Ετικέτες

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

Haunted Love "11. Not so bad"



Αφού έπεσα στο στρώμα για εκατομμυριοστή φορά σφαδάζοντας, εκείνος άρχισε να γελάει δυνατά και κλείνοντας το πρόσωπο μου μέσα στα δύο μου χέρια άρχισα να μουγκρίζω.

«Σταμάτα να με κοροιδεύειςςςςς...» απαίτησα χτυπώντας το πόδι μου πάνω στο στρώμα και εκείνος άρχισε να γελάει πιο δυνατά... «Είπα σταμάταααααααααα.... Είναι χίλιες φορές χειρότερο από τα χτυπήματα σου» συνέχισα κλαψουρίζοντας και γονατίζοντας δίπλα μου, αφαίρεσε τα χέρια μου από το πρόσωπο μου και με ανάγκασε να τον κοιτάξω ενώ με κοίταζε ακόμα χαμογελαστός.

«Όχι και τόσο άσχημα για πρώτη φορά» είπε και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την άφησα να βγει από μέσα μου βαριά... «Έχεις πολύ δρόμο μπροστά σου αλλά τουλάχιστον έχεις πυγμή» είπε και τον κοίταξα δύσπιστα.

«Δεν κατάφερα να σε αγγίξω ούτε μια φορά» παραπονέθηκα και γέλασε κουνώντας το κεφάλι του.

«Ούτε πρόκειται να το καταφέρεις ποτέ, μην έχεις αυταπάτες... Αλλά το θέμα δεν είμαι εγώ Ιζαμπέλα αλλά εσύ» είπε και αναστέναξα.

«Τι εγώ;» ρώτησα και σοβάρεψε.

«Πρέπει να μάθεις να προστατεύεις τον εαυτό σου... Έχεις πιάσει ποτέ όπλο στην ζωή σου;» ρώτησε και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου... «Για όλα υπάρχει η πρώτη φορά» είπε και με βοήθησε να σηκωθώ από το πάτωμα και παρασέρνοντας με μαζί του, με πήγε σε ένα διπλανό δωμάτιο που ήταν σκοπευτήριο… Μόλις μου έδωσε να φορέσω τα ειδικά γυαλιά και τα ακουστικά, κράτησε το ένα μου χέρι μέσα στο δικό του και άφησε μέσα στην παλάμη μου ένα όπλο και τον κοίταξα τρομοκρατημένη.

«Δεν μπορώ να το κάνω αυτό» είπα και προσπάθησα να του το δώσω πίσω αλλά εκείνος κλείνοντας τα δάχτυλα μου γύρω από το όπλο με ανάγκασε να ακουμπήσω πάνω στο στήθος του και κρατώντας τα χέρια μου σταθερά μέσα στα δικά του, με έβαλε να σημαδέψω και έκλεισα τα μάτια μου... Δεν άντεχα ούτε να το βλέπω.

«Πάτα την σκανδάλη» απαίτησε και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου... «Γιατί πάντα πρέπει να τα κάνεις όλα ανάποδα;...» αναφώνησε και πιέζοντας τα χέρια του περισσότερο πάνω στα δικά μου απαίτησε ξανά... «Πάτα την» και χωρίς να καταλάβω το πώς, ένας εκκωφαντικός ήχος ακούστηκε και εγώ αναπήδησα τσιρίζοντας.

«Πάρτο από πάνω μου, δεν το θέλω στα χέρια μου» έλεγα απελπισμένα ενώ πάλευα να ξεφύγω από την σφιχτή του αγκαλιά… Εκείνος ακινητοποιώντας με, άρχισε να πιέζει το δάχτυλο  που είχα πάνω στην σκανδάλη ξανά και ξανά και ξανά μέχρι που το όπλο άδειασε και στο τέλος ακούστηκε ένα κλικ.

Έτρεμα σύγκορμη ενώ τα δάκρυα μου είχαν μουσκέψει τα μάγουλα μου… Μόλις τα χέρια του άφησαν τα δικά μου, πέταξα το όπλο και προσπάθησα να φύγω αλλά εκείνος πιάνοντας με από τους ώμους με γύρισε προς την μεριά του και βγάζοντας τα γυαλιά και την μάσκα μου με μια κίνηση, με ανάγκασε να τον κοιτάξω.

«Τα σιχαίνομαι τα όπλα» φώναξα κλείνοντας τα μάτια μου χωρίς να ελέγχω το ξέσπασμα μου και με το σφιχτό του κράτημα από το σαγόνι μου, με ανάγκασε για άλλη μια φορά να τον κοιτάξω.

«Θα μάθεις» δήλωσε και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά με πείσμα.

«Δεν θέλω να μάθω» κλαψούρισα και αναστέναξε.

«Νομίζω ότι ήταν αρκετά για μία μέρα... Αύριο θα προσπαθήσεις ξανά» είπε χωρίς να δέχεται αντίρρηση και γυρίζοντας με στο πλάι άρχισε να με παρασέρνει προς τα έξω με πολύ λίγη βοήθεια από μέρους μου και μόλις με πήγε έξω από το δωμάτιο μου, σταμάτησε εκεί και με γύρισε προς το μέρος του.

«Πήγαινε κάνε ένα ντους και έλα να με βρεις στην κουζίνα... Μην με αναγκάσεις να στείλω τον Φλικ να σε μαζέψει» είπε κοφτά και γυρίζοντας την πλάτη του, άρχισε να πηγαίνει προς την σκάλα... Μόλις όμως έφτασε στην τελευταία πόρτα του διαδρόμου, σταμάτησε και ανοίγοντας την πόρτα μπήκε μέσα και κατάλαβα ότι μάλλον αυτό ήταν το δικό του δωμάτιο.

Μπήκα μέσα στο δωμάτιο μου με βαριά βήματα… Μόλις έφτασα στο μπάνιο, έβγαλα την στολή του καράτε και πετώντας την στο πάτωμα, μπήκα κάτω από την ντουζιέρα και μόλις το νερό άρχισε να πέφτει απάνω μου, ακούμπησα την πλάτη μου πάνω στα πλακάκια και αφήνοντας τον εαυτό μου να πέσει στο πάτωμα κόλλησα τα πόδια μου πάνω στο στήθος μου και άρχισα να ξεσπάω όλα όσα με πνίγανε.

Ήμουν άδεια, εξαντλημένη, άυπνη και όλο μου το σώμα πόναγε σε μεγάλο βαθμό αλλά δεν είχα άλλη επιλογή... Κάτι που κατάλαβα από αυτόν τον άνθρωπο ήταν ότι αν έκανα αυτό που μου έλεγε τουλάχιστον δεν αντιμετώπιζα την οργή του... Αυτό που μου έκανε τρομερή εντύπωση ήταν ότι σε όλη την διάρκεια που ήμασταν στο γυμναστήριο και προσπαθούσε να μου δείξει κάποιες κινήσεις δεν με πόνεσε ούτε μια φόρα... Όλα του τα χτυπήματα ήταν αντικρουόμενα στα δικά μου και οι λαβές του ήταν τόσο απαλές που ίσα που ένιωθα την επιδερμίδα του να ακουμπά την δική μου... Με τόσο ξύλο που μου είχε ρίξει στην αρχή απλά νόμιζα ότι είχα πάθει ανοσία αλλά στην πορεία κατάλαβα το πόσο καλό αυτοέλεγχο είχε... Ήταν τόσο συγκεντρωμένος, τόσο αποφασιστικός και ούτε μια στιγμή δεν έκανε κάτι επίτηδες για να με πονέσει... Πόσο παράξενο ήταν αυτό;... Θέλετε την γνώμη μου;;;... Αρκετά.

Φτάνοντας στον κάτω όροφο θυμήθηκα ότι δεν είχα ιδέα που μπορούσε να είναι η κουζίνα και έτσι άρχισα να φωνάζω δυνατά ελπίζοντας να με ακούσει μέσα σε αυτόν τον λαβύρινθο.

«Έντουαρνττττ» φώναξα και εμφανίστηκε ο σκύλος... Αφού γάβγισε μια φορά, περνώντας μου το μήνυμα να τον ακολουθήσω, γύρισα προς το μέρος του και άρχισα να τον πλησιάζω και εκείνος άρχισε να με καθοδηγεί αλλά μόλις έφτασε έξω από την κουζίνα γάβγισε άλλη μια φορά και εξαφανίστηκε.

Τι παράξενο σκυλί... Ακόμα δεν μπορώ να αποφασίσω ποιος μοιάζει σε ποιον... Το αφεντικό στο σκύλο ή ο σκύλος στο αφεντικό του... αναλογίστηκα γελώντας μια στιγμή και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα άνοιξα την πόρτα και έπαθα την πλάκα μου.

Μπροστά μου εμφανίστηκε ένας τεράστιο χώρος που μια εντυπωσιακή αψίδα χώριζε στα δύο έναν περίτεχνο μπουφέ και την τραπεζαρία που ήταν ακριβός στο ίδιο ύφος με τον μπουφέ με τέσσερις καρέκλες να το πλαισιώνουν... Τα έπιπλά καθώς και η ψίδια, οι καρέκλες, και τα ντουλάπια της κουζίνας ήταν όλα στα χρώματα του λευκού ενώ τα περίτεχνα σκαλίσματα καθώς και οι ανάγλυφοι διάκοσμοι ήταν στο χρώμα του χρυσού... Όμως ο πάγκος η επιφάνειες των τραπεζιών καθώς και το πάτωμα, ήταν καλυμμένα με έναν εντυπωσιακό μαύρο γρανίτη που τα πλούσια γκρίζα του νερά έκαναν μια απίστευτη αντίθεση στον χώρο που δεν σου περνούσαν απαρατήρητα... Το πιο αξιοσημείωτο όμως ήταν ότι όπου και να έπεφτε το μάτι σου δεν θα παρατηρούσες ούτε μια τόση δα γρατζουνιά πράγμα που σε έκανε να καταλάβεις το πόσο καλά την πρόσεχε και την συντηρούσε σαν να ήταν κάτι πολύτιμο.

Από όλο το σπίτι ήταν ο πρώτος χώρος που ήταν μοντέρνος... αλλά σκεπτόμενη καλύτερα ανασύροντας στην μνήμη μου το δωμάτιο του αυτόματα διαπίστωσα και κάτι ακόμα... Όσες φορές και να είχα μπει στο δωμάτιο του... λόγο της κατάστασης που βρισκόμουν δεν είχα καταφέρει να το κοιτάξω και να το παρατηρήσω καλά... αλλά τα κοινά στοιχεία που είχαν αυτοί οι δύο χώροι με έκαναν να καταλάβω περισσότερα πράγματα για εκείνον... Το ότι οι δύο αυτοί χώροι σε αντίθεση με το υπόλοιπο σπίτι ήταν στα χρώματα του λευκού και του μαύρου σε κάνανε αμέσως να καταλαβαίνεις ότι ήταν οι μοναδικοί χώροι που αντιπροσωπεύουν ακριβός τον χαρακτήρα του... ενώ το υπόλοιπο σπίτι είναι απλώς μια ψεύτικη εικόνα που ο ίδιος θέλει να βγάζει προς τα έξω... και είμαι σίγουρη ότι δεν έχω παίσει έξω.

Ενώ ήμουν σίγουρη ότι είχε ήδη αντιληφθεί την παρουσία μου δεν γύρισε καν προς το μέρος μου... Με γρήγορες και μελετημένες κινήσεις καθόταν πάνω από την κουζίνα του και ετοίμαζε κάτι και παίρνοντας τον χρόνο που μου πρόσφερε άρχισα να τον κοιτώ πιο καλά... Μόλις όμως  αντίκρισα την απίστευτα γυμνασμένη τριγωνική γυμνή του πλάτη ένιωσα να πνίγομαι και χωρίς να είμαι ικανή να το συγκρατήσω ένα επιφώνημα έκπληξης από την μεριά μου έσπασε την σιωπή και βάζοντας τα χέρια μου μπροστά από το στόμα μου έκλεισα τα μάτια μου προσπαθώντας πολύ σκληρά να βρω την αναπνοή μου.

Η πλάτη του ήταν ακόμα πιο χειρότερη από ότι ήταν το στήθος του και για κάποιον λόγο αντί αυτό να με κάνει να νιώσω τρόμο ή οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα, ξαφνιάζοντας ακόμα και τον ίδιο μου τον εαυτό ένιωσα λύπη.

Τα χέρια του πάνω στα δικά μου με ξάφνιασαν και ανοίγοντας έντρομη τα μάτια μου, έκανα ένα βήμα προς τα πίσω αμυντικά αλλά εκείνος αντί να θυμώσει χαμογέλασε συγκαταβατικά και απομακρύνοντας τα μαλλιά μου από το πρόσωπο μου με την πιο απλή κίνηση, πέρασε το χέρι του γύρω από τους ώμους μου και άρχισε να με παρασέρνει προς τον πάγκο που ήταν εκείνος πριν χωρίς να πει τίποτα.

«Μπορείς να βάλεις τουλάχιστον κάτι απάνω σου;» ρώτησα παρακλητικά και εκείνος χαμογέλασε πιο πλατιά.

«Γιατί τόσο αποκρουστικός είμαι;» κάγχασε και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου κοιτώντας τον με πόνο στα μάτια.

«Όσο τα βλέπω τόσο περισσότερο νιώθω να σε λυπάμαι» είπα χωρίς να το σκεφτώ την σκέψη μου και αυτό για λίγο τον ακινητοποίησε και με κοίταξε ζαρώνοντας τα φρύδια του δύσπιστα… Μόλις όμως  ένιωσε ότι το εννοώ, έκανε ένα βήμα πιο πίσω και ξύνοντας το κεφάλι του σκεπτικός κατένευσε και με άφησε για λίγο μόνη μου χωρίς να πει τίποτα άλλο.

Το στόμα μου είχε στεγνώσει απελπιστικά αλλά επειδή δεν έβλεπα κανένα ποτήρι μπροστά μου δεν τόλμαγα να ανοίξω κανένα ντουλάπι στον φόβο μην προκαλέσω πάλι την οργή του και από περιέργεια πλησίασα κοντά στο κατσαρολάκι που ήταν εκείνος πριν για να δω τι έφτιαχνε και μόλις το μύρισα κόντεψα να κάνω εμετό από την αηδία... Ελπίζω να μην είναι αυτό το φαγητό μας, προσευχήθηκα από μέσα μου και η φωνή του με έκανε να αναπηδήσω.

«Μην το δοκιμάσεις» είπε κοντά στο αυτί μου και πιάνοντας το στήθος μου πήρα μια βαθιά ανάσα και την κράτησα πριν την αφήσω να βγει αργά από μέσα μου... Πως σκατά πήγε, άλλαξε και γύρισε τόσο γρήγορα σκέφτηκα αλλά δεν τόλμησα να πω και αρκέστηκα να τον κοιτάξω για λίγο... «Πως νιώθεις;» ρώτησε με πραγματικό ενδιαφέρον και τον κοίταξα με απορία... «Πονάς πολύ;» διευκρίνισε τι εννοούσε και ανασηκώνοντας αδιάφορα τους ώμους μου απάντησα.

«Υπήρξα και καλύτερα» και εκείνος προσπερνώντας με, πήρε το κατσαρολάκι που είχα δει πριν στο χέρι του και άρχισε να πηγαίνει προς το πάγκο.

«Γδύσου» διέταξε επιτακτικά και έμεινα παγωτό να τον κοιτάω σοκαρισμένη και την στιγμή που γύρισε προς το μέρος μου με κοίταξε κοροϊδευτικά... «Θες να το κάνω εγώ για σένα;» ρώτησε ενώ ένα σαγηνευτικό χαμόγελο τρεμόπαιζε στα χείλια του και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.

Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα έβαλα το χέρι μου πάνω στο φερμουάρ της φόρμας που είχα βρει πάνω στο κρεβάτι μου και είχα φορέσει... χωρίς να τον κοιτώ και μόλις την έβγαλα από πάνω μου, την κράτησα στο χέρι μου και σήκωσα την ματιά μου προς το μέρος του.

«Και το παντελόνι... Άφησε τα ρούχα σου πάνω στο πάγκο» είπε χωρίς να με κοιτά ενώ είδα ότι είχε αδειάσει το περιεχόμενο που υπήρχε μέσα στο κατσαρολάκι σε μερικά γυάλινα βαζάκια  με μια σπάτουλα και μόλις έκανα ότι μου ζήτησε, πήρε στο χέρι του ένα από εκείνα τα βαζάκια και με πλησίασε.

«Γύρνα» είπε χωρίς να δέχεται αντίρρηση και με τα πόδια μου να τρέμουν γύρισα και ακούμπησα πάνω στον πάγκο.

Τα χέρια του γρήγορα και απαλά άρχισαν να απλώνουν σε όλο μου το σώμα αυτήν την περίεργη κρέμα και μόλις το τσούξιμο ξεπέρασε τον πόνο που ένιωθα πριν, δεν άντεξα άλλο και βόγκηξα τρίζοντας τα δόντια μου, ενώ σφράγιζα τα μάτια μου... Εκείνος σταμάτησε για λίγο και τρίβοντας το μπράτσο μου παρηγορητικά, μου έδωσε το χρόνο που χρειαζόμουν για να βρω ξανά την ανάσα μου... Πόσο θέλει πια αυτός ο άνθρωπος να με τρελάνει;

«Καλύτερα;» ρώτησε και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου προσπαθώντας να πάρω μια αναπνοή... «Τσούζει λίγο αλλά είναι αποτελεσματική, σε λίγο δεν θα νιώθεις τίποτα» είπε και δεν άντεξα άλλο και άρχισα να ξεσπάω.

«Λίγοοοοοοοο... λίγο το λες εσύ αυτό;... Χριστέ μου νιώθω να καίγεται όλο μου το κορμί» κλαψούρισα και εκείνος με κόπο σταμάτησε το γελάκι που του ξέφυγε και γυρίζοντας προς το μέρος του, τον βάρεσα στο στήθος με της μπουνιές μου... «Δεν είναι αστείο» τσίριξα και πιάνοντας τα χέρια μου με το ένα μου χέρι με σταμάτησε και χαλάρωσε την έκφραση του.

«Πάρε βαθιές ανάσες και μέτρα μέχρι το 20» είπε και παρατώντας τα, γύρισα και πάλι προς τον πάγκο και βάζοντας τα χέρια μου απάνω του για υποβαστάξω το κορμί μου έκλεισα τα μάτια μου σφιχτά κάνοντας ακριβώς ότι μου είπε και τον πούστη είχε δίκιο... Μέχρι να μετρήσω μέχρι το 20, ο πόνος άρχισε να υποχωρεί και στην θέση του το μόνο που έμενε ήταν ένα μούδιασμα... Γύρισα προς το μέρος του και εκείνος ανασήκωσε το φρύδι του κοροϊδευτικά.

«Μήπως θες να χτυπήσω και παλαμάκια για το κατόρθωμα σου;» τον ειρωνεύτηκα και γελώντας ήρθε και πάλι πίσω από την πλάτη μου και συνέχισε και με το υπόλοιπο σώμα με το ίδιο ανάλαφρο άγγιγμα... Ενώ άρχισα να νιώθω το ίδιο κάψιμο με πριν, τώρα ήμουν πιο ψύχραιμη και σφίγγοντας τα δόντια μου έκανα υπομονή μέχρι να περάσει.

Την στιγμή που τελείωσε και με την μπροστινή μεριά, έφυγε από δίπλα μου παίρνοντας μαζί του και το βαζάκι του και φτάνοντας στον μπάγκο άρχισε σχολαστικά να τα κλείνει ένα ένα χωρίς να με κοιτά.

«Τελικά δεν μου είπες» ξεκίνησε και τον κοίταξα με απορία παρόλο που εκείνος δεν με κοιτούσε.

«Τι πράγμα;» ρώτησα και κρατώντας τα βαζάκια στην αγκαλιά του, άρχισε πάλι να με πλησιάζει και σταματώντας ακριβώς δίπλα μου,  άνοιξε ένα ντουλάπι και άρχισε να τα τοποθετεί μέσα.

«Πως σου φαίνεται;» είπε δείχνοντας με την ματιά του την κουζίνα.

«Α... πως να μου φανεί δηλαδή;» τον ρώτησε και με ένα στραβό χαμόγελο πέρασε την γλώσσα του από τα χείλια του… Μόλις έκλεισε το ντουλάπι, δίπλωσε τα χέρια του μπροστά στο στήθος του και γύρισε όλο του το κορμί προς την μεριά μου περιμένοντας.

«Πιστεύω ότι σε αντιπροσωπεύει περισσότερο από όλα τα άλλα δωμάτια που έχω δει μέχρι στιγμής» απάντησα τελικά και δαγκώνοντας το κάτω χείλος του εσωτερικά, συνέχισε να περιμένει να δώσω μια πιο ολοκληρωμένη απάντηση... «Θες να το αναλύσω...» διαπίστωσα και χωρίς να αλλάζει ύφος συνέχισε να περιμένει κοιτώντας με πάντα σταθερά στα μάτια... «Εντάξει λοιπόν...» είπα κάτω από τον αναστεναγμό μου και κοιτώντας για λίγο γύρω μου συμπλήρωσα... «Το άσπρο και το μαύρο είναι ακριβώς τα χρώματα σου»

«Πως ακριβώς με αντιπροσωπεύουν;» ρώτησε και αναστέναξα ξύνοντας νευρικά το κούτελο μου.

«Δίνεις την αίσθηση του αγνού επιφανειακά αλλά ουσιαστικά είσαι σκληρός και ψυχρός όπως αυτός ο γρανίτης... Ακόμα και τα σκαλίσματα στα έπιπλα και τα ντουλάπια είναι λες και έχουν μπει επίτηδες για να συμβολίσουν τα σημάδια που έχεις στο σώμα σου... Μόνο που η διαφορά τους σε κάνουν να καταλάβεις κάτι που δεν θα τολμούσες ποτέ να σκεφτείς»

«Τι ακριβώς;» ρώτησε με ένα αυτάρεσκο ύφος.

«Σε κάνουν να συνειδητοποιείς ότι εσύ έτσι τα βλέπεις... Σαν όμορφα περίτεχνα σκαλίσματα που διακοσμούν το σώμα σου και όχι ότι το στιγματίζουν... Είσαι υπερήφανος γι αυτά» μόλις διαπίστωσα και εκείνος χαμογέλασε πλατιά με μεγάλη ικανοποίηση.

«Ξέρεις κάτι Ιζαμπέλα;»

«Μπέλα» διόρθωσα αυτόματα και το πρόσωπο του πάλι αγρίεψε.

«Ιζαμπέλα...» με διόρθωσε ξανά με το ύφος που δεν δεχόταν αντίρρηση γι αυτό και συνέχισε... «Δεν θα σταματήσεις ποτέ να με εκπλήσσεις»

«Και εσύ δεν θα σταματήσεις ποτέ να με εκνευρίζεις» του γύρισα πίσω και γελώντας και πάλι πήρε την φόρμα μου στο ένα του χέρι και μου την έτεινε.

«Φόρεσε την και έλα να φτιάξουμε κάτι να φάμε» είπε με ήρεμη φωνή και μόλις την κράτησα στα χέρια μου αναστέναξα και έκανα ότι μου ζήτησε.

Μέχρι να ντυθώ εκείνος είχε βάλει πάνω στο μπάγκο αριστερά και δεξιά από την κουζίνα δύο ξύλινες επιφάνειες και αφήνοντας στην αριστερή διάφορα λαχανικά... Έβγαλε από το ψυγείο ένα ολόκληρο κοτόπουλο και βάζοντας το κάτω από το νερό άρχισε να το πλένει σχολαστικά και γυρίζοντας προς την μεριά μου με κοίταξε και χαμογέλασε.

«Τι με κοιτάς, ξεκίνα» είπε και τον κοίταξα με απορία.

«Να ξεκινήσω τι;» ρώτησα και στριφογύρισε τα μάτια του απηυδισμένα.

«Να κόβεις τα λαχανικά»

«Είσαι σίγουρος γι αυτό;» τον ρώτησα πλησιάζοντας τον πάγκο και μόλις τον κοίταξα ξανά με κοίταζε με φρίκη.

«Πες μου ότι δεν ξέρεις ούτε πως καθαρίζουν και κόβουν λαχανικά να με στείλεις τελείως τώρα» είπε και έξυσα τον κρόταφο μου νευρικά και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου... «Συγνώμη πως κατάφερες να επιβιώσεις τόσα χρόνια;» ρώτησε κοροϊδευτικά και κλείνοντας την βρύση, άφησε το κοτόπουλο να στραγγίξει και σκουπίζοντας τα χέρια του με μια πετσέτα ήρθε κοντά μου και πιάνοντας ένα μαχαίρι από την ξύλινη βάση, το έφερε μπροστά του και αυτόματα έκανα ένα βήμα προς τα πίσω νευρικά... Πιάνοντας το χέρι μου το έβαλε μέσα στην χούφτα μου και με κοίταξε επιβλητικά.

«Μείνε συγκεντρωμένη...» απαίτησε και γυρίζοντας με προς τον πάγκο με ακούμπησε πάνω στην πλάτη του και παίρνοντας ένα κολοκυθάκι το έβαλε πάνω στην ξύλινη επιφάνεια, έπιασε  το αριστερό μου χέρι  και με ανάγκασε να το κρατήσω... «Μην ξεχνάς ποτέ να βάζεις τον αντίχειρα προς τα μέσα ενώ με τα νύχια σου θα το συγκρατείς και θα το καθοδηγείς...» είπε και με καθοδήγησε με το χέρι του να το κρατήσω σωστά ενώ βάζοντας το δεξί του χέρι πάνω στο δικό μου δεξί χέρι που κρατούσα το μαχαίρι, το ανασήκωσε λίγο και μετά το κατέβασε προς τα κάτω προσέχοντας η μύτη του μαχαιριού να μην σταματάει να ακουμπάει την ξύλινη επιφάνεια... Αφού το επανέλαβε μερικές φορές, έβγαλε τα χέρια του από τα δικά μου και με άφησε να το συνεχίσω μόνη μου.

«Δύσκολο;» ρώτησε και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου... «Με τον ίδιο τρόπο κάνε και τα υπόλοιπα» είπε και γύρισε ξανά στο κοτόπουλο του και αφού το έβγαλε από τον νεροχύτη πέρασε από πίσω μου, το άφησε πάνω στην δική του ξύλινη επιφάνεια και παίρνοντας ένα μικρότερο μαχαίρι άρχισε να το ξεκοκαλίζει... «Τι λες θα φάμε σήμερα;» ρώτησε καθώς έβλεπε ότι δεν έκανα καμία κίνηση να συνεχίσω από την στιγμή που έφυγε από δίπλα μου και χωρίς να το σχολιάσω προσπάθησα να συνεχίσω αλλά για να μην κοπώ πήγαινα με απελπιστικά αργό ρυθμό.

Ποτέ δεν τα πήγαινα καλά με τα μαχαίρια και δεν υπήρχε φορά που να είχα χρησιμοποιήσει κάποιο και να μην είχα καταφέρει να μείνω αλώβητη... Γι αυτό και τα είχα παρατήσει από πολύ νωρίς και πάντα έπαιρνα προπαρασκευασμένα φαγητά για να μαγειρεύω και να τρώω... Ένιωθα εντελώς ηλίθια γι αυτό αλλά από το να έχω συνέχεια μπαταρισμένα δάκτυλα, προτιμούσα να μην μάθω ποτέ να μαγειρεύω.

«Είσαι πραγματικά απένταρος;» ρώτησα χωρίς να μπορώ να συγκρατήσω την περιέργεια μου.

«Ναι αλλά μην νοιάζεσαι γι αυτό, ξέρω να είμαι εντάξει στις υποχρεώσεις μου... Στην πρώτη του μηνός θα έχεις κανονικά τον μισθό σου» είπε ψυχρά και σταματώντας να κόβω γύρισα και τον κοίταξα με φρίκη.

«Πραγματικά νομίζεις ότι με νοιάζουν τα λεφτά σου;» ρώτησα αηδιασμένη και γυρίζοντας προς την μεριά μου, με κοίταξε ειρωνικά.

«Τότε γιατί σε νοιάζει τόσο πολύ να μάθεις για την οικονομική μου κατάσταση;» με ρώτησε πίσω και αναστέναξα απηυδισμένη γυρίζοντας την ματιά μου προς το πρώτο κολοκυθάκι που ακόμα έκοβα.

«Απλά αναρωτιόμουν αν έχεις πρόβλημα με τον τζόγο» είπα και εκείνος άρχισε να γελάει δυνατά.

«Όχι δεν έχω...» απάντησε αμέσως... «Δεν παίζω ποτέ τυχερά παιχνίδια... Δεν πιστεύω στην τύχη» συμπλήρωσε και αναστέναξα άλλη μια φορά.

«Ούτε και εγώ, ιδίως μετά από την καταραμένη μέρα που σε γνώρισα» είπα με δηλητήριο στην φωνή μου και αμέσως δαγκώθηκα αλλά δεν τόλμησα να γυρίσω να τον αντικρίσω.

«Μπορώ να μάθω και το γιατί;» εκείνος ρώτησε ανάλαφρα και άφησα την ανάσα μου να βγει ήρεμα από μέσα μου και τον κοίταξα για να επιβεβαιώσω ότι δεν είχε πραγματικά νευριάσει με αυτό που μόλις είπα… Μόλις με κοίταξε ανάλαφρα περιμένοντας να απαντήσω, γύρισα την ματιά μου και πάλι σε αυτό που έκανα και συνέχισα.

«Γιατί μου έδειξε περίτρανα ότι είναι εναντίων μου» τόλμησα να πω και το σιγανό του γέλιο με έκανε να ταραχτώ και κατά λάθος το μαχαίρι ακούμπησε πάνω στο δάχτυλο μου και με αργό τρόπο το σήκωσα να δω αν έχω τραυματιστεί και μόλις είδα ότι δεν υπήρχε αίμα αναφώνησα... «Τι είπες τώρα... πως το κατάφερα αυτό;» αναρωτήθηκα δυνατά και άρχισα να κοιτάω καλύτερα το χέρι μου μην τυχών και είχα κάνει λάθος και το γέλιο του που έγινε πιο τρανταχτό με έκανε να γυρίσω προς την μεριά του... «Το διασκεδάζεις;» ρώτησα πικρόχολα και εκείνος με το τεράστιο χαμόγελο του το επιβεβαίωσε.

«Δεν φαντάζεσαι πόσο»

«Χαίρομαι» του γύρισα και πέταξα το μαχαίρι πάνω στον πάγκο και έκανα την κίνηση να φύγω αλλά σιγά μην με άφηνε.

«Που νομίζεις ότι πας;» ρώτησε με τραχιά φωνή και γύρισα προς το μέρος του.

«Έτσι κι αλλιώς πάλι μόνος θα το κάνεις γιατί δεν θα καταφέρω να τα τελειώσω ούτε μέχρι αύριο με τον ρυθμό που πάω και από την στιγμή που δεν τρώω τίποτα από όλα αυτές τις πράσινες αηδίες,  λέω να πάω για ύπνο από τώρα αν δεν σε πειράζει… Αφού ούτως ή άλλος θα μείνω νηστική είτε μείνω είτε φύγω τώρα» του είπα με πείσμα και ξεφύσησε βαριά.

«Συνέχισε αυτό που κάνεις» είπε χωρίς να δέχεται αντίρρηση και αναστέναξα.

«Ποιο το νόημα;» ρώτησα.

«Μην με αναγκάσεις να έρθω εκεί που είσαι» απάντησε με ήρεμο ύφος που δήλωνε ότι ήταν η ηρεμία πριν την καταιγίδα και τα παράτησα.

Γυρίζοντας πίσω στον πάγκο έκανα τον ρυθμό μου πιο απελπιστικά αργό και εκείνος ερχόμενος πίσω από την πλάτη μου, έπιασε και πάλι τα χέρια μου και όπως θα έκανε ένας επαγγελματίας άρχισε να καθοδηγεί τα χέρια μου και να κόβει τα λαχανικά του τόσο γρήγορα που πραγματικά δεν προλάβαινα καν να δω την κίνηση του.

«Είσαι τρελόςςςς;;;» τσίριξα χωρίς ανάσα τρομοκρατημένη αλλά εκείνος δεν σταμάτησε μέχρι που είχε κόψει όλα τα λαχανικά που υπήρχαν γύρω από την ξύλινη επιφάνεια... Αφού μάζεψε και έβαλε και το τελευταίο μέσα στο γυάλινο μπολ που είχε συλλέξει και τα υπόλοιπα,  επιτέλους άφησε τα χέρια μου ελεύθερα και ξεκόλλησε από πάνω μου.

«Τώρα πήγαινε να στρώσεις το τραπέζι όσο θα ετοιμάζω το δείπνο... Ότι χρειαστείς είναι ήδη πάνω στο τραπέζι» είπε με νευριασμένο τόνο και κοιτώντας τον με μια δολοφονική ματιά, έμεινα ακίνητη και δεν έκανα τίποτα... «Δεν φταίει η τύχη σου που σου πάνε όλα στραβά αλλά εσύ που της πηγαίνεις κόντρα» είπε με ένα σκληρό τόνο και τα παράτησα... Δεν τον αντέχω άλλο... Μα τον θεό αν μπορούσα θα τον είχα κάνει κομμάτια  αλλά ξέροντας ήδη ότι θα ήταν μια μάταιη προσπάθεια κίνησα προς την τραπεζαρία… Μόλις έβαλα όπως όπως τα ποτήρια, τα πιάτα και εκατό μαχαιροπίρουνα που είχε αφήσει εκεί για μένα... Γονάτισα πάνω στην καρέκλα και μόλις ακούμπησα όπως καλύτερα μπορούσα τους γλουτούς μου πάνω στα πόδια για να μην πονάω, έβαλα του αγκώνες μου πάνω στο τραπέζι και κοίταξα το κενό.

«Κατέβασε τα πόδια σου κάτω» είπε εκείνος αμέσως και γυρίζοντας προς το μέρος του, τον κοίταξα με μια άδεια ματιά.

«Προτιμάς να σε αναγκάσω να το κάνεις;» ρώτησε με σκληρή φωνή που δήλωνε ότι είχε ξεπεράσει κάθε του όριο αλλά εγώ συνέχιζα να τον κοιτάω άδεια χωρίς να κουνιέμαι και χωρίς να του απαντώ.

«Δεν παίζεσαι πια» είπε και παρατώντας ότι έκανε με τρεις δρασκελιές ήρθε κοντά μου και τραβώντας με από το μπράτσο με ανάγκασε να σηκωθώ από την καρέκλα, δίνοντας μου ένα χαστούκι με την ανάστροφη του χεριού του και αφήνοντας με από το σφιχτό του κράτημα, με έκανε να πέσω με δύναμη στο πάτωμα σφαδάζοντας.

«Ξέρεις κάτι;... Έχω αρχίσει να νιώθω ότι γουστάρεις το ξύλο... Αν ισχύει πες μου το δεν χρειάζεται ξέρεις να με βγάζεις από τα ρούχα μου για να σε περιποιηθώ καταλλήλως... Αν όχι βάλε μυαλό τώρα που είναι νωρίς»

«Ξέρεις κάτι;... Δεν ξέρω τον λόγο που σου κάνανε αυτά τα σημάδια αλλά όποιοι και να το έκαναν να αγιάσει το χέρι τους... Σου άξιζε κάθε μαχαιριά και κάθε σφαίρα που έφαγες...» το επόμενο χαστούκι που μου άστραψε ήταν η απάντηση του και μόλις βρήκα και πάλι την αναπνοή μου γύρισα προς την μεριά του και με πιο σκληρό ύφος συνέχισα... «Μην αμφιβάλλεις ότι με την πρώτη ευκαιρία που θα μου δοθεί δεν θα κάνω και εγώ το ίδιο» του είπα και τότε πραγματικά για πρώτη φορά στην ζωή μου ένιωσα τι πάει να πει όλα εδώ πληρώνονται.

8 σχόλια:

€l!n@ είπε...

Τα θέλει και αυτηνής ο κώλος της δεν μπορώ να πω!!Κουκλίτσα μου που πας ξυπολητη στ'αγκάθια κουνώντας κόκκινο πανί στον ταύρο?? :-S

Χρυσάνθη Καλαφάτη είπε...

Πες τα βρε Έλινα... είναι αγύριστο κεφάλι χαχαχα

€l!n@ είπε...

Και που λέω τι γίνεται!!Πάλι σκατά θα τα κάνει!Το βλέπω εγώ στο τέλος θα έχουν ασορτί ουλές...

Χρυσάνθη Καλαφάτη είπε...

κοντά είσαι ;) αλλά όχι από τα δικά του χέρια

€l!n@ είπε...

Τι ρομαντικό... :$ έχε χάρη που κατά πάσα πιθανότητα θα πάω να δω χαραυγή και δεν με νοιάζει τίποτα άλλο αλλιώς θα της τα εσουρνα ένα χεράκι...

€l!n@ είπε...

Δεν μπορώ να βρω την κολλητη και πρέπει να το πω σε κάποιον γιατί αλλιώς θα σκασω!!ΜΌΛΙΣ ΕΊΔΑ ΤΗΝ ΧΑΡΑΥΓΉ ΚΑΙ ΉΤΑΝ ΥΠΈΡΟΧΗ!!Ο ΡΟΜΠ ΕΊΝΑΙ ΘΕΌΣ ΟΥΑΟΥ ΟΥΑΟΥ ΟΥΑΟΥ!!Θέλω να αρχίσω να χορόπηδαω πάνω κάτω σαν την Αλις!!Τον ξεζουμισε πάντως η λύσσαρα...

Χρυσάνθη Καλαφάτη είπε...

xaxaxaxa εγώ θα πάω την Κυριακή και έχω σκάσει :( θέλω να το δω τώρα :(

natalie είπε...

Εγω παλι εχω σκασει με αυτα που διαβαζω...Αμαν βρε χρυσανθη ...δεν αντεχω εχω χασει πασα ιδεα και με τους δυο...Παντως εδω ο ΕΝΤ θυμιζει πολυ τον πατερα του απ'το προηγουμενο στορυ...μουαχαχαχαχα

ESCAPE POLH FANTASMA