Αυτό το κεφάλαιο είναι αφιέρωμα στην μικρή μας νεράιδα Μαρίνα... που ήρθε στην ζωή του ζευγαριού μας για να τους ενώσει και να τους δώσει μια ευκαιρία στην αγάπη, στον έρωτα και την ευτυχία που και οι δύο άξιζαν να ζήσουν.
Επίσης αυτό το κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στο Μαρινάκι μου ed <3... Καρδιά μου όμορφη ένα μόνο ευχαριστώ δεν φτάνει για να εκφράσω όλην μου την ευγνωμοσύνη για όσα έκανε για μένα... Αυτή η ιστορία ποτέ δεν θα γινόταν τόσο καλή χωρίς εσένα.
«Έντουαρτ, ο μικρός κοιμήθηκε... Μπορείς να τον πας στο δωμάτιο του γιατί πιάστηκα;» ρώτησα τον Έντουαρτ και εκείνος αμέσως ανταποκρίθηκε… Μόλις τον πήρε από την αγκαλιά μου με τον πιο απαλό τρόπο για να μην τον ξυπνήσει, του έδωσε ένα φιλί στο κεφαλάκι του τώρα που μπορούσε και βγήκε από το δωμάτιο.
Τον λυπόταν η καρδιά μου... Έκανε τα πάντα για να κερδίσει λίγο το ενδιαφέρον του αλλά ο μικρός ήταν τρομερά πεισματάρης και εξαρτημένος απάνω μου που τον πλήγωνε πάρα πολύ.
Ξάπλωσα πάνω στο κρεβάτι για να ισιώσω και αμέσως η Μαρίνα μου ήρθε και ξάπλωσε δίπλα μου βάζοντας απαλά το χεράκι της πάνω στην τεράστια κοιλιά μου και τυλίγοντας το χέρι μου γύρω της βάζοντας το κεφάλι της πάνω στον ώμο μου με κοίταξε μέσα στα μάτια.
«Μαμά;» ρώτησε και καθώς της έδωσα ένα φιλί πάνω στον κεφαλάκι της ανταποκρίθηκα.
«Τι είναι καρδιά μου;» ρώτησα και αναστέναξε.
«Γιατί ο παππούς ήθελε να μας κάνει κακό;» ρώτησε και της χάιδεψα απαλά το προσωπάκι της.
«Ο παππούς καρδιά μου ήταν ένας πολύ ιδιόρρυθμος άνθρωπος και είσαι πολύ μικρή ακόμα για να σου αναλύσω το χαρακτήρα του, αλλά ένα να έχεις πάντα στο μυαλό σου... Όλοι μας κάνουμε τις επιλογές μας, αλλά όταν αυτές βλάπτουν τους άλλους τότε να ξέρεις ότι κανένας μας δεν μένει ατιμώρητος»
«Ακόμα και ο Τσάρλι» ρώτησε και γέλασα για λίγο.
«Ο Τσάρλι;» ρώτησα πίσω και αναστέναξε βαριά.
«Δεν τον αντέχω άλλο μαμά... Όταν πληγώνει τον μπαμπά με αυτόν τον τρόπο μου έρχεται να τον σκοτώσω» είπε και μαλακώνοντας την φωνή μου προσπάθησα για άλλη μια φορά να της δώσω να καταλάβει ότι δεν το κάνει συνειδητά.
«Είναι μικρούλης καρδιά μου... Δεν ξέρει πως να εκφράσει τα θέλω του με τον σωστό τρόπο... Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αγαπάει το μπαμπά μας» είπα και συνέχισε με περισσότερο πείσμα.
«Μα τον πληγώνει» επέμενε και αναστέναξα.
«Θυμάσαι όταν ο μπαμπάς έπρεπε να μου φέρεται άσχημα πως εσύ με πλήγωνες;» την ρώτησα και κατέβασε το κεφαλάκι της ντροπιασμένα και αμέσως την ανάγκασα να με κοιτάξει ξανά... «Δεν το έκανες γιατί δεν με αγαπούσες και εγώ το ήξερα, γι αυτό και έκανα υπομονή μέχρι να το καταλάβεις και εσύ» την διαβεβαίωσα και εκείνη έσφιξε το χεράκι της περισσότερο απάνω μου.
«Ποτέ δεν ήθελα να σε πληγώσω» είπε με παράπονο.
«Το ξέρω καρδιά μου, γι αυτό και ποτέ δεν σου κράτησα κακία»
«Σ’ αγαπάω» είπε και της φίλησα την κορυφή του κεφαλιού της.
«Όσο αγαπάει και ο Τσάρλι εμένα» επιβεβαίωσε ο Έντουαρτ και γυρίσαμε την ματιά μας προς το μέρος του... «Μην αμφιβάλλεις γι αυτό καρδιά μου» της είπε και έκατσε στο πάτωμα δίπλα μας και η Μαρίνα κρεμάστηκε από τα χείλια του και εκείνος κρατώντας τρυφερά το χεράκι της μέσα στα δύο του χέρια το φίλησε και συνέχισε... «Ξέρω ότι με αγαπάει, όπως ξέρω ότι με αγαπάς και εσύ... Απλά πρέπει να κάνουμε λίγο υπομονή μέχρι να μπορέσει να μας εκφράσει τα συναισθήματα του πιο συνειδητά» της είπε και κατένευσε... «Θες να κοιμηθείς ή θες να συνεχίσουμε την ιστορία;» την ρώτησε και με κοίταξε.
«Θέλω να συνεχίσουμε την ιστορία» είπε παρακλητικά και της χαμογέλασα.
«Θα την συνεχίσω εγώ» είπε ο Έντουαρτ και μόλις βολευτήκαμε καλύτερα τον κοιτάξαμε και περιμέναμε να συνεχίσει.......
>>> Έντουαρτ αναμνήσεις <<<
Δεν μπορούσα να την αποχωριστώ ούτε για ένα λεπτό από τα μάτια μου... Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ήταν και πάλι εδώ αλλά λόγω της αμνησίας της έπρεπε να κάνω υπομονή... Δεν μπορούσα να την πιέσω και έτσι προτίμησα να την αφήσω στα χέρια της Κάτι όσο και αν ήθελα να την περιποιηθώ εγώ και να νιώσω ότι είναι ασφαλής ξανά μέσα στην αγκαλιά μου.
Μόλις είχα προλάβει να βάλω το παντελόνι της φόρμας μου όταν οι φωνές της Κάτι και της Μπέλλας έφτασαν στα αυτιά μου και χωρίς να το σκεφτώ άρχισα να τρέχω προς το δωμάτιο μας.
«Τι συμβαίνει;» ρώτησα ανήσυχος και η Μπέλλα με περιεργάστηκε καλά καλά ενώ για λίγο σταμάτησε την ματιά της στο σημάδι που είχα κάτω από τα πλευρά μου.
«Ταράχτηκε μόλις άκουσε το επίθετο σου» με ενημέρωσε η Κάτι και η Μπέλλα γύρισε προς την μεριά της έξαλλη και δεν ήθελα τίποτα άλλο για να καταλάβω το τι είχε συμβεί.
«Έχεις ακούσει ξανά το όνομα Κάλλεν;» ρώτησα για να επιβεβαιώσω τις υποψίες μου και γύρισε προς την μεριά μου αναποφάσιστη.
«Πας να με κάνεις να πιστέψω ότι δεν είσαι εσύ αυτός που θέλεις να πάρεις το παιδί μου;» ρώτησε απροκάλυπτα και όλοι μου οι φόβοι επιβεβαιωθήκανε.
«Μπέλλα μου...» ξεκίνησα και έκανε ένα βήμα πίσω.
«Μην με πλησιάζεις... Μην τολμήσεις να με ακουμπήσεις... Ποιος είσαι;.. Τι θέλεις από μένα;... Τι σου έχω κάνει και θες να με εκδικηθείς με αυτόν τον τρόπο;» ρώταγε με δάκρυα στα μάτια και πήρα μια βαθιά ανάσα για να καλμάρω την ένταση μου.
«Μπέλλα μου σου το ορκίζομαι δεν θέλω να σου κάνω κακό... Σ’ αγαπάω... δεν είμαι εγώ αυτός που θέλει να σε βλάψει»
«Τότε ποιος;... Ποιος άλλος Κάλλεν στο ύψος σου με το ίδιο χρώμα μαλλιών και την ίδια κορμοστασιά ήρθε στο σπίτι εχθές μετά τα μεσάνυχτα και υπέβαλε στον Τζέικ να με παραδώσει σε εκείνον γιατί του ανήκω... Όχι, όχι εγώ αλλά το παιδί» είπε και χαμήλωσα το κεφάλι μου ξεφυσώντας ενώ έτριψα τον αυχένα μου απελπισμένος.
«Ο πατέρας μου» είπα αυτόματα και την στιγμή που σήκωσα την ματιά μου εκείνη με κοίταξε σοκαρισμένη.
«Ο πατέρας σου;» ρώτησε με φωνή που ίσα ακούστηκε.
«Ναι... Ήθελε να πάρει το παιδί και να το μεγαλώσει εκείνος» είπα με ειλικρίνεια και τα έχασε... Κοίταζε μια εμένα και μια την Κάτι χωρίς να μπορεί να βρει μια λογική σε όλα αυτά... Πως μπορούσα να την αδικήσω, δεν είναι κάτι που ακούς καθημερινά ότι ο ίδιος σου ο πεθερός θέλει να σου πάρει το παιδί και να σε σκοτώσει ή ακόμα χειρότερα ότι ήταν έτοιμος να σκοτώσει τον ίδιο του τον γιο για να τον βγάλει από την μέση ώστε να μην του χαλάσει τα σχέδια του.
«Γιατί;» ρώτησε ξέπνοα και δεν ήξερα τι να πω ήταν ήδη πάρα πολλά όλα αυτά για εκείνην πόσα περισσότερα μπορούσε να αντέξει.
«Γιατί τον απογοήτευσα» κατάφερα να πω και με κοίταξε μπερδεμένη... «Ποτέ δεν μπόρεσε να με μετατρέψει στο τέρας που ο ίδιος είναι και αυτό δεν μου το συγχώρεσε ποτέ και για να με εκδικηθεί περίμενε μέχρι να μείνεις έγκυος ώστε να σου πάρει το παιδί για να το μεγαλώσει ο ίδιος και να τον κάνει σαν τα μούτρα του»
«Και εσύ δεν έκανες τίποτα;... Δεν προσπάθησες να τον σταματήσεις;» ρώτησε και με έκανε κομμάτια.
«Φυσικά και έκανα Μπέλλα... Κόντεψα να χάσω την ζωή μου για να μαζέψω όλα τα στοιχεία που χρειαζόμουνα ώστε να τον κλείσω για πάντα στην φυλακή, αλλά τα κατάφερα και θα το ξαναέκανα ξανά χωρίς δισταγμό... Σ’ αγαπάω Μπέλλα τι πρέπει να κάνω για να με πιστέψεις;... Είσαι τα πάντα για μένα... ΤΑ ΠΑΝΤΑ» είπα απελπισμένος και εκείνη έμεινε για λίγο παγωμένη.
«Τι είπες;» ρώτησε ασθμαίνοντας και την κοίταξα με απορία... «Ξαναπέστο» απαίτησε και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα την πλησίασα δειλά δειλά
«Είσαι τα πάντα για μένα» είπα και εκείνη βάζοντας τα χέρια της πάνω στο πρόσωπο μου με κοίταζε μέσα στα μάτια σαν να με έβλεπε για πρώτη φορά κουνώντας τα μάτια της αριστερά και δεξιά πολύ γρήγορα.
«Πες το ξανά» παρακάλεσε και μια ελπίδα ήρθε και φώλιασε στην καρδιά μου και καθώς τύλιξα τα χέρια μου γύρω από την μέση της επανέλαβα.
«ΤΑ ΠΑΝΤΑ» και εκεί που δεν το περίμενα ξαφνικά κόλλησε τα χείλια της πάνω στα δικά μου αιφνιδιάζοντας με και άρχισε να με φιλάει... Ξεπερνώντας το πρώτο σοκ αμέσως της ανταποκρίθηκα και εγώ αφήνοντας να βγει από μέσα μου ο λυγμός που συγκρατούσα όλη αυτήν την ώρα με κόπο.
«Μπαμπά;» ακούσαμε την σοκαρισμένη φωνή της Μαρίνας μου και γυρίσαμε προς το μέρος της αυτόματα.
«Μαρίνα;» είπε η Μπέλλα γυρίζοντας το κορμί της προς την μεριά της και η Μαρίνα με κοίταξε μπερδεμένη.
«Η μαμά μου δεν έχει ξανθά μαλλιά, ούτε και γαλανά μάτια» είπε χωρίς να καταλαβαίνει και καταλαβαίνοντας το η Μπέλλα αμέσως έβγαλε την περούκα της και γυρίζοντας προς τον καθρέφτη έπλυνε τα χέρια της για να αφαιρέσει τους φακούς επαφής που φόραγε.
Μέχρι εκείνη να τα αφαιρέσει εγώ πλησίασα την Μαρίνα μου και σκύβοντας την πήρα μέσα στην αγκαλιά μου.
«Είναι ψεύτικα καρδιά μου» της είπα για να την καθησυχάσω και μόλις η Μπέλλα γύρισε προς το μέρος μας, την κοίταξε με ένα πονεμένο βλέμμα και η Μαρίνα γούρλωσε τα ματάκια της.
«Μαμαααα» φώναξε σπαρακτικά και έτεινε τα χεράκια της προς το μέρος της και η Μπέλλα πλησιάζοντας μας την αγκάλιασε σφιχτά.
«Σε έβλεπα κάθε βράδυ στον ύπνο μου... Προσπαθούσα να σε αγκαλιάσω αλλά δεν με άφηναν... Κάθε φορά που ξύπναγα φοβόμουνα ότι δεν θα σε ξαναδώ» έλεγε η Μαρίνα κλαίγοντας και ένιωσα την Μπέλλα να τραντάζεται ενώ οι λυγμοί τις έπνιγαν τα λόγια της.
«Βλέπαμε το ίδιο όνειρο» κατάφερε να πει σπασμένα και τραβώντας την από την αγκαλιά μου την έσφιξε απάνω της …Πήγε προς το δωμάτιο, έκατσε και βολεύοντας την πάνω στα πόδια της την απομάκρυνε για λίγο από κοντά της και την κοίταξε καλά καλά χαϊδεύοντας το προσωπάκι της.
«Μου έλειψες τόσο πολύ» έλεγε η Μαρίνα μου και το σαγόνι της Μπέλλας έτρεμε από συγκίνηση.
«Και εσύ καρδιά μου» της ανταπέδωσε και την έσφιξε ξανά στην αγκαλιά της.
«Έντουαρτ» ψιθύρισε ο Τάιλερ από την πόρτα και αφήνοντας τες να χαρούν την στιγμή χωρίς να τις διακόψω βγήκα από το δωμάτιο και έκλεισα πίσω μου την πόρτα.
«Τι συμβαίνει;» τον ρώτησα μαζεύοντας τα δάκρυα μου και εκείνος με κοίταξε απολογητικά.
«Ο Μάχελ είναι κάτω, θέλει να σας μιλήσει» κατένευσα και του είπα να πάει να του κάνει παρέα μέχρι να μιλήσω στην Μπέλλα και εκείνος υπάκουσε και αμέσως έφυγε... Πήρα μια βαθιά ανάσα και βρίσκοντας ξανά την αυτοκυριαρχία μου μπήκα ξανά μέσα στο δωμάτιο όπου η Μπέλλα και η Μαρίνα ήταν ακόμα σφιχταγκαλιασμένες.
«Κάτι έχουμε επισκέψεις» την ενημέρωσα και αμέσως εκείνη μας άφησε μόνους και πλησιάζοντας τα κορίτσια μου γονάτισα μπροστά τους και τις κοίταξα για μια στιγμή κρατώντας για πάντα αυτήν την εικόνα βαθιά μέσα μου σαν φυλαχτό.
«Έχει έρθει ο Μάχελ...» απευθύνθηκα στην Μπέλλα και εκείνη με κοίταξε με απορία... «Είναι ο ντετέκτιβ που έχει αναλάβει την υπόθεση σου...» διευκρίνισα και κατένευσε... «Μαρίνα μου θα μείνεις για λίγο με την Κάτι μέχρι να μιλήσουμε η μαμά και εγώ στο κύριο που έχει έρθει;» την ρώτησα και όπως το περίμενα αμέσως αντέδρασε και κράτησε την Μπέλλα πιο δυνατά.
«Δεν πάω πουθενά καρδιά μου...» την διαβεβαίωσε η Μπέλλα και η Μαρίνα αμέσως την κοίταξε στα μάτια με ένα παραπονιάρικο μουτράκι... «Ο κύριος που έχει έρθει θα μας βοηθήσει να πιάσουν τους κακούς που πήραν την μανούλα για να μην το ξανακάνουν» της είπε απαλά και η Μαρίνα με κοίταξε για λίγο.
«Δεν θα φύγουμε από το σπίτι καρδιά μου... Μόλις τελειώσουμε την κουβέντα μας θα είμαστε και πάλι όλοι μαζί» προσπάθησα ξανά και με κοίταξε με το ίδιο παράπονο.
«Και δεν μπορώ να έρθω και εγώ μαζί σας;... Δεν θα μιλάω το υπόσχομαι» είπε η καρδιά μου και με έκανε κομμάτια... Της χάιδεψα ήρεμα τα μαλλάκια της και της χαμογέλασα θλιμμένα.
«Κάποια πράγματα είναι μόνο για τους μεγάλους» της είπα αλλά δεν τα παράταγε.
«Θέλω να μείνω με την μανούλα» είπε και η Μπέλλα της τράβηξε ξανά την προσοχή.
«Δεν θα πάω πουθενά...» την διαβεβαίωσε με σταθερή φωνή κοιτώντας την βαθιά μέσα στα μάτια... «Δεν θες να πιάσουνε αυτούς που με πήρανε ώστε να μην με ξαναπάρουν μακριά σας;» την ρώτησε και έσφιξε τα χεράκια της γύρω από τον λαιμό της σφιχτά.
«Δεν θέλω να ξαναφύγεις» είπε σπαρακτικά.
«Δεν θα φύγω ξανά» επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά και η Μαρίνα κατένευσε και την κοίταξε ξανά στα μάτια.
«Μόνο για λίγο... Μετά θα με πάρεις πάλι αγκαλιά» απαίτησε και η Μπέλλα της χαμογέλασε ζεστά.
«Μόνο για λίγο» επιβεβαίωσε και την φίλησε πάνω στο μέτωπο της τρυφερά.
«Έλα να σε πάω στο δωμάτιο σου» της είπα ήρεμα και γυρίζοντας προς το μέρος μου με άφησε να την κρατήσω στην αγκαλιά μου.
Στον διάδρομο φώναξα την Κάτι και μόλις την έβαλα μέσα στο δωμάτιο της εκείνη με κοίταξε με τα ματάκια της περίεργα.
«Τι είναι καρδιά μου;» ρώτησα αμέσως και αναστέναξε.
«Γιατί είναι τεράστια;» ρώτησε και γέλασα για λίγο.
«Γιατί μέσα στην κοιλίτσα της είναι ο αδελφούλης σου» της απάντησα αφήνοντας την πάνω στο κρεβάτι και γονατίζοντας της απομάκρυνα τα μαλλιά της από το πρόσωπο της απαλά.
«Εκείνος με κλώτσαγε συνέχεια στην κοιλιά την ώρα που με κρατούσε η μαμά;» ρώτησε και κατένευσα χωρίς να μπορώ να συγκρατήσω το χαμόγελο μου... «Και γιατί με βάραγε;... δεν με θέλει» ρώτησε απογοητευμένη και πήρα ένα θλιμμένο ύφος.
«Καρδούλα μου έτσι κάνουν τα μωράκια μέσα στην κοιλίτσα... Κλωτσάνε για να δηλώσουν την παρουσία τους» είπα όσο πιο απαλά μπορούσα χωρίς να έχω καμία άλλη πιο πειστική δικαιολογία και εκείνην την ώρα μπήκε η Κάτι στο δωμάτιο και η Μαρίνα γύρισε την ματιά της προς το μέρος της.
«Ήξερες εσύ ότι τα μωρά κλωτσάνε;» την ρώτησε και γέλασα κουνώντας το κεφάλι μου ενώ της έδωσα ένα φιλί πάνω στο μαγουλάκι της …Σηκώθηκα όρθιος για να τις αφήσω να τα πούνε... Η Κάτι σίγουρα θα είχε πιο πειστικές απαντήσεις να της δώσει από μένα.
«Εσύ να δεις κλωτσιά και κακό που έριχνες στην μαμά σου... Το τι γέλια κάναμε να σε βλέπουμε να την τραντάζεις» της είπε ζωηρά καθώς πήγε κοντά της και με τον τρόπο της με αποδέσμευσε και έτρεξα στο δωμάτιο που είχα αφήσει την μπλούζα μου και αφού την φόρεσα πήγα στο δωμάτιο μας για να την βρω.
Καθόταν μπροστά από τον καθρέφτη και κοίταζε το είδωλο της σκεφτική αλλά μόλις με είδε γύρισε προς την μεριά μου και μου χαμογέλασε... Όλος μου ο κόσμος φωτίστηκε και χωρίς να είμαι ικανός να χαλιναγωγήσω τα συναισθήματα μου την πλησίασα αλλά με όλη την δύναμη της ψυχής μου συγκρατήθηκα και την άφησα να κάνει εκείνη το πρώτο βήμα... Χωρίς δισταγμό τύλιξε τα χέρια της γύρω από την μέση μου και βάζοντας το κεφάλι της να ακουμπήσει πάνω στο στερνό μου ψιθύρισε.
«Συγνώμη» η καρδιά μου κόντευε να διαλύσει το στήθος μου... Η αναπνοή μου είχε πάει βόλτα δεν είχα ιδέα πότε θα γύριζε και εφόσον δεν ήμουν ικανός να ξεστομίσω τίποτα αρκέστηκα να την κρατήσω στην αγκαλιά μου και να της φιλήσω παρατεταμένα την κορυφή του κεφαλιού της εισπνέοντας άπληστα το γλυκό άρωμα που αναίδειαν για να με κατευνάσει.
«Σ’ αγαπώ» είπα με φωνή που ίσα έβγαινε από μέσα μου και εκείνη έμεινε για λίγο σιωπηλή.
«Μακάρι να μπορούσα να πω το ίδιο, αλλά δεν μπορώ... όμως ξέρω ότι είσαι εσύ... Είμαι σίγουρη ότι είσαι εσύ αυτός που με κοίταζε από μακριά μέσα στο σκοτάδι στα όνειρα μου και με παρακάλαγες να γυρίσω... Πάντα μου έλεγε ότι είμαι τα πάντα για σένα και πάντα τόνιζες την φράση “ΤΑ ΠΑΝΤΑ”»
«Αυτό μου φτάνει» είπα με ειλικρίνεια και σηκώνοντας το κεφάλι της κοιτάζοντας με μέσα στα μάτια άπλωσε το χέρι της και μου χάιδεψε απαλά το πρόσωπο.
«Λυπάμαι που δεν σε θυμάμαι» είπε με πόνο στην ματιά της και της χαμογέλασα με το στραβό χαμόγελο που πάντα την τρέλαινε και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.
«Σιγά σιγά θα γίνει και αυτό... Το μόνο που με νοιάζει είναι να είσαι ασφαλής, όλα τα άλλα θα έρθουν μόνα τους» της είπα ήρεμα και αναστέναξε.
«Είσαι τόσο καλός για να είσαι αληθινός» μονολόγησε και αυτό με γέμισε για μια στιγμή ανησυχία.
«Μπέλλα;» ρώτησα δειλά.
«Ναι;»
«Όσο ήσουν με τους Μπλακ...» ξεκίνησα και κούνησε το κεφάλι της αρνητικά καταλαβαίνοντας που το πάω.
«Όχι δεν με πείραξαν ποτέ, αν εννοείς αυτό» είπε και κατένευσα... «Απλά έχοντας στο μυαλό μου το πως ήταν ο Τζέικ σαν άντρας μου και το πως είσαι εσύ... Καταλαβαίνεις τι εννοώ...» συνέχισε και την κοίταξα με απορία... «Ακόμα και χωρίς να ξέρω ότι υπάρχεις απορούσα τι ακριβώς βρήκα σε αυτόν τον άνθρωπο και τον παντρεύτηκα...» απάντησε στην ανείπωτη ερώτηση μου και συνέχισε μόλις είδε ότι κατάλαβα τι εννοούσε... «Αλλά ακόμα και τώρα που ξέρω ότι όλο αυτό ήταν ψέμα, δεν με ξεγελά... Μην σου πω ότι πιστεύω ότι είναι και πολύ χειρότερος από αυτό που έδειχνε σε μένα... Είχα μονίμως την αίσθηση ότι για κάποιον λόγο ήθελε να με δείρει και δεν μπορούσα να καταλάβω το γιατί» ολοκλήρωσε και με κοίταξε στα μάτια ελπίζοντας να της δώσω εγώ μια εξήγηση γι αυτό.
«Μεγάλη ιστορία...» της επιβεβαίωσα ότι γνωρίζω ακριβώς τον λόγο και συνέχισα πριν πει κάτι... «Αλλά δεν είναι του παρόντος...Είσαι έτοιμη να πάμε κάτω;» την ρώτησα και αφήνοντας την ανάσα της να βγει από μέσα της κατένευσε και με άφησε να την οδηγήσω προς το σαλόνι όπου μας περίμενε ο Μάχελ.
Φτάνοντας στο κάτω πάτωμα ο Μάχελ αμέσως σηκώθηκε για να μας υποδεχθεί....
«Κυρία Κάλλεν αισθάνεστε καλύτερα;» ρώτησε με πραγματικό ενδιαφέρον και περνώντας το χέρι της η Μπέλλα πάνω από τα μαλλιά της μισοχαμογέλασε.
«Νό... Εεε Μπέλα θα με υποχρεώνατε» είπε νευρικά και δεν μπόρεσα να κρύψω το χαμόγελο μου και εκείνη με κοίταξε με περιέργεια.
«Πάντα έτσι αντιδράς στο άκουσμα του επιθέτου σου» της απάντησα και εκείνη χαμογέλασε πιο πλατιά.
«Νομίζω ότι 6 μήνες που το ανέχτηκα ήταν υπέρ αρκετό για μένα» είπε και δίνοντας της ένα φιλί πάνω στα μαλλιά της κρατώντας την από την μέση, την παρότρυνα να κάτσει σε ένα καναπέ για να είναι πιο άνετα …. Μόλις όμως λύγισε το κορμί της και ακούμπησε πάνω στα μαξιλάρια , έβγαλε με πνιχτή κραυγή πόνου κλείνοντας τα μάτια της και κρατώντας την ανάσα της προσπάθησε να ελέγξει τον πόνο που ένιωσε.
«Μπέλλα είσαι καλά;» ρώτησα με αγωνία και σηκώνοντας τον δείκτη της με παρακάλεσε να περιμένω ένα λεπτό μέχρι να βρει και πάλι την ανάσα της και την φωνή της.
«Δεν είναι τίποτα, το έχω συνηθίσει» είπε ασθμαίνοντας προσπαθώντας πολύ σκληρά να χαλαρώσει.
«Αν δεν αισθάνεστε καλά...» προσπάθησε ο Μάχελ να την αποδεσμεύσει και εκείνη κουνώντας με πείσμα το κεφάλι της του έκοψε την φράση στην μέση.
«Είναι πολύ νευρικός και οι κινήσεις του με πονάνε πάρα πολύ αλλά θα περάσει... Σε λίγο θα περάσει» τον διαβεβαίωσε και ανοίγοντας τα μάτια της έβγαλε από μέσα της την ανάσα της με δύναμη... Έκατσα δίπλα της όσο πιο απαλά μπορούσα για να μην την ταρακουνήσω περισσότερο και μόλις το χέρι μου ακούμπησε πάνω στους ώμους της εκείνη αμέσως έβαλε το κεφάλι της πάνω στο στέρνο μου και με ρυθμικές ανάσες προσπάθησε να χαλαρώσει ενώ χάιδευε την κοιλιά της ευλαβικά.
«Θέλω να τελειώνουμε με όλα αυτά» παρακάλεσε και κοίταξα προς τον Μάχελ και εκείνος αναστέναξε ενώ έκατσε ξανά στην θέση του.
Κοίταξα προς τον Τάιλερ και εκείνος με ένα νεύμα μας άφησε μόνους... Ήταν εκπληκτικό το πως με ένα νεύμα ή μια ματιά μπορούσαμε τόσο απλά να επικοινωνούμε μεταξύ μας χωρίς τα λόγια να προδίδουν τις σκέψεις μας... Του χρωστάω τόσα πολλά.
«Μπέλλα...» ξεκίνησε ο Μάχελ και η Μπέλλα έστρεψε αμέσως την προσοχή της προς την μεριά του χωρίς να φεύγει από την αγκαλιά μου... Δεν είχα λόγια να εκφράσω το πως με έκανε να νιώθω έστω και αυτή η απλή της κίνηση... Έδειχνε να νιώθει τόσο ασφάλεια στην αγκαλιά μου ακόμα και χωρίς να με θυμάται και αυτό με έκανε τόσο ευτυχισμένο.
«Θα ήθελα να μου πεις όσα θυμάσαι από το ατύχημα σου και μετά» συνέχισε ο Μάχελ και εκείνη κατένευσε.
«Δεν θυμάμαι τίποτα από το δυστύχημα... Η πρώτη μου ανάμνηση είναι στο νοσοκομείο» διευκρίνισε και με ένα νεύμα ο Μάχελ την παρότρυνε να συνεχίσει... «Όταν άνοιξα τα μάτια μου δίπλα μου ήταν ένας πολύ περίεργος άνθρωπος... Ανατριχιαστικός τολμώ να πω...» είπε ενώ ένιωσα από το κορμί της να περνάει μια ανατριχίλα στην θύμηση του.
«Μπορείς να τον περιγράψεις;» ρώτησε ο Μάχελ χωρίς να την πιέζει ιδιαίτερα.
«Δεν νομίζω ότι μπορώ να ξεχάσω ποτέ αυτό το πρόσωπο όσο και να το θέλω...» σχολίασε και παίρνοντας μια βαθιά ανάσα συγκέντρωσε τις σκέψεις της και συνέχισε... «Ήταν αρκετά ψηλός περίπου στο ύψος του Έντουαρτ, το ίδιο αδύνατος και γεροδεμένος με τα ίδια μαλλιά και τα ίδια μάτια..» συνέχισε αποπροσανατολισμένη καθώς η φωνή της σταδιακά έσβηνε και κάνοντας την σύνδεση έβγαλε ένα επιφώνημα έκπληξης και ανασηκώνοντας το κορμί της με κοίταξε βαθιά στα μάτια... «Ήταν εκείνος, ο ίδιος που ήταν και στο σπίτι του Τζέικομπ το βράδυ... ο πατέρας σου;» είπε τρομοκρατημένα και της χάιδεψα το πρόσωπο της για να την ηρεμήσω καθώς πήρα μια βαθιά ανάσα.
«Ναι» είπα κάτω από την αναπνοή μου και ο Μάχελ μας απέσπασε την προσοχή.
«Μπέλλα θυμάσαι τι σου είπε;» την ρώτησε και γύρισε αυτόματα προς το μέρος του.
«Πως μπορώ να ξεχάσω...» αναφώνησε με δάκρυα στα μάτια της... «Απαιτούσε να του πω που έχω κρύψει το δαχτυλίδι του ταρακουνώντας με βίαια με ένα βλέμμα που μου έκοψε το αίμα… Όταν του είπα ότι δεν καταλαβαίνω και τον ρώτησα ποιος είναι και τι θέλει από μένα, άρχισε να γελάει με ένα σατανικό τρόπο που με έκανε να θέλω να ουρλιάξω από τον τρόμο που μου προκάλεσε και αιφνιδιάζοντας με ξαφνικά με φίλησε στο στόμα σχεδόν δαγκώνοντας με μέχρι σε σημείο να μου ματώσει τα χείλια …Μόλις σταμάτησε να με φιλάει είπε με την πιο διαβολική φωνή που έχω ακούσει ποτέ στην ζωή μου “Θα γυρίσω για σένα” γελώντας αυτάρεσκα και έφυγε» είπε με μια ανάσα η Μπέλλα και ξαφνικά μόλις κατάλαβε τι είχε πει πάγωσε και γυρίζοντας αργά το πρόσωπο της προς την μεριά μου με κοίταξε απολογητικά.
Το αίμα μου παλλόταν καυτό στις φλέβες μου, η καρδιά μου κόντευε να διαλύσει το στήθος μου και όλο μου το πρόσωπο είχε κοκκινίσει από τον θυμό που έβραζε μέσα μου... Πόσο ήθελα να τον είχα μπροστά μου αυτήν την στιγμή... Πόσο ήθελα εγώ ο ίδιος να του τερματίσω την ζωή... Πόσο ήθελα να τον κάνω να πληρώσει για όλο τον πόνο που μου έχει προκαλέσει, αλλά η προτεραιότητα μου είναι η Μπέλλα μου, μόνο εκείνη και τα παιδιά μου, κανένας άλλος δεν είχε σημασία πια για μένα... Μόνο εκείνοι... κανένας άλλος... έλεγα ξανά και ξανά από μέσα μου για να καλμάρω τον εαυτό μου ώστε να βρω την λογική να αντέξω και ότι άλλο θα ακολουθήσει.
«Έντουαρτ;» ρώτησε τρυφερά η Μπέλλα μου και ανοίγοντας τα μάτια μου την κοίταξα αφήνοντας ήρεμα την ανάσα που κράταγα να βγει από μέσα μου.
«Είμαι καλά» είπα αλλά δεν την ξεγελούσα.
«Συγνώμη δεν σκέφτηκα» προσπάθησε αλλά κλείνοντας την μέσα στην αγκαλιά μου της έτριψα το μπράτσο παρηγορητικά ενώ της έδωσα ένα φιλί πάνω στην κορυφή του κεφαλιού της.
«Μην απολογείσαι για τίποτα καρδιά μου... Δεν φταις εσύ που εκείνος είναι ένα τέρας... Δεν έκανες τίποτα κακό» την διαβεβαίωσα και με κοίταξε πάλι στα μάτια με απορία.
«Γιατί με φίλησε;... Ποιο είναι το πραγματικό του πρόβλημα με μένα;» ρώτησε εύλογα και κοίταξα για λίγο τον Μάχελ και εκείνος μου ανταπέδωσε το βλέμμα ανέκφραστα.
«Δεν μπορεί να σε συγχωρέσει που τον έκανες να σε αγαπήσει» είπα όσο πιο ήρεμα μπορούσα και έμεινε να με κοιτά σοκαρισμένη... «Κάποια στιγμή σου υπόσχομαι ότι θα σου εξηγήσω» την διαβεβαίωσα και ο Μάχελ πήρε ξανά τον λόγο.
«Από εκείνην την ημέρα δεν τον ξαναείδες όλον αυτόν τον καιρό;» ρώτησε και γυρίζοντας την ματιά της προς το μέρος του κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.
«Εχθές το βράδυ ή μάλλον σήμερα νωρίς το πρωί... Δεν θυμάμαι την ώρα γιατί ξύπνησα από εφιάλτη και δεν μπορούσα να συντονιστώ με το περιβάλλον...» δικαιολογήθηκε... «Άκουσα κάτι περίεργες φωνές και παραξενεμένη κατέβηκα να δω τι συμβαίνει και τον είδα να διαπληκτίζεται με τον Τζέικομπ αλλά δεν είδα το πρόσωπο του γιατί ήταν πλάτη και μόλις άκουσα όσα λέγανε ήμουν πολύ σοκαρισμένη για να παρατηρήσω οτιδήποτε άλλο»
«Μπορείς να μας πεις τα όσα άκουσες»
«Οοοο» είπε και με κοίταξε.
«Καρλάιλ» την βοήθησα και συνέχισε.
«Ο Καρλάιλ απαιτούσε να με παραδώσει ο Τζέικομπ αλλά εκείνος το αρνιόταν... Έλεγε ότι δεν ήταν εντάξει μαζί του και ότι αν δεν έκλεινε την δουλειά που του είχε υποσχεθεί θα πήγαινε στην αστυνομία και θα τον πρόδιδε» ο Μάχελ με κοίταξε για λίγο.
«Ναι πρέπει να είναι η ίδια υπόθεση με αυτήν που ανέφεραν τα κορίτσια» του επιβεβαίωσα και το σημείωσε για να το τσεκάρει και κοίταξε και πάλι την Μπέλλα.
«Τίποτα άλλο ειπώθηκε;» την ρώτησε και κατένευσε.
«Είπαν πολλά πράγματα που δεν καταλάβαινα ιδιαίτερα αλλά αυτό που αξίζει να σημειωθεί από όλη την συνάντηση τους είναι το ότι ο Καρλάιλ δεν αστειεύεται... Αψηφώντας τους σωματοφύλακες του Τζέικ τον έπιασε από τον λαιμό και τον κάρφωσε στον τοίχο λες και ο Τζέικ ήταν μαριονέτα στα δάχτυλα του... Δεν ξέρω πως κρατήθηκα και δεν ούρλιαξα... Του έλεγε ότι το παιδί μου του ανήκει και ότι δεν θα αφήσει κανέναν να του χαλάσει τα σχέδια του και πολύ περισσότερο ένα παιδαρέλι σαν εκείνον» είπε η Μπέλλα και στην θύμηση των γεγονότων άρχισε να τρέμει.
«Ηρέμησε καρδιά μου...» προσπάθησα να την παρηγορήσω... «Δεν πρόκειται να σε ακουμπήσει ποτέ ξανά, σου το ορκίζομαι καρδιά μου... Ποτέ» είπα με πείσμα μέσα από τα δόντια κλείνοντας μέσα στην αγκαλιά μου και εκείνη άρχισε να κλαίει απαρηγόρητα.
3 σχόλια:
Πές το ξανά,πιο δυνατά, πές το μου ακόμα μια φορά,μην σταματάς πόσο πολύ με αγαπάς!!Κολλάει δεν νομίζεις??
εμενα παλι ολο αυτο σκηνικο μου κανει κατι σαν "Μαρια της γειτονιας" ή "Εσμεραλντα" ! Ααααχχχ Θεε μου...Χαχαχαχαχα...
Χρυσανθη τι να πω ?Εισαι απαικτη ! Χαχαχα...
τέλεια όμως Ελινάκι μου χαχαχαχα
σε ευχαριστώ Ναταλάκι μου ;)
Δημοσίευση σχολίου