Ετικέτες

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

Fly Away "64.Η ελπίδα θα ζει μέσα στην καρδιά"





«Μπαμπάααα... μπαμπάααα» άκουγα τα ουρλιαχτά της Μαρίνας μου και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα για να πάρω κουράγιο κίνησα για το δωμάτιο της...

«Εδώ είμαι ματάκια μου, μην φωνάζεις» παρακάλεσα και εκείνη έτρεξε αμέσως κοντά μου...Έσκυψα, την κράτησα στα χέρια μου και καθώς σηκώθηκα,  την έκλεισα στην αγκαλιά μου και πήρα μια βαθιά εισπνοή για να αφήσω την μυρωδιά της να με κάνει να ηρεμήσω ώστε να μπορέσω να την βάλω για ύπνο χωρίς να την ταράξω περισσότερο.

«Μου έλειψες τόσο πολύ» έλεγε ναζιάρικα με πόνο στην φωνή της ενώ έσφιγγε τα χεράκια της γύρω από τον λαιμό μου.

«Και εσύ μου έλειψες καρδιά μου» της είπα με όλην την ειλικρίνεια μου να αντικατοπτρίζεται στην φωνή μου.

«Η μαμά που είναι;» ρώτησε ξαφνικά κοιτάζοντας με, με απορία στα μάτια και αμέσως η καρδιά μου σφίχτηκε... Δεν ήξερα τι να της πω, δεν είχα ιδέα πως να διαχειριστώ μια τέτοια κατάσταση χωρίς το παιδί να πάρει λάθος μηνύματα... Αποφάσισα να μην της πω την αλήθεια για αρχή.

«Η μανούλα έπρεπε να φύγει για λίγο» είπα δειλά και σούφρωσε τα χειλάκια της απογοητευμένη.

«Μα υποσχέθηκε... Είπε ότι θα σου δίναμε την έκπληξη...θα με πήγαινε αύριο στην Νες... Πως μπόρεσε να φύγει χωρίς να με χαιρετήσει;» είπε ενώ τα ματάκια της αμέσως γέμισαν με δάκρυα και η φωνή της στο τέλος έσβησε με πόνο.

«Δεν έφταιγε η μανούλα καρδιά μου... Δεν ήθελε να φύγει,  άλλοι την ανάγκασαν να το κάνει» προσπάθησα μάταια να την παρηγορήσω αλλά δεν την έπειθα... «Ξέρεις πόσο μας αγαπάει η μανούλα έτσι δεν είναι;» ρώτησα και κατένευσε... «Και ξέρεις ότι δεν αθετεί ποτέ τον λόγο της...» συνέχισα και κατένευσε πάλι με παράπονο ενώ σκούπιζα τα δακρυάκια της... «Δεν ήταν στο χέρι της καρδιά μου,  δεν ήθελε να φύγει,  σου το ορκίζομαι»

«Και πότε θα γυρίσει;» ρώτησε με φωνή που έτρεμε και κλείνοντας την στην αγκαλιά μου , έκατσα στο κρεβάτι της και την βόλεψα καλύτερα στα πόδια μου.

«Δεν ξέρω» είπα την αλήθεια μέσα από τον αναστεναγμό μου και με κοίταξε με απορία.

«Μας άφησε;...» ρώτησε με φρίκη και συμπλήρωσε πριν προλάβω να αντιδράσω... «Μας άφησε όπως ή μαμά της Πολίν;»

«Όχι καρδιά μου,  η μανούλα μας αγαπάει,  δεν θα το έκανε ποτέ αυτό»

«Τότε γιατί δεν ήρθε να με αποχαιρετήσει;» ρώτησε με παράπονο και αναστέναξα... Δεν ήξερα τι να πω,  δεν είχα ιδέα πως να της το πω.

«Θυμάσαι που σου έχω πει να μην φεύγεις ποτέ από δίπλα από το Ζοζέφ που σε προσέχει γιατί υπάρχουν κακοί στον δρόμο που μπορεί να θέλουν να σε πάρουν μακριά μας για να μας πληγώσουν;» την ρώτησα και γούρλωσε τα μάτια της.

«Οι κακοί πήρανε μακριά την μανούλα μου;» είπε με φωνή που ανέβηκε μια οκτάβα και κατένευσα... «Γιατί;» ρώτησε εύλογα και κοίταξα για λίγο μακριά περνώντας το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου για να συγκεντρώσω τις σκέψεις μου.

«Δεν ξέρω καρδιά μου...» είπα ψέματα,  τι άλλο να της έλεγα... «Αλλά σου ορκίζομαι ότι θα την βρούμε πολύ γρήγορα... Θα ψάξουμε παντού και δεν θα σταματήσουμε μέχρι να την βρούμε και να την φέρουμε πίσω ασφαλή»

«Και ο αδελφούλης μου;... Θα έρθει και εκείνος;» ρώτησε και έσμιξα τα φρύδια μου με απορία.

«Ο αδελφούλης σου;» ρώτησα και δάγκωσε τα χειλάκια της.

«Μάλλον δεν έπρεπε να το πω αυτό,  ήταν το μυστικό μας... Θα σου κάναμε έκπληξη...» είπε χαμηλώνοντας το κεφαλάκι της και βάζοντας το χέρι μου πάνω στο μαγουλάκι της ,την ανάγκασα να με κοιτάξει.

«Δεν πειράζει καρδιά μου, η μανούλα δεν θα θυμώσει» την διαβεβαίωσα και με κοίταξε με πόνο στα μάτια.

«Μπαμπά;» ρώτησε διστακτικά.

«Τι καρδιά μου;»

«Θέλω να γυρίσει η μαμά μου... Υπόσχομαι να είμαι καλό παιδί και να κάνω ότι μου λέει,  αρκεί να γυρίσει» είπε με ένα παράπονο ενώ  νέα δάκρυα άρχισαν να κατρακυλούν στα μαγουλάκια της και κλείνοντας την στην αγκαλιά μου , άρχισα να την παρηγορώ.

«Θα γυρίσει καρδιά μου... Σου το ορκίζομαι ότι θα την βρούμε» της είπα όσο πιο σταθερά μπορούσα μέσα από τον αναστεναγμό μου.

«Μπαμπά γιατί το χέρι σου είναι δεμένο;»ρώτησε με απορία και το κράτησε μέσα στα δυο της χέρια.

«Δεν είναι τίποτα καρδιά μου,  χτύπησα λίγο αλλά τώρα είναι καλά»

«Θα το φιλήσω εγώ και θα γίνει αμέσως καλά» είπε και αμέσως το πήρε και το φίλησε ..Ταυτόχρονα εγώ την φίλησα πάνω στο κεφαλάκι της και για λίγο έμεινε στην αγκαλιά μου χωρίς να μιλάει βάζοντας τον αντίχειρα της στο στόμα για παρηγοριά.

«Μπαμπά;» ρώτησε μόλις ηρέμησε και την κοίταξα.

«Τι είναι μωρό μου;»

«Θα μου διαβάσεις το παραμύθι της Σταχτοπούτας;» με ρώτησε με αγωνία και της χάρισα το πιο ζεστό χαμόγελο που διέθετα εκείνην την στιγμή.

«Φυσικά φασολάκι μου,  ότι θες» της ανταποκρίθηκα και φεύγοντας από την αγκαλιά μου έτρεξε προς την βιβλιοθήκη της για να μου φέρει το παραμύθι της.

«Εμένα θα με χρειαστείτε κάτι άλλο;» ρώτησε η Ντόρα που όλη αυτήν την ώρα μας κοίταζε από απόσταση σιωπηλή και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.

«Πήγαινε να ξεκουραστείς Ντόρα θα μείνω εγώ μαζί της μέχρι να κοιμηθεί» την αποδέσμευσα και εκείνη με κοίταξε για λίγο σκεπτική.

«Θα μείνω εδώ απόψε,  αν με χρειαστείτε φωνάξτε με και θα έρθω» είπε και της χαμογέλασα θλιμμένα.

«Σε ευχαριστώ Ντόρα» της ανταποκρίθηκα και κατένευσε με μια θλιμμένη ματιά και αφού καληνύχτισε την Μαρίνα, μας άφησε μόνους κλείνοντας την πόρτα πίσω της απαλά.

«Έλα μπαμπά,  θα δεις,  θα έχει πλάκα» είπε η Μαρίνα ερχόμενη κοντά μου κρατώντας το παραμύθι της Σταχτοπούτας στα χεράκια της ...Αφού ανέβηκε πάνω στο κρεβάτι και έκατσε οκλαδόν στην μέση,  χτύπησε το στρώμα για να μου υποδείξει να κάτσω δίπλα της.

Μόλις έκατσα αντικριστά της και ακούμπησα την πλάτη μου στο κεφαλάρι, μου έτεινε το παραμύθι και εγώ ανοίγοντας το άρχισα να το διαβάζω...

«Η Σταχτοπούτα
Ζούσε κάποτε σε μια μακρινή χώρα ένας καλός και ευγενικός έμπορος με την γυναίκα του και την μικρή του κόρη.
Η γυναίκα του όμως αρρώστησε και πέθανε κι ο άντρας της αποφάσισε να ξαναπαντρευτεί, για να έχει η αγαπημένη του κόρη μια μητέρα. Δεν ήξερε όμως τι τον περίμενε....»  Το παραμύθι στην αρχή δεν είχε καμία διαφορά με το κλασικό παραμύθι που όλοι γνωρίζουμε αλλά φτάνοντας στην σελίδα που η σταχτοπούτα έφτασε στο χορό , τότε η ιστορία άλλαξε και για λίγο....Σταμάτησα να διαβάζω δυνατά κοιτώντας το με περιέργεια.

«Έλα μπαμπά μην σταματάς,  τώρα αρχίζει το καλό» είπε συνωμοτικά και την κοίταξα με περιέργεια.

«Ποιος σου το έδωσε αυτό το παραμύθι Μαρίνα;» την ρώτησα χωρίς να το θέλω αυστηρά και με κοίταξε με περιέργεια στα μάτια.

«Η μαμά» είπε λίγο ξαφνιασμένη και γύρισα την ματιά μου πάλι προς το βιβλίο που κράταγα και ξεφυλλίζοντας το, το έλεγξα καλά, καλά... Περίεργο.

«Σου είπε που το βρήκε;» την ρώτησα ενώ ξεφύλλιζα ακόμα το βιβλίο και η Μαρίνα άρχισε να γελάει.

«Δεν ξέρεις;» ρώτησε με φρίκη λες και ήταν κάτι που έπρεπε να ξέρω.

«Να ξέρω τι;» ρώτησα και καλά αθώα και ήρθε κοντά μου για να μου ψιθυρίσει στο αυτί.

«Μην το πεις πουθενά...» προειδοποίησε αυστηρά χωρίς να δέχεται αντίρρηση γι αυτό και κατένευσα... «Θα είναι το μυστικό μας... Η μαμά μου είπε ότι δεν πρέπει να το ξέρει κανείς άλλο εκτός από εμάς τους τρεις... Είναι μόνο δική μας αυτή η ιστορία και δεν την μοιραζόμαστε με κανέναν άλλον... Πο-τέ» είπε συνωμοτικά και με κοίταξε σοβαρά περιμένοντας την ανταπόκριση μου.

«Σου υπόσχομαι να μην το πω πουθενά» της υποσχέθηκα και χαμογελώντας μου, άρχισε να μου εξηγεί.

«Ένα βράδυ την ρώτησα πως έφτασε ο πρίγκιπας στον χορό και εκείνη μου είπε την ιστορία από την δική του μεριά και το κάναμε και θεατρικό και από εκείνο το βράδυ το παίζουμε μαζί... Η μαμά κάνει τον πρίγκιπα και εγώ κάνω την καλή νεράιδα και την Σταχτοπούτα φυσικά» είπε κουνώντας με παιχνιδιάρικο τρόπο τα μαλλάκια της προς τα πίσω υποδυόμενη την πριγκίπισσα και γέλασα.

«Φυσικά» επιβεβαίωσα και σηκώθηκε από το κρεβάτι και πηγαίνοντας προς την συρταριέρα της έβγαλε το μαγικό της ραβδάκι ένα καπέλο μυτερό και ένα κουτάκι μικρό που από ότι φαινόταν το είχαν φτιάξει μαζί γιατί είχε απάνω πολύ γκλίντερ και ξαναγύρισε κοντά μου.

«Τι είναι όλα αυτά;» ρώτησα και με κοίταξε κοροϊδευτικά.

«Μα πως θα κάνω την καλή νεράιδα χωρίς τα αξεσουάρ μου;» ρώτησε στριφογυρίζοντας τα μάτια της και της ζούληξα τα μαγουλάκια της παιχνιδιάρικα.

«Τσακπινογαργαλιάρα μου εσύ» είπα και γέλασε δυνατά ενώ βάζοντας τα αξεσουάρ της μου γύρισε την σελίδα και μου υπέδειξε να διαβάσω ξανά από το σημείο που η πριγκίπισσα έφτασε στο κάστρο.

«Μόλις η άμαξα έφτασε στο κάστρο η Σταχτοπούτα κοίταξε το δαχτυλίδι που της είχε δώσει η καλή της νονά και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα προχώρησε αποφασιστικά προς την είσοδο του και βάζοντας το στην ειδική υποδοχή του μπήκε μέσα... «Κάνε ο πρίγκιπας μου να έρθει πριν τα μεσάνυχτα» μουρμούρισε με έναν αναστεναγμό και ανοίγοντας την πόρτα μπήκε μέσα και ευχήθηκε όλα να πάνε καλά....» έγραφε το βιβλίο και κοίταξα για λίγο την Μαρίνα σκεπτικός «Μαρίνα;» ρώτησα και με κοίταξε απογοητευμένη.

«Μην σταματάς τώρα μπαμπά,  σε παρακαλώ... Τώρα είναι που θα παίξω εγώ» είπε παραπονιάρικα και συνέχισα να την κοιτώ σκεπτικός.

«Έδωσε η καλή νεράιδα δαχτυλίδι στην Σταχτοπούτα;» την ρώτησα ενώ μόλις είχα συνειδητοποιήσει ότι δεν ήταν μόνο αυτό το κομμάτι αλλαγμένο αλλά και όλη η άλλη ιστορία ... Πάνω στην θολούρα μου  όμως εγώ δεν είχα δώσει και τόση σημασία διαβάζοντας χωρίς στην ουσία να αφομοιώνω αυτό που διάβαζα από συνήθεια.

«Ναι μπαμπά δεν το θυμάσαι;... Όταν της έδωσε τα γυάλινα γοβάκια της,  της έδωσε και ένα δαχτυλίδι και της είπε ότι μόλις δει το ίδιο δαχτυλίδι στο χέρι του πριγκιπόπουλου θα καταλάβει ότι αυτός είναι ο πρίγκιπας της» είπε εκείνη απογοητευμένα και η καρδιά μου κλώτσησε για λίγο και πιο συγκεντρωμένος συνέχισα να διαβάζω το παραμύθι με μεγαλύτερο ενδιαφέρον... Γιατί κάτι μου λέει ότι δεν είναι ένα απλό παραμύθι;... Κατάπια δυνατά και παίρνοντας άλλη μια βαθιά ανάσα , άρχισα να ρουφώ κάθε λέξη που διάβαζα ενώ η καρδιά μου άρχισε να αυξάνει τους παλμούς της.

«Την ίδια στιγμή το ιδιωτικό Τζετ του πρίγκιπα μας, προσγειώθηκε και εκείνος γεμάτος ανυπομονησία κατέβηκε τα σκαλιά δύο δύο για να φτάσει πιο γρήγορα στην άμαξα του αλλά όταν κατέβηκε από το Τζετ του κατάλαβε ότι η άμαξα του δεν ήταν πουθενά και απογοητευμένος έμεινε για μια στιγμή εκεί για να σκεφτεί τι να κάνει... Δεν ήξερε που ήταν το κάστρο,  πως θα μπορούσε να πάει μέχρι εκεί;... αναρωτήθηκε και τότε κάποιος του χτύπησε την πλάτη και εκείνος απορημένος γύρισε προς την άλλη μεριά...

«Ψάχνετε κάτι;» ρώτησε ένας ευγενικός γεράκος και εκείνος τον κοίταξε με απορία.

«Πρέπει να πάω στο κάστρο αλλά δεν ξέρω πως» του απάντησε και ο γεράκος του χαμογέλασε συγκαταβατικά.

«Γιατί δεν ακολουθείς την καρδιά σου;» τον ρώτησε και ο πρίγκιπας μας τον κοίταξε με απορία χωρίς να καταλαβαίνει... «Μόνο εκείνη ξέρει που βρίσκεται η πριγκίπισσα σου, εμπιστεύσου την» συνέχισε ο γεράκος και το πριγκιπόπουλο πήρε μια βαθιά ανάσα και μίλησε αποφασιστικά.

«Αυτό θα κάνω» είπε μόνο και βγαίνοντας από το αεροδρόμιο πήγε στην πρώτη στάση που βρήκε και περίμενε.

Μόλις ένα λεωφορείο σταμάτησε μπροστά του δεν το σκέφτηκε... Χοπ, χοπ, χοπ., ανέβηκε τα σκαλιά και έκατσε στην πρώτη θέση που βρήκε άδεια ελπίζοντας να έκανε την σωστή επιλογή.

Η καρδιά του χτυπούσε γρήγορα,  η αγωνία τον είχε καταβάλει και εκεί που ήταν έτοιμος να απογοητευτεί εφόσον κανένα σημείο δεν του φαινόταν γνωστό...Ξαφνικά άκουσε τις καμπάνες μιας εκκλησιάς και η καρδιά του έχασε ένα χτύπο... Ένιωσε αμέσως ότι ήταν κοντά στην πριγκίπισσα του και χωρίς να το σκεφτεί πάτησε την στάση και κατέβηκε... Χοπ, χοπ, χοπ... , κατέβηκε από το λεωφορείο και μόλις έμεινε μόνος του κοίταξε γύρω του αλλά τίποτα από όσα έβλεπε δεν του θύμιζε το μέρος όπου το κάστρο δέσποζε ψηλό και αγέρωχο.

Η καρδιά του άρχισε να χάνει και πάλι τους χτύπους της και εκεί που ήταν έτοιμος να τα παρατήσει, ένα άλλο λεωφορείο σταμάτησε μπροστά του και ο οδηγός του γέρνοντας προς το μέρος του, του φώναξε.

«Είναι το τελευταίο,  θα έρθεις;» τον ρώτησε και χωρίς να το σκεφτεί το πριγκιπόπουλο μας με βαριά βήματα άρχισε να ανεβαίνει... Χοπ....... χοπ...... χοπ, χοπ... σκόνταψε στο τελευταίο σκαλί και εκεί που ήταν έτοιμος να πέσει μια γιαγιάκα, του έπιασε το χέρι και τον βοήθησε και πάλι να σταθεί στα πόδια του.

«Είσαι καλά αντράκι μου;...»

Στην λέξη αντράκι έχασα την ανάσα μου και έκλεισα τα μάτια μου για να μπορέσω να καταπνίξω τα δάκρυα μου... Τι είχε κάνει;;;... Τι θέλει να μου πει με αυτήν την ιστορία;;... αναρωτήθηκα και η φωνή της Μαρίνας μου με επανέφερε στην πραγματικότητα.

«Ε μπαμπά τι έπαθες;... γιατί σταμάτησες;» ρώτησε με αγωνία σκουντώντας με απαλά και ανοίγοντας τα μάτια μου της χαμογέλασα με ένα θλιμμένο χαμόγελο και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου.

« Τίποτα καρδιά μου» είπα με σπασμένη φωνή και ξύνοντας το κεφάλι μου νευρικά προσπάθησα και πάλι να βρω το σημείο που είχα σταματήσει και μόλις το βρήκα συνέχισα.

«Είσαι καλά αντράκι μου;» ρώτησε η γιαγιάκα με ενδιαφέρον και κρατώντας τον σφιχτά από το χέρι τον έβαλε να καθίσει και έκατσε και εκείνη δίπλα του.

«Όχι» παραδέχτηκε το πριγκιπόπουλο με βαριά φωνή και η γιαγιάκα του έτριψε το μπράτσο παρηγορητικά.

«Τι έχεις αντράκι μου,  τι σε βασανίζει;» των ρώτησε η γιαγιάκα με αγωνία και το πριγκιπόπουλο μας γύρισε και την κοίταξε μέσα στα μάτια με πόνο.

«Νομίζω ότι έχασα την πριγκίπισσα μου για πάντα» της απάντησε το πριγκιπόπουλο και αμέσως η γιαγιά έβαλε τα γέλια.

« Ανοησίες...» του είπε κάνοντας μια χειρονομία με το χέρι της στον αέρα... «Η πριγκίπισσα σου δεν πρόκειται ποτέ να χαθεί»

«Πως το λες αυτός με σιγουριά;» ρώτησε με απορία το πριγκιπόπουλο και κρεμάστηκε από τα χείλια της για να ακούσει αυτό που είχε να του πει.

«Η πριγκίπισσα σου είναι μέσα στην καρδιά σου,  αν ακολουθήσεις την καρδιά σου τότε θα την βρεις» του απάντησε με τον ίδιο τρόπο που του είχε πει και ο γεράκος και έμεινε ξέπνοος να την κοιτά.

«Το ίδιο μου είπε και ο γεράκος που συνάντησα στο αεροδρόμιο» είπε το πριγκιπόπουλο ασυναίσθητα περισσότερο στον εαυτό του χωρίς να την κοιτά και η γιαγιάκα τον γύρισε προς το μέρος της αποσπώντας του την προσοχή.

«Ακολούθα την καρδιά σου, εκεί μέσα είναι όλα όσα αναζητάς... Μόνο εκείνη μπορεί να σου δώσει τις απαντήσεις που ψάχνεις» του είπε σοβαρά και κοιτώντας το ρολόι της ξαφνικά αναφώνησε... «Άμανννν... είναι σχεδόν μεσάνυχτα δεν θα προλάβω» είπε και σηκώθηκε όρθια, πάτησε το κουδουνάκι του λεωφορείου και   περίμενε μέχρι ο οδηγός να σταματήσει.

Το λεωφορείο σταμάτησε και οι πόρτες άνοιξαν... Το πριγκιπόπουλο κοίταζε την γιαγιάκα να φεύγει αναποφάσιστος ...Μόλις σήκωσε την ματιά του ψηλά τότε είδε κάτι γνώριμο και πριν οι πόρτες κλείσουν φώναξε στον οδηγό.

«Μια στιγμή μην κλείνεις της πόρτες,  είναι σχεδόν μεσάνυχτα,  δεν θα προλάβω» και φτάνοντας στα σκαλιά άρχισε να τα κατεβαίνει... Χοπ....... χοπ...... χοπ, χοπ... παραπατώντας από την βιασύνη του τα τελευταία σκαλοπάτια ..Μόλις τα πόδια του βρέθηκαν στην άσφαλτο, προσπάθησε να βρει την ισορροπία του.

Κοίταξε δεξιά, κοίταξε αριστερά .. Η γιαγιάκα όμως είχε εξαφανιστεί και έμεινε ξέπνοος με αγωνία ψάχνοντας να βρει κάτι που να του θυμίζει τον δρόμο για το κάστρο αλλά τίποτα από όσα έβλεπε δεν του ήταν γνώριμα.

«Και τώρα μπαίνω εγώ» αναφώνησε η Μαρίνα σταματώντας με και κατεβαίνοντας από το κρεβάτι έστρωσε τα ρούχα της και το καπέλο της ... Καθάρισε την φωνή της και σοβαρή, σοβαρή πήρε τον ρόλο της και άρχιζε να παίζει.

Ήρθε με σταθερά βήματα κοντά μου και με το ραβδάκι της χτύπησε τον ώμο μου και με την ματιά της μου υπέδειξε να συνεχίσω το διάβασμα.

Το πριγκιπόπουλο ξαφνιασμένο γύρισε από την άλλη μεριά με περιέργεια και μόλις είδε ένα μικρό κοριτσάκι με ένα ραβδάκι και ένα μυτερό καπέλο στο κεφάλι της, της χαμογέλασε ζεστά.

«Ποιας είσαι εσύ;» την ρώτησε.

«Μα η καλή σου νεράιδα φυσικά» μου απάντησε η Μαρίνα και χαμογέλασα και εκείνη για να με συνετίσει,  χτύπησε το ραβδάκι της πάνω στο πόδι μου... «Μπαμπαααα... είσαι το πριγκιπόπουλο πρέπει να είσαι σοβαρός» είπε με απελπισμένη φωνή χτυπώντας το ποδαράκι της με πείσμα στο πάτωμα και αφήνοντας το παραμύθι πάνω στο κρεβάτι, ίσιωσα το κορμί μου, έστρωσα τα ρούχα μου και πήρα το σοβαρό μου ύφος κοιτώντας την στα μάτια.

«Καλύτερα;» ρώτησα και εκείνη έκανε μια γκριμάτσα και κουνόντας την παλάμη της πάνω κάτω είπε:

«Έτσι κι έτσι αλλά σε συγχωρώ γιατί είναι η πρώτη σου φορά,  σιγά, σιγά θα μάθεις» είπε και δεν άντεξα με αυτό της το σχόλιο και άρχισα να γελάω δυνατά... «Μπαμπαα» μούγκρισε μέσα από τα δόντια της και παίρνοντας βαθιές ανάσες κάλμαρα το γέλιο μου και δαγκώνοντας τα χείλια μου σοβάρεψα ...Αφού καθάρισα την φωνή μου,  την άφησα να με καθοδηγήσει... Εκείνη καταλαβαίνοντας ότι ήμουν έτοιμος να συνεχίσω , χτύπησε με το ραβδάκι της την σελίδα και περίμενε να πω την επόμενη μου ατάκα.

«Καλή μου νεράιδα,  σε παρακαλώ μπορείς να με βοηθήσεις;...» ρώτησε το πριγκιπόπουλο μας απελπισμένα... «Ψάχνω να βρω το κάστρο αλλά δεν το βλέπω πουθενά»

«Είσαι πολύ κοντά έλα θα σε πάω εγώ» είπε η Μαρίνα και μου έδωσε το χέρι της... Της έδωσα το δικό μου και παίρνοντας και το βιβλίο μαζί μου , την άφησα να με καθοδηγήσει... Φτάνοντας στην μέση του δωματίου της σταμάτησε και γύρισε προς την μεριά μου... «Πως θα μπεις μέσα;» ρώτησε και κοιτάζοντας το βιβλίο διάβασα.

«Τι εννοείς;» ρώτησε το πριγκιπόπουλο με απορία και η καλή νεράιδα στριφογύρισε τα μάτια της απηυδισμένα  και η Μαρίνα μου μιμήθηκε την κίνηση που μόλις είχα διαβάσει δυνατά και πήρε πάλι τον λόγο.

«Όλοι ξέρουν ότι δεν μπορείς να μπεις στο κάστρο χωρίς το μαγικό κλειδί» είπε και κοιτάζοντας το βιβλίο συνέχισα.

«Το μαγικό κλειδί;» ρώτησε το πριγκιπόπουλο χωρίς να καταλαβαίνει και η καλή νεράιδα έτεινε ένα χρυσό κουτί προς το μέρος του.

«Είναι μοναδικό, πρόσεξε μην το χάσεις,  γιατί σαν αυτό το κλειδί δεν υπάρχει άλλο... Έχει φτιαχτεί από ένα ξεχωριστό ξωτικό που δεν βρίσκετε πια κοντά μας και δεν μπορεί κανείς να το αντικαταστήσει... Θα σου το δώσω μόνο αν μου υποσχεθείς ότι δεν θα το δώσεις σε κανέναν άλλον παραμόνο στην πριγκίπισσα της καρδιά σου» είπε η Μαρίνα και κοίταξα ξανά το βιβλίο.

«Σου το υπόσχομαι καλή μου νεράιδα» είπε το πριγκιπόπουλο και μόλις η καλή νεράιδα έβαλε το χρυσό κουτάκι πάνω στο χέρι του,  εκείνος το άνοιξε και το κοίταξε έκπληκτος.

Άφησα το βιβλίο ανοιχτό πάνω στο έπιπλο του καθρέφτη της που ήταν δίπλα μου και έκανα ότι περιέγραφε το βιβλίο... Η Μαρίνα άφησε μέσα στην χούφτα μου το χρυσό κουτάκι και μόλις το άνοιξα το κοίταξα με ανοιχτό το στόμα , με πραγματική έκπληξη.

«Μαρίνα που το βρήκες αυτό το δαχτυλίδι;» αναφώνησα χωρίς να μπορώ να συγκρατήσω το σοκ που είχα πάθει και την κοίταξα στα μάτια και εκείνη αναστέναξε.

«Μπαμπά συγκεντρώσου...Είμαι η καλή νεράιδα,  όχι η Μαρίνα» είπε και αναστέναξε δείχνοντας πάλι το βιβλίο και περίεργος γύρισα και κοίταξα τι έγραφε.

«Καλή μου νεράιδα που βρήκες ένα τόσο σπάνιο δαχτυλίδι;» ρώτησε το πριγκιπόπουλο και η καλή νεράιδα του χαμογέλασε παιχνιδιάρικα.

«Μου το έδωσε το ξωτικό για να με φιλάει... Με αυτό το δαχτυλίδι μπορείς να ανακαλύψεις όλα τα μυστικά του κόσμου... Αν έχεις αγνή καρδιά και δεν θες να το χρησιμοποιήσεις για να κερδίσεις χρήματα τότε όλες οι πύλες που αναζητάς θα ανοίξουν μπροστά σου... Αν όμως θες να το χρησιμοποιήσεις προς όφελος σου τότε να ξέρεις ότι έχεις μόνο 5 λεπτά μέχρι να πάρεις την σωστή απόφαση και να φύγει μακριά πριν το δαχτυλίδι σε εξαφανίσει» είπε η Μαρίνα σοβαρά και κοίταξα για άλλη μια φορά προς το βιβλίο.

«Δεν θα σε απογοητεύσω καλή μου νεράιδα... Εγώ το μόνο που αναζητώ είναι να βρω την πριγκίπισσα μου, σου το ορκίζομαι» είπε το πριγκιπόπουλο σοβαρό εννοώντας κάθε του λέξη και η καλή νεράιδα του χαμογέλασε.

«Ήξερα ότι δεν θα με απογοητεύσεις... Τώρα που ξέρεις που είναι το κάστρο μπορείς να πας να την βρεις»

«Μα δεν το βλέπω πουθενά καλή μου νεράιδα είσαι σίγουρη ότι είναι εδώ;» ρώτησε το πριγκιπόπουλο κοιτώντας γύρω του με αγωνία και η καλή νεράιδα σηκώνοντας το χέρι της,  του έδειξε τον δρόμο.

«Από εκεί...» είπε η Μαρίνα δείχνοντας προς τα δεξιά μου και γύρισα με απορία προς την μεριά που έδειχνε... «Αλλά για να πας στο κάστρο σου λείπει κάτι ακόμα» συνέχισε και την κοίταξα σοβαρός, αλλά εκείνη δεν είπε τίποτα και κατάλαβα ότι έπρεπε να διαβάσω την επόμενη μου ατάκα.

«Τι μου λείπει καλή μου νεράιδα;» ρώτησε το πριγκιπόπουλο και κουνώντας το ραβδάκι της η καλή μας νεράιδα,  μεταμόρφωσε το πριγκιπόπουλο σε ζητιάνο και του είπε.

«Για να βρεις την πριγκίπισσα της καρδιά σου δεν πρέπει να σε δει ντυμένο με τα καλά σου ρούχα, γιατί αλλιώς δεν θα σε αναγνωρίσει... Το μόνο που χρειάζεσαι για να την βρεις είναι αυτό το δαχτυλίδι...» είπε και βγάζοντας το από το κουτάκι του,  μου το πέρασε στο μικρό μου δάχτυλο μιας και που μόνο εκεί χώραγε... «Και να ξέρεις να χορεύεις τον πριγκιπικό χορό» συνέχισε και κοίταξα πάλι προς το βιβλίο.

«Το πριγκιπικό χορό;» επανέλαβε το πριγκιπόπουλο με απορία και η καλή νεράιδα κατένευσε.

«Ναι,  τον πριγκιπικό χορό... Δεν είναι δύσκολος έλα θα σου τον δείξω εγώ» είπε η Μαρίνα και μπαίνοντας μπροστά μου,  έβαλε τα χεράκια της στην μέση και γυρίζοντας το κεφαλάκι της προς το μέρος μου με κοίταξε... «Πρέπει να κάνεις ότι κάνω» είπε και κατένευσα βάζοντας τα χέρια μου στην μέση και άρχισα να την κοιτώ με μεγάλη προσοχή.

«Ένα βήμα δεξιά... και ένααα... δύοοοο... τρίααα... βήματα στην ευθεία... Ένα βήμα δεξιά... και ένααα... δύοοοο... τρίααα... βήματα στην ευθεία... Ένα βήμα αριστερά... και ένααα... δύοοο... βήματα στην ευθεία... Ένα βήμα αριστερά.. ένααα βήμα στην ευθεία και χόπ γυρίζουμε πίσω μας» είπε ενώ ταυτόχρονα έκανε τα βήματα και εγώ προσπάθησα να την μιμηθώ.

«Θες να το ξανακάνω;» ρώτησε σοβαρή και κατένευσα... Σίγουρα θα τα χρειαστώ αυτά τα βήματα κάπου... Σίγουρα θα χρειαστώ όλο το παραμύθι κάπου αλλά που;... Πρέπει να το ξαναδιαβάσω οπωσδήποτε.

Αφού το επαναλάβαμε άλλες δύο φορές εκείνη συνέχισε σοβαρή...

«Και τώρα πάμε στα τα επόμενα... Χοπ, χοπ, χοπ, χοπ, χοπ, χοροπηδώ και πάω προς το κενό....» είπε σέρνοντας τα βήματα της προς το πλάι... «Χοπ, χοπ, χοπ... χοροπηδώ και πηδώ όσο πιο ψιλά μπορώ... Βλέπω τα τριαντάφυλα αλλά δεν τα φοβάμαι , γιατί τα αγκάθια του με αγαπάνε...» συνέχισε και ενώνοντας τα χεράκια της έκανε την κίνηση και άνοιξε νοητά τα τριαντάφυλλα μπροστά της... «Και μόλις βρω αυτό που λαχταρώ ένα πράγμα μόνο πρέπει να θυμηθώ,  ότι το όνομα μου είναι Μπέλα και όχι Ιζαμπέλα... Μπέλα Σουάν» είπε και έμεινα ξέπνοος να την κοιτώ... Τι είπε μόλις τώρα; Δεν υπάρχει περίπτωση πρέπει να συγκεντρωθώ... Τι έκανε πάλι αυτή η γυναίκα, σίγουρα προσπαθεί να με οδηγήσει κάπου...Και το δαχτυλίδι; Το δαχτυλίδι της γιαγιάς της που κολλάει, δεν καταλαβαίνω.

«Το κατάλαβες ή θες να το ξανακάνουμε;» ρώτησε η Μαρίνα με απορία και κουνώντας το κεφάλι μου την άφησα  και πάλι να με καθοδηγήσει στον χορό που της είχε μάθει η Μπέλα απομνημονεύοντας κάθε της κίνηση ώστε αργότερα όπου θα έμενα μόνος μου να ξαναπάρω όλα τα στοιχεία από την αρχή. Μόλις έμαθα τα βήματα η Μαρίνα άρχισε να χτυπάει παλαμάκια ενθουσιασμένη.

«Μπράβοοοο μπαμπά...» το έμαθες μου είπε και έπεσε στην αγκαλιά μου και την σήκωσα ψιλά... «Είσαι έτοιμος να συνεχίσουμε;» ρώτησε και της χαμογέλασα ενώ της έδωσα ένα απαλό φιλί στο μάγουλο της.

«Φυσικά καλή μου νεράιδα» της ανταποκρίθηκα και εκείνη αμέσως με διόρθωσε.

«Τώρα είμαι η Σταχτοπούτα σου μπαμπά» είπε και κοίταξα προς το βιβλίο.

«Συγνώμη Σταχτοπούτα μου δεν πρόλαβα να διαβάσω το παρακάτω» της είπα απολογητικά ...Αφού μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο μου, μου ζήτησε να την αφήσω κάτω για να πάει να αλλάξει ενώ με παρότρυνε να διαβάσω το παρακάτω.

«Μόλις το πριγκιπόπουλο μας με την βοήθεια της καλής μας νεράιδας βρήκε την είσοδο του παλατιού πήρε μια βαθιά ανακουφιστική ανάσα και άνοιξε την πόρτα... Όλη η αίθουσα ήταν γεμάτη κόσμο και όποιος τον έβλεπε ξίνιζε τα μούτρα του γιατί τον θεωρούσαν παράταιρο,  αλλά εκείνος δεν το έβαζε κάτω... Με αποφασιστικά βήματα πήγε στο κέντρο της αίθουσας και μόλις γύρισε προς την άλλη μεριά είδε το δαχτυλίδι που φόραγε η Σταχτοπούτα μας και τότε χαμογέλασε...» Γύρισα προς την μεριά της Μαρίνας και κοίταξα κατευθείαν τα δάχτυλα της και τότε έμεινα έκπληκτος... Το δαχτυλίδι που φόραγε η Μπέλα στο φιλανθρωπικό χορό στο Λας Βέγκας το φόραγε τώρα η Μαρίνα και ένα ίδιο φόραγα και εγώ στο δικό μου δάχτυλο... Δεν ήξερα τι να πω.

«Διάβασε παρακάτω Μπαμπά» με παρότρυνε η Μαρίνα και γυρίζοντας την ματιά μου απρόθυμα προς το βιβλίο συνέχισα να διαβάζω.

«Το πριγκιπόπουλο ήξερε ότι ήταν εκείνη... Ήξερε ότι επιτέλους την είχε βρει και χωρίς να το σκεφτεί σήκωσε το χέρι του και την προσκάλεσε κοντά του... Οι μουσικοί πήραν τα όργανα στα χέρια τους και αμέσως άρχισαν να παίζουν ένα τραγούδι προς τιμήν τους και η Σταχτοπούτα μας αμέσως πλησίασε τον πριγκιπόπουλο και τραγουδώντας χόρεψε μαζί μαζί το πριγκιπικό χορό»


Πατώντας το κουμπί από το στερεοφωνικό της έκανε μια υπόκλιση, ήρθε κοντά μου και ακολουθώντας τα βήματα που μου είχε δείξει πριν,  ξεκίνησε να χορεύει και να τραγούδα και την ακολούθησα και εγώ. Οι φωνές της Μπέλας και της Μαρίνας πλημμύρισαν το δωμάτιο με τις γλυκές τους φωνές.

Μοιάζει βουνό η ζωή
όμως θα τα καταφέρεις
Τ' άστρο που λάμπει σε καθοδηγεί
στο κόσμο το φως του να φέρει
όλα μπορείς να τα δεις
όσο κι αν είναι κρυμμένα
έχεις φτερά και ψηλά θα ανεβείς
τ' όνειρα σου να βρεις στα χαμένα

Κάθε πρωί τον ήλιο να τον χαιρετάς (να χαιρετάς)
μες στη καρδιά σου η ελπίδα θα ξυπνά (θα τραγουδώ)
συνεχώς θα τραγουδάς και τον κόσμο να κοιτάς
τα όνειρα σου ζωντανεύουνε ξανά (ζωντανεύουνε ξανά)

Κάθε πρωί τον ήλιο να τον χαιρετάς (να χαιρετάς)
να πλημμυρίζει με αγάπη η καρδιά (σε αναζητώ)
να μην πάψεις να ζητάς, όλα αυτά που αναζητάς
τα όνειρα σου θα 'ναι πια αληθινά

Πιαστείτε απ' το χέρι και φτάστε τ' αστέρι
Η ελπίδα θα ζει μες στη καρδιά

Δεν ήξερα τι να πω... Την κράταγα στην αγκαλιά μου και δεν είχα λόγια... Τα δάκρυα μου είχαν μουσκέψει τα μάγουλα μου και δεν είχα κανέναν τρόπο πια να τα σταματήσω... Ήξερε ότι θα συνέβαινε αυτό;... Μας προετοίμαζε για μια τέτοια μέρα;;... Πως μπορούσε να το ξέρει;,  αναλογιζόμουν και η Μαρίνα μου για άλλη μια φορά με έβγαλε από τις σκέψεις μου.

«Μπαμπάκα μην κλαις,  θα δεις,  η μαμά θα γυρίσει πολύ γρήγορα κοντά μας γιατί μας αγαπά» είπε το μικρό μου φασολάκι και χωρίς να έχω φωνή για να της απαντήσω την έσφιξα στην αγκαλιά μου και κατένευσα.

«Θα κινήσω γη και ουρανό, αλλά δεν θα σταματήσω ποτέ να την ψάχνω» είπα μέσα από τον αναστεναγμό μου και η απάντηση της Μαρίνας ήρθε και με αποστόμωσε.

«Ακολούθα την καρδιά σου μπαμπάκα και είμαι σίγουρη ότι θα την βρεις»

5 σχόλια:

€l!n@ είπε...

Έλα Χριστέ και Παναγιά και όλοι οι άγιοι!!Όπως το λέμε και στην Θεσσαλία Μαρ' τη φτιάν' τσ???
Υ.Γ:Πατη??μπλιάχ...

unnamed είπε...

Καταπληκτικό κεφάλαιο χρυσανθη μου ... Δεν εχω λογια , και αυτο το τραγουδι μπορει να ειναι παδικο , αλλα σου δινει νοημα και ειμαι σιγουρη οτι θα το κατλαβουμε πολυ συντομα !!!!!

elinaki είπε...

Χρυσανθη μου τελειο το κεφαλαιο , ποσοσ ομορφη ειναι η σχεση μεταξυ πατερα και κορης και το τραγουρδι εχει το νοημα του , ειμαι απολυτα σιγουρη

natalie είπε...

Aι στο καλο βρε χρυσανθη, μα ειναι δυνατον Αι στο καλο !!!Μα να διαβαζω και να ειμαι με τα χαρτμαντιλα στο χερι ...Ελεος...Δεν μπορω , δεν μπορω...!!!! Ποποποπο τι σιγκινηση! Και ο ΕΝΤ , υπεροχος πατερας !Αααααχχχ!!!
Kαλα την Πατυ δεν την σχολιαζω καν χαχαχα...!!

Χρυσάνθη Καλαφάτη είπε...

Η Πάτυ μένει ασχολίαστη... μπορεί να μην σας αρέσει σαν τραγούδι αλλά οι στοίχοι του αφήνουν εποχή... θα καταλάβεις παρακάτω το γιατί ;)

ESCAPE POLH FANTASMA