Ετικέτες

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2012

Soulmates Μ2 "4. Η Υπόσχεση"


 

Έντουαρτ

«Έχεις αποτυπωθεί Έντουαρτ, στο πρόσωπο μου» μου απάντησε και έμεινα για λίγο να την κοιτώ χωρίς να μπορώ να το πιστέψω. Πράγματι θα μπορούσε να είχε συμβεί αυτό και να μην το είχα καταλάβει; Αφού εγώ θυμάμαι να την αγαπώ από πολύ πριν σπάσω ακόμα την κατάρα.

Γέρνοντας προς τα πίσω, έβαλε το χέρι της πάνω στο πρόσωπο της και κοίταξε οπουδήποτε αλλού εκτός από την ματιά μου και αυτό μου έφερε μια απίστευτη αγωνία. Τόσο δυσάρεστο ήταν αυτό για εκείνην;... αναρωτήθηκα με έναν πόνο να διαπερνάει το στήθος μου αλλά δεν τον άφησα να με λυγίσει.

«Τώρα εξηγούνται όλα» ψιθύρισε σχεδόν άηχα σαν να μίλαγε στον εαυτό της.

«Τι συμβαίνει;» ρώτησα με αγωνία παίρνοντας το χέρι της από το πρόσωπο της απαλά για να μπορέσω να δω τις αντιδράσεις της πιο καθαρά και εκείνη άφησε την ανάσα της να βγει βαριά από μέσα της.

«Απλά δεν μπορώ να το πιστέψω» είπε βαριά σχεδόν πνιγμένα αποφεύγοντας ακόμα την ματιά μου με σφιγμένα χαρακτηριστικά σαν αυτό να ήταν ένα μεγάλο βάρος για εκείνην.

«Δεν απαιτώ να νιώσεις το ίδιο» είπα απογοητευμένα προσπαθώντας να την αποδεσμεύσω από όλο αυτό και πραγματικά το εννοούσα, άλλωστε ποτέ δεν ένιωσα ότι είχα κάποια ελπίδα μαζί της.

«Έντουαρντ...» ψιθύρισε βάζοντας το χέρι της πάνω στο πρόσωπο μου για να με κάνει να την κοιτάξω ξανά και η ανάσα μου κόπηκε στην μέση καθώς ένιωσα τα πάντα μέσα μου να διαλύονται για άλλη μια φορά... «Δεν φαντάζεσαι πόσο λυπάμαι γι αυτό, αν το είχα καταλάβει πιο νωρίς ίσως τώρα να ήταν διαφορετικά τα πράγματα αλλά ίσως και όχι» συνέχισε και την κοίταξα χωρίς να καταλαβαίνω που το πήγαινε.

«Δεν χρειάζεται να απολογείσαι. Δεν νιώθεις τίποτα για μένα, το καταλαβαίνω....» πριν ολοκληρώσω την πρόταση μου εκείνη είχε ανακαθίσει πάνω στον καναπέ και με τα δύο της χέρια να πλαισιώνουν το πρόσωπο μου, με ανάγκασε να την κοιτάξω στα μάτια. Τα χαρακτηριστικά της ήταν απόλυτα σοβαρά.

«Νοιάζομαι για σένα Έντουαρτ...» είπε με απόλυτη ειλικρίνεια... «Όμως δεν είναι το ίδιο και δεν φαντάζεσαι πόσο λυπάμαι γι αυτό, γιατί σου αξίζουν πολλά περισσότερα από αυτό» συνέχισε με πόνο στην φωνή της.

«Αισθάνεσαι κάτι για μένα;» ρώτησα χωρίς να το πιστεύω.

«Σίγουρα σε θέλω σαν κολασμένη...» είπε και χαμογέλασε σπάζοντας για λίγο την μουντάδα που μας έχει πλαισιώσει και δεν μπόρεσα να κρατήσω το χαμόγελο της ικανοποίησης μου, καθώς όλο μου το κορμί μόνο με αυτήν την δήλωση της αμέσως πήρε φωτιά και αφήνοντας ένα απαλό φιλί πάνω στα χείλια μου συνέχισε πιο σοβαρά... «Νοιάζομαι για σένα από πολύ πριν έρθω να σε γνωρίσω από κοντά. Ο απίστευτος χαρακτήρας σου πάντα μου κινούσε το ενδιαφέρον, με έκανε να νιώθω υπερήφανη για σένα που κατάφερνες να μην αφήνεις κανέναν να επεμβαίνει σε αυτόν παρ’ όλες τις αντίξοες συνθήκες, όμως...» είπε κάτω από τον αναστεναγμό της καθώς τα χαρακτηριστικά της βυθίζονταν σε μια αρχαία θλίψη... «Σου αξίζουν πολλά περισσότερα και είχα την ελπίδα να τα ζήσεις» κατέληξε και αυθόρμητα το χέρι μου αγκάλιασε την απαλή επιδερμίδα του προσώπου της.

«Δεν με νοιάζει...» είπα ειλικρινά χωρίς δισταγμό... «Μου φτάνει που ξέρω ότι στην καρδιά σου υπάρχει λίγος χώρος και για μένα»

Τα χέρια της αμέσως τυλίχτηκαν γύρω από τον λαιμό μου και φέροντας με κοντά της άφησε το κεφάλι της να ακουμπήσει πάνω στον ώμο μου .Το χέρι της χάιδευε απαλά τα μαλλιά μου στέλνοντας σε όλη μου την σπονδυλική μου στήλη ηλεκτροφόρα κύματα κάνοντας όλο μου το είναι να ανατριχιάζει και αγκαλιάζοντας το σώμα της σφιχτά κοντά μου άφησα το κεφάλι μου να ακουμπήσει απαλά πάνω στα μαλλιά της εισπνέοντας άπληστα το άρωμα που ανέδυαν. Ήταν μια όαση μέσα σε όλη την απελπισία που με είχε κυριεύσει και δεν ήθελα με τίποτα να την αποχωριστώ.

«Ποια είναι τα σχέδια σου;» ρώτησα χωρίς να είμαι σίγουρος αν ήθελα να ξέρω την απάντηση. Εκείνη τότε αφήνοντας την ανάσα της να βγει από μέσα της αργά για λίγο έμεινε στην σιωπή, υποθέτω διαλέγοντας πολύ προσεκτικά τα λόγια που θα χρησιμοποιούσε ώστε να μου εξηγήσει την κατάσταση με το πιο ανώδυνο τρόπο.

~Δεν μπορώ να σε πάρω μαζί μου...~ μου πέρασε τελικά μέσα στην σκέψη μου με πόνο... ~Υπάρχουν τόσες ψυχές που στηρίζονται σε μένα και δεν μπορώ να τους προδώσω. Έχουν αφήσει τις οικογένειες τους για να μας ακολουθήσουν και δεν μπορώ να προδώσω την εμπιστοσύνη τους~ συνέχισε και απομακρύνοντας την για λίγο από πάνω μου την κοίταξα στα μάτια με απόλυτη κατανόηση.

~Δεν γύρισα πιο πριν για τον ίδιο λόγο αλλά πάντα σε παρατηρούσα από μακριά μέσω άλλων που μου έφερναν τα νέα σου. Έβλεπα να χάνεσαι μέρα με την ημέρα περισσότερο και με καταρράκωνε που δεν μπορούσα να είμαι εδώ για να σε στηρίξω, να σε βοηθήσω, όμως δεν μπορούσα να τους αφήσω. Είχα την ελπίδα ότι μόλις θα τελείωνες το σχολείο και θα ενηλικιωνόσουν πια θα μπορούσες να φύγεις μακριά του, να πας σε ένα πανεπιστήμιο να αρχίσεις την ζωή σου από την αρχή, να εκπληρώσεις τα όνειρα σου όπως ακριβώς τα είχες σχεδιάσει και βρίσκοντας κάποια για να μπορείς να είσαστε μαζί, ότι όλα αυτά θα άλλαζαν, ότι θα έβρισκες τις ισορροπίες σου και θα μπορούσες και πάλι να είσαι ο εαυτός σου απελευθερωμένος από όλα αυτά που σε βασάνιζαν...~ καταπίνοντας με δυσκολία έκανε μια παύση κοιτώντας για λίγο μακριά και εγώ παρέμεινα στην σιωπή περιμένοντας υπομονετικά να συνεχίσει. Γυρίζοντας ξανά την ματιά της προς το μέρος μου η όψη της πλέον είχε αλλάξει, η απελπισία που ένιωθε μέσα της ήταν έντονη πια στα χαρακτηριστικά της τόσο πολύ που με έκανε να αγωνιώ για εκείνην.

~Αλλά λόγω της αποτύπωσης...~ είπε με δυσκολία κάνοντας άλλη μια βασανιστική παύση... ~Ότι και να κάνεις, όσο μακριά του και να τρέξεις ποτέ δεν θα καταφέρεις να βρεις την γαλήνη που έχεις ανάγκη για να καταφέρεις να ισορροπήσεις~

«Μπέλλα...» ξαφνικά την διέκοψα χωρίς να το αντέχω άλλο όλο αυτό... «Με θες;» την ρώτησα και άφησε την ανάσα της κουρασμένα.

«Δεν είναι τόσο απλό Έντουαρντ» τελικά απάντησε.

«Υπάρχεις τρόπος κάποια στιγμή να είμαστε μαζί;» συνέχισα εγώ με περισσότερο πείσμα.

«Δεν καταλαβαίνεις...»

«Υπάρχεις τρόπος;» επέμενα περισσότερο.

~Δεν θέλω να σε μπλέξω σε όλο αυτό, δεν θα το αντέξεις Έντουαρντ~ είπε αγανακτισμένα... ~Αν σε πάρω μαζί μου θα πρέπει να ζεις σαν κυνηγημένος, να επιβιώνεις με ότι σου παρέχει η φύση, να ζεις σε σπηλιές με την λυκίσια σου μορφή για να μπορείς να κρύβεις το πραγματικό σου πρόσωπο...~

«Θα είμαι μαζί σου;...» την διέκοψα εκνευρισμένα... «Μόνο αυτό με νοιάζει δεν το καταλαβαίνεις;»

«Έντουαρνττττ...»

«Αν υπάρχεις τρόπος να είμαι μαζί σου μπορώ να αντέξω όλα τα άλλα» της δήλωσα κατηγορηματικά χωρίς να της αφήνω περιθώρια για αμφισβήτηση.

~Δεν μπορώ να σου υποσχεθώ τίποτα αυτήν την στιγμή Έντουαρντ, πρέπει να καταλάβεις ότι δεν εξαρτάται μόνο από μένα πια, δεν είμαι εγώ αυτή που αποφασίζει~ μου πέρασε στην σκέψη παρακαλώντας με σιωπηλά για λίγη κατανόηση.

~Τότε ποιος;~ ένα θλιμμένο χαμόγελο έκανε την εμφάνιση του στα χαρακτηριστικά της που με έκανε να διαλυθώ.

~Ποτέ δεν ήμουν σφετερίστρια της δύναμης μου Έντουαρντ και δεν θα το κάνω ούτε και τώρα, μπορεί να με θεωρούν αρχηγό τους αλλά δεν παίρνω ποτέ αποφάσεις αν δεν συμφωνήσουν και εκείνοι μαζί μου~ μου είπε σοβαρά και κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά.

«Μάλλον έπρεπε να διαβάσω την ιστορία μας όταν μου δόθηκε η ευκαιρία» της είπα απολογητικά.

«Ακόμα μπορείς να το κάνεις αν το θες» μου απάντησε εκείνη ήρεμα χωρίς να μου κρατήσει ίχνος κακίας.

«Δεν νομίζω να με αφήσει να πατήσω το πόδι μου στο σπίτι σου χωρίς επιπτώσεις» είπα με βαριά καρδιά.

«Δεν είναι όμως και το μόνο μέρος που μπορείς να βρεις αυτό που ψάχνεις» μου χτύπησε και αμέσως σκέφτηκα την βιβλιοθήκη.

«Τότε σίγουρα θα έχω να κάνω κάτι πολύ εποικοδομητικό μέχρι να γυρίσεις» της απάντησα με περισσότερη ελπίδα.

«Όσο και αν χρειαστεί;» ρώτησε με πόνο.

«Αν ξέρω ότι υπάρχει η ελπίδα να σε ξαναδώ, τότε ναι μπορώ να περιμένω όσους αιώνες και να χρειαστεί» ένα γελάκι ξέφυγε από τα χείλια της και την κοίταξα με περιέργεια.

«Ακόμα και όταν ξέρεις ότι το περισσότερο που μπορείς να ζήσεις είναι λιγότερο από δύο αιώνες;» ρώτησε πίσω με μια έκφραση που δεν μπορούσα να αποκωδικοποιήσω.

«Δεν πρόκειται να φύγω από αυτήν την ζωή αν πρώτα δεν σε κατακτήσω ολοκληρωτικά» είπα με πείσμα και πριν καλά, καλά ολοκληρώσω την φράση μου σφράγισα τα χείλια της με τα δικά μου φιλώντας την με όλη την αγάπη που ένιωθα μέσα μου να μου δίνει την δύναμη που χρειαζόμουν για να ενισχύσω τα λόγια μου, δίνοντας μου μια νέα αναπνοή γεμάτη με ελπίδα και σιγουριά για το μέλλον.

Δεν με ένοιαζε που δεν μπορούσε να νιώσει όπως νιώθω εγώ, το μόνο που με ένοιαζε ήταν ότι και εκείνη με ήθελε, ότι ενδιαφερόταν για μένα και όχι από λύπηση αλλά επειδή πραγματικά ένιωθε κάτι και αυτό ήταν αρκετό για να μπορέσω να παλέψω και για τους δύο μας. Ο πόθος της για μένα μου ήταν αρκετός για τώρα και αν δεν καταφέρω να κερδίσω την αγάπη της ίσως και για πάντα.

«Σ’ αγαπώ Μπέλλα και δεν αφήσω κανέναν να με κάνει να το αμφισβητήσω ξανά αυτό...» της δήλωσα και ένα βογκητό ξέφυγε από τα χείλη της... «Σ’ αγαπώ και θα σε περιμένω όσο και να χρειαστεί» συνέχισα με περισσότερο πείσμα και κολλώντας απόλυτα το κορμί μου πάνω στο δικό της, την άφησα να νιώσει την ανάγκη μου γι αυτήν την ένωση. Εκείνη αμέσως πάγωσε και σταμάτησε να ανταποκρίνεται σαν μόλις να είχε δει κάποιο φάντασμα. Περίεργος απομάκρυνα το κεφάλι μου λίγο από το δικό της και μόλις είδα την έκφραση της πάγωσα και εγώ. Είχε γίνει πιο χλωμή από ποτέ, η κόγχες των ματιών της είχαν πεταχτεί έξω, ενώ η έκφραση της θύμιζε τόσο κάποιον που μόλις του είχαν στερήσει όλη την ζωή από μέσα του.

«Μπέλλα;...» ρώτησα τρομοκρατημένα και η ματιά της γύρισε αργά προς την δική μου χωρίς να αλλάζει στάση... «Μπέλλα μίλα μου τι συμβαίνει, έχεις αρχίσει να με φρικάρεις» παραδέχτηκα ταρακουνώντας την ανεπαίσθητα και τα μάτια της αμέσως άρχισαν να δακρύζουν και δεν ήξερα πως να αντιδράσω σε αυτό.

«Η καρδιά μου έχει παγώσει...» κατάφερε να πει με δυσκολία τόσο σιγά που στην αρχή δεν μπορούσα να καταλάβω τι έλεγε... «Η καρδιά μου είναι παγωμένη» συνέχισε με τα μάτια της να δακρύζουν περισσότερο και μπερδεύτηκα τελείως, δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί αυτό ήταν τόσο σημαντικό τώρα, αφού αυτό είχε συμβεί από τον καιρό που έγινε βρικόλακας.

«Μπέλλα τι έπαθες;» δεν άντεξα τελικά και την ρώτησα και εκείνη σαν μόλις να άρχιζε να ξυπνάει ξανά από τον λήθαργο, άρχισε να με ταρακουνάει απελπισμένα.

«Δεν το καταλαβαίνεις; Η καρδιά μου είναι παγωμένη» σύριξε ανεξέλεγκτη και δεν ήξερα τι να σκεφτώ γι αυτό.

«Μπέλλα ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω τι προσπαθείς να μου πεις» είπα απολογητικά με την αγωνία μου να κορυφώνεται και κλείνοντας τα μάτια της πήρε μια τρεμάμενη ανάσα και προσπάθησε να μαζέψει όσο περισσότερο κουράγιο μπορούσε για να καταφέρει να μου εξηγήσει πιο ήρεμα.

«Θυμάσαι την ημέρα που κάναμε έρωτα όταν ο μικρός πρίγκιπας είχε καταλάβει το σώμα σου;» ρώτησε χωρίς να ανοίγει τα μάτια της.

«Ναι ένιωθα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήταν αυτό που περίμενε από σένα» παραδέχτηκα και παίρνοντας μερικές ανάσες άνοιξε τα δακρυσμένα της μάτια και με κοίταξε με πόνο.

«Περίμενε την καρδιά μου να ζωντανέψει Έντουαρντ αλλά εκείνη έχει παγώσει για πάντα από την στιγμή που η δική του καρδιά σιώπησε μέσα στο χέρι μου και από την στιγμή που απελευθερώθηκε δεν θα ζωντανέψει ξανά» συνέχισε με την ανάσα της να πνίγεται μέσα της.

«Τώρα αν σου πω εγώ ότι κατάλαβα ψέματα θα είναι» είπα πιο μπερδεμένος από ποτέ και εκείνη δαγκώνοντας τα χείλια της κοιτάζοντας σπασμωδικά γύρω της προσπάθησε να βρει έναν άλλο τρόπο να μου το εξηγήσει.

«Όταν αποτυπωνόμαστε σε κάποιον Έντουαρντ, την στιγμή που η ψυχή μας ενώνεται με την αδελφή ψυχή μας, οι καρδιές μας συντονίζονται» προσπάθησε περισσότερο να μου περάσει ένα μήνυμα υψίστης σημασίας για εκείνην απελπισμένα και την κοίταξα πιο μπερδεμένος από ποτέ.

«Φοβάσαι ότι θα απογοητευτώ όπως εκείνος επειδή δεν θα μπορέσεις να μου δώσεις αυτό που μάλλον θα έχω ανάγκη εκείνη την στιγμή να νιώσω;» ρώτησα το μόνο λογικό συμπέρασμα που είχα βγάλει από όλα αυτά.

«Οχιιιιι...» αναφώνησε απογοητευμένα... «Φοβάμαι ότι η δική σου η καρδιά θα νεκρώσει επειδή θα συντονιστεί με την δική μου καρδιά... Εσύ είσαι αποτυπωμένος σε μένα Έντουαρντ, όχι εγώ» ξεφούρνισε τελικά αυτό που προσπαθούσε τόση ώρα να μου πει και για μια στιγμή έμεινα να την κοιτάζω ξαφνιασμένος από την διαπίστωση.

«Φοβάσαι ότι δεν θα καταφέρω να επανέλθω!» εξωτερίκευσα την διαπίστωση μου και τα μάτια της για άλλη μια φορά άρχισαν να δακρύζουν ενώ η θλίψη της έκανε το πρόσωπο της να πανιάσει περισσότερο από τον φόβο που την είχε κυριεύσει.

«Δεν θέλω να χάσεις την ζωή σου εξαιτίας μου» ψιθύρισε με τόσο πόνο που έκανε την καρδιά μου να σπάσει σε χίλια κομμάτια και αυτόματα την έκλεισα μέσα στην αγκαλιά μου για να την παρηγορήσω.

«Αν αυτή είναι η τελευταία στιγμή της ζωής μου την δέχομαι με μεγάλη χαρά» είπα αυτόματα πιστεύοντας κάθε λέξη που έβγαινε από τα χείλια μου.

«Έντουαρντττ...» προσπάθησε να με διακόψει αλλά δεν την άφησα.

«Άκουσε με...» παρακάλεσα και την απομάκρυνα για άλλη μια φορά για να την κοιτάξω στα μάτια... «Είναι η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου και δεν με νοιάζει αν θα είναι η τελευταία. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να σε εμποδίσω να φύγεις αλλά ούτε και να έρθω μαζί σου και δεν σου κρύβω ότι και μόνο στην ιδέα με κάνει να τρομοκρατούμαι για το τι θα μου ξημερώσει μακριά σου. Ωστόσο δεν το βάζω κάτω, θα παλέψω να κρατηθώ με νύχια και με δόντια για να σε περιμένω, όμως ποιος μου εγγυάται ότι μέχρι εκείνη την στιγμή εγώ δεν θα έχω μετατραπεί σε ένα τέρας ή ότι εσύ δεν θα γυρίσεις για να αντιμετωπίσεις αυτό το τέρας επειδή αυτό θα πρέπει να κάνεις;...» δεν απάντησε. Τα μάτια της δάκρυσαν με περισσότερη ορμή σε απάντηση μου επιβεβαιώνοντας μου ότι είχα δίκιο και αυτό μου έδωσε την δύναμη να συνεχίσω με περισσότερη αυτοπεποίθηση.

«Σήμερα μετά από – ειλικρινά δεν θυμάμαι από πότε – μπορώ να είμαι ο εαυτός μου, να σκεφτώ λογικά, να έχω την κρίση να αποφασίσω συνετά και δεν θέλω τίποτα περισσότερο από μια στιγμή μαζί σου, να σε νιώσω ολοκληρωτικά, μόνο εγώ χωρίς να έχω κάποιον να με καθοδηγεί ή να μου ορίζει το σώμα χωρίς την θέληση μου. Γι αυτό σε παρακαλώ, σε εκλιπαρώ μην μου το αρνηθείς, αν τα καταφέρω τότε θα έχω περισσότερη δύναμη να παλέψω» της είπα ήρεμα αλλά εκείνη στην αρχή δεν ανταποκρίθηκε, με την ανάσα της να πνίγεται μέσα της, με κοίταζε με τόσο πόνο που με τρέλαινε, κάνοντας με να αγωνιώ περισσότερο.

«Πως θα μπορέσω ποτέ να συγχωρέσω τον εαυτό μου αν....» προσπάθησε με κόπο να με συνετίσει αλλά εγώ δεν το έβαζα κάτω.

«Η αγάπη όλα τα νικά» ήταν η μοναδική απάντηση που μπορούσα να της δώσω και πριν πει τίποτα άλλο κάλυψα τα χείλια της με τα δικά μου ελπίζοντας να μην με απορρίψει και πάλι.

Ήμουν έτοιμος για όλα, ακόμα και αν αυτό θα σήμαινε τον ίδιο μου τον θάνατο. Δεν περίμενα ποτέ ότι θα είχα μια ελπίδα μαζί της και τώρα που την έχω δεν θα την έχανα για τίποτα στον κόσμο. Η ψυχή μου την αναζητούσε, το κορμί μου φλεγόταν στο παραμικρό της άγγιγμα, ενώ η καρδιά μου φτερούγιζε με ένα της και μόνο βλέμμα, δεν είχε σημασία αν θα σιωπούσε για πάντα. Αν η ζωή μου έσβηνε μέσα στα δύο της χέρια θα ένιωθα ο πιο ευλογημένος άνθρωπος στον κόσμο. Αλλά από την άλλη....

«Μπέλλα!!...» μουρμούρισα πάνω στα χείλια της ενώ τα γευόμουν αχόρταγα... «Υποσχέσου μου...» απαίτησα αλλά εκείνη δεν ανταποκρίθηκε, νιώθοντας τα λόγια που ήμουν έτοιμος να εξωτερικεύσω , ένιωσα το σώμα της να τρέμει και τα χέρια της να με σφίγγουν περισσότερο κοντά της... «Υποσχέσου μου ότι δεν θα κατηγορήσεις ποτέ τον εαυτό σου αν κάτι μου συμβεί» απαίτησα με περισσότερο πείσμα σταματώντας το φιλί μας και εκείνη τρεμάμενα έμεινε να με κοιτάζει καταπίνοντας με δυσκολία.

«Ορκίσου μου Μπέλλα, αυτή είναι δική μου απόφαση, σε θέλω όσο δεν θέλησα τίποτα άλλο στην ζωή μου αλλά δεν θέλω να σου στιγματίσω την ζωή για πάντα»

«Υποσχέσου μου ότι θα σταματήσεις όταν θα νιώσεις να συμβαίνει» μου γύρισε και εκείνη πίσω.

«Αν καταφέρω να έχω την λογική να κάνω κάτι τέτοιο» της απάντησα με ειλικρινά.

«Ορκίσου μου ότι δεν θα κάνεις καμιά ανοησία» απαίτησε με περισσότερο πείσμα.

Δεν έβγαζε πουθενά και οι δύο ήμασταν πολύ πεισματάρηδες για να κάνουμε πίσω.

«Σ’ αγαπώ περισσότερο και από την ίδια μου την ζωή και δεν θα αφήσω τίποτα να μας χωρίσει» ήταν η μόνη υπόσχεση που θα μπορούσα να της δώσω και πριν με σταματήσει ξανά, της έδωσα όλον μου τον εαυτό αποδεικνύοντας το με πράξεις.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA