Ετικέτες

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011

Haunted Love 14. "Να σε κάψω Γιάννη, να σε αλείψω λάδι"



Έντουαρντ

Εξαιτίας της όλο το βραδύ δεν έκλεισα μάτι... Όσο σκεφτόμουν ξανά και ξανά τι είχε συμβεί και μάλιστα χωρίς εκείνη να καταλάβει τίποτα ένιωθα να τρελαίνομαι... Οι αντοχές μου είχαν εξανεμιστεί και εκείνη όχι μόνο μου έδειχνε ότι δεν με ήθελε αλλά με τον τρόπο της με έκανε να καταλάβω πως όσο περνάει από το χέρι της δεν θα υπήρχε ποτέ περίπτωση να με αφήσει να την ακουμπήσω.

Μπορεί να είμαι πολλά πράγματα αλλά βιαστής δεν υπήρξα ποτέ και ούτε πρόκειται να επιτρέψω στον εαυτό μου να γίνει, ιδίως με εκείνην... Την ήθελα σαν τρελός, πάλευα με το τέρας μέσα μου να κατευνάσω κάθε μου επιθυμία για να την σεβαστώ και να την αφήσω να έχει εκείνη την επιλογή... Αλλά μετά το σημερινό δεν είχα ιδέα πως θα μπορούσα να κρατηθώ, πως θα μπορούσα να συγκεντρωθώ ώστε να μείνω μακριά της και αυτό με εξόργιζε, με έκανε να θέλω να ουρλιάξω... Όσο πέρναγε η ώρα τα πράγματα χειροτέρευαν όλο και περισσότερο σε τέτοιο σημείο που μέχρι και ο Φλικ άρχισε να γρυλίζει παραπονιάρικα και να με κοιτάει παρακλητικά, λες και διαισθανόταν που ακριβώς θα διοχετεύσω όλο αυτήν την αγανάκτηση που ένιωθα μέσα μου... Ε αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε και με έκανε να νιώσω ότι πίσω από την πλάτη μου εκείνη τον έχει κάνει σύμμαχο της και αυτό δεν θα το ανεχόμουν ποτέ.

Ανέβηκα στο δωμάτιο της και αφήνοντας πάνω στο κρεβάτι της την στολή ορειβασίας και τα ορειβατικά παπούτσια της, του έδωσα την εντολή να πάει να την ξυπνήσει και κατέβηκα κάτω για να δω τι θα κάνουν... Μόλις άκουσα τα γέλια της και τα πειράγματα της, ένιωσα να εκρήγνυμαι και τρίζοντας τα δόντια μου με νύχια και με δόντια έμεινα ακίνητος για να σιγουρευτώ ότι είχα δίκιο πριν ξεσπάσω απάνω της άδικα... Αλλά όταν ανέβηκα πάνω και είδα την αντίδραση του Φλικ τότε δεν μου έδιναν άλλα περιθώρια... Με κάποιον τρόπο τον είχε πλησιάσει κρυφά από μένα και τον είχε κάνει σύμμαχο της, δεν χωρούσε αμφιβολία πια... Όταν το σκυλί επιτίθεται στο ίδιο του το αφεντικό, τι άλλο θα μπορούσες να σκεφτείς;

Τα νεύρα μου είχαν χτυπήσει κόκκινο... Έτρεχα στον δρόμο σαν τον τρελό και μόλις εκείνη αρνήθηκε ότι τον είχε χαϊδέψει ένιωσα ότι ήθελα να δώσω μία και να τα διαλύσω όλα, να ρίξω το αμάξι σε κάποιον γκρεμό και ο πιο τυχερός ας επιζούσε... Όμως που να με πάρει το ύφος και οι απαντήσεις της ήταν τόσο άμεσες που δεν μου έδινε κανένα περιθώριο για να αμφισβητήσω την ειλικρίνεια της και αυτό για λίγο με φρέναρε αλλά δεν με έκανε να ηρεμήσω και τελείως.

Όλα πήγανε στράφι... Δεν μας φτάνανε όλα τα άλλα, σε όλα της τα κουσούρια προστέθηκε και η υψοφοβία... Τι σκατά θα κάνω μαζί της πια;... Πως διάολο θα την συνεφέρω... Έχω ξεπεράσει όλα μου τα όρια... Ο χρόνος μας τελειώνει και επιπλέων τα έχω κάνει τόσο σκατά που δεν θα καταφέρω ποτέ να κερδίσω πια την εμπιστοσύνη της ώστε κάποια μέρα να έχει την επιλογή να φύγει αν το θελήσει... Ναι είμαι εγωίσταρος του κερατά αλλά δεν είχα ποτέ δικαίωμα να της κάνω τίποτα από όλα αυτά και σε καμία περίπτωση δεν δικαιούμαι να της αφαιρέσω την ζωή γιατί απαιτεί τα δίκια της... Αλλά δεν μπορώ να της πω και την αλήθεια για να μπορέσει να καταλάβει ότι πια η ζωή της δεν εξαρτάται από εμένα... Για να την κάνω να καταλάβει ότι αν δεν βάλει σύντομα μυαλό, η μπάλα θα μας πάρει και τους δύο... Να την κάνω να καταλάβει ότι αν καταλάβω ότι δεν έχει καμία πρόθεση να με προδώσει, αυτόματα θα μπορέσει να επιλέξει μόνη της την μοίρα της.

Όταν με παρέσυρε μαζί της στο κενό δεν είχα επιλογή... Τύλιξα το σώμα μου γύρω από το δικό της και κρατήθηκα με όλη την δύναμη της ψυχής μου για να μην σφίξω περισσότερο το κορμί της και να το κομματιάσω από τα νεύρα μου, που τόλμησε να μου το κάνει αυτό... Αλλά όταν έπεσα στο νερό και αναδύθηκα ξανά στην επιφάνεια και την είδα να είναι αναίσθητη κάτι μέσα μου έσπασε και για λίγο ένιωσα να την λυπάμαι ξαφνιάζοντας τον ίδιο μου τον εαυτό… Αμέσως όμως παραμέρισα όλα τα συναισθήματα στην άκρη και προσπάθησα να την συνεφέρω με κάθε τρόπο... Η αντίδραση της ήταν αναμενόμενη αλλά είχα φοβηθεί τόσο πολύ για εκείνην που την άφησα να ξεσπάσει όπως μπορούσε μπας και κατάφερνε να ισορροπήσει λίγο μέσα της για να μπορέσει να συνέλθει.

Από το τρέμουλο της δεν καταλάβαινα τίποτα, αλλά ήμουν σίγουρος ότι έτρωγα μεγάλο βρισίδι και αντί αυτό να με κάνει να γελάσω όπως θα περίμενα, με έκανε να θέλω να την κρατήσω στην αγκαλιά μου και να την παρηγορήσω ελπίζοντας να με συγχωρέσει.

Δεν έχω αυταπάτες... Καμία τους δεν με συγχώρεσε ποτέ, καμία τους ούτε και στο ελάχιστο δεν ένιωσε ευγνωμοσύνη για όσα τους προσφέρω αν και στο τέλος νιώθουν την διαφορά και όταν πήραν την απόφαση να προχωρήσουν την ζωή τους καμία δεν γύρισε να πει έστω και ένα ευχαριστώ... Η αχαριστία σε όλο της το μεγαλείο και εγώ τι κερδίζω από αυτό;... Όλα όσα βγάζω με κίνδυνο την ίδια μου την ζωή, τα ξοδεύω για εκείνες για να έχουν τα πάντα και όταν βρουν το κορόιδο που μπορεί να τους προσφέρει περισσότερα, την κάνουν με ελαφρά πηδηματάκια με όλα τα εφόδια που τους έχω δώσει για να μπορούν να τους παίζουν στα δύο τους δάχτυλα... Και το ευχαριστώ;... Ένα ξερό “Να καείς στην κόλαση όπως σου αξίζει”.

Έχω σκεφτεί πολλές φορές να προχωρήσω μόνος όπως άλλωστε και είμαι ούτως ή άλλως αλλά γαμώτο μου τις έχω και ανάγκη... Όχι τόσο για την δουλειά μου αλλά για μια συντροφιά, να ξεγελάω τον εαυτό μου ότι κάποιος νοιάζεται και για μένα... Δεν έχω ανάγκη την αγάπη τους, δεν θέλω έρωτες και λουλούδια... Το μόνο που ζητώ, το μόνο που απαιτώ είναι απλά να μην με απατούνε και πως διάολο γίνεται πάντα εκείνες να με ξεπληρώνουνε με αυτό το νόμισμα πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο με πληγώνουν... Πόσο λίγο με ξέρουν... Καμία τους δεν κατάφερε ποτέ να με αποκωδικοποιήσει και έχει τόσο πλάκα όταν βλέπουν ότι το μόνο που καταφέρνουν να κάνουν, είναι να χάνουν όλα όσα τους προσφέρω και τίποτα παραπάνω... Γιατί όταν δεν έχεις αισθήματα πολύ απλά δεν μπορείς να πληγωθείς και ενώ πάντα το ξεκαθαρίζω από την αρχή ποτέ καμία τους δεν το πιστεύει... Άλλα όπως λέω πάντα, αυτές χάνουν και όχι εγώ.

Γκόμενες υπάρχουν ένα σορό, γυναίκες όμως σαν την Μπέλα καμία... Είναι τόσο μοναδική και γι αυτό πρέπει να πάρω τα πράγματα από την αρχή όπως και το υποσχέθηκα... Πρέπει να κερδίσω την εμπιστοσύνη της με κάθε τρόπο και για να γίνει αυτό πρέπει να κάτσω κάτω και να καταπνίξω όλο μου το εγώ μέχρι εκείνη να καταφέρει να σταθεί στα πόδια της και να καταλάβει ότι το μόνο που θέλω από εκείνην είναι το καλό της και τίποτα άλλο... Έτσι ώστε να μπορέσει μια μέρα να έχει την επιλογή να φύγει.

Έτρεμε σύγκορμη και δεν μπορούσε να ηρεμήσει με τίποτα... Την έβαλα στο πίσω κάθισμα του μαύρου μου Hummer H1 και μόλις την άφησα πάνω στο κάθισμα εκείνη άρχισε πάλι να λέει κάτι αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω λέξη... Φεύγοντας από δίπλα της, άνοιξα την μπροστινή πόρτα και παίρνοντας από το ντουλαπάκι μου το φλασκί με το κονιάκ που είχα πάντα μαζί μου, έκλεισα την πόρτα και μπαίνοντας στο πίσω κάθισμα την βόλεψα στα πόδια μου με πολύ λίγη βοήθεια από μέρους της... Ανοίγοντας το καπάκι από το φλασκί το έβαλα στα χείλια της και την ανάγκασα να πιει μια γουλιά αλλά εκείνη πεισματάρα όπως είναι το έφτυσε στην μούρη μου και σκουπίζοντας το πρόσωπο μου με την αναστροφή του χεριού μου, γέλασα και δάγκωσα τα χείλια μου για να μπορέσω να καλμάρω.

«Θα σε βοηθήσει να ηρεμήσεις λίγο» προσπάθησα όσο πιο ήρεμα μπορούσα και βάζοντας το στα χέρια της το σήκωσα και πάλι προς τα χείλια της… Εκείνη άρχισε να μιλάει πάλι ακατάπαυστα με τα δόντια της να τρίζουν και αναστέναξα.

«Προσπάθησε να ηρεμήσεις λίγο και μετά μου λες ότι θες να μου πεις» προσπάθησα άλλη μια φορά και παίρνοντας μια βαθιά, τρεμάμενη ανάσα, τα παράτησε.

Πίνοντας μια γουλιά, έκλεισε τα μάτια της και έκανε μια σπασμωδική κίνηση ανατριχιάζοντας και άρχισε να κλαψουρίζει... Αφήνοντας το φλασκί στα χέρια της, έβαλα το χέρι μου πάνω στο μάγουλο της και την τράβηξα κοντά στο στήθος μου χαϊδεύοντας το μπράτσο της παρηγορητικά και εκείνη άρχισε να κλαίει απαρηγόρητα ενώ έτρεμε ολόκληρη και οι λυγμοί της άρχισαν να της δυσκολεύουν την ανάσα της.

«Προσπάθησε να ηρεμήσεις σε παρακαλώ... Υπόσχομαι να μην το ξανακάνω αν δεν το θέλεις... Ηρέμησε και σου υπόσχομαι ότι όλα θα αλλάξουν... Αρκεί να ηρεμήσεις» την παρακαλούσα εκπλήσσοντας τον ίδιο μου τον εαυτό, αλλά δεν άντεχα άλλο να την βλέπω να λυγίζει τόσο πολύ... Είχε απίστευτη δύναμη μέσα της, αλλά καθόλου θέληση και όλη μας η κόντρα ήταν ακριβώς αυτό.

Ίσως τελικά και εγώ το είχα παρακάνει, αλλά δεν μου έδινε και άλλα περιθώρια... Το απίστευτο πείσμα της, την έκανε να αντιδρά σε ότι και να της έλεγα και δεν είχα ιδέα πως σκατά θα καταφέρω ποτέ να την πείσω να κάνει όσα πρέπει να κάνει... Δεν είχα συνηθίσει να παρακαλάω και συνήθως όσες γκόμενες είχαν περάσει από τα χέρια μου από φόβο και μόνο αργά ή γρήγορα κάνανε ότι και να τους έλεγα... Αλλά όχι εκείνη και αυτό ήταν που με προβλημάτιζε περισσότερο... Ενώ την τρομοκρατώ δεν το βάζει με τίποτα κάτω, αφού για λίγο πέρασε από το μυαλό μου ότι δεν σεβόταν καθόλου την ίδια της την ζωή.

Με τον Φλικ όμως βλέπει τα πράγματα τελείως διαφορετικά μέχρι που σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να φοβόταν εκείνον περισσότερο από ότι φοβάται εμένα... Αλλά όταν την άκουσα να λέει ότι από εκείνον τα δέχεται γιατί τον λυπάται και όχι γιατί τον φοβάται άρχισε να με βάζει σε σκέψεις... Μήπως τελικά αν την πάρω με το καλό να καταφέρω τίποτα;

«Καλύτερα;» ρώτησα μόλις οι λυγμοί της άρχισαν να ελαττώνονται και εκείνη κατένευσε τρέμοντας ακόμα... «Πιες λίγο ακόμα, θα σε βοηθήσει να χαλαρώσεις» την παρότρυνα και βοηθώντας την, εκείνη ήπιε μια γερή γουλιά και ανατριχιάζοντας και πάλι, κατέβασε τα χέρια της και την ανάγκασα να με κοιτάξει... «Έλα να πάμε στο σπίτι πριν κρυολογήσεις» είπα απαλά χαϊδεύοντας το πρόσωπο της και εκείνη κατένευσε και με άφησε να την βοηθήσω να κάτσει στο κάθισμα καλύτερα για να γυρίσω στην θέση του οδηγού ώστε να μας γυρίσω σπίτι.

Σε όλη την διαδρομή την κοίταγα από τον καθρέφτη αλλά εκείνη δεν έριχνε ούτε ένα βλέφαρο προς το μέρος μου... Ακουμπώντας πάνω στην πόρτα είχε αφήσει το κεφάλι της να ξεκουραστεί πάνω στο κάθισμα και πίνοντας σιγά σιγά από το φλασκί, προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να ηρεμήσει το τρέμουλο της χωρίς επιτυχία... Είχε γίνει μια μπάλα και οι λυγμοί της δεν σταμάταγαν με τίποτα.

Φτάνοντας στο σπίτι την πήρα στην αγκαλιά μου και την πήγα στο μπάνιο μου... Την έβαλα να κάτσει πάνω στο σκαμπό που είχα και ανοίγοντας το νερό, άρχισα να γεμίζω το τζακούζι ρυθμίζοντας την θερμοκρασία για να την βάλω μέσα ώστε να την βοηθήσει λίγο να ζεσταθεί... Εκείνη χωρίς να λέει κουβέντα τρίβοντας τα μπράτσα της έτρεμε και πήγαινε μπρος πίσω χτυπώντας ακόμα τα δόντια της ενώ τα μάτια της τα είχε σφραγισμένα… Μόλις ένιωσε τα χέρια μου, προσπάθησε να με σταματήσει και γονατίζοντας μπροστά της, την ακινητοποίησα και προσπάθησα να την καθησυχάσω.

«Πρέπει να κάνεις ένα μπάνιο για να ζεσταθείς... Θες να σε βοηθήσω;» την ρώτησα και για λίγο με κοίταξε με την απορία να είναι έκδηλη στα χαρακτηριστικά της αλλά νιώθοντας το και η ίδια το πόσο ανάγκη το είχε τελικά υποχώρησε και κατένευσε κλείνοντας και πάλι τα μάτια της σε μια προσπάθεια να μπορέσει να ελέγξει το σώμα της.

Γδύνοντας την, την κράτησα και πάλι στην αγκαλιά μου και βάζοντας την μέσα στο νερό μόλις σιγουρεύτηκα ότι ήταν εντάξει έφυγα και κατέβηκα κάτω στο μπαράκι για να πάρω δύο ποτήρια και το μπουκάλι με το κονιάκ… Γύρισα και πάλι πίσω, έκατσα στο πάτωμα και γεμίζοντας τα ποτήρια, της πρόσφερα το ένα.

«Είναι το ίδιο με αυτό που έπινες πριν» την πληροφόρησα και κατένευσε καθώς με το τρεμάμενο χέρι της το δέχτηκε.

Ήπια μια γερή γουλιά από το ποτήρι μου και βάζοντας το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στην μπανιέρα έκλεισα τα μάτια μου και μαζεύοντας τα πόδια μου προς το στήθος μου άφησα τα χέρια μου να ξεκουραστούν πάνω στα γόνατα μου χωρίς να μιλώ δίνοντας της το χρόνο που χρειαζόταν για να ηρεμήσει.

«Ξέρεις τι μου θυμίζεις;» ρώτησε με δυσκολία καθώς τα δόντια της ακόμα τρίζανε και οι λέξεις έβγαιναν παραμορφωμένες... Άνοιξα τα μάτια μου και πλαγιάζοντας το κεφάλι μου την κοίταξα με μια κενή ματιά.

«Τι;»

«Έχεις ακούσει αυτό που λέει... “Να σε κάψω Γιάννη, να σε αλείψω λάδι”;...» κατένευσα γελώντας και συνέχισε λέγοντας... «Αυτό»

Ανασηκώνοντας το κεφάλι μου, αναστέναξα πίνοντας το υπόλοιπο περιεχόμενο του ποτηριού μου και γεμίζοντας ξανά τα ποτήρια μας, άφησα το δικό μου στο πάτωμα και άρχισα να γδύνομαι.

«Τι κάνεις;» ρώτησε τρομοκρατημένη καθώς έβαλε το μέτωπο της να ακουμπήσει πάνω στα γόνατα της για να μην με βλέπει και χαμογέλασα πριν απαντήσω.

«Θα σε βοηθήσω να ζεσταθείς πιο γρήγορα» απάντησα και εκείνη δεν ήξερε πως να αντιδράσει.

«Πως εννοείς να με ζεστάνεις;» ρώτησε πάλι τρεμάμενα ενώ της ξέφυγε ένας λυγμός και την στιγμή που ένιωσε να μπαίνω μέσα στο Τζακούζι αμυντικά έκανε μια προσπάθεια να απομακρυνθεί από κοντά μου.

«Ηρέμησε...» της είπα λίγο πιο σκληρά από όσο είχα σκοπό και μετανιώνοντας το, μαλάκωσα την φωνή μου ενώ πλησιάζοντας την, την ανάγκασα να με κοιτάξει... «Θέλω μόνο να σε κάνω να χαλαρώσεις, δεν πρόκειται να κάνω τίποτα που δεν θέλεις... Αν νιώσεις άβολα πες μου να σταματήσω εντάξει;» την ρώτησα και εκείνη έμεινε αναποφάσιστη να με κοιτάει... «Θα σου λούσω το μαλλί σου για να ζεσταθείς περισσότερο... Είναι εντάξει αυτό από σένα;» την ρώτησα και αφήνοντας την ανάσα που κράταγε τόση ώρα, τελικά κατένευσε και της έτριψα τα μπράτσα της για να την καθησυχάσω πριν πάρω το ποτήρι της από τα χέρια της για να μπορέσω να κάνω αυτό ακριβώς που είπα.

Το κορμί της ήταν παγωμένο και πραγματικά άρχισα να ανησυχώ πάρα πολύ για εκείνην... Ρυθμίζοντας το νερό ώστε να μην είναι πολύ καυτό, έβαλα το χέρι μου πάνω στο μέτωπο της και άρχισα να βρέχω το μαλλί της καλά καλά και εκείνη αμέσως ανατρίχιασε από την διαφορά της θερμοκρασίας και τα δόντια της άρχισαν να κροταλίζουν ξανά... Βάζοντας λίγο σαμπουάν στα χέρια μου, άρχισα να το απλώνω σε όλο της το μαλλί και μόλις άρχισα να της κάνω μασάζ στο κρανίο της για να χαλαρώσει, άρχισε να ανασαίνει πιο ήρεμα δίνοντας μου να καταλάβω ότι την βοηθούσε.

«Καλύτερα;» ρώτησα και εκείνη κατένευσε αφήνοντας έναν αναστεναγμό... Εκείνη την στιγμή μια ακατανίκητη επιθυμία γεννήθηκε μέσα μου που με έκανε να θέλω να την αγκαλιάσω αλλά κρατήθηκα γιατί δεν ήθελα να την τρομάξω περισσότερο.

Ο σκοπός μου ήταν μόνο να την κάνω να χαλαρώσει αλλά αμέσως ένιωσα το πόσο ηλίθια ήταν αυτή η κίνηση μου... Κάποιος χαμηλά είχε ήδη αρχίσει να ασφυκτιά και το τέρας μέσα μου γρύλιζε από ανυπομονησία, αλλά δεν τα παρατούσα... Είχα υποσχεθεί στον ίδιο μου τον εαυτό ότι ποτέ δεν θα την αγγίξω αν η ίδια δεν το θελήσει και είχα σκοπό να κρατήσω την υπόσχεση αυτή όσο δύσκολο και να μου ήταν αυτήν την στιγμή.

Παίρνοντας ξανά το τηλέφωνο της ντουζιέρας άρχισα να ξεβγάζω το μαλλί της από τους αφρούς και μόλις ήταν απόλυτα καθαρό έκλεισα το νερό και το άφησα ξανά στην θέση του ενώ με το ελεύθερο μου χέρι έπιασα το ποτήρι της και της το πρόσφερα ξανά... Μόλις το πήρε στα χέρια της, έκανα πιο πίσω και παίρνοντας και το δικό μου ποτό στα χέρια μου, την γύρισα στο πλάι και τσούγκρισα το ποτήρι μου στο δικό της.

«Στην υγεία της Λάρα Κροφτ» είπα για να την πειράξω λίγο καθώς κατέβαζα με μια γουλιά όλο το περιεχόμενο του ποτηριού μου και εκείνη αμέσως σούφρωσε τα μούτρα της παραπονεμένα.

«Με κοροϊδεύεις και από πάνω;» είπε θυμωμένα με τις λέξεις να διακόπτονται από το κροτάλισμα και σοβαρός κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.

«Ποτέ δεν θα τολμούσα να κάνω κάτι τέτοιο» είπα και εκείνη τα πήρε περισσότερο.

«Είσαι απαίσιος» κατάφερε να πει και με το τρεμάμενο της χέρι ήπιε το υπόλοιπο περιεχόμενο του ποτηριού της μια και έξω για να καταπνίξει τον πόνο της ενώ με το ελεύθερο χέρι της κράταγε γερά τα πόδια της που τα είχε κολλήσει πάνω στο στήθος της… Μόλις το κατάπιε, ανατρίχιασε ολόκληρη κλείνοντας σφιχτά τα μάτια της και μόλις κατάφερε να πάρει άλλη μια βαθιά ανάσα τα άνοιξε ξανά και μου έτεινε το ποτήρι.

«Μπορείς να βάλεις λίγο ακόμα;» ρώτησε και την κοίταξα με περιέργεια.

«Είσαι σίγουρη;» την ρώτησα σοβαρός και εκείνη κατένευσε.

«Βοηθάει να πάνε τα φαρμάκια κάτω» απάντησε και γελώντας πήρα το μπουκάλι από το πάτωμα και γέμισα ξανά τα ποτήρια μας και αυτήν την φορά εκείνη έκανε μια πρόποση.

«Στην υγειά του κορόιδου» είπε και μόλις τσούγκρισε το ποτήρι μου, το κατέβασε και αυτό μια και έξω και την στιγμή που έκλεισε τα μάτια της για να ελέγξει το κάψιμο στον λαιμό της, ένα δάκρυ κύλισε και αναστέναξα.

«Έτσι βλέπεις τον εαυτό σου σαν κορόιδο;» την ρώτησα καθώς της έπαιρνα το ποτήρι και εκείνη αντιστάθηκε.

«Μην το πάρεις, βάλε κι άλλο» απαίτησε και την κοίταξα για μια στιγμή αλλά εκείνη δεν μου έδινε το δικαίωμα για αντιρρήσεις και παρατώντας τα της το γέμισα ξανά.

«Μην το πιεις μια και έξω και αυτό... Γιατί μετά δεν θα ξέρεις που βρίσκεσαι και βλέπω να την πληρώνω πάλι εγώ την νύφη» της είπα και η απάντηση της με έστειλε αδιάβαστο.

«Ναι λες και σε νοιάζει... Άλλωστε αυτός δεν είναι ο σκοπός σου; Να με μεθύσεις για να με γαμήσεις... ή κάνω λάθος; Οπότε τι ζόρι τραβάς... Σου το κάνω πιο εύκολο και έχεις και παράπονο από πάνω;» μου πέταξε στην μούρη και της πήρα το ποτήρι από το χέρι την στιγμή που πήγε να πιει... Εκείνη μόλις ξεπέρασε το πρώτο ξάφνιασμα, ήρθε κοντά μου και προσπάθησε να το πιάσει ξανά.

«Δώστο μου πίσω» φώναξε και έκανα πιο πίσω για να την αποφύγω... «Δώστο μου σου λέω» φώναξε ξανά και αναστέναξα.

«Είσαι ήδη σκνίπα, μην το κάνεις χειρότερο»

«Και τι σε νοιάζει εσένα;» είπε με δηλητήριο στην φωνή της και αρπάζοντας ξανά το ποτήρι από τα χέρια μου, έκανε πιο πίσω και γυρίζοντας το σώμα της προσπάθησε και πάλι να το πιει αλλά δεν την άφησα.

Βάζοντας το ποτήρι μου στο πλαίσιο της μπανιέρας τύλιξα το χέρι μου γύρω από το κορμί της και με το ελεύθερο χέρι μου πήρα ξανά το ποτήρι της από τα χέρια της ενώ εκείνη άρχισε και πάλι να παλεύει.

«Όχι άλλο» είπα αυστηρά και αφήνοντας την έκανα πιο πίσω και το ακούμπησα στο πάτωμα όσο πιο μακριά μπορούσα από εκείνην και το ίδιο έκανα και με το δικό μου ποτήρι πριν της μπει η ιδέα να το πάρει και αυτό.

Εκείνη νευριασμένα χτύπησε το χέρι της στο νερό προς το μέρος μου και μόλις το νερό με έκανε τελείως μούσκεμα άρχισα να γελάω.

«Σταμάτα να με κοροιδεύειςςςς.... Δεν αντέχω όταν το κάνεις αυτό» κλαψούρισε και τότε δεν άντεξα άλλο και την έκλεισα στην αγκαλιά μου αγνοώντας τα σπρωξίματα της.

«Δεν σε κοροϊδεύω βρε χαζούλα... Απλά ώρες ώρες είσαι τόσο αστεία που δεν μπορώ να το ελέγξω»

«Ναι καλά... γι αυτό με είπες Λάρα Κροφτ;... γιατί δεν με κοροϊδεύεις;» ρώτησε παραπονιάρικα και αναστενάζοντας απομάκρυνα το μαλλί της από το πρόσωπο της και την κοίταξα σοβαρός.

«Η Λάρα Κροφτ είναι η μοναδική γυναίκα στην ζωή μου που με έχει εντυπωσιάσει... Παίζει φυσικά ότι είναι εικονική αλλιώς δεν νομίζω ότι θα της έριχνα δεύτερη ματιά... Ωστόσο είναι η μόνη γυναίκα που θαυμάζω και ότι σε παρομοιάζω με εκείνην είναι κομπλιμέντο και όχι κοροϊδία όπως το παίρνεις εσύ» της είπα και με κοίταξε με ανοιχτό το στόμα και αναστέναξα... «Κακιά συνήθεια...» συμπλήρωσα κλείνοντας της το στόμα απαλά και μόλις το έκλεισε πήρε μια βαθιά ανάσα.

«Σίγουρα με κοροϊδεύεις» είπε χωρίς να πιστεύει τα λόγια μου και βάζοντας την παλάμη μου να ακουμπήσει πάνω στο μάγουλο της, την κράτησα σταθερή και κοιτώντας την βαθιά μέσα στα μάτια, είπα σοβαρά.

«Σε θαυμάζω και σε καμία περίπτωση δεν σε θεωρώ κορόιδο»

«Και τότε τι με θεωρείς;» ρώτησε και χαμογέλασα.

«Μια πανέξυπνη, τολμηρή με τεράστια αποθέματα δύναμης, πανέμορφη γυναίκα»

«Ναι καλά» είπε και προσπάθησε να αποφύγει το βλέμμα μου αλλά εγώ δεν την άφησα.

«Δεν λέω ποτέ κάτι αν δεν το πιστεύω... Έχεις του κόσμου τα στραβά πάνω σου αλλά δεν μπορείς να αρνηθείς ότι όσα προείπα δεν είναι όλα αλήθεια» επέμενα εγώ και βάζοντας το χέρι της πάνω στο κεφάλι της έκανε μια γκριμάτσα πόνου.

«Γιατί μου το κάνεις αυτό;» ρώτησε εύλογα με παράπονο και της έτριψα την πλάτη.

«Κανείς δεν είναι τέλειος... Πίστευα ότι κάποια στιγμή θα λύγιζες και θα έκανες ότι σου έλεγα, αλλά είχα κάνει λάθος εκτίμηση... Υποσχέθηκα ότι θα κάνουμε καινούργια αρχή και θα την κάνουμε αλλά πρέπει να αρχίσεις και εσύ λίγο να με βοηθάς γιατί πραγματικά δεν έχω ιδέα τι άλλο να κάνω για να σε πείσω ότι πρέπει να συνεργαστείς πριν να είναι αργά»

«Αργά για ποιο πράγμα;» ρώτησε και με κοίταξε στα μάτια με απορία.

«Πρώτος κανόνας, δεν θα ρωτάς το γιατί... Όσα λιγότερα ξέρεις τόσο πιο γρήγορα θα έχεις την ευκαιρία να πάρεις την ζωή σου πίσω» υπενθύμισα και το σκέφτηκε για λίγο.

«Πραγματικά υπάρχει ελπίδα να γίνει αυτό;»

«Όταν θα είσαι έτοιμη θα έχεις την ευκαιρία να επιλέξεις» της είπα σοβαρός και εκείνη αναστέναξε κοιτώντας μακριά.

«Τώρα μπορώ να πιω λίγο ακόμα;» ρώτησε δειλά και με κοίταξε με πόνο στα μάτια.

«Δεν είναι αρκετό για μία μέρα;» την ρώτησα πίσω και κούνησε το κεφάλι της αρνητικά.

«Θέλω να ξεχάσω»

«Τι πράγμα;» ρώτησα και έκλεισε το πρόσωπο της μέσα στα δύο της χέρια.

«Εκείνη η εικόνα να πέφτω στο κενό» είπε με δυσκολία ενώ άρχισε να τρέμει πάλι και τρίβοντας της την πλάτη παρηγορητικά, έγειρα προς τα πίσω και παίρνοντας το ποτήρι της στα χέρια μου, της το έδωσα ξανά.

«Όχι άλλο» είπα και αφού έβγαλε τα χέρια της από το πρόσωπο της το πήρε στα χέρια της και κατένευσε πριν πιει μια μικρή γουλιά.

Απομακρύνθηκα και πάλι από κοντά της για να μπορέσω να καταπνίξω το πάθος μου γιατί πραγματικά είχα φτάσει στα όρια μου… Την στιγμή που πήρα ξανά το ποτήρι μου στα χέρια μου, εκείνη ακούμπησε το αγκώνα της πάνω στην άκρη της μπανιέρας και βάζοντας το κεφάλι της χαλαρά να ξεκουραστεί πάνω στην παλάμη της, ακούμπησε και το δεύτερο χέρι της ακόμα να κρατά το ποτήρι της πάνω στην άκρη της μπανιέρας και κλείνοντας τα μάτια της, άρχισε να χαλαρώνει με τις σκέψεις της μακριά.

Η προσωποποίηση της ομορφιάς απλωνόταν μπροστά μου και μόνο στην ιδέα ότι δεν είχα κανένα δικαίωμα να την ακουμπήσω με έκανε να εκραγώ... Αλλά είχα δώσει μια υπόσχεση και σκόπευα να την κρατήσω... Έτσι γεμίζοντας ξανά το ποτήρι μου, ήπια άλλη μια γερή γουλιά ελπίζοντας να με βοηθήσει να καλμάρω τα άγρια ένστικτα μου.

«Όχι άλλο» επανέλαβε τα λόγια μου και ανοίγοντας τα μάτια μου την είδα να με κοιτά με ένα περίεργο πειραχτικό βλέμμα που έκανε την καρδιά μου να φτερουγίσει... Γαμώ την τρέλα μου γαμώ... Πως μπορεί να μου το κάνει αυτό;... Πως σκατά μπορώ να την έχω μπροστά μου και μάλιστα γυμνή και να μην μπορώ να την ακουμπώ;... Ανασήκωσα το φρύδι μου επιδεκτικά και αφού ήπια και το υπόλοιπο περιεχόμενο από το ποτήρι μου το ξαναγέμισα κοιτώντας την σταθερά στα μάτια προκαλώντας την.

«Είσαι αδιόρθωτος» σχολίασε και έβαλα τα γέλια καθώς άφηνα το μπουκάλι ξανά στο πάτωμα και εκείνη αμέσως πήρε το θάρρος και είπε ότι την έπνιγε.

«Γιατί ήσουν νευριασμένος το πρωί μαζί μου;» ρώτησε και άφησα την ανάσα μου να βγει βίαια από μέσα μου κοιτώντας για λίγο μακριά ενώ έτριζα τα δόντια μου.

«Μεγάλη ιστορία» απάντησα μόνο και βάζοντας το κεφάλι μου να ακουμπήσει στα πλακάκια κοίταξα το ταβάνι και δεν πρόσθεσα τίποτα άλλο αλλά εκείνη επέμενε.

«Θα μου πεις;» ρώτησε και αναστέναξα.

«Νόμιζα ότι είχατε κάνει κόμμα με τον Φλικ» είπα κάτω από την αναπνοή μου και η απάντηση της μου επιβεβαίωσε ότι όντως είχα κάνει λάθος εκτίμηση.

«Εεε τώρα σίγουρα με δουλεύεις» είπε με δυσπιστία στην φωνή της και την κοίταξα με περιέργεια... «Έχει τρεις μέρες να με πλησιάσει και σήμερα που ήρθε να με σηκώσει, μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση» συμπλήρωσε με απόλυτη ειλικρίνεια και έμεινα μαλάκας.

«Α τον μπάσταρδο...» είπα σμίγοντας τα χείλια μου σε μια ίσια γραμμή και με κοίταξε με απορία... «Καλά και πως ξυπνάς το πρωί;» ρώτησα και ανασήκωσε τους ώμους της.

«Γαβγίζει και περιμένει μέχρι να σηκωθώ, αλλά μετά εξαφανίζεται και καμία φορά τον βλέπω να με κοιτά από απόσταση» είπε και άρχισα να ανασάνω γρήγορα και νευριασμένα και εκείνη καταλαβαίνοντας το, προσπάθησε να τον δικαιολογήσει, φοβούμενη μην σηκωθώ και τον κάνω να το πληρώσει ακριβά γι αυτό.

«Δεν με αφήνει μόνη...» είπε γρήγορα αμυντικά... «Και αν κάνω κάτι λάθος πάντα με προειδοποιεί» συνέχισε ασθμαίνοντας με τα μάτια της να γουρλώνουν ενώ μάσαγε το κάτω της χείλος προσπαθώντας να βρει κάτι πιο πειστικό ώστε να σταματήσει την οργή μου.

«Τον υπερασπίζεσαι...» διαπίστωσα... «Γιατί;» δεν μπορούσα να μην ρωτήσω.

«Εγώ φταίω, σε παρακαλώ μην του κάνεις κακό» είπε παρακλητικά και αυτόματα το σώμα της μαζεύτηκε από φόβο.

«Τι εννοείς ότι φταις εσύ γι αυτό;» ρώτησα με περιέργεια και παίρνοντας μια κοφτή ανάσα με κοίταξε απολογητικά.

«Του έβαλα της φωνές και τώρα μου κρατάει κακία» είπε με τον πιο αθώο βλέμμα της να με κοιτά ικετευτικά και χωρίς να έχω άλλες αντοχές, άρχισα να γελάω δυνατά τραντάζοντας όλο μου το κορμί.

«Δεν έχεις θυμώσει;» ρώτησε και βάζοντας το χέρι μου πάνω στο πρόσωπο μου προσπάθησα να καλμάρω κουνώντας το κεφάλι μου αρνητικά.

«Αχχχ Χριστέ μου, πάρε τον ένα και χτύπα τον άλλο είσαστε... Τι διάολο θα κάνω μαζί σας δεν έχω την παραμικρή ιδέα» εξωτερίκευσα την σκέψη μου και μόλις την κοίταξα εκείνη μου ανταπέδωσε το βλέμμα με απορία... «Όσο περισσότερο ξύλο τρώτε τόσο πιο ευαίσθητοι γίνεστε και οι δύο» διευκρίνισα τι εννοούσα και πίνοντας άλλη μια γουλιά από το ποτό μου έβαλα το κεφάλι μου πάνω στα πλακάκια και κλείνοντας τα μάτια μου έβαλα το χέρι μου πάνω στο μέτωπο μου και για λίγο μείναμε σιωπηλοί χωρίς να πούμε τίποτα άλλο.

1 σχόλιο:

natalie είπε...

O Χριστος και Αποστολος Γκλετσος !Τι μεταλλαξη ειναι αυτη ???Λεγε ποιος εισαι και τι εκανες στον Εντουαρντ Καλεν ????!!!

ESCAPE POLH FANTASMA