Έντουαρτ
~Τόσο βαρετά είναι πάντα όταν κάνετε μάθημα;~... ρώτησε και ένα γελάκι ξέφυγε από τα χείλια μου.
~Γιατί στα δικά σου χρόνια ήταν πιο ενδιαφέρον τα μαθήματα που έκανες;~... τον ρώτησα πειραχτικά.
~Μακάρι να ήταν εδώ να μας δίδασκε εκείνη, δεν θα ήθελες να τελειώσει ποτέ το μάθημα... Είχε τόσο πάθος όταν δίδασκε~... είπε και αναστέναξα.
~Δεν θα με αφήσεις να παρακολουθήσω το μάθημα~... διαπίστωσα και καθώς έβαλα το χέρι μου να ακουμπήσει πάνω στην παλάμη μου άρχισα να κάνω διάφορες μουτζούρες πάνω στο τετράδιο μου ενώ ταυτόχρονα σιγομουρμούριζα μέσα μου την μελωδία από το τραγούδι της παράστασης που θα δίναμε και αυτό φάνηκε να του κινεί την περιέργεια.
~Τι είναι αυτό;~... ρώτησε αμέσως.
~Είμαι στην θεατρική ομάδα και αυτό είναι ένα από τα τραγούδια που τραγουδάω με την Έλενα~... τον ενημέρωσα και αμέσως ένιωσα κάτι να αλλάζει μέσα του αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω ακριβώς το τι.
~Μπορείς να μου πεις και τους στοίχους;~... ρώτησε με έναν περίεργο προβληματισμό να βαραίνει την φωνή του.
~Γιατί όχι~... ανταποκρίθηκα εγώ πρόθημα και καθώς άρχισα να τραγουδάω το τραγούδι από μέσα μου εκείνος με σταμάτησε.
~Άσ’ το, τα λόγια την καταστρέφουν την μελωδία~... με διέκοψε και το σκέφτηκα για λίγο.
~Η γραφή σου την μάγευε τότε, γιατί δεν της γράφεις και τώρα κάτι;~... ρώτησα και ένιωσα εκείνον να ανεβαίνει ξαφνικά.
~Δεν χρειάζεται να γράψω κάτι καινούργιο... Πότε έχεις την επόμενη πρόβα;~
~Την τέταρτη ώρα~... του απάντησα με μια περίεργη υποψία να με βασανίζει... ~Τι έχεις σκοπό να κάνεις;~... ρώτησα αλλά εκείνος προσπέρασε την ερώτηση μου.
~Κανόνισε να λείπει η ξινή και θα δεις~... με διέταξε και τα παράτησα.
Γράφοντας πάνω στο τετράδιο μου ~Μπορείς να εξαφανίσεις την Έλενα από το μάθημα της τέταρτης ώρας;~ προς τον Έμετ, το πήγα προς το πλάι και τον άφησα να τον διαβάσει.
«Τι έχεις σκοπό να κάνεις;» ψιθύρισε αμέσως εκείνος και αναστέναξα.
Μακάρι να ήξερα... απάντησα από μέσα μου και έγραψα πάλι... ~Σε παρακαλώ μπορείς να μου κάνεις αυτήν την χάρη;~
«Θες να την εξαφανίσω μια και καλή ή μόνο για την τέταρτη ώρα;» ρώτησε εκείνος και πάλι ψιθυριστά στο αυτί μου και γύρισα απότομα την ματιά μου σοκαρισμένος προς το μέρος του.
«Κάλλεν και Χέιλ» μας επανέφερε η κυρία Κόουπ στην τάξη και γυρίζοντας μπροστά πήρα μια ανάσα και έγραψα ξανά.
~Μόνο για την τέταρτη ώρα και μην κάνεις καμία βλακεία, απλά δεν θέλω να έρθει στο μάθημα μπας και γλυτώσω την πρόβα~ έγραψα ψέματα και τον άφησα πάλι να τον διαβάσει και εκείνος μου άρπαξε το τετράδιο και κοιτώντας διακριτικά προς τα πίσω τον είδα που έγραφε κάτι.
Τελειώνοντας χτύπησε το τετράδιο στο κεφάλι μου και τον πέταξε μπροστά μου.
«Χέιλ αρκετά» φώναξε την κυρία Κόουπ και καθώς ο Έμετ σοβάρεψε μουρμουρίζοντας ένα συγνώμη εγώ άνοιξα το τετράδιο και διάβασα αυτό που μου είχε γράψει.
~Είμαι μέσα αλλά να ξέρεις ότι μου το χρωστάς~... διάβασα τις λέξεις μέσα από τις καρικατούρες που εκείνος θεωρούσε γράμματά και αναστέναξα.
~Οκ πάει και αυτό, κάτι άλλο μεγαλειότατε;~... τον ειρωνεύτηκα και αμέσως ένιωσα την ταραχή του.
~Μην με ειρωνεύεσαι εμένα νεαρέ μου, χάρη σου κάνω~... είπε σκληρά με μια βαριά χροιά και στριφογύρισα τα μάτια μου απελπισμένα... Ποιος κάνει χάρης σε ποιον... πήγα να του πω αλλά τελικά άλλαξα γνώμη.
~Σταμάτα να φέρεσαι σαν κακομαθημένο για να μην σε ειρωνεύομαι~... του γύρισα εγώ και έπεσε για λίγο η απόλυτη σιωπή.
Την στιγμή που ρώτησε κάτι η κυρία Κόουπ η Άλις σήκωσε το χέρι της για να απαντήσει και καθώς της έδωσε την άδεια εγώ γύρισα την ματιά μου αυτόματα προς το μέρος της... Τα ίδια συναισθήματα που ένιωσα πριν από τον πρόγονο μου ήρθαν ξανά να με κάνουν να θυμηθώ όλα όσα είχα σκεφτεί και πριν αλλά πριν προλάβω να τον ρωτήσω αυτό που με βασάνιζε εκείνος με πρόλαβε ακριβώς την στιγμή που η Άλις σταμάτησε να μιλάει.
~Τι λαμπρό παιδί, αυτή να μου το θυμηθείς μια μέρα θα πάει ψηλά και όλοι θα έχουν να λένε για εκείνην!~... είπε με έναν αμέριστο θαυμασμό με βαθιά συγκίνηση και χωρίς να καταφέρω να το συγκρατήσω άλλο πέταξα την ερώτηση που τόσο με βασάνιζε όλη αυτήν την ώρα.
~Σε εκείνην βλέπεις την Αλίσια που έχασες~... ήταν δήλωση παρά ερώτηση... Εκείνος δεν απάντησε αμέσως.
~Αγάπησα όλα μου τα παιδιά, ένα προς ένα...~... ξεκίνησε με μια βαθιά θλίψη να καλύπτει τα λόγια του... ~Εκείνα με έκαναν να νιώθω ολοκληρωμένος, η αγάπη τους με γέμιζε, με έκανε καλύτερο βασιλιά ίσως μπορείς να πεις και άνθρωπο... Για εκείνα και μόνο θα μπορούσα να φτιάξω έναν καλύτερο πλανήτη ώστε να μην γνωρίσουν ποτέ, πολέμους, πείνα ή πόνο αλλά δυστυχώς κανένα τους δεν κατάφερε να μου αναπληρώσουν το κενό που ένιωσα μέσα μου όταν έχασα την μικρή μου Αλίσια... Βλέπεις ήταν η πρώτη που αγάπησα με όλη μου την καρδιά πέρα από την Βασίλισσα μου... Μου χαμογελούσε και ένιωθα ότι σταματούσε η καρδιά μου να χτυπά, με φώναζε μπαμπά και δεν ήξερα πως να εκφράσω την χαρά μου, την άκουγα να χαχανίζει καθώς την γαργαλούσα και δάκρυζα από την ευφορία και την αγαλλίαση που πλημμύριζε την καρδιά μου, μου έβγαζε τέτοια συναισθήματα που δεν είχα ιδέα ότι υπήρχαν και πήγε η σκρόφα και τα κατέστρεψε όλα~... κατέληξε με μίσος και για λίγο έμεινα άφωνος χωρίς να ξέρω τι να πω πάνω σε αυτό.
~Να φανταστώ ότι δεν την συγχώρεσες ποτέ;~... ρώτησα γνωρίζοντας ήδη την απάντηση.
~Πως θα μπορούσα να της συγχωρήσω ποτέ κάτι τέτοιο; Μου γκρέμισε όλον μου τον κόσμο, όλα μου τα όνειρα τα έκανε στάχτη αλλά μην ανησυχείς το πλήρωσε πολύ ακριβά... Φυσικά για τα μάτια του κόσμου...~
~Της Μπέλλας πες καλύτερα~... τον διόρθωσα εγώ και γέλασε.
~Όλα για εκείνην...~ είπε κάτω από τον αναστεναγμό του... ~Έστω, για τα μάτια της βασίλισσας μου της φερόμουν σαν να ήταν η γυναίκα της ζωής μου αλλά όταν ερχόταν το βράδυ και επιτέλους μέναμε μόνοι μας την έκανα να πληρώσει κάθε πόνο που μου είχε προκαλέσει~... συνέχισε με απόλυτη ικανοποίηση.
~Δεν είχα καμία αμφιβολία γι αυτό...~... του επιβεβαίωσα ότι το είχα καταλάβει και εγώ... ~Όταν εννοείς όνειρα;~... συνέχισα τις απορίες μου και εκείνος πρόθυμα συνέχισε.
~Είχα κάνει τόσα όνειρα για την μικρή μου Αλίσια, μόνο να την κοίταζες έφτανε για να καταλάβεις το πόσο έξυπνο πλάσμα ήταν πόσο λαμπρό, ένα μικρό αστέρι που θα βασίλευε με σοφία... Τα είχα σκεφτεί όλα τόσο άψογα μέσα στο μυαλό μου, θα περίμενα μέχρι να μεγαλώσει, θα την δασκάλευα φυσικά σωστά για να ξέρει πως να χειρίζεται τις καταστάσεις και όταν θα ήταν έτοιμη γι αυτό θα της παρέδιδα την βασιλεία μου και εγώ θα μπορούσα επιτέλους να είμαι μαζί με το μοναδικό πλάσμα στον κόσμο που ήθελα να είμαι~... είπε και ζάρωσα τα φρύδια μου παραξενευμένος.
~Μα ήταν κορίτσι πως θα μπορούσε να βασιλέψει;~... ρώτησα με απορία.
~Κάποια στιγμή θα παντρευόταν~... είπε σαν να ήταν το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο και μπερδεύτηκα περισσότερο.
~Άρα ο άντρας της θα βασίλευε και όχι εκείνη~... διαπίστωσα και τον ένιωσα να γελά.
~Αν νομίζεις ότι τότε βασίλευαν οι άντρες είναι βαθιά νυχτωμένος... Οι γυναίκες ήταν αυτές που βασίλευαν και απλά εκείνοι επαναλάμβαναν τα λόγια τους για να τα επικυρώσουν... Εκτός φυσικά επί της δικής μου βασιλείας, δεν άφησα ποτέ γυναίκα να μου πει το τι θα κάνω και τι όχι τον πρώτο λόγο και τον τελευταίο τον είχα μόνο εγώ~... είπε με έναν βαρύ τόνο που με έκανε να καταλάβω το πόσο μισούσε γενικότερα τις γυναίκες και όχι μόνο την Κατρίνα.
~Και θα τα παρατούσες όλα για χάρη της;~... ρώτησα χωρίς να το πιστεύω.
~Ποτέ δεν ήθελα να δεχτώ την κληρονομιά μου, όλα αυτά τα έκανα γιατί εκείνοι το θέλανε... Είσαι γεννημένος ηγέτης λέγανε, όλοι θα έχουν να λένε για την βασιλεία σου, μπούρδες, αν είχα την επιλογή δεν θα γινόμουν ποτέ βασιλιάς, θα την έκλεβα με την πρώτη ευκαιρία και θα πηγαίναμε στο πιο απομακρυσμένο μέρος που υπήρχε πάνω στην γη για να ζήσουμε μόνο εκείνη και εγώ μακριά από όλους όσους μας χωρίζανε~... οκ τώρα έμεινα μαλάκας... Ειλικρινά τι θα μπορούσα να πω πάνω σε αυτό;;;
~Τους γονείς σου δεν τους αγάπησες ποτέ;~... ρώτησα το πρώτο που
μου έκανε εντύπωση μέσα από όλα αυτά.
~Ήταν γονείς μου, φυσικά και τους αγαπούσα αλλά μόνο γιατί έπρεπε, ποτέ δεν ένιωσα για εκείνους τίποτα περισσότερο από αυτό~... απάντησε ευθέως και με ειλικρίνεια και το σκέφτηκα για λίγο.
~Η αγάπη σου για εκείνην επισκίαζε την δική τους αγάπη;~... ρώτησα το προφανές αλλά εκείνος αμέσως μου το αρνήθηκε.
~Έτσι το βλέπανε όλοι, ιδίως η μητέρα μου, γι αυτό και δεν την ευχαρίστησε ποτέ για το καλό που της έκανε αλλά δεν ήταν αυτή η αλήθεια, αν ήταν διαφορετικά τα πράγματα τότε θα είχαν σίγουρα την αγάπη μου~... απάντησε με μια αφοπλιστική ειλικρίνεια και αναστέναξα.
~Ήταν αυταρχικοί;~... ρώτησα με πόνο έχοντας στο μυαλό μου το πως ήταν ο πατέρας μου μαζί μας αλλά και πάλι διαφώνησε.
~Την μητέρα θα μπορούσες να την θεωρήσεις και έτσι αλλά εγώ προτιμώ τον όρο δολοπλόκα... Ήταν δαιμόνιο μυαλό έκανε τον πατέρα μου αλοιφή για κάλους, ξέρεις σήκω – σήκω, κάτσε – κάτσε, τον κοίταζα και πραγματικά με αηδίαζε τόσο πολύ που άφηνε να τον κάνει ότι ήθελε εκείνη αλλά και πάλι δεν είχε καμία σχέση με τον πατέρα σου, τουλάχιστον εκείνη με ήθελε ζωντανό~... μου είπε και σφράγισα τα χείλια μου σε αντίδραση πάνω σε αυτό, η καρδιά μου αμέσως σφίχτηκε μέσα στο στήθος μου και τα μάτια μου αυτόματα ένιωσα να ψάχνουν τρόπο να ξεγλιστρήσουν το δάκρυ που ερχόταν απειλητικά να με προδώσει.
~ΩΩΩ έλα τώρα, μην μου πεις ότι θα βάλεις και τα κλάματα~... ειρωνεύτηκε με μια δόση αηδίας στην φωνή του και κόντεψα να εκραγώ.
~Ξέρεις δεν ήμαστε όλοι αναίσθητοι σαν και εσένα~... του γύρισα πίσω εκνευρισμένα και ένιωσα τον ίδιο εκνευρισμό να διακατέχει και τον ίδιο.
~Κάτσε να περάσει η επήρεια του αίματος της και τα λέμε το πόσο αναίσθητος είμαι και το πόσο όχι~... μου γύρισε σκληρά και αυτό για λίγο με προβλημάτισε.
~Γι αυτό χρειάζεσαι το αίμα τους για να μπορείς να σβήνεις τα συναισθήματα σου;...~... ρώτησα αλλά δεν απάντησε... ~Όταν το πίνεις μπορείς να έχεις τα επιπλέον προτερήματα τους~... διαπίστωσα και ένιωσα για λίγο τον εκνευρισμό του να καταλαγιάζει.
~Δεν είναι το ίδιο σαν και εκείνους αλλά ναι μπορώ να τα χρησιμοποιώ υπέρ μου~... επιβεβαίωσε τελικά.
~Και εγώ γιατί δεν μπορώ να το κάνω;~... ρώτησα παραξενευμένος.
~Γιατί είσαι ακόμα άνθρωπος, όταν σπάσεις την κατάρα και ενσωματώσεις την ψυχή σου με την ψυχή του δικού σου λύκου τότε μόνο θα μπορείς να εκμεταλλεύεσαι τα προτερήματα του αίματος τους~... με ενημέρωσε.
~Πως τα ξέρεις όλα αυτά;~... δεν μπορούσα να μην ρωτήσω μου είχε εξάψει την περιέργεια.
~Τι νόμιζες ότι έκανα τα πέντε χρόνια που έλειπα;~... με ρώτησε δύσπιστα.
~Τους μελετούσες;~... ρώτησα χωρίς να το πιστεύω.
~Πως αλλιώς θα κατάφερνα να την ρίξω αν δεν μάθαινα όλα τα αδύναμα σημεία της;~... είπε και έμεινα σοκαρισμένος από την διαπίστωση που μόλις έκανα.
~Δεν γύρισες για να την κερδίσεις, γύρισες για να την εκδικηθείς~... δήλωσα σοκαρισμένος την διαπίστωση μου.
~Ναι, ήθελα να την κάνω να μου το πληρώσει...~... επιβεβαίωσε εκείνος σκληρά... ~Η μοναδική γυναίκα της ζωής μου, το μοναδικό πλάσμα που μου είχε απομείνει με πρόδωσε με τον χειρότερο τρόπο, υπερασπίστηκε εκείνην την άχρηστη, μπήκε μπροστά της και μου δήλωσε πως αν ήθελα να την σκοτώσω θα έπρεπε να περάσω πρώτα πάνω από το πτώμα της, το διανοείσαι; Δεν έχω ιδέα πως κατάφερα να σταματήσω τον εαυτό μου για να μην την πληγώσω, ποδοπάτησα τον εγωισμό μου για να μην της κάνω κακό και εκείνη δεν έψαξε καν να με βρει, την στιγμή που την είχα περισσότερο ανάγκη μου γύρισε την πλάτη και με άφησε να παλέψω μόνος μου να βρω τα λογικά μου, πως θα μπορούσα ποτέ να της το συγχωρέσω αυτό;~... είπε με πικρία και ένιωσα την καρδιά μου να σφίγγετε.
~Όμως την συγχώρεσες~... είπα την διαπίστωση μου και για λίγο έμεινε στην σιωπή.
~Όταν την είδα ξανά, όταν άκουσα την ρυθμική της ανάσα...~... δεν μπορούσε να συνεχίσει.
~Βρήκες την λογική σου~... συμπλήρωσα εγώ.
~Δεν μπορούσα να την μισήσω, ότι και να έκανα όσο και να το προσπαθούσα δεν το κατάφερα ποτέ αλλά αυτό το γιατί πάντα με βασάνιζε, φυσικά εκείνη ποτέ δεν μου το αποκάλυψε ποτέ~
~Τι σε σταμάτησε;~... ρώτησα περίεργος.
~Μόλις ξάπλωσα δίπλα της και ήμουν έτοιμος να της ξεριζώσω την καρδιά χωρίς καν να το προσπαθήσω ξαφνικά άρχισα να βλέπω τα όνειρα της... Οι εικόνες ήταν η ίδιες που είδες και εσύ το βράδυ, πάντα η τρυφερή μου ηλικία, όταν είδα τον εαυτό μου πως ήταν ένιωσα την καρδιά μου να χάνετε, κατάλαβα ότι αυτόν τον πρίγκιπα αναζητάει η καρδιά της αλλά εκείνος ο πρίγκιπας είχε πλέον χαθεί... Μετανιωμένος προσπάθησα να φύγω μακριά της, είχα σκοπό να χαθώ για πάντα από όλους και από όλα αλλά εκείνη ξύπνησε και με σταμάτησε, τότε σκέφτηκα ότι αν της προσφέρω αυτό που ήθελε, αν την έκανα υπερήφανη για μένα ίσως τότε να κατάφερνα να την κερδίσω και πάλι, έτσι και έμεινα~ ολοκλήρωσε και αυτό μου έφερε αυτόματα και άλλες απορίες.
~Και το αίμα των βρικολάκων που το έβρισκες;~ ρώτησα με μια περίεργη υποψία να με κάνει να θέλω να πάρω πίσω την ερώτηση μου.
~Είχα κρατήσει τους βρικόλακες που είχα πιάσει όσο έλειπα από το βασίλειο μας και τους επισκεπτόμουν καθημερινά~... είπε και δεν μου έκανε εντύπωση.
~Να φανταστώ ότι τους βασάνιζες κιόλας;~... ρώτησα χωρίς να είμαι σίγουρος αν θέλω να ξέρω την απάντηση.
~Όσο περισσότερο άυπνοι και ταλαιπωρημένοι είναι τόσο μεγαλύτερη δύναμη έχει το αίμα τους~... είπε με πονηριά και αναστέναξα.
~Οκ αυτό μου αρκεί δεν θέλω να ξέρω άλλα~... του είπα για να σταματήσει εδώ και τον ένιωσα να γελά σατανικά ενώ παράλληλα άρχισα να βλέπω διάφορες εικόνες που μου μετέφερε.
Μόλις ένιωσα να μπαίνω σε ένα σκοτεινό μπουντρούμι αυτόματα η ανάσα μου άρχισε να γίνετε γρήγορη.
~Είσαι τρελός;;;... Δεν θέλω να ξέρω σου είπα~... φώναξα μέσα στην σκέψη μου και εκείνος γέλασε περισσότερο.
~Ωρίμασε επιτέλους, μην κάνεις σαν μωρό παιδί~... με επέπληξε εκείνος και τα πήρα στο κρανίο.
~Τώρα καταλαβαίνω απόλυτα γιατί κάθε φορά που προσπαθεί να σε συγχωρήσει πάντα βρίσκει έναν λόγο να μην το κάνει... Κάθε φορά που νιώθω ότι βρίσκω ένα λόγο για να μπορέσω με όλη μου την θέληση να σας δώσω μια ευκαιρία να είσαστε μαζί, εκεί έρχεται κάτι μέσα από τις πράξεις σου ή τα λόγια σου να με κάνει να το μετανιώσω πάλι... Αν θες την γνώμη μου, ούτε εγώ θα σου έδινα δεύτερη ευκαιρία, οι πράξεις σου σε έκαναν να χάσεις όλο το δίκιο που είχες... Την γέμισες τύψεις, δεν σταμάτησες ποτέ να της υπενθυμίζεις ότι ήταν υπαίτια για την κατάντια σου, τι περίμενες ότι αυτό θα την έκανε να λυγίσει θετικά;... Είσαι τόσο αξιολύπητος~... του γύρισα εγώ και αμέσως ένιωσα όλον τον εκνευρισμό που τον κατέβαλε αλλά καθώς το κουδούνι χτύπησε άρχισα να μαζεύω με νεύρο τα πράγματα μου για να πάω στο επόμενο μάθημα και η Άλις με πλησίασε αμέσως... Αυτόματα εκείνος σταμάτησε ότι προσπάθησε να μου εξαπολύσει.
«Είσαι καλά;» ρώτησε η Άλις με αγωνία και κατένευσα.
«Μην ανησυχείς για μένα, απλά είναι δύσκολες μέρες, ότι και να έχω θα μου περάσει»... την διαβεβαίωσα καθώς πέρασα το χέρι μου από την μέση της και αφού της έδωσα ένα φιλί πάνω στα μαλλιά της την παρέσυρα προς το επόμενο μάθημα... Ο πρόγονος μου μέχρι και το μεγάλο διάλλειμα δεν ξαναμίλησε ενώ η Έλενα έψαχνε με κάθε τρόπο να με πλησιάσει αλλά εγώ την απέφευγα συστηματικά, δεν με έφταναν όλα τα αλλά θα είχα και εκείνην τώρα;
Φτάνοντας στην καφετέρια την στιγμή που ήμουν στον αυτόματο πωλητή για να πάρω ένα αναψυκτικό είδα μέσα από την τζαμαρία τον Έμετ με την Έλενα να ξεμακραίνουν και τότε θυμήθηκα το πιο βασικό.
~Μήπως ξεχνάς κάτι;~... τον ρώτησα εριστικά.
~Όπως;~... με ρώτησε πίσω στον ίδιο τόνο.
~Η Μπέλλα δεν παρακολουθεί κανένα μάθημα εκτός αυτό της ιστορίας, οπότε ότι και να σχεδιάζεις εκείνη δεν θα είναι εκεί για να το δει~... του χτύπησα χαιρέκακα.
~Αυτό θα το δούμε~... είπε μόνο και χωρίς προειδοποίηση πήρε ξανά τον έλεγχο.
Πρίγκιπας
Βγαίνοντας από το κτήριο πήρα μια βαθιά εισπνοή και μόλις ένιωσα την μυρωδιά της να έρχεται από τα νότια άρχισα να τρέχω προς την αντίθετη κατεύθυνση για να την κάνω να έρθει εκείνη σε μένα, φυσικά αυτό δεν άργησε να γίνει.
«Πηγαίνεις κάπου;» ρώτησε καθώς ξαφνικά βρέθηκε μπροστά μου εμποδίζοντας μου το δρόμο και πέφτοντας απάνω της με την φόρα που είχα πάρει την έκανα να πέσει στο έδαφος και εκείνη αμέσως με ξεκόλλησε από πάνω της και σηκώθηκε ξανά όρθια ενώ τίναζε τα ρούχα της από το χώμα προσπαθώντας πολύ σκληρά να συγκρατήσει τα νεύρα της.
«Είναι τόσο βαρετά χωρίς εσένα» είπα μελοδραματικά ενώ ανασήκωσα το πάνω μέρος του σώματος μου χωρίς να κάνω τον κόπο να σηκωθώ όρθιος και στριφογύρισε τα μάτια της απελπισμένα.
«Και σκέφτηκες να βγεις καμία βόλτα μπας και πετύχεις καμία μπεκάτσα;»... με ειρωνεύτηκες και γέλασα με το πιο δελεαστικό μου χαμόγελο ενώ την κοίταζα παιχνιδιάρικα.
«Και πέτυχα την καλύτερη»... συνέχισα το πείραγμα της αλλά εκείνη δεν πτοήθηκε.
«Τι ετοιμάζεις πάλι;» ρώτησε κουρασμένα ενώ σταύρωνε τα χέρια της μπροστά στο στήθος της.
«Εγώ;...» ρώτησα δύσπιστα... «Τίποτα» της απάντησα και καλά αθώα.
«Ναι και τώρα με έπεισες... Γιατί ο Έμετ τραβολόγαγε την Έλενα κακήν κακός;» ρώτησε κατευθείαν ψυλλιασμένη.
«Και που θες να ξέρω εγώ;» της γύρισα την ερώτηση κάνοντας τον ανήξερο και αναστέναξε απηυδισμένα.
«Ότι και να ετοιμάζεις δεν θα πιάσει» μου δήλωσε και ανασήκωσα το φρύδι μου με ειρωνεία.
«Γι αυτό με αποφεύγεις» της χτύπησα.
«Σε αποφεύγω; Κάνε μου την χάρη» είπε με μια απελπισμένη γκριμάτσα αλλά δεν με έπεισε καθόλου.
«Τότε γιατί δεν εμφανίζεσαι σε κανένα μάθημα;» συνέχισα εγώ και αναστέναξε.
«Πήγαινε με τους υπόλοιπους Έντουαρτ και παράτα με στην ησυχία μου» είπε κουρασμένα.
«Δεν πάω πουθενά αν δεν έρθεις μαζί μου» είπα με πείσμα ενώ σταύρωσα τα χέρια μου μπροστά στο στήθος μου.
«Δεν περίμενα κάτι καλύτερο από αυτό αλλά δεν θα σου κάνω την χάρη» είπε και γυρίζοντας την πλάτη της άρχισε να ξεμακραίνει αδειάζοντας με κανονικότητα.
«Περίμενα...» ξεκίνησα νευριασμένα καθώς αυτόματα σηκώθηκα όρθιος και πριν συνεχίσω εκείνη γυρίζοντας απότομα προς την μεριά μου έκοψε την φράση μου στην μέση περνώντας στην σκέψη μου.
~Ο αδελφός μου είναι μέσα στα δέντρα και παραφυλάει για μια τέτοια στιγμή ώστε να κλέψει την ευκαιρία να σε αρπάξει και να σε πάει στον πατέρα του και το σινάφι του για να σε κλειδώσουν σε κανένα μπουντρούμι ώστε να βεβαιωθούν ότι δεν θα καταφέρεις να σπάσεις την κατάρα, συνειδητοποιείς τι θα συμβεί αν καταλάβουν ότι είσαι ήδη μέσα στο σώμα του;~... μου χτύπησε σκληρά και άρχισα να ανασαίνω γρήγορα κοιτώντας την σκληρά τρίζοντας τα δόντια μου με μανία και μόλις η φωνή της Άλις έφτασε στα αυτιά μου για λίγο σάστισα.
«Έντουαρτ είσαι καλά;» ρώτησε με αγωνία καθώς έτρεχε κατά πάνω μου και μόλις την ένιωσα να με αγκαλιάζει γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της σοκαρισμένος... Τα συναισθήματα που μου ανέσυρε στην επιφάνεια αυτό της το άγγιγμα με ξάφνιασαν σε τέτοιο βαθμό που δεν είχα ιδέα πως να τα διαχειριστώ και μην αντέχοντας το άλλο όλο αυτό άφησα τον μικρό να πάρει ξανά τον έλεγχο χωρίς καν να τον προειδοποιήσω.
Έντουαρτ
Μόλις ένιωσα να παίρνω τον έλεγχο ξανά έσφιξα την Άλις μέσα στην αγκαλιά μου και της χάιδεψα την πλάτη παρηγορητικά.
«Είμαι καλά» την καθησύχασα ενώ γύριζα την ματιά μου προς την Μπέλλα και εκείνη με μια ανεπαίσθητη κίνηση του κεφαλιού της με διαβεβαίωσε ότι κατάλαβε την αλλαγή... «Γιατί δεν πας με τον Τζάσπερ μέσα και θα σας ακολουθήσουμε και εμείς» συνέχισα χωρίς να αποχωρίζομαι την ματιά της Μπέλλας.
«Σίγουρα είσαι καλά;» με ρώτησε η Άλις και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της.
«Ναι, πηγαίνετε μέσα» της είπα ξανά με περισσότερη αυτοπεποίθηση και καθώς γύρισε και κοίταξε την Μπέλλα για λίγο τελικά τα παράτησε και το δέχτηκε.
«Μην αργήσετε» τόνισε και αφού μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο πήγε κοντά στον Τζάσπερ που μας κοίταζε καλά, καλά σαν να υποψιαζόταν κάτι και έφυγαν.
«Πρέπει να μιλήσουμε» ξεκίνησα χωρίς να χάνω χρόνο προς την Μπέλλα.
«Δεν έχουμε να πούμε τίποτα» μου το ξέκοψε εκείνη αμέσως και καθώς μου γύρισε την πλάτη της άρχισε να ξεμακραίνει αλλά εγώ δεν την άφησα το περιθώριο να το κάνει... Τρέχοντας πίσω της την άρπαξα από το μπράτσο της και την γύρισα προς το μέρος μου.
«Έχετε...» ξεκίνησα και εκείνη όπως και στον πρόγονο μου πριν με διέκοψε πριν συνεχίσω περνώντας μου μέσα στην σκέψη μου.
~Χρειάζεται να σου υπενθυμίσω ότι αυτή την στιγμή έχουμε κοινό που μας ακούει;~... ρώτησε με μια δόση ειρωνείας και τα πήρα περισσότερο.
«Δεν με ενδιαφέρει ποιος μας ακούει... θα με ακούσεις θες δεν θες...» είπα επιτακτικά και με κοίταξε ξαφνιασμένα... «Έχετε και οι δύο άδικο, αντί να χτίσετε την σχέση σας την καταστρέψατε με τα ανόητα πείσματα σας... Εσύ από ηθικής άποψης εκείνος από εμμονή, γιατί αυτό έγινες για εκείνον μια εμμονή... Ήσουν η μόνη που του είχε απομείνει, γιατί του γύρισες την πλάτη; Γιατί ποτέ δεν έψαξες να τον βρεις, το ξέρεις ότι αυτό το γιατί είναι αυτό που τον βασανίζει ακόμα και σήμερα;...» γυρίζοντας το κεφάλι της στο πλάι έτριξε τα δόντια της και ανασαίνοντας γρήγορα έμεινε έτσι χωρίς να ανταποκρίνεται... «Περίμενε 1200 χρόνια γι αυτήν την στιγμή, είτε τον αρνηθείς είτε όχι νομίζω ότι αξίζει έστω και λίγο την προσοχή σου» συνέχισα εγώ και αφήνοντας το χέρι της από το σφιχτό μου κράτημα την προσπέρασα και άρχισα με γρήγορα βήματα να πλησιάζω την Άλις με τον Τζάσπερ για να τους προλάβω ώστε να πάμε μαζί στην πρόβα που είχαμε για την παράσταση που θα ανεβάζαμε.
~Ήταν γονείς μου, φυσικά και τους αγαπούσα αλλά μόνο γιατί έπρεπε, ποτέ δεν ένιωσα για εκείνους τίποτα περισσότερο από αυτό~... απάντησε ευθέως και με ειλικρίνεια και το σκέφτηκα για λίγο.
~Η αγάπη σου για εκείνην επισκίαζε την δική τους αγάπη;~... ρώτησα το προφανές αλλά εκείνος αμέσως μου το αρνήθηκε.
~Έτσι το βλέπανε όλοι, ιδίως η μητέρα μου, γι αυτό και δεν την ευχαρίστησε ποτέ για το καλό που της έκανε αλλά δεν ήταν αυτή η αλήθεια, αν ήταν διαφορετικά τα πράγματα τότε θα είχαν σίγουρα την αγάπη μου~... απάντησε με μια αφοπλιστική ειλικρίνεια και αναστέναξα.
~Ήταν αυταρχικοί;~... ρώτησα με πόνο έχοντας στο μυαλό μου το πως ήταν ο πατέρας μου μαζί μας αλλά και πάλι διαφώνησε.
~Την μητέρα θα μπορούσες να την θεωρήσεις και έτσι αλλά εγώ προτιμώ τον όρο δολοπλόκα... Ήταν δαιμόνιο μυαλό έκανε τον πατέρα μου αλοιφή για κάλους, ξέρεις σήκω – σήκω, κάτσε – κάτσε, τον κοίταζα και πραγματικά με αηδίαζε τόσο πολύ που άφηνε να τον κάνει ότι ήθελε εκείνη αλλά και πάλι δεν είχε καμία σχέση με τον πατέρα σου, τουλάχιστον εκείνη με ήθελε ζωντανό~... μου είπε και σφράγισα τα χείλια μου σε αντίδραση πάνω σε αυτό, η καρδιά μου αμέσως σφίχτηκε μέσα στο στήθος μου και τα μάτια μου αυτόματα ένιωσα να ψάχνουν τρόπο να ξεγλιστρήσουν το δάκρυ που ερχόταν απειλητικά να με προδώσει.
~ΩΩΩ έλα τώρα, μην μου πεις ότι θα βάλεις και τα κλάματα~... ειρωνεύτηκε με μια δόση αηδίας στην φωνή του και κόντεψα να εκραγώ.
~Ξέρεις δεν ήμαστε όλοι αναίσθητοι σαν και εσένα~... του γύρισα πίσω εκνευρισμένα και ένιωσα τον ίδιο εκνευρισμό να διακατέχει και τον ίδιο.
~Κάτσε να περάσει η επήρεια του αίματος της και τα λέμε το πόσο αναίσθητος είμαι και το πόσο όχι~... μου γύρισε σκληρά και αυτό για λίγο με προβλημάτισε.
~Γι αυτό χρειάζεσαι το αίμα τους για να μπορείς να σβήνεις τα συναισθήματα σου;...~... ρώτησα αλλά δεν απάντησε... ~Όταν το πίνεις μπορείς να έχεις τα επιπλέον προτερήματα τους~... διαπίστωσα και ένιωσα για λίγο τον εκνευρισμό του να καταλαγιάζει.
~Δεν είναι το ίδιο σαν και εκείνους αλλά ναι μπορώ να τα χρησιμοποιώ υπέρ μου~... επιβεβαίωσε τελικά.
~Και εγώ γιατί δεν μπορώ να το κάνω;~... ρώτησα παραξενευμένος.
~Γιατί είσαι ακόμα άνθρωπος, όταν σπάσεις την κατάρα και ενσωματώσεις την ψυχή σου με την ψυχή του δικού σου λύκου τότε μόνο θα μπορείς να εκμεταλλεύεσαι τα προτερήματα του αίματος τους~... με ενημέρωσε.
~Πως τα ξέρεις όλα αυτά;~... δεν μπορούσα να μην ρωτήσω μου είχε εξάψει την περιέργεια.
~Τι νόμιζες ότι έκανα τα πέντε χρόνια που έλειπα;~... με ρώτησε δύσπιστα.
~Τους μελετούσες;~... ρώτησα χωρίς να το πιστεύω.
~Πως αλλιώς θα κατάφερνα να την ρίξω αν δεν μάθαινα όλα τα αδύναμα σημεία της;~... είπε και έμεινα σοκαρισμένος από την διαπίστωση που μόλις έκανα.
~Δεν γύρισες για να την κερδίσεις, γύρισες για να την εκδικηθείς~... δήλωσα σοκαρισμένος την διαπίστωση μου.
~Ναι, ήθελα να την κάνω να μου το πληρώσει...~... επιβεβαίωσε εκείνος σκληρά... ~Η μοναδική γυναίκα της ζωής μου, το μοναδικό πλάσμα που μου είχε απομείνει με πρόδωσε με τον χειρότερο τρόπο, υπερασπίστηκε εκείνην την άχρηστη, μπήκε μπροστά της και μου δήλωσε πως αν ήθελα να την σκοτώσω θα έπρεπε να περάσω πρώτα πάνω από το πτώμα της, το διανοείσαι; Δεν έχω ιδέα πως κατάφερα να σταματήσω τον εαυτό μου για να μην την πληγώσω, ποδοπάτησα τον εγωισμό μου για να μην της κάνω κακό και εκείνη δεν έψαξε καν να με βρει, την στιγμή που την είχα περισσότερο ανάγκη μου γύρισε την πλάτη και με άφησε να παλέψω μόνος μου να βρω τα λογικά μου, πως θα μπορούσα ποτέ να της το συγχωρέσω αυτό;~... είπε με πικρία και ένιωσα την καρδιά μου να σφίγγετε.
~Όμως την συγχώρεσες~... είπα την διαπίστωση μου και για λίγο έμεινε στην σιωπή.
~Όταν την είδα ξανά, όταν άκουσα την ρυθμική της ανάσα...~... δεν μπορούσε να συνεχίσει.
~Βρήκες την λογική σου~... συμπλήρωσα εγώ.
~Δεν μπορούσα να την μισήσω, ότι και να έκανα όσο και να το προσπαθούσα δεν το κατάφερα ποτέ αλλά αυτό το γιατί πάντα με βασάνιζε, φυσικά εκείνη ποτέ δεν μου το αποκάλυψε ποτέ~
~Τι σε σταμάτησε;~... ρώτησα περίεργος.
~Μόλις ξάπλωσα δίπλα της και ήμουν έτοιμος να της ξεριζώσω την καρδιά χωρίς καν να το προσπαθήσω ξαφνικά άρχισα να βλέπω τα όνειρα της... Οι εικόνες ήταν η ίδιες που είδες και εσύ το βράδυ, πάντα η τρυφερή μου ηλικία, όταν είδα τον εαυτό μου πως ήταν ένιωσα την καρδιά μου να χάνετε, κατάλαβα ότι αυτόν τον πρίγκιπα αναζητάει η καρδιά της αλλά εκείνος ο πρίγκιπας είχε πλέον χαθεί... Μετανιωμένος προσπάθησα να φύγω μακριά της, είχα σκοπό να χαθώ για πάντα από όλους και από όλα αλλά εκείνη ξύπνησε και με σταμάτησε, τότε σκέφτηκα ότι αν της προσφέρω αυτό που ήθελε, αν την έκανα υπερήφανη για μένα ίσως τότε να κατάφερνα να την κερδίσω και πάλι, έτσι και έμεινα~ ολοκλήρωσε και αυτό μου έφερε αυτόματα και άλλες απορίες.
~Και το αίμα των βρικολάκων που το έβρισκες;~ ρώτησα με μια περίεργη υποψία να με κάνει να θέλω να πάρω πίσω την ερώτηση μου.
~Είχα κρατήσει τους βρικόλακες που είχα πιάσει όσο έλειπα από το βασίλειο μας και τους επισκεπτόμουν καθημερινά~... είπε και δεν μου έκανε εντύπωση.
~Να φανταστώ ότι τους βασάνιζες κιόλας;~... ρώτησα χωρίς να είμαι σίγουρος αν θέλω να ξέρω την απάντηση.
~Όσο περισσότερο άυπνοι και ταλαιπωρημένοι είναι τόσο μεγαλύτερη δύναμη έχει το αίμα τους~... είπε με πονηριά και αναστέναξα.
~Οκ αυτό μου αρκεί δεν θέλω να ξέρω άλλα~... του είπα για να σταματήσει εδώ και τον ένιωσα να γελά σατανικά ενώ παράλληλα άρχισα να βλέπω διάφορες εικόνες που μου μετέφερε.
Μόλις ένιωσα να μπαίνω σε ένα σκοτεινό μπουντρούμι αυτόματα η ανάσα μου άρχισε να γίνετε γρήγορη.
~Είσαι τρελός;;;... Δεν θέλω να ξέρω σου είπα~... φώναξα μέσα στην σκέψη μου και εκείνος γέλασε περισσότερο.
~Ωρίμασε επιτέλους, μην κάνεις σαν μωρό παιδί~... με επέπληξε εκείνος και τα πήρα στο κρανίο.
~Τώρα καταλαβαίνω απόλυτα γιατί κάθε φορά που προσπαθεί να σε συγχωρήσει πάντα βρίσκει έναν λόγο να μην το κάνει... Κάθε φορά που νιώθω ότι βρίσκω ένα λόγο για να μπορέσω με όλη μου την θέληση να σας δώσω μια ευκαιρία να είσαστε μαζί, εκεί έρχεται κάτι μέσα από τις πράξεις σου ή τα λόγια σου να με κάνει να το μετανιώσω πάλι... Αν θες την γνώμη μου, ούτε εγώ θα σου έδινα δεύτερη ευκαιρία, οι πράξεις σου σε έκαναν να χάσεις όλο το δίκιο που είχες... Την γέμισες τύψεις, δεν σταμάτησες ποτέ να της υπενθυμίζεις ότι ήταν υπαίτια για την κατάντια σου, τι περίμενες ότι αυτό θα την έκανε να λυγίσει θετικά;... Είσαι τόσο αξιολύπητος~... του γύρισα εγώ και αμέσως ένιωσα όλον τον εκνευρισμό που τον κατέβαλε αλλά καθώς το κουδούνι χτύπησε άρχισα να μαζεύω με νεύρο τα πράγματα μου για να πάω στο επόμενο μάθημα και η Άλις με πλησίασε αμέσως... Αυτόματα εκείνος σταμάτησε ότι προσπάθησε να μου εξαπολύσει.
«Είσαι καλά;» ρώτησε η Άλις με αγωνία και κατένευσα.
«Μην ανησυχείς για μένα, απλά είναι δύσκολες μέρες, ότι και να έχω θα μου περάσει»... την διαβεβαίωσα καθώς πέρασα το χέρι μου από την μέση της και αφού της έδωσα ένα φιλί πάνω στα μαλλιά της την παρέσυρα προς το επόμενο μάθημα... Ο πρόγονος μου μέχρι και το μεγάλο διάλλειμα δεν ξαναμίλησε ενώ η Έλενα έψαχνε με κάθε τρόπο να με πλησιάσει αλλά εγώ την απέφευγα συστηματικά, δεν με έφταναν όλα τα αλλά θα είχα και εκείνην τώρα;
Φτάνοντας στην καφετέρια την στιγμή που ήμουν στον αυτόματο πωλητή για να πάρω ένα αναψυκτικό είδα μέσα από την τζαμαρία τον Έμετ με την Έλενα να ξεμακραίνουν και τότε θυμήθηκα το πιο βασικό.
~Μήπως ξεχνάς κάτι;~... τον ρώτησα εριστικά.
~Όπως;~... με ρώτησε πίσω στον ίδιο τόνο.
~Η Μπέλλα δεν παρακολουθεί κανένα μάθημα εκτός αυτό της ιστορίας, οπότε ότι και να σχεδιάζεις εκείνη δεν θα είναι εκεί για να το δει~... του χτύπησα χαιρέκακα.
~Αυτό θα το δούμε~... είπε μόνο και χωρίς προειδοποίηση πήρε ξανά τον έλεγχο.
Πρίγκιπας
Βγαίνοντας από το κτήριο πήρα μια βαθιά εισπνοή και μόλις ένιωσα την μυρωδιά της να έρχεται από τα νότια άρχισα να τρέχω προς την αντίθετη κατεύθυνση για να την κάνω να έρθει εκείνη σε μένα, φυσικά αυτό δεν άργησε να γίνει.
«Πηγαίνεις κάπου;» ρώτησε καθώς ξαφνικά βρέθηκε μπροστά μου εμποδίζοντας μου το δρόμο και πέφτοντας απάνω της με την φόρα που είχα πάρει την έκανα να πέσει στο έδαφος και εκείνη αμέσως με ξεκόλλησε από πάνω της και σηκώθηκε ξανά όρθια ενώ τίναζε τα ρούχα της από το χώμα προσπαθώντας πολύ σκληρά να συγκρατήσει τα νεύρα της.
«Είναι τόσο βαρετά χωρίς εσένα» είπα μελοδραματικά ενώ ανασήκωσα το πάνω μέρος του σώματος μου χωρίς να κάνω τον κόπο να σηκωθώ όρθιος και στριφογύρισε τα μάτια της απελπισμένα.
«Και σκέφτηκες να βγεις καμία βόλτα μπας και πετύχεις καμία μπεκάτσα;»... με ειρωνεύτηκες και γέλασα με το πιο δελεαστικό μου χαμόγελο ενώ την κοίταζα παιχνιδιάρικα.
«Και πέτυχα την καλύτερη»... συνέχισα το πείραγμα της αλλά εκείνη δεν πτοήθηκε.
«Τι ετοιμάζεις πάλι;» ρώτησε κουρασμένα ενώ σταύρωνε τα χέρια της μπροστά στο στήθος της.
«Εγώ;...» ρώτησα δύσπιστα... «Τίποτα» της απάντησα και καλά αθώα.
«Ναι και τώρα με έπεισες... Γιατί ο Έμετ τραβολόγαγε την Έλενα κακήν κακός;» ρώτησε κατευθείαν ψυλλιασμένη.
«Και που θες να ξέρω εγώ;» της γύρισα την ερώτηση κάνοντας τον ανήξερο και αναστέναξε απηυδισμένα.
«Ότι και να ετοιμάζεις δεν θα πιάσει» μου δήλωσε και ανασήκωσα το φρύδι μου με ειρωνεία.
«Γι αυτό με αποφεύγεις» της χτύπησα.
«Σε αποφεύγω; Κάνε μου την χάρη» είπε με μια απελπισμένη γκριμάτσα αλλά δεν με έπεισε καθόλου.
«Τότε γιατί δεν εμφανίζεσαι σε κανένα μάθημα;» συνέχισα εγώ και αναστέναξε.
«Πήγαινε με τους υπόλοιπους Έντουαρτ και παράτα με στην ησυχία μου» είπε κουρασμένα.
«Δεν πάω πουθενά αν δεν έρθεις μαζί μου» είπα με πείσμα ενώ σταύρωσα τα χέρια μου μπροστά στο στήθος μου.
«Δεν περίμενα κάτι καλύτερο από αυτό αλλά δεν θα σου κάνω την χάρη» είπε και γυρίζοντας την πλάτη της άρχισε να ξεμακραίνει αδειάζοντας με κανονικότητα.
«Περίμενα...» ξεκίνησα νευριασμένα καθώς αυτόματα σηκώθηκα όρθιος και πριν συνεχίσω εκείνη γυρίζοντας απότομα προς την μεριά μου έκοψε την φράση μου στην μέση περνώντας στην σκέψη μου.
~Ο αδελφός μου είναι μέσα στα δέντρα και παραφυλάει για μια τέτοια στιγμή ώστε να κλέψει την ευκαιρία να σε αρπάξει και να σε πάει στον πατέρα του και το σινάφι του για να σε κλειδώσουν σε κανένα μπουντρούμι ώστε να βεβαιωθούν ότι δεν θα καταφέρεις να σπάσεις την κατάρα, συνειδητοποιείς τι θα συμβεί αν καταλάβουν ότι είσαι ήδη μέσα στο σώμα του;~... μου χτύπησε σκληρά και άρχισα να ανασαίνω γρήγορα κοιτώντας την σκληρά τρίζοντας τα δόντια μου με μανία και μόλις η φωνή της Άλις έφτασε στα αυτιά μου για λίγο σάστισα.
«Έντουαρτ είσαι καλά;» ρώτησε με αγωνία καθώς έτρεχε κατά πάνω μου και μόλις την ένιωσα να με αγκαλιάζει γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της σοκαρισμένος... Τα συναισθήματα που μου ανέσυρε στην επιφάνεια αυτό της το άγγιγμα με ξάφνιασαν σε τέτοιο βαθμό που δεν είχα ιδέα πως να τα διαχειριστώ και μην αντέχοντας το άλλο όλο αυτό άφησα τον μικρό να πάρει ξανά τον έλεγχο χωρίς καν να τον προειδοποιήσω.
Έντουαρτ
Μόλις ένιωσα να παίρνω τον έλεγχο ξανά έσφιξα την Άλις μέσα στην αγκαλιά μου και της χάιδεψα την πλάτη παρηγορητικά.
«Είμαι καλά» την καθησύχασα ενώ γύριζα την ματιά μου προς την Μπέλλα και εκείνη με μια ανεπαίσθητη κίνηση του κεφαλιού της με διαβεβαίωσε ότι κατάλαβε την αλλαγή... «Γιατί δεν πας με τον Τζάσπερ μέσα και θα σας ακολουθήσουμε και εμείς» συνέχισα χωρίς να αποχωρίζομαι την ματιά της Μπέλλας.
«Σίγουρα είσαι καλά;» με ρώτησε η Άλις και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της.
«Ναι, πηγαίνετε μέσα» της είπα ξανά με περισσότερη αυτοπεποίθηση και καθώς γύρισε και κοίταξε την Μπέλλα για λίγο τελικά τα παράτησε και το δέχτηκε.
«Μην αργήσετε» τόνισε και αφού μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο πήγε κοντά στον Τζάσπερ που μας κοίταζε καλά, καλά σαν να υποψιαζόταν κάτι και έφυγαν.
«Πρέπει να μιλήσουμε» ξεκίνησα χωρίς να χάνω χρόνο προς την Μπέλλα.
«Δεν έχουμε να πούμε τίποτα» μου το ξέκοψε εκείνη αμέσως και καθώς μου γύρισε την πλάτη της άρχισε να ξεμακραίνει αλλά εγώ δεν την άφησα το περιθώριο να το κάνει... Τρέχοντας πίσω της την άρπαξα από το μπράτσο της και την γύρισα προς το μέρος μου.
«Έχετε...» ξεκίνησα και εκείνη όπως και στον πρόγονο μου πριν με διέκοψε πριν συνεχίσω περνώντας μου μέσα στην σκέψη μου.
~Χρειάζεται να σου υπενθυμίσω ότι αυτή την στιγμή έχουμε κοινό που μας ακούει;~... ρώτησε με μια δόση ειρωνείας και τα πήρα περισσότερο.
«Δεν με ενδιαφέρει ποιος μας ακούει... θα με ακούσεις θες δεν θες...» είπα επιτακτικά και με κοίταξε ξαφνιασμένα... «Έχετε και οι δύο άδικο, αντί να χτίσετε την σχέση σας την καταστρέψατε με τα ανόητα πείσματα σας... Εσύ από ηθικής άποψης εκείνος από εμμονή, γιατί αυτό έγινες για εκείνον μια εμμονή... Ήσουν η μόνη που του είχε απομείνει, γιατί του γύρισες την πλάτη; Γιατί ποτέ δεν έψαξες να τον βρεις, το ξέρεις ότι αυτό το γιατί είναι αυτό που τον βασανίζει ακόμα και σήμερα;...» γυρίζοντας το κεφάλι της στο πλάι έτριξε τα δόντια της και ανασαίνοντας γρήγορα έμεινε έτσι χωρίς να ανταποκρίνεται... «Περίμενε 1200 χρόνια γι αυτήν την στιγμή, είτε τον αρνηθείς είτε όχι νομίζω ότι αξίζει έστω και λίγο την προσοχή σου» συνέχισα εγώ και αφήνοντας το χέρι της από το σφιχτό μου κράτημα την προσπέρασα και άρχισα με γρήγορα βήματα να πλησιάζω την Άλις με τον Τζάσπερ για να τους προλάβω ώστε να πάμε μαζί στην πρόβα που είχαμε για την παράσταση που θα ανεβάζαμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου