Χωρίς να έχει ηρεμήσει ακόμα, ένιωσα το σώμα της να παραλύει ενώ τα χέρια της χαλάρωναν από το σφιχτό τους κράτημα και μόλις άκουσα το σιγανό της, ιδιαίτερο ροχαλητό, πήρα μια ανάσα.
Την έβαλα απαλά πάνω στα μαξιλάρια της σκεπάζοντας την και μόλις σηκώθηκα κοίταξα τον Φλικ και εκείνος γρύλισε με παράπονο.
«Τελείωσε, προχώρα» του είπα επιβλητικά ψιθυρίζοντας για να μην την ξυπνήσω πάλι με το χέρι μου να δείχνει την πόρτα… Την στιγμή που πήγα να κάνω ένα βήμα, εκείνος άρχισε να με τραβάει από το μπατζάκι γρυλίζοντας παρακλητικά χωρίς να με αφήνει να φύγω και την στιγμή που τον έπιασα από το κολάρο για να τον ξεκολλήσω από πάνω μου, η Μπέλα άρχισε να βογκά λες και κάποιος της έδινε μπουνιές στο σώμα και ξαφνιασμένος γύρισα προς το μέρος της.
Σε κάθε βογκητό το σώμα της τινάζοταν και εκείνη έχανε την ανάσα της ενώ χωρίς να αντιστέκεται ούτε στο ελάχιστο… Στα αόρατα χτυπήματα μετακινούσε το σώμα της πάνω στο κρεβάτι τόσο απότομα που λίγο ήθελε να πέσει από κάτω... Χωρίς να σκεφτώ την κίνηση μου άφησα τον Φλικ από το κράτημα μου και την πρόλαβα ακριβώς την στιγμή που ήταν έτοιμη να χτυπήσει το κεφάλι της πάνω στο κομοδίνο.
Με το που ένιωσε το άγγιγμα μου αυτόματα ακινητοποιήθηκε και βρίσκοντας την ανάσα της, το σώμα της χαλάρωσε και άρχισε πάλι να χάνετε μέσα στα όνειρα με το χαρακτηριστικό ροχαλητό της να επανέρχεται... Γύρισα αυτόματα την ματιά μου προς τον Φλικ σοκαρισμένος.
«Αυτό γίνεται κάθε βράδυ;... Γι αυτό έρχεσαι στο δωμάτιο της;» ρώτησα καθώς διαπίστωνα μόλις τον λόγο που δεν μπορούσε να μείνει μακριά της… Εκείνος τότε αφήνοντας έναν λυγμό, έσκυψε το κεφάλι του και ερχόμενος κοντά μου έτριψε την μουσούδα του πάνω στο παντελόνι μου παρακαλώντας με.
Δεν ήξερα τι να σκεφτώ... Φταίω εγώ γι αυτό;... Ποιος άλλος ρε μαλάκα;... μου απάντησε η φωνή της λογικής και την κοίταξα χωρίς να ξέρω τι να κάνω.
Βάζοντας την ξανά πιο καλά πάνω στα μαξιλάρια, έφτιαξα τα σκεπάσματα της που είχαν γίνει ένα κουβάρι και κάνοντας πιο πίσω έμεινα να την κοιτώ αναποφάσιστος... Δεν είχα αισθήματα, δεν μετάνιωνα ποτέ για τίποτα... Ότι έκανα το έκανα γιατί ήξερα ότι πάντα πιάνει αυτός ο τρόπος ώστε να τους επιβληθώ πιο γρήγορα, αλλά μόλις είδα να το επαναλαμβάνει μετά από λίγο, κάτι μέσα μου έσπασε και έμεινα ξέπνοος να την κοιτάζω την στιγμή που την συγκράτησα πριν χτυπήσει πουθενά.
«Τι σου έχω κάνει;» ψιθύρισα και αμέσως το αίσθημα της τύψης ήρθε και φώλιασε μέσα μου διαλύοντας κάθε λογική.
Γύρισα την ματιά μου προς τον Φλικ και εκείνος με κοίταξε με πόνο...
«Τι κάνεις για να την σταματήσεις;» τον ρώτησα και ερχόμενος κοντά μου άφησε το κεφάλι του πάνω στα πόδια μου και έμεινε εκεί χωρίς να κουνιέται.
«Κοιμάσαι μαζί της πάνω στο κρεβάτι;» τον ρώτησα και σηκώνοντας το κεφάλι του γρύλισε παραπονιάρικα... «Και πιάνει;» ρώτησα σαν ηλίθιος ενώ ήξερα ήδη την απάντηση και εκείνος ανταποκρίθηκε με τον ίδιο τρόπο για να το επιβεβαιώσει.
Όσο την ακούμπαγα εκείνη συνέχιζε τον ύπνο της τόσο ήρεμα που σε έκανε να νιώθεις ότι δεν την βασάνιζε τίποτα, αλλά όσο δεν ένιωθε τίποτα δίπλα της πάλευε με τον ίδιο της τον εαυτό... Τι μπορούσα να κάνω τώρα εγώ γι αυτό;... Αναρωτήθηκα και για μια στιγμή μου πέρασε η ιδέα να κοιμηθώ μαζί της αλλά δεν τόλμαγα να το κάνω... Ίσως αν δεν ένιωθα τόσο διαλυμένος να το έκανα αλλά τώρα δεν το διακινδύνευα με τίποτα... Τουλάχιστον μέχρι να χαντακώσω μέσα μου αυτό τον φριχτό πόνο και κουνώντας το κεφάλι μου προς τον Φλικ του έδωσα την άδεια να πάει κοντά της.
Εκείνος ανεβαίνοντας αμέσως πάνω στο κρεβάτι ξάπλωσε δίπλα της και αυτόματα έκανα πιο πίσω αλλά δεν έφυγα πριν σιγουρευτώ ότι εκείνη θα ήταν καλά.
Λες και τον μυρίστηκε, γύρισε το σώμα της προς την μεριά του και τυλίγοντας το χέρι της γύρω από το σώμα του πήρε μια ανακουφιστική ανάσα και δεν ξανακουνήθηκε ούτε στο ελάχιστο.
Μπέλα
Για έναν περίεργο λόγο σήμερα ένιωθα μια απίστευτη εφορία και με τον Φλικ τελειώσαμε πολύ πιο γρήγορα τις ασκήσεις μας από ότι συνήθως και πριν να πάω στο γυμναστήριο να τον βρω σκέφτηκα να πάω να πάρω ένα μπουκαλάκι νερό... Μπαίνοντας όμως μέσα στην κουζίνα έμεινα στήλη άλατος.
Εκείνος φορώντας ένα εντυπωσιακό γκρι κουστούμι, καθόταν στην συνηθισμένη του θέση στο τραπέζι και πίνοντας τον καφέ του, διάβαζε την εφημερίδα του ακίνητος σαν άγαλμα... Ήταν τόσο εντυπωσιακός... τόσο... Αχχχχ Χριστέ μου... δεν έχω λόγια.
Πριν πάρει είδηση ότι τον χαζεύω και αρχίσει πάλι τις ειρωνείες, συνέχισα την πορεία μου προς το ψυγείο ενώ τον καλημέριζα.
«Καλημέρα...» είπα και με αέρινες σχεδόν χορευτικές κινήσεις πέρασα από δίπλα του αλλά εκείνος δεν ανταποκρίθηκε και φτάνοντας στο ψυγείο συνέχισα... «Δεν έχει πολεμικές τέχνες σήμερα;» ρώτησα καθώς άνοιγα το ψυγείο αλλά η έλλειψη ανταπόκρισης από μέρους του με έκανε να γυρίσω προς το μέρος του με μεγάλη περιέργεια... Ποτέ δεν το συνήθιζε αυτό... Όσο νευριασμένος και να είναι μαζί μου πάντα ανταποκρίνεται, τι έπαθε σήμερα;... Αναρωτήθηκα και κάνοντας την κίνηση να ανοίξω το μπουκάλι μου, έμεινα παγωμένη να τον κοιτώ.
Κρατώντας την εφημερίδα του σταθερά είχε καρφωμένη την ματιά του απάνω της αλλά από το σημείο που ήμουν μπορούσα να διακρίνω ότι όχι μόνο δεν την διάβαζε αλλά και ότι και να ήταν αυτό που τον προβλημάτιζε ήταν πάρα πολύ σοβαρό... Σαν άγαλμα ακίνητος και ανέκφραστος παρέμενε στην ίδια θέση χωρίς κανένα συναίσθημα να εκφράζεται στα υπέροχα χαρακτηριστικά του, ενώ ακόμα και η αναπνοή του ήταν τόσο ρηχή που μετά βίας μπορούσα να διακρίνω την κίνηση του σώματος του την στιγμή που έπαιρνε ανάσα... Πριν σκεφτώ τις κινήσεις μου άφησα το μπουκάλι πάνω στον μπάγκο και έτρεξα κοντά του.
«Έντουαρτ είσαι καλά;» ρώτησα με την καρδιά μου να είναι έτοιμη να διαλύσει το στήθος μου από την αγωνία, ενώ βάζοντας το ένα μου χέρι πάνω στον λαιμό του και το άλλο πάνω στο μάγουλο του, τον ανάγκαζα να με κοιτάξει.
Η ματιά του ήταν τόσο άδεια που με έκανε να τρελαθώ... Χριστέ μου τι του συμβαίνει;... αναρωτήθηκα και πριν προλάβω να κάνω δεύτερη σκέψη εκείνος απομάκρυνε τα χέρια μου από πάνω του ενώ σηκωνόταν όρθιος… Καθώς δίπλωσε την εφημερίδα του, την έβαλε κάτω από την μασχάλη του και παίρνοντας τον καφέ του στο χέρι, άρχισε να απομακρύνετε αλλά πριν βγει από την κουζίνα χωρίς να γυρίζει προς το μέρος μου, διέταξε με παγερή φωνή...
«Φτιάξε κάτι να φας για πρωινό και μόλις τελειώσεις, κάνε ένα μπάνιο, άλλαξε και έλα να με βρεις στην βιβλιοθήκη» και εξαφανίστηκε χωρίς να περιμένει ανταπόκριση ενώ σοκαρισμένη ακόμα κοίταγα την πόρτα που είχε φύγει χωρίς να είμαι ικανή να κάνω ούτε μια λογική σκέψη.
Το γρύλισμα του Φλικ με επανέφερε στην πραγματικότητα και γονατίζοντας άνοιξα την αγκαλιά μου για εκείνον και εκείνος αμέσως δέχθηκε την πρόσκληση, βάζοντας το κεφάλι του να ακουμπήσει πάνω στον ώμο μου χωρίς να σταματά να γρυλίζει παραπονιάρικα.
«Σσσς... αγόρι μου... ότι και να έχει θα του περάσει... είναι σκληρό καρύδι» του είπα για να το πιστέψω περισσότερο εγώ και εκείνος κάνοντας ένα βήμα προς τα πίσω με κοίταξε με παράπονο.
«Θα του περάσει» είπα χαϊδεύοντας την μουσούδα του και κοιτώντας άλλη μια φορά προς το μέρος που εκείνος είχε εξαφανιστεί αναστέναξα και κοίταξα για άλλη μια φορά τον Φλικ.
«Πεινάς;» τον ρώτησα και εκείνος γαβγίζοντας μια φορά άρχισε να τρέχει προς το ψυγείο... Αφήνοντας την ανάσα μου να βγει βαριά κοίταξα άλλη μια φορά προς την πόρτα και σηκώθηκα να ετοιμάσω κάτι να φάμε.
Πηγαίνοντας προς το κρεβάτι, σήκωσα ψηλά το φόρεμα που μου είχε αφήσει και έκανα μια αηδιαστική γκριμάτσα γυρίζοντας προς το μέρος του Φλικ...
«Με φαντάζεσαι μέσα σε αυτό;» τον ρώτησα... «Σαν να είμαι στέλεχος σε καμία μεγάλη εταιρία θα νιώθω» συμπλήρωσα και εκείνος γάβγισε μια φορά επιβεβαιώνοντας μου ότι δεν άρεσε ούτε σε εκείνον... αλλά τι να κάνουμε, ήταν εντολή του αφεντικού... Μπορούμε εμείς να φέρουμε αντίρρηση;;;
Πετώντας την πετσέτα πάνω στο κρεβάτι έβαλα τα μαύρα εσώρουχα που μου είχε αφήσει και φορώντας το καλσόν που ήταν στο χρώμα του ποδιού μου σήκωσα το φόρεμα άλλη μια φορά και το κοίταξα αναστενάζοντας... Ήταν ένα κλασικό φόρεμα σε μαύρο χρώμα που έφτανε κάτω από το γόνατο σε στενή γραμμή που θα χρειαστεί να κάνω οχτάρια για να καταφέρω να περπατάω σωστά, ενώ το μπούστο το κάλυπτε ένα ενσωματωμένο διάφανο μαύρο μπλουζάκι με μανίκι για να μην αποκαλύπτει τίποτα από το στήθος με μια λεπτή ζώνη να δένει στην μέση.
Το φόρεσα και μόλις έκατσα στο κρεβάτι πήρα τα απλά κλασικά μαύρα τακούνια για να τα φορέσω αλλά μόλις πάτησα το πόδι μου κατάλαβα αμέσως ότι δεν την βγάζω καθαρή... Η ραφή του παπουτσιού σφήνωνε πάνω στον τέντωνα και χωρίς ακόμα να τα πατήσω ήμουν σίγουρη ότι θα γεμίσω με πληγές και φουσκάλες μέχρι το τέλος της ημέρας και αναστέναξα απελπισμένα... αλλά τι μπορούσα να πω;
Παίρνοντας τα παπούτσια στο χέρι έτρεξα στην βιβλιοθήκη και αφού έκανα πρώτα τον σταυρό μου παρακαλώντας από μέσα μου να μην τα κάνω πάλι σκατά, φόρεσα τα παπούτσια μου και χτύπησα την πόρτα...
«Πέρασε μέσα» άκουσα την φωνή του και κρατώντας την ανάσα μου άνοιξα την πόρτα και άρχισα να προχωρώ απελπιστικά αργά προσέχοντας να περπατώ σωστά αλλά τα κολωπάπουτσα με πούλησαν, έτσι σε ένα μου βήμα εκεί που η ραφή χτύπησε πάνω στο νεύρο, με έκανε να χάσω την ισορροπία μου και φαρδιά πλατιά βρέθηκα για άλλη μια φορά στο πάτωμα πέφτοντας πάνω σε ένα έπιπλο που ήταν μπροστά μου ενώ το βάζο που υπήρχε επάνω πέρασε ξυστά από το πρόσωπο μου και καταλήγοντας στο πάτωμα, έγινε κομμάτια.
«Γαμώτο... κολωπάπουτσα» έβρισα από τα νεύρα μου χωρίς να το σκεφτώ άλλα μόλις συνειδητοποίησα τι έκανα, παγωμένα γύρισα την ματιά μου προς το μέρος του απολογητικά αλλά εκείνος δεν με κοίταζε.
Με το χέρι του να τρίβει με μανία τα μάτια του έπαιρνε βαθιές ανάσες για να καλμάρει την ένταση του και αμέσως ένιωσα ότι την είχα άσχημα γι αυτό... Κοιτώντας γύρω μου τον χαμό, έκατσα πάνω στα πόδια μου και αρχίζοντας να μαζεύω τα σπασμένα έλεγα ακατάπαυστα.
«Συγνώμη... θα τα μαζέψω...» πριν ολοκληρώσω την φράση μου ήταν δίπλα μου και κρατώντας τα χέρια μου μέσα στα δικά του με διέκοψε απότομα και αναπήδησα από το ξάφνιασμα.
«Άστα όπως είναι θα τα μαζέψω εγώ, δεν έχω όρεξη για αίματα πρωί πρωί» είπε με σκληρή φωνή ενώ παίρνοντας με στα χέρια του πριν προλάβω να καταλάβω τι είχε μόλις συμβεί, με πήγε προς την καρέκλα που είχα κάτσει και την πρώτη φορά που είχα έρθει για εκείνην την περιβόητη συνέντευξη ενώ αφήνοντας με απάνω της, απαλά γύρισε προς τα πίσω για να μαζέψει ότι έσπειρα στο πέρασμα μου.
Δεν ήξερα τι να σκεφτώ... Η σημερινή του συμπεριφορά δεν είχε προηγούμενο... Τι μύγα τον είχε τσιμπήσει;... αναρωτήθηκα γυρίζοντας προς το μέρος του αλλά μόλις το επιβλητικό του βλέμμα συναντήθηκε με το δικό μου γύρισα ξανά προς την ευθεία και σμίγοντας τα χέρια μου άρχισα να τα κοιτώ επίμονα με ένα αίσθημα ντροπής.
Την στιγμή που τον ένιωσα να περνάει από δίπλα μου για να κάτσει στο γραφείο του, δεν άντεξα άλλο και έλυσα την σιωπή μου.
«Συγνώμη γι αυτό, πραγματικά έχω αρχίσει και νιώθω τύψεις...» είπα σιγανά κοιτώντας τον μετανιωμένη και εκείνος λες και του είχα χτυπήσει κάποια ευαίσθητη χορδή, γύρισε απότομα προς το μέρος μου κοιτώντας με, με ένα ανεξιχνίαστο βλέμμα που δεν μπορούσα να αποκωδικοποιήσω και ξέπνοα συνέχισα... «Πρέπει να σου έχω στοιχίσει μια περιουσία με όλα όσα έχω καταστρέψει» διευκρίνισα τι εννοούσα παγωμένη με σοκαρισμένο ύφος από την αντίδραση του ενώ το μυαλό μου δούλευε πυρετωδώς.
Υπάρχει περίπτωση να είναι αυτό;... Υπάρχει περίπτωση να τον βασανίζουν τύψεις; Γι αυτό και έχει αυτήν την συμπεριφορά;... Ωωω έλα τώρα για τον Έντουαρντ μιλάμε... ειρωνεύτηκε η φωνή της λογικής αλλά η φωνή της καρδιάς διαφωνούσε κάθετα... Άνθρωπος είναι Μπέλα όχι ρομπότ... είπε και κατάπια με δυσκολία το σάλιο μου ακόμα παγωμένη στην ίδια θέση... Ναι αλλά γιατί;... Τι άλλαξε;... Αν όντως ένιωσε κάτι, τι μπορεί να το προκάλεσε;... Αναπάντητα ερωτήματα βασάνιζαν το μυαλό μου που η φωνή του τις απέσπασε αμέσως.
«Μην ανησυχείς γι αυτό, άλλωστε τα βαριέμαι γρήγορα και τα αλλάζω κατά καιρούς» είπε αδιάφορα με παγερή φωνή ενώ καθόταν στην καρέκλα του και σμίγοντας τα φρύδια μου με απορία δεν μπόρεσα να μην τον ρωτήσω.
«Είσαι σίγουρα καλά;» είπα με αγωνία στην φωνή μου και χαμογέλασε με το συνηθισμένο του χαμόγελο.
«Σταμάτα να ανησυχείς Μπέλα, για μένα μιλάμε» είπε εκείνος ψυχρά αλλά εγώ κουνώντας το κεφάλι μου αρνητικά με πείσμα, δεν το έβαζα κάτω.
«Όχι, κάτι έχεις» επέμενα και ξεφύσησε απηυδισμένος.
«Προέκυψε κάτι, αλλά θα το επιλύσω πολύ γρήγορα... Μην σκοτίζεσαι με αυτά» συνέχισε εκείνος με το δικό του πείσμα και αναστέναξα.
«Μπορώ να βοηθήσω σε κάτι;» προσφέρθηκα και με κοίταξα ζαρώνοντας τα φρύδια του.
«Να βοηθήσεις σε τι;» ρώτησε ειρωνικά με το στραβό του χαμόγελο να τρεμοπαίζει στα χείλια του και πήρα μια ανακουφιστική ή ανάσα... Ο Έντουαρντ που γνώριζα επιτέλους είχε γυρίσει.
«Δεν ξέρω...» είπα ανασηκώνοντας τους ώμους μου... «Απλά ρώτησα, άλλωστε γι αυτό δεν είμαι εδώ;... Υποτίθεται» είπα ξύνοντας το κούτελο μου νευρικά γιατί δεν είχα ιδέα τι έλεγα και το χαρακτηριστικό του γέλιο με έκανε να τον κοιτάξω... «Ξέρεις με τρόμαξες προς στιγμή» δεν μπόρεσα να χαλιναγωγήσω τον εαυτό μου ώστε να σταματήσω να εξωτερικεύσω αυτό που σκεπτόμουν και εκείνος αμέσως σοβάρεψε.
«Δεν έχει να κάνει με σένα... Απλά προέκυψε κάτι και χρειάζομαι λίγο χρόνο να βρω την λύση του... Αυτό είναι όλο...» συμπλήρωσε εκείνος και κοιτώντας προς τα πλάγια άνοιξε ένα συρτάρι του ενώ συνέχιζε... «Δεν βλέπω να μπορέσεις να την βγάλεις καθαρή με αυτά τα παπούτσια...»
«Οι ραφές τους με χτυπάνε στον τένοντα» επιβεβαίωσα και εκείνος κατένευσε σοβαρός ενώ βγάζοντας την αρμαθιά με τα κλειδιά που μου είχε δώσει ο Φλικ την ημέρα που πήγαμε να το σκάσουμε, την πέταξε και πιάνοντας την τον κοίταξα με απορία.
«Πήγαινε να βρεις κανένα ζευγάρι που να μπορείς να σταθείς απάνω τους και έλα να με βρεις στο γκαράζ» είπε και χωρίς να περιμένει απάντηση, σηκώθηκε και έφυγε αφήνοντας με πίσω να κοιτώ το κενό.
Σίγουρα ένιωσε τύψεις... Αυτή δεν είναι η συμπεριφορά που τον έχω συνηθίσει, αλλά γιατί;... αναρωτήθηκα για άλλη μια φορά και βγάζοντας τα παπούτσια μου άρχισα να τρέχω.
Από όλα τα παπούτσια που υπήρχαν μέσα στην ντουλάπα εμένα μου τράβηξε την προσοχή ένα ζευγάρι μοβ μποτάκια που έφταναν και κάλυπταν τον αστράγαλο μου αλλά για μια στιγμή το σκέφτηκα... Μόλις τα φόρεσα σίγουρα ένιωσα την διαφορά, ήταν σαφώς πιο άνετα και πιο εντυπωσιακά αλλά παρά ήταν μοντέρνα για την κλασικούρα που μου είχε δώσει να φορέσω... Θα θυμώσει πολύ αν αλλάξω και φόρεμα;... σκέφτηκα αλλά αμέσως τόλμησα να το κάνω... Αν όντως ένιωσε τύψεις τώρα θα φανεί... Αν δεν θυμώσει τότε σίγουρα κάτι τρέχει και δεν θα ησυχάσω αν δεν το μάθω.
Ψάχνοντας τα ρούχα μου, βρήκα μπροστά μου ένα εντυπωσιακό πολύ μοντέρνο φορεματάκι σε μοβ χρώμα στράπλες που ήταν αρκετά κοντό ενώ κάλυπτε όλες μου τις καμπύλες με ένα κομμάτι ύφασμα που ξεκίναγε από το μπούστο και κάνοντας φουφούλα μαζευόταν στο αριστερό μου πόδι… Αφού το άρπαξα, πήγα να αλλάξω αλλά περνώντας από την βιτρίνα που είχε μέσα τα αξεσουάρ και τα χρυσαφικά σταμάτησα και άρχισα να ψάχνω κάτι για να το συνδυάσω... Αυτά που μου τράβηξαν την προσοχή ήταν, μια μικρή καρδιά από φίλντισι με λευκόχρυση αλυσίδα, τρία ίδια χοντρά βραχιόλια που το σκάλισμα τους έκαναν σαν δέρμα κροκόδειλου και ένα δαχτυλίδι από πλατίνα που ήταν τόσο απλό αλλά και τόσο εντυπωσιακό που δεν μπορούσα να του αντισταθώ και παίρνοντας τα μαζί μου έτρεξα μέσα στο δωμάτιο μου, τα φόρεσα και άρχισα πάλι να τρέχω με τα παπούτσια στο χέρι για να μην καθυστερήσω περισσότερο...
Αλλά μόλις πέρασα από την γκαρνταρόμπα σταμάτησα ξανά και μπαίνοντας μέσα διάλεξα μια λευκή καπαρντίνα και ένα μοβ τσαντάκι στο ίδιο ύφος και χρώμα του παπουτσιού και φορώντας τα άρχισα να πηγαίνω με γρήγορο τροχάδην προς το γκαράζ.