Το σώμα μου σταδιακά άρχισε να αντιδρά... τα μάτια μου νωχελικά να ανοίγουν αλλά οι δυνάμεις μου ακόμα δεν επανερχόντουσαν στον βαθμό που τις είχα ανάγκη.
«Δεσποινίς είσαστε καλά;» άκουσα κάποιον να με ρωτάει και προσπάθησα να εστιάσω κάπου.
Πριν προλάβω να συνειδητοποιήσω που είμαι, εκείνος που με είχε ρωτήσει αν είμαι καλά, πέταξε μια κραυγή και καθώς απομακρύνθηκε από κοντά μου, το σώμα μου αυτόματα ανασηκώθηκε και σοκαρισμένη έμεινα να κοιτώ το θέμα που εξελισσόταν μπροστά στα μάτια μου.
Ένα σκυλί ίδιο με τον Φλικ του είχε επιτεθεί και εκείνος προσπάθησε να τον πυροβολήσει αλλά το σκυλί πιο γρήγορα από εκείνον, με ένα σάλτο δάγκωσε τον καρπό του και σχεδόν το ξερίζωσε από την ρίζα... Την στιγμή που ο πυροβολισμός έσπασε την σιωπή, το όπλο έπεσε στο πάτωμα και ο καρπός έμεινε σαν εκκρεμές να κρέμεται άψυχο από το κόκαλο την στιγμή που ο κακόμοιρος ο φύλακας έπεφτε στα γόνατα ουρλιάζοντας, με την φρίκη να αντικατοπτρίζεται στα χαρακτηριστικά του... αλλά ο σκύλος δεν σταμάτησε εκεί... Ανοίγοντας διάπλατα το στόμα του, έχωσε τα μυτερά του δόντια μέσα στον λαιμό του και με δύο κινήσεις του ξερίζωσε τον λάρυγγα ενώ η κραυγή του φύλακα κοβόταν στην μέση... Ο σκύλος πέταξε με δύναμη το κόκαλο που είχε ξεριζώσει μακριά... και με το πιο δολοφονικό ύφος που είχα δει ποτέ στην ζωή μου... τον κοίταζε σαν να ήταν δαιμονισμένος καθώς έγλυφε το αίμα από την μουσούδα του με ικανοποίηση, λες και αυτό ήταν γεύμα του που το έπινε με ευχαρίστηση.
Είχα παγώσει στην θέση μου... από το σοκ δεν μπορούσα να κάνω ούτε μια λογική σκέψη... η ανάσα μου είχε χαθεί μακριά και δεν ήξερα πως να αντιδράσω.
Όταν το σκυλί γύρισε προς το μέρος μου... το σώμα μου αμυντικά έκανε προς τα πίσω για να προφυλαχτεί, μπαίνοντας πιο βαθιά μέσα στο αυτοκίνητο... Μόλις ο σκύλος αναγνώρισε τον φόβο μου, το ύφος του άλλαξε, η ματιά του γλύκανε και ένα σιγανό γρύλισμα βγήκε από τα βάθη της ψυχής του.
«Φλικ;» ρώτησα, χωρίς να είμαι ικανή να συνειδητοποιήσω ότι ήταν πράγματι αυτός, ο ίδιος σκύλος που γνώριζα εγώ, μπροστά μου και εκείνος κοιτώντας με στα μάτια με παράπονο, έκανε την κίνηση να με πλησιάσει αλλά το σώμα μου από αντίδραση έκανε ακόμα πιο πίσω.
Γρύλισε παραπονιάρικα και καθώς έγειρε μπροστά, έβαλε το κεφάλι του πάνω στα δύο του πόδια ενώ μυξοέκλαιγε, σαν να με παρακαλούσε με αυτόν τον τρόπο, να το συγχωρήσω ή ακόμα καλύτερα να τον κατανοήσω γιατί αναγκάστηκε να το κάνει και το μυαλό μου πάγωσε... Όλες οι στιγμές που είχαμε ζήσει οι τρεις μας πέρασαν από τα μάτια μου σαν ταινία και εκεί που τα πιο δυνατά σημεία της συνύπαρξης μας με συγκλόνισαν, εκεί ήρθαν και τα λόγια της Ρόουζ και του Ζωρζ να με στοιχειώσουν περισσότερο.
«Ο Φλικ, Μπέλα δεν έχει καλή πλευρά... Κοίτα μην σε πιάσει κακομοίρα μου στον ύπνο γιατί μετά θα βαράς το κεφάλι σου στον τοίχο»
Είχε πει η Ρόουζ και τώρα το έβλεπα μπροστά μου... Αυτός δεν ήταν ο Φλικ, δεν ξέρω ποιος ήταν.
«Η μαύγη ψυχή Γοζέ... ή όποιο και να είναι το όνομα σου... δεν είναι κανένας τυχαίος και όλοι τον τγέμουμε γιατί είναι ένας ψυχγός εκτελεστής... κανείς δεν γλυτώνει από τα χέγια του... και όλα του τα θύματα τα σκοτώνει εν ψυγχω κοιτώντας τα στα μάτια... Σου λέει κάτι αυτό;»
Ήρθαν αυτόματα τα λόγια του Ζωρζ και έμεινα στήλη άλατος... Που είχα μπλέξει;... Ποιοι ήταν αυτοί οι δύο που εγώ είχα δώσει όλη μου την ψυχή σε εκείνους;... Ένα χρόνο τώρα ήμουν μαζί τους, έναν χρόνο και ενώ είχα δει όλα τα σημάδια, ενώ είχα βιώσει εγώ η ίδια τα άγρια ένστικτα τους, τους άφησα να με κάνουν να τα ξεχάσω; Πως μπορούσα να εθελοτυφλώ;
Ο Φλικ πάνω στην στιγμή της σύγχυσης μου, ήρθε κοντά μου και γρυλίζοντας άρχισε να τραβάει το φόρεμα μου για να με κάνει να πάω μαζί του... Τα είχα τελείως χαμένα, δεν μπορούσα να αντιδράσω, μέχρι που εκείνος πιάνοντας μια κίνηση, γύρισε το κεφάλι του προς το σπίτι και γαβγίζοντας μια φορά, άρχισε να με τραβάει με περισσότερο πείσμα.
«Φλικ» τον σταμάτησα επιτακτικά και εκείνος με κοίταξε παγώνοντας για μια στιγμή... αλλά νιώθοντας ότι οι άλλοι ήταν κοντά, με κοίταξε ικετευτικά για άλλη μια φορά και αφού ξεφύσησε, άρχισε να τρέχει μακριά μου.
Τον έβλεπα να φεύγει και τα μάτια μου άρχισαν να δακρύζουν, δεν είχα ιδέα τι έπρεπε να κάνω, δεν είχα ιδέα ποιο ήταν το καλύτερο τώρα για μένα. Ήμουν πολύ σοκαρισμένη για να μπορέσω να συγκεντρωθώ.
«Μην την αφήσετε να σας ξεφύγει» άκουσα μια φωνή από μακριά και τότε όλα τα μέλη του σώματος μου άρχισαν να συνεργάζονται.
Με ένα σάλτο, πετάχτηκα έξω από το αυτοκίνητο και τελείως υποσυνείδητα, ακολούθησα την πορεία που είχε πάρει και ο Φλικ πριν... Μόλις κρύφτηκα στους πρώτους θάμνους, έμεινα εκεί περιμένοντας να δω τι συμβαίνει.
Οι φύλακες μαζί με τον πατέρα του Τζεικομπ και τον ίδιο τον Τζέικομπ, είχαν μαζευτεί πάνω από το άψυχο σώμα του φύλακα που με πρόσεχε πριν και κλέβοντας την ευκαιρία άρχισα, σκυφτή, να τρέχω προς τα πίσω ενώ ταυτόχρονα κοίταζα προς όλες την μεριές για να δω αν κάποιος με είχε πάρει είδηση, μέχρι που εκεί που κοίταζα προς τα πίσω, ξαφνικά, έπεσα πάνω σε κάτι και πνίγοντας την κραυγή μου, έμεινα στο έδαφος κοιτάζοντας γύρω μου. Η ματιά μου έπεσε σε ένα μικρό καλυβάκι που πρέπει να το χρησιμοποιούσαν για τα εργαλεία του κήπου. Ο Φλικ πάλευε με τους δύο φύλακες και έχανε την μάχη. Δεν μπορούσα να τον κοιτώ και να μένω άπραγη... Ψάχνοντας με τα χέρια μου το χώμα, πήρα στα χέρια μου μερικές πέτρες και πλησιάζοντας λίγο περισσότερο, στοχεύοντας αυτόν που ήταν έτοιμος να πυροβολήσει τον Φλικ, του πέταξα δύο πέτρες και ο Φλικ κλέβοντας την ευκαιρία εξουδετέρωσε τον φύλακα που πάλευε ήδη με τον ίδιο τρόπο που είχε εξουδετερώσει και τον προηγούμενο και μόλις πέταξε το κόκαλο που ξερίζωσε από τον λαιμό του, πριν προλάβει ο δεύτερος φύλακας να συνέλθει, έκανε το ίδιο και σε εκείνον.
Δεν μπορούσα να το δω για δεύτερη φορά, πόσο μάλλον για Τρίτη. Μαζεύοντας το φόρεμα μου στο ένα μου χέρι, έτρεξα προς το σημείο που ήταν ο Φλικ και μόλις τον προσπέρασα μπήκα μέσα στο καλυβάκι. Το θέαμα που αντίκρισα με σόκαρε ακόμα περισσότερο.
Ο Έντουαρτ, μέσα στα αίματα, δεμένος και φιμωμένος πάνω σε μια καρέκλα που είχε πέσει στο πλάι, έτρεμε ολόκληρος ενώ η ανάσα του έβγαινε με δυσκολία.
«Έντουαρτ» είπα με φωνή που ίσα έβγαινε από μέσα μου και τρέχοντας κοντά του έπεσα στα γόνατα και προσπάθησα να βγάλω τις ταινίες που είχαν τυλίξει γύρω από τα χέρια και τα πόδια του πάνω στην καρέκλα, αλλά ήταν τόσο σφιχτά δεμένα που δεν μπορούσα να τα ξεκολλήσω με τίποτα.
Ο Έντουαρτ μούγκρισε και αμέσως προσπάθησα να του βγάλω την ταινία από το στόμα, μόλις το έκανα όμως το μετάνιωσα αμέσως.
«Είσαι τόσο ηλίθια πια;... Τι κάνεις εδώ;... Δεν σου είπα...» δεν άντεχα άλλο να τον ακούω, του έκλεισα ξανά το στόμα με την ίδια ταινία και τον κοίταξα νευριασμένα ανταποδίδοντας το δικό του βλέμμα.
«Θα σε πάρω από εδώ... Γι αυτό τώρα βγάλε τον σκασμό και άσε με να σε λύσω» του είπα επιτακτικά και εκείνος άρχισε πάλι να μουγκρίζει αλλά εγώ δεν του έδωσα άλλη σημασία.
Κοιτάζοντας γύρω μου, μόλις βρήκα ένα αιχμηρό αντικείμενο, σηκώθηκα γρήγορα και μόλις το έπιασα στα χέρια μου, γύρισα κοντά του και άρχισα να κόβω τις ταινίες που ήταν γύρω από τα πόδια του.
«Μην κάνεις το κόπο Μπέλλα... όλα τελείωσαν» άκουσα τον Τζέικομπ να μου λέει από την πόρτα και γυρίζοντας το κεφάλι μου προς το μέρος του τον κοίταξα με πόνο.
«Τίποτα δεν τελείωσε, θα τον πάρω από εδώ» του είπα με πείσμα και μόλις γύρισα την ματιά μου προς το σημείο που έκοβα τις ταινίες, ο Τζέικομπ έβαλε τα χέρια του πάνω στους ώμους μου και με τράβηξε από κοντά του.
«Μπέλλα ότι και να κάνεις δεν μπορείς να τον σώσεις» προσπάθησε ξανά και άρχισα να αντιστέκομαι ώστε να ξεκολλήσω από πάνω του.
«Πάρε τα χέρια σου από πάνω μου, δεν φεύγω χωρίς εκείνον» ο Τζέικομπ με ακινητοποίησε και με γύρισε προς την μεριά του.
«Μπέλλα δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για εκείνον. Έλα μαζί μου θα είσαι ασφαλείς» προσπάθησε να με λογικεύσει αλλά δεν άκουγα τίποτα πια.
«Δεν θέλω να είμαι ασφαλής, θέλω να είμαι μαζί του δεν το καταλαβαίνεις;» είπα με περισσότερο πείσμα και άρχισα πάλι να προσπαθώ να του ξεφύγω.
«Δεν του αξίζεις Μπέλλα, η μαύρη ψυχή...»
«Ξέρω πολύ καλά τι είναι η μαύρη ψυχή και τι δεν είναι... και δεν με νοιάζει τι λέτε όλοι εσείς που προσπαθείτε να τον σπιλώσετε μπροστά στα μάτια μου. Τα μάτια μου είναι πιο καθαρά από τα δικά σας. Δεν τον γνώρισα εχθές Τζέικομπ, είμαστε ένα χρόνο μαζί και αυτόν τον χρόνο δεν μπορεί κανείς σας να με κάνει να πιστέψω ότι δεν υπήρξε ποτέ. Γι αυτό πάρε τα χέρια σου από πάνω μου και άσε με να τον πάρω από εδώ, τώρα» απαίτησα με δυνατή φωνή και ο Φλικ ήρθε κοντά μου γρυλίζοντας απειλητικά κοιτώντας τον με την δολοφονική του ματιά και ο Τζέικομπ για λίγο τα χρειάστηκε... «Αν δεν με αφήσεις τώρα, δεν σου εγγυώμαι ότι δεν θα καταλήξεις όπως ο φύλακας που έβαλες να με προσέχει» τον απείλησα και έκανε ένα βήμα πίσω ενώ κοίταζε έντονα τον Φλικ... «Μείνε εκεί αγόρι μου αλλά μην το πειράξεις» του είπα και γύρισα πάλι προς τον Έντουαρτ... Ο Τζέικομπ δεν είχα ιδέα τι έκανε καθώς του είχα γυρισμένη την πλάτη... Ο Έντουαρτ από την άλλη μούγκριζε σαν δαιμονισμένος.
«Γιατί το κάνεις αυτό;... Γιατί δεν καταλαβαίνεις ότι είναι μια μάταιη προσπάθεια;» ρώτησε πληγωμένος και πήρα μια ανάσα χωρίς να σταματάω να βγάζω τις ταινίες από τα πόδια του στην αρχή και μετά από τα χέρια του.
«Γιατί η θέση μου είναι δίπλα του... και δεν είναι μάταιη προσπάθεια» είπα με περισσότερο πείσμα και την στιγμή που ο Έντουαρτ ένιωσε το χέρι του να απελευθερώνεται, έβγαλε την ταινία από το στόμα του και βάζοντας το χέρι του πάνω στο πρόσωπο μου, μου υπέβαλε να το κοιτάξω στα μάτια.
«Είναι μια μάταιη προσπάθεια... Όλα τελείωσαν Μπέλλα... Φύγε με τον Τζέικομπ και μην κοιτάξεις ποτέ ξανά πίσω σου» είπε επιτακτικά και έμεινα να τον κοιτώ πληγωμένη ενώ τα μάτια μου άρχισα να δακρύζουν.
«Τα είχες κανονίσει όλα, έτσι δεν είναι;...» ρώτησα με κομμένη την ανάσα καθώς η συνειδητοποίηση της αλήθειας με έκανε να κοπώ στην μέση... «Με έκανες πάσα σε εκείνον;... Μετά από όσα περάσαμε μαζί, με έκανες πάσα σε κάποιον άλλον;» ρώτησα χωρίς να πιστεύω τα ίδια μου τα λόγια... «Γιατί;» δεν μπορούσα να μην ρωτήσω.
«Σήκω... και φύγε... τώρα» ήταν η μόνη του απάντηση και ταυτόχρονα με έσπρωξε μακριά του με όση δύναμη του είχε απομείνει καθώς ο ίδιος έπεφτε στο πάτωμα σφαδάζοντας και για λίγο έμεινα να τον κοιτώ.
«Όχι... Αρκετά πια... Θα σε πάρω από εδώ θες δεν θες και ο μόνος τρόπος για να με σταματήσετε είναι να με σκοτώσετε... Ποιος από όλους σας θα το κάνει;» ρώτησα καθώς σηκωνόμουν όρθια και τους κοίταξα έναν προς έναν.
Ο Τζέικομπ με τον Έντουαρτ κοιτάχτηκαν για λίγο και ο Τζέικομπ πήγε ξανά να με πλησιάσει για να με πάρει από κοντά του την στιγμή που ο Έντουαρτ σφύριξε συνθηματικά στον Φλικ.
«Φλικ κοντά μου τώρα» του φώναξα και ο Φλικ παρακούοντας την εντολή του Έντουαρτ ήρθε αμέσως δίπλα μου... Ο Τζέικομπ για λίγο ακινητοποιήθηκε και κοίταξε τον Έντουαρτ με απορία, εκείνος έβαλε το κεφάλι του πάνω στο πάτωμα και βόγκηξε βήχοντας με ένταση πριν μιλήσει ξανά.
«Που να σε πάρει Μπέλλα... τι πρέπει να κάνω για να καταλάβεις ότι δεν υπάρχει τίποτα για να γλυτώσεις εδώ εκτός τον ίδιο σου τον εαυτό... Ο Τζέικομπ μπορεί να σε προστατέψει...»
«Αν είναι το ίδιο ψεύτης με σένα... πολύ αμφιβάλω» του χτύπησα διακόπτοντας τον και γύρισε την ματιά του προς το μέρος μου... «Η συμφωνία ήταν, μέχρι εγώ να βαρεθώ και να φύγω» του δήλωσα και μόλις πήγα κοντά του... του έλυσα και το δεύτερο του χέρι και τον άρπαξα από τα πέτα του ανασηκώνοντας τον... «Θα σηκωθείς στα πόδια σου ή προτιμάς να σε σύρω μέχρι το αυτοκίνητο»
«Μπέλλα...»
«Οκ αφού προτιμάς να σε σύρω...» του είπα και τον άφησα πάλι στο πάτωμα... «Φλικ πιάστου το ένα μπατζάκι, θα του πιάσω εγώ το άλλο»
«Γαμώτο σου Μπέλλα σταμάτα...» προσπάθησε ξανά και χωρίς να αντέχω άλλο με όλη μου την δύναμη του έδωσα ένα δυνατό χαστούκι που τον έκανε να γυρίσει από την άλλη.
«Μην με αναγκάσεις να σου σπάσω το κεφάλι για να σε πάρω από εδώ το κατάλαβες;... Από εδώ μέσα δεν φεύγω αν δεν σε πάρω μαζί μου... Διάλεξε με ποιον τρόπο θες να φύγεις» του είπα πιο επιτακτικά ενώ το αίμα μου ανέβαινε στο κεφάλι μου και εκείνος έμεινε ακίνητος να μαζεύει τις σκέψεις του.
«Αυτή είναι η τελευταία σου απόφαση;» με ρώτησε ο Τζέικομπ και γύρισα προς το μέρος του.
«Ναι» είπα με τον ίδιο τόνο και ο Τζέικομπ κοίταξε για λίγο τον Έντουαρτ.
«Ξέρεις τις συνέπειες... Τα αποτυπώματα σου είναι παντού» είπε και το πρόσωπο του Έντουαρτ γύρισε προς το μέρος μου πιο σκληρό.
Κοίταξα για λίγο γύρω μου και μόλις είδα το αίμα στα ρούχα του, έβαλα τα χέρια μου απάνω τους, σηκώθηκα και άρχισα να ακουμπάω τα χέρια μου όπου έβρισκα σε όλα τα αντικείμενα που υπήρχαν μπροστά μου, με τέτοια μανία που όποιος με έβλεπε εκείνην την στιγμή, σίγουρα θα νόμιζες ότι μου είχε στρίψει τελείως.
Πλησίασα το βρώμικο τζάμι και τεντώνοντας το χέρι μου έγραψα πάνω στην σκόνη... Ιζαμπέλλα Σουαν.
«Αυτό φτάνει;» τους ρώτησα ειρωνικά.
«Τα έχεις παίξει τελείως;» ούρλιαξε ο Έντουαρτ αλλά εγώ κοίταζα μόνο τον Τζέικομπ.
«Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εκείνον... Αν εκείνος χαθεί, θα χαθώ και εγώ μαζί του... αν όχι σωματικά, σίγουρα ψυχικά... Τι άλλο μου μένει να κάνω;» τον ρώτησα με παράπονο ενώ η ανάσα μου έσβηνε και εκείνος με έκλεισε στην αγκαλιά του και πήρε μια βαθιά ανάσα.
«Θα είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα εκεί έξω... Να προσέχεις και την σκιά σου... Ο αδελφός μου δεν πρόκειται να το αφήσει έτσι αυτό» ψιθύρισε στο αυτί μου και κοκάλωσα... Πήγα λίγο πιο πίσω και τον κοίταξα με απορία... «Έλα να σε βοηθήσω να τον πάμε στο αμάξι του» μου είπε και προσπερνώντας με, πήγε κοντά στον Έντουαρτ... «Είχες δίκιο... Είναι σπάνια και εσύ πολύ κωλόφαρδος... Ελπίζω μόνο να μην τα κάνει όλα αυτά τσάμπα» του είπε και μόλις τους πλησίασα κοίταξα τον Έντουαρτ βλοσυρά στα μάτια.
«Τόλμα να τα παρατήσεις και τα λέμε» τον απείλησα και εκείνος κούνησε το κεφάλι του αρνητικά αδύναμα αλλά δεν το σχολίασε.
Μόλις τον σηκώσαμε όρθιο, βόγκηξε αδύναμα και το σώμα του πάνω στο σώμα μου, ένιωσα να γίνεται μολύβι... δεν είχα πολύ χρόνο, έπρεπε να σκεφτώ γρήγορα, ήξερα ότι δεν μπορούσα να τον πάω σε νοσοκομείο και αυτό έκανε την αγωνία μου μεγαλύτερη αλλά δεν τα παρατούσα... Θα τον έσωζα ακόμα και αν χρειαζόταν να δώσω την δική μου ζωή για να μείνει εκείνος ζωντανός.
Με τον Φλικ οδηγό, φτάσαμε στο λαγούμι που είχε εκείνος φτιάξει για την διαφυγή του Έντουαρτ και με την βοήθεια του Τζέικομπ, τον περάσαμε από την άλλη μεριά και συνεχίσαμε την πορεία μας προς το Χάμερ του... Μόλις τον βάλαμε στο πίσω κάθισμα, έκλεισα την πόρτα και γύρισα προς τον Τζέικομπ.
«Τζέικομπ...» ξεκίνησα και εκείνος μου έκλεισε το στόμα με το ένα του χέρι.
«Μην πεις τίποτα... Ελπίζω να μην το μετανιώσεις αλλά έπρεπε να σε προειδοποιήσω Μπέλλα... Μαζί μου θα ήσουν ασφαλής» είπε για άλλη μια φορά και πήρα μια βαθιά ανάσα.
«Δεν ήθελα να σε πληγώσω περισσότερο αλλά Τζέικομπ δεν μπορώ να τον αφήσω... είναι όλη μου η ζωή» του είπα παρακλητικά και εκείνος κατένευσε.
«Αυτό το έχω καταλάβει... αλλά αν δεν επιβιώσει...»
«Θα επιβιώσει» είπα με πείσμα και ξεφύσησε.
«Δεν θα μπορέσω να κάνω τίποτα να σε γλιτώσω και αυτό είναι που με στεναχωρεί περισσότερο...» συνέχισε έτσι κι αλλιώς και τον κοίταξα συγκαταβατικά... «Να προσέχεις Μπέλλα»
«Θα προσέχω» υποσχέθηκα και με έκλεισε στην αγκαλιά του... «Ο αδελφός σου είναι ο Χάντερ, έτσι δεν είναι;» ρώτησα και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα έκανε προς τα πίσω και κατένευσε ενώ απέφυγε την ματιά μου... «Είσαι και εσύ σαν και αυτούς;» ρώτησα και στην αρχή με κοίταξε στα μάτια για λίγο προβληματισμένος αλλά τελικά κούνησε το κεφάλι του αρνητικά.
«Εγώ είμαι μόνο ο μεσάζοντας» διευκρίνισε.
«Ο δικός σας είπε ότι θα του κόψει τα φτερά... Τι σημαίνει αυτό;» τον ρώτησα και τότε με κοίταξε με περισσότερη ελπίδα στα μάτια.
«Πράγματι δεν ξέρεις τίποτα για το τι δουλειά κάνει;...» κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου και πήρε μια ανακουφιστική ανάσα... «Κράτα το έτσι Μπέλλα... ίσως αυτό να σου σώσει την ζωή... Μην το ψάξεις περισσότερο... η άγνοια θα σου σώσει την ζωή» είπε και χωρίς να περιμένει να ανταποκριθώ μου έδωσε ένα φιλί πάνω στην κορυφή του κεφαλιού μου και καθώς μου χάιδεψε το πρόσωπο με κοίταξε για τελευταία φορά... «Καλή τύχη» μου είπε και γύρισε προς τα πίσω.
Δεν έμεινα να τον δω να απομακρύνεται... τρέχοντας, πήγα στην θέση του οδηγού και αφού ρύθμισα το κάθισμα γύρισα το κεφάλι μου προς τα πίσω.
«Τα κλειδιά και το κινητό σου» διέταξα και ο Έντουαρτ με κοίταξε για λίγο με την σκληρή του ματιά αλλά αμέσως το έκανε και γέρνοντας προς το μέρος του πήγα να τα πάρω από την χούφτα του αλλά εκείνος κρατώντας το χέρι μου με ανάγκασε να τον κοιτάξω.
«Αν τα καταφέρω... θα σε σαπίσω στο ξύλο» απείλησε με τραχιά φωνή και εγώ του το ανταπέδωσα.
«Αν δεν τα καταφέρεις... θα σε κυνηγάω στις υπόλοιπες ζωές σου, μέχρι να σε βρω και να σου κάνω ακριβός το ίδιο... Κράτα τα μάτια σου ανοιχτά» είπα και αφού τράβηξα το χέρι μου από το δικό του, αφήνοντας το κινητό απάνω στα πόδια μου, έβαλα μπρος και μόλις ασφάλισα και την ζώνη μου άρχισα να τρέχω σαν τον άνεμο.
Τζέικομπ
Έτρεξα σαν τον τον τρελό προς τα πίσω και μόλις έφτασα στο καλυβάκι που ήταν μέσα ο Έντουαρτ πριν, πριν προλάβουν οι άλλοι να γυρίσουν, πήρα την βενζίνη και αφού έριξα αρκετή ποσότητα σε όλα τα σημεία... άναψα τον ζίπο μου και αφού βγήκα από την καλύβα τον πέταξα μέσα και η καλύβα αμέσως πήρε φωτιά.
«Πρόδωσες τον ίδιο σου τον αδελφό για ένα τσουλάκι;» άκουσα την φωνή του Ντέιμον από πίσω μου και έμεινα παγωμένος στην θέση μου.
«Αν την γνώριζες καλύτερα, θα έκανες ακριβός το ίδιο» του απάντησα με αυτοπεποίθηση καθώς γύρισα προς το μέρος του και εκείνος μου άστραψε ένα χαστούκι που με έκανε να σωριαστώ στο πάτωμα... Γονατίζοντας έμεινε από πάνω μου και με κοίταξε σκληρά.
«Είχαμε συμφωνήσει να μου την παραδώσεις και εσύ πήγες και την παρέδωσες σε εκείνον;» ρώτησε δύσπιστα.
«Ντέιμον...»
«Όποιος τολμάει να μου την φέρνει πισώπλατα, ξέρεις πολύ καλά τι παθαίνει» είπε ψυχρά και οπλίζοντας το όπλο του το εναπόθεσε πάνω στο κούτελο μου και άρχισα να τρέμω.
«Ντέιμον, λογικεύσου... είμαι ο αδελφ....» η ριπή του όπλου πήρε την τελευταία μου λέξη μακριά ενώ το σώμα μου έπεφτε άψυχο στο χώμα και έμεινε ακίνητο για πάντα.
2 σχόλια:
ΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΧΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!! ΓΙΑΤΊ ? ΓΙΑΤΊ ? ΓΙΑΤΊ ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΣΚΟΤΩΣΕς ΤΟΝ ΣΤΕΦΑΝ ?...εεε τον Τζεικομπ εννοούσα....συγγνωμη...ΓΙΑΤΊ ???????????????????????????????????
γιατί ήθελα να δείξω όλην την κακία του Ντέιμον ;)
Δημοσίευση σχολίου