Ετικέτες

Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Soulmates Μ2 "11. Προτάσεις και Προδοσίες "




Τα μάτια μου καρφωμένα στο ταβάνι δεν έλεγαν να κλείσουν. Με όλα όσα είχαν συμβεί δεν είχα ιδέα πως να νιώσω. Όλα για άλλη μια φορά τα μέσα μου είχαν γίνει άνω κάτω και το χειρότερο ήταν ότι το κενό που ένιωθα τώρα είχε γίνει ακόμα πιο μεγάλο. Από την στιγμή που άφησα την μικρή Νες από τα χέρια μου ένιωθα για κάποιον λόγο άδειος σε συνδυασμό με την απουσία της Μπέλλας από δίπλα μου αυτό το μαρτύριο δεν είχε τελειωμό. Όχι ότι στο γιοτ κοιμόμασταν μαζί αλλά εκεί ήταν διαφορετικά, ένιωθα την παρουσία της, την ανάσα της, τώρα δεν ξέρω καν που είναι ή πόσο μακριά μου θα μπορούσε να είχε πάει. Πως τα έχω μπλέξει έτσι;... αναρωτήθηκα καθώς αναστέναξα και ανασήκωσα το πάνω μέρος του σώματος μου πιάνοντας το κεφάλι μου.

Η ατμόσφαιρα ήταν τόσο αποπνικτική που μου δυσκόλευε την αναπνοή μου. Το παράθυρο αν και ανοιχτό δεν έλεγε να φέρει καθόλου οξυγόνο και πιάνοντας το στήθος μου κοίταξα για λίγο γύρω μου. Η ανάγκη μου να βγω να πάρω αέρα για να ανανεώσω λόγιο τον αέρα στα πνευμόνια μου ξεχάστηκε μόλις η ματιά μου έπεσε πάνω στα άδεια κρεβάτια που υπήρχαν δίπλα μου. Περίεργο δεν θυμόμουν να είχα αποκοιμηθεί και όμως δεν κατάλαβα πότε η Άλις και ο Έμετ το είχαν σκάσει.

Δεν το σκέφτηκα, φορώντας ένα αμάνικο μπλουζάκι και τα αθλητικά μου χωρίς να αλλάξω την βερμούδα που φόραγα ήδη, βγήκα έξω και άρχισα να τους ψάχνω. Δεν μου ήταν δύσκολο να τους βρω. Με την τέλεια όσφρηση και ορατότητα μου ανακάλυψα τα ίχνη τους εύκολα και τα ακολούθησα. Δεν πέρασε πολύ ώρα και τους βρήκα να είναι μέσα σε ένα ξέφωτο στο δάσος που ήταν πίσω από τα σπίτια με τον Έμετ να παρακολουθεί την Άλις και τον Τζάσπερ που ήταν πιο βαθιά σε ένα σημείο που τους έλουζε το φως του φεγγαριού με τον Τζάσπερ να έχει πέσει στα γόνατα και να κάνει πρόταση γάμου στην Άλις με ένα μονόπετρο μέσα σε ένα κουτάκι που κράταγε στο χέρι. Η Άλις τα είχε τελείως χαμένα, τον κοίταζε με το χέρι της πάνω στο στερνό της με κομμένη ανάσα και δεν είχε ιδέα πως να αντιδράσει.

Ήταν η πιο συγκλονιστική σκηνή που είχα δει ποτέ στην ζωή μου. Η καρδιά μου κόντευε να σπάσει και τα μάτια μου να δακρύσουν από όλη την συγκίνηση που με κατέκλισε γι αυτήν την στιγμή όμως πριν προλάβω να το χαρώ ο Έμετ βγήκε από την κρυψώνα του ακριβώς πριν η Άλις απαντήσει και τους το χάλασε τελείως.

«Δεν πιστεύω να δεχτείς» είπε σοκαρισμένος τραβώντας την απότομα προς το μέρος του και η Άλις γούρλωσε τα μάτια της σοκαρισμένη.

«Δεν νομίζω ότι σε αφορά» διαμαρτυρήθηκε η Άλις τινάζοντας το χέρι της για να καταφέρει να το τραβήξει από το σφιχτό του κράτημα.

«Και εγώ δεν πρόκειται να σου επιτρέψω να ανακατευτείς... Δικιά της είναι η ζωή και θα την κάνει ότι θέλει» απαίτησα ενώ τον πλησίασα και τον τράβηξα μακριά της.

«Πας καλά; Θα την αφήσει να κάνει αυτόν τον γάμο με αυτό... αυτό το χούφταλο που θέλει να το παίξει και τζόβενος;» με ρώτησε σοκαρισμένος και έσμιξα τα φρύδια μου με απορία. Χούφταλο;... αναρωτήθηκα και κοίταξα τον Τζάσπερ που είχε καταπιεί την γλώσσα του ενώ κοίταζε νευρικά γύρω του.

«Τι λες;...» ρώτησα μπερδεμένος τον Έμετ... «Ο Τζάσπερ...» προσπάθησα να τον υπερασπιστώ αλλά ο Έμετ με διέκοψε αμέσως.

«Ο Τζάσπερ έχει πατήσει προπολού τα 100» συμπλήρωσε εκείνος με αηδία στην φωνή του καρφώνοντας την ματιά του προς το μέρος του Τζάσπερ προκαλώντας τον ανοιχτά.

«Τα εκατό;» ρώτησε ξέπνοα η Άλις κοιτάζοντας τώρα τον Τζάσπερ σοκαρισμένη με αυτό που είχε μόλις ακούσει.

«Άλις, ξέρω ότι δεν έπρεπε να σου το κρύψω. Σου το ορκίζομαι προσπάθησα να σου το πω αλλά φοβήθηκα. Δεν... δεν ήθελα να σε χάσω Άλις σε αγαπώ πάρα πολύ για να...» προσπάθησε ο Τζάσπερ να υπερασπιστεί τον εαυτό του αλλά ο Έμετ βρήκε την ευκαιρία να πατήσει πάνω σε αυτό για να κάνει τα πράγματα ακόμα πιο χειρότερα.

«Και είναι σωστό να την κοροϊδεύεις με αυτόν τον τρόπο;» του είπε νευριασμένα ενώ έκανε την κίνηση να τον πλησιάσει αλλά εγώ δεν τον άφησα.

«Και ποιος σου έδωσε εσένα το δικαίωμα να ανακατεύεσαι στα προσωπικά τους. Ότι ζημιά ήταν να κάνει την έκανες, τώρα άσ’ τους ήσυχους να το ξεκαθαρίσουν μόνοι τους» απαίτησα εγώ και άρχισα να τον τραβάω μακριά τους με τον Έμετ να προσπαθεί να με σταματήσει ενώ ταυτόχρονα άκουγα την κουβέντα που είχαν ανοίξει οι δύο τους.

«Είναι αλήθεια;» ρώτησε η Άλις σαστισμένη.

«Ναι, λυπάμαι που δεν σου το είπα νωρίτερα» παραδέχτηκε ο Τζάσπερ.

«Μα πω; Θέλω να πω, τι;...» η Άλις είχε χάσει τελείως τα λόγια της.

«Δεν ξέρω το πως αλλά σε αυτό το νησί Άλις, ο χρόνος έχει την δική του λογική» εξήγησε απολογητικά και η Άλις δεν ήξερε πως να αντιδράσει σε αυτό.

«Και οι υπόλοιποι; Ο Μπρεκ, η μητέρα του;» ρώτησε μπερδεμένη.

«Η μικρότερη είναι η Νες...» τον άκουσα να λέει και ξαφνικά φρέναρα ενώ γύρισα την ματιά μου προς το μέρος τους κλείνοντας το στόμα του Έμετ πριν προλάβει να αντιδράσει... «Που είναι δύο χρόνων...» κόμπιασε για λίγο και εγώ γούρλωσα τα μάτια μου με έκπληξη. Πόσο είναι;;; Με τίποτα δεν την κάνεις πάνω από έξη μηνών και αυτή είναι δύο χρόνων;;;...  αναρωτήθηκα για μια στιγμή αλλά το άφησα προς στιγμήν στην άκρη για να ακούσω την συνέχεια. Ο Τζάσπερ εφόσον η Άλις δεν τον διέκοψε συνέχισε... «Η μητέρα του Μπρεκ έχει ξεπεράσει τα χίλια πεντακόσια ενώ ο Μπρεκ κοντεύει τα πεντακόσια» κατέληξε και για λίγο έπεσε σιωπή.

 Αυτόματα γύρισα την ματιά μου προς τον Έμετ και πιάνοντας τον από την μπλούζα απαίτησα αμέσως να μου πει τι διάολο συμβαίνει εδώ κοιτώντας τον με ένα βλέμμα που δεν του έδινε το περιθώριο να μου πει ψέματα ή άλλες δικαιολογίες.

«Που θες να ξέρω τι διάολο συμβαίνει εδώ; Εδώ ζω;...» πήγε να υπερασπιστεί τον εαυτό του αλλά καθώς το βλέμμα μου έγινε πιο άγριο εκείνος, αμυντικά, έβαλε τα χέρια του πάνω στο στήθος μου και άρχισε να ανασαίνει γρήγορα καθώς συνέχιζε... «Δεν μπορούμε να την αφήσουμε να το κάνει αυτό, κινδυνεύει δεν το καταλαβαίνεις;» παρακάλεσε με το ύφος του κοιτώντας προς το σημείο της Άλις με νόημα.

«Από τι κινδυνεύει Έμετ, μίλα» απαίτησα αλλόφρων και εκείνος πήρε μια ανάσα πριν ξαναμιλήσει ενώ ξεροκατάπιε τρομοκρατημένος.

«Δεν θες να καταλήξει σαν την μητέρα σου έτσι δεν είναι; Να την συντηρούμε με αίμα βρικόλακα για να μην....» συνέχισε με δυσκολία και άρχισα να χάνω την ανάσα μου. Τι διάολο έλεγε;

«Η Άλις...» δεν μπορούσα να συνεχίσω.

«Η Άλις έχει γεννηθεί με την ίδια πάθηση που είχε η μητέρα σου Έντουαρτ, αν μείνει έγκυος...» είπε με νόημα και δεν χρειαζόμουν τίποτα άλλο. Είχα καταλάβει.

Χωρίς να τον αφήνω από το σφιχτό μου κράτημα γύρισα την ματιά μου προς το σημείο που ήταν η Άλις με τον Τζάσπερ. Η Άλις έχοντας ξεπεράσει το πρώτο σοκ τώρα ήταν έτοιμη να δεχτεί την πρόταση του αφού πρώτα την άκουσα που τον διαβεβαίωνε ότι δεν την ενοχλεί η ηλικία του γιατί πολύ απλά δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς εκείνον και η προσπάθεια του Έμετ να αφαιρέσει τα χέρια μου από πάνω του μου απέσπασε την προσοχή.

«Το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Μπορούμε να την συμβουλέψουμε, νααα... δεν ξέρω κάποιος τρόπος θα βρεθεί αλλά δεν θα σου επιτρέψω ποτέ ξανά να ανακατευτείς στην σχέση τους. Τώρα περισσότερο από ποτέ έχει δικαίωμα στην αγάπη και δεν θα αφήσω κανέναν να της την καταστρέψει» του δήλωσα και ο Έμετ έμεινε σοκαρισμένος να με κοιτάει.

«Πόσα θες να με τρελάνεις επιτέλους ρε μεγάλε!!! Την ξέρεις την Άλις, έχει το ίδιο πείσμα με την μαμά σου. Λες να υπάρχει περίπτωση να διαλέξει την ζωή της μπροστά σε μια άλλη ζωή που μάλιστα θα μεγαλώνει μέσα της;» ρώτησε χωρίς να το πιστεύει.

«Αν της εξηγήσουμε, αν της πούμε την αλήθεια...» επέμενα εγώ. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι θα μπορούσα να της χαλάσω την ευτυχία για κάτι τέτοιο. Ας μην έκανε παιδιά, θα ήταν καλά έτσι δεν είναι;... αναρωτήθηκα για μια στιγμή.

«Και πιστεύει ότι αυτό θα ήταν αρκετό; Η ηλίθια τον αγαπάει, θα έκανε τα πάντα για να διαολίσει το είδος του σκατομάγου της. Προτιμάς να την δεις νεκρή παρά να την σταματήσεις τώρα;» με διέκοψε εκείνος και αυτό με έκανε να ξεπεράσω τα όρια μου. Ε αυτό πάει πάρα πολύ.

«Για ποιον λόγο είσαι εδώ Έμετ» απαίτησα για να μου πει την αλήθεια.

«Τι πράγμα;» ρώτησε πίσω εκείνος αιφνιδιασμένος.

«Εκείνος σε έστειλε έτσι δεν είναι; Για να είναι σίγουρος ότι δεν θα μας συμβεί τίποτα μέχρι να μας χρειαστεί για την ηλίθια θυσία του!»

Το μυαλό μου έτρεχε με την ταχύτητα του φωτός και όλα τα κομμάτια του παζλ άρχισαν να ενώνονται σιγά σιγά κάνοντας με να ξεπερνάω κάθε προηγούμενο. Κάτι μέσα μου ακόμα μου φώναζε να μην τον εμπιστευτώ αλλά κάτι άλλο με έκανε να μην θέλω να το πιστέψω. Ήταν το ξάδελφος μου, ο αδελφός που δεν είχα ποτέ και τον εμπιστευόμουν με την ίδια μου την ζωή, δεν μπορούσα να πιστέψω ότι όλα αυτά τα χρόνια ήταν ένα ψέμα, μια καλοστημένη μηχανή για να μας έχει από δίπλα ώστε να μας καρφώνει σε κάθε ευκαιρία για να κερδίζει εκείνος τα εύσημα. Όχι πήγαινε πάρα πολύ αυτό όμως δεν μπορούσα πλέον να το αφήσω και έτσι, έπρεπε να μάθω την αλήθεια όποια και να ήταν αυτή και έπρεπε να την μάθω τώρα...

Ντέιμον

Γαμώ την τύχη μου γαμώ πια, τι τον έπιασε πάλι και με τρέχει μέσα στα άγρια μεσάνυχτα;... αναρωτήθηκα την στιγμή που έφτανα στο σπίτι του Καρλάιλ και χτύπαγα την πόρτα για να μου ανοίξουν... Αυτό πια έχει καταντήσει αηδία. Από την στιγμή που έφυγε η Ίζαμπελ με τα δίδυμα όλο εγώ πληρώνω την νύφη με το να τρέχω από εδώ και από εκεί και δεν το άντεχα άλλο πια αυτό. Έχω και μια προσωπική ζωή να κοιτάξω δεν θα κάτσω άλλο να τους αφήνω να με τρέχουν σαν σκυλάκι... Συνέχισα να σκέφτομαι καθώς άνοιγε την πόρτα η Φραμπαλά, η αφροαμερικανή ‘υπηρέτρια’ του Καρλάιλ για τους τύπους και έμπαινα μέσα αλλά μόλις έπιασα την μυρωδιά του πατέρα μου και περισσότερο τον τόνο της φωνής του που ερχόταν από το γραφείο του Καρλάιλ, φρέναρα.

Όχι ρε γαμώτο!! Είναι ο τελευταίος που θα ήθελα να δω αυτήν την στιγμή, ιδίως σήμερα που ήξερα ότι ήταν στα ντουζένια του με τα νέα που έχει μάθει λίγο καθυστερημένα. Παίρνοντας μια βαθιά ανάσα άνοιξα το γραφείο του Καρλάιλ μόλις μου έδωσαν την άδεια να μπω μετά το χτύπημα μου και μπήκα μέσα με αυτοπεποίθηση.

«Τι ήταν πια το τόσο επείγων που δεν μπορούσε να περιμένει μέχρι το πρωί;» ρώτησα αμέσως τον Καρλάιλ αλλά ο πατέρας μου μίλησε πριν από εκείνον.

«Όταν θα σου λέμε να έρχεσαι εσύ θα είσαι εδώ πριν η κλήση προλάβει να τερματιστεί. Έγινα κατανοητός;» ρώτησε με τραχιά φωνή αλλά τον αγνόησα.

«Έχω και άλλες δουλειές – που εσείς οι ίδιοι μου έχετε φορτώσει – να κουμαντάρω, δεν είμαι σαρανταποδαρούσα» του γύρισα με ένα μειδίαμα και ο Καρλάιλ πήρε τον λόγο πριν τα πράγματα φτάσουν στο απροχώρητο.

«Παράτα ότι κάνεις και ετοιμάσου να φύγεις» δήλωσε και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος του με καχυποψία.

«Να πάω που;» ρώτησα.

«Στο Τρίγωνο των Βερμούδων» είπε και προσπάθησα πολύ σκληρά να μην προδώσω το ξάφνιασμα μου.

Πως διάολο είχαν καταφέρει τόσο γρήγορα να μάθουν ότι ήταν εκεί; Σίγουρα όχι μέσα από τους ηλίθιους μάγους τους μιας και που δεν μπορούσαν να τους εντοπίσουν στο νησί που υπήρχε πίσω από την ομίχλη. Από την άλλη όσοι γνώριζαν την ύπαρξη του ήταν τώρα ήδη εκεί και δεν είχαν κανένα τρόπο να ειδοποιήσουν κάποιον έξω από αυτό αφού και δεν μπορούσε να λειτουργήσει τίποτα από την σύγχρονη τεχνολογία εκεί μιας και που η ομίχλη τα κατέστρεφε όλα.

«Στο Τρίγωνο των Βερμούδων!...» είπα δύσπιστα... «Και τι το ιδιαίτερο έχει εκεί;» συνέχισα βαριεστημένα.

«Ξέρεις πολύ καλά τι έχει εκεί» τόνισε ο πατέρας μου και γύρισα προς την μεριά του κοιτώντας τον με περιέργεια.

«Ξέρω;» ρώτησα πίσω.

«Φυσικά και ξέρεις και άσε τα παιχνίδια σου σε μένα, γιατί δεν περνάνε. Η αδελφή σου είναι μαζί με τους άλλους και θέλω να πας να τους βρεις και να τους κατασκοπεύσεις» δήλωσε και στριφογύρισα τα μάτια μου με αηδία.

«Και να μην γυρίσω ποτέ ξανά πίσω επειδή εκείνη θα καταλάβει σε χρόνο ντε τε ότι είμαι εκεί» του αντιγύρισα και εκείνος έδειχνε να χάνει την υπομονή του.

«Δεν θα σου κάνει τίποτα, ξέρουμε ότι σου έχει εμπιστοσύνη και θέλουμε να ενισχύσουμε αυτήν την εμπιστοσύνη» συμπλήρωσε ο Καρλάιλ.

«Τι διάολο λέτε;» δεν άντεξα να μην ρωτήσω έχοντας τα τελείως χαμένα.

«Έλα τώρα Ντέιμον, σταμάτα να κάνεις τον ανήξερο. Ξέρουμε ότι έχεις κάνει κόμμα μαζί της – με το αζημίωτο φυσικά – όπως επίσης ξέρουμε ότι αν σου ενισχύσουμε λίγο παραπάνω...»

«Λίγο;» διέκοψα τον Καρλάιλ ανασηκώνοντας το ένα μου φρύδι χωρίς να αρνηθώ ότι αυτό που έλεγε ήταν αλήθεια.

«Εντάξει πολύ παραπάνω, τότε είμαστε σίγουροι ότι θα κάνεις ότι ακριβώς σου πούμε και με μεγάλη επιτυχία» συνέχισε εκείνος και τον κοίταξα εξεταστικά.

«Και για τι ποσόν μιλάμε;» ρώτησα κατευθείαν αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα την αποστολή.

«Δεν θα μείνεις ανικανοποίητος» επιβεβαίωσε ο πατέρα μου και τα παράτησα. Τι σημασία είχε, έτσι κι αλλιώς θα περνάνε αυτό που ήθελαν είτε το έκανα εγώ είτε κάποιος άλλος οπότε γιατί να μην το εκμεταλλευτώ;

«Οκ και τι ακριβώς θέλετε να κάνω;» ρώτησα τελικά και ο Καρλάιλ αντάλλαξε μια ματιά με τον πατέρα μου.

«Να ενημερώσεις την αδελφούλα σου για την συνομωσία που παίζετε πίσω από την πλάτη της από τον Κλάους, την Ρεμπέκα...»

«Και τον Έμετ» συμπλήρωσε με έμφαση ο Καρλάιλ τα λόγια του πατέρα μου και τους κοίταξα για λίγο καχύποπτα.

«Όχι ότι μου πέφτει λόγος ή ότι με ενδιαφέρει και τόσο αλλά αφού εσείς οι ίδιοι τους στείλατε ακριβώς γι αυτόν τον λόγο γιατί τώρα θέλετε να τους προδώσετε από την στιγμή μάλιστα που είναι φως φανάρι ότι έχουν κάνει ήδη πάρα πολύ καλή δουλειά;» ρώτησα αλλά κανείς από τους δύο δεν φάνηκε πρόθυμος να μου λύσει αυτήν μου την απορία και εγώ δεν τους πίεσα περισσότερο.

«Η δουλειά σου είναι να ενημερώσεις την αδελφή σου για να τους πετάξει απ’ έξω όλα τα άλλα είναι δική μας δουλειά και δεν σε αφορά... Από την άλλη αν σκεφτείς έστω και στο ελάχιστο να μας προδώσεις...»

«Ξέρω, ξέρω δεν χρειάζομαι τις απειλές σας μόνο το παραδάκι σας και την ώρα αναχώρησης μου» τους δήλωσα και αφού ικανοποιήθηκαν με την απάντηση συνέχισαν με τις λεπτομέρειες...

Έντουαρτ

«Λέγε γιατί είσαι εδώ;» ρώτησα για τελευταία φορά έχοντας εκτροχιαστεί τελείως απαιτώντας να μου πει την αλήθεια και πριν ανοίξει ο Έμετ το στόμα του η Μπέλλα μπήκε στην μέση για να με συνετίσει.

«Είναι εδώ γιατί θέλει να κάνει μια νέα αρχή όπως όλοι μας και δεν μπορούμε να του το αρνηθούμε» είπε αντί για τον Έμετ και γύρισα την ματιά μου προς το μέρος της σοκαρισμένος.

«Τον εμπιστεύεσαι!!!» δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ίσχυε αυτό και μάλιστα με τόσο πάθος.

«Και ποια είμαι εγώ που θα τον κρίνει;» μου αντιγύρισε.

«Μα πως μπορείς να του έχεις τόση τυφλή εμπιστοσύνη; Δεν το βλέπεις ότι ο πατέρας μου τον έχει βάλει για να μας ελέγχει;» ρώτησα αγανακτισμένα και ο Κλάους που την είχε ακολουθήσει αλλά παρέμενε πιο πίσω της έκανε την εμφάνιση του χαμογελώντας δύσπιστα.

«Μην υποτιμάς τόσο πολύ νεαρέ την αδελφή μου...» είπε ερχόμενος προς το μέρος μας με ένα ανεξιχνίαστο βλέμμα... «Μπορεί να φαίνεται αθώα...» πήγε να συνεχίσει αλλά ο Έμετ τον διέκοψε.

«Η Μπέλλα!... Αθώα!!! Τι άλλο θα ακούσω πια» ρώτησε με αηδία αλλά ο Κλάους συνέχισε από εκεί που τον είχε διακόψει σαν να μην είχε ακούσει καν τα λόγια του.

«Και μεγαλόψυχη...» τόνισε... «Αλλά όσο αφορά τα παιχνίδια στρατηγικής δεν την πιάνει κανένας...» συμπλήρωσε και κοίταξε προς την Μπέλλα έντονα... «Σωστά αδελφούλα;...» συνέχισε με ένα ειρωνικό υφάκι και η Μπέλλα του ανταπέδωσε το βλέμμα έντονα με το ίδιο ανεξιχνίαστο βλέμμα που είχε και εκείνος χωρίς να το σχολιάσει... «Μην ανησυχείς και δεν πρόκειται να μείνει κανείς ατιμώρητος από όσους θα προσπαθήσουν έστω και να σκεφτούν να την προδώσουν. Γι αυτό να είσαι σίγουρος» συνέχισε εκείνος προς το μέρος μου και κοίταξα προς την Μπέλλα.

«Πως μπορείς να είσαι τόσο τυφλή; Αλήθεια πιστεύεις ότι έχουν έρθει με το μέρος σου;» την ρώτησα απροκάλυπτα μπροστά σε όλους.

«Όπως είπε και ο αδελφούλης μου, αν ήρθαν εδώ για να με δουλέψουν τότε σκάβουν τον ίδιο τους τον λάκκο» επιβεβαίωσε εκείνη ότι ήταν αποφασισμένη για όλα και δεν ήξερα τι άλλο να πω. Όλα τα επιχειρήματα είχαν τελειώσει, εκείνη τα είχε καταρρίψει πριν καν ειπωθούν και εγώ;... Εγώ τι έκανα εδώ την μαριονέτα τους; Και θα καθόμουν να το ανεχτώ;

Όχι, ως εδώ και μην παρέκει, αν θέλουν να φάνε το κεφάλι τους ας το κάνουνε μόνοι του εγώ όμως δεν θα έπαιζα κανένα από τα παιχνίδι τους πια.

«Όπως θες» είπα τελικά και γυρίζοντας την πλάτη μου άρχισα να απομακρύνομαι από κοντά τους εκτός εαυτού.

~*~*~*~*~*~*~*~

Στην άκρη ενός γκρεμού κοίταγα τον ορίζοντα μέχρι εκεί που η ομίχλη σταμάταγε το οπτικό πεδίο καλύπτοντας ότι υπήρχε από πίσω και σκεφτόμουν ξανά και ξανά όλα όσα είχαν συμβεί στην ζωή μου μέχρι που το πρώτο φως της ημέρας έκανε δειλά την εμφάνιση του. Η ανάσα μου ένιωθα να πνίγεται μέσα μου, τα αναπάντητα ερωτήματα τόσα όσα ποτέ δεν είχα σκεφτεί ποτέ, οι διαπιστώσεις μου άλλες τόσες. Πως τους άφησα όλον αυτόν τον καιρό να με δουλεύουν τόσο πολύ; Πως κατάφερα να κρυφτώ ο ίδιος πίσω από το δάχτυλο μου αφού όλα ήταν εκεί, μπροστά στα μάτια μου, τα έβλεπα αλλά δείλιαζα να τα επιβεβαιώσω γιατί δεν ήθελα να πιστέψω ότι ήταν αλήθεια.

Τώρα ήταν όλα πιο ξεκάθαρα... εκείνη είχε βρει εδώ το λιμάνι που πάντα έψαχνε. Απαλλαγμένη από το φόβο μην χάσει κάποιον που θα αγαπούσε ή να χρειαζόταν να τον μετατρέψει σε τέρας για να τον κρατήσει για πάντα κοντά της είχε βρει το νόημα της ζωής της για άλλη μια φορά, είχε κάνει αυτό το μέρος επίγειο παράδεισο για να μπορεί να ζει μια φυσιολογική ζωή, μια ζωή που θα την δέχονταν όπως ακριβώς είναι και όχι κάποια που θα προσποιούταν ότι είναι για να ικανοποιεί τις ανάγκες τους.

Από την άλλη μας είχε φέρει εδώ με την ελπίδα ότι θα νιώθαμε και εμείς το ίδιο αλλά ειλικρινά είναι τόσο χαζή ή τόσο τυφλή ώστε να πιστεύει ότι είναι εκείνοι εδώ με την θέληση τους; Δεν μπορεί να δει την προδοσία πίσω από τα αηδιαστικά πρόσωπα τους; Ακούει κάθε τους λέξει, ξέρει κάθε τους έκφραση καλύτερα από μένα και όμως ακόμα και τώρα δεν μπορεί να πονηρευτεί ότι η προδοσία τους θα της στοιχήσει περισσότερα από όσα ο κόπος της να τους πείσει ότι εδώ είναι ένα λιμάνι για όσους το έχουν ανάγκη για να μια νέα αρχή;

Πραγματικά δεν μπορώ να την καταλάβω........

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ESCAPE POLH FANTASMA