Την άλλη μέρα το
πρωί, μόλις βγήκα από το δωμάτιο μου βρήκα την πόρτα της ανοιχτή. Εκείνη δεν
ήταν μέσα αλλά τα πράγματα της προς μεγάλη μου απογοήτευση ήταν. Πηγαίνοντας
προς την κουζίνα, βρήκα την μπαλκονόπορτα ανοιχτή οπότε φαντάστηκα ότι ήταν
κάπου έξω. Τρώγοντας γρήγορα ένα μπολ με δημητριακά, το ξέβγαλα, το έβαλα στο πλυντήριο
πιάτων και πήγα στο δωμάτιο μου να αλλάξω. Βάζοντας ένα τζιν και ένα μαύρο ti-sert
άρπαξα την τσάντα με την φόρμα για την προπόνηση και το γυμναστήριο και
αρπάζοντας το σακίδιο πλάτης με τα αχρησιμοποίητα βιβλία μου που τα είχα μόνο
για να τα μουτζουρώνω περιμένοντας να τελειώσουν οι ατελείωτες διδακτικές ώρες,
κίνησα να πάω προς την εξώπορτα. Η δική της πόρτα ήταν πλέον κλειστή και κατάλαβα
ότι είχε γυρίσει. Δεν την περίμενα. Δεν ήθελα καν να την δω μπροστά μου έτσι
έφυγα από το σπίτι σαν κυνηγημένος.
Φτάνοντας στο
προαύλιο της σχολής τα ‘αδέλφια’ μου ήταν εκεί και με περίμεναν.
«Τι έγινε μεγάλε; Μας
ξέχασες εχθές;» με ρώτησε ο Πολ και τον κοίταξα ξεφυσώντας.
Δεν ήθελα να δω
κανέναν. Ήθελα να πάω σε ένα μπαράκι και να πιώ καμία μπύρα χωρίς να έχω
ανακρίσεις από κανέναν για τα μούτρα μου που σίγουρα δήλωναν ότι ήθελε να
σκοτώσω κάποιον.
«Δεν έκατσε η φάση»
είπα μόνο και προχωρήσαμε προς το μέσα.
Όταν έφτασα μπροστά
στον πίνακα ανακοινώσεων, είδα το γνωστό καθίκι το Νταν που μου έκανε επανειλημμένα
την ίδια φάρσα και καθώς τον είδα να κολλάει ένα κίτρινο χαρτάκι πάνω στον
πίνακα πήγα με βιαστικά βήματα προς το μέρος του και του έπιασα το χέρι. Εκείνος
λύγισε από τον πόνο και γύρισε να με κοιτάξει.
«Τι διάολο ρε
μαλάκα;» φώναξε ενώ προσπάθησε να πάρει το χέρι του μέσα από το δικό μου.
«Τέρμα οι φάρσες. Δεν
θα ανεχτώ άλλο να κολλάς χαρτάκια με την διεύθυνση μου επάνω» σύριξα και ένιωσα
ένα χέρι να αγγίζει τον ώμο μου.
«Άλλωστε…» άκουσα την
φωνή της να λέει ενώ άπλωνε το χέρι της για να πιάσει το κίτρινο χαρτάκι που
κρατούσε ακόμα ο μαλάκας που μου έκανε τις φάρσες.
«Δεν χρειάζεται»
συνέχισε καθώς τσαλάκωνε το χαρτάκι με μια σαδιστική ικανοποίηση. «Γιατί ο Κρις
βρήκε συγκάτοικο και από όσο μπορώ να δω, θα σκεφτεί πολύ για να την
αντικαταστήσει» κατέληξε και κλείνοντας μου το μάτι άρχισε να απομακρύνεται
αφήνοντας με άφωνο.
Τέλεια… δεν φτάνει που μένω μαζί της τώρα θα
το μάθει και όλο το κολέγιο.
«Τι λέει αυτή ρε
μαλάκα;» άκουσα πίσω μου τον Πολ και καθώς άφησα το χέρι του φαρσέρ, γύρισα για
να φύγω πριν αρχίσουν οι ερωτήσεις.
«Περίμενε… πρέπει να
μας πεις τα πάντα» άκουγα πίσω μου αλλά δεν σταμάτησα μέχρι που έφτασα στην
πρώτη αίθουσα.
Εκεί σίγουρα θα το
βούλωναν αλλά όχι για πολύ. Στην τραπεζαρία σίγουρα θα γινόταν το έλα να δεις
από ερωτήσεις. Ανάσα δεν θα με άφηναν να πάρω και δεν είχα πέσει έξω. Είχα μπει
στον πειρασμό να μην πάω αλλά έτσι κι αλλιώς δεν θα το γλύτωνα. Κάποια στιγμή
θα έπρεπε να καλύψω την περιέργεια τους αν ήθελα να με αφήσουν ήσυχο. Μόλις
ακούμπησα τον δίσκο με το φαγητό μου πάνω στο τραπέζι, όλη η ομάδα του ράγκμπι
μαζί με τις γκόμενες που είχαν μαζευτεί τριγύρω γύρισαν τα μάτια τους προς το
μέρος μου.
«Λοιπόν ακούμε» πήρε
τον λόγο πρώτος ο Κλάρις που σταυρώνοντας τα χέρια του μπροστά με κοίταξε με το
βλέμμα που έλεγε ότι δεν πρόκειται να φύγω από εδώ μέσα αν δεν τα ξεράσω όλα.
«Τι θέλετε να
ακούσετε» είπα αδιάφορα τσιμπώντας μια πατάτα από το πιάτο μου και βάζοντας την
στο στόμα.
«Τα πάντα. Πως την
έριξες…;» ξεκίνησε ο Πολ.
«Είναι τόσο καλή όσο
λένε…;» συνέχισε ο Κλάρις.
«Σου πήρε την
παρθενιά της συγκατοίκησης…;» συμπλήρωσε ο Ζαν.
«Είναι αλήθεια ότι
έχετε σχέση…;» ρώτησε με έμφαση η Βάλερι η φαρμακερή οχιά, η κοπέλα του Κλάρις.
«Μια, μια τις
ερωτήσεις παλικάρια. Δεν σας προλαβαίνει» χαχάνισε πίσω μου η Κλερ και καθώς
άφησε τον δίσκο με το φαγητό της δίπλα μου, γύρισε την καρέκλα της και έκατσε
ακριβώς όπως θα καθόταν ένας άντρας με τα πόδια ορθάνοιχτα και τα χέρια της να
ακουμπάνε πάνω στην ράχη της καρέκλας που άγγιζε το στήθος της.
«Καταρχήν δεν με
έριξε, εγώ πήγα και τον βρήκα. Δεύτερον όχι δεν έχασε την παρθενιά της
συγκατοίκησης. Είναι τελείως προσωρινό. Και όχι…» κατέληξε γυρίζοντας την ματιά
της με ύφος προς την Βάλερι. «Δεν έχουμε σχέση» τόνισε και η Βάλερι την κοίταξε
με μια γκριμάτσα που δήλωνε όλη την αηδία που ένοιωθε για εκείνη.
«Ναι αλλά δεν μας
απάντησες στην πιο βασική ερώτηση» το συνέχισε ο Κλάρις και η Βάλερι του έχωσε
μια αγκωνιά για να το βουλώσει.
«Είσαι τελικά
πράγματι τόσο καλή όσο λένε;» συμπλήρωσε ο Ζαν για εκείνον και η Κλερ σμίγοντας
τα χείλια της κρυφογέλασε κοιτώντας τον στα μάτια.
«Αυτό θα πρέπει να
περιμένεις για να το διαπιστώσεις μόνος σου» του χτύπησε και ο Ζαν άρχισε να
τρίβει τα χέρια του με ευχαρίστησης.
«Που και πότε» το
χόντρυνε εκείνος αλλά η Κλερ δεν μάσησε.
«Λυπάμαι παλικάρι
αλλά θα πρέπει να έχεις υπομονή. Όσο μένω με το φιλαράκι σου δεν υπάρχει
περίπτωση να γίνει τίποτα μεταξύ μας ούτε και με κανέναν άλλο φίλο του» δήλωσε
και τα μάτια του Ζαν αλλά και όλης της παρέας άστραψαν από ενδιαφέρον.
«Είμαι σίγουρος ότι
δεν θα τον πείραζε τον Κρις. Έτσι δεν είναι Κρις;» το συνέχισε ο Ζαν κοιτώντας
τις αντιδράσεις μου.
«Λίγο με νοιάζει με
ποιον θα πάει» του επιβεβαίωσα αλλά πριν καταφέρω να τελειώσω την φράση μου ο
Ζαν πήρε και πάλι τον λόγο.
«Βλέπεις;» της είπε
με μάτια που άστραψαν.
«Δεν πάω ποτέ με τους
φίλους του συγκάτοικου μου. Αυτός είναι ένας απαράβατος κανόνας» τόνισε
κάνοντας το ρητό σε όλη μου την παρέα και όλοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. «Αλλά
μπορεί να έχεις ελπίδες μετά το τέλος της συγκατοίκησης» συμπλήρωσε και του
έκλεισε το μάτι.
«Ε αυτό πρέπει να το
γιορτάσουμε» σφύριξε ο Πολ και όλοι στράφηκαν προς την μεριά του και άρχισαν να
κάνουν σχέδια από το ποιους θα καλέσουν μέχρι το τι ώρα θα ερχόντουσαν στο
σπίτι για το Welcome Party χωρίς καν να με
ρωτήσουν.
«Ε… ε… ε… για το σπίτι
μου μιλάτε» φώναξα προσπαθώντας να τους κάνω να σταματήσουν.
«Δεν έχω πρόβλημα»
πετάχτηκε η άλλη κοιτώντας με στα μάτια. «Θα βάλω εγώ ότι χρειάζεται» συνέχισε
και ο Πολ άρχισε να σφυρίζει ανεξέλεγκτα.
«Θα γίνεις τις Πόπης»
φώναξε ενώ πετάχτηκε επάνω και άρχισε να κουνάει τους γοφούς του βγάζοντας
επιφωνήματα χαράς.
Η Κλερ κρυφογέλασε
και καθώς όλοι σηκώθηκαν και άρχισαν να χορεύουν μαζί με τον Πολ σφυρίζοντας
και χτυπώντας παλαμάκια γύρισε προς το μέρος μου.
«Θα έχει πλάκα» μου
είπε κλείνοντας μου το μάτι.
Δεν άντεξα άλλο. Είχε
μπει στην ζωή μου με το έτσι θέλω. Την είχε κάνει άνω κάτω και τώρα ήθελε να
εισχωρήσει και πιο βαθιά πλευρίζοντας τους φίλους μου; Ε όχι αυτό πήγαινε πολύ.
Πιάνοντας το δίσκο
μου με το ανέγγιχτο φαγητό μου, το πήγα στον κάδο και αφού πέταξα το φαγητό,
άφησα τον δίσκο από πάνω από τον κάδο και έφυγα. Δεν άντεχα ούτε να την βλέπω.
Μετά από μια σκληρή
προπόνηση και λίγη εκτόνωση στο γυμναστήριο, γύρισα στο σπίτι και μόλις άνοιξα
την πόρτα τα μάτια μου πετάχτηκαν έξω. Ήταν όλα έτοιμα. Τα μπολ με τα
πατατάκια, γυάλινα μπολ γεμάτα με πάγο και μπύρες να παγώνουν, τα πάντα ήταν στην
θέση τους και τακτοποιημένα. Τα είχε προβλέψει όλα μέχρι και στην βεράντα τα
φαναράκια μου που είχε φροντίσει να τους βάλει κεριά φέγγιζαν δημιουργώντας
ατμόσφαιρα.
Πότε είχε προλάβει να
τα κάνει όλα αυτά; Αλλά το κυριότερο, πως είχε μπει στο σπίτι; Εγώ δεν της είχα
δώσει κλειδιά.
«Χρησιμοποίησα τα
δεύτερα κλειδιά σου» απάντησε στην ερώτηση μου λες και είχε διαβάσει μόλις τις
σκέψεις μου.
Μόλις γύρισα να την
δω η καρδιά μου πάγωσε. Ήταν τόσο σέξι μέσα σε εκείνο το μαύρο φόρεμα με τις
πούλιες που λαμπίριζαν που και νεκρό ανέσταινε. Το μακιγιάζ της από την άλλη
ήταν τόσο άψογο και τόσο σέξι που αμέσως σε έκανε να θες να αρπάξεις τα χείλια
της και να τα ρουφήξεις αχόρταγα μέχρι να βγάλεις το κραγιόν τελείως από πάνω
της.
«Μην ανησυχείς και τα
έβαλα στην θέση τους» συνέχισε βλέποντας με να ξεφυσάω εκνευρισμένα. «Δεν είχα
σκοπό να τα κρατήσω».
«Τι διάολο κάνεις
επιτέλους;» ούρλιαξα χωρίς να είμαι ικανός να το συγκρατήσω. «Πρώτα κάνεις
κατάληψη στο σπίτι μου, τώρα καλείς τους φίλους μου, μετά τι έχει σειρά; Να
μπεις και στο κρεβάτι μου;» την ρώτησα και εκείνη με μια ανεξιχνίαστη ματιά
έμεινε να με κοιτάει.
«Δεν με ενδιαφέρει να
μπω ούτε στην ζωή σου αλλά ούτε και στο κρεβάτι σου» δήλωσε με τα μάτια της να
αστράφτουν από οργή εννοώντας το.
«Τότε γιατί τα κάνεις
όλα αυτά;» της φώναξα και πάλι. «Γιατί είπες σε όλους ότι μένεις εδώ;»
«Κάποια στιγμή θα το
μάθαιναν» είπε αδιάφορα ανασηκώνοντας τους ώμους της. «Και απλά ήθελα να κάνω
τα πράγματα πιο απλά. Αν το κρύβαμε τότε θα νόμιζαν ότι κάτι περίεργο τρέχει
εδώ πέρα και τα πράγματα θα ήταν ακόμα πιο χειρότερα».
Τρίβοντας την μύτη
μου με ένταση προσπάθησα να πάρω μερικές ανάσες για να καλμάρω. Να πω ότι είχε
άδικο; Ψέματα θα ήταν.
«Πόσα χάλασες για όλα
αυτά;» την ρώτησα καθώς την κοίταξα στα μάτια.
«Κράτα τα λεφτά σου.
Δεν μου χρωστάς τίποτα» μου γύρισε εκείνη και μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι.
«Και πως διάολο θα
καταφέρεις να μαζέψεις το ποσό που σου λείπει για να ξεκουμπιστείς από εδώ και
να μου αδειάσεις την γωνιά αν τα σκορπάς κάθε τρις και λίγο αριστερά και δεξιά
μου λες;» την ρώτησα εξαγριωμένος και τρίζοντας τα δόντια της προσπάθησε κάτι
να πει αλλά καθώς χτύπησε το κουδούνι το κατάπιε.
«Πήγαινε άλλαξε ρούχα
και ύφος πριν σε δουν οι φίλοι σου έτσι και πιστέψουν ότι τελικά πράγματι με
έχεις πιάσει γκόμενα και μόλις είχαμε τον πρώτο μας καυγά. Ή μάλλον όχι, μην
αλλάζεις ύφος. Θα είναι καλύτερα έτσι. Τα γκομενάκια που θα έρθουν θα
τσιμπήσουν περισσότερο αν σε δουν με αυτά τα μούτρα. Θα πιστεύουν ότι
χρειάζεσαι παρηγοριά και δεν θα ξεκολλάνε από πάνω σου» μου χτύπησε στα μούτρα
και καθώς μου γύρισε την πλάτη πήγε να ανοίξει την πόρτα.
Δεν έμεινα να δω
ποιος ήταν. Αφού κλείστηκα μέσα στο δωμάτιο μου, πέταξα τον σάκο μου στον
πάτωμα και μόλις έκατσα στο κρεβάτι έκλεισα το πρόσωπο μου μέσα στα χέρια μου.
Ήταν… ήταν… ανυπόφορη.
Όταν βγήκα από το
δωμάτιο μου ακόμα δεν είχα καταφέρει να ηρεμίσω και όπως το είχε ήδη προβλέψει,
τα γκομενάκια έπεφταν δίπλα μου σαν τις μύγες. Σχεδόν μαλώναμε με τις ματιές
τους για το πια θα πέσει στην αγκαλιά μου για να με παρηγορήσει. Η όλη
ατμόσφαιρα είχε αρχίσει πραγματικά να με διασκεδάζει τόσο πολύ που τελικά δεν
έκανα τον κόπο να βγάλω από πάνω μου το εκνευρισμένο μου ύφος.
Βγαίνοντας στην
βεράντα για να πάρω λίγο αέρα ένιωσα κάποιον να με πλησιάζει αλλά δεν γύρισα να
δω ποιος ήταν. Αν υποψιαζόμουν ότι ήταν εκείνη δεν ήξερα πως θα μπορούσα να το
χειριστώ όλο αυτό. Σίγουρα δεν θα ήθελα με τίποτα να στήσω έναν καυγά μπροστά
σε όλα τα μάτια των περίεργων συμφοιτητών μου που δεν έχαναν ευκαιρία για
πικάντικα κουτσομπολιά και γελοίες σπόντες.
«Σύννεφα στον
παράδεισο;» άκουσα μια γυναικεία αισθησιακή φωνή κοντά στο αυτί μου και
αναστενάζοντας γύρισα το πρόσωπο μου προς το μέρος της για να την αντικρίσω.
Ήταν ένα καυτό κατάξανθο
μουνάκι που ήξερε πολύ καλά πώς να χειρίζεται το κορμί της ώστε να δελεάσει το
ανυποψίαστο θύμα της. Ήταν από τις γκόμενες που σίγουρα είχε έρθει για να
μείνει και δεν έβρισκα τον λόγο γιατί να μην εκμεταλλευτώ την ευκαιρία. Ήθελε
μια ευκαιρία μαζί μου και εγώ ήθελα κάποιαν στο κρεβάτι μου επειγόντως.
«Κάθε αρχή και
δύσκολη δεν λένε;» την πείραξα εγώ ανασηκώνοντας τους ώμους μου αδιάφορα ενώ
έπινα μια γουλιά από την μπύρα μου.
«Αυτά παθαίνει κανείς
όταν κάνει λάθος επιλογές» μου χτύπησε εκείνη ενώ έβαζε το μακρύ της νύχι πάνω
στην βάση του λαιμού μου και το κατηφόριζε προς το στήθος μου. «Αν είχε
επιλέξει εμένα…» έσυρε τα λόγια της ενώ το πρόσωπο της πλησίαζε το δικό μου.
«Τώρα θα έλαμπες από ευτυχία και ικανοποίηση» υποσχέθηκε και ήθελα πραγματικά
να γελάσω.
Είχε τόση
αυτοπεποίθηση που άνετα θα έπειθε τον οποιοδήποτε αλλά όχι και εμένα. Δεν
χρειαζόμουν τίποτα τέτοιο. Ήταν σίγουρα ένα από τα χειρότερα ήδη γυναικών, από
εκείνα που κόλλαγαν σαν βδέλλες επάνω σου και δεν ξεκολλούσαν με τίποτα μέχρι
να σε κάνουν να βλαστημήσει την ώρα και την στιγμή που σκέφτηκες να την πάρεις
έστω και για ένα βράδυ. Όχι… πραγματικά ήταν το τελευταίο που ήθελα αυτήν την
στιγμή.
Την στιγμή που τα
χείλια της ήταν σε απόσταση αναπνοής από τα δικά μου έφτασε στα αυτιά μου η
εξοργισμένη φωνή της Κλερ και κόντεψα να ουρλιάξω.
«Κρις» απαίτησε την
προσοχή μου και καθώς η ξανθιά θεογκόμενα που ήταν σχεδόν στην αγκαλιά μου
γύρισε το κεφάλι της προς το μέρος της, τύλιξα το χέρι μου γύρω από την μέση
της και την κράτησα επάνω μου πριν φύγει.
Δεν ήθελα να κάνω
τίποτα μαζί της αλλά ήθελα να κάνω ξεκάθαρο στην άλλη ότι δεν έχει κανένα
δικαίωμα να με διακόπτει όταν με έβλεπε να κάνω κατάσταση με κάποια άλλη.
«Τι θες;» την ρώτησα
εκνευρισμένα και η ξανθιά γκόμενα πήρε τα πάνω της και ακούμπησε όλο της το
σώμα πάνω στο δικό μου.
«Πάρε τον κώλο σου
και έλα μέσα τώρα» απαίτησε κάνοντας σαν μια ζηλιάρα γκόμενα που μόλις είχε
πιάσει στα πράσα τον γκόμενο της να χαμουρεύτε με κάποια άλλη και ήταν έτοιμη
να του σύρει τον εξάψαλμο.
«Δεν βλέπεις ότι
είμαι απασχολημένος;» την ρώτησα με έμφαση κάνοντας της ρητό ότι ενοχλεί.
«Αν δεν το κάνεις
τώρα τότε να είσαι σίγουρος ότι θα το μετανιώσεις» με απείλησε εκείνη τρέμοντας
πια από οργή ενώ τα μάτια της άστραψαν διαβολεμένα.
«Άσε μας κάτω
κοριτσάκι μου. Τράβα να βρεις κάποιον άλλον να παίξεις και παράτα με ήσυχο» της
είπε κουρασμένα αλλά εκείνη δεν άλλαζε στάση.
«Μην μου πεις μετά
ότι δεν σε προειδοποίησα» απείλησε και πάλι αλλά πριν πω τίποτα έφυγε σαν δαιμονισμένη
σπρώχνοντας όποιον έκανε το λάθος να βρεθεί μπροστά της.
«Που είχαμε μείνει;»
ρώτησα την ξανθιά και τα μάτια της άστραψαν με ευχαρίστηση.
«Πότε είπαμε ότι θα
ξεκουμπιστεί από εδώ μέσα;» ρώτησε ενώ χάιδευε απαλά τα χείλια μου με τα δικά
της.
«Το συντομότερο
δυνατόν» βόγκηξα και προκειμένου να μην την ακούω άλλο σφράγισα τα χείλια της
με τα δικά μου.
Την στιγμή που τα
χείλια της άνοιξαν με ένα αναστεναγμό και η γλώσσα μου βρήκε την ευκαιρία να
εισχωρήσει μέσα στο στόμα της η τρομοκρατημένη φωνή του Πολ με επανέφερε στην
πραγματικότητα.
«Κρις» φώναξε και
κοιτώντας τον με ένα άσχημο προαίσθημα εκείνος συνέχισε. «Πρέπει να έρθεις
τώρα» συνέχισε με νόημα και δεν ήθελα τίποτα άλλο. Ήμουν σίγουρος ότι η άλλη
είχε κάνει μαλακία αλλά δεν φαντάστηκα το πόσο χοντρή ήταν η μαλακία της αυτή.
«Καυγάς, καυγάς,
καυγάς» ζητωκραύγαζαν όλοι όσοι βρίσκονταν μέσα στο σαλόνι μου και η καρδιά μου
άρχισε να χτυπάει μέσα στο στήθος μου σαν τρελή.
Όχι ρε πούστη μου,
όχι και αυτό… ούρλιαξα μέσα μου και μόλις κατάφερα με το ζόρι να παραμερίσω όλα
εκείνα τα σώματα που είχαν στριμωχτεί μεταξύ τους για να δουν τον καυγά έφτασα
στο άνοιγμα της κουζίνας και την είδα να έχει καβαλήσει τον Σταν και κρατώντας
τον από το πουκάμισο του τον χτύπαγε με λύσσα στο πρόσωπο. Δεν το σκέφτηκα.
Έτσι όπως την έβλεπα την είχα ικανή να του διαλύσει το κρανίο αν δεν την
σταματούσα.
Καλύπτοντας την
απόσταση με δύο δρασκελιές, γράπωσα τους καρπούς της με δύναμη και μόλις τα
τύλιξα χιαστή μπροστά στο στήθος της την τράβηξα επάνω μου.
«Αρκετά» γκάριξα μέσα
στο αυτή της την στιγμή που πάλευε να ξεφύγει από την αγκαλιά μου ουρλιάζοντας
μου να την αφήσω ενώ χτύπαγε τα πόδια της πάνω στα δικά μου.
«Αρκετά είπα» φώναξα
πιο δυνατά καθώς την τράνταξα ενώ τα χέρια μου της έσφιξαν το στήθος τόσο πολύ
που σίγουρα θα πρέπει να της έκοψα την ανάσα.
«Πάρε… τα χέρια σου…
από πάνω μου… τώρα» γρύλισε εξαγριωμένη με αργή και σταθερή φωνή.
Επικρατούσε η απόλυτη
ησυχία. Όλοι με κομμένη την ανάσα κοιτάζανε να δουν τις εξελίξεις χωρίς να
σπάνε την σιωπή και εγώ έμεινα αναποφάσιστος. Τελικά δεν ξέρω γιατί αλλά ένιωσα
ότι έπρεπε να το κάνω. Έπρεπε να της αφήσω τα χέρια όχι γιατί κινδύνευε η
σωματική μου ακεραιότητα αλλά γιατί ότι και να την είχε οδηγήσει να το κάνει
αυτό είχε ξεθυμάνει και ας ήταν ακόμα σε έξαλλη κατάσταση.
Μόλις της
απελευθέρωσα τα χέρια εκείνη με σκούντησε για να πάω πιο πίσω και ξεχύθηκε
μπροστά. Στην αρχή πίστευα ότι θα επιτεθεί ξανά στον Σταν αλλά εκείνη δεν του
έδωσε άλλη σημασία. Καθώς πήγε προς τον πάγκο έσκυψε κάτω και άρπαξε στην
αγκαλιά της ένα κακόμοιρο ξανθό κορίτσι που κλαίγοντας βουβά είχε γύρει στο
πάτωμα και είχε αγκαλιάσει τα πόδια της. Βλέποντας το αυτό δεν χρειάστηκε πολύ
για να καταλάβω τι είχε συμβεί. Σίγουρα ο Σταν έκανε κάποια χοντρή μαλακία
πάλι.
«Σσσς…» προσπάθησε να
την καθησυχάσει. «Όλα τελείωσαν, δεν θα σε ξανά ακουμπήσει» συνέχιζε ενώ
κρατώντας την από τους ώμους την βοηθούσε να σηκωθεί ξανά στα πόδια της.
Παλεύοντας να βρει
την αναπνοή της, το κορίτσι έκρυψε το πρόσωπο της ντροπιασμένα πάνω στον λαιμό
της και με το σώμα της να τραντάζεται από τους λυγμούς της αφέθηκε στα χέρια
της. Η Κλερ, κοιτώντας με πρώτα με μια εξοργισμένη ματιά την κράτησε σταθερά
επάνω της και την βοήθησε να μετακινηθεί.
«Πάρ’ τον από εδώ
πριν γυρίσω να τελειώσω ότι άρχισα» απείλησε και στάθηκε στο άνοιγμα της
κουζίνας.
«Κάντε άκρη» γρύλισε
σε όσους στεκόντουσαν στο άνοιγμα και της έφραζαν τον δρόμο και εκείνοι χωρίς
να πουν τίποτα μετακίνησαν τα σώμα τους ώστε να της κάνουν δρόμο για να
περάσει.
Ο Σταν με ένα βογκητό
προσπάθησε να μετακινηθεί.
«Πόσα κιλά μαλάκας
είσαι επιτέλους;» γκάριξα μέσα στα μούτρα του ενώ τον έπιανα από το πουκάμισο
και τον ανασήκωνα. «Έφερες ουσίες μέσα στο σπίτι μου;» απαίτησα να μου πεις και
εκείνος βόγκηξε και πάλι.
«Κρις…» άκουσα τον
Πολ πίσω μου καθώς έβαλε το χέρι του στον ώμο μου. «Έλα φίλε τελείωσε»
προσπάθησε να με λογικέψει και ξεφύσησα.
Αδειάζοντας τον Σταν
στο πάτωμα σηκώθηκα απάνω και πήγα στον νιπτήρα. Ανοίγοντας την βρύση έβαλα
μπόλικο νερό στα χέρια μου και βάλθηκα να ξεπλένω το πρόσωπο μου για να
συνέλθω.
«Ελάτε παιδιά, το
πάρτυ τελείωσε» άκουσα κάποιον να λέει από μακριά, μάλλον τον Πολ αλλά δεν
ήμουν και σίγουρος και τον ευχαρίστησα από μέσα μου.
Άκουγα τον κόσμο να
φεύγει ενώ κάποιοι άλλοι να σηκώνουν τον Σταν από το πάτωμα, το σπίτι μου να
αδειάζει αλλά εγώ παρέμενα εκεί. Με τα χέρια μου να σφίγγουν τον πάγκο κράταγα
τα μάτια μου κλειστά και προσπαθούσα να απομονώσω τον εαυτό μου. Έπρεπε να κάνω
κάτι για όλη αυτήν την κατάσταση αλλά τι;
«Να φανταστώ ότι δεν
είναι και η πιο κατάλληλη στιγμή» άκουσα την φωνή της ξανθιάς όπου ήμουν πριν
λίγο έξω μαζί της και αφήνοντας την ανάσα μου να βγει βαριά από μέσα μου γύρισα
και την κοίταξα.
«Ίσως μια άλλη φορά»
συμπλήρωσε εκείνη και γέρνοντας κοντά στα χείλια μου, άφησε ένα απαλό
αποχαιρετιστήριο φιλί.
Δεν κουνήθηκα. Δεν της
είπα τίποτα. Το μόνο που με ένοιαζε ήταν να ξεκουμπιστεί και να φύγει και
εκείνη μαζί με όλους τους άλλους. Μαζί και με το φρικιό που είχε μπαστακωθεί
στο σπίτι μου.
Όταν άκουσα την πόρτα
να κλείνει πήρα μια βαθιά ανάσα. Ήταν ώρα να μπουν κάποια πράγματα στην θέση
τους. Και με την σκέψη αυτή, τράβηξα με γρήγορα βήματα και πήγα να την βρω.
Καθώς έφτασαν πνιγμένες φωνές μέσα από το μπάνιο έκοψα φόρα και έμεινα να
κρυφακούσω.
«Σε παρακαλώ γλυκιά
μου, μην κατηγορείς τον εαυτό σου γι’ αυτό. Σε όλους μας μπορεί να συμβεί, μην
φορτώνεις τον εαυτό σου με τύψεις» άκουσα την παρακλητική φωνή της Κλερ να λέει
προφανώς στο κορίτσι που τα αναφιλητά της έφταναν μέχρι τα αυτιά μου.
«Όχι, εγώ φταίω»
ξέσπασε εκείνη ρουφώντας την μύτη της αποκαρδιωμένη. «Δεν έπρεπε να έρθω εδώ. Η
φίλη μου με είχε προειδοποιήσει».
«Τότε γιατί ήρθες;»
την ρώτησε η Κλερ με πραγματική περιέργεια.
«Ήθελα απλός…» έκανε
μια παύση και καθώς πήρε μερικές ανάσες συνέχισε. «Ήθελα απλός να με προσέξουν.
Βαρέθηκα να είμαι στην αφάνεια. Κουράστηκα να περνώ από δίπλα τους και εκείνη
να μην ξέρουν ότι υπάρχω. Ήθελα να ταιριάξω κάπου» είπε πιο ντροπαλά και άκουσα
την Κλερ να ξεφυσά πνιγμένα.
«Γλυκιά μου Σέλπι»
είπε κάτω από τον αναστεναγμό της. «Να ήξερες μόνο πόσο σε καταλαβαίνω»
συνέχισε και αμέσως μετά έγινε μια παύση.
«Μα εσύ… εσύ είσαι
μέσα σε όλα. Όλοι μιλάνε για σένα. Δεν υπάρχει μέρος που να περάσεις και να μην
γυρίσουν να σε κοιτάξουν. Όχι δεν μπορεί να είσαι σαν και εμένα» αντέδρασε το
κορίτσι.
«Και όμως, όσο και να
σου φαίνεται περίεργο είμαι» της επιβεβαίωσε εκείνη και το κορίτσι πραγματικά
τα έχασε.
«Μην μου πεις ότι
είσαι και παρθένα» ψιθύρισε σοκαρισμένο το κορίτσι και ήθελα όσο τίποτα να δω
την έκφραση της Κλερ. Η απότομη σιωπή της με έκανε πράγματι να παραξενευτώ.
«Όχι… έχω γευτεί πως
είναι να έχεις κάποιον ανάμεσα στα πόδια σου, αλλά ειλικρινά δεν ξέρω τελικά αν
άξιζε τον κόπο» είπε τελικά και έμεινα να κοιτώ την κλειστή πόρτα
παραξενευμένος.
Όταν ήταν μαζί μου
φάνηκε να το ευχαριστείτε και μάλιστα πολύ.
«Δεν σου άρεσε;»
ρώτησε μπερδεμένο το κορίτσι την απορία που ήθελα να εκφράσω και εγώ.
«Όχι δεν μπορώ να πω.
Ήταν καλό. Πολύ καλό» τόνισε με έμφαση. «Απλά δεν ήταν για μένα» συμπλήρωσε.
«Έχω μπερδευτεί
τελείως» παραδέχτηκε το κορίτσι η Σέλπι και η Κλερ ξεφύσησε απηυδισμένα.
«Είναι απλό, βλέπω τα
αγόρια να εκδηλώνουν το πάθος τους για μένα και εγώ το μόνο που θέλω να κάνω
είναι να τους βουλώσω τα μάτια για να σταματήσουν να με κοιτάνε. Βλέπω τα χέρια
τους να απλώνονται προς το μέρος μου και με το μυαλό μου, πριν ακόμα καταφέρουν
να με αγγίξουν, τους έχω βάλει ήδη στο πάτωμα και τους γρονθοκοπώ μέχρι να δω
το κεφάλι τους να ανοίγει στα δύο» η απότομη ανάσα της Σέλπι έκανε την Κλερ να
σταματήσει την αφήγηση.
«Τι σου έκαναν;»
ρώτησε η Σέλπι πνιγμένα και ενώ ήθελα όσο τίποτα να φύγω ώστε να μην το ακούσω
αυτό ωστόσο τα πόδια μου παράμεναν πεισματικά στυλωμένα στο έδαφος. Τα αυτιά
μου παρέμεναν τεντωμένα να ακούσουν την απάντηση της.
«Με προσγείωσαν
απότομα στην πραγματικότητα» είπε τελικά αλλά δεν μου έφτασε, ήθελα να ακούσω
κι άλλα, τα πάντα και ας ήξερα ότι θα το μετάνιωνα. «Με έκαναν να καταλάβω ότι
δεν υπάρχουν πρίγκιπες, ούτε κάστρα, ούτε το και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς
καλύτερα».
«Όχι Κλερ, υπάρχουν»
προσπάθησε με μεγάλο κόπο η Σέλπι να της αλλάξει γνώμη.
«Ναι, υπάρχουν» της
απάντησε γλυκά. «Αλλά τα μάτια τους είναι στραμμένα μόνο σε αθώες και γλυκές
ψυχές σαν και εσένα όχι σε κατεστραμμένες γκόμενες σαν εμένα. Εννοώ… κοίταξε με
Σέλπι. Αλήθεια πιστεύεις ότι θα μπορούσα εγώ να έχω μια ευκαιρία στην ζωή;
Ποιος θα μπορούσε ποτέ να αντέξει μια τύπισσα σαν εμένα; Πάντα θα με κοιτάνε
και θα θέλουν πάντα αυτό, το κορμί μου και εγώ… εγώ δεν μπορώ να τους δώσω ούτε
καν αυτό. Πίστευα ότι εδώ θα ήταν διαφορετικά, ότι θα μπορούσα να κάνω ένα βήμα
μπροστά αλλά όχι ήταν λάθος μου να πιστεύω ότι θα μπορούσα να γίνω και πάλι φυσιολογική.
Δεν μπορώ να είμαι φυσιολογική. Δεν ξέρω τον τρόπο να το κάνω».
«Αφού τότε δεν είσαι
όσα λένε, γιατί αφήνεις τις φήμες να οργιάζουν; Γιατί τους αφήνεις να πιστεύουν
ότι είσαι… ξέρεις» είπε με νόημα.
«Γιατί δεν με νοιάζει
τι λένε για μένα. Δεν ήρθα εδώ ούτε για να πιάσω γκόμενους αλλά ούτε και
φιλίες. Ήρθα μόνο για να πάρω το πτυχίο μου και τίποτα άλλο και όποιος σταθεί
εμπόδιο σε αυτό τότε να είσαι σίγουρη ότι θα βρεθεί αντιμέτωπος με το θηρίο που
κρύβω μέσα μου» η αποφασιστικότητα της θα έπρεπε να με παραξενεύει αλλά όχι δεν
με παραξένεψε. Πράγματι φαινόταν έτοιμη για όλα προκειμένου να πετύχει τον
σκοπό της.
«Έλα να σε βοηθήσω να
βγάλεις τα ρούχα σου και να κάνεις ένα ζεστό μπανάκι. Το νερό πάντα βοηθάει να
ξεπλύνουμε τις σκέψεις μας και να μας κάνει να βλέπουμε τα πράγματα με
μεγαλύτερη ηρεμία. Έχεις κάνει μπάνιο σε τζακούζι;» της είπε πιο ανάλαφρα και
ήξερα ότι ήταν ώρα να πηγαίνω.
Καθώς έφυγα
νυχοπατώντας, γύρισα στο δωμάτιο μου και πλησιάζοντας το κρεβάτι μου
αναστέναξα. Κάποιοι είχαν αναστενάξει άγρια πάνω στα σεντόνια μου και αυτό με
έκανε ακόμα πιο έξαλλο. Πιάνοντας τις άκρες των σεντονιών τα τράβηξα με δύναμη
και κάνοντας τα ένα κουβάρι τα πήρα στην αγκαλιά μου, έπιασα και τον σάκο με τα
άπλυτα που είχα από την προπόνηση και τράβηξα στο πλυσταριό. Την στιγμή που
έκλεισα το καπάκι και ετοιμάστηκα να βάλω μπρος το πλυντήριο άκουσα την φωνή
της πίσω μου και σταμάτησα.
«Μισό λεπτό να βάλεις
και τα δικά μου» είπε και γύρισα να την κοιτάξω. «Δεν μπορούσα να αφήσω την
Σέλπι να κοιμηθεί πάνω στα σεντόνια που έβγαζαν τα μάτια τους οι φίλοι σου»
είπε με νόημα και καθώς είδε ότι δεν αντιδρούσα στα λόγια της πρόσθεσε. «Ελπίζω
να μην σε πειράζει που θα φιλοξενήσουμε την Σέλπι για ένα βράδυ. Είναι ακόμα
πολύ ταραγμένη και ας προσπαθεί να το κρύψει».
«Όχι, η Σέλπι μπορεί
να μείνει όσο θέλει» της είπα με νόημα κάνοντας ρητό το πόσο ανεπιθύμητη ήταν
εκείνη και παγώνοντας για μια στιγμή με κοίταξε φαινομενικά ψύχραιμη αλλά δεν
με ξεγέλασε. Σίγουρα την είχαν αγγίξει τα λόγια μου.
«Είμαι σίγουρη ότι θα
είναι ευγνώμον γι’ αυτό» μουρμούρισε και καθώς άφησε τα σεντόνια της στα χέρια
μου γύρισε για να φύγει.
«Κλερ» της φώναξα την
στιγμή που εκείνη έφτασε στο κατώφλι της πόρτας και γύρισε να με κοιτάξει.
«Κάνεις λάθος. Δεν έχεις
καμία σχέση με την Σέλπι» της είπα χωρίς να μπορώ να κρατηθώ. «Εκείνη είναι
γλυκιά, τρυφερή, αθώα, γι’ αυτό και κανείς δεν θέλει να την πλησιάσει. Γιατί
δεν της αξίζει κάποιος που θα θέλει το κορμί της μόνο για μια βραδιά. Τις αξίζει
μόνο σεβασμός. Τις αξίζουν περισσότερα» η είσοδος της Σέλπι έκοψε την αντίδραση
της.
Καθώς γύρισε να
κοιτάξει μέσα στα σοκαρισμένα μάτια της Σέλπι άφησε την ανάσα της να βγει από
μέσα της βαριά και της χαμογέλασε γλυκά.
«Έλα γλυκιά μου να
σου δώσω κάτι να φορέσεις και να ξαπλώσεις. Ήταν δύσκολη μέρα για όλους μας»
της είπε ζεστά και πιάνοντας την από τους ώμους της άρχισε να την τραβάει προς
τον διάδρομο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου