Μπέλλα
Ήμουν χαμένη μέσα στα συναισθήματα μου, αβοήθητη, με την καρδιά
μου να με ικετεύει να υποκύψω σε αυτά... Πάλευα, αντιστεκόμουν αλλά έχανα την
μάχη, εκείνα συνέχιζαν να με κυριαρχούν, κάνοντας με λεπτό το λεπτό να λυγίζω
περισσότερο... Το τρυφερό του άγγιγμα, τα υγρά του φιλιά με παρέσερναν και το
σώμα μου τον αναζητούσε περισσότερα... Χριστέ μου πόσο μου είχε λείψει, πόσο
θέλω αυτό το όνειρο να μην τελειώσει ποτέ.
Η αίσθηση του κορμιού του απάνω στο δικό μου κορμί, το έκαναν να
ανατριχιάζει περισσότερο, η ζεστασιά του, η απαλότητα του, όλη η αγάπη που
ανέδυε κάθε του κίνηση... Ήταν η λύτρωση μου.
Τα χέρια μου μέσα στα μαλλιά του τον καλούσαν κοντά μου και
εκείνος δεχόμενος την πρόσκληση έφερε το πρόσωπο του σε απόσταση αναπνοής από
το δικό μου... Η ματιά του με έκαψε ολόκληρη, έκανε την ανάσα μου να χαθεί
μακριά, την άψυχη καρδιά μου να προσπαθεί να βρει τρόπο να αρχίσει και πάλι να
χτυπά μόνο για εκείνον.
Το χέρι μου καθώς άκουσε την φωνή της καρδιά μου αγκάλιασε τον
μάγουλο του και έμεινε εκεί, κλείνοντας τα μάτια πήρε μια τρεμάμενη ανάσα και η
καρδιά του αμέσως κλονίστηκε και άρχισε να καλπάζει τόσο δυνατά που ακόμα και
ένας άνθρωπος θα μπορούσε να την ακούσει.
«Μοναδική μου αγάπη» τα χείλια μου πρόφεραν και τα μάτια του
αμέσως άνοιξαν, με κοίταξαν με λατρεία και προσμονή για κάτι που μόνο εγώ θα
μπορούσα να του χαρίσω αλλά πως μπορούσα να του το χαρίσω αφού πια είχε πνιγεί
μέσα στην άβυσσο του πόνου που βίωσα μετά τον χαμό του;;;
Τα χείλια του με την πιο αργή κίνηση ήρθαν να συναντήσουν τα δικά
μου και τα δικά μου χείλια αυτόματα αναζήτησαν την ανάσα που μόνο εκείνος θα
μπορούσε ποτέ να μου χαρίσει, μια ανάσα ζωής, μια ανάσα ελπίδας να με βεβαιώσει
πως τίποτα δεν πήγε χαμένο, οι θυσίες, τα λάθη μας όλα όσα μας ένωναν και μας
χώριζαν ταυτόχρονα.
Γευόμουν την κάθε σταγόνα ζωής που μου πρόσφερε απλόχερα και
εκείνος ξεδιψούσε την ψυχή του μέσα από μένα τόσο απελπισμένα που με έκανε να
διαλυθώ... Ω Χριστέ μου, τόσα λάθη, τόσα μάταια λάθη πως μπορούσα να τα
διορθώσω τώρα; Πως μπορούσα ξανά να του χαρίσω το μοναδικό πράγμα που είχε
ανάγκη για να μπορέσει να λυτρωθεί;;;;
Τα χέρια του με αγκάλιασαν σφιχτά, απελπισμένα κάνοντας έναν μου
λυγμό να ξέφυγε από τα χείλια μου... ~Συγχώρεσε με αγάπη μου, συγχώρεσε με αλλά
δεν μπορώ~... παρακαλούσα μέσα μου ενώ τα χέρια μου τον έφερναν πιο κοντά μου
σε μια απελπισμένη προσπάθεια να τον νιώσω για άλλη μια φορά ολοκληρωτικά...
~Συγχώρεσε με~... παρακάλεσα για άλλη μια φορά και μόλις ένιωσα να με γεμίζει
ολόκληρη έγειρα το κεφάλι μου προς τα πίσω και άφησα τον εαυτό μου να εκφραστεί
ελεύθερα καθώς το κορμί μου τραντάζονταν σύγκορμο από την ολοκλήρωση που
ένιωσε.
«Λάμψε για μένα μοναδικό μου αστέρι, λάμψε για άλλη μια φορά»
παρακάλεσε και ένιωσα την καρδιά μου να γίνεται κομμάτια, το σώμα μου να
παίρνει φωτιά και χωρίς να έχω άλλες αντοχές παραδόθηκα σε εκείνον ελπίζοντας
να καταλάβει, ελπίζοντας να με συγχωρέσει, να βρει την δύναμη να
συνειδητοποιήσει ότι αυτό που ήμουν κάποτε τώρα πια δεν υπάρχει.
Εντουαρτ
Ένιωθα το κάθε της χάδι, τον κάθε πόνο και την κάθε ηδονή που
διαπερνούσε το κορμί της και με έκανε να καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πήγαινε καλά,
κάτι την κράταγε πίσω αλλά τι; Δεν μπορούσα να καταλάβω.
Κάθε της κίνηση δήλωνε το πόσο τον επιζητούσε και η ίδια αλλά για
κάποιον λόγο για εκείνην αυτό δεν ήταν αρκετό όμως γιατί; Για μένα; Για
εκείνον; Για την ίδια; Ίσως αλλά γιατί;;;
Ο πρόγονος μου έδινε όλη του την ψυχή σε αυτήν την ένωση και όσο
περισσότερο πέρναγε η ώρα τόσο περισσότερο πείσμωνε... Όμως γιατί; Τι ήταν αυτό
που πρόσμενε από εκείνην και εκείνη δεν του το έδινε; Δεν μπορούσα να τους
καταλάβω, το μόνο που καταλάβαινα ήταν ότι όλο αυτό, για μένα, ήταν ένα
ατελείωτο βασανιστήριο... Είχα δεχτεί το γεγονός ότι δεν θα γίνει ποτέ δική μου
αλλά να την νιώθω τώρα να δίνεται σε εκείνον ολοκληρωτικά ή σχεδόν ολοκληρωτικά
με έκανε κομμάτια, μου διέλυε κάθε μου ελπίδα και με έκανε να θέλω να βρω έναν
τρόπο να τους κάνω να σταματήσουν να με βασανίζουν αλλά δεν ήξερα με ποιον
τρόπο θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο ή ακόμα χειρότερα δεν ήξερα αν ήμουν τόσο
εγωιστής ώστε να τους χαλάσω αυτήν την ανεπανάληπτη στιγμή.
Όπως και να είχε όμως ήξερα ότι, ό,τι και να έκανα στο τέλος ο
ζημιωμένος θα ήμουν και πάλι εγώ, οπότε τι είναι καλύτερο να γίνει, όχι για
μένα αλλά για εκείνην, για τον όλους τους υπόλοιπους, για την ίδια την
ανθρώπινη ύπαρξη που τώρα απειλείτε από ένα μάτσο βρικόλακες που θέλουν να
πάρουν την απόλυτη κυριαρχία.
Ήξερα πιο ήταν το σωστό για όλους αυτούς τους λόγους αλλά το
ερώτημα ήταν: ήμουν αρκετά δυνατός ώστε να το κάνω γνωρίζοντας ότι αν συμφωνήσω
τελικά σε αυτήν την τρέλα – θα ήταν για το υπόλοιπο της ζωής μου; αιώνια - θα
είμαι καταδικασμένος να την βλέπω να λατρεύει με όλη της την ψυχή και το σώμα
κάποιον άλλον μέσα στο σώμα μου… τόσο κοντά μα και τόσο μακριά… να την βλέπω να
με κοιτάει με τόση αγάπη αλλά να ξέρω ότι βλέπει κάποιον άλλον... Ήμουν άραγε
τόσο δυνατός ώστε να μπορέσω να το δεχτώ τελικά αυτό;;;;
Πρίγκιπας
Ήταν η όαση μου, το ελιξίριο της ζωής μου που μόνο εκείνη μπορούσε
να μου προσφέρει, η πηγή που ξεδιψούσε την ψυχή μου, που έκανε την καρδιά μου
δυνατή για να αντέξει λίγο ακόμα πριν αποδυναμωθεί τελείως και χάσει την μάχη
πριν καν εκείνη αρχίσει. Όμως αυτό που η ψυχή μου είχε ανάγκη να νιώσει
αρνιόταν ακόμα να μου το δώσει και ήξερα
ότι έπρεπε να προσπαθήσω περισσότερο, έπρεπε να τα δώσω όλα για να την καταφέρω
όμως οι δυνάμεις μου όσο πέρναγε η ώρα με εγκαταλείπανε και εκείνη ακόμα δεν
παραδινόταν όσο και αν το επιζητούσε και η ίδια και δεν μπορούσα να καταλάβω το
γιατί... Τι άλλαξε;;;
Τα τρυφερά μου χάδια, τα υγρά μου χείλια απομνημόνευαν κάθε
κύτταρο του κορμιού της, φυλάκιζαν μέσα μου την αίσθηση που μου χάριζε την
υπέρτατη ευδαιμονία που έδιναν στο κορμί μου όλη την δύναμη που χρειαζόταν για
να συνεχίσει. Όμως ακόμα και αυτό δεν ήταν αρκετό κάνοντας με να τρελαίνομαι
αλλά και να πεισμώνω ακόμα περισσότερο.
Το σώμα μου συναντούσε το δικό της ξανά και ξανά ενώνοντας της δύο
ψυχές κάνοντας τες μια και οι ηδονικές της ανάσες, τα έντονα της βογκητά καθώς
και το κορμάκι της που τρανταζόταν και έτρεμε σύγκορμο μου δήλωναν το πόσο και
η ίδια με επιζητούσε, δεν κρυβόταν καν πίσω από το δάχτυλο της όπως έκανε παλιά
αλλά γιατί; Γιατί δεν μου παραδίνονταν; Γιατί αντιστέκονταν ακόμα; Δεν μπορούσα
να καταλάβω, μου ήταν αδύνατον να πιστέψω ότι είχε τόσο πείσμα μέσα της ακόμα
και τώρα.
Μπέλλα
Ένιωθα την κορύφωση να είναι κοντά, όλες του οι κινήσεις το
επιβεβαιώνανε και ακόμα η ψυχή μου δεν έλεγε να απελευθερωθεί, παρέμενε αμέτοχη
και το πείσμα του για να την κερδίσει γινόταν πιο ισχυρό αλλά ακόμα και αυτό
δεν ήταν αρκετό για να κάνει την άψυχη καρδιά μου να χτυπήσει για άλλη μια φορά
για εκείνον, δεν ήταν αρκετό για να απελευθερωθούν όλα μου τα συναισθήματα ώστε
το κορμί μου να λάμψει για άλλη μια φορά μόνο για εκείνον και αυτό με
καταρράκωνε... Ήθελα να του τα χαρίσω όλα, του άξιζε κάθε κύτταρο του εαυτού
μου όμως δεν μπορούσα να κάνω τίποτα για να το καταφέρω, όλα μου τα
συναισθήματα ακόμα και η ίδια μου η ψυχή είχαν θαφτεί τόσο βαθιά μέσα μου που
ήξερα από πριν ότι δεν θα υπήρχε ποτέ τρόπος για να τα επαναφέρω στην
επιφάνεια, τα είχα θάψει τόσο βαθιά για να σταματήσω να υποφέρω που ότι και να
έκανα τώρα δεν θα ήταν αρκετό για να βγουν προς τα έξω ποτέ ξανά.
«Λάμψε για μένα μοναδική μου αγάπη...» τα χείλια του πρόφεραν και
με έκανε χίλια κομμάτια, τα μάτια μου δάκρυσαν και καθώς τα χέρια μου σφίχτηκαν
γύρω από το κορμί του εκείνος με παρέσυρε μαζί του και με ανασήκωσε καθώς
γονάτιζε πάνω στο κρεβάτι... «Άσε την ψυχή σου να απελευθερωθεί, να γίνει ένα
με την δική μου» συνέχιζε και βάζοντας το κεφάλι μου να ακουμπήσει πάνω στον
ώμο του έπνιξα με κόπο τον λυγμό που ήταν έτοιμος να ξεπηδήσει από μέσα μου.
«Συγχώρεσε με» πρόφερα σχεδόν άηχα και καθώς ακολούθησα τον ρυθμό
του εκείνος δεν άντεξε και απελευθέρωσε όλο του το απωθημένο του πάθος για μένα
μέσα στα βάθη της ύπαρξης μου ενώ τραντάχτηκε ολόκληρος... «Συγχώρεσε με»
συνέχισα κλαίγοντας πια και καθώς με ακούμπησε απαλά πάνω στο στρώμα
καθαρίζοντας το πρόσωπο μου από τα μαλλιά μου προσπάθησε να με κάνει να τον
κοιτάξω αλλά εγώ του το αρνιόμουν πεισματικά.
«Ίζαμπελ...» απαίτησε και καθώς πήρα μια βαθιά τρεμάμενη ανάσα
γύρισα την ματιά μου προς το μέρος του και τον κοίταξα απολογητικά... «Τι
σ...;» προσπάθησε αλλά δεν τον άφησα να συνεχίσει, βάζοντας τα δάχτυλα μου πάνω
στα χείλια του κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά και τον παρακάλεσα με την ματιά
μου να μην το κάνει.
Καταλαβαίνοντας ότι κάτι άλλο συμβαίνει κράτησε την παλάμη μου
μέσα στο χέρι του και φιλώντας ένα ένα ξεχωριστά τα ακροδάχτυλα μου τόσο
τρυφερά που με έκανε αμέσως να ανατριχιάσω, έβαλε το χέρι μου στην άκρη και
καθώς ξάπλωσε απαλά δίπλα μου με έκλεισε μέσα στην ζεστή του αγκαλιά... Το χέρι
μου αυτόματα αγκάλιασε το κορμί του και καθώς το κεφάλι μου ακούμπησε απαλά
πάνω στο στέρνο του έμεινα εκεί αμίλητη να ακούω τον πιο υπέροχο ήχο του κόσμου
μου, την καρδιά του να χτυπά ίσως λίγο άτονα αλλά το ίδιο με όπως την θυμόμουν
πάντα.
Κλείνοντας τα μάτια άφησα την μελωδία της να με παρασύρει ενώ
μύριζα άπληστα την μοναδική του μυρωδιά αφήνοντας την να πλημυρίσει όλες μου
τις αισθήσεις.
«Πως κατάφερα να κρατήσω την λογική μου τόσα χρόνια μακριά σου;»
αναρωτήθηκε φωναχτά κάτω από τον αναστεναγμό του αφήνοντας ένα απαλό
παρατεταμένο φιλί πάνω στα μαλλιά μου και η καρδιά μου σφίχτηκε ενώ τα χέρια
μου τον αγκάλιασαν πιο σφιχτά το κορμί του.
~Πως θα καταφέρω να κρατήσω την λογική μου όταν σε χάσω ξανά;~
αναρωτήθηκα με παράπονο μέσα μου ενώ τα μάτια μου άρχισαν και πάλι να δακρύζουν
αλλά δεν είπα τίποτα, παραμένοντας στην σιωπή άφησα τον εαυτό μου να απολαύσει
αυτήν την σύντομη ειρήνη που υπήρχε μεταξύ μας.
«Πες κάτι» παρακάλεσε και άφησα έναν αναστεναγμό να μου ξεφύγει.
~Τι μπορώ να πω που να μην χαλάσει αυτήν την μοναδική στιγμή;~
αναρωτήθηκα καθώς άνοιγα τα μάτια μου κοιτώντας μακριά.
«Η καρδιακός σου χτύπος είναι τόσο άτονος...» σχολίασα και εκείνος
αμέσως μαγκώθηκε ενώ έπαιρνε μια βαθιά γρήγορη ανάσα σε απάντηση και αυτό
έφτασε για να καταλάβω τα πάντα ενώ όλο μου το στήθος αμέσως διαλύθηκε από την
διαπίστωση που μόλις έκανα... «Πόσο χρόνο έχουμε;» δεν μπορούσα να μην ρωτήσω
με κόπο αλλά εκείνος δεν απάντησε αμέσως και καθώς ανασήκωσα την ματιά μου προς
την δική μου, αυτόματα αγκάλιασε με το χέρι του το μάγουλο μου.
«Έχουμε όλον τον χρόνο μπροστά μας...» προσπάθησε να με μεταπείσει
αλλά δεν τον άφησα.
«Πόσο» απαίτησα ξανά και τρίζοντας τα δόντια του προσπάθησε πολύ
σκληρά να παραμείνει ήρεμος.
«Αγαπημένη μου...» ξεκινώντας έτσι αμέσως αντέδρασα και σηκώνοντας
το κορμί μου ανακάθισα στο κρεβάτι και κοιτώντας μακριά πέρασα το σεντόνι γύρω
από το κορμί μου και το κράτησα σφιχτά σαν ασπίδα απάνω μου προσπαθώντας πολύ
σκληρά να συγκρατήσω όλα τα συναισθήματα μου σε μια ισορροπία και πλησιάζοντας
το κορμί του κοντά στο δικό μου τύλιξε τα χέρια του γύρω από τους ώμους μου και
με τράβηξε κοντά του ενώ φίλαγε την βάση του λαιμού μου τόσο τρυφερά που με
έκανε να ανατριχιάσω ολόκληρη.
«Μην αντιδράς πριν ακούσεις τι έχω να σου πω...» παρακάλεσε με
βαθιά φωνή γεμάτη με όλο το πάθος που του είχε ξυπνήσει η επαφή μας και
παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την άφησα να βγει από μέσα μου ήρεμα παραμένοντας
σιωπηλή και εκείνος συνέχισε πιο απαλά γυρίζοντας το πρόσωπο μου προς το μέρος
του βάζοντας το χέρι του απαλά πάνω στο πρόσωπο μου... «Δεν είσαι έτοιμη να με
δεχτείς ακόμα...» πάνω στην αντίδραση μου έκλεισε τα χείλια μου πριν μιλήσω
κουνώντας αρνητικά το κεφάλι του ενώ τα χάιδευε με το πιο απαλό του άγγιγμα για
να με εμποδίσει να πω κάτι... «Το καταλαβαίνω, δεν ήταν λίγα αυτά που
μοιραστήκαμε αλλά πρέπει να καταλάβεις και εμένα, χρειάζομαι χρόνο για να σου
αποδείξω ότι όλα αυτά τα ατελείωτα χρόνια μακριά σου με έκαναν να δω όσα έπρεπε
να είχα δει όταν ήμασταν μαζί, πρέπει να μου δώσεις λίγο χρόνο να σου αποδείξω
ότι άλλαξα, ότι τώρα έχω την σοφία να σκεφτώ πιο ώριμα» παρακάλεσε και
αναστέναξα κρατώντας το χέρι του μέσα στο δικό μου, φιλώντας απαλά το εσωτερικό
της παλάμης του.
«Και εσύ πρέπει να καταλάβεις ότι δεν είμαι πια η Ίζαμπελ που
γνώρισες, τα χρόνια που πέρασαν από πάνω μου με άλλαξα Έντουαρτ, με έκαναν πιο
σκληρή... Πέρασα τόσα χρόνια θάβοντας τα συναισθήματα μου που έχω ξεχάσει πια
πώς να τα φέρω στην επιφάνεια… δεν ξέρω καν αν μπορώ να το κάνω, θα ήταν τόσο
επικίνδυνο για όλους μας» τον παρακάλεσα και εγώ με την σειρά μου.
«Αν ήταν διαφορετικά τα πράγματα...»
«Σε αγαπάω μικρέ μου πρίγκιπα, αυτό δεν αλλάζει και το ξέρεις πολύ
καλά και χωρίς την επιβεβαίωση μου» τον διέκοψα αμέσως για να του καταρρίψω τις
αμφιβολίες του και τρίζοντας τα δόντια του κοίταξε μακριά με ένα μοχθηρό
βλέμμα.
«Καταραμένο σώμα, αν δεν ήταν τόσο αδύναμο...» εξωτερίκευσε την
σκέψη του και βάζοντας το χέρι μου πάνω στο μάγουλο του τον ανάγκασα να με
κοιτάξει κουνώντας αρνητικά το κεφάλι κόβοντας την φράση του στην μέση.
«Δεν φταίει το σώμα γλυκιά μου αγάπη, δεν φταις καν εσύ»
προσπάθησα να του δώσω να καταλάβει αλλά ήμουν σίγουρη ότι δεν θα καταλάβαινε
ούτος ή αλλιώς.
«Δεν φταίω εγώ φταις εσύ σωστά;...» ειρωνεύτηκε και αναστέναξα
καταβεβλημένα, πως θα μπορούσα να του το εξηγήσω αυτό χωρίς να καταλήξει σε
μάχη;... «Γιατί πας να με ξεγελάσεις πάλι;... Γιατί αντιστέκεσαι ακόμα;»
«Έντουαρττττ...» είπα απελπισμένα κλείνοντας τα μάτια μου καθώς
ακουμπούσα το μέτωπο μου πάνω στο μάγουλο του... «Προσπάθησε να καταλάβεις σε
παρακαλώ» ικέτεψα για άλλη μια φορά.
«Να καταλάβω τι;» ρώτησε αγανακτισμένα.
«Δεν πρόκειται για μας αλλά για τον σκοπό που έχουμε γεννηθεί
κατάλαβε το σε παρακαλώ» έκανα άλλη μια απελπισμένη προσπάθεια αλλά όπως και το
περίμενα εκείνος δεν άκουγε τίποτα.
Κοιτώντας για άλλη μια φορά μακριά έσφιξε την γροθιά του και
τρίζοντας τα δόντια του κατάπιε δυνατά αλλά ακόμα και αυτό δεν έφτασε για να
καταλαγιάσει όλα τα μέσα του που τα είχε ήδη ξεπεράσει κατά πολύ.
Δεν μίλησε, δεν είπε τίποτα, παίρνοντας το εσώρουχο από το πάτωμα
το φόρεσε σε κλάσματα του δευτερολέπτου άρπαξε το κλειδί από το πάτωμα που το
είχε πετάξει και καθώς κινήθηκε προς την πόρτα την άνοιξε και βγήκε προς το
κυρίως σπίτι.
Χαμηλώνοντας την ματιά μου στο πάτωμα προσπάθησα να πάρω μερικές
ήρεμες ανάσες προκειμένου να βρω την ψυχραιμία να καταλαγιάσω τα συναισθήματα
μου και καθώς γύρισα την ματιά μου προς την κοσμηματοθήκη μου είδα το Evenstar
μου να γυαλίζει, σηκώθηκα προς το μέρος του και μόλις το πήρα στο χέρι μου το
χάιδεψα απαλά με ένα δάκρυ μου να κυλάει από τα μάγουλα μου ενώ τον άκουγα από
κάτω που προσπαθούσε να σπάσει την αλυσίδα του ψυγείου προκειμένου να
προμηθευτεί λίγο από το αίμα τους ώστε να βρει την δύναμη να προσπαθήσει ξανά
για να μου αποδείξει ότι έχω άδικο.
Φορώντας το περιδέραιο μου φόρεσα το φόρεμα που φόραγα και πριν
και πήγα να τον βρω... Μέχρι να φτάσω είχε σχεδόν αδειάσει όλο το περιεχόμενο
του ψυγείου στο πάτωμα από τα νεύρα του και καθώς αισθάνθηκε την παρουσία μου
γύρισε την ματιά του νευριασμένη προς το μέρος μου.
«Άδειασες το ψυγείο από το αίμα των βρικολάκων;» με κατηγόρησε και
πείρα μια βαθιά ανάσα.
«Δεν το χρειάζεσαι» είπα ήρεμα αλλά αυτό τον έκανε χειρότερο.
«Δεν θα το χρειαζόμουν αν είχες παραδοθεί σε μένα αλλά είσαι τόσο
πεισματάρα...»
«Είσαι σίγουρος γι αυτό;...» τον διέκοψα και έμεινε να με κοιτάει
με μίσος καθώς ανάσαινε γρήγορα... «Πόσο χρόνο έχεις ακόμα Έντουαρτ;» συνέχισα
πιο απαιτητικά.
«Αρκετό για να σου αποδείξω το πόσο λάθος κάνεις για άλλη μια
φορά» μου γύρισε πίσω με πείσμα και άρχισα να τον πλησιάζω.
«Αρκετό για να τα καταστρέψεις όλα για ένα πείσμα για άλλη μια
φορά;» τον πίεσα περισσότερο και μόλις στάθηκα μπροστά του βάζοντας τα χέρια
του πάνω στα μπράτσα μου έγειρε το σώμα του προς το μέρος μου και καθώς
πλησίασε το πρόσωπο του κοντά στο δικό μου προσπάθησε για άλλη μια φορά.
«Με χρειάζεσαι...» τόνισε πεισματικά... «Χωρίς εμένα δεν θα έχεις
καμία ελπίδα μαζί τους, δεν θα έχεις καν τον χρόνο να προετοιμάσεις τον μικρό,
δεν ξέρει τίποτα, το πιθανότερο είναι να χάσει τον εαυτό του πριν καν παλέψει
να κερδίσει το σώμα του» συνέχισε και αναστέναξα.
«Είμαι σίγουρη ότι θα τα καταφέρει, είναι δυνατός» προσπάθησα να
τον υπερασπιστώ και αυτό τον έκανε χειρότερο.
«Δεν είναι έτοιμος και οι άλλοι ήδη προετοιμάζονται για την
επάνοδο τους» συνέχισε με περισσότερο πείσμα και για λίγο πάγωσα, η ματιά μου
γύρισε προς την πόρτα σκεπτικά και ξανά προς το μέρος του.
«Τους ελευθέρωσες;...» αναφώνησα σοκαρισμένη την διαπίστωση μου
ενώ έπαιρνα τα χέρια του από πάνω μου με αηδία. «Τους ελευθέρωσες για να
μπορέσεις να με εκβιάσεις με αυτό;» δεν μπορούσα να το πιστέψω ήταν τόσο
εγωιστικό από μέρους του.
«Ήξερα ότι, ό,τι και να έκανα τίποτα δεν θα ήταν αρκετό για σένα,
δεν μου έδωσες άλλη επιλογή» μου δήλωσε ψυχρά και γουρλώνοντας τα μάτια μου
έβαλα το χέρι μου πάνω στο λαιμό μου πισωπατώντας χωρίς να μπορώ να πιστέψω τα
ίδια του τα λόγια.
«Πως μπόρεσες να κάνεις κάτι τέτοιο;...» ρώτησα απελπισμένα...
«Πως μπόρεσες να βάλεις σε κίνδυνο ολόκληρη την ανθρωπότητα μόνο και μόνο για
να καταφέρεις να με κερδίσεις έστω και με αυτόν τον τρόπο; Πως μπορείς να είσαι
τόσο εγωιστής;» τα μάτια μου αυτόματα βούρκωσαν αλλά δεν τους επέτρεψα να
δακρύσουν με όλη την δύναμη της ψυχής μου.
«Είσαι δική μου, με χρειάζεσαι όσο και να μην θέλεις να το
παραδεχτείς, χωρίς εμένα δεν θα έχεις καμία ελπίδα να τους νικήσεις» μου γύρισε
με σκληρό ύφος και τρίζοντας τα δόντια μου έκλεισα τα μάτια μου καθώς άρχισα να
ανασαίνω γρήγορα.
«Σήκω και φύγε από μπροστά μου τώρα...» απαίτησα αλλά εκείνος δεν
κουνήθηκε σπιθαμή... «Δεν θέλω να σε ξαναδώ στα μάτια μου... Δεν θέλω να
θυμάμαι καν ποιος είσαι» ξέσπασα και καθώς τον ένιωσα να έρχεται κοντά μου
έφυγα από δίπλα του και βγήκα έξω στην αυλή μέσα σε κλάσματα των
δευτερολέπτων... Φτάνοντας κοντά σε ένα δέντρο κρατήθηκα από εκείνο και
κλείνοντας τα μάτια μου σφιχτά προσπάθησα με κόπο να παραμείνω ακίνητη ενώ
ένιωθα την απελπισία να με κυριεύει και το τέρας μέσα μου να μου χαμογελά με
ικανοποίηση.
Πως μπορούσε να μου το κάνει αυτό; Πως; Ήξερε πάρα πολύ καλά πόσες
θυσίασες έκανα για να φέρω την ισορροπία, για να καταφέρω να τους κάνω να
υποχωρήσουν, το πόσο οργισμένοι και λυσσασμένοι ήταν για αίμα και εκδίκηση.
«Μπέλλα;...» η φωνή του Στέφαν έφτασε σαν μηχανής θεός και καθώς
γύρισα προς το μέρος του έπεσα με ορμή απάνω του ζητώντας του σιωπηλά
παρηγοριά... «Τι συνέβη; Σου έκανε κάτι;» ρώτησε εκείνος αγχωμένος και η φωνή
του Έντουαρτ του έκοψε την φόρα.
«Πάρε τα χέρια σου από πάνω της τώρα» απαίτησε και γυρίζοντας προς
την μεριά του τον κοίταξα με όλη την αγανάκτηση που ένιωθα μέσα μου.
«Σήκω και φύγε τώρα, πριν με δεις έτσι όπως δεν με έχεις δει ποτέ
ξανά στην ζωή σου» απαίτησα εγώ σκληρά και εκείνος σβήνοντας την απόσταση που
μας χώριζε με άρπαξε από το μπράτσο και με τράβηξε προς το σώμα του ξεκολλώντας
με βίαια από την αγκαλιά τους Στέφαν που είχε μείνει σοκαρισμένος να μας
κοιτάει χωρίς να ξέρεις πως να αντιδράσει.
«Τι πρέπει να κάνω για να καταλάβεις επιτέλους ότι ανήκεις σε μένα
και σε κανέναν άλλον, ότι δικαιούμαστε μια ευκαιρία να είμαστε ξανά μαζί»
ρώτησε αγανακτισμένα.
«Τίποτα και ξέρεις γιατί; Γιατί μόλις απέδειξες για πιο λόγο δεν καταφέραμε
ποτέ να είμαστε μαζί...» του γύρισα πίσω σκληρά καθώς τον έσπρωχνα μακριά μου
και εκείνος πισωπατώντας προσπάθησε να βρει την ισορροπία του πριν πέσει στο
έδαφος ενώ με κοίταζε σκληρά... «Πως περιμένεις να με κερδίσεις; Με απειλές και
ψέματα; Πως περιμένεις να με κερδίσεις με τον εγωισμός και τα πείσματα σου;
ΠΩΣ;;;» ούρλιαξα και καθώς ανέκτησε ξανά την ισορροπία του στάθηκε στο ύψος του
και έσβησε την απόσταση που μας χώριζε.
«Γιατί με αρνείσαι ακόμα; Τι διάολο έγινε τότε; Γιατί δεν
προσπαθείς τώρα να δεις ότι είμαι η μόνη λύση που σου απόμεινε; Πως μπορείς να
λάμπεις στην αγκαλιά του και όχι στην δική μου;» συνέχισε φωνάζοντας με
περισσότερο πείσμα χωρίς να χάνει το θάρρος του.
«Γιατί δεν έχει απομείνει τίποτα πια μέσα μου, γιατί ο σύνδεσμος
μας έσπασε την στιγμή που σταμάτησε η καρδιά σου να χτυπά, γιατί η καρδιά μου
πάγωσε, έγινε πέτρα και έσπασε την στιγμή έφυγες για πάντα και δεν υπάρχεις
τρόπος να ενωθεί ξανά» του απάντησα καθώς έτρεμα σύγκορμη από όλον τον
εκνευρισμό που με είχε καταβάλει.
«Λες ψέματα» φυσικά πως μπορούσε να το δεχτεί.
«Αυτή είναι η αλήθεια Έντουαρτ όσο πικρή και να είναι. Δεν σε
αγαπάω γιατί με συνδέει κάτι μαζί σου αλλά γιατί πραγματικά σε αγάπησα με κάθε
τρόπο που θα μπορούσε να αγαπήσει μια γυναίκα έναν άντρα αλλά με ματώνεις, με
σκοτώνεις, με αποτελειώνεις... Πως μπόρεσες να μου κάνεις κάτι τέτοιο; Πες μου
πωςςςςς» φώναξα ενώ χτύπαγα το στήθος του με τις μπουνιές μου.
«Και πως μπορείς να λάμπεις όταν πας για κυνήγι; Πως έλαμπες πριν
λίγο στην αγκαλιά του;» ρώτησε περισσότερο τον εαυτό του παρά εμένα
πισωπατώντας χωρίς να μπορεί να πιστέψει ότι του λέω την αλήθεια.
«Γιατί το μόνο που μου δίνει πίσω την λάμψη μου είναι αυτό...» του
είπα και πιάνοντας το Evenstar, το τράβηξα με βία από τον λαιμό μου με όλη την
δύναμη της ψυχής μου και εκείνο έσκισε την σάρκα μου και την μάτωσε την στιγμή
που η αλυσίδα έσπαγε στα δύο και μόλις έμεινε στην χούφτα μου του το πέταξα στα
μούτρα... Πιάνοντας το, το κοίταξε για λίγο πριν γυρίσει την ματιά του προς το
μέρος μου... «Ήταν το μόνο που μας ένωνε, το μόνο που με έκανε να βρίσκω τον
τρόπο να επαναφέρω ένα μέρος τον συναισθημάτων μου στην επιφάνεια χωρίς
επιπτώσεις, ίσως και το μόνο που με έκανε να θυμάμαι τι ήμουν κάποτε αλλά όχι
πια, τώρα έχω ανάγκη να είμαι αυτό που είμαι τώρα γιατί ίσως να είναι το μόνο
που μας έχει απομείνει για να καταφέρω να τους αντιμετωπίσω... ΧΩΡΙΣ... ΕΣΕΝΑ»
του είπα κατηγορηματικά και προσπερνώντας τον πήγα προς το σπίτι και κλείστηκα
μέσα στο δωμάτιο μου χωρίς να κοιτάξω ξανά πίσω μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου