Ετικέτες

Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

Soulmates "40. Υπηρέτης του Φεγγαριού"



Προσοχή αυτό είναι το κανονικό κεφάλαιο 
της ιστορίας και όχι το προηγούμεν0. 
Το προηγούμενο που διαβάσατε μπήκε μόνο 
για να δείτε καλύτερα το κομμάτι της μεταμόρφωσης. 

Έντουαρτ

Μέσα στο σκοτάδι προσπαθούσα να σκεφτώ πολύ σκληρά τι ήταν καλύτερο να κάνω... Καθώς έβγαλα το περιδέραιο της από την τσέπη μου και το κράτησα στα χέρια μου εστίασα απάνω της και έμεινα για λίγο να την κοιτώ... Τα χαρακτηριστικά της δεν δήλωναν τίποτα αλλά δεν με ξεγελούσε, ο πόνος της για όσα στερήθηκε σίγουρα την έτρωγε ακόμα και ας μην το έδειχνε, τι θα μπορούσα εγώ να κάνω για να γιατρέψω αυτόν τον πόνο, πως θα μπορούσα ποτέ να φέρω την ισορροπία μέσα της;

Είχα αποτύχει σε όλα, ακόμα και αν έσπαγα την κατάρα, ακόμα και αν τον άφηνα να κερδίσει εκείνος το κορμί μου, ένα ήταν το σίγουρο, εκείνη δεν θα μπορούσε ποτέ ξανά να βρει την γαλήνη που αναζητούσε.

Μπέλλα

Με την άκρη του ματιού μου τον έβλεπα που είχε καρφώσει την ματιά του απάνω μου και ήθελα τόσο πολύ να ακούσω την σκέψη του αυτήν την στιγμή αλλά ίσως και καλύτερα που δεν μπορούσα, δεν ήθελα να ξέρω αν είχε ήδη παραιτηθεί... Δεν μπορούσα να το εξηγήσω αλλά αν μπορούσα να διαλέξω θα διάλεγα εκείνον και όχι απλά γιατί ήταν άδικο για εκείνον να του κλέψει κάποιος άλλος την ζωή αλλά γιατί του αξίζει να ζήσει μια ζωή όπως την έχει ονειρευτεί και δεν έχει καταφέρει ακόμα να την ζήσει.

Ο Έντουαρτ από πριν τον γνωρίσω μου είχε κινήσει τόσο το ενδιαφέρον που δεν μπορούσα να καταλάβω το γιατί... Δεν ήταν τόσο η ομοιότητα τους, ούτε καν τα κοινά τους χαρακτηριστικά, ήταν αυτή η ανιδιοτέλεια που τον έκανε να ξεχωρίζει, η ευγένεια της ψυχής του που τον έκανε να σου θυμίζει μια άλλη εποχή, ίσως και αυτήν που εγώ είχα μεγαλώσει, η καρδιά του που αγαπούσε με πάθος και δεν αδικούσε κανέναν, ίσως και το ότι μου θύμιζε εμένα όπως ήμουν κάποτε, δεν ξέρω και ίσως να μην το καταλάβω και ποτέ όμως όταν ένιωσα τον δικό μου Έντουαρτ έστω και για μια στιγμή τότε διχαστικά, η καρδιά μου άνηκε πάντα σε εκείνον και πάντα θα ανήκει πως μπορεί τώρα να είναι έτοιμη να τον αποχωριστεί;;; Όσο και να με τρομάζουν οι συνέπειες ξέρω ότι αυτό είναι το σωστό και θα το ακολουθήσω όμως αν τελικά δεν τον χάσω, αν καταφέρει να του κλέψει την ζωή; Τι αυτό θα μου κοστίσει;

Βγαίνοντας από το αυτοκίνητο ήρθε κοντά μου με ήρεμα βήματα και γυρίζοντας τον κοίταξα στα μάτια.

«Έτοιμος;» ρώτησα και κούνησε αρνητικά το κεφάλι του.

«Δεν νομίζω ότι θα είμαι ποτέ έτοιμος γι αυτό...» παραδέχτηκε καταβεβλημένα... «Αλλά μια ψυχή που είναι να βγει...» συνέχισε κάτω από την αναπνοή του και βάζοντας το χέρι μου πάνω στον ώμο του τον παρέσυρα προς το δέντρο που ήταν στο κέντρο του ξέφωτου πιο απομακρυσμένο από τα υπόλοιπα στο σημείο που το φεγγάρι το φώτιζε περισσότερο από όλα.

«Μπέλλα;...» ρώτησε φτάνοντας κοντά γυρίζοντας προς το μέρος μου και τον κοίταξα υπομονετικά δίνοντας του την άδεια να συνεχίσει... «Αν σου ζητούσα να διαλέξεις...» είπε με κόπο... «Ποιον θα διάλεγες από τους δύο μας;» ρώτησε την μοναδική ερώτηση που δεν ήθελα να απαντήσω και πήρα μια απελπισμένη ανάσα.

«Αυτή η ζωή σου ανήκει, θα βρω τρόπο να πάω κοντά του» του απάντησα ήρεμα και εκείνος κρύβοντας με μεγάλο κόπο τον πόνο που ένιωσε μέσα του αποφεύγοντας την ματιά μου με άφησε να τον οδηγήσω προς το σημείο που είχα επιλέξει για εκείνον.

«Οι αλυσίδες;» ρώτησε αγχωμένα καθώς τις είδε στο έδαφος και του έτριψα το μπράτσο παρηγορητικά.

«Είναι για να σε κρατήσουν μέχρι την τελική σου μεταμόρφωση για να προλάβουν να φύγουν ο Τζάσπερ με τον Τζέικοπ» εξήγησα και εκείνος κοίταξε προς το μέρος τους αγχωμένα.

«Αν δεν προλάβουν να φύγουν;» ρώτησε και γέλασα.

«Δεν θα σε αφήσω να τους κάνεις κακό» του δήλωσα και πήρε μια ανακουφιστική ανάσα.

«Δεν θα με αφήσεις μόνο μου έτσι δεν είναι;» με παρακάλεσε και του το επιβεβαίωσα.

«Ούτε για ένα λεπτό»

Καθώς κατένευσε πλησίασε προς το δέντρο πιο αποφασιστικά μόνος του και γύρισε την ματιά του προς το μέρος μου.

«Τότε είμαι έτοιμος... Μάλλον» είπε με περισσότερο θάρρος και ένιωσα ένα πόνο να διαλύει το στήθος μου... Πόσα μπορεί να θυσιάσει για τους άλλους;... αναρωτήθηκα για μια στιγμή και αυτό για λίγο με έκανε να τρομοκρατηθώ.

Πλησιάζοντας τον, χωρίς να πω κάτι, έδεσα τις αλυσίδες σφιχτά γύρω από το κορμί του και αφού έδεσα και τα χέρια του με άλλες αλυσίδες ξεχωριστά έκανα το γύρω του κορμιού του και στάθηκα μπροστά του.

«Τι πρέπει να κάνω τώρα;» ρώτησε ενώ η ανάσα του έτρεμε στην προσπάθεια του να πάρει μια επαρκή ανάσα για να καταφέρει να καταλαγιάσει το άγχος του.

«Άσε το ένστικτο σου να σε καθοδηγήσει, όταν θα είσαι έτοιμος να σπάσεις την κατάρα θα το καταλάβεις» του είπα απλά και εκείνος κατένευσε καθώς κοίταξε για λίγο γύρω του... Μόλις η ματιά του καρφώθηκε πάνω στο φεγγάρι έμεινε εκεί για λίγο πριν γυρίσει προς το μέρος μου ξανά.

«Αν δεν τα καταφέρω...»  ξεκίνησε να πει αλλά δεν τον άφησα να συνεχίσει.

«Θα τα πας μια χαρά...»

«Αν δεν τα καταφέρω...» επανέλαβε διακόπτοντας με, με περισσότερο πείσμα... «Θέλω να ξέρεις...» βάζοντας το χέρι μου πάνω στα χείλια του έκοψα την φράση του στην μέση κουνώντας το κεφάλι μου αρνητικά.

«Ότι θες να μου πεις τώρα κράτα το για να μου το πεις όταν θα τα καταφέρεις αλλιώς δεν θέλω να το ξέρω» του είπα κατηγορηματικά και κλείνοντας τα μάτια ξεφύσησε παραιτημένα και δεν είπε τίποτα άλλο.

Κάνοντας πιο πίσω του έδωσα λίγο χρόνο να συμβιβάσει τα μέσα του και μόλις άνοιξε τα μάτια του με κοίταξε με ένα βλέμμα που έκανε την άψυχη καρδιά μου να γίνει κομμάτια... Ήξερα τι ήθελε να μου πει αλλά δεν ήθελα να το επιβεβαιώσω, ήθελα να έχει έναν λόγο να παλέψει και να βγει νικητής.

Δεν πέρασε πολύ ώρα και η έκλειψη άρχισε να γίνεται εμφανής, μέσα στο δάσος επικρατούσε η απόλυτη ησυχία και καθώς το σώμα του Έντουαρτ άρχισε να τρέμει με κοίταξε τρομοκρατημένα.

«Δεν θα κρατήσει πολύ» υποσχέθηκα και σφίγγοντας τα δόντια, πήρε μια βαθιά ανάσα για να πάρει κουράγιο και κατένευσε χωρίς να πει κάτι.

Το σώμα του άρχισε να αντιδρά, πάλευε να πάρει την πραγματική του μορφή αλλά για κάποιον λόγο αυτό δεν γινόταν... Τα κόκαλα του άρχισαν να τρίζουν το σώμα του να ιδρώνει από την προσπάθεια αλλά και πάλι αυτό δεν ήταν αρκετό... Αποφάσισα να μην το πιέσω περισσότερο αλλά καθώς ένιωσα την φύση να ξυπνά και όλα τα ζώα να τρέχουν πανικόβλητα γύρισα προς τον Τζέικοπ και εκείνος μου ανταπέδωσε την ματιά.

«Ετοιμαστείτε, έρχονται» τους δήλωσα και ο Έντουαρτ άρχισε να τρομοκρατείτε ενώ ο Τζέικοπ με τον Τζάσπερ σήκωσαν την ασπίδα γύρω μας για να μας προστατέψουν ώστε να μην μπορούν να καταφέρουν να μας πλησιάσουν.

«Επικεντρώσου στον στόχο σου Έντουαρτ, ο Τζέικοπ και ο Τζάσπερ δεν θα τους αφήσουν να μας πλησιάσουν» του είπα αλλά εκείνος δεν κατάφερε να ηρεμήσει... Κοιτάζοντας γύρω του τρομοκρατημένος άρχισε να τρέμει περισσότερο ενώ ανάσανε τόσο γρήγορα που πραγματικά άρχισε να με ανησυχεί.

Σβήνοντας την απόσταση που μας χώριζε, κράτησα το πρόσωπο του μέσα στα δύο μου χέρια και τον ανάγκασα να με κοιτάξει.

«Δεν θα αφήσω κανέναν να σε πλησιάσει» του υποσχέθηκα και καθώς με κοίταξε με πληγωμένο ύφος με την ανάσα του να βγαίνει κοφτή μέσα από τα δόντια του κατένευσε χωρίς να έχει κουράγιο να μιλήσει από το σάστισμα του πόνου που βίωνε όλο του το κορμί.

«Σκέψου τι θες πραγματικά και όλα θα τελειώσουν γρήγορα» του είπα πιο απαλά και κλείνοντας τα μάτια του προσπάθησε να συγκεντρωθεί αλλά τα φώτα ενός αυτοκίνητου μας αποπροσανατόλισε όλους και αυτόματα γυρίσαμε την ματιά μας προς το μέρος που εκείνο ερχόταν.

Η έκλειψη είχε καλύψει πλέον όλο το φεγγάρι, ο αέρας είχε περιοριστεί, ο ήχος των φτερών από τα πουλιά που πετούσαν πάνω από το κεφάλι μας καθώς διασκορπίζονταν πανικόβλητα έφερναν ένα αεράκι που έσπαγε την αποπνικτική ατμόσφαιρα και καθώς το αυτοκίνητο μας πλησίασε αρκετά, το φως από τους προβολείς του μας τύφλωσε αλλά εγώ δεν βλεφάρισα ούτε στο ελάχιστο. 

«Τζέικ, Τζαζ, προετοιμαστείτε αυτό δεν μου αρέσει καθόλου» τους φώναξα και καθώς απομακρύνθηκα από τον Έντουαρτ εκείνος έγινε χειρότερα.

«Μην με αφήνεις μόνο» φώναξε τρομοκρατημένα και γύρισα προς το μέρος του.

«Έντουαρτ δεν σε αφήνω μόνο, επικεντρώσου στον στόχο σου» του είπα απηυδισμένα και μόλις το αυτοκίνητο σταμάτησε και βγήκε έξω ο παππούς του Έντουαρτ με άλλους τρεις άντρες που δεν γνώριζα ο Τζέικ με κοίταξε προειδοποιητικά.

«Άσε τον μικρό να φύγει» απαίτησε ο Ιλινόη και γέλασα ειρωνικά.

«Αλλιώς τι;» του είπα σταυρώνοντας τα χέρια μου πάνω στο στήθος μου και μόλις ο Ιλινόη έκανε σήμα στους άλλους τρεις που ήταν δίπλα του εκείνοι ενώνοντας τα χέρια τους έκλεισαν τα μάτια και συγκεντρώθηκα... Ήξερα ότι ήταν μάγοι αλλά αυτό που δεν ήξερα ήταν αν ο Τζέικ και ο Τζαζ θα είχαν την δύναμη να κρατηθούν.

«Έντουαρτ δεν ξέρω πόσο χρόνο έχουμε πρέπει να το κάνεις τώρα» του είπα επιτακτικά.

«Προσπαθώ» είπε εκείνος αγανακτισμένα και για λίγο τα έχασα, τι στο καλό πάει στραβά;

«Μπέλλα» φώναξε ο Τζάσπερ και καθώς γύρισα την ματιά μου προς το μέρος του και τους είδα να έχουν φτάσει στα όρια τους δεν ήξερα τι να κάνω. Τα ποδοβολητά από τους λύκους που μας πλησιάζανε τώρα ήταν σε απόσταση αναπνοής και μόνη μου δεν είχα πολλές ελπίδες για να καταφέρω να τους σταματήσω... Γυρίζοντας την ματιά μου προς το μέρος του Ιλινόη τον κοίταξα μοχθηρά.

«Αυτή η ζωή του ανήκει και δεν θα σας αφήσω να του την καταστρέψετε για τους απώτερους σκοπούς σας... Αν τον θες θα περάσεις πάνω από το πτώμα μου για να τον πάρεις» του δήλωσα αμείλικτα και εκείνος άρχισε να γελάει σατανικά.

«Πολύ ευχαρίστως» εκείνος ανταποκρίθηκε και κάνοντας ένα χαρακτηριστικό σφύριγμα, όλοι οι λύκοι που ήταν πλέον σε απόσταση αναπνοής από μας, μας κύκλωσαν ασφυκτικά.

Ο Τζέικ με τον Τζάζ άρχισαν να τρέμουν στην προσπάθεια τους να τους απωθήσουν ενώ οι άλλοι τρεις που ήταν δίπλα στον Ιλινόη ατάραχοι συνέχιζαν να προσπαθούν να σπάσουν την ασπίδα τους και πραγματικά είχα αρχίσει να φοβάμαι για την σωματική τους ακεραιότητα.

~Έντουαρτ πρέπει να το κάνεις τώρα~ τον πίεσα περισσότερο μεταφέροντας του την σκέψη μου και εκείνος ουρλιάζοντας έγειρε το κεφάλι του προς τα πίσω και καθώς τα κόκαλα του άρχισαν να σπάνε βγάζοντας έναν εκκωφαντικό ήχο το σώμα του άρχισε να αλλάζει μορφή ενώ το κορμί του άρχισε να μακραίνει και εκείνος τρίζοντας τα δόντια του προσπάθησε με περισσότερο πείσμα να σπάσει την κατάρα του αλλά και πάλι δεν έγινε τίποτα.

~Πρέπει να το εννοείς~ φώναξα μέσα στην σκέψη του και καταβεβλημένα άδειασε το κορμί του ασθμαίνοντας χωρίς να έχει το κουράγιο να μου απαντήσει.

«Προστατέψτε τους εαυτούς σας...» διέταξα τον Τζάσπερ και τον Τζέικοπ και εκείνος με κοίταξε τρομοκρατημένος... «Τώρα πριν εξαντληθείτε» απαίτησα ξανά καθώς έπαιρνα θέση εφόρμησης και καθώς η ασπίδα διαλύθηκε και οι λύκοι έτρεξαν κατευθείαν απάνω μου ο Ιλινόη με τους άλλους τρεις πήγαν κατευθείαν προς τον Έντουαρτ για να τον απελευθερώσουν.

Η μάχη ήταν αμφίρροπη και ήξερα ότι δεν είχα πολλές ελπίδες αλλά δεν θα τα παράταγα ακόμα και αν θα ήταν το τελευταίο πράγμα που θα έκανα.

Έντουαρτ

Με όση δύναμη είχα μέσα μου, μισάνοιξα τα μάτια μου και είδα την Μπέλλα να παλεύει δεν ξέρω και εγώ με πόσους λύκους προσπαθώντας να τους απωθήσει από κοντά μου ενώ ο παππούς μου με άλλους τρεις άντρες δίπλα του ερχόταν προς το μέρος μου και δεν ήξερα τι άλλο να κάνω... Είχα προσπαθήσει να σπάσω την κατάρα αλλά για κάποιον λόγο αυτό δεν έγινε... Το σώμα μου πόναγε τόσο πολύ που δεν είχα κουράγιο ούτε να φέρω αντίσταση στα χέρια που τώρα έσπαγαν τις αλυσίδες και με κράταγαν ασφυκτικά απάνω στον κορμί του άντρα που με είχε πλησιάσει ταυτόχρονα με τον παππού μου με τέτοια δύναμη που ένιωθα ότι λίγο ήθελε να μου σπάσει τα κόκαλα.

Γυρίζοντας ξανά την ματιά μου προς την Μπέλλα την είδα να χάνει την μάχη και εκεί που ένιωθα ηττημένος εκεί ξαφνικά ένιωσα μια τεράστια δύναμη να ξεχύνετε μέσα μου και καθώς τα μάτια μου άρχισαν να με καίνε όλα έγιναν κόκκινα στην περιφερειακή μου όραση...  Άρχισα να ανασαίνω γρήγορα, το σώμα μου άρχισε και πάλι να παραμορφώνεται και καθώς ένιωσα για άλλη μια φορά τον οξύ πόνο να διαπερνάει όλο μου το κορμί με τα κόκαλα μου να σπάνε στην προσπάθεια τους να πάρουν την τελική τους μορφή δημιουργώντας έναν εκκωφαντικό ήχο, τράβηξα τα χέρια μου απότομα από αυτόν που τόση ώρα με κρατούσε και χαμηλώνοντας το κεφάλι μου προς τα κάτω με όλη την δύναμη της ψυχής μου για άλλη μια φορά προσπάθησα να σπάσω την κατάρα.

~Σε ικετεύω, δώσε μου την δύναμη μου πίσω να προστατέψω τον λαό μου, να καταστρέψω τον εχθρό μου, να αφανίσω όλα τα πλάσματα που θέλουν να μας καταστρέψουν για να ικανοποιήσουν την δίψα τους για αίμα και εκδίκηση και εγώ για αντάλλαγμα υπόσχομαι να τους προστατεύω με την ζωή μου~ ικέτεψα με όση δύναμη μου είχε απομείνει και μια δεσμίδα φωτός που ερχόταν από την έκλειψη ήρθε και καρφώθηκε πάνω στο στήθος μου ακριβώς στο μέρος που ήταν το κεντρικό διαμάντι του περιδεραίου της Μπέλλας που είχα φορέσει κρυφά την στιγμή που εκείνη δεν με κοιτούσε πριν βγω από το αυτοκίνητο... Όλοι πάγωσαν, το σώμα μου έπεσε πίσω και καθώς άρχισε να απορροφά την δεσμίδα φωτός που έπεφτε απάνω μου ένιωσα κάτι μέσα μου να αλλάζει αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι ακριβώς ήταν αυτή η αλλαγή.

Μπέλλα

Εκεί που πάλευα και ένιωθα να χάνω την μάχη ξαφνικά άκουσα τον μικρό να ουρλιάζει με όλη του την ψυχή και καθώς η έκλειψη άρχισε να ξεσκεπάζει την σελήνη που την είχε καλύψει ολοκληρωτικά, μια δεσμίδα φωτός ξεπρόβαλε και κατευθύνθηκε προς το μέρος μας... Στην αρχή δεν μπορούσα να καταλάβω τι συμβαίνει αλλά μόλις είδα τους πάντες να παγώνουν και να κοιτάνε προς τα πίσω μου αυτόματα ακολούθησα την ματιά τους και μόλις είδα τι συμβαίνει πάγωσα και εγώ.

Η δεσμίδα φωτός είχε καρφωθεί πάνω στο στήθος του μικρού και το σώμα του πεσμένο στο έδαφος την απορροφούσε με εκείνον να παραμένει ακίνητος στην ανθρώπινη μορφή του με τα χέρια του ανοιχτά στο πλάι με το στερνό του να είναι ανασηκωμένο λίγα εκατοστά πιο πάνω από την γη... Δεν έβγαζε ούτε μια άχνα, το σώμα του ήταν σταθερό και η ανάσα του ανεπαρκής καθώς ο καρδιακός του παλμός αυξανόταν τόσο επικίνδυνα που ένιωθα ότι από στιγμή σε στιγμή η καρδιά του θα σπάσει σε χίλια κομμάτια.

Δεν μπορούσα να καταλάβω τι ακριβώς συνέβαινε, δεν είχα δει ποτέ ξανά κάτι παρόμοιο και δεν ήξερα πως να αντιδράσω, όπως και οι υπόλοιποι που ήταν γύρω του κοιτώντας τον αποσβολωμένοι... Η δεσμίδα φωτός ξεκινώντας από το σημείο που τον ακουμπούσε καθώς διείσδυε μέσα στο σώμα του άρχισε να απλώνετε κάνοντας τις φλέβες του όλες να φωτιστούν και μόλις απορροφήθηκε τελείως και έσβησε ο μικρός έμεινε για λίγο ακίνητος χωρίς ανάσα με την καρδιά του να έχει νεκρώσει.

Σάστισα, δεν ήξερα τι να σκεφτώ και εκεί που ήμουν έτοιμη να τρέξω κοντά του ξαφνικά άκουσα την καρδιά του να χτυπά... Ένας χτύπος, σιγή, δύο χτύποι, σιγή, μια σιγή που ίσως κράτησε περισσότερο από κάθε άλλη πιο πριν και ξαφνικά η καρδιά του άρχισε και πάλι να χτυπά τόσο δυνατά περισσότερο από κάθε άλλο καρδιακό παλμό που άκουγα τριγύρω μου καθώς το σώμα του ανασηκώνονταν με τον Έντουαρτ να ανοίγει αργά τα μάτια του... Η ματιά του με στοίχειωσε, τα μάτια του χρυσαφένια πια είχαν μια σκληράδα που όμοια της δεν είχα δει ποτέ σε ανθρώπινο βλέμμα... Με μια απότομη κίνηση τα κόκαλα του θρυμματίστηκαν, το σώμα του πήρε την τελική του μορφή και το ύψος του τριπλασιάστηκε ενώ τα ρούχα του έγιναν κομμάτια καταλήγοντας στο πάτωμα... Η ματιά μου αυτόματα έπεσε κατευθείαν πάνω στο περιδέραιο μου που τώρα το φορούσε εκείνος και δεν ήξερα τι να σκεφτώ γι αυτό.

Ανοίγοντας το στόμα του διάπλατα, άφησε από μέσα του να βγει ένα αγανακτισμένο ουρλιαχτό που έκανε όλη την γη να τρανταχτεί και οι λύκοι που ήταν γύρω μας κοιτάχτηκαν μεταξύ τους σοκαρισμένοι...  Χωρίς να περιμένουν καμία εντολή ξαφνικά άρχισα να τρέχουν προς κάθε κατεύθυνση προσπαθώντας να διαφύγουν από όπου μπορούσαν χωρίς να περιμένουν να ολοκληρώσει ο Έντουαρτ την μεταμόρφωση του... Ο παππούς του ανασαίνοντας βαριά τον κοίταζε αμείλικτα με τους άλλους τρεις δίπλα του να προσπαθούν να τον προστατέψουν δημιουργώντας μια ασπίδα γύρω από το σώμα του ενώ αυτός που τον κρατούσε πριν άλλαζε μορφή έτοιμος για μάχη.

Ο Έντουαρτ γυρίζοντας προς το μέρους τους χωρίς ακόμα να παίρνει την τελική του μορφή, με μια απλή κίνηση σαν να έδιωχνε μια μύγα από μπροστά του που τον ενοχλούσε, πέταξε τον λύκο χιλιόμετρα μακριά του και καθώς άπλωσε το χέρι του να πιάσει τον παππού του κάτι τον τίναξε και έκανε πιο πίσω απορημένος με περισσότερο πείσμα όμως έκανε την κίνηση να τον πλησιάσει ξανά... Το χέρι του ηλεκτριζόταν, το σώμα του αντιδρούσε στην επαφή του με την ασπίδα αλλά ακόμα και αυτό δεν ήταν πλέον ικανό να τον σταματήσει... Με την άκρη της ματιά μου έπιασα τον Τζέικ και τον Τζάσπερ να τον κοιτούν τρομοκρατημένοι αλλά δεν μπορούσα να κάνω κάτι για να τους προστατέψω ή να του καθησυχάσω καθώς και εγώ η ίδια δεν είχα ιδέα ποιες ήταν η προθέσεις του ή σε τι ψυχική κατάσταση βρισκόταν, το χειρότερο όμως όλων ήταν ότι δεν ήξερα καν ποιος θα μπορούσε τώρα να είναι... Ο πρίγκιπας; Ο μικρός Έντουαρτ; Ή μήπως η λυκίσια υπόσταση τους;

Ο Έντουαρτ πιάνοντας από τα πέτα τον παππού του, τον σήκωσε από το έδαφος και τον έφερε στο ίδιο ύψος με εκείνον κρατώντας τον σε απόσταση αναπνοής από το πρόσωπο του και μελετώντας τον για λίγο ξαφνικά μίλησε.

«Αν τολμήσετε να ορίσετε την ζωή μου ξανά τότε θα είναι και η τελευταία σας» ήταν τα μοναδικά λόγια που βγήκαν από το στόμα του και όσοι ήμασταν γύρω του τρανταχτήκαμε σε τέτοιο βαθμό που δεν είχαμε ιδέα πως να αντιδράσουμε... Η φωνή του τράνταξε το σύμπαν, όλα τα ζώα του δάσους ξανά άρχισαν να τρέχουν μόνο με το άκουσμα της φωνή του πανικοβλημένα προς όλες τις κατευθύνσεις προκειμένου να καταφέρουν αν διαφύγουν τον κίνδυνο που ένιωσαν και εκείνος καθώς οσμίστηκε την ατμόσφαιρα πέταξε μακριά τον παππού του ενώ δίνοντας ένα σάλτο πήρε την τελική του μορφή και άρχισε να τρέχει προς άγνωστη κατεύθυνση μέσα στο δάσος.

«Γυρίστε στο σπίτι» είπα προς το Τζέικ και τον Τζάσπερ και την στιγμή που άλλαζα μορφή άκουσα τον Τζέικοπ πανικοβλημένο να με φωνάζει αλλά δεν είχα χρόνο να τον ακούσω έπρεπε να τον βρω πριν χάσω τελείως τα ίχνη του.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Na deis pou ta teleutaia logia ta eipe o Edward ki oxi o prigkipas.
"K"

Χρυσάνθη Καλαφάτη είπε...

θα δείτε στο επόμενο δεν λέω τίποτα ;) ... διάβασε και την αρχική μορφή του κεφαλαίου θα καταλάβεις καλύτερα την μεταμόρφωση τους ;)

ESCAPE POLH FANTASMA