Ετικέτες

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

Η αγάπη σου με σκοτώνει "10. Η κατάκτηση"




Όταν έφτασα στο μπαράκι του ξενοδοχείου έκατσα σε ένα απο τα ψηλά σκαμπό στο μπαρ και παράγγειλα ένα ουίσκι ανάβοντας ένα τσιγάρο για να ηρεμήσω... δεν πέρασε πολύ ώρα και ο Έντουαρντ ήρθε δίπλα μου με απολογητικό ύφος.

«μπορώ?» ρώτησε και τον κοίταξα ανασηκώνοντας το φρύδι μου, χωρίς να του απαντήσω... γύρισα μπροστά και πήρα άλλη μια ρουφηξιά απο το τσιγάρο και κράτησα τον καπνό για λίγο μέσα μου πριν τον αφήσω βγει απο τα χείλια μου.

«δεν ήξερα ότι καπνίζεις» έκανε μια προσπάθεια να ανοίξει κουβέντα και πήρα μια ρουφηξιά απο το ποτό μου.

«αλήθεια Έντουαρντ... πόσα ξέρεις για μένα?... του χτύπησα στην μούρη... μην κάνεις τον κόπο να το παίξεις καλός... δεν έχω τα νεύρα για να σε αντιμετωπίσω με ψυχραιμία» συνέχισα και παίρνοντας άλλη μια ρουφηξιά απο το τσιγάρο μου το έσβησα και συνέχισα να τον αγνοώ πίνοντας το ποτό μου.

«συγνώμη... είπε ξαφνικά και έβαλα τον αγκώνα μου πάνω στον πάγκο και αφού άφησα απαλά το πρόσωπο μου πάνω στην παλάμη μου γύρισα και τον κοίταξα ανασηκώνοντας το ένα μου φρύδι... ξέρω ότι είμαι ένα τέρας... συνέχισε και το ύφος του ήταν τόσο προβληματισμένο... και ξέρω ότι δεν σου αξίζω... αλλά... πήρε μια βαθιά αναπνοή... θέλω να σε μάθω»

«την βρίσκεις με τον πόνο του άλλου έτσι δεν είναι?»

«όχι με τον δικό σου» τον κοίταξα δύσπιστα

«ναι καλά... μας έπεισες τώρα» του είπα και γύρισα την ματιά μου προς την άλλη μεριά και έβαλε το χέρι του πάνω στο σαγόνι μου και με ανάγκασε να τον κοιτάξω.

«Μπέλα... ειλικρινά σου ζητώ συγνώμη... για όσα σου έκανα»

«τι άλλαξε?» τον ρώτησα αυστηρά και χαμογέλασε.

«γιατί με άφησες να κοιμηθώ στην αγκαλιά σου?» με ρώτησε πίσω και έσμιξα τα φρύδια μου

«που κολλάει αυτό?»

«μπορείς να μου απαντήσεις?» με ρώτησε παρακλητικά... πήρα μια βαθιά αναπνοή και ήπια άλλη μια γουλιά απο το ποτό μου.

«όσο και να θέλω να σε σκοτώσω... δεν μπορώ να σε βλέπω να υποφέρεις» παραδέχτηκα τελικά και γύρισα να δω το ύφος του.

«το ίδιο και εγώ... είπε και μου χαμογέλασε... έλα πάμε απάνω... είπε ξαφνικά και πήρε το ποτήρι μου απο τα χέρια... αυτό δεν σου προσφέρει τίποτα... συνέχισε και μου έτεινε το χέρι του και τον κοίταξα με απορία... Μπέλα χαλάρωσε... ξεχνάς ότι έχω υπογράψει το συμβόλαιο?... δεν μπορώ ούτε να ανασάνω αν δεν πάρω την άδεια σου... τι έχεις να φοβηθείς?»

«τότε γιατί ανασαίνεις ακόμα?» τον ρώτησα ειρωνικά και κράτησε την αναπνοή του και έμεινε να με κοιτάζει.

Τον κοίταζα και δεν το πίστευα ότι έκανε κάτι τέτοιο... του έδωσα μια απαλή μπουνιά στον ώμο του και ανασήκωσε το φρύδι του.

«κόψε την πλάκα» του είπα και γέλασα απαλά

«θα έρθεις?» με ρώτησε και μου έδωσε πάλι το χέρι του.

«έχω επιλογή?»

«όχι» είπε και άρπαξε το χέρι μου και με κατέβασε απο το σκαμπό... τύλιξε το ελεύθερο του χέρι γύρω απο την μέση μου και με οδήγησε προς το ασανσερ.

«τι άλλαξε?» τον ρώτησα με πραγματική περιέργεια.

«κοιμήθηκα καλά» είπε με ένα χαμόγελο και με έβαλε μέσα στο ασανσερ... έμεινα με ανοιχτό το στόμα να τον κοιτάζω με δυσπιστία.

«είσαι ανώμαλος» του πέταξα πάλι και άρχισε να γελάει δυνατά περνώντας το χέρι του μέσα απο τα μαλλιά του.

Όταν γυρίσαμε στο δωμάτιο άρχισε να ξεντύνετε και έμεινα να τον κοιτάζω ακόμα... δεν μπορούσα να πιστέψω ότι όλο αυτό ήταν αληθινό... μου ήταν αδύνατον να πιστέψω ότι επειδή κοιμήθηκε καλά στην αγκαλιά μου αυτό έκανε την καρδιά του να μαλακώσει... μου ήταν αδύνατον να το πιστέψω... δεν ήξερα τι να πιστέψω... με φρικάρει τελείως.

«θα ξαπλώσεις με τα ρούχα?» με ρώτησε την ώρα που ξάπλωσε και με κοίταξε χαμογελώντας.

«για να είμαι ειλικρινής δεν το βρίσκω άσχημη ιδέα, αυτήν την στιγμή»

«νόμιζα ότι σε ενοχλούν τα ρούχα όταν κοιμάσαι»

«τι ετοιμάζεις?» ρώτησα τελικά και γέλασε δυνατά.

«Μπέλα... είπε γελώντας ακόμα... δεν σε φρικάρω όταν είμαι στα πρόθυρα της τρέλας και σε φρικάρω όταν είμαι ήρεμος?»

«τι σχεδιάζεις Κάλεν?» του είπα ζαρώνοντας τα φρύδια μου πλησιάζοντας τον απειλητικά.

«έλα εδώ» είπε ήρεμα και άνοιξε την αγκαλιά του.

«προτιμώ να μείνω εδώ που είμαι» του είπα και γέλασε πάλι δυνατά.

«Μπέλα... δεν πρόκειται να σου κάνω την χάρη να πέσω στα γόνατα σου... αν θες να ξαπλώσεις ξάπλωσε αν όχι... εκεί είναι ο καναπές... καληνύχτα» είπε και γύρισε πλευρό βάζοντας το χέρι του κάτω απο το κεφάλι του και ξεφύσησε απελπισμένα.

Τον κοίταζα καλά καλά... κάτι ετοίμαζε είμαι σίγουρη... δεν μπορώ να τον εμπιστευτώ... όχι ξανά... έβγαλα τα ρούχα μου και πήγα στην άκρη του κρεβατιού ακόμα αναποφάσιστη... γιατί μου τα κάνει όλα αυτά???... ξάπλωσα γυρίζοντας του την πλάτη και προσπάθησα να χαλαρώσω αλλά μου ήταν αδύνατον... αυτός ήταν ικανός να με πνίξει στον ύπνο μου... μου αρέσει που λέω εκείνον ανώμαλο... μπορώ να χειριστώ τον θυμό του αλλά όταν είναι τόσο ήρεμος... Χριστέ μου με τρομάζει πάρα πολύ.

Έκλεισα τα μάτια και αποφάσισα να ηρεμήσω και να κοιμηθώ... τι μπορούσε άλλωστε να μου κάνει... πριν με πάρει ο ύπνος άρχισε πάλι να παλεύει... τελευταία στιγμή γλύτωσα την αγκωνιά του στα πλευρά μου πέφτοντας στο πάτωμα για να την αποφύγω... πήρα μια βαθιά ανάσα και ανέβηκα πάλι στο κρεβάτι... προσπάθησα να τον ξυπνήσω αλλά δεν ανταποκρινόταν... την στιγμή που γύρισε προς το μέρος μου τον ακινητοποίησα και τον κράτησα στην αγκαλιά μου και τότε πήρε μια βαθιά ανάσα και ηρέμησε.

Καθόμουν ακίνητη και του χάιδευα τα μαλλιά και εκείνος έσφιγγε τα χέρια του γύρω μου περισσότερο... με είχε ανάγκη όπως τον είχα και εγώ... αλλά ήταν ικανός να το παραδεχτεί?... μήπως αυτό προσπαθούσε να μου πει τόση ώρα?... γιατί πρέπει να είναι πάντα τόσο μυστήριος?... Χριστέ μου το ορκίζομαι ότι θα με τρελάνει.

Τα χάδια του και τα φιλιά του άρχισαν να με ξυπνάνε και ένα βογκητό ξέφυγε απο τα χείλια μου και όταν άνοιξα τα μάτια μου, εκείνος σταμάτησε.

«καλημέρα» είπε μελιστάλαχτα και τον κοίταζα με περιέργεια.

«καλημέρα» είπα με βαθιά φωνή απο τον ύπνο και μου χαμογέλασε... σηκώθηκε για να πάει στο μπάνιο και έβαλα τους αγκώνες μου πάνω στο στρώμα για τον κοιτάξω που απομακρύνονταν  σιγοτραγουδώντας.

Έδειχνε να έχει τα κέφια του, τώρα αυτό ήταν καλό?... ή να αρχίσω να ανησυχώ???... ξάπλωσα πάλι στο κρεβάτι και έκλεισα τα μάτια βάζοντας το χέρι μου πάνω στα μάτια μου για να τα σφραγίσω... το νερό στο μπάνιο έκλεισε και αμέσως μετά άνοιξε η πόρτα και ένιωσα την παρουσία του στο δωμάτιο... το άρωμα του πλημμύρισε τις αισθήσεις μου και προσπάθησα πολύ σκληρά να μην δείξω το πόσο με επηρέασε αυτό... το χέρι του αφαίρεσε το δικό μου απο τα μάτια μου και τα άνοιξα για να τον αντικρίσω.

«θα έδινα τα πάντα για να μάθω τις σκέψεις σου»

«δεν παίζω πια αυτό το παιχνίδι» του είπα και πήρα το χέρι μου απο το δικό του και αναστέναξε παραμερίζοντας τα μαλλιά μου απο το πρόσωπο μου χωρίς να αφήνει την ματιά μου.

«το μπάνιο είναι ελεύθερο... οι δικοί μου μας περιμένουν για πρωινό»

«σε ένα τέταρτο θα είμαι έτοιμη» είπα και ανασήκωσα το σώμα μου και έκανε πιο πίσω για να μου δώσει το ελεύθερο να σηκωθώ.

Κλείστηκα μέσα στο μπάνιο και προσπάθησα να ηρεμήσω την ταχυπαλμία μου... γιατί έχω ένα κακό προαίσθημα για όλα αυτά?... θέλω να πιστέψω ότι όντως κάτι άλλαξε μέσα του... αλλά δεν μπορώ.

Όταν βγήκα απο το μπάνιο ήταν αραχτός στον καναπέ, έτοιμος και ντυμένος να με περιμένει... ακόμα και με την πετσέτα του μπάνιου ένιωθα την ματιά του να με γδύνει... άνοιξα την ντουλάπα και έβγαλα ένα απλό άσπρο φόρεμα με μια κόκκινη κορδέλα που έδενε κάτω απο το στήθος μου και έπεφτε απάνω μου ριχτό σε άλφα γραμμή... έβγαλα και τα κόκκινα ψηλοτάκουνα παπούτσια μου και αφού φόρεσα τα δαντελωτά μου άσπρα εσώρουχα άρχισα να ντύνομαι και τον είδα απο το καθρέφτη που τσέκαρε κάθε μου κίνηση.

«το απολαμβάνεις?» τον ειρωνεύτηκα την στιγμή που έκατσα μπροστά απο τον καθρέφτη και άρχισα να μακιγιάρομαι.

«δεν φαντάζεσαι πόσο» είπε με βαθιά φωνή και την ώρα που τέντωσε το κορμί του, ο ερεθισμός του τεντώθηκε έτοιμος να εκραγεί.

«χαίρομαι... γιατί είναι το μόνο που θα έχεις απο μένα» του απάντησα και την στιγμή που έβαλα την μάσκαρα άρχισα να ψάχνω για το κόκκινο μου κραγιόν που ήξερα πολύ καλά ότι ήταν το κόκκινο πανί του.

Όταν αγόραζε κάποια κοπέλα απαιτούσε να φοράει κόκκινο κραγιόν και ήξερα ότι το έκανε επίτηδες γιατί αυτό το χρώμα τον εκνεύριζε... μόλις το πέρασα στα χείλια μου τον κοίταξα με την άκρη του ματιού μου που όλη του η έκφραση άλλαζε και ξαφνικά άλλαξε στάση στο σώμα του και αφού πήρε μια βαθιά ανάσα σηκώθηκε και έβαλε το σακάκι του.

«έτοιμη?» ρώτησε έχοντας την πλάτη του γυρισμένη.

«ναι» του απάντησα και αφού έβαλα στην κόκκινη μου τσάντα το κινητό και το πορτοφόλι μου την έβαλα κάτω απο την μασχάλη μου και διόρθωσα το κραγιόν μου, ικανοποιημένη απο το αποτέλεσμα.

Όταν κατεβήκαμε στο τραπέζι ήταν ακόμα ήρεμος και χαμογελαστός αλλά εμένα δεν με ξεγελούσε... το χέρι του στην μέση μου έσφιγγε λίγο περισσότερο απο το κανονικό και εγώ κρατιόμουν πολύ για να μην χαμογελάσω... όχι που θα με ξεγελάσεις... σκέφτηκα με ικανοποίηση και χαιρέτησα του δικούς του.

Το πρωινό ήταν ανάλαφρο μέχρι την στιγμή που χτύπησε το κινητό μου...

«Τζέικ... είπα και ο Έντουαρντ δίπλα μου τσιτώθηκε... συγνώμη... είπα και σηκώθηκα απο το τραπέζι για να μιλήσω πιο άνετα... βγήκα στο λόμπι και άρχισα να μιλάω μαζί του ήρεμα... συγνώμη με πήρε ο ύπνος και δεν κατάφερα να σε ξαναπάρω... ναι είμαι μια χαρά μην ανησυχείς... όχι μόλις τώρα τελειώσαμε το πρωινό μας και δεν ξέρω τι θα κάνω αργότερα... οκ θα τα πούμε σε ευχαριστώ που ανησυχείς για μένα... και εγώ σ’ αγαπώ» του είπα γλυκά και την στιγμή που πάτησα το κουμπί του μπλουτουθ για να τερματίσω την κλίση γύρισα απο την άλλη μεριά και έπεσα πάνω στον Έντουαρντ... αναπήδησα και σήκωσα την ματιά μου για να αντικρίσω την ματιά μου... έβραζε απο θυμό και δεν έκανε καν τον κόπο να το κρύψει.

«όλα καλά?» ρώτησε με προσποιητό ενδιαφέρον

«μια χαρά... εσύ?» τον ρώτησα στο ίδιο ύφος με το δικό του και τον είδα να σφίγγει το σαγόνι του.

«ποιος είναι αυτός ο Τζέικ?» είπε ευθέως χωρίς να κρύβει ποια τον εκνευρισμό του.

«δεν είμαι υποχρεωμένη να σου δώσω εξηγήσεις» του αντιγύρισα και με έπιασε απο τον αγκώνα και έγειρε προς το μέρος μου.

«είναι ο γκόμενος σου?... είπε μέσα απο τα δόντια του και γέλασα... απαιτώ να μου πεις... είπε και έσφιξε το χέρι μου πιο δυνατά... έχεις γκόμενο και δέχτηκες να έρθεις στο ταξίδι?»

«και εσένα τι σε νοιάζει... μήπως έχουμε κανονική σχέση και φοβάσαι μήπως σε απατώ???... μαζέψου Έντουαρντ και πάρε το χέρι σου απο πάνω μου... εκτός αν έχεις όρεξη για πρωινές εξομολογήσεις και απλά ξέχασες να με ενημερώσεις» του είπα ανασηκώνοντας τα φρύδια μου περιμένοντας την αντίδραση του και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα άφησε το χέρι μου και έκανε ένα βήμα πίσω.

Γυρίσαμε στο τραπέζι και ήμουν πολύ άσχημα ψυχολογικά ώστε να μπορέσω να κρύψω τον εκνευρισμό μου... η Έσμε έπιασε αμέσως την ατμόσφαιρα και άρχισε να μας κοιτάει καλά καλά.

«όλα καλά?... με ρώτησε ψιθυριστά και κούνησα το κεφάλι μου πίνοντας άλλη μια γουλιά απο τον καφέ μου... τότε γιατί έχεις αυτό το ύφος?» με προκάλεσε και με κοίταξε βαθιά στα μάτια.

«τι ύφος έχω δηλαδή» απάντησα προσπαθώντας να ηρεμήσω για να μην της δώσω άλλη λαβή για να συνεχίσει αλλά η απάντηση της ήρθε και με κάρφωσε στην καρδιά

«είναι σαν να έχει πεθάνει κάποιος» είπε και αφήνοντας άτσαλα το φλιτζάνι πάνω στο πιάτο, ο καφές πετάχτηκε και εγώ αναπήδησα για να μην λερωθώ αναπνέοντας γρήγορα.

Έμεινα για λίγο ακίνητη για να ελέγξω τα συναισθήματα μου και τα χέρια του Έντουαρντ στο πρόσωπο μου με ξάφνιασαν.

«είσαι καλά?» ρώτησε με ενδιαφέρον και γύρισα το βλέμμα μου προς το μέρος του και τον κοίταξα αποπροσανατολισμένα.

«εεε... ναι... είπα με τρεμάμενη φωνή και έκανα να σηκωθώ... με συγχωρείτε» είπα μόνο και άρχισα να τρέχω... ήθελα να ξεφύγω... ήθελα οπωσδήποτε να πάρω καθαρό αέρα... ένιωθα να πνίγομαι.

Πέρασα όπως, όπως απέναντι τον δρόμο με τα αυτοκίνητα να κορνάρουν περνώντας με δύναμη απο δίπλα μου και όταν έφτασα στο απέναντι πεζοδρόμιο σταμάτησα μπροστά στον τοίχο που χώριζε τον δρόμο απο τον ποτάμι και αφού έβαλα τα χέρια μου πάνω του λύγισα το σώμα μου μπρος τα πίσω και άφησα τα δάκρυα να ξεφύγουν σφίγγοντας τα δόντια μου.

Ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής μου... αυτή η μέρα με είχε στιγματίσει για πάντα... και κάθε χρόνο τέτοια μέρα δεν μπορούσα να ελέγξω τον εαυτό μου... το μόνο που ήθελα ήταν να φύγω μακριά... να φύγω μακριά απο όλους και απο όλα... ήθελα να μείνω μόνη μου και να αφήσω όλον μου τον πόνο να ξεσπάσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA