Πήρα μια βαθιά ανάσα και σηκώθηκα όρθιος στο μικρό πεζούλι που μπορούσα να περπατήσω μόνο με πλάγια βήματα... Πριν ξεκινήσω κοίταξα για λίγο αριστερά και δεξιά μου τους ξεραμένους κορμούς των αναρριχόμενων τριανταφυλλιών πιο εξεταστικά... Οι κορμοί ήταν τόσο πυκνοί και απάνω υπήρχαν τόσα αγκάθια που ακόμα και ξερά κάνανε πολύ καλά την δουλειά τους... Δεν υπήρχε περίπτωση να καταφέρω να τους ανοίξω χωρίς να τραυματιστώ.
“Βλέπω τα τριαντάφυλλα αλλά δεν τα φοβάμαι γιατί τα αγκάθια του με αγαπάνε”
Σκέφτηκα τα λόγια της Μαρίνας μου και αυτόματα έκανα την σύνδεση, οπότε έπρεπε να βρω το σημείο που τα αγκάθια είναι πιο αραιά ώστε να με οδηγήσουν στην είσοδο.
Άρχισα να προχωρώ ενστικτωδώς προς την αριστερή πλευρά, κοιτώντας εξεταστικά τους κορμούς χωρίς να τους αγγίζω αλλά φτάνοντας στο τέρμα του τοίχου όλοι οι κορμοί φαινόντουσαν ίδιοι.
Τέρμα η καλή τύχη, σκέφτηκα και αναστέναξα με απογοήτευση ξαναγυρίζοντας και πάλι προς το σημείο από όπου είχα έρθει …Μόλις το προσπέρασα άρχισα πάλι να κάνω την ίδια διαδικασία αλλά και εδώ συνέβη ακριβώς το ίδιο... Κανένα σημείο του τεχνητού φράχτη δεν έδειχνε διαφορετικό, κανένα σημείο δεν ήταν έστω και στο ελάχιστο λίγο πιο αραιό.
Τώρα τι κάνουμε;, σκέφτηκα και κοίταξα προς τα πάνω ασυναίσθητα...Ο ουρανός δεν φαινόταν, ήταν τόσο περίτεχνα σχεδιασμένα τα κλαδιά ώστε να τον κρύβουν.
Σε πολλά σημεία τόνιζε το αστέρι... Μπορεί να βοηθήσει κάπου εδώ;… σκέφτηκα και έκανα την ίδια διαδρομή ξανακοιτώντας προς τα πάνω και στα τρία τέταρτα της διαδρομής... Εκεί που είχα απελπιστεί τελείως, είδα να υπάρχει ένα μικρό άνοιγμα.
Με μια απλή ματιά δεν θα το παρατηρούσες, αλλά ήμουν τόσο συγκεντρωμένος στο να κοιτώ κάθε ένωση των κλαδιών που αυτή η ανεπαίσθητη διαφορά μου έδωσε μια ανάσα... Πήγα μισό βήμα προς τα πίσω και αυτό το αμυδρό άνοιγμα χάθηκε... Πήγα μισό βήμα μπροστά και εμφανίστηκε και πάλι... Έκανα άλλο ένα μισό βήμα και τότε είδα το αστέρι του βορρά να αχνοφέγγει ακριβώς εκεί... Απίστευτο!
Με την ματιά μου ακολουθώντας τους δύο κορμούς των τριανταφυλλιών έφερα το πρόσωπο μου στην ευθεία και προσεκτικά έβαλα τα δάχτυλα μου πάνω τους... Τα αγκάθια ήταν τόσο πυκνά που ήμουν σίγουρος ότι αν βάλω όλα μου τα δάχτυλα πάνω τους τότε θα γέμιζα με πληγές... Δοκίμασα να τα ανοίξω αλλά δεν υποχωρούσαν και αναστέναξα.
«Καμία βοήθεια;» είπα δυνατά κοιτώντας προς τα πάνω , έτριψα τον σβέρκο μου απελπισμένα.
Θυμήθηκα τα λόγια της Μαρίνας που κάνανε αντιστοιχία με τα βήματα και προσπάθησα να φέρω στην μνήμη μου τα λόγια που το ακολουθούσαν...
“Κάθε πρωί τον ήλιο να τον χαιρετάς (να χαιρετάς)
μες στη καρδιά σου η ελπίδα θα ξυπνά (θα τραγουδώ)
συνεχώς θα τραγουδάς και τον κόσμο να κοιτάς
τα όνειρα σου ζωντανεύουνε ξανά (ζωντανεύουνε ξανά)”
Οι λέξεις που ξεχώριζε ήταν... να χαιρετάς, θα τραγουδώ, ζωντανεύουνε ξανά... Εντάξει να χαιρετάς... το καταλαβαίνω εννοεί να κοιτάξω ψηλά... αλλά να τραγουδώ;;... Πλάκα μας κάνει;;.. τι να τραγουδήσω τα κάλαντα;... Έντουαρντ συγκεντρώσου δεν είναι ώρα να απελπίζεσαι... Τι πρέπει να κάνω δεν καταλαβαίνω....
“Να χαιρετάς”
Έλεγε το πρώτο κομμάτι που ξεχώριζε... Πήρα μια ανάσα και προσπάθησα ξανά... Σήκωσα την ματιά μου προς τα πάνω, αλλά λέει να χαιρετάς, οπότε ασυναίσθητα σήκωσα το χέρι μου, αλλά η Μπέλα είναι πιο κοντή από μένα και ο Άντονι δεν έχω ιδέα τι ύψος είχε οπότε ποιο θα ήταν το πιο σωστό σημείο;
Έβαλα νοητά τα χέρια μου πάνω στους κορμούς των δύο τριανταφυλλιών που έκαναν την ανεπαίσθητη διαφορά από τους υπόλοιπους κορμούς που υπήρχαν εδώ και άρχισα να τα κατεβάζω προς το σώμα μου, προσπαθώντας να αποφεύγω να τους ακουμπήσω... Καμία όμως διαφορά.
Γαμώτο... τι κάνω τώρα;... σκέφτηκα απελπισμένος και χωρίς να έχω άλλη επιλογή έκανα την ίδια κίνηση άλλη μια φορά ακουμπώντας τα αυτήν την φορά ίσα ίσα, προσέχοντας να μην γδάρω τα ακροδάχτυλα μου.
Καθώς το ένα μου δάχτυλο πέρασε από ένα αγκάθι , εκείνο υποχώρησε για λίγο τραυματίζοντας με...
«Αουτς» είπα αυτόματα και κοίταξα το δάχτυλο μου που έσταξε μια σταγόνα αίμα και αυτόματα ήρθε το δεύτερο κομμάτι στο μυαλό μου...
“Θα τραγουδώ”
Και γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου ενώ έβαλα το δάχτυλο μου στο στόμα και ρούφηξα το αίμα για να το σταματήσω… Καθώς σήκωνα την ματιά μου για να δω σε ποιο σημείο ακριβώς είχα τρυπηθεί , μόλις το βρήκα σκέφτηκα το τρίτο κομμάτι που ξεχώριζε το οποίο ήταν...
“Ζωντανεύουνε ξανά”
Έβαλα προσεκτικά ξανά το δάχτυλο μου πάνω στο αγκάθι που είχε υποχωρήσει και πιάνοντας το με τα τρία μου πρώτα δάχτυλα το κούνησα προς τα δεξιά... Δεν έκανε τίποτα, το κούνησα προς τα αριστερά και πάλι τζίφος... Το έφερα στην ευθεία και εκεί που ήμουν έτοιμος να τα παρατήσω ένα κλικ ακούστηκε και οι τριανταφυλλιές άρχισαν να κουνιούνται.
Δεν το πιστεύω!... τι έχει κάνει ο άνθρωπος;;; αναρωτήθηκα και περίμενα υπομονετικά μέχρι να ανοίξουν ώστε να προχωρήσω... Πήρα μια ανάσα ελπίδας και ισιώνοντας το κορμί μου έβαλα όλο μου το πείσμα και είπα από μέσα μου.
“Θα τα καταφέρω, το ξέρω ότι μπορώ... Κανείς και τίποτα δεν θα με εμποδίσει ώστε να την ξανακρατήσω στην αγκαλιά μου... Θα κάνω τα πάντα για εκείνην... ΤΑ ΠΑΝΤΑ... και ας καώ”
Ένα κομμάτι από κορμούς τριανταφυλλιών υποχώρησε προς τα πίσω και πηγαίνοντας στο πλάι άφησε ένα άνοιγμα που με τα βίας χώραγα και μπροστά μου φάνηκε ένα μονοπάτι με τρεις διακλαδώσεις.
Η μία σταμάταγε στον τοίχο απέναντι μου... Η δεύτερη χανόταν με στην μαυρίλα του σκοταδιού δεξιά μου και η τρίτη σε οδηγούσε προς τα αριστερά κάνοντας νοητά τον κύκλο του κτιρίου ακολουθώντας τον τοίχο, αφήνοντας ένα κενό από τον τοίχο τουλάχιστον μισό μέτρο.
Σκέφτηκα να πάω στην ευθεία δεν είχα τίποτα να χάσω ήταν ο ποιο σύντομος δρόμος...
Με ένα μικρό πηδηματάκι κάλυψα το κενό που υπήρχε από το τοίχο που στεκόμουν μέχρι τον διάδρομο και μόλις τα πόδια μου ακούμπησαν απάνω του, εκείνος τρέκλισε και προσπάθησα να βρω την ισορροπία μου για να μην πέσω στο κενό.
Μέσα στην μαυρίλα της νύχτας δεν μπορούσα να ξέρω πόσο απόσταση είχε το κενό από κάτω μου... Ωστόσο γνωρίζοντας ήδη το παρανοϊκό μυαλό του Άντονι, είμαι σίγουρος ότι το είχε ήδη καλύψει και αυτό για τους περίεργους που θα ήθελαν να δοκιμάσουν την τύχη τους... Ίσως με καρφιά ή ακόμα θα μπορούσε αυτό το κενό να είναι μεγαλύτερο των δύο ορόφων του άλλου κτιρίου... Για να πω την αλήθεια μου, δεν θα μου έκανε καθόλου εντύπωση αν μέσα σε αυτό το κενό είχε φτιάξει και καμία τεχνητή λίμνη που μέσα να έχει κροκόδειλους... Μετά από 6 χρόνια όμως αν όντως υπήρχαν δεν θα είχαν επιβιώσει;... Δεν ήθελα να ξέρω... Ο σκοπός μου είναι να βρω γρήγορα τα αρχεία πριν τα πέντε λεπτά τα οποία δεν είχα καμία ιδέα πότε ξεκινάγανε γι αυτό και θα έπρεπε να βάλω στα πόδια μου φτερά και να πετάξω.
Εξέτασα άλλη μια φορά τις επιλογές μου και τελικά ακολούθησα την πρώτη μου επιλογή... Σε όλη αυτήν την περίτεχνη και παρανοϊκή κατασκευή κάτι μου έλεγε ότι εδώ ο εύκολος δρόμος είναι και ο μόνος που είναι λογικός και ας καταλήγει στο τοίχο που βρίσκετε ακριβώς μπροστά μου.
Πριν κάνω άλλο ένα βήμα, κατέβασα το φερμουάρ της τσέπης της μπλούζας μου και πιάνοντας το δαχτυλίδι της στο χέρι μου το φόρεσα για να το έχω πρόχειρο... Σίγουρα πολύ σύντομα θα το χρειαστώ, σκέφτηκα και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα εξοπλίστηκα με όσο κουράγιο είχα και με πείσμα προχώρησα.
Ο διάδρομος έτρεμε και τα βήματα μου πλάγιαζαν και όσο προχώραγα τόσο εκείνος έκανε δεξιά και αριστερά με περισσότερο παλμό, σε σημείο να με κάνει να νιώθω ότι δεν θα προλάβω να φτάσω στην απέναντι πλευρά... Η πρώτη διακλάδωση ήταν προς τα δεξιά μου... Σκέφτηκα να πατήσω πάνω της μήπως μπορέσω με αυτόν τον τρόπο να καταφέρω να σταματήσω το παλαντζάρισμα του διαδρόμου αλλά τελικά το απέρριψα... Δεν ξέρω γιατί αλλά κάτι μου έλεγε ότι η είσοδος ήταν στην ευθεία.
Δεν έκατσα να το σκεφτώ περισσότερο...Κράτησα την ανάσα μου ,έτρεξα και ισορροπώντας όσο μπορούσα καλύτερα, κάλυψα και την υπόλοιπη απόσταση και μόλις έφτασα στον τοίχο και τον ακούμπησα τα πράγματα γίνανε πιο σκούρα... Η τεχνητή πόρτα από τους κορμούς των τριανταφυλλιών άρχισε να κλείνει, ο διάδρομος που μόλις είχα περάσει, σταμάτησε σταματώντας να ταλαντεύεται, άρχισε να μπαίνει μέσα στον τοίχο που ακουμπούσα και μέχρι να το σκεφτώ καλύτερα είχε ξεπεράσει το κομμάτι που υπήρχε η πρώτη διακλάδωση και τώρα ήταν έτοιμος να περάσει και το δεύτερο.
Και αν έχω κάνει λάθος;... Η απόσταση είναι μεγάλη για να περάσω ξανά απέναντι στις τριανταφυλλιές και όσο δύναμη και να έβαζα δεν θα κατάφερνα ποτέ να φτάσω ούτε στην διακλάδωση που ήταν πιο κοντά μου... Δεν το διακινδύνευσα, παρέμεινα εκεί που ήμουν ελπίζοντας πως είχα κάνει το σωστό, γιατί κάτι μου έλεγε ότι αυτό ίσως να ήταν και κάποιο τέχνασμα για όσους δεν ήξεραν …Έτσι τελευταία στιγμή να αλλάξουν γνώμη και να ακολουθήσουν το διάδρομο που ήταν πιο κοντά στον τοίχο για να την γλυτώσουν.
Περπατώντας πάνω στον διάδρομο ,περίμενα υπομονετικά να φτάσει κοντά μου, ελπίζοντας απλά να μην μπει τελείως μέσα στον τοίχο και βρεθώ στο απόλυτο κενό με την καρδιά μου να καλπάζει τρελά.
Τι σκεφτόμουν ήθελα να ήξερα;.. αναρωτήθηκα... Για να έχει φτιάξει μια τέτοια κατασκευή έξω από το κτίριο φανταστείτε τι μπορεί να συναντήσω μέσα... Χριστέ μου κάνε μόνο να προλάβω, παρακάλαγα... Αν σκοτωθώ απόψε δεν θα την αφήσουν να ζήσει ούτε λεπτό παραπάνω... Αυτό θέλουν και εκείνοι, να το καταστρέψουν... ή μήπως όχι;... σκέφτηκα για μια στιγμή και ταυτόχρονα με τον διάδρομο που σταμάτησε να κουνιέται κάτω από τα πόδια μου, πάγωσα και εγώ στην θέση μου και γύρισα πάλι την ματιά μου προς τον τοίχο.
Όχι δεν ήθελαν να το καταστρέψουν... Θέλουν να μπουν στα αρχεία, θέλουν να το ξεκλειδώσουν... Είμαι σίγουρος ότι θέλουν να τους ανοίξω τον δρόμο για να μπουν μετά από μένα... Γιατί αν δεν ήθελαν να μπω τότε ο πατέρας μου θα έβαζε παντού φύλακες, θα του έβαζε ο ίδιος εκρηκτικά και θα το κατέστρεφε... Δεν θα πότιζε τα κακόμοιρα τα παιδάκια με ναρκωτικά για να τα καλοπιάσει ώστε να τον ειδοποιήσουν την στιγμή που εγώ θα έκανα την κίνηση μου... Αυτό είναι!... Τους πότιζε για να με καρφώσουν...Άραγε εκείνοι τι κάνανε;... αναρωτήθηκα αλλά μια κίνηση δίπλα μου, μου απόσπασε την προσοχή και γύρισα προς την μεριά της.
Ένα κοντρόλ πάνελ μου δήλωνε καθαρά ότι είχα κάνει στην σωστή επιλογή... Μόλις έφτασε στο ύψος μου πληκτρολόγησα τον κωδικό που έλπιζα να ήταν ο σωστός.
“M-a-r-i-i-z-a” – “6-2-7-4-4-9-2” - “enter”
Το κοντρόλ πάνελ χωρίς να μου δηλώνει αν έχω πληκτρολογήσει τον σωστό κωδικό άρχισε να κατεβαίνει και πάλι ενώ ταυτόχρονα άρχισε να ανεβαίνει ένα δεύτερο.
Σύνθημα και παρασύνθημα; Σκέφτηκα γελώντας και μόλις είδα την εσοχή δεν το σκέφτηκα, ήξερα ακριβώς τι χρειαζόμουν... Έβγαλα το δαχτυλίδι από το δάχτυλο μου με την πέτρα προς τα κάτω , το έβαλα στην εσοχή και αφού το γύρισα προς την αριστερή κατεύθυνση ένα κλικ ακούστηκε και τότε ο τοίχος άρχισε να υποχωρεί προς τα μέσα... Απίστευτο μυαλό!... σκέφτηκα και η πόρτα σταμάτησε να κινείται... Γύρισα το κλειδί ξανά στην ευθεία και παίρνοντας το στα χέρια μου, μπήκα μέσα και η πόρτα πίσω μου άρχισε να κλείνει.
Το απόλυτο σκοτάδι με τύλιξε και έμεινα με κομμένη την ανάσα να σκέφτομαι την επόμενη μου κίνηση... Σήκωσα το χέρι μου και ρύθμισα το ρολόι μου στα 4 λεπτά και μόλις η πόρτα πίσω μου έκλεισε τελείως ξαφνικά το δωμάτιο φωτίστηκε και τυφλωμένος από την ξαφνική αυτή αλλαγή κάλυψα για λίγο τα μάτια μου με το μανίκι μου, μέχρι να συνηθίσω στο φως πεταρίζοντας τα.
Δεν είχα χρόνο για καθυστερήσεις... Αν τα πέντε λεπτά ξεκινάνε με το που ανοίγει η πόρτα δεν θα προλάβω να κάνω τίποτα.
Κοίταξα γύρω μου και σάστισα... Πέντε διαφορετικοί είσοδοι υψωνόντουσαν μπροστά μου φράζοντας μου τον δρόμο... Σε κάθε είσοδο ήταν διαμορφωμένος και ένας διαφορετικός λαβύρινθος από γυάλινους τοίχους που όσο και να προσπαθούσα να φτιάξω νοητά το διάδρομο που δημιουργούσε , μου ήταν αδύνατον να το καταφέρω και το χειρότερο από όλα ήταν ότι στους τοίχους που ήταν γύρω μου δεν φαινόταν καμία πόρτα, οπότε υποψιάζομαι ότι η δεύτερη είσοδος του είναι πάλι σε τοίχο ή μήπως όχι;... Χριστέ μου θα τρελαθώ... Αυτό και αν είναι κρύπτη... Το χειρότερο, το δυσκολότερο όλων των Adventure που έχω παίξει και πάλι δεν τον φτάνουν σε αυτό που σκέφτηκε και δημιούργησε ο ίδιος... Μόνο και μόνο από αυτό βάλτε με το νου σας τι μπορεί να κρύβει αυτός ο άνθρωπος εδώ μέσα.
Σκέφτηκα γρήγορα τα επόμενα λόγια του τραγουδιού μπας και με βοηθήσουν πριν ξεκινήσω...
“Κάθε πρωί τον ήλιο να τον χαιρετάς (να χαιρετάς)
να πλημμυρίζει με αγάπη η καρδιά (σε αναζητώ)
να μην πάψεις να ζητάς, όλα αυτά που αναζητάς
τα όνειρα σου θα 'ναι πια αληθινά”
Οι δύο λέξεις που ξεχωρίζουν εδώ είναι:
“Να χαιρετάς, Σε αναζητώ”
Χωρίς δισταγμό, σήκωσα το χέρι μου και άρχισα να το κουνώ... Τίποτα... Κοίταξα το χέρι μου και το δαχτυλίδι έλειπε... Μήπως; σκέφτηκα και κατεβάζοντας το, φόρεσα το δαχτυλίδι και προσπάθησα ξανά... Η καρδιά μου έχασε ένα χτύπο και άρχισε να χτυπά με περισσότερη ζωντάνια... Η ελπίδα είχε ξαναφωλιάσει στην καρδιά μου και με περισσότερη αυτοπεποίθηση προσπάθησα ξανά.
Το δαχτυλίδι, όπως είχε πει και η καλή μου νεράιδα, ήταν μαγικό... Στην αντανάκλαση του φωτός δημιουργούσε ακτίνες σαν αυτές που βάζουν στα μουσεία με λέιζερ και κάθε φορά που γύριζα το χέρι μου δημιουργούσε και ένα διαφορετικό μονοπάτι σε διαφορετικά γεωμετρικά σχήματα, αλλά ποιο ήταν στο σωστό;... αναρωτήθηκα και προσπάθησα ξανά.
“ Έχεις μόνο 5 λεπτά, μην το πάρεις αψήφιστα... ΑΚΟΛΟΥΘΑ την καρδιά μου”
Ήταν τα τελευταία της λόγια στο τηλέφωνο και μόλις το είδα ήμουν σίγουρος ότι ήταν αυτό... Σε μια αντανάκλαση η ακτίνα χτύπησε πάνω στο τζάμι της τρίτης εισόδου και αυτόματα σαν να υπήρχαν καθρέφτες, έφτιαξε έναν νοητό διάδρομο με την ακτίνα να σχηματίζει μια καρδιά... Τι μπορώ τώρα να πω εγώ γι αυτό;... σκέφτηκα και τρέχοντας προς τα εκεί άρχισα να ακολουθώ τον διάδρομο μέχρι το τέρμα του και μόλις έφτασα στην πρώτη διασταύρωση επανέλαβα την ίδια διαδικασία... Μόλις βρήκα την επόμενη καρδιά από ακτίνες ακολούθησα την διαδρομή και αφού το επανέλαβα άλλες τρεις φορές, βρέθηκα μπροστά από έναν τοίχο και έμεινα ακίνητος.
Τον ακούμπησα αλλά δεν υποχωρούσε... Και τώρα τι;... ρώτησα τον εαυτό μου και κοίταξα για λίγο γύρω μου... Σήκωσα ξανά το χέρι μου αλλά δεν έκανε κανέναν αντικατοπτρισμό, είχα παγιδευτεί και το ρολόι μου χτύπησε στα 4 λεπτά... Έκανα 3,5 λεπτά να φτάσω ως εδώ, σε καμία περίπτωση δεν προλάβαινα να γυρίσω πίσω και το χειρότερο;... Η είσοδος από όπου μπήκα ήταν κλειστή, δεν υπήρχε κανένα κοντρόλ πάνελ για να μπορέσω να πληκτρολογήσω τον κωδικό ξανά ώστε να βγω ούτε καμία εσοχή ώστε να βάλω το δαχτυλίδι για να μπορέσω να ανοίξω την πόρτα.
Η καρδιά μου χτύπαγε σαν τρελή... Τα γυαλιά γύρω μου τρίζανε απειλητικά και ένα τικ τακ μου δήλωνε τα τελευταία δευτερόλεπτα πριν την μοιραία έκρηξη... Μα που έκανα το λάθος;... αναρωτήθηκα και με την ψυχή στο στόμα έκλεισα τα μάτια μου σφιχτά την στιγμή που άκουσα τα δευτερόλεπτα να κυλούν με γρηγορότερη ταχύτητα και με όση ανάσα μου είχε απομείνει είπα:
«Συγνώμη Μπέλα... Τα θαλάσσωσα... Πάντα θα σ’ αγαπώ»
Η καρδιά μου συγχρονισμένη με τον χαρακτηριστικό ήχο τον δευτερολέπτων που φτάνανε στο τέλος κόντεψε να διαλύσει το στήθος μου και εκεί που σταμάτησαν να ακούγονται σταμάτησε και η ίδια να χτυπά μέχρι που άκουσα μια αντρική φωνή να λέει κοροϊδευτικά:
«Άντε σταχτοπούτα, την γλίτωσες και σήμερα... Ελπίζω να έχεις φέρει τίποτα καλό να φάμε γιατί αλλιώς θα σε γυρίσω πίσω»
Τι σόι αστείο είναι αυτό;... κόντεψα να ουρλιάξω ανοίγοντας τα μάτια μου και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα είδα το πάτωμα να ανοίγει και μια στρογγυλή σκάλα άρχισε να στριφογυρίζει ανεβαίνοντας προς το επίπεδο που βρισκόμουν εγώ... Και η κόλαση συνεχίζεται...
Τι άλλο με περιμένει;... αναλογίστηκα με ένα αναστεναγμό …Μόλις η σκάλα σταμάτησε, άρχισα να την κατεβαίνω με γρήγορα βήματα ελπίζοντας να μην είναι άλλη μια παγίδα.
Μόλις έφτασα στο τέρμα της και έκανα ένα βήμα μπροστά , εκείνη άρχισε και πάλι να κατεβαίνει ενώ το πορτάκι έκλεινε.
Καλά μπήκα να δω πως θα βγω;... σκέφτηκα και κοίταξα για λίγο γύρω μου αλλά το απόλυτο σκοτάδι και εδώ κάλυπτε τα πάντα... Υποψιασμένος με την επόμενη κίνηση, έβαλα το χέρι μου μπροστά στα μάτια μου και μόλις άκουσα το κλικ της σκάλας που σφράγισε, τα φώτα άνοιξαν και έμεινα για λίγο ακίνητος μέχρι να συνηθίσουν τα μάτια μου πριν αρχίσω να επεξεργάζομαι τον χώρο γύρω μου.
Ήταν άδειο... Ο Χριστός και η Παναγία... τι άλλο να περιμένω πια;... είπα ξεψυχισμένα και προχωρώντας προς το κέντρο της τεράστιας αίθουσας στάθηκα στο αστέρι που στόλιζε το πάτωμα …Μόλις έμεινα ακίνητος, εκείνο χαμήλωσε μισό πόντο από το πάτωμα και άρχισε να στροβιλίζεται σε αργό ρυθμό... Μόλις αποδεσμεύτηκε από το υπόλοιπο πάτωμα, τα ξύλα υποχώρησαν και έμεινα να κοιτώ άλλες πέντε εξόδους.
«Κάτι πιο εύκολο;» φώναξα με απελπισία κοιτώντας το ταβάνι απευθυνόμενος στον Άντονι και αναστενάζοντας κοίταξα τις πέντε σκάλες με περιέργεια... Τι πρωτότυπο, σε καμία από αυτές δεν φαινόταν το τέλος της και το επόμενο πάτωμα που ήταν κάτω από μένα ήταν σκοτεινό και επιβλητικό... Ποια να διαλέξω;... αναρωτήθηκα και κοίταξα για λίγο γύρω μου μέσα στο άδειο δωμάτιο.
“Πιαστείτε απ' το χέρι και φτάστε τ' αστέρι
Η ελπίδα θα ζει μες στη καρδιά”
Έλεγαν τα τελευταία λόγια του τραγουδιού... Μπορεί να χρησιμεύουν εδώ;... γιατί όχι... σκέφτηκα και προσπάθησα να το αποκωδικοποιήσω.
Αστέρι και Καρδιά, δύο κοινά στοιχεία που τα βρήκα μπροστά μου σε όλο αυτό το ταξίδι... αλλά πιαστείτε απ’ το χέρι και φτάστε τ' αστέρι;... γιατί πληθυντικός... αναρωτήθηκα και χαμηλώνοντας το σώμα μου ακούμπησα το αστέρι αυθόρμητα και για λίγο το πάτωμα ταλαντεύτηκε... Τι διάολο είναι όλα αυτά;... Έβαλα και το δεύτερο μου χέρι πάνω στο αστέρι και μόλις το βάρος μου μετατοπίστηκε και έκανε αυτό το κομμάτι δαπέδου να ταλαντευτεί περισσότερο , οι σκάλες άρχισαν να υποχωρούν και αυτό με έκανε πιο νευρικό αλλά φοβόμουν να σηκωθώ όρθιος , γιατί κάτι μου έλεγε μέσα μου ότι αν μετατόπιζα το βάρος μου τα πράγματα θα γινόντουσαν χειρότερα.
Κράτησα την ψυχραιμία μου και με κομμένη την ανάσα προσπάθησα να κρατηθώ όσο πιο σταθερός μπορούσα... Μόλις οι σκάλες χαθήκανε μέσα στο σκοτάδι, το αστέρι γύρισε στην θέση του και κλείδωσε ξανά με το υπόλοιπο δάπεδο και έσμιξα τα φρύδια μου με απορία... Τώρα αυτό είναι καλό;... Σκέφτηκα και ένα κλικ μου έδωσε την απάντηση που ζητούσα.
Γύρισα την ματιά μου προς την μεριά που είχε ακουστεί ο ήχος και τότε είδα τον τοίχο να υποχωρεί και να ανοίγει... Σηκώθηκα όρθιος και άρχισα να τρέχω προς το μέρος του πριν αλλάξει γνώμη και ξανακλείσει... Μόλις βρέθηκα από την άλλη μεριά, αντίκρισα μπροστά μου έναν μακρύ διάδρομο... Δεν έκατσα να το σκεφτώ άρχισα να τρέχω για να δω που θα με βγάλει.
Ήταν όλος άδειος, με ανάγλυφους τοίχους που αν έκανες το λάθος να πέσεις απάνω τους σίγουρα θα σε πληγώνανε και χώραγε τσίμα τσίμα το κορμί μου στην ευθεία.
Προσέχοντας να έχω σταθερά τα βήματα μου αποφεύγοντας να ακουμπώ τους τοίχους έφτασα στο τέλος του διαδρόμου και λυγίζοντας το κορμί μου μπροστά άρχισα να παίρνω βαθιές και γρήγορες ανάσες για να μπορέσω ξανά να βρω τις ισορροπίες μου.
Μπροστά μου ακριβώς ήταν μια ξύλινη πόρτα... Έβαλα το χέρι μου πάνω στο στρογγυλό χερούλι και μόλις το γύρισα άνοιξα διάπλατα την πόρτα και περίμενα την επομένη παγίδα, αλλά τίποτα δεν έγινε... Το δωμάτιο ήταν σκοτεινό αλλά μόλις το πόδι μου πέρασε το κατώφλι ξαφνικά όλα τα φώτα άνοιξαν και πλημμύρισε το δωμάτιο με άπλετο φως και γούρλωσα τα μάτια μου.
Αυτό το δωμάτιο ήταν αδιανόητο... Ούτε η μεγαλύτερη βιβλιοθήκη του κόσμου δεν νομίζω να ήταν τόσο καλά οργανωμένη όσο αυτό το δωμάτιο... Όλοι οι τοίχοι ήταν ράφια ασφυκτικά πλημμυρισμένα με βιβλία που δεν χωράει ο νους σου... Δεν υπήρχε ούτε ένα παράθυρο και στο κέντρο του δωματίου ήταν ένα στρογγυλό γραφείο με 10 οθόνες υπολογιστών και 10 πύργους από κάτω αντίστοιχα... Ανάμεσα στις 5 και στις αντίστοιχες άλλες 5 οθόνες που υπήρχαν πάνω σε αυτό το τραπέζι υπήρχαν και διάφορα άλλα πολυμηχανήματα όπως εκτυπωτής, σκάνερ και οτιδήποτε άλλο περιφερειακό μηχάνημα μπορεί να βάλει ο νους σου για να κάνει την ζωή του πιο εύκολη.
Πως τα έφερε όλα αυτά εδώ μέσα;... σκέφτηκα και κοίταξα ξανά γύρω μου... Δεν μπορεί , πρέπει να υπάρχει και άλλη είσοδος εκτός από αυτήν ή τουλάχιστον κάτι πιο βατό για να καταφέρει να τα μεταφέρει... Από έπιπλά εκτός του γραφείου είχε μόνο δύο καρέκλες με ρόδες για να μπορεί να πηγαινοέρχεται, φαντάστηκα και τίποτα άλλο. Αυτό που σου έκανε όμως εντύπωση είναι ότι ναι μεν ήταν τα πάντα σκονισμένα αλλά δεν ήταν τόσο σκονισμένα όσο θα το περίμενα σκεπτόμενος ότι σε αυτό το δωμάτιο έχει να πατήσει άνθρωπος γύρω στα 7 χρόνια... Λες η Μπέλα τελικά να έχει ξανάρθει από τότε;
Από τα όσα γνώριζα για τον Άντονι εδώ μέσα πέρασε τις περισσότερες ώρες και μέρες της ζωής του, οπότε αυτό είναι το κυρίως δωμάτιο και οι υπόλοιποι χώροι που ήταν;... Σίγουρα υπάρχει και κάποιο άλλο κρυφό σημείο, αλλά για μένα τι είναι πιο σημαντικό να κάνω τώρα;... αναλογίστηκα και πλησιάζοντας το γραφείο του χωρίς να ακουμπώ τίποτα κοίταξα για άλλη μια φορά το δωμάτιο με περιέργεια.
Αν το σκεφτώ καλά το χρονικό περιθώριο των πέντε λεπτών το είχα περάσει και από όσο η λογική μου, μου λέει από εκεί που μπήκα σίγουρα δεν μπορώ να βγω ξανά... Άρα εκτός από τα αρχεία που θέλει η Μπέλα να βρω πρέπει να βρω και την έξοδο, όμως από που πρέπει να ξεκινήσω;... Κοίταξα προς τις οθόνες... Από όλα τα μηχανήματα φαινόταν μόνο ένα να δουλεύει, αλλά καμία οθόνη δεν πρόδιδε πιο ήταν αυτό και για να το ανακαλύψω θα πρέπει να κουνήσω τα ποντίκια... Είμαι σίγουρος ότι θέλω να το κάνω αυτό;... Όχι, όχι προς το παρόν καλό είναι να δω τις επιλογές μου... Ίσως την έξοδο κίνδυνου ας πούμε για αρχή; Αλλά που μπορεί να κρύβεται!.
“Μην ξεχάσεις να σβήσεις το φως”
Είπε η Μπέλα στο τέλος και άρχισα από εκεί, αλλά δεν υπήρχε κανένας ακάλυπτος τοίχος και κανένας διακόπτης δεν φαινόταν πουθενά.
“Έντουαρτ μην τα χάνεις... Μόνο 5 λεπτά, μην το ξεχάσεις”
Μην τα χάνω, μια κουβέντα είναι και γιατί τόνισε δεύτερη φορά τα 5 λεπτά;... Γιατί κάτι μου λέει ότι πάλι θα μου χρειαστούν;... Δεν είχα καμία ελπίδα, ήμουν εγκλωβισμένος και παγιδευμένος μέσα σε ένα κτίριο γεμάτο εκρηκτικά και η έξοδος δεν υπήρχε πουθενά... Ούτε κανένα άλλο στοιχείο που θα μπορούσε να με οδηγήσει κάπου και το μόνο που μου απέμενε ήταν αυτός ο αναμμένος υπολογιστής που κάτι μου έλεγε ότι δεν έπρεπε να τον ακουμπήσω όσο και να το ήθελα... Γνωρίζοντας ήδη ότι όλα τα στοιχεία που αναζητώ είναι ακριβώς εκεί... Και αν είναι παγίδα;... Σκέψου Έντουαρτ., σκέψου γρήγορα... διέταξα τον εαυτό μου και ακουμπώντας την πλάτη της μιας καρέκλας έκατσα να πάρω μια ανάσα... Όσο δεν ακουμπούσα τίποτα ήμουν ασφαλής... ή μήπως όχι;... είπα απηυδισμένος και ακουμπώντας την πλάτη μου στην πλάτη της καρέκλας , ο φάκελος που ήταν ακόμα στην πλάτη μου μετακινήθηκε και βγάζοντας τον από το παντελόνι μου τον κοίταξα για άλλη μια φορά.
Θα μπορούσε άραγε αυτός ο φάκελος να μου δώσει την λύση που ζητάω;... αναρωτήθηκα και αφού κοίταξα για άλλη μια φορά απελπισμένος γύρω μου πήρα μια βαθιά ανάσα και τον άνοιξα με βαριά καρδιά... Δεν ήθελα να ξέρω τι περιείχε... Δεν ήθελα να ξέρω τίποτα περισσότερο για το τέρας που αποκαλείτε πατέρας μου... Το μόνο που ευχόμουν πάντα ήταν να έχουν κάνει λάθος στην κλινική και να αποδεικνυόταν ότι δεν ήμουν γιος του... Να αποδεικνυόταν ότι τα δικά μου γονίδια δεν έχουν καμία σχέση με τα δικά του... Δεν τον θέλω άλλο στην ζωή μου... Δεν θέλω να ξέρω καν ποιος είναι, αλλά δυστυχώς αν θέλω να βγω από εδώ μέσα πρέπει να μάθω, γιατί ίσως αυτός ο φάκελος μου σώσει την ζωή.
Τα δάχτυλα μου τρέμανε, η καρδιά μου κόντευε να διαλύσει το στήθος μου και όσο διάβαζα τόσο ένιωθα να χάνω την γη κάτω από τα πόδια μου... Η λέξη τέρας ωχριά μπροστά σε αυτό που ο ίδιος είναι... Πως μπορεί αυτός ο άνθρωπος να κυκλοφορεί ελεύθερος;... Πως μπορεί αυτός ο άνθρωπος να κοιμάται τα βράδια χωρίς τύψεις... Πως μπορεί αυτός ο άνθρωπος να είναι πατέρας μου... Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω.
Άδικος κόπος... Τίποτα από όλα αυτά δεν μπόρεσε να με βοηθήσει να βγάλω μια άκρη με αυτό το καταραμένο κρησφύγετο... Το μόνο που μου έδωσε ήταν έναν ακόμα λόγο να θέλω να βάλω ένα τέλος σε αυτήν την άθλια ζωή, για να μην ντρέπομαι τόσο πολύ που είμαι γιος του, να μην ντρέπομαι να βλέπω τα πρόσωπα όλων εκείνων που εκείνος είχε καταχραστεί προς όφελος του, να μην βλέπω τον εαυτό μου στον καθρέφτη και να λέω ότι του μοιάζω τόσο πολύ.
“Ο καθένας κάνει τις επιλογές του και πληρώνει για τα ίδια του τα λάθη... Δεν είσαι σαν και εκείνον καρδιά μου, ποτέ δεν θα μπορούσες να γίνεις... Ποτέ”
Ήρθαν τα λόγια της στο μυαλό μου και με πείσμα έβαλα όλα τα έγγραφα μέσα στον φάκελο ξανά και με περισσότερη αυτοπεποίθηση άρχισα να πλησιάζω το αυτί μου προς τους πύργους για να δω ποιος από όλους ήταν αυτός που δούλευε …Μόλις τον βρήκα , άφησα τον φάκελο πάνω στο γραφείο και κοιτάζοντας πάνω στο τραπέζι έψαχνα να βρω για άδεια dvd αλλά δεν είχε πουθενά και έτσι άρχισα να σκαλίζω τα συρτάρια της μοναδικής συρταριέρας που είχε …Μόλις τα βρήκα , πήγα κοντά στον υπολογιστή που δούλευε και είπα βλοσυρά.
«Ήρθε η ώρα να πληρώσεις... σκατόγερε» και κουνώντας το ποντίκι η οθόνη άνοιξε και μια εικονική γκόμενα εμφανίστηκε στην οθόνη και καθώς κωλοτριβόταν μίλησε με ένα ναζιάρικο και χυδαίο τρόπο.
«Τι κάνει το αγόρι μου σήμερα;» άλλο πάλι και τούτο... Γκέι και να έχει εικονική γκόμενα που χαμουρεύεται πάνω στην οθόνη;... Κάποια παγίδα είναι, αλλά πως πρέπει να αντιδράσω όπως ένας γκέι ή όπως ένας άντρας ιδού η απορία.
«Αι γαμήσου... εσύ μας έλειπες τώρα» είπα νευριασμένα και εκείνη ανταποκρίθηκε.
«Μμμμ, βλέπω δεν έχουμε ορεξούλες σήμερα, τι κρίμα...» είπε με έναν ειρωνικό τρόπο και εκεί που πίστευα ότι την είχα γαμήσει εκεί μου την έφερε λέγοντας... «Για να σε τιμωρήσω θα σου κλείσω το φως, κακό αγόρι» είπε νευριασμένα και εξαφανίστηκε από την οθόνη ενώ τα φώτα έσβησαν και αντί να βρεθώ όπως περίμενα στο σκοτάδι ένα μοβ φως νέον παρέμεινε ανοιχτό κάνοντας όλα τα άσπρα αντικείμενα που υπήρχαν στον χώρο να φεγγίζουν σε σημείο να σου αποσπούν την προσοχή και να σου θολώνουν την ματιά.
Δεν τα έχασα συγκεντρώθηκα και κλείνοντας τα μάτια μου για να τα ηρεμήσω , πήρα μια βαθιά ανάσα και τα άνοιξα ξανά αργά και τότε το είδα.
Το δαχτυλίδι της Μπέλας λαμποκοπούσε περισσότερο και κάτι μου έλεγε ότι αυτό ήταν το κλειδί για την έξοδο μου... Σήκωσα το κεφάλι μου και κάνοντας ότι και πριν σήκωσα το χέρι μου ψηλά και άρχισα να ψάχνω με την ματιά μου μήπως δημιουργηθεί καμία ακτίνα αλλά τίποτα, δεν απογοητεύτηκα όμως…. Σηκώθηκα όρθιος και πλησιάζοντας τις βιβλιοθήκες συνέχισα με περισσότερο πείσμα, κάπου εδώ ήταν ήμουν σίγουρος.
Το μυαλό μου δούλευε πυρετωδώς …Όλα τα στοιχεία που είχα συλλέξει και είχα ήδη χρησιμοποιήσει ξεπηδούσαν σαν αγκάθια στην μνήμη μου και σκανάροντας τα προσπαθούσα να βρω κάτι που να μην το είχα ήδη κάνει, αλλά τίποτα... Κάθε οδηγία της είχε χρησιμοποιηθεί και δεν μου έμενε τίποτα άλλο πια... Για τελευταία φορά τα ανέσυρα στην μνήμη μου και περίμενα με κομμένη την ανάσα να βρω μια λογική.
“Βουνό, Αστέρι”
“Τ' άστρο που λάμπει σε καθοδηγεί”
“Όλα μπορείς να τα δεις
όσο κι αν είναι κρυμμένα
έχεις φτερά και ψηλά θα ανεβείς
τ' όνειρα σου να βρεις στα χαμένα”
“Βλέπω τα τριαντάφυλλα αλλά δεν τα φοβάμαι γιατί τα αγκάθια του με αγαπάνε”
“Να χαιρετάς”
“Θα τραγουδώ”
“Zωντανεύουνε ξανά”
“M-a-r-y-i-z-a” – “6-2-7-9-4-9-2” - “enter”
“Nα χαιρετάς, Σε αναζητώ”
“ Έχεις μόνο 5 λεπτά, μην το πάρεις αψήφιστα... ΑΚΟΛΟΥΘΑ την καρδιά μου”
“Πιαστείτε απ' το χέρι και φτάστε τ' αστέρι
Η ελπίδα θα ζει μες στη καρδιά”
“Μην ξεχάσεις να σβήσεις το φως”
“Έντουαρτ μην τα χάνεις... Μόνο 5 λεπτά, μην το ξεχάσεις”
Το μόνο που μου απέμεινε ήταν η τελευταία της προειδοποίηση...
“Έντουαρτ μην τα χάνεις... Μόνο 5 λεπτά, μην το ξεχάσεις”
Πήρα μια βαθιά ανάσα την κράτησα και μόλις την άφησα αργά να βγει από μέσα μου άνοιξα τα μάτια μου και κοιτώντας ψηλά τα ράφια , ήξερα ότι κάπου έπρεπε να σκαρφαλώσω... Κάτι έχουν κρύψει μέσα σε αυτές τις βιβλιοθήκες αλλά που;... Θα μπορεί να είναι παντού... Αγκάθια... τριαντάφυλλα... να χαιρετάς... θα τραγουδώ... Κάτι αιχμηρό... πρέπει να υπάρχει κάτι σαν μοχλός... Άρχισα πάλι να κοιτώ καλά καλά τις βιβλιοθήκες ελπίζοντας... Το μοβ φως με δυσκόλευε πολύ αλλά δεν τα παρατούσα, πρέπει να είναι κάπου εδώ κρυμμένο κάτι αιχμηρό αλλά πρέπει να σκαρφαλώσω.
Κοίταξα πιο εξεταστικά για τις πιο βατές βιβλιοθήκες κοιτώντας ψηλά για να βρω κάτι που να παρέπεμπε σε αστέρι... Το μυαλό μου , τα μάτια μου συνδύαζαν όλα τα βήματα μαζί και εκεί που νόμιζα ότι ήμουν τόσο κοντά , ξαφνικά βρέθηκα στην ίδια βιβλιοθήκη. Από την απελπισία μου μούγκρισα δυνατά και άρχισα από τα νεύρα να πετάω τα βιβλία στο πάτωμα με μανία για να ξεσπάσω... Ο αέρας μου τελείωνε, ένιωθα σαν λιοντάρι κλεισμένο μέσα σε κλουβί και η όραση μου από το φως όσο πέρναγε η ώρα θόλωνε όλο και πιο πολύ και δεν ήξερα τι να κάνω.
Μετά από πόση ώρα και εγώ δεν ξέρω, έκατσα ξανά άδειος στην καρέκλα του υπολογιστή και έκλεισα το κεφάλι μου μέσα στα δύο χέρια.
Εδώ θα αφήσω τα κοκαλάκια μου και όχι τίποτα άλλο δεν θα το πάρει και κανείς είδηση... σκέφτηκα και συγκεντρώνοντας την σκέψη μου ξανά προσπάθησα άλλη μια φορά, να ενώσω τα κομμάτια μου.
Τίποτα... όσο και να προσπαθούσα τίποτα δεν με παρέπεμπε πουθενά... Το μόνο που μου είχε απομείνει ήταν η τελευταία της φράση.
“Έντουαρτ μην τα χάνεις... Μόνο 5 λεπτά, μην το ξεχάσεις”
Σήκωσα το κεφάλι μου προς την οθόνη του υπολογιστή και πλησίασα την καρέκλα προς το γραφείο με αργό βήμα... Που να ψάξω και να βρω τι;... εδώ για να φτάσω σε αυτό το κωλογραφείο έφαγα την μισή μου ζωή.. Όσα ενοχοποιούν τους πάντες θα τα έχει σε τόσο εύκολη πρόσβαση;... και αν ισχύει αυτό που λέει η Μπέλα από την στιγμή που θα τον ψαχουλέψω έχω μόνο πέντε λεπτά... Είναι δυνατόν μέσα σε πέντε λεπτά να το βρω;... Όχι με τίποτα, είμαι σίγουρος ότι κάτι άλλο είναι αλλά τι;
Κοίταξα τα φολντερς που υπήρχαν πάνω στην επιφάνεια εργασίας... Το μόνο που μου κίνησε το ενδιαφέρον ήταν ένας φάκελος που φαινόταν παράταιρος.
“5 Λεπτά μόνο”
Έγραφε και έσμιξα τα φρύδια μου με απορία... Μπορεί να είναι αυτό που ζητώ;... δεν είχα τίποτα να χάσω... Ή θα με έσωζε ή θα με έστελνε μια ώρα αρχύτερα.
Πήρα το ποντίκι στα χέρια μου και αφού του έκανα διπλό κλικ η γκόμενα βγήκε και πάλι στην επιφάνεια και άρχισε να κωλοτρίβεται ενώ χασμουριόταν βαριεστημένα.
«Τι θες πάλι από την ζωή μου;» είπα αυθόρμητα και αν είναι δυνατόν ανταποκρίθηκε.
«Να σε προειδοποιήσω... Έχεις μόνο 5 λεπτά... Αν τα εκμεταλλευτείς σωστά, τότε θα σου πω τι κρύβω, αν όχι τότε θα πάρω το μυστικό μου μαζί μου» είπε και εξαφανίστηκε ενώ στην οθόνη εμφανίστηκε ένα ψηφιακό ρολόι και άρχισε να μετράει αντίστροφα.
Δεν έκατσα να το σκεφτώ... Άρχισα να σκανάρω με την ματιά μου τα αρχεία που περιείχε ο φάκελος αλλά δεν μου ήταν τίποτα γνωστό και τα παράτησα... Έβαλα το dvd στην μονάδα του δίσκου και αντέγραψα όλον τον φάκελο όπως ήταν ήθελε 4 λεπτά για να γίνει η αντιγραφή.
Τώρα με φώτισες, μονολόγησα και κοιτώντας γύρω μου απελπισμένα έψαχνα τρόπους διαφυγής... Από την ανακατωσούρα που είχα δημιουργήσει είχα την ελπίδα να βρω ένα άνοιγμα κάτι αλλά τίποτα... Ο πούστης είχε στήσει την τέλεια παγίδα... Πως θα ξεφύγω από εδώ μέσα;;; σκέφτηκα και κοίταξα με απελπισία το δαχτυλίδι της και γυρίζοντας το πάνω στο δάχτυλο μου άδειασα την σκέψη μου και το μόνο που άφησα τον εαυτό μου να δει πραγματικά μέσα από αυτό το δαχτυλίδι …Ήταν η ματιά της.
Τα καστανά ζεστά της μάτια που κάθε φορά που με κοιτάζανε ζέσταιναν την καρδιά μου και την έκαναν να ελπίζει... Να ελπίζει ότι είναι ακόμα ανέπαφη από όλο αυτό το μίσος που το μαύριζε αυτός που θέλει να αποκαλείται πατέρας μου... Ότι ήταν ακόμα ικανή να σβήσει το παρελθόν και χωρίς να αφήσει κατάλοιπα ώστε να κάνει τα ίδια λάθη... Να ελπίζει ότι με το που την δω ξανά είτε είναι σε αυτήν την ζωή είτε στην επόμενη, θα είμαστε και πάλι μαζί... Σαν ένα, σαν μια γροθιά για να νικήσουμε και να κερδίσουμε όλη την ευτυχία που μας στέρησαν.
Ξαφνικά σε ένα γύρισμα το δαχτυλίδι της έλαμψε και μια ακτίνα του με τύφλωσε και κλείνοντας για λίγο τα μάτια μου, πήρα μια βαθιά ανάσα... Λες;... σκέφτηκα και ανοίγοντας τα ξανά , το γύρισα προς την μεριά μου προσέχοντας να μην με τυφλώσει και πάλι …Τότε είδα μια καρδιά να σχηματίζεται πάνω στο πουκάμισο μου και γυρίζοντας την καρέκλα προς τα πίσω κοίταξα την απέναντι βιβλιοθήκη και άρχισα πάλι να προσπαθώ να πιάσω την ίδια ακτίνα φωτός... Μέχρι που εκείνη χτύπησε πάνω σε ένα σημείο και σαν λέιζερ άρχισε να αντικατοπτρίζεται σε όλο το δωμάτιο μέχρι που σταμάτησε σε ένα ράφι στα δεξιά μου και ένα κλικ ακούστηκε ...Οι βιβλιοθήκες άρχισαν να μετατοπίζονται... Πρώτα προς τα μέσα και μετά προς το πλάι.
«Δεν το πιστεύω!» αναφώνησα και τότε η φωνή της εικονικής γκόμενας με επανέφερε στην πραγματικότητα.
«Το δισκάκι σου είναι έτοιμο, έχεις όμως ένα πρόβλημα»
«Τι πρόβλημα;» ρώτησα αυτόματα με απορία και εκείνη μου έδειξε το ψηφιακό ρολόι που ακόμα μέτραγε αντίστροφα.
«Τικ τακ... τικ τακ» έλεγε κοροϊδευτικά και έβαλα φτερά στα πόδια μου.
Έβγαλα το dvd από τον υπολογιστή, τον έβαλα μέσα στον φάκελο μαζί με τα υπόλοιπα έγγραφα και άρχισα να τρέχω προς την έξοδο …Πριν περάσω όμως το κατώφλι κάτι μου κίνησε την περιέργεια και σταμάτησα γυρίζοντας το βλέμμα μου προς τα δεξιά.
Ένα μικροσκοπικό λαμπάκι ψειρίτσα στην βιβλιοθήκη που βρισκόταν στα δεξιά μου φέγγιζε σαν αστέρι και ενστικτωδώς έτρεξα αμέσως κοντά του... Το ράφι ήταν άδειο από πριν που είχα πετάξει όλα τα βιβλία και μέσα στο τέρμα του ,υπήρχε μια εσοχή... Έβγαλα το δαχτυλίδι από το χέρι μου και το έβαλα στην εσοχή... Μόλις το γύρισα εκείνο άνοιξε και μέσα υπήρχε ένα DVD... Το πήρα στα χέρια μου και μόλις έκλεισα ξανά το πορτάκι πήρα το δαχτυλίδι και άρχισα να τρέχω προς άγνωστη κατεύθυνση.
Και εδώ ο διάδρομος ήταν ίδιος με πριν, στενός και άγριος και με τα έγγραφα στο χέρι μου ήταν δύσκολο να ισορροπήσω ώστε να καταφέρω να μην χτυπώ στους τοίχους... Έριξα μέσα το δαχτυλίδι και το DVD που είχα βρει και μόλις τα έβαλα μέσα στο παντελόνι της φόρμας μου , έβαλα και την μπλούζα από πάνω για να σιγουρευτώ ότι δεν θα γλιστρήσουν …Έβαλα όση δύναμη είχα στα πόδια μου και έκανα τον σταυρό μου να προλάβω.
Ο διάδρομος ήταν ατελείωτος και το τικ τακ που αντηχούσε μέσα σε αυτόν γινόταν όλο και πιο γρήγορος, όσο γρήγορα πήγαινε και η καρδιά μου... Τα πόδια μου αύξησαν και άλλο την ταχύτητα τους όσο αυτό ήταν δυνατόν μέσα σε αυτό το στενό μέρος μέχρι που βρέθηκα σε έναν γυάλινο τοίχο που στην άκρη του είχε ένα κοντρόλ πάνελ.
Πληκτρολόγησα γρήγορα τον κωδικό και μόλις άρχισε να ανεβαίνει ένα δεύτερο, θυμήθηκα ότι δεν έπρεπε να βάλω το δαχτυλίδι μέσα στον φάκελο αλλά ήταν ήδη αργά... Ο εκκωφαντικός ήχος από την έκρηξη έκανε τα αυτιά μου να εκραγούν και αμέσως ένιωσα τα πάντα μέσα μου να διαλύονται και το οστικό κύμα να έρχεται καταπάνω μου με ορμή... Ήμουν τελειωμένος... Αυτό είναι το τελευταίο αντίο...
«Σ’ αγαπώ Μπέλα μου... Σ’ αγαπώ Μαρίνα μου εύχομαι κάποτε να σας ξαναδώ»
Ήταν τα τελευταία μου λόγια και μετά όλα έγιναν τόσο γρήγορα... Το οστικό κύμα με πέταξε πάνω στον γυάλινο τοίχο... Εκείνος έγινε κομμάτια και εγώ βρέθηκα για λίγο να αιωρούμαι στο κενό πριν το σώμα μου συγκρουστεί στο έδαφος και τότε όλα μαύρισαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου