Ανασηκώνοντας το κεφάλι της με κοίταξε μέσα στα μάτια με παράπονο και πριν προλάβει να εκφράσει αυτό που ήθελε, ήξερα ήδη ποια θα ήταν η ερώτηση της.
«Δεν υπάρχει....» ξεφυσώντας από την μύτη κοίταξα μακριά και αμέσως έκοψε την φράση της στην μέση περιμένοντας να ανταποκριθώ.
«Δεν μπορώ να σου πω ψέματα... αργά η γρήγορα θα το σκεφτείς και από μόνη σου και τότε θα με μισήσεις περισσότερο...» παραδέχτηκα και παίρνοντας μια κοφτή ανάσα, γύρισα προς την μεριά της και την κοίταξα απολογητικά... «Μπορούμε να σκηνοθετήσουμε τον θάνατο της... αλλά Μπέλλα...» δίστασα αλλά εκείνη δεν είπε τίποτα... με κοίταζε στα μάτια σαν ένα πληγωμένο κουτάβι περιμένοντας υπομονετικά να συνεχίσω... «Έχεις σκεφτεί ποτέ το μετά;» την ρώτησα τελικά και εκείνη για λίγο το επεξεργάστηκε μέσα στο μυαλό της.
«Αν είμαστε μαζί, μπορούμε να την προστατέψουμε» είπε με παράπονο και κατένευσα επιβεβαιώνοντας της το.
«Δεν είναι αυτός όμως ο λόγος που πιστεύω ότι σε μια άλλη οικογένεια θα έχει καλύτερο μέλλον από ότι μαζί μας» είπα και αναστέναξε... «Σκέψου το λίγο Μπέλλα... είτε γυρίσουμε πίσω, είτε σκηνοθετήσουμε τον θάνατο και των τριών μας και φύγουμε μακριά από όλα αυτά... για πόσο καιρό θα μπορούμε να την κρύβουμε πριν την ανακαλύψουν;... Ιδίως αν φύγουμε και οι τρεις... τότε πίστεψε με δεν θα αργήσουν να το καταλάβουν... Όποιο δρόμο και να διαλέξουμε είναι καταδικασμένη αν έρθει μαζί μας Μπέλλα, όσο και να την προστατέψουμε, τι σόι ζωή θα μπορεί να έχει, το έχεις σκεφτεί αυτό;... Αν την πάρουμε μαζί μας ο μόνος τρόπος για να μπορέσουμε να την κρύψουμε από τα αδιάκριτα βλέμματα τους, θα είναι να την έχουμε πάντα κλεισμένη μέσα σε τέσσερις τοίχους, μακριά από όλους και όλα όσα θα μπορούσε να γνωρίσει στην περίπτωση που θα ήταν ένα παιδί που δεν θα είχε εμάς για γονείς της... Πως μπορείς να της επιβάλεις μια τέτοια ζωή;... Αυτό ονειρευόσουν για εκείνην;... Να ζει σαν φυλακισμένη;» το σκέφτηκε για λίγο αλλά ο πόνος της δεν μπορούσε να το δει όπως εγώ που το είχα ήδη βιώσει... «Το έζησα για δέκα χρόνια... και δες πως κατάντησα Μπέλλα, ένα αγρίμι... Το ίδιο θα συμβεί και σε εκείνην με μαθηματική ακρίβεια, αυτό σου το εγγυώμαι» κατέληξα και κλείνοντας το κεφάλι της μέσα στα δύο της χέρια, έκρυψες το πρόσωπο της και προσπαθούσε να το σκεφτεί λογικά.
«Είναι τόσο άδικο» είπε ασυναίσθητα την σκέψη της χωρίς πράγματι να έχει σκοπό να το εξωτερικεύσει και τραβώντας την κοντά μου, την παρηγόρησα τρυφερά.
«Δεν έχεις ιδέα πόσο λυπάμαι γι αυτό Μπέλλα... ειλικρινά λυπάμαι πάρα πολύ... μακάρι να ήταν τα πράγματα διαφορετικά όμως δυστυχώς δεν είναι και δεν τις αξίζει κάτι τέτοιο... Πρέπει να την αφήσεις να φύγει» είπα για μία ακόμα φορά και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, βρήκε την αυτοκυριαρχία της και φεύγοντας από την αγκαλιά μου έκατσε δίπλα μου όπου καθόταν και πριν ενώ παίρνοντας το μπουκάλι με την τεκίλα, γέμισε ξανά το ποτήρι της, το ήπιε μονορούφι και με κοίταξε αποφασιστικά στα μάτια... Το στήθος μου με συνέτριψε από τον πόνο αυτής της απόστασης αλλά δεν είπα τίποτα... Ήξερα ότι αργά ή γρήγορα, κάποια στιγμή θα με σιχαινόταν γι αυτό που είμαι, για την ζωή που κάνω, για όλα όσα με περιβάλουν... και αυτή η στιγμή, περισσότερο από όλες τις άλλες φορές, ήταν τώρα... Δεν μπορούσε να μου το συγχωρήσει, είναι υπερβολικά πολύ για εκείνην και δεν την αδικώ.
«Οκ ποιο είναι το πλάνο;» είπε με ψυχρά επαγγελματική χροιά στην φωνή της και με διέλυσε.
Πήρα το μπουκάλι της τεκίλας και πριν ξεκινήσω την μιμήθηκα και εγώ και μόλις έβαλα το μπουκάλι και το άδειο μου ποτήρι στο τραπεζάκι, γύρισα πιο αποφασιστικά προς το μέρος της.
«Η αρπαγής της και η εκτέλεση του πρέπει να γίνουν ταυτόχρονα... είναι ο μοναδικός τρόπος για να αποφύγουμε ότι εκείνος θα της κάνει κάτι...» ξεκίνησα και εκείνη κατένευσε σοβαρή.
«Εγώ αναλαμβάνω εκείνον... εσύ Ρένεσμι» είπε αυτόματα και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.
«Δεν το διακινδυνεύω...»
«Δεν με θεωρείς ικανή;» είπε με δηλητήριο στην φωνή της, διακόπτοντας με και αναστέναξα βαριά καθώς έτριβα κουρασμένα τα μάτια μου.
«Για τον θεό... μπορεί για μια φορά να με αφήσεις να ολοκληρώσω μια πρόταση επιτέλους, πριν βγάλεις τα συμπεράσματα σου;... Στην τελική είμαι σε αυτήν την δουλειά περισσότερα χρόνια από εσένα... γι αυτό αν μου επιτρέπεις, άσε με να ξέρω κάποια πράγματα παραπάνω» ξέσπασα πάνω στην απελπισία μου και το μετάνιωσα αμέσως... Δεν ήθελα να κάνω τα πράγματα χειρότερα αλλά δεν είχα άλλη δύναμη να κρύβομαι πίσω από το δάχτυλο μου... Με είχε διαλύσει... με είχε αποτελειώσει... και όσο δίκιο και να έχει να νιώθει όπως νιώθει αυτήν την στιγμή, δεν παύει να με κάνει να χάνω την γη κάτω από τα πόδια μου... Την είχα χάσει πια για τα καλά... δεν είχα καμία ελπίδα να την ξανακερδίσω... Ποιος ο λόγος πια να ζω... χωρίς σκοπό... χωρίς τίποτα;... Με είχε μυήσει στην αγάπη και τώρα που δεν μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτήν, ξαφνικά μου την παίρνει πίσω... Πως μπορώ να βρω την ψυχραιμία να ξαναρχίσω από την αρχή... Ποια αρχή... αυτή είναι τα πάντα για μένα... η ίδια μου η αναπνοή... χωρίς εκείνην πως θα μπορέσω να ανασάνω ξανά;
«Άκουσα καλά;... Εσύ είπες, για τον θεό;» ρώτησε με μια δόση ειρωνείας και άφησα ένα γελάκι να μου ξεφύγει.
«Φαντάσου πόσο απελπισμένος είμαι που μέχρι και εκείνον θυμήθηκα» της χτύπησα πίσω αλλά δεν την άφησα να το συνεχίσει... «Λοιπόν για να τελειώνουμε... Θα τον κάνω να με ακολουθήσει... και μόλις μπει το ποντίκι στην φάκα θα τα κάνω ταυτόχρονα και θα την πάρω από εκεί... Τα διαδικαστικά δεν νομίζω ότι σε ενδιαφέρουν»
«Τρελάθηκες τελείως;... Και αν...»
«Δεν θα προλάβει να κάνει τίποτα... Έχω το τέλειο σχέδιο... Το μόνο που λείπει είναι τα ενοχοποιητικά στοιχεία... Αν δεν έχω κάτι να αποδείξω ότι εκείνος σου κινεί τα νήματα... τότε τα πράγματα θα γίνουν ακόμα πιο περίπλοκα» δήλωσα και ανασήκωσε το ένα της φρύδι.
«Για σένα ή...»
«Για όλους μας Μπέλλα και κόψε το υφάκι σου σε μένα γιατί είμαι μέχρι εδώ... Δεν είμαι εγώ ο εχθρός σου εδώ πέρα... Δεν είμαι εγώ αυτός που σου την έκλεψε, που σου την πήρε μέσα από το σώμα σου με το έτσι θέλω και την έκανε μαριονέτα σου... Προσπάθησα με χίλιους τρόπους να σε προστατέψω από όλα αυτά αλλά εσύ ήσουν πολύ ξεροκέφαλη για να με ακούσεις... Ότι και να σου έλεγα πάντα το έπαιρνες όπως ήθελες και κατέληγες να κάνεις του κεφαλιού σου, λες και με αυτόν τον τρόπο μπορούσες να μου γυρίσεις πίσω όσα σε πονάγανε... και όταν στο τέλος που έμενες εκτεθειμένη, πάντα έτρεχα να καλύψω τα ίχνη σου για να είσαι ασφαλής αλλά εσύ...» δεν μπορούσα άλλο να συνεχίσω... δεν ήταν ώρα να ξεσπάσω όλα μου τα απωθημένα... αλλά γαμώτο μου δεν αντέχω άλλο και την αχαριστία της.
Σηκώθηκα από τον καναπέ και πήγα μέχρι την τουαλέτα... Μένοντας μπροστά από τον νιπτήρα, στηρίχτηκα επάνω του και κλείνοντας τα μάτια μου άρχισα να παίρνω ήρεμες ανάσες για να καταφέρω να κατευνάσω τον εαυτό μου... Ο χρόνος έτρεχε, τα πάντα γύρω μου κατέρρεαν, έπρεπε να σταθώ στο ύψος μου πριν να ήταν αργά για όλους μας, το να τα χάσω τώρα δεν θα ωφελούσε κανέναν μας.
«Συγνώμη» άκουσα την φωνή της ψιθυριστή κοντά μου και ανοίγοντας τα μάτια μου την κοίταξα μέσα από τον καθρέφτη για μια στιγμή και αφήνοντας την ανάσα που κράταγα... άνοιξα το νερό, έβρεξα το πρόσωπο μου και παίρνοντας μια πετσέτα το σκούπισα και προσπερνώντας την, γύρισα στον καναπέ... έχοντας ξανά όλη δύναμη που χρειαζόμουν για να μπορέσω να συγκεντρωθώ και να φέρω εις πέρας την αποστολή που κρινόταν η ζωή όλων μας.
«Τι έχεις για μένα;» μπήκα κατευθείαν στο θέμα καθώς άνοιγα το αρχείο με τα στοιχεία που είχα μαζέψει για εκείνον από μόνος μου μέχρι τώρα και καθώς πληκτρολογούσα τον κωδικό μου την ένιωσα να κάθετε απαλά δίπλα μου.
«Δεν ξέρω αν σημαίνουν κάτι αλλά αυτά είναι όλα όσα έχω» είπε με βαθιά φωνή τείνοντας μου το πουγκί που είχε φέρει μαζί της και μόλις το πήρα στα χέρια μου κατάλαβα ότι είχε μέσα κοσμήματα.
«Τι είναι αυτά;» ρώτησα με περιέργεια.
«Τα αγόραζα μετά από τις αποστολές μου» δήλωσε και την κοίταξα με περιέργεια χωρίς να καταλαβαίνω... Άνοιξε το πουγκί χωρίς να το παίρνει από τα χέρια μου και βγάζοντας τυχαία ένα κολιέ, το γύρισε ανάποδα και μου έδειξε τον κωδικό νούμερο που είχε απάνω του... «Κάθε φορά που τελείωνα μια αποστολή... για να μην ξεχάσω τα νούμερα που έβρισκα πάνω στους πίνακες, πήγαινα σε ένα κοσμηματοπωλείο και αγόραζα το πρώτο χρυσαφικό που έβρισκα με τον ίδιο κωδικό» εξήγησε και αφήνοντας το πουγκί δίπλα μου, πήρα το κολιέ στα χέρια μου και κοίταξα τον χαραγμένο κωδικό... «Δεν ξέρω τι σημαίνουν αλλά ήξερα ότι εσύ θα μπορούσες να τα αποκωδικοποιήσεις» είπε και την κοίταξα μέσα στα μάτια κατευθείαν.
«Με παρακολουθούσες» ήταν δήλωση και όχι ερώτηση και ανασηκώνοντας τους ώμους της δειλά, με κοίταξε απολογητικά... «Πόσα ξέρεις γι αυτό που κάνω;» την ρώτησα και αναστέναξε.
«Για να είμαι ειλικρινής, όχι πολλά... αλλά ξέρω ότι με κάποιον τρόπο κωδικοποιείς μηνύματα και τα περνάς πάνω στους πίνακες και οι άλλοι τα διαβάζουνε με ένα ειδικό φακό»
«Το βράδυ που σε είχε πρωτοβρεί ο Χάντερ... Είδες περισσότερα από όσα νόμιζα» εξωτερίκευσα την διαπίστωση μου και με κοίταξε με απορία.
«Πως ήξερες ότι σε παρακολουθούσα;» δεν μπόρεσε να μην ρωτήσει και γέλασα σιγανά καθώς έτριβα την μύτη μου για να χαλαρώσω.
«Μου είχες καρφώσει τα ίδια μου τα λόγια, ένα βράδυ που υπνοβατούσες... Ήξερα ότι με είχες δει να δουλεύω εκείνο το βράδυ, αλλά δεν ήξερα πόσα είχες δει» της είπα ανοιχτά και με κοίταξε χωρίς να το πιστεύει.
«Και γιατί δεν με ρώτησες;» ρώτησε ενώ ανάσεναι γρήγορα.
«Γιατί δεν ήθελα να ξέρω... Αν ήξερες περισσότερα από όσα ήθελα να ξέρεις, τότε δεν θα είχα επιλογή... και δεν ήθελα να το διακινδυνεύσω...» είπα και εκείνη κοίταξε για λίγο μακριά... «Πόσα είχες δει;» την ρώτησα και κούνησε το κεφάλι της αρνητικά χωρίς ακόμα να με κοιτάει.
«Όχι πολλά... Σε είδα να απλώνεις κάτι χαρτιά πάνω στο γραφείο σου... Ήσουν τόσο αφοσιωμένος, τόσο σιωπηλός που η εικόνα σου με είχε απορροφήσει τόσο πολύ που δεν μπορούσα να κοιτάξω τίποτα άλλο... αλλά όταν σε είδα να γυρίζεις προς το κομπιούτερ η περιέργεια μου γύρισε και προσπάθησα να καταλάβω τι κάνεις... αλλά το σώμα σου έκρυβε την οθόνη και έτσι δεν κατάφερα να δω τίποτα... εκτός του ότι μόλις τελείωνες, ο πλότερ έπαιρνε ζωή και μετά εσύ συνέχιζες να κάνει το ίδιο από την αρχή»
«Μόνο αυτό;» ρώτησα χωρίς να το πιστεύω.
«Μόνο αλλά από την στιγμή που ξεκίνησα τις αποστολές μου κατάλαβα ότι είχα δει πολλά περισσότερα από όσο νόμιζα... Στην αρχή όταν ο Χάντερ με έβαλε να κάνω ότι κάνω τέλος πάντων, δεν έδινα πολύ σημασία αλλά στην τρίτη μου αποστολή τα βρήκα λίγο σκούρα... Έπεσα πάνω σε έναν δικό σας και καταλαβαίνεις... Εκεί άρχισα να προβληματίζομαι... Θυμήθηκα ότι είχες πει ότι δεν κάνατε την ίδια δουλειά και προσπάθησα να του αποσπάσω πληροφορίες αλλά ο πούστης ήταν πολύ σφίγγα... και δεν κατάφερα και πολλά...» ένα μου χαμόγελο την έκανε να σταματήσει και να με κοιτάξει με περιέργεια... «Τι;» ρώτησε και την κοίταξα με νόημα στα μάτια.
«Δεν είχε και τίποτα να σου δώσει Μπέλλα» την πληροφόρησα και αυτό έκανε την περιέργεια της πιο έκδηλη... «Οι αγγελιοφόροι δεν γνωρίζουν τι κάνουν, απλά κάνουν αυτό που τους έχουν πει να κάνουν, μεταφέρουν τα μηνύματα και φεύγουν... Δεν ξέρουν τα μηνύματα τι περιέχουν» συνέχισα και εκείνη το επεξεργάστηκε για λίγο.
«Εσύ ξέρεις γιατί τα αποκωδικοποιείς μόνος σου...» διαπίστωσε και ανασήκωσα τους ώμους μου για επιβεβαίωση... «Κάτσε γιατί εδώ κάτι δεν κολλάει...» συνέχισε και την άφησα ανεπηρέαστη να συνεχίσει... «Αυτό που με προβλημάτισε περισσότερο ήταν ότι όσους συνάντησα, ήταν όλοι μεταμφιεσμένοι... άλλος σε γκαρσόνι, άλλος σε οδηγός λιμουζίνας και πάει λέγοντας, αλλά περισσότερο από αυτό ήταν ότι είχαν καλυμμένα μέχρι και τα πρόσωπα τους για να μην τους αναγνωρίζουν, όπως και εσύ πριν λίγο, με μάσκα στο πρόσωπο, περούκες, μέχρι και φακούς επαφής... Εσύ πως αποκάλυπτες το πρόσωπο σου και μάλιστα όχι μόνο σε γνωρίζανε αλλά σε αποκαλούσαν και παλιό φίλο;... Δεν κολλάει... αν ήθελες να τους δώσεις ένα μήνυμα γιατί να μην τους το έδινες στο χέρι... εφόσον αφορούσε τους ίδιους... αν ήταν δικοί τους γιατί δεν κάνανε ακριβός το ίδιο;» συνέχισε τον προβληματισμό της και την κοίταξα με νόημα στα μάτια αλλά και πάλι δεν μπορούσε να καταλάβει την διαφορά.
«Η πραγματική μου δουλειά σαν αγγελιοφόρος, είναι να επιβλέπω ποιοι από αυτούς κάνουν βρόμικα παιχνίδια από πίσω εις βάρος της κυβέρνησης... Αυτοί που έπιασες εσύ, είναι οι βρόμικοι αγγελιοφόροι» της έδωσα έναν αέρα για να το επεξεργαστεί περισσότερο.
«Δουλεύεις για την κυβέρνηση;» έκανε αυτόματα την σύνδεση και κατένευσα προς επιβεβαίωση.
«Δεν είμαι καλό “παιδί” αλλά ανήκω στην καλή πλευρά» την διαβεβαίωσα και έσμιξε τα φρύδια της δουλεύοντας αυτήν την πληροφορία περισσότερο μέσα στο μυαλό της.
«Και γιατί αποκαλύπτεις το πρόσωπο σου;» ήταν το μόνο στοιχείο που της έλειπε για να ολοκληρώσει το πάζλ της.
«Γιατί πολύ απλά “οι παλιοί μου φίλοι” δεν γνωρίζουν τίποτα για τις επιπλέον υπηρεσίες που προσφέρω στους δικούς μου... Ξεκίνησα στην υπηρεσία μου σαν εκτελεστής... ακόμα είμαι αλλά για πιο σοβαρές υποθέσεις... Έχω συνεργαστεί κατά καιρούς με όλους αυτούς, καθαρίζοντας δικές τους υπόθεσης, γι αυτό και μου έχουν εμπιστοσύνη... Όταν υπάρχω στον χώρο τους, είναι πιο ήσυχοι... ξέρουν ότι με την παρουσία μου, κατά κάποιον τρόπο τους προστατεύω από όσους απειλούνται... Οι ίδιοι είναι αυτοί που με καλούν στα “πάρτυ” τους για να νιώθουν πιο ασφαλείς...»
«Και εσύ λειτουργείς κατά τους υπόγεια;» με διέκοψε ανυπόμονα, εκφράζοντας την απορία της και χαμογέλασα.
«Δεν είμαι χαζός... Αν κάποιος από αυτούς πιστεύει ότι απειλείτε, τότε ένα είναι το σίγουρο... κάτι υπάρχει από πίσω...» της είπα κλείνοντας της το μάτι μου και κατένευσε ασυναίσθητα με την ματιά της να είναι μακριά ενώ το μυαλό της δούλευε πυρετωδώς ενώνοντας τα κομμάτια... «Το κάνουν να φαίνεται σαν μια φιλική κίνηση αλλά δεν με ξεγελάνε... Έτσι ξεκίνησαν όλα...» συνέχισα αποσπώντας την από τις σκέψεις της και όλη της η προσοχή γύρισε και με κοίταξε σοβαρή ενώ με άφηνε να συνεχίσω... «Για να σου το δώσω να το καταλάβεις πιο απλά... Θα μπορούσες να πεις ότι είμαι κατάσκοπος, των κατασκόπων που λειτουργούν εις βάρος του κράτους... Δεν είμαι κατάσκοπος απλά με αυτόν τον τρόπο πιστεύω ότι μπορείς να το δεις πιο σφαιρικά... Η κύρια δουλειά μου είναι εκτελεστής... οι μόνοι που γνωρίζουν την πραγματική δουλειά μου είναι μόνο οι δικοί μου και η Ρόουζ που είναι ο μεσάζοντας τους... όλοι οι υπόλοιποι έχουν πλήρη άγνοια ακριβός γι αυτό... για να μπορώ να τους ελέγχω... Δεν έχεις ιδέα τι βρόμικα παιχνίδια παίζονται από πίσω... Αυτό που κάνω εγώ είναι να τα ανακαλύπτω και να τους τα διαλύω αλλάζοντας τα στοιχεία που βρίσκω με στοιχεία που θέλει η κυβέρνηση να τους δώσει ώστε να τους αποπροσανατολίσει και να τους ρίξει στην παγίδα ώστε να εκτεθούν για να τους βγάζουμε από την μέση... Είναι ένας φαύλος κύκλος... ο ένας καρφώνει τον άλλον...» γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου.
«Και ο Χάντερ που κολλάει σε όλα αυτά;... Συνεργάζεται με την υπηρεσία σου υπέρ της ή κατά της;» ρώτησε μπερδεμένη και γέλασα πιο δυνατά.
«Ο Χάντερ είναι αυτό που λένε “Όπου φυσάει ο άνεμος πάω”... Πουλάει πληροφορίες σε όποιον του δώσει την καλύτερη τιμή» της είπα και με κοίταξε με περιέργεια... «Ήταν πρώην στρατιωτικός στις ιδικές δυνάμεις, με ειδικότητα στην καταστροφή εχθρικών οπλικών συστημάτων άλλον χορών... αλλά ο Χάντερ είναι ο Χάντερ και γρήγορα βρήκε τον τρόπο να μπει πιο βαθιά στα συστήματα και να τα πουλήσει για να βγάλει περισσότερα χρήματα... και ο πούστης κάλυπτε τα ίχνη του τόσο καλά που δεν τον έπαιρνε χαμπάρι κανένας, μέχρι που μια του μαλακία κόστισε τον θάνατο ενός ολόκληρου λόχου και καταλαβαίνεις την συνέχεια... και πίστεψε με αυτό ήταν το λιγότερο, αυτό που φάνηκε, όσα δεν εμφανίστηκαν ποτέ ήταν ακόμα πιο χειρότερα...»
«Δεν νομίζω ότι καταλαβαίνω που κολλάνε όλα αυτά» είπε απολογητικά και αναστέναξα.
«Πως να το πω πιο απλά... Είναι διπλός πράκτορας... ο Χάντερ, είναι κατάσκοπος... λειτουργεί φαινομενικά υπέρ μας ενώ στην ουσία αυτό που κάνει, είναι με αυτήν την ιδιότητα, να εξυπηρετεί τους πραγματικούς του σκοπούς... Δεν έχει πλευρά... όπου υπάρχει συμφέρον... με λίγα λόγια... όποιος του δίνει τα πιο πολλά... κάνει και την ανάλογη δουλειά» κατέληξα και το σκέφτηκε για λίγο.
«Και εσύ πως μπλέχτηκες σε όλα αυτά;» ρώτησε και μου ξέφυγε ένα γελάκι.
«Είναι μεγάλη ιστορία έχεις κουράγιο να την ακούσεις;...» την ρώτησα και κατένευσε χωρίς να πει κάτι άλλο... «Για να μην σε μπερδέψω περισσότερο... θα το πάρω από την αρχή...» δήλωσα και κατένευσε περιμένοντας υπομονετικά... «Ο Χάντερ ήταν ο πρώτος και μοναδικός μου φίλος μετά την απελευθέρωση μου από την αιώνια φυλακή που ζούσα... Μόλις ο μαλάκας αποφάσισε να μας αφήσει στην ησυχία μας και βγήκα επιτέλους στον έξω κόσμο... τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα για μένα... Ένιωθα παράταιρος... τα παιδιά της ηλικίας μου με κοίταζαν σαν να είχα κατέβει από άλλον πλανήτη... τα περισσότερα από όσα λέγανε εκείνα, εγώ δεν ήξερα καν ότι υπήρχαν... και ήταν πολύ δύσκολο να κολλήσω κάπου, μέχρι που γνώρισα εκείνον... Για μένα έγινε τα πάντα... ο αδελφός που δεν είχα ή ο μέντορας μου αν το θες... Τον ακολουθούσα τυφλά, ότι μου έλεγε το έκανα... πίστευα ότι και εκείνος με έβλεπε το ίδιο μιας και που τα άλλα παιδιά δεν τον αποδέχονταν για τον χαρακτήρα που είχε... Όμοιος στον όμοιο δεν λένε;... Τα ίδια σκατά ήμασταν και οι δύο... κωλοχαρακτήρες, οξύθυμοι, έτοιμη για καυγά, να διαλύουμε τα πάντα στο πέρασμα μας... και όσο τα χρόνια περνούσαν, τα μικρό πειράγματα που κάναμε στην αρχή, γινόντουσαν όλο και πιο σοβαρά... Ξενύχτια, ποτά, γυναίκες, εύκολο χρήμα... ήταν από τα πιο σύνηθες από αυτά που κάναμε μέχρι που ξεφύγαμε τελείως και καταλήξαμε να μας κυνηγάει μέχρι και η αστυνομία της χώρας...»
«Είσαι Βρετανός» είπε και την κοίταξα με απορία... «Πολλές φορές σου ξέφευγαν μερικές λέξεις που έχουν Βρετανική προφορά, όταν ήμασταν μόνοι... αλλά δεν τόλμησα ποτέ να εκφράσω την απορία μου» συνέχισε και άφησα ένα κουρασμένο γελάκι καθώς έτριβα τα μάτια μου για να χαλαρώσω λίγο από την ένταση που ένιωθα να με πνίγει ενώ έπαιρνα μια βαθιά ανάσα.
«Ναι είμαι από την Αγγλία... Εκεί τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά... έχουν άλλη λογική... Από την ημέρα της απελευθέρωσης μου και μετά το όνειρο μου ήταν να φύγω από αυτό το απαίσιο – όπως το έλεγα τότε – μέρος και να πάω στην Αμερική να κάνω νέο ξεκίνημα... Που να ήξερα τότε...» με την ματιά μου κοίταξα για λίγο μακριά και αναστέναξα.
«Εκείνος το εκμεταλλεύτηκε» είπε την διαπίστωση της και κατένευσα χωρίς ακόμα να την κοιτώ.
«Λόγο της κολύμβησης που ήταν το μόνο που με κρατούσε σε μια ισορροπία... τουλάχιστον εγώ απείχα από τις ουσίες και αυτό δεν του άρεσε, έκανε τα πάντα για να με παρασύρει αλλά δεν του έκανα την χάρη και από εκεί άρχισε όλη μας η κόντρα... όταν όμως ξεκίνησα τον πρωταθλητισμό τα πράγματα γίνανε ακόμα χειρότερα από την στιγμή που εγώ άρχισα να αποσύρομαι και από τα υπόλοιπα... Δεν έχανε ευκαιρία να με σαμποτάρει αλλά εγώ τυφλωμένος δεν έβλεπα τίποτα... Ο φίλος μου; Ο αδελφός μου;... Δεν θα το έκανε ποτέ σε μένα... έλεγα αλλά όλα στο τέλος αρχίζανε και κατέληγαν πάλι σε εκείνον και εγώ πάντα έβρισκα τον τρόπο να τον δικαιολογώ... Τον είχα ανάγκη δεν ήμουν διατεθειμένος να τον χάσω και απλά έκανα τα στραβά μάτια μέχρι τον πιο κρίσιμο αγώνα που θα μου έδινε την δυνατότητα να έχω μια συμμετοχή στους ολυμπιακούς... Εκεί ήταν το ποτήρι που ξεχείλισε...
»Άφησα την μητέρα μου πίσω στο σπίτι βαριά άρρωστη για να πάω στο Λονδίνο να δώσω την ψυχή μου για να έχω μια ευκαιρία και αντί να το σεβαστεί με πότισε με ότι απαγορευόταν και ενώ κέρδισα την θέση που μου άξιζε, βρήκαν στο αίμα μου όλες τις ουσίες και με αποκλείσανε... Φαντάζεσαι πως ένιωσα, δεν ξέρω και εγώ πόσες βιτρίνες διέλυσα εκείνην την ημέρα από τα νεύρα μου, δεν ξέρω καν αν εκείνην την ημέρα έκανα τον πρώτο μου πραγματικό φόνο και πάλι βρήκε τον τρόπο ο πούστης και μου την έφερε... Ήξερε βλέπεις τον χαρακτήρα μου, με είχε ψυχολογήσει καλά και στο τέλος βρέθηκα τόσο μπλεγμένος που ούτε εγώ το πίστευα... Το όνειρο μου από εκείνην την ημέρα και έπειτα, έγινε επιτακτική ανάγκη για να μπορέσω να γλιτώσω της επιπτώσεις... και μόλις εκείνος μου είπε ότι έφευγε για Αμερική και ότι μας είχες εξασφαλίσει ψεύτικες ταυτότητες για να μην μας πιάσουν... απλά τον ακολούθησα...
»Φτάνοντας απλά μου ανακοίνωσε ότι θα πάμε σε μια οντισιόν για νέους ηθοποιούς και έμεινα μαλάκας να τον κοιτώ... “Καλά ρε μαλάκα από που και ως που, εμείς θα πάμε σε μια τέτοια οντισιόν;”... τον είχα ρωτήσει τότε... “Και τι έχουμε να χάσουμε”... ήταν η μοναδική του απάντηση... και έτσι πράγματι πήγαμε να δοκιμάσουμε την τύχη μας... Φυσικά πολύ αργότερα έμαθα ότι ήταν όλα προμελετημένα αλλά τι να το κάνεις... ήμουν ήδη διαλυμένος, ήδη είχα είχα εκτεθεί πάρα πολύ και ιδίως μετά που έμαθα ότι είχα χάσει πια την μητέρα μου, έπιασα πάτο... Τον άφησα να με μυήσει στις ουσίες και όλα τα άλλα ήρθαν μόνα τους...»
»Η ακρόαση έγινε από μια τρομερή γυναίκα που λίγο πολύ έκανε ότι και εγώ τώρα και μπορείς να καταλάβεις για πιο λόγο μας χρειαζότανε... αλλά ήταν ήδη πολύ αργά για μένα να αντιδράσω πια... Είχα χάσει την μπάλα, μου ζητούσανε να πηδήξω και εγώ ρώταγα πόσο ψιλά... δεν είχα καμία βούληση, δεν με ενδιέφερε τίποτα... Εύκολο και άφθονο χρήμα, γυναίκες, όπως της θέλαμε, όσες θέλαμε, με όποιον τρόπο της θέλαμε, ξενύχτια στα καλύτερα και πιο ακριβά μαγαζιά, τα πιο ακριβά ρούχα, άφθονες ουσίες για να μην σκέπτομαι, ήταν τα μόνα πράγματα που με ενδιέφεραν και έτσι εκείνοι το εκμεταλλευόντουσαν και σαν μαριονέτα, μου κινούσαν τα νήματα και μάλιστα με την άδεια μου...»
»Δεν έχω ιδέα μέχρι που είχα φτάσει... και ούτε με ένοιαζε να μάθω... όμως όταν έφτασε η στιγμή να αφαιρέσω συνειδητά την πρώτη ζωή, κάτι μέσα μου έσπασε, ξύπνησα απότομα και το μυαλό μου άρχισε να αναζητά όσα είχα ηθελημένα κοιμίσει και άρχισα να ψάχνω για την αλήθεια... Εκείνοι το καταλάβανε γρήγορα, δεν μπορούσα να τους κρυφτώ και αντέδρασαν και οι δύο, εκεί ψυλλιάστηκα ότι τα πράγματα ήταν ακόμα πιο σοβαρά από όσο πίστευα και απαίτησα για την αλήθεια, φυσικά και πάλι με γεμίσανε φούμαρα για να με τυφλώσουν αλλά είχα ξυπνήσει πολύ άσχημα και δεν υπήρχε τρόπος να το κάνουν ξανά, τους άφησα να πιστεύουν ότι τα καταφέρανε αλλά εγώ δεν σταμάτησα να ψάχνω μέχρι που την έπιασα κάποια στιγμή που έκανε της βρομοδουλειές της χωρίς τον άλλον και έτσι δεν είχε άλλη επιλογή από το να μου πει την αλήθεια... Έπαθα σοκ αλλά δεν με χάλασε και τόσο όσο θα πίστευα ότι θα μου συνέβαινε και έκανα συμφωνία μαζί της... Της ζήτησα να μου μάθει όλα της τα κόλπα και να με κάνει συνεργάτη της και όταν το έμαθε ο άλλος έγινε έξαλλος γιατί φυσικά υποτίθεται ότι εκείνος θα γινόταν συνεργάτης της και εμένα θα με είχαν για τα χοντρά ώστε σε περίπτωση λάθους, να έτρωγα εγώ τις ποινές αλλά δεν του έκατσε... βλέπεις εγώ είχα βάλει πλώρη για να γίνω προγραμματιστής και ήδη ήξερα πως να δένω και να λύνω έναν υπολογιστή... αφού από έναν γνωστό μου που ήταν χάκερ είχα μάθει αρκετά κόλπα και έτσι όλα γύρισαν τούμπα... εκεί που εκείνος κέρδιζε έδαφος συγκριτικά με μένα, από την μια στιγμή στην άλλη πήρα εγώ κεφάλι και αυτό τον έκανε να ξυπνήσει το τέρας που είχε πάντα μέσα του καλά κρυμμένο από μένα...»
»Η Τάνια το πήρε πολύ θετικά το όλο θέμα και μου έδειξε όλα όσα ήξερε πάνω στην δουλειά αλλά δυστυχώς δεν κράτησε πολύ, βλέπεις ήταν μεγάλο πλήγμα για τον φιλαράκο μας αυτό και προσπάθησε πολύ γρήγορα να με σαμποτάρει αλλά τελικά η μαλακία στον εγκέφαλο του το μόνο που κατάφερε να κάνει ήταν να πάρει η μπάλα και τους τρεις μας... Η Τάνια σε εκείνην την αποστολή έχασε την ζωή της και εμείς βρεθήκαμε στον δρόμο να τρέχουμε να σώσουμε τα τομάρια μας από αυτούς που ψάχνανε τους συνεργάτες της... Ευτυχώς που είχαμε εξασφαλίσει ήδη να αλλάξουμε τις ταυτότητες μας, αλλιώς ακόμα θα ήμασταν καταζητούμενοι από την πατάτα που σχεδίασε τότε... Σαν λύση τότε βρήκαμε να μπούμε σε μια στρατιωτική σχολή...»
«Ένα λεπτό...» με διέκοψε και παραμένοντας στην σιωπή της έδωσα την άδεια να συνεχίσει... «Αφού ήσασταν από την Βρετανία πως μπορέσατε να τους ξεγελάσετε;... Δεν ανακάλυψαν ότι η ταυτότητες σας ήταν ψεύτικες;» ρώτησε εύλογα και γέλασα αυτάρεσκα.
«Δεν ήταν ψεύτικες, άλλωστε μόνο εγώ ήμουν Βρετανός, ο Ντέιμον είχε γεννηθεί εδώ, στην Αγγλία ήταν γιατί ο πατέρας του τότε ήταν πρόξενος εκεί...» της είπα και με κοίταξε με περισσότερη περιέργεια... «Ο Ρόμπερτ και ο Ντέιμον... λίγο πριν το μεγάλο φιάσκο, φροντίσαμε να σκοτωθούν σε ένα μεγάλο ατύχημα που είχε γίνει εκείνην την εποχή στην Manchester... Είχε γίνει ένα μεγάλο ολοκαύτωμα όπου μέσα σε αυτούς που απεβίωσαν ήμασταν και εμείς... Η Τάνια από την άλλη με βοήθησε να μπω στα κεντρικά αρχεία της αστυνομίας και έτσι φτιάξαμε νέα προφίλ τελείως αληθινά και από τότε εκείνος έγινε ο Τζέιμς και εγώ ο Έντουαρτ...»
«Καλά όλα αυτά αλλά οι ουσίες;... Αυτές δεν βρέθηκαν στο αίμα σας;» ρώτησε πολύ σωστά και γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου.
«Μετά από έξη μήνες σε υπονόμους και σε παγκάκια αναμιγμένοι με άλλους αστέγους όλα αυτά έγιναν παρελθόν... Φοβόμασταν και την σκιά μας, την ημέρα κρυβόμασταν και το βράδυ κλέβαμε για να επιβιώσουμε... Από τα σαλόνια πιάσαμε τον απόλυτο πάτο, την κόκα και τα παρελκόμενα θα σκεφτόμασταν;»
«Και ακόμα και αυτά δεν έφτασαν να σας βάλουν μυαλό;» ρώτησε δύσπιστα και κοίταξα το κενό για λίγο πριν απαντήσω.
«Για μένα ναι έφτανε και περίσσευε, αλλά προφανώς για εκείνον όχι...» είπα μέσα από τον αναστεναγμό μου χωρίς να την κοιτώ και συνέχισα πριν πει το οτιδήποτε πάνω σε αυτό... δεν χρειαζόμουν την λύπηση της, μου άξιζε ότι έπαθα.
«Τέλος πάντων... μετά την βασική εκπαίδευση οι δρόμοι μας χωρίστηκαν... το ξεκινήσαμε για κάλυψη αλλά το παλούκι που φάγαμε και οι δύο, μας έκανε να καταλάβουμε ότι πλέον δεν αντέχαμε ο ένας τον άλλον, μας έκανε να συνειδητοποιήσουμε ότι και οι δύο θέλαμε διαφορετικά πράγματα, έτσι φροντίσαμε να μπούμε σε διαφορετικές ειδικότητες ώστε να μην ξανασυναντηθούμε... Εκείνος επέλεξε να μπει στα οπλικά συστήματα μιας και που ήταν η ειδικότητα του, ήξερε τα πάντα από όπλα βλέπεις και εγώ στις εσωτερικές υποθέσεις του στρατού μιας και που το είχα περισσότερο με τα κομπιούτερ και την έρευνα και για αρκετό διάστημα δεν είχαμε καμία επαφή μέχρι που μια μέρα έπεσε στα χέρια μου μια υπόθεση που τον αφορούσε και χρειάστηκε να του πάρω κατάθεση... από εκεί και πέρα το χάος...»
»Προσπάθησα να τον μεταπείσω... προσπάθησε να με βάλει στο κόλπο αλλά δεν δέχτηκα... του είπα ότι αν βρω στοιχεία θα τον καρφώσω... με πάτησε πάνω εκεί που πονούσα και μου την έφερε... δεν υπήρχε τρόπος να απαλλαγώ από εκείνον και έτσι υπέκυψα... προσπάθησα να τον καλύψω και βρέθηκα εγώ εκτεθειμένος για το γομάρι... έφαγα εγώ την φυλακή και πέρασα όλα τα βασανιστήρια που θα έπρεπε εκείνος να περάσει αλλά ακόμα και τότε δεν τον πρόδωσα... μέχρι που έπεσα στα χέρια των δικών μου... εκεί ήταν μονόδρομος... ή θα έχανα την ζωή μου ή θα τον πρόδιδα και θα κέρδιζα μια θέση δίπλα τους... Τι μπορούσα να κάνω; Τα σημάδια που έχω στην πλάτη μου μπορούν να σε κάνουν να καταλάβεις τι πέρασα στα χέρια τους αλλά και πάλι δεν τον πρόδωσα... ακόμα και τότε κράτησα το στόμα μου κλειστό»
«Και πως τους έπεισες;» με ρώτησε και πήρα μια βαθιά ανάσα.
«Έκανα συμφωνία μαζί τους... τους είπα ότι δεν θα τους πω το όνομα του αλλά αν ήθελαν το κεφάλι του θα τους το πήγαινα εγώ ο ίδιος... Είχα το τέλειο σχέδιο, πίστευα ότι θα κατάφερνα να μας γλιτώσω και τους δύο από όλο αυτό αλλά εκείνος δεν σταμάτησε ο ηλίθιος εκεί και με πρόλαβαν άλλοι... ήταν βλέπεις πιο μπλεγμένος από όσο πίστευα και τον πρόδωσαν άλλοι πριν από μένα... εκείνος ακόμα πιστεύει ότι αυτός που τον πρόδωσε ήμουν εγώ... Έτσι η έχθρας δεν έχει τελειωμό» κατέληξα και έμεινα για λίγο στην σιωπή.
«Δηλαδή η έχθρα σας δεν ήταν για κάποια γυναίκα» συμπέρανε και την κοίταξα δύσπιστα.
«Για γυναίκα;... Ω έλα τώρα Μπέλλα, μετά τα όσα έχεις μάθει για μας, πως θα μπορούσες ποτέ να πιστέψεις ότι η έχθρα μας θα ήταν για μια γυναίκα;...» ξέσπασα και με κοίταξε με πληγωμένο ύφος, φυσικά και θα προτιμούσε να ήταν για μια γυναίκα παρά όλα αυτά... «Τις γυναίκες τις είχαμε για να περνάμε την ώρα μας...» συνέχισα πιο επιθετικά, δεν υπήρχε πλέον λόγος να κρατήσω τίποτα πίσω, με είχε ήδη μισήσει, αν την έκανα με την αλήθεια μου να με σιχαθεί κιόλας, τότε θα ήταν πιο εύκολο πια να με ξεπεράσει και να προχωρήσει μπροστά την ζωή της χωρίς εμένα, όσο και να με πόναγε αυτό αλλά ήταν πλέον η μόνη λύση για εκείνην, έτσι κι αλλιώς δεν είχα τίποτα περισσότερο να χάσω, το μοναδικό πράγμα που ζήτησα ποτέ στην ζωή μου, μόλις το είχα χάσει, ποιος ο λόγος να βασανίζεται και εκείνη μαζί μου;...
«Βρίσκαμε τις πιο αθώες και τις πιο άβγαλτες και της αποπλανούσαμε με διάφορα κόλπα για την πλάκα μας, τις κάναμε λιώμα με ποτά και ουσίες ώστε να μην θυμούνται τίποτα και σχεδόν χωρίς την θέληση τους, τις ξεπαρθενεύαμε και μετά τις αδειάζαμε σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, κατηγορώντας τες και από πάνω ότι εκείνες μας παρακαλάγανε γι αυτό και εσύ μου λες ότι θα μπορούσε ποτέ μια γυναίκα να δημιουργούσε όλη αυτήν την έχθρα που υπάρχει μεταξύ μας;... Έχεις ιδέα πόσες από αυτές κατέληξαν στα 14 ή στα 16 τους σε κακόφημες κλινικές εκτρώσεων να ξεφορτωθούν τα μούλικα που τους σπέρναμε και εμείς από πίσω διασκεδάζαμε με τον πόνο τους;... Ξέρεις πόσες από αυτές που είχαν την ηλίθια ιδέα να τα κρατήσουν, κατέληξαν στο νοσοκομείο μετά από ένα “αθώο” ατύχημα ώστε να μην το κάνουν πραγματικότητα;» ξέσπασα με αηδία για τον ίδιο μου τον εαυτό και κοίταξα μακριά για να αποφύγω το βλέμμα της.
«Τι τέρατα είσαστε εσείς;... Δεν μπορώ να πιστέψω ότι πράγματι...» δεν μπορούσε να συνεχίσει... κλείνοντας τα μάτια της σφιχτά κράτησε την ανάσα της και προσπάθησε να ξαναβρεί λίγο από την αυτοκυριαρχία της... «Καλά εκείνος αλλά εσύ;... Εσύ πως μπόρεσες να κάνεις κάτι τέτοιο;» είπε σοκαρισμένη και γύρισα και την κοίταξα βαθιά μέσα στα μάτια.
«Δεν αρνήθηκα ποτέ ότι είμαι τέρας Μπέλλα... Όλες μου οι πράξεις σου το δηλώνανε καθαρά αλλά εσύ ήσουν πολύ πεισματάρα για να το πιστέψεις... Τυφλωμένη από την πεποίθηση σου ότι υπάρχει το καλό μέσα μου, δεν άφησες ποτέ τον εαυτό σου να παραδεχτεί την αλήθεια» την κατηγόρησα και εκείνη με κοίταξε παγωμένη.
«Και αν σου έλεγα ότι ήθελα να το κρατήσω;... Αν το μάθαινες πριν φύγω, τι θα γινόταν Έντουαρτ;... Το ίδιο θα έκανες και σε μένα;» ρώτησε αυτό που την έκαιγε περισσότερο και κλείνοντας το πρόσωπο μου με το ένα μου χέρι, πήρα μια βαθιά ανάσα για να μειώσω την ένταση μου.
«Δεν ξέρω τι θα μπορούσα να κάνω...» παραδέχτηκα... «Από την στιγμή που παραδέχτηκα στον ίδιο μου τον εαυτό τα αισθήματα μου για σένα, δεν μπορούσα να σου κάνω ξανά κακό... Πιστεύω ότι ίσως θα προσπαθούσα να σε μεταπείσω λέγοντας σου την σκληρή πραγματικότητα... φυσικά είμαι σίγουρος ότι δεν θα έφτανε... αλλά δεν πιστεύω ότι θα μπορούσα ποτέ και να σε αγγίξω για οποιονδήποτε λόγο»
«Δεν πιστεύεις» επανέλαβε και την κοίταξα σκληρά.
«Έχεις ιδέα τι ηράκλειες προσπάθειες έκανα για να συγκρατώ τα ένστικτα μου ώστε να γλυτώνεις τις τιμωρίες που σου άξιζαν από όλες τις μαλακίες που έκανες;... Όμως δεν μπορείς να αρνηθείς ότι δεν το κατάφερνα... δεν μπορείς να το αρνηθείς ότι για χάρη σου και μόνο, βρέθηκα πολλές φορές στον γκρεμό και όμως αυτό δεν έφτασε για να μην το καταφέρω» της γύρισα πίσω και αφήνοντας την ανάσα της να βγει βαριά, κοίταξε μακριά σμίγοντας τα φρύδια της και τα χείλια της, με πείσμα... «Άλλωστε όλα αυτά δεν θα είχαν σημασία...» συνέχισα και γύρισε την ματιά της με περιέργεια προς το μέρος μου... «Αν δεν κατέστρεφες εκείνην την ημέρα τα σχέδια μου... Εσύ θα ήσουν με τον Τζέικοπ και θα μπορούσες να ισχυριστείς άνετα ότι ήταν δικό του και εγώ νεκρός... Οπότε ο άλλος δεν θα είχε άλλο λόγο να ψάξει την αλήθεια... θα του ήταν πια περιττή και εσύ θα μπορούσες να ζήσεις την ζωή σου όπως ακριβός την είχες ονειρευτεί... αλλά ακόμα και εκεί το πείσμα σου σε τύφλωσε και τα κατέστρεψες όλα» την κατηγόρησα και αυτό την έβγαλε τελείως από τα ρούχα της.
«Το πείσμα μου ήταν αυτό που σου έσωσε την ζωή...» ξεκίνησε αλλά δεν την άφησα να συνεχίσει.
«Και ποιος σου είπε εσένα ότι ήθελα να σωθώ Μπέλλα;» της χτύπησα πίσω και εκείνη έγινε ακόμα πιο έξαλλη.
«Και είχες την αυταπάτη ότι εγώ θα σε άφηνα ποτέ να χάσεις την ζωής σου για μένα;... Πως μπόρεσες...»
«Δεν το έκανα για σένα» της είπα και έκοψε την φράση της στην μέση.
«Εκπλήρωνες τα όνειρα μας, σωστά;» συμπέρανε με αηδία λες και αυτό ήταν το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου... Όχι ότι δεν ήταν.
«Ήταν το μόνο που πίστευα ότι ήταν το σωστό για να είμαστε και οι δύο ευχαριστημένοι» παραδέχτηκα ηττημένα και αναστέναξε βαριά ενώ πέρναγε το χέρι της μέσα από τα μαλλιά της.
«Γι αυτό δεν αντέχεις τις γυναίκες που έρχονται μαζί σου παρά την θέληση τους;... Γι αυτό φτιάχνεις αυτήν την αυταπάτη και της αγοράζεις με δόλιο τρόπο ενώ στην ουσία της πληρώνεις ακριβός γι αυτό τον λόγο; Κάνοντας τες να νομίζουν ότι στην ουσία δεν πληρώνονται για το σεξ;» μου χτύπησε και ανασήκωσα τους ώμους μου.
«Δεν είμαι άγιος... αλλά τουλάχιστον δεν τις κάνω πόρνες... μόνες τους γίνονται γιατί αυτό είναι» είπα σκληρά την δική μου άποψη και έμεινε να με κοιτάει με ανοιχτό το στόμα.
«Τώρα καταλαβαίνω γιατί σε αποκαλούν μαύρη ψυχή... Παρεμπιπτόντως σου ταιριάζει απόλυτα» δήλωσε και γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου αρνητικά χωρίς να το πιστεύω.
«Άργησες αλλά τελικά το κατάλαβες» της ανταπέδωσα και άρχισε να κουνάει αρνητικά το κεφάλι της κοιτώντας το ταβάνι ενώ μέσα της καταλάβαινε το πόσο λάθος συμπεράσματα είχε βγάλει όλον αυτόν τον καιρό.