Έντουαρτ
Καθώς καθίσαμε στο αμφιθέατρο και η πρόβα ξεκίνησε άφησα έναν αναστεναγμό καθώς είδα ότι εκείνη δεν είχε ακούσει κουβέντα από όσα της είπα και η Άλις με κοίταξε με απορία, κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά και καθώς έβγαλα από την τσάντα μου που μου την είχε φέρει η Άλις το σενάριο για να διαβάσω ξανά τα λόγια μου αν και δεν το χρειαζόμουν ώστε να απασχολήσω για λίγο το μυαλό μου για να μην σκέφτομαι ένιωσα κάποιον να κάθετε δίπλα μου και γύρισα την ματιά μου με απορία για να δω ποιος ήταν και μόλις είδα την Μπέλλα έμεινα σοκαρισμένος να την κοιτώ, ο πρόγονος μου πάλι για κάποιον λόγο αντί να ικανοποιηθεί από αυτήν της την πράξη έγινε πιο νευρικός και δεν μπορούσα να καταλάβω το γιατί, άλλωστε αυτό δεν ήθελε;
~Ευχαριστημένος;~... ρώτησε μέσα στην σκέψη μου και αυθόρμητα της χαμογέλασα ευχαριστώντας την με την ματιά μου και εκείνη αμέσως μου ανταπέδωσε το χαμόγελο... ~Τι λέει το πρόγραμμα;~... ρώτησε πειραχτικά και αναστέναξα.
«Μακάρι να ήξερα» είπα κάτω από την ανάσα μου και γυρίζοντας στην ματιά μου προς τα παιδιά που έκαναν πρόβα έμεινα σιωπηλός να περιμένω την σειρά μου τελείως περίεργος γι αυτό που εκείνος ετοίμαζε όμως καθώς ένιωθα τον εκνευρισμό του να φουντώνει περισσότερο δεν άντεξα άλλο.
~Αυτό δεν ήθελες να έρθει στην πρόβα; Τώρα τι ζόρι τραβάς;~... τον ρώτησα εκνευρισμένα και έγινε χειρότερα... ~Δεν ξέρω τι άλλο να πω πια~... είπα απηυδισμένα καθώς το μόνο συμπέρασμα που μπορούσα να βγάλω από όλα αυτά ήταν ότι ο λόγος που τώρα ήταν εκνευρισμένος ήταν επειδή εγώ ήμουν αυτός που κατάφερε να την κάνει να έρθει και όχι εκείνος.
Όπως ήμουν απορροφημένος στις σημειώσεις μου ένιωσα το σκούντημα της και ξαφνιασμένος γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της.
~Που ταξιδεύεις;~... ρώτησε με απορία μέσα στην σκέψη μου και ανασήκωσα τους ώμους μου αδιάφορα.
«Πουθενά, απλά προσπαθώ να μην σκέφτομαι» τις ψιθύρισα ενώ χαμήλωνα ξανά την ματιά μου στις σημειώσεις μου αποφεύγοντας την ματιά της.
~Γιατί το κάνεις αυτό;~... δεν άντεξε τελικά και με ρώτησε.
~Εσύ μου είπες να βάλω στόχο~... της πέρασα μέσα από την σκέψη μου ελπίζοντας να κατάφερνε να με ακούσει και μόλις γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της την είδα να με κοιτά έχοντας ζαρωμένα τα φρύδια της.
~Και ο στόχος σου είναι να μας τα φτιάξεις;~... ρώτησε δύσπιστα και κούνησα το κεφάλι μου αμέσως αρνητικά.
~Όχι~
~Τότε ποιος;~... ρώτησε ενώ με ένα περίεργο ύφος που δεν μπορούσα να αποκωδικοποιήσω.
~Να καταφέρω να σε κάνω να βρεις ξανά τον εαυτό σου, τις ψυχικές σου ισορροπίες γιατί αν δεν το κάνεις έτσι όπως το βλέπω εγώ είμαστε και οι τρεις καταδικασμένοι, χωρίς εσένα είτε μείνω εγώ μέσα σε αυτό το σώμα είτε εκείνος, ποτέ δεν θα καταφέρουμε να σώσουμε και τους υπόλοιπους~... της είπα ειλικρινά την σκέψη μου και έμεινε σοκαρισμένη να με κοιτάει χωρίς να λέει τίποτα.
«Έντουαρτ και Έλενα» προσφώνησε η κυρία Βάλταζαρ και παίρνοντας τα χαρτιά μου στο χέρι σηκώθηκα και προσπερνώντας την άρχισα να κατεβαίνω προς την σκηνή.
«Η Έλενα χρειάστηκε να φύγει για λίγο» πετάχτηκε η Καρολάιν για να την ενημερώσει και η κυρία Βάλταζαρ γύρισε αυτόματα την ματιά της προς το μέρος της σοκαρισμένη.
«Και τώρα πως θα συνεχίσουμε, είναι οι δύο πιο βασικοί ήρωες του έργου» είπε εκείνη απηυδισμένα και καθώς άκουσα την Μπέλλα να μιλά γύρισα την ματιά μου ξαφνιασμένος προς το μέρος της.
«Μπορώ να πάρω εγώ την θέση της μέχρι να γυρίσει...» είπε και την κοίταξα σοκαρισμένος... ~Αυτός δεν ήταν από την αρχή ο σκοπός όλης αυτής της παράστασης;~... ρώτησε αμέσως μέσα στην σκέψη μου και δεν ήξερα τι να πω... ~Γιατί να μην σας το κάνω πιο εύκολο~... συμπλήρωσε ενώ ταυτόχρονα εξέφραζε δυνατά... «Αν φυσικά το θέλετε»
«Ποια είσαι εσύ;» ρώτησε η κυρία Βάλταζαρ με απορία.
«Η Ίζαμπελλα Κουιν» της είπε η Μπέλλα και η κυρία Βάτλαζαρ σούφρωσε τα φρύδια της με απορία ενώ άρχισε να κοιτάει τα χαρτιά της.
«Α ναι η καινούργια... Και ξέρεις καθόλου το έργο;» ρώτησε ξανά.
«Μην ανησυχείτε γι αυτό άλλωστε είναι για μια μέρα» συνέχισε εκείνη πιο δυναμικά καθώς σηκωνόταν και άρχισε να με πλησιάζει.
«Ας είναι ελάτε να πάρετε θέσεις να ξεκινήσουμε» τελικά έδωσε την άδεια της με έναν αναστεναγμό απρόθυμα και μόλις η Μπέλλα έφτασε κοντά μου πέρασε το χέρι της γύρω από την μέση μου και ψιθύρισε στο αυτί μου καθώς με παρέσερνε προς τα κάτω.
«Ελπίζω να μην αλλάξει γνώμη μετά από αυτήν την παράσταση και αρχίζει να με κυνηγάει για να αντικαταστήσω την Έλενα» μου είπε πειραχτικά και άρχισα να γελάω καθώς κατεβαίναμε μαζί τα σκαλιά.
«Και να το κάνει είμαι σίγουρος ότι θα βρεις τον τρόπο να της αλλάξεις γνώμη» της γύρισα το πείραγμα και άρχισε να γελάει και εκείνη ευδιάθετα ενώ ο πρόγονος μου άρχισε να τα παίρνει περισσότερο.
Ήξερε όλα τα λόγια απ’ έξω, η ερμηνείας της ήταν ανεπανάληπτη, δεν είχε καμία σχέση με την ερμηνεία της Έλενας που ήταν σαν αγγούρι πάνω στην σκηνή που με το ζόρι προσπαθούσα να σώσω την κατάσταση με όποιον τρόπο μπορούσα και η κυρία Βάλταζαρ είχε μείνει σοκαρισμένη να μας κοιτά εκστασιασμένη με κομμένη την ανάσα... Φτάνοντας όμως στο σημείο που θα έπρεπε να τραγουδήσουμε και στο τέλος να την φιλήσω εκείνη ξαφνικά έγινε αμήχανη.
«Δεν χρειάζεται να το κάνεις αν δεν θες» της ψιθύρισα εγώ καθώς περιμέναμε να ανέβουν στην σκηνή τα παιδιά της μουσικής για να στήσουν τα όργανα τους αλλά εκείνη δεν απάντησε, δεν γύρισε καν να με κοιτάξει και τα παράτησα... Ας έκαναν ότι ήθελαν, αρκετά ασχολήθηκα και με τους δύο τους.
~Θες να πάρεις την θέση μου;~... ρώτησα ρητορικά τον πρόγονο μου και χωρίς να μου απαντήσει αυτόματα εκείνος πήρε το πάνω χέρι.
Πρίγκιπας
Δεν μπορούσα να το πιστέψω πως κατάφερνε τόσο εύκολα ο πιτσιρίκος να την φέρνει στα μέτρα του... Την είχε ψυχολογήσει τόσο καλά που δεν μου άρεσε καθόλου όλο αυτό, αυτός ήταν ικανός να την ρίξει με δύο λόγια, πως θα μπορούσα να τον σταματήσω χωρίς να το καταλάβει ο ίδιος; Ώρες ώρες η αφέλεια του με στέλνει αδιάβαστο... Δεν συνειδητοποιεί καν ότι εκείνη μέσα της θα ευχόταν να ήταν διαφορετικά τα πράγματα ώστε να μπορούσε να είχε μια ευκαιρία μαζί του και αυτή η διαπίστωση με έβγαζε από τα ρούχα μου, δεν θα του επέτρεπα ποτέ να μου την κλέψει μέσα από τα χέρια μου.
~Έκανες όλη αυτήν την παράσταση μόνο και μόνο για να κερδίσεις ένα φιλί;~... αμέσως με ρώτησε και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της αργά χωρίς να της απαντώ κοιτώντας την με νόημα.
~Ποιο τραγουδάκι θα παίξει σήμερα;~... συνέχισε εκείνη με ειρωνικό τόνο στην φωνή της και χαμογέλασα αυτάρεσκα, συνεχίζοντας να μην της απαντώ.
~Κάποια πράγματα δεν θα αλλάξουν ποτέ~... τελικά σχολίασε και σταμάτησε να μου δίνει σημασία γυρίζοντας την ματιά της προς τα παιδιά που είχαν πάρει θέση πάνω στην σκηνή ενώ κούρδιζαν τα όργανα τους και πλησιάζοντας τους πήγε και στάθηκε μπροστά από μια κοπέλα που κράταγε ένα βιολί και την κοίταξα με περιέργεια καθώς εκείνη της ψιθύριζε κάτι στο αυτί ενώ το κορίτσι κατένευσε σε απάντηση σε αυτό που της είχε μόλις πει.
Γυρίζοντας κοντά μου η υπεύθυνη του θεατρικού μας ζήτησε να πάρουμε τις θέσεις μας και αυτόματα το κάναμε πράξη... Έχοντας ήδη απομνημονεύσει τα λόγια την στιγμή που εκείνος τα διάβαζε δεν χρειαζόμουν πολλά για να μπω μέσα στο έργο και να το αποδώσω όπως του έπρεπε για να απογειωθεί και αυτόματα η υπεύθυνη μόνο που δεν ζητωκραύγαζε από την χαρά της αλλά ποιος της έδινε σημασία αυτής.
Την στιγμή που έπρεπε να ξεκινήσουμε να τραγουδάμε η ορχήστρα δεν ξεκίνησε να παίζει και η Ίζαμπελ άρχισε να πλησιάζει την κοπέλα που μίλαγε πριν μαζί της, η υπεύθυνη της παράστασης πήγε να διαμαρτυρηθεί αλλά μόλις είδε την Βασίλισσα μου να βάζει το βιολί που είχε πάρει στα χέρια της πάνω στον ώμο της και να δίνει τις πρώτες νότες σε μένα την κοίταξα με απορία ενώ η υπεύθυνη πάγωσε και τελικά δεν την σταμάτησε.
~Πως το ήξερες;~... την ρώτησα και εκείνη ανασήκωσε το ένα της φρύδι προκαλώντας με ανοιχτά και εγώ αυτόματα ξεκίνησα με εκείνην να σε συνοδεύει.
She‘s singing softly in the night
Praying for the morning light
She dreams of how they used to be
At dawn they will be free.
Memories they haunt his mind
Save him from the endless night
She whispers warm and tenderly
Please come back to me.
And when the golden sun arises far across the sea
The dawn will break as darkness fades forever we‘ll be free.
Never forget what I did, what I said
When I gave you all my heart and soul.
Morning will come and I know we‘ll be one
Cause I still believe that you‘ll remember me.
She mourns beneath the moonlit sky
Remembering when they said goodbye
Where‘s the one he used to know
It seems so long ago.
Καθώς πλησιάσαμε ο ένας τον άλλον με εκείνην να συνεχίζει να
παίζει με ζωντάνια την μελωδία που είχε γράψει τότε πάνω στους στοίχους που
είχα γράψει εγώ όταν είχα γυρίσει πίσω για εκείνην συνέχισε να τραγουδάει το
τραγούδι με περισσότερο πάθος και καθώς εκείνο τελείωσε και άφησε το βιολί στην
άκρη την άρπαξα μέσα στην αγκαλιά μου με την καρδιά μου να χτυπάει σε τόσο
μεγάλο βαθμό που με έκανε να πονάω ολόκληρος και καθώς τα χείλια μου κάλυψαν τα
δικά της εκείνη αυτόματα πέρασε το ελεύθερο χέρι της γύρω από τον λαιμό μου και
βυθίζοντας τα δάχτυλα της μέσα στα μαλλιά μου με συγκράτησε απάνω της και
παραδόθηκε στο φιλί μου χωρίς καμία αντίσταση.
Το σώμα μου αυτόματα πήρε φωτιά, τα χείλια μου απαιτητικά ζήταγαν για μια ανάσα ζωής και αγνοώντας παντελώς και οι δύο το που βρισκόμαστε, παραδοθήκαμε στα συναισθήματα μας άνευ όρων και κλέβοντας την ευκαιρία δώσαμε μέσα σε αυτό το φιλί όλα όσα μας βάραιναν... Αφήνοντας το βιολί να πέσει κάτω το χέρι που το κράταγε πέρασε πάνω από τον ώμο μου και κλείδωσε γύρω από το κορμί μου... Δεν ήθελα τίποτα παραπάνω, αυτή η επιβεβαίωση με έκανε να πάρω όλα όσα χρειαζόμουν για να συνεχίσω, με είχε ανάγκη όσο την είχα και εγώ, τι άλλο χρειαζόμουν για να το επιβεβαιώσω.
«Έντουαρτ» ακούσαμε την φωνή της Έλενας από μακριά και αυτόματα η Ίζαμπελ σταματώντας το φιλί μας, γύρισε την ματιά της προς το μέρος της ξαφνιασμένη και σαν μόλις να είχε καταλάβει τι ακριβώς έκανε κοίταξε για λίγο νευρικά γύρω της και σπρώχνοντας με μακριά της άρχισε να τρέχει προσπαθώντας πολύ σκληρά να τρέξει με έναν ανθρώπινο ρυθμό για να μην προδοθεί.
Κοιτώντας με μίσος προς την μεριά της Έλενας που είχε καταστρέψει αυτήν την στιγμή δεν έκατσα να το σκεφτώ και τρέχοντας πίσω της προσπάθησα να την προλάβω πριν εκείνη φύγει μακριά μου και αρχίσει πάλι να σκέφτεται το σωστό και το λάθος γιατί τότε θα έπρεπε πάλι να προσπαθήσω από την αρχή και δεν είχα χρόνο για τέτοια... Βλέποντας ότι δεν μπορούσα να την προφτάσω έτρεξα προς το αυτοκίνητο του μικρού και ξεκλειδώνοντας το αμέσως μπήκα μέσα.
«Μην σου ξεφύγει, δεν πρέπει να την αφήσουμε να το σκεφτεί περισσότερο» τον διέταξα και μόλις πήρε τον έλεγχο αμέσως το σανίδωσε χωρίς καν να το σχολιάσει.
~Γιατί με βοηθάς;~... δεν άντεξα και τον ρώτησα.
«Γιατί αυτό κάνει κάποιος όταν αγαπά πραγματικά... Δίνει και την ίδια του την ψυχή αν χρειαστεί προκειμένου να δει ευτυχισμένο τον άνθρωπο που αγαπά ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι πρέπει ο ίδιος να θυσιαστεί για την ευτυχία της, όχι το αντίθετο» μου χτύπησε σκληρά και άρχισα να τα παίρνω στο κρανίο.
~Μου κάνεις κήρυγμα μικρέ ή είναι η ιδέα μου~... του είπα εριστικά και εκείνος άφησε ένα γελάκι να του ξεφύγει.
«Όταν θα καταλάβεις τα λάθη σου θα είναι πολύ αργά για να τα διορθώσεις, γι αυτό άρχισε να προετοιμάζεσαι από τώρα για την ήτα σου» μου είπε το ίδιο σκληρά και δεν είχα ιδέα πως κατάφερα να συγκρατήσω τα ένστικτα μου για να τον κάνω να το πάρει πίσω αυτό που είχε μόλις πει χωρίς να μας προκαλέσω κανένα ατύχημα... Φυσικά και είχα ψυλλιαστεί από την πρώτη στιγμή ότι εκεί ακριβώς αποσκοπούσε, δηλαδή να την κάνω με τις λάθος κινήσεις μου να στραφεί προς το μέρος του, πόσο λίγο με ήξερε.
~Αυτό θα το δούμε~... του γύρισα το ίδιο σκληρά με εκείνον και μόλις σταμάτησε το αμάξι έξω από το σπίτι της που είχε σταματήσει και εκείνη πήρα ξανά τον έλεγχο και άρχισα να τρέχω πίσω της πριν προλάβει να μπει και να κλείσει την πόρτα αλλά για κακή μου τύχη στο σπίτι ήταν ο Στέφαν και καθώς πήγε να μου κλείσει την πόρτα στην μούρη, κλώτσησα την πόρτα με όση δύναμη υπήρχε μέσα μου και καθώς τον έκανα να πέσει πίσω συνέχισα να τρέχω προς το δωμάτιο της.
Το σώμα μου αυτόματα πήρε φωτιά, τα χείλια μου απαιτητικά ζήταγαν για μια ανάσα ζωής και αγνοώντας παντελώς και οι δύο το που βρισκόμαστε, παραδοθήκαμε στα συναισθήματα μας άνευ όρων και κλέβοντας την ευκαιρία δώσαμε μέσα σε αυτό το φιλί όλα όσα μας βάραιναν... Αφήνοντας το βιολί να πέσει κάτω το χέρι που το κράταγε πέρασε πάνω από τον ώμο μου και κλείδωσε γύρω από το κορμί μου... Δεν ήθελα τίποτα παραπάνω, αυτή η επιβεβαίωση με έκανε να πάρω όλα όσα χρειαζόμουν για να συνεχίσω, με είχε ανάγκη όσο την είχα και εγώ, τι άλλο χρειαζόμουν για να το επιβεβαιώσω.
«Έντουαρτ» ακούσαμε την φωνή της Έλενας από μακριά και αυτόματα η Ίζαμπελ σταματώντας το φιλί μας, γύρισε την ματιά της προς το μέρος της ξαφνιασμένη και σαν μόλις να είχε καταλάβει τι ακριβώς έκανε κοίταξε για λίγο νευρικά γύρω της και σπρώχνοντας με μακριά της άρχισε να τρέχει προσπαθώντας πολύ σκληρά να τρέξει με έναν ανθρώπινο ρυθμό για να μην προδοθεί.
Κοιτώντας με μίσος προς την μεριά της Έλενας που είχε καταστρέψει αυτήν την στιγμή δεν έκατσα να το σκεφτώ και τρέχοντας πίσω της προσπάθησα να την προλάβω πριν εκείνη φύγει μακριά μου και αρχίσει πάλι να σκέφτεται το σωστό και το λάθος γιατί τότε θα έπρεπε πάλι να προσπαθήσω από την αρχή και δεν είχα χρόνο για τέτοια... Βλέποντας ότι δεν μπορούσα να την προφτάσω έτρεξα προς το αυτοκίνητο του μικρού και ξεκλειδώνοντας το αμέσως μπήκα μέσα.
«Μην σου ξεφύγει, δεν πρέπει να την αφήσουμε να το σκεφτεί περισσότερο» τον διέταξα και μόλις πήρε τον έλεγχο αμέσως το σανίδωσε χωρίς καν να το σχολιάσει.
~Γιατί με βοηθάς;~... δεν άντεξα και τον ρώτησα.
«Γιατί αυτό κάνει κάποιος όταν αγαπά πραγματικά... Δίνει και την ίδια του την ψυχή αν χρειαστεί προκειμένου να δει ευτυχισμένο τον άνθρωπο που αγαπά ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι πρέπει ο ίδιος να θυσιαστεί για την ευτυχία της, όχι το αντίθετο» μου χτύπησε σκληρά και άρχισα να τα παίρνω στο κρανίο.
~Μου κάνεις κήρυγμα μικρέ ή είναι η ιδέα μου~... του είπα εριστικά και εκείνος άφησε ένα γελάκι να του ξεφύγει.
«Όταν θα καταλάβεις τα λάθη σου θα είναι πολύ αργά για να τα διορθώσεις, γι αυτό άρχισε να προετοιμάζεσαι από τώρα για την ήτα σου» μου είπε το ίδιο σκληρά και δεν είχα ιδέα πως κατάφερα να συγκρατήσω τα ένστικτα μου για να τον κάνω να το πάρει πίσω αυτό που είχε μόλις πει χωρίς να μας προκαλέσω κανένα ατύχημα... Φυσικά και είχα ψυλλιαστεί από την πρώτη στιγμή ότι εκεί ακριβώς αποσκοπούσε, δηλαδή να την κάνω με τις λάθος κινήσεις μου να στραφεί προς το μέρος του, πόσο λίγο με ήξερε.
~Αυτό θα το δούμε~... του γύρισα το ίδιο σκληρά με εκείνον και μόλις σταμάτησε το αμάξι έξω από το σπίτι της που είχε σταματήσει και εκείνη πήρα ξανά τον έλεγχο και άρχισα να τρέχω πίσω της πριν προλάβει να μπει και να κλείσει την πόρτα αλλά για κακή μου τύχη στο σπίτι ήταν ο Στέφαν και καθώς πήγε να μου κλείσει την πόρτα στην μούρη, κλώτσησα την πόρτα με όση δύναμη υπήρχε μέσα μου και καθώς τον έκανα να πέσει πίσω συνέχισα να τρέχω προς το δωμάτιο της.
Φτάνοντας στην πόρτα της προσπάθησα να την ανοίξω αλλά εκείνη μένοντας από πίσω της με εμπόδιζε να μπω.
«Άνοιξε την πόρτα τώρα...» απαίτησα αλλά δεν μου έκανε την χάρη... «Δεν φεύγω από εδώ αν δεν την ανοίξεις» φώναξα με πείσμα.
«Σε παρακαλώ Έντουαρτ μην το κάνεις αυτό, προσπάθησε να καταλάβεις» παρακάλεσε μέσα από τους λυγμούς της.
«Να καταλάβω τι;...» ρώτησα έξαλλος... «Εδώ μέχρι και ο μικρός κατάλαβε το πόσο ανάγκη με έχεις και εσύ ακόμα εξακολουθείς να με αρνείσαι;» την ρώτησα χωρίς να πιστεύω όλο αυτό που ζώ.
«Δεν είναι σωστό...» αναφώνησε πίσω... «Πως μπορώ να βασίσω την ευτυχία μου εις βάρος μιας αθώας ψυχής που δεν φταίει σε τίποτα, πως θα μπορέσω ποτέ να συγχωρήσω τον εαυτό μου γι αυτό» συνέχισε καταβεβλημένη.
«Σε παρακαλώ βασίλισσα μου άνοιξε την πόρτα...» παρακάλεσα πιο ήρεμα απελπισμένα... «Περίμενα 1200 χρόνια μέσα στο σκοτάδι γι αυτήν την ημέρα, οι ερινύες κόντεψαν να με τρελάνουν βασανίζοντας με αλύπητα αλλά εγώ έκανα κουράγιο μόνο για να σε δω έστω και για άλλη μια φορά, μην με βασανίζεις άλλο και εσύ» την ικέτεψα ακουμπώντας το σώμα μου πάνω στην πόρτα με την καρδιά μου να χτυπάει άρρυθμα ενώ όλο μου το σώμα άρχισε να τρέμει από την αγανάκτηση και την αδικία που ένιωθα καθώς η φωνή μου έσπαγε αλλά εκείνη δεν άνοιξε, δεν είπε τίποτα, την άκουγα μόνο που πάλευε να σταματήσει τα αναφιλητά της και αυτό με έκανε κομμάτια... Δεν ήθελα να την χάσω, δεν μπορούσα να το δεχτώ αυτό, πέρασα τόσα για να την κερδίσω, δεν διανοούμαι να τα περάσω από την αρχή, είμαι δικός της και είναι δική μου για πάντα... Ανήκει μόνο σε μένα ακριβώς όπως ανήκω και εγώ μόνο σε εκείνην.
«Σε παρακαλώ βασίλισσα μου άνοιξε την πόρτα» έκανα άλλη μια απελπισμένη προσπάθεια.
«Δεν μπορώ να το κάνω αυτό» την άκουσα που με τα βίας είπε τρεμάμενα και το πείσμα μου έγινε ακόμα πιο ισχυρό.
«Μπορείς να το κάνεις, εκείνος θέλει να το κάνεις» συνέχισα με περισσότερο πείσμα.
«Είναι μόνο ένα παιδί, δεν έχει ζήσει τίποτα, πως μπορώ να φερθώ τόσο εγωιστικά και να του κλέψω την ζωή;» αναφώνησε αγανακτισμένα.
«Άνοιξε την πόρτα γιατί αλλιώς θα την σπάσω...» μούγκρισα μέσα από τα δόντια μου ενώ παίρνοντας φόρα άρχισα να κοπανάω το σώμα μου απάνω της προκειμένου να την ανοίξω... «Άνοιξε τηνννννν» απαίτησα ξανά.
«Σταμάταααααα» ούρλιαξε.
«Άνοιξε τηννννν» είπα πιο απαιτητικά ενώ συνέχιζα με περισσότερο πείσμα να πέφτω απάνω της.
«Σε παρακαλώ σταμάτα» παρακάλεσε για άλλη μια φορά μέσα από τα αναφιλητά της ενώ με το σώμα της εμπόδιζε την πόρτα να ανοίξει.
«Δεν πρόκειται... να τα παρατήσω... ποτέ...» ούρλιαξα ενώ κοπάναγα και κλότσαγα την πόρτα με όλη την δύναμη της ψυχής μου με τα χέρια μου και τα πόδια μου... «Με ακούςςςς... ΠΟΤΕΕΕΕ... Με έχεις ανάγκη όπως σε έχω και εγώ...» έλεγα απελπισμένος με τα μάτια μου να αρχίζουν να δακρύζουν από όλον τον εκνευρισμό που με είχε καταβάλει... «Γιατί συνεχίζεις να με αρνείσαιιιιι» φώναξα αγανακτισμένα.
«Έντουαρτ αρκετά, άφησε την ήσυχη» άκουσα τον Στέφαν από πίσω μου και γυρίζοντας προς το μέρος του απότομα τον κοίταξα με ένα δολοφονικό ύφος τρίζοντας τα δόντια μου απειλητικά ενώ έτρεμα ολόκληρος από τα νεύρα μου.
«Ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να ανακατεύεσαι;» τον ρώτησα σκληρά με όλα τα χαρακτηριστικά του προσώπου μου να σκληραίνουν και εκείνος για λίγο τινάχτηκε από αυτό που είδε μέσα στο βλέμμα μου και σήκωσε τα χέρια του αμυντικά στον αέρα.
«Ηρέμησε φίλε, θα πάθεις τίποτα» είπε σοκαρισμένος αλλά δεν λογάριασα τίποτα.
«Πάρε δρόμο από εδώ, πριν...»
«Αρκετά» απαίτησε η Ίζαμπελ από πίσω μου και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της... Για να υπερασπιστεί εκείνον άνοιξε την πόρτα ενώ πριν όταν την ικέτευα εγώ όχι;... Αυτό δεν μπορούσα να το ανεχτώ, όχι άλλο.
Πιάνοντας την από το μπράτσο της την έσπρωξα με το ζόρι προς το δωμάτιο της και κλείνοντας την πόρτα πίσω μου με το πόδι μου την κλείδωσα ενώ δεν την άφηνα από το σφιχτό μου κράτημα και αφού πέταξα το κλειδί γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της αμείλικτα.
«Μην κάνεις κάτι που θα το μετανιώσεις» με προειδοποίησε αλλά δεν άκουγα τίποτα πια.
Καρφώνοντας την πάνω στην πόρτα με τα μηλίγγια μου να πάλλονται σαν τρελά, τα πάντα να φαίνονται στην περιφερική μου όραση κόκκινα και την καρδιά μου να καλπάζει σαν τρελή καθώς το αίμα στις φλέβες μου να έρεε τόσο γρήγορα όσο δεν το είχα νιώσει ποτέ ξανά να ρέει άλλη φορά στην ζωή μου πλησίασα το πρόσωπο μου σε απόσταση αναπνοής από το δικό της χωρίς να έχω ιδέα τι πρόδιδαν τα χαρακτηριστικά μου άλλα ότι και να είδε μέσα σε αυτά την έκανε για λίγο να κάνει πίσω και να μην αντιδράσει.
«Ποιος είναι ο λόγος που ακόμα εξακολουθείς να με αρνείσαι» απαίτησα να μου πει κροταλίζοντας τα δόντια μου έχοντας ξεπεράσει κάθε προσωπικό μου όριο.
«Μικρέ μου πρίγκιπα» είπε με μια σπασμένη φωνή καθώς προσπάθησε να μου χαϊδέψει το πρόσωπο αλλά δεν την άφησα.
«Σταμάτα να με κανακεύεις και πες μου...» απαίτησα ενώ απομάκρυνα με δύναμη το χέρι της που ήταν έτοιμο να μου χαϊδέψει
«Μοναδική μου αγάπη...» είπε σπαρακτικά και χωρίς να έχει κουράγιο για άλλα λόγια έπεσε στην αγκαλιά μου κλαίγοντας με αναφιλητά... Μην μπορώντας να την βλέπω άλλο έτσι την έσφιξα απάνω μου και χώνοντας το κεφάλι μου μέσα στα μαλλιά της άρχισα να εισπνέω άπληστα το γλυκό τους άρωμα αφήνοντας το να καταλαγιάσει τον εκνευρισμό μου ενώ παράλληλα την φίλαγα πάνω στο λαιμό της καθώς τα χέρια μου την παρηγορούσαν και την άκουσα που πάλευε να καταπνίξει τους λυγμούς της.
Συγκρατώντας το πρόσωπο της και με τα δύο μου χέρια, άρχισα να ανηφορίζω προς το πρόσωπο της χωρίς να σταματώ να την φιλώ και μόλις έφτασα στα χείλια της πριν ακόμα προλάβω να τα ακουμπήσω απάνω στα δικά της εκείνη τα σφράγισε πρώτη και άρχισε να με φιλάει τόσο απελπισμένα που μου έκοψε αμέσως την ανάσα μου, η καρδιά μου σταμάτησε να χτυπά και καθώς ένιωσα κάθε τι που με έπνιγε να εξανεμίζεται την τράβηξα προς τα πίσω και βύθισα την ματιά μου μέσα στην δική της.
Δεν είπαμε τίποτα, η ματιές μας ήταν αρκετές για να πουν όσα τα λόγια θα ωχριούσαν μπροστά στις λέξεις... Συγκρατώντας την με το ένα μου χέρι πάνω στην πλάτη της, έβαλα το άλλο μου κάτω από τα γόνατα της και ανασηκώνοντας την στην αγκαλιά μου αμέσως την παρέσυρα προς το κρεβάτι της χωρίς να της δίνω το δικαίωμα της επιλογής... Ήταν δική μου και θα της το υπενθύμιζα με κάθε δυνατό τρόπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου