Καθώς στα αυτιά μου
έφτασε ένα συνεχόμενο μουγκρητό άνοιξα τα μάτια του και γύρισα το κεφάλι μου
προς το μέρος της. Μόλις τα ματιές μας αντάμωσαν τα δικά της σκοτείνιασαν.
«Τι διάολο μου έριξες
μέσα στο ποτό» ούρλιαξε και έπιασα το κεφάλι μου που κουδούνιζε από την ένταση
της φωνής της καθώς ανασηκωνόμουν.
«Πας καλά κοπέλα
μου;» μούγκρισα μέσα από τα δόντια μου.
«Πες μου καθίκι. Τι
μου έριξες;» συνέχισε στον ίδιο τόνο και γύρισα να την κοιτάξω εξοργισμένος.
«Γιατί; Είσαι της
δίωξης ναρκωτικών και θες να ξέρεις τι σου έβαλα;» την ειρωνεύτηκα.
Άνοιξε το στόμα της
να πει κάτι αλλά αμέσως μετά ζάρωσε τα μάτια της και το έκλεισε ξανά σαν να το
μετάνιωσε.
«Που είναι τα ρούχα
μου;» απαίτησε να μάθει και πιάνοντας το παντελόνι μου από το πάτωμα, πέταξα το
σεντόνι από πάνω μου και άρχισα να το φορώ.
«Είναι στο μπάνιο.
Δεν έχω ιδέα αν στέγνωσαν ακόμα» δεν πρόλαβα να τελειώσω την φράση μου.
Μόλις άκουσε ότι
είναι στο μπάνιο, τύλιξε το σεντόνι γύρω της και σηκώθηκε τρεκλίζοντας και βογκώντας
να πάει προς τα εκεί. Όταν βγήκε, κρατώντας τα ρούχα της πάνω στο στήθος της, έπιασε
την άκρη του σεντονιού σφιχτά επάνω της και κίνησε να πάει προς την πόρτα χωρίς
να κάνει τον κόπο να ντυθεί.
«Θα το μετανιώσεις
πολύ πικρά» ήταν τα τελευταία της λόγια και μετά από αυτό έκλεισε την πόρτα
πίσω της και έφυγε.
Δεν περίμενα λεπτό.
Καθώς έκλεισα το παντελόνι μου έτρεξα στην πόρτα και την άνοιξα. Εκείνη την ώρα
πέρναγαν κάποια ρεμάλια και προσπάθησαν να την πειράξουν.
«Αν δεν θες να έχεις
σπασμένο χέρι για την υπόλοιπη χρονιά τράβα το κουλό σου τώρα» φοβέρισε έναν
που προσπάθησε να της κάνει πλάκα τραβώντας μια άκρη από το σεντόνι που είχε
τυλίξει επάνω της.
Εκείνος προς μεγάλη
μου έκπληξη έκανε προς τα πίσω. Δεν μπορούσα να δω το ύφος της αλλά από το
πάγωμα των αγοριών που είχαν μαζευτεί γύρω της τότε σίγουρα ήταν το πιο άγριο
που είχαν δει ποτέ τους. Εκείνη δεν περίμενε άλλο. Χωρίς καν να γυρίσει προς το
μέρος μου για να με κοιτάξει, άρπαξε το σεντόνι από τα χέρια του και άρχισε να
πηγαίνει προς τις σκάλες.
Μετά το τέλος της
προπόνησης, έκανα ένα γρήγορο ντουζ και περνώντας στον ώμο μου τον σάκο με τα
άπλυτα, τράβηξα προς το αυτοκίνητο. Πριν φτάσω στο γκαράζ το μάτι μου έπεσε
επάνω της. Καθόταν ‘στο στέκι των ουσιών’ όπως το λέγαμε εμείς. Όσα παιδιά
ήθελαν να κάνουν με την ησυχία τους το μαύρο τους ή τις νυχτερινές ώρες και πιο
βαριές ουσίες, κάθονταν εκεί στην ασφάλεια που τους παρείχαν τα δέντρα και
έπιναν το χασίσι τους.
Είχα κόψει πια τις
ουσίες και το τσιγάρο φυσικά και φρόντιζα όσο μπορούσα να απέχω από τις
κραιπάλες από την στιγμή που είδα πιο επαγγελματικά το θέμα του ράγκμπι. Όμως,
βλέποντας την να κάθετε εκεί και να κάνει την γνωστή ιεροτελεστία ώστε να
στρίψει τον μπάφο της για λίγο ξέχασα τα πάντα. Δεν είχα σκοπό να αρχίσω τώρα
τις βλακείες, ιδίως αν ήθελα να με προσέξουν οι κυνηγοί ταλέντων. Και εγώ είχα
πολύ ταλέντο για να το αφήσω ανεκμετάλλευτο. Αλλά από την άλλη, μια ρουφηξιά
παρέα με ένα τόσο όμορφο γκομενάκι δεν σκότωσε κανέναν.
Η εικόνα να ανάβει το
τσιγάρο της και να κλείνει τα μάτια γέρνοντας το κεφάλι προς τα πίσω για να
απολαύσει την πρώτη της τζούρα ήταν άκρος ερεθιστική.
«Δεν φοβάσαι μην σε
δουν τα φιλαράκια σου οι μπάτσοι και σε καρφώσουν στην υπηρεσία σου;» την
πείραξα καθώς έπαιρνα από το χέρι της το τσιγάρο και άφηνα τον σάκο μου δίπλα
της.
Ανοίγοντας το ένα της
μάτι ανασήκωσε το φρύδι της επιδεικτικά, με φανερή περιέργεια.
«Αν δεν με καρφώσεις
θα κάνω και εγώ το ίδιο για σένα» μου ανταπέδωσε το πείραγμα την στιγμή που
καθόμουν και απολάμβανα μια τζούρα.
Κρατώντας τον καπνό
μέσα μου της έτεινα το τσιγάρο και χαμογέλασα στραβά.
«Ξέρεις… έχουν
οργιάσει οι φήμες από το πρωί, ότι το ανερχόμενο αστέρι του ράγκμπι, ο
Κρίστοφερ Τρέβορ, εχθές το βράδυ έσωσε την μελαχρινή τσούλα από τα νύχια του
Σταν Μπρετ. Εσύ γνωρίζεις τίποτα γι’ αυτό;» ρώτησε καθώς έπαιρνε άλλη μια
τζούρα από το τσιγάρο της και το έτεινε και πάλι προς το μέρος μου.
«Μην μου πεις ότι
πιστεύεις αυτές τις αηδίες» είπα δύσπιστα και καθώς τράβηξα άλλη μια τζούρα την
κράτησα μέσα μου και έκλεισα τα μάτια για να απολαύσω την γλυκιά μαστούρα.
«Τότε τι κάνεις εδώ,
Κρίστοφερ;» την άκουσα να λέει και ανοίγοντας τα μάτια για να την κοιτάξω
ανασήκωσα τους ώμους μου αδιάφορα.
«Ήθελα να δω αν θα με
καρφώσεις στο σινάφι σου τους μπάτσους» συνέχισα το αστείο αλλά δεν την ξεγέλασα.
Κατάλαβε αμέσως ότι ήθελα πράγματι να δω αν ήταν καλά.
«Θα είμαι καλύτερα αν μου επιβεβαιώσεις ότι οι
φήμες είναι αληθινές» μου χτύπησε με μια ματιά που ένιωθα να με μαστιγώνει.
«Μην περιμένεις να
προδώσω τα αδέλφια μου» δήλωσα κατηγορηματικά και καθώς πήρα άλλη μια τζούρα
από το τσιγάρο της, της το έτεινα για να το πάρει και σηκώθηκα για να φύγω.
«Τουλάχιστον
εκμεταλλευτικές την ευκαιρία;» ρώτησε και χαμογέλασα.
«Αν το είχα κάνει
γλύκα, να είσαι σίγουρη ότι θα το θυμώσουν» της είπα με αυτοπεποίθηση ενώ
γέρνοντας προς το μέρος της ακουμπώντας την γροθιά μου ανεπαίσθητα στο σαγόνι
της ίσα για να κάνω το πρόσωπο της να γυρίσει στο πλάι.
«Σκατά» έβρισε μέσα
από τα δόντια της και πέταξε το τσιγάρο της νευριασμένα.
Δεν μπορούσα να
καταλάβω τι την ενόχλησε τόσο πολύ. Άλλη στην θέση της θα ήταν και ευγνώμον που
δεν είχα εκμεταλλευτεί την κατάσταση προς όφελος μου.
«Πάμε» συνέχισε ενώ
πιάνοντας το μπράτσο μου σηκώθηκε όρθια και άρχισε να προχωράει προς το
παρκινγκ.
«Ε… ένα λεπτό. Που
πάμε;» ρώτησα τελείως μπερδεμένος.
«Να ξεμπερδεύουμε με
αυτήν την κατάσταση» είπε χωρίς να σταματήσει και έτρεξα πίσω της.
«Δεν εννοείς…» την
σταμάτησα γυρίζοντας την προς το μέρος μου έκπληκτος που εκείνη πρότεινε έτσι
απροκάλυπτα να γίνει φάση.
«Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;»
με ρώτησε ανέκφραστη με τα φρύδια της να είναι ανασηκωμένα κοιτώντας τις
αντιδράσεις μου.
«Δεν λέω ότι δεν
είναι δελεαστική πρόταση, αλλά μετά από τέτοια προπόνηση μάλλον δεν είναι και η
καλύτερη ιδέα. Αν θες το κανονίζουμε για μια άλλη φορά» πρότεινα αλλά εκείνη
είχε πάρει την απόφαση της.
«Μην ανησυχείς και
δεν θα έχεις να κάνεις πολλά» μου πέταξε αδιάφορα και αυτό μου έξαψε την
φαντασία. Τι είχε κατά νου να κάνει;
«Έρχεσαι;» ρώτησε ενώ
έκανε ακόμα μερικά βήματα προς το παρκινγκ και εγώ την ακολούθησα.
Προσπερνώντας το
αμάξι μου, συνέχισε να προχωρά προς την εστία. Δεν μίλησα. Καλύτερα έτσι. Μετά
από προπόνηση και ένα καλό γαμίσι σίγουρα δεν θα είχα το κουράγιο να την γυρίσω
και πίσω.
Όταν φτάσαμε έξω από
την πόρτα που προφανώς ήταν το δωμάτιο της, εκείνη άνοιξε την πόρτα και μπήκε
μέσα σαν σίφουνας. Η συγκάτοικος της βλέποντας την τα έχασε. Την κοίταξε τρομοκρατημένα
και όχι άδικα. Το ύφος της μαυρομάλλας που συνειδητοποίησα ότι δεν ήξερα ακόμα
το όνομα της, ήταν τόσο απειλητικό που έδειχνε ξεκάθαρα τις προθέσεις της.
Χωρίς να πει κουβέντα, έκλεισε το καπάκι του λάπτοπ της κοπέλας και βγάζοντας
την πρίζα, το άρπαξε στα χέρια της. Προσπερνώντας με, το άφησε στο πάτωμα έξω
από το δωμάτιο και γύρισε ξανά προς την κοπέλα.
«Τι κάνεις;» ούρλιαξε
εκείνη καθώς την είδε να την πλησιάζει το ίδιο απειλητικά με πριν.
«Θέλω να σκοράρω και
ενοχλείς» της απάντησε η άλλη και σφραγίζοντας το στόμα μου προσπάθησα με
μεγάλο κόπο να μην γελάσω δυνατά.
«Να πάτε στο δικό
του…» προσπάθησε η κοπέλα να φέρει αντίρρηση ενώ προσπαθούσε να πάρει πίσω τα
βιβλία που είχε μαζέψει στα χέρια της η μελαχρινή γκόμενα από το κρεβάτι της
κοπέλας.
«Τον θέλω στην έδρα
μου. Τώρα δίνε του, πριν δεις τι χάνεις με το να κρατάς τα πόδια σου πεισματικά
κλειστά» την πρόσβαλε άσχημα και το κακόμοιρο το κορίτσι κοκκίνισε ολόκληρο.
Καταπίνοντας την
ντροπή της άφησε την γκόμενα να την πετάξει έξω από το δωμάτιο μαζί με τα
βιβλία της και μόλις εκείνη της έκλεισε την πόρτα στην μούρη, κλείδωσε την
πόρτα και πήγε προς το μπάνιο. Εγώ είχα μείνει κάγκελο. Από την μια ήθελε να
γελάσω με την όλη κατάσταση από την άλλη ένιωθα και να λυπάμαι το κακόμοιρο το
κορίτσι που έφαγε τέτοια ξευτίλα από μέρους της.
Θα μπορούσα να φύγω.
Οκ δεν είμαι και ο καλύτερος του είδους μου αλλά τουλάχιστον εγώ ήξερα να σέβομαι
τον χώρο του άλλου και περισσότερο να μην είμαι αγενής. Όμως δεν μπορούσα και
να χαλάσω την φήμη μου για ένα γκομενάκι που δεν έδειχνε να έχει ούτε ιερό ούτε
όσιο. Την στιγμή που άκουσα το νερό στο μπάνιο να τρέχει, έβγαλα τα ρούχα μου
και πήγα να της κάνω παρέα. Ότι είναι να γίνει, ας γίνει μια ώρα αρχύτερα να
τελειώνουμε.
Μπαίνοντας στο
μπάνιο, την είδα να λούζει τα μαλλιά της. Θα μπορούσα να θαμπωθώ με αυτήν την
εικόνα αλλά η ματιά μου σταμάτησε πάνω στο τατουάζ που είχε στην πλάτη της.
Φαινόταν τόσο αθώο. Ήταν ένα λουλούδι. Ένα λουλούδι από εκείνα που το φυσάς και
διασκορπίζουν στον χώρο τα λευκά ανθάκια του. Η μαμά μου πάντα τα έλεγε κλέφτες.
Μπορεί να μην ήταν κάτι το ιδιαίτερο και όμως ήταν τόσο άκρος ερεθιστικό και
σέξι που με ξεσήκωσε όσο δεν πήγαινε. Χωρίς να χάνω χρόνο, την πλησίασα και μόλις
μπήκα μέσα στο ντουζ, έβαλα τα χέρια μου πάνω στους γοφούς της και την τράβηξα
απότομα προς το μέρος μου.
Περίμενα ότι εκείνη νιώθοντας
την διέγερση και την έξαψη μου απλά θα έγερνε το κεφάλι της πάνω στο γεροδεμένο
μου στήθος και θα άφηνε έναν καυλιάρικο αναστεναγμό όπως κάνανε όλες οι άλλες αλλά
εκείνη ήταν τελείως απρόβλεπτη. Ξεκολλώντας το κορμί της από το δικό μου, πριν
προλάβω να αναρωτηθώ τι κάνει με γύρισε έτσι ώστε το πρόσωπο και το στήθος μου
να ακουμπήσουν στα κρύα πλακάκια. Πιάνοντας τα χέρια μου από τους καρπούς μου
τα σήκωσε πιο ψηλά από το κεφάλι μου και τα υποχρέωσε να μείνουν εκεί. Χωρίς να
πει τίποτα, έσυρε τα νύχια της πάνω στα χέρια μου και στα μπράτσα μου και
συνέχισε να τα κατεβάζει προς το στήθος μου και τους καλοσχηματισμένους μου
κοιλιακούς.
Μούγκρισα σαν γκόμενα
αλλά δεν μπορούσα να το αποφύγω. Ήταν κάτι που πραγματικά με εξέπληξε. Καμία ως
τώρα δεν είχε πάρει τέτοια πρωτοβουλία. Συνήθως εγώ ήμουν αυτός που
αναγκαζόμουν να τα κάνει όλα. Όταν το ένα της χέρι έφτασε στον ερεθισμό μου και
το άλλο της στο κολωμερι μου γέλασα χωρίς να μπορώ να το συγκρατήσω.
«Γιατί έχω την
αίσθηση ότι βρίσκομαι στην λάθος μεριά;» ρώτησα και καθώς ένιωσα τα δόντια της
να τραβάνε την ευαίσθητη σάρκα του λοβού του αυτιού μου βόγκηξα.
«Σκάσε και απόλαυσε
το» διέταξε με μια άκρος ερεθιστική βαθιά φωνή και πριν βογκήξω και πάλι εκείνη
με γύρισε προς το μέρος της.
Πριν προλάβω να την
πιάσω από τον αυχένα της και να την κολλήσω επάνω μου για να την φιλήσω εκείνη
έκανε ένα βαθύ κάθισμα και άρχισε να κατακτά το φύλο μου με τέτοια ορμή που
κόλλησα την πλάτη μου στα πλακάκια για να μην πέσω. Τα χέρια μου βρέθηκαν με
μιας μέσα στα υγρά της μαλλιά που είχαν ακόμα σαπουνάδες. Δεν συνήθιζα να είμαι
άγριος στις συνευρέσεις μου αλλά με εκείνην ένιωθα να χάνω το μυαλό μου.
Κρατώντας τα μαλλιά της από τις ρίζες τους, την ανάγκασα να με πάρει πιο άγρια
και προς μεγάλη μου έκπληξη εκείνη δεν μου το αρνήθηκε.
Λίγο πριν τελειώσω,
τον έβγαλε από το στόμα της και χωρίς να κάνει τον κόπο να ξεβγάλει τις
σαπουνάδες από το σώμα της και τα μαλλιά της με τράβηξε προς το κρεβάτι.
Ρίχνοντας με πάνω στο στρώμα, με καβάλησε, έπιασε πάλι τους καρπούς μου και
υποχρέωσε τα χέρια μου να πάνε πάνω από το κεφάλι μου. Εκείνη την στιγμή
παρατήρησα ότι πάνω στο κεφαλάρι υπήρχαν ένα ζευγάρι χειροπέδες και μάλιστα όχι
ψεύτικες. Αν δεν ήταν τελικά πράγματι της δίωξης ναρκωτικών τότε σίγουρα τις
είχε κλέψει από κανέναν μπάτσο. Ασφαλίζοντας τον πρώτο μου καρπό με την μια
χειροπέδα, πέρασε την αλυσίδα από το κεφαλάρι και προσπάθησε να μου περάσει την
δεύτερη χειροπέδα και στον άλλο μου καρπό.
«Ε… τι κάνεις;»
προσπάθησα να την σταματήσω και εκείνη έφερε το κεφάλι της σε απόσταση αναπνοής
από το δικό μου.
«Θες να σε γαμήσω ή
όχι;» ρώτησε ανασηκώνοντας το ένα της φρύδι.
«Δεν γουστάρω τα
βιτσιόζικα» δήλωσα και μου χάρισε ένα στραβό χαμόγελό.
«Μην ανησυχείς. Θα
φροντίσω να μην σέρνεις τα πόδια σου στην προπόνηση αύριο» με πείραξε ενώ
ασκώντας πίεση στον καρπό μου σήκωσε το χέρι μου πιο ψηλά και κατάφερε να κλείσει
και την δεύτερη χειροπέδα.
Σηκώνοντας τον κορμό
της, γύρισε προς το πλάι, άνοιξε το συρτάρι του κομοδίνου της και έβγαλε ένα
προφυλακτικό. Κοιτώντας με προκλητικά, άνοιξε την συσκευασία και παίρνοντας το
προφυλακτικό στα χέρια της, κατέβηκε πιο χαμηλά στα πόδια μου. Φροντίζοντας
πρώτα να επαναφέρει την στύση μου στην προηγούμενη της κατάσταση με τα χέρια
της, μου φόρεσε το προφυλακτικό και καρφώθηκε επάνω στον πρησμένο ερεθισμό μου.
Τα μάτια μου και το στόμα μου αυτόματα σφράγισαν, το σώμα μου έγινε ένα άκαμπτο
τόξο ενώ τα χέρια μου τινάχτηκαν σε μια προσπάθεια να αρπάξουν τους γλουτούς
της. Γαμώτο. Πως μπορούσε μια τέτοια γκόμενα να είναι τόσο στενή. Αυτό και αν
ήταν έκπληξη. Από την έξαψη προσπάθησα για άλλη μια φορά να τραβήξω τα χέρια
μου για να αγγίξω το δέρμα της. Άδικος κόπος. Οι χειροπέδες ήταν τόσο καλά
ασφαλισμένες που το μόνο που κατάφεραν ήταν να μου γδάρουν το δέρμα.
Εκείνη, τυλίγοντας τα
δάχτυλα της γύρω από τον αυχένα μου άσκησε δύναμη πάνω στο σαγόνι μου με τον
αντίχειρα της και ανάγκασε το κεφάλι μου να χαμηλώσει.
«Άνοιξε τα μάτια σου.
Θέλω να θυμάσαι την κάθε λεπτομέρεια» απαίτησε και καθώς άνοιξα τα μάτια μου
και αντίκρισα το καυτό της βλέμμα κάηκα τελείως.
Δεν περίμενε τίποτα
παραπάνω. Κρατώντας το κεφάλι μου έτσι ώστε να κοιτώ την ένωση μας έβαλε το
ελεύθερο χέρι της πάνω στο γεροδεμένο μου στήθος και άρχισε να κουνιέται
ξέφρενα. Η αίσθηση απερίγραπτη. Δεν είχα ξανακάνει σεξ με τα χέρια δεμένα και
με την ανάγκη μου να την αγγίξω το πράγμα άρχισε να γίνετε πιο περίεργο. Πιο
καυτό. Εκείνη είχε το πάνω χέρι σε όλα. Δεν με άφηνε στιγμή να κλείσω τα μάτια
μου ενώ το πλούσιο στήθος της ανεβοκατέβαινε πάνω στον παλμό της και άγγιζε
σχεδόν τα χείλια μου. Προσπάθησα άπειρες φορές να αρπάξω την ρόγα της αλλά
εκείνη λες και το έκανε επίτηδες έκανε πίσω την τελευταία στιγμή και με
απέτρεπε από το να το κάνω. Το μυαλό μου είχε αδειάσει τελείως. Η ανάγκη μου,
να την αγγίξω, να την φιλήσω, να αρπάξω το σώμα της και να την βάλω από κάτω
μου, με ξεπερνούσε. Και όσο εκείνη το καταλάβανε τόσο περισσότερο έπαιρνε τα
πάνω της. Λες και το διασκέδαζε.
Δεν ήταν σαν τις
άλλες γκόμενες που αφήνανε επίτηδες αναστεναγμούς και βογγητά σε κάθε μου
κίνηση. Εκείνη έχοντας τον πλήρη έλεγχο, με τα μάτια κλειστά και το κεφάλι προς
τα πίσω, αγκομαχούσε μόνο όταν πραγματικά το ένιωθε να το κάνει. Βογκούσε μόνο
όταν ένιωθα τα υγρά της να με υγραίνουν περισσότερο. Τσίτωνε το σώμα της μόνο
όταν πραγματικά τελείωνε και δεν ήταν λίγες η φορές που είχε πραγματικά
τελειώσει. Πάνω στην τρέλα της στιγμής είχα πια χάσει το μέτρημα.
Η υπέρτατη
ικανοποίηση δεν άργησε να έρθει και το τέλος ήταν πολύ κοντά. Ήθελα να φωνάξω
το όνομα της, να την προειδοποιήσω ότι δεν άντεχα άλλο να το κρατήσω αλλά προς
απογοήτευση μου δεν το ήξερα ακόμα και θα ήταν άκυρο να την ρωτήσω αυτήν την
στιγμή. Λες και εκείνη κατάλαβε ότι δεν άντεχα άλλο, έγειρε το κορμί της κοντά
μου, κάρφωσε την ματιά της μέσα στην δική μου και με άφησε επιτέλους να αρπάξω
την μια της ρόγα. Μόλις το μεταξένιο της δέρμα εισχώρησε μέσα στο στόμα μου,
εκείνη βόγκηξε και τα έδωσε όλα. Μαζί με εκείνη και εγώ.
Όταν σταμάτησε να
κουνιέται, χωρίς να ακουμπήσει το σώμα της επάνω στο δικό μου, έκλεισε τα μάτια
της και έμεινε ακίνητη παλεύοντας να βρει την αναπνοή της. Αυτό και αν ήταν
πρωτόγνωρο. Συνήθως οι γκόμενες, επιζητούσαν την επαφή της σάρκας μας
περισσότερο από όσο την επιζητούσαν στην πράξη σαν να φοβόντουσαν ότι θα ήταν
το τελευταίο άγγιγμα που θα έπαιρναν από μένα. Συνήθως ήταν το τελευταίο
άγγιγμα αλλά αυτό δεν είχε καμία σημασία στην παρούσα φάση. Εκείνη και κατά την
διάρκεια της πράξης αλλά και τώρα, απέφυγε να με φιλήσει ή να ακουμπήσει το κορμί
της πάνω στο δικό μου λες και το δέρμα μου είχε επάνω του κάποια κολλητική
αρρώστια. Δεν ήξερα αν με ενοχλούσε ή αν με ανακούφιζε περισσότερο αυτή της η
στάση μέχρι που άνοιξε και πάλι τα μάτια της και με κοίταξε. Το υφάκι της άκρος
ειρωνικό γεμάτο ικανοποίηση.
Σηκώνοντας τον κορμό
της, έγειρε ξανά προς το συρτάρι του κομοδίνου της και πιάνοντας το μικρό
κλειδί που θα απελευθέρωνε τα χέρια μου, ξεκλείδωσε την πρώτη χειροπέδα.
«Μπορείς να
πηγαίνεις. Δεν νομίζω ότι έχεις να δώσεις περισσότερα» το μυαλό μου πάγωσε.
Τέτοια απόρριψη από γυναίκα δεν είχα πάρει ποτέ. Συνήθως εγώ ήμουν αυτός που
έδινε ένα τέλος και αυτή η αλλαγή δεν με εξέπληξε καθόλου ευχάριστα.
Πριν προλάβω να βρω
τα λόγια να της απαντήσω, εκείνη σηκώθηκε, κλίστηκε στην τουαλέτα και με άφησε
πίσω της να παλεύω να βρω πώς να ξεκλειδώσω και την δεύτερη χειροπέδα.
Καθώς σηκώθηκα, το
πρώτο που σκέφτηκα να κάνω ήταν να ντυθώ και να φύγω. Αλλά όχι, δεν θα της
έδινα τέτοια ικανοποίηση. Αυτό το παιχνίδι μπορεί να παιχτεί με δύο παίχτες.
Καθώς σηκώθηκα από το κρεβάτι, τράβηξα προς την τουαλέτα και ανοίγοντας την
πόρτα, πήγα προς την ντουζιέρα με άνεση. Εκείνη γύρισε να με κοιτάξει με σκληρό
ύφος.
«Τι;» ρώτησα
αδιάφορα. «Δεν νομίζω να έχεις την απαίτηση να φύγω με τις σαπουνάδες πάνω στο
σώμα μου» συνέχισα και αφού της πήρα το τηλέφωνο της ντουζιέρας από τα χέρια
της άρχισα να ρίχνω νερό στο πρόσωπο και το σώμα για να ξεβγαλθώ αγνοώντας την
τελείως.
Εκείνη δεν το
συνέχισε. Βγαίνοντας από την ντουζιέρα πήρε μια πετσέτα, την τύλιξε γύρω της
και πήγε προς το δωμάτιο. Όταν είχα ρίξει αρκετό νερό ώστε να δροσίσω την σάρκα
μου που καιγόταν ακόμα, έκλεισα το νερό και σκουπίστηκα με μία πετσέτα που
βρήκα μπροστά μου. Τυλίγοντας την γύρω από τους γοφούς μου, βγήκα στο δωμάτιο
και την βρήκα να έχει ξαπλώσει το κορμάκι της στο κρεβάτι με τα ατελείωτα πόδια
της να είναι απλωμένα μπροστά. Δεν ήταν μόνη. Η συγκάτοικος της η οποία είχε
επιστρέψει και προσπαθούσε νευριασμένη να φτιάξει τα πράγματα της, μόλις με
είδε πάγωσε και κοκκίνισε ξανά ολόκληρη.
Δεν ήθελα να το
χοντρύνω αλλά δεν μπορούσα πια να κάνω πίσω. Αφού έβγαλα με άνεση την πετσέτα
από πάνω μου, την πέταξα πάνω στο κρεβάτι και έπιασα το μποξεράκι μου για να το
φορέσω. Η κακομοίρα η συγκάτοικος της κόντεψε να ουρλιάξει από το θέαμα. Η άλλη
πάλι, με ένα τσιγάρο στο χέρι, απολάμβανε χωρίς δισταγμό κάθε μου κίνηση με την
ματιά της να δηλώνει ότι αν μας έπαιρνε και τους δύο τότε σίγουρα θα πηγαίναμε
για δεύτερο γύρω.
Αφού φόρεσα την φόρμα,
το μπλουζάκι μου και τα παπούτσια μου, έπιασα τον σάκο με τα άπλυτα από την
προπόνηση και γύρισα να την κοιτάξω.
«Τα λέμε» είπα με ένα
χαμόγελο που έλεγε ξεκάθαρα το πόσο ικανοποιημένος ήμουν και κλείνοντας της το
μάτι έφυγα πριν το κακόμοιρο το κοριτσάκι η συγκάτοικος της πάθει καμία
ανακοπή καρδιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου