στα χέρια μου, της το έδειξα και της γύρισα ξανά την πλάτη μου.
Βάζοντας αρκετή ποσότητα από το σαμπουάν πάνω στο χέρι μου, το άφησα επίτηδες μπροστά μου και άρχισα να σαπουνίζω τα μαλλιά μου. Εκείνη δεν άργησε να κάνει την κίνηση της. Αφήνοντας το τηλέφωνο της ντουζιέρας στην θέση του γύρισε το σώμα της προς το μέρος μου, έβαλε το χέρι της πάνω στην μέση μου και έγειρε μπροστά για να το πιάσει. Δεν μπόρεσα να το κρατήσω και βόγκηξα και εκείνη για απάντηση μου έδωσε μια ξυλιά στον κώλο.
Δεν κατάφερα να το σταματήσω. Γελώντας έντονα της έδωσα μια σπρωξιά στον κώλο της με τον δικό μου και άρχισε και εκείνη να γελά. Τελειώνοντας με τα μαλλιά μου γύρισα να πιάσω και το αφρόλουτρο αλλά εκείνη ήταν προετοιμασμένη. Κρατώντας το ψηλά το έτεινε προς τα πίσω και εγώ το άρπαξα με νεύρο.
«Δεν παίζεις τίμια» παραπονέθηκα και γυρίζοντας το πρόσωπο της προς το μέρος μου ανασήκωσε το φρύδι της επιδεκτικά.  
Βάζοντας μια γερή ποσότητα πάνω στο σφουγγάρι, έκανα μπόλικο αφρό και γύρισα προς το μέρος της. Αντί να σαπουνίσω το δικό μου σώμα άρχισα να σαπουνίζω το δικό της. Εκείνη και πάλι πάγωσε.
«Δεν σε αγγίζω εγώ αλλά το σφουγγάρι» της είπα και δεν κουνήθηκε αλλά ούτε έδειξε να χαλαρώνει.
Τελειώνοντας με την πλάτη της και τα πόδια της, σηκώθηκα ξανά και περνώντας το χέρι μου μπροστά ακουμπώντας ίσα ίσα το στήθος μου στην πλάτη της άρχισα να σαπουνίζω και τον μπροστινό μέρος του κορμιού της. Το ότι δεν είχε γύρει ακόμα επάνω μου για να το απολαύσει με έφερε στα όρια της τρέλας. Με το μπουκάλι γιατί το είχε ευχαριστηθεί και με το σφουγγάρι όχι;
Δεν το έκανα πιο δύσκολο. Τελειώνοντας γρήγορα, την άφησα να συνεχίσει με τα μαλλιά της και εγώ τελείωσα γρήγορα και με το δικό μου σώμα. Όταν άφησα το σφουγγάρι στην άκρη και γύρισα για να πάρω το τηλέφωνο της ντουζιέρας την είδα να σαπουνίζει το ευαίσθητο της σημείο και ένιωσα να εκρήγνυμαι ολόκληρος. Γαμώτο αυτό ήθελα να το κάνω εγώ… γκρίνιαξα μέσα μου και καθώς πήρα το τηλέφωνο της ντουζιέρας άνοιξα το νερό απότομα και όλο το κρύο νερό έπεσε πάνω στην πλάτη της. Εκείνη καθώς αναπήδησε γύρισε απότομα προς την μεριά μου.
«Φέρ’ το μου εδώ» απαίτησε ενώ προσπάθησε να μου πιάσει το τηλέφωνο από το χέρι.
Καθώς σήκωσα το χέρι μου ψηλά την κοίταξα με το βλέμμα που δήλωνε ότι ήμουν έτοιμος να κάνω αταξία.
«Πιάσ’ το αν μπορείς» την προκάλεσα και μόλις εκείνη πήδηξε για να το πιάσει τα πόδια της γλίστρησαν πάνω στους αφρούς και καθώς πέταξα το τηλέφωνο στο πάτωμα τα χέρια μου αυτόματα βρέθηκαν τυλιγμένα γύρω από την μέση της για να την συγκρατήσω επάνω μου πριν πέσει.
Είχε ξαφνιαστεί αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω αν το ξάφνιασμα της ήταν περισσότερο από το ότι πήγε να πέσει ή ότι τώρα την κράταγα στην αγκαλιά μου και μάλιστα τόσο σφιχτά;
«Βλέπεις; Δεν είναι και τόσο άσχημα» της είπα και εκείνη αφήνοντας την ανάσα της να βγει βαριά από μέσα της πλησίασε το πρόσωπο της διστακτικά προς το μέρος μου και ακούμπησε το μάγουλο της πάνω στο στερνό μου.
«Είναι μόνο μια αγκαλιά» της είπα τρυφερά ενώ την έσφιγγα περισσότερο επάνω μου και μόλις αναστέναξε και τύλιξε τα χέρια της γύρω μου ακούμπησα το μάγουλο μου πάνω στα μαλλιά της.
«Μόνο μια αγκαλιά» επανέλαβα και την άφησα να το νιώσει όσο περισσότερο το ήθελε εκείνη ενώ της χάιδευα τρυφερά τα μαλλιά της.
Θα μπορούσα να την κρατήσω όλη νύχτα μέσα στην αγκαλιά μου αλλά ήμασταν μούσκεμα και γεμάτοι αφρούς και δεν θα αργούσε να έρθει η στιγμή που θα κρυώναμε.
«Έλα» την προέτρεψα. «Πρέπει να ξεβγάλουμε τους αφρούς» συνέχισα και καθώς κατένευσε έκανε πιο πίσω και κρατώντας μου το χέρι έσκυψε να πιάσει το τηλέφωνο της ντουζιέρας.
Ρυθμίζοντας το νερό στο χλιαρό, με βοήθησε να ξεβγάλω τους αφρούς από πάνω μου και γυρίζοντας μου ξανά την πλάτη άρχισε να ξεβγάζει και τους δικούς της αφρούς από πάνω της.
Δεν την πίεσα παραπάνω. Σίγουρα θα είχε ξεπεράσει τα προσωπικά της όρια. Έτσι, χωρίς να την περιμένω, βγήκα από την μπανιέρα και πιάνοντας μια πετσέτα άρχισα να στεγνώνω το κορμί μου. Μόλις εκείνη έκλεισε το νερό, τύλιξα την πετσέτα γύρω από τους γοφούς μου και πιάνοντας μια δεύτερη πετσέτα γύρισα προς το μέρος της. Χωρίς να την ρωτήσω, τύλιξα την πετσέτα γύρω από το κορμί της και μόλις την σταθεροποίησα πάνω στο στήθος της έγειρα προς το μέρος της, ανασήκωσα το κεφάλι της με τον δίκτυ μου κάτω από το σαγόνι της, άφησα ένα απαλό φιλί πάνω στην άκρη της μύτης της και την κοίταξα στα μάτια.
«Καληνύχτα» της είπα μόνο και γυρίζοντας την πλάτη μου άρχισα να πηγαίνω προς το δωμάτιο μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA