Μέρος πρώτο
~Η κατάκτηση~
~ Όταν αγαπάς κάνεις τα πάντα ~
Ο ήχος από τα
τακούνια μου στο μαρμάρινο καλογυαλισμένο πάτωμα, αντηχούσα στους άδειους
τοίχους. Ο Τέιλορ, ο προσωπικός οδηγός και σωματοφύλακας του, με οδηγούσε στο
γραφείο του που βρισκόταν στον πρώτο όροφο της έπαυλης του. Ο κορμός του
στητός, το βήμα του δήλωνε σιγουριά, καμία απειλή δεν τσίτωνε το σώμα του. Τον
είχα ξεγελάσει.
Δεν ξέρει… ότι εγώ
είμαι η απειλή για το αφεντικό του.
Δεν ξέρει… ότι είμαι
εδώ να δώσω ένα τέλος.
Δεν ξέρει… Τέσσερα
χρόνια, ετοίμαζα το έδαφος γι’ αυτήν την ημέρα, τέσσερα ολόκληρα χρόνια και
επιτέλους, είχε έρθει η ώρα.
Χτύπησε την πόρτα και
χωρίς να πάρει απάντηση την άνοιξε. Δεν χρειαζόταν απάντηση, ήταν ο προστάτης
του, εκείνος, τον εμπιστευόταν. Ανακοίνωσε την άφιξη μου τον προσπέρασα και
βρέθηκα μπροστά του. Ο ήχος τον τακουνιών μου δελέασε το αφεντικό του.
Ανατρίχιασε στιγμιαία και έκλεισε τα μάτια μόνο για μια στιγμή. Όταν τα άνοιξε
ξανά κοίταξε για άλλη μια φορά το μισοάδειο του ποτήρι. Μισοάδειο, όχι
μισογεμάτο.
Ο κορμός του γερμένος
μπροστά, δήλωνε όλες τις σκέψεις που τον βάραιναν. Ήταν χαμένος μέσα στο
κουβάρι των συνειρμών που δεν έβρισκαν διέξοδο. Και εγώ το ήξερα. Αυτή ήταν η
αποστολή μου. Να τον μπερδέψω, να τον κάνω να χαθεί βαθιά μέσα στις σκέψεις
του, να χάσει τον εαυτό του ώστε να βρω την ευκαιρία που αναζητούσα. Να βρω την
ευκαιρία να τον αποτελειώσω.
Το χέρι του πέρασε μέσα
από τα μαλλιά του... σίγουρα αναλογίστηκε ότι ήταν άλλη μια βραδιά με τους
συγγενείς του την Ρενέ και τον Κάρλος. Οι δύο θείοι του που τον μεγάλωσαν μετά
το τραγικό ατύχημα που κόστισε τον θάνατο της μητέρας του. Τον πατέρα του τον
είχε χάσει αρκετά νωρίς, σε πολύ τρυφερή ηλικία και αυτή ίσως να ήταν
μεγαλύτερη απώλεια για εκείνον. Ήταν μεγαλύτερη απώλεια αν αναλογιστής το πώς
ήταν η μετέπειτα ζωή του με την μητέρα του.
Όχι δεν τον λυπάμαι…
αυτό πρέπει να το θυμάμαι.
Αμέσως ίσιωσε το
κορμί του και κοίταξε επιβλητικά τα γεμάτα μπουκάλια με το αλκοόλ… το ότι θα
ήταν άλλη μια βραδιά ικανοποίησης τον έκανε αυτόματα να ανέβει περισσότερο.
Σίγουρα ήρθα την
κατάλληλη ημέρα… δεν χωράει αμφιβολία.
«Κύριε Ρος» άκουσα
ξανά την φωνή του Τέιλορ να έρχεται από πίσω μου και καθώς πήρε μια αναπνοή
γύρισε προς το μέρος μας.
«Μπορείς να πηγαίνεις
Τέιλορ» η χροιά της φωνής του ήπια σχεδόν ανατριχιαστική, είχε εκείνον τον
μεταλλικό τόνο που σου χάιδευε τα αυτιά σαν σφύριγμα φιδιού που σε σαγήνευε.
Είχε βρει ξανά τον εαυτό του.
«Είσαι το ‘Λευκό Ρόδο’;»
η ερώτηση απευθυνόταν σε μένα καθώς τα μάτια του εξερευνούσαν το πρόσωπο μου,
τις κατάξανθες μπούκλες μου, τα στητά μου στήθη κάτω από το κόκκινο στο χρώμα
της φωτιάς φόρεμα μου που άγγιζε τα γόνατα μου και άφηνε εκτεθειμένο το ένα μου
πόδι μέχρι ψιλά στον μηρό ενώ συνέχιζε να απολαμβάνει τα ατελείωτα λεπτά και
γυμνασμένα μου πόδια και τέλος, τις κατακόκκινες γόβες μου. Εκεί η ματιά του
έμεινε αισθητά περισσότερη ώρα από ότι στο υπόλοιπο σύνολο. Ήθελε να τις
κατακτήσει. Δεν ήξερε ότι δεν θα του το επέτρεπα.
«Μάλιστα κύριε Ρος» η
ζεστή μου φωνή τον επανέφερε στην πραγματικότητα. Τα μάτια του εστίασαν στα
δικά μου. Χρώμα του πάγου συνάντησαν τα σμαραγδένια μου μάτια. Προσπάθησαν να
με αιχμαλωτίσουν. Του έκανα την χάρη να πάρει την ικανοποίηση ενώ μέσα μου
γελούσα… με την αφέλεια του.
Δεν ήξερε τίποτα για
μένα… δεν θα το μάθαινε ποτέ, ότι σε αυτό το παιχνίδι οι παίχτες είναι δύο, όχι
ένας. Και σε καμία περίπτωση αυτός ο ένας δεν ήταν εκείνος.
«Και πως θα σε
αποκαλώ σήμερα;» η ειρωνεία στην φωνή του δεν με αιφνιδίασε, σχεδόν την
περίμενα. Του άρεσε τα θύματα του να επιλέγουν μόνα τους την ταυτότητα τους για
να έχει την ικανοποίηση ότι όσα θα επακολουθήσουν θα είναι με την πλήρη
συναίνεση τους. Άλλωστε γι’ αυτό πληρώνονται αδρά. Άλλωστε γι’ αυτό είναι εδώ.
Για να τον ικανοποιούνε όλες τις διαστροφικές του επιθυμίες. Σιχαινόταν κάθε
φτηνή γυναίκα αλλά για εκείνον ήταν η μόνη λύση... η λύση για να μην φορτώνει
με περισσότερες τύψεις τον εαυτό του.
«Το όνομα μου είναι Αδελαΐδα…
μπορείτε να με αποκαλείται Αντέλ» η απάντηση μου τον ξάφνιασε. Δεν περίμενε ότι
θα ήθελε μια από τα πληρωμένα κορίτσια του να χρησιμοποιήσουν την πραγματική
τους ταυτότητα. Εκείνα ναι, την έκρυβαν εγώ όμως δεν ήμουν σαν και εκείνες.
«Πιστεύω ότι έχεις
διαβάσει το συμβόλαιο που έχεις υπογράψει» συνέχισα με το τυπικό μέρος για να
τελειώνουμε με όλη αυτήν την κωμωδία.
«Μάλιστα κύριε, το
έχω διαβάσει» του επιβεβαίωσα απόλυτα σοβαρή.
«Περιμένω από εσένα
να το ακολουθήσεις κατά γράμμα» η αυστηρότητα στην φωνή του δεν άφηνε περιθώρια
για διαπραγματεύσεις.
«Μάλιστα κύριε» τον διαβεβαίωσα για άλλη μια φορά παρόλο που
δεν είχα σκοπό να το κάνω.
«Τουλάχιστον είσαι
όμορφη κάτι είναι και αυτό» σχολίασε πικρόχολα λες και αυτή η παρατήρηση τον
ενοχλούσε. Πραγματικά τον ενοχλούσε.
Πίνοντας και την
τελευταία γουλιά από το ουίσκι του, άφησε το άδειο πλέον ποτήρι του στην άκρη
και έκανε την κίνηση να με πλησιάσει. Το σώμα μου εντελώς αντανακλαστικά έκανε
μισό βήμα προς τα πίσω. Έπρεπε να το είχα ελέγξει αλλά δεν τα κατάφερα. Αυτό
τον παραξένεψε. Στάθηκε μια στιγμή για να ελέγξει τις αντιδράσεις μου. Έμεινα
ακίνητη, τον κοίταξα χωρίς ίχνος συναισθήματος στα μάτια. Μόλις κατάλαβε ότι
δεν είχα σκοπό να κάνω πίσω πήρε την απόφαση και έσβησε την απόσταση που μας
χώριζες. Το χέρι του πέρασε γύρω από την μέση μου. Καμία λέξη δεν βγήκε από τα
χείλια του. Κοίταξε την πόρτα αποφασίστηκα και με παρέσυρε μαζί του προς τον
όλεθρο μας.
~*~*~*~
«Να υποθέσω ότι είναι
η πρώτη σου φορά;» την ρώτησα ευθέως την στιγμή που φτάσαμε στο αυτοκίνητο.
Γύρισε και με κοίταξε με ενδιαφέρον. Τα σμαραγδένια της μάτια δεν δήλωναν
κανένα συναίσθημα. Ήταν τόσο ζωντανή όσο και νεκρή. Μέσα της. Κάτι που μου
κίνησε το ενδιαφέρον μου ακόμα περισσότερο. Τι έκρυβε άραγε αυτή η γυναίκα.
Πόσο θα ήθελα να μάθω. Θα είχε ενδιαφέρον.
«Μάλιστα κύριε...»
«Μπορείς να με
αποκαλείς Ντανιέλ» την διόρθωσα αμέσως και εκείνη μου χαμογέλασε.
«Ντανιέλ» πρόφερε με
έναν αισθησιακό τόνο ενώ έκανε μια υπόκλιση μόνο με το κεφάλι της. Ήξερε από
υποταγή, κάτι ήταν και αυτό. «Ναι, είναι η πρώτη μου φορά, αλλά υπόσχομαι ότι
δεν θα σας απογοητεύσω» ήταν τόσο σίγουρη για τον εαυτό της που μου έξαψε την
περιέργεια ακόμα περισσότερο.
«Το ελπίζω» απάντησα
περισσότερο στον εαυτό μου παρά σε εκείνη.
Σε όλη την διαδρομή
ήταν σιωπηλή και αυτό ήταν καλό. Δεν είχα καμία όρεξη για κουβέντες και εκείνη,
σαν να το είχε καταλάβει, το σεβάστηκε. Το να βρίσκεις σεβασμό από ένα κορίτσι
που εκδίδετε… ε αυτό πράγματι μου συμβαίνει για πρώτη φορά.
«Είσαι μοντέλο;»
αφήνοντας να εκδηλωθεί ένα μισό χαμόγελο γύρισε επιτέλους την ματιά τα προς το
μέρος μου. Η περιέργεια της ήταν έκδηλη στα χαρακτηριστικά της.
«Τι σας κάνει να το
πιστεύεται αυτό;» τα μάτια της με κέντρισαν. Το σώμα μου αυτόματα ανταποκρίθηκε
αλλά το κατέπνιξα αμέσως. Δεν θα της έκανα την χάρη να το καταλάβει.
«Η στάση του σώματος
σου και οι αναλογίες που έχεις» απάντησα αυτόματα μετρώντας την με το βλέμμα
μου κάτι που δεν φάνηκε να την ενοχλεί.
«Όχι δεν είμαι
μοντέλο» το αρνήθηκε αμέσως με άνεση ενώ γύριζε το κεφάλι της ξανά προς το
παράθυρο σαν να ήθελε να λήξει την κουβέντα μας εδώ. Έλεγε την αλήθεια. Δεν
μπορούσα να το αμφισβητήσω.
«Φαίνεται να
γνωρίζεις από καλούς τρόπους και αυτό, για να είμαι ειλικρινής, με εκπλήσσει
λίγο. Ελπίζω να έχεις και ικανοποιητικό εκπαιδευτικό επίπεδο, αν όχι μην
βγάλεις άχνα. Δεν μου αρέσουν οι ανεγκέφαλες χαζογκόμενες» άλλο ένα μισό
χαμόγελο από μέρους της έκανε την εμφάνιση του και αφού γύρισε πάλι προς την
μεριά μου απάντησε ήρεμα.
«Έχω τελειώσει την
νομική. Αυτό σας αρκεί;» αν πω πως ότι δεν με αποστόμωσε ψέματα θα είναι.
«Ναι» απάντησα χαμένος
μέσα στις σκέψεις μου ενώ επεξεργαζόμουν ακόμα αυτό που μόλις είχε πει. «Αν
έχεις τελειώσει την νομική τι δουλειά έχεις εδώ;» η περιέργεια μου να μάθω
αυτήν την πληροφορία έσπασε το αδιάφορο ύφος μου. Εκείνη το κατάλαβε, φάνηκε
από τον τρόπο που τα μάτια της γυάλισαν καρφώνοντας με.
«Έχει σημασία για σας;»
αυτός ο πληθυντικός για κάποιον ανεξήγητο λόγο άρχισε να με εκνευρίζει αλλά δεν
της τον έκοψα. Μου αρέσει που ξέρει πια είναι η θέση της.
«Πραγματικά όχι, αλλά
είμαι περίεργος» ήταν η αλήθεια.
«Στην ζωή κύριε Ρος
δεν είναι όλα ρόδινα…»
«Νομίζω ότι είχαμε
συμφωνήσει να με αποκαλείς με το μικρό μου» την διέκοψα αλλά εκείνη συνέχισε
σαν να μην το είχα κάνει ποτέ.
«Είχα ανάγκη την
δουλειά και να με» το είπε τόσο απλά που πραγματικά με εξέπληξε. Στον μικρόκοσμο
του μυαλού μου, μια κοπέλα που δεχόταν να υπογράψει ένα συμβόλαιο μαζί μου για
μια νύχτα ήταν σαν να υπέγραφε συμβόλαιο με τον ίδιο τον διάβολο. Στον
μικρόκοσμο του μυαλού της, με τον τρόπο που το εξέφρασε, έμοιαζε με μια βόλτα
στον παράδεισο. Να ήταν πράγματι έτσι για εκείνη ή με δούλευε. Αν η μαντάμ Σουζάν
δεν την είχε προειδοποιήσει για το τι την περίμενε, θα μου το πλήρωνε ακριβά.
Αυτό μου έλειπε τώρα, να μην είναι ένα από τα εκπαιδευμένα της κορίτσια.
«Δεν πιστεύω να μου
αρχίσεις τώρα κανένα από εκείνα τα παραμύθια με κανέναν άρρωστο πατέρα ή μητέρα…»
ξεκίνησα με εμφανή αηδία στην φωνή μου αλλά εκείνη με έκοψε ξερά.
«Μην ανησυχείτε δεν
το είχα σκοπό» η αυθάδεια της χτύπησε φλέβα. Ξέρει να προκαλεί. Αυτό που δεν
ξέρει είναι ότι απλά προκαλεί την τύχη της. Πολύ άσχημα.
«Καλώς» της ξέκοψα
την κουβέντα ώστε να καταφέρω να βρω ξανά τις ισορροπίες μου πριν φτάσουμε στον
προορισμό μας. Εκείνη, προς μεγάλη μου έκπληξη, για άλλη μια φορά το σεβάστηκε
και δεν ξαναμίλησε. Σίγουρα για το καλό της.
Τελικά ήταν
εκπαιδευμένη ή όχι; Η νεκροψία θα δείξει.
Στην υπόλοιπη
διαδρομή δεν ανταλλάξαμε άλλη κουβέντα αλλά η ατμόσφαιρα είχε αλλάξει αισθητά.
Υπήρχε τόσος ηλεκτρισμός ανάμεσα μας που η καρδιά μου άρχισε να αντιδρά. Τα
χέρια μου άρχισαν να ιδρώνουν, τα μάτια μου να την ψάχνουν. Να ψάχνουν για μια
έξαψη, από μέρους της. Τίποτα τέτοιο δεν υπήρχε. Ήταν εντελώς ψυχρή… ψυχρή σαν
πάγος. Πόσο το λάτρεψα επάνω της! Για μια στιγμή το μυαλό μου άρχισε να κάνει
παιχνίδια. Μα τι στο καλό έκανε αυτήν την κοπέλα να ακολουθήσει αυτό το
επάγγελμα; Δεν μπορώ να καταλάβω... αλλά περισσότερο δεν μπορούσα να καταλάβω
γιατί με ενδιέφερε εμένα να μάθω τον λόγο.
Όταν φτάσαμε στο
τραπέζι ο θείος Κάρλος και η θεία Ρενέ ήταν ήδη εκεί και μας περίμεναν.
«Ντανιέλ» πρόφερε με
αμέριστη αγάπη και ενθουσιασμό η θεία μου και ήρθε κοντά μου να με αγκαλιάσει. Αυτή
η θεία μου δεν βάζει ποτέ μυαλό. Αφού ξέρει πόσο σιχαίνομαι τις αγκαλιές, γιατί
επιμένει να κρατάει αυτήν την απαίσια συνήθεια;
«Θεία Ρενέ» της ανταπέδωσα
ψυχρά την χειρονομία της και γύρισα προς τον θείο μου. «Θείε Κάρλος» συνέχισα
ενώ του ανταπέδωσα την χειραψία.
«Είσαι καλά αγόρι
μου;» ρώτησε εκείνος με ενδιαφέρον και ένευσα για απάντηση ενώ περνώντας το
χέρι μου γύρω από την μέση της Άντελ, την έφερα πιο μπροστά για να τους την
συστήσω.
«Να σας συστήσω από
εδώ την Αντέλ» είπα τυπικά και η θεία Ρενέ αυτόματα την κοίταξε με ενδιαφέρον.
«Αντέλ;» ρώτησε με
απορία ενώ την κοίταξε εξονυχιστικά σαν να την γνώριζε ήδη. Αυτό μου έλειπε
τώρα.
«Αδελαίδα Λαρούς» της
απάντησε εκείνη με άνεση και γύρισα να την κοιτάξω παραξενευμένος. Λαρούς; Μα
τι μου θύμιζε αυτό το όνομα;
«Λαρούς;» επανέλαβε ο
θείος μου με ενδιαφέρον. «Μήπως έχεις καμία σχέση με τον Άντριου Λαρούς;»
συνέχισε με προβληματισμένο ύφος.
«Μα φυσικά…» του
χαμογέλασε εκείνη. «Είναι ο πατέρας μου» οκ τώρα τα παρατάω. Πάει καλά; Όχι
πείτε μου, πάει καλά; Είναι η κόρη του πιο μεγάλου συνεργάτη μας και το λέει έτσι
απλά; Μα πως την πάτησα έτσι; Πως;
«Χαίρομαι που σας
γνωρίζω και από κοντά. Έχω ακούσει πολλά για σας και από τον πατέρα μου φυσικά,
αλλά και από τον Ντανιέλ» συνέχισε εκείνη με τέτοια άνεση που με προβλημάτισε.
Μήπως ήταν καμία στημένη κομπίνα; Δεν θα μου έκανε εντύπωση, γι’ αυτό θα πρέπει
να έχω τον νου μου.
«Ελπίζω μόνο καλά»
της ανταπέδωσε η θεία μου και της χαμογέλασε θερμά.
«Μόνο τα καλύτερα»
την διαβεβαίωσε και ταυτόχρονα και οι τρεις τους χαμογελάσανε εγκάρδια.
«Δεν καθόμαστε;» ο
εκνευρισμός στην φωνή μου τους επανέφερε όλους ταυτόχρονα στην πραγματικότητα.
«Μα φυσικά» έδωσε την
άδεια ο θείος μου για να αποφορτίσει την ατμόσφαιρα και η θεία πιάνοντας το
νόημα επιτέλους μου έκανε την χάρη και δεν το προχώρησε περισσότερο.
Η βραδιά, μπορώ να πω
ότι κύλησε καλύτερα από όσο θα περίμενα. Η Αντέλ, σαν να τους γνώριζε χρόνια,
είχε τέτοια οικειότητα μαζί τους που εγώ δεν χρειαζόταν να κάνω πολλά. Από την
μια, δεν μπορούσα να πω, το ευχαριστιόμουν, από την άλλη όμως, δεν το κρύβω ότι
με προβλημάτιζε κιόλας. Τι δουλειά είχε εδώ; Πως τις ήρθε να υπογράψει
συμβόλαιο μαζί μου από την στιγμή που ήξερε ποιος ήμουν; Τι στο διάολο ήθελε;
Όταν θα τελείωνε επιτέλους όλο αυτό το γελοίο πανηγύρι σίγουρα θα το μάθαινα
και όχι με τον καλύτερο τρόπο. Αν μου την είχε στημένη τότε…
«Τελικά δεν μου
είπατε... Πως γνωριστήκατε εσείς οι δύο;» η ερώτηση της θείας μου με έφερε
απότομα στο παρόν.
«Μπορώ να το πω εγώ;»
ζήτησε την άδεια μου με νάζι η Αντέλ και τελείως περίεργος να δω που το πάει
της την έδωσα με ένα νεύμα.
«Που λες Ρενέ μου...»
ξεκίνησε χαμογελώντας νοσταλγικά. «...Με τον Ντανιέλ γνωριζόμαστε χρόνια»
συνέχισε και την κοιτάξαμε όλοι μαζί με απορία... τι λέει;
«Αλήθεια!!!;;; Από
πότε;» ρώτησε όλο απορία η θεία Ρενέ και με κοίταξε ώστε να δει τις αντιδράσεις
μου.
«Ήμασταν στο ίδιο σχολείο
πέντε χρόνια. Μοιραζόμασταν την ίδια τάξη...» η καρδιά μου για μια στιγμή κλότσησε
αλλά δεν αντέδρασα. Εκείνη συνέχισε ανέμελα και πίνοντας - είμαι σίγουρος
επίτηδες - μια γουλιά από το κρασί της για να μας δώσει τον χρόνο να
επεξεργαστούμε την πληροφορία που μόλις μας είχε δώσει.
«Φυσικά εκείνος δεν γνώριζε
την ύπαρξη μου τότε αλλά εγώ...» συνέχισε ενώ γύριζε την ματιά της προς το
μέρος μου κοιτώντας με με λατρεία στα
μάτια αφήνοντας έναν αναστεναγμό. «Τον είχα προσέξει από την πρώτη στιγμή» ο
τονισμός στην φράση ‘πρώτη στιγμή’ μου κέντρισε περισσότερο το ενδιαφέρον. Τόσο
που δεν πρόσεξα αμέσως τις προθέσεις της. Και αυτό με εκνεύρισε περισσότερο.
Σηκώνοντας το χέρι της
με κοίταξε έντονα στα μάτια νοσταλγικά ενώ παραμέριζε μια τούφα από τα μαλλιά
μου. Είπα… όχι αγγίγματα. Εκείνη παρόλο που το ήξερε δεν δίστασε ούτε για μια
στιγμή. Έπαιζε βρόμικο παιχνίδι όμως δεν υπολόγιζε με ποιον.
«Αυτά τα μάτια...»
συνέχισε σαν να μίλαγε μόνο σε μένα με τόσο πάθος στην φωνή της που έκανε όλο
μου το σώμα να ξυπνήσει. «...Αυτό το βλέμμα που διεισδύει κατευθείαν μέσα στην
ψυχή σου… πως θα μπορούσα ποτέ να το ξεχάσω;» το χέρι της πέρασε φευγαλέα πάνω
από τα χείλη μου και ένιωσα να φουντώνω άγρια από θυμό... αλλά ταυτόχρονα και
από έξαψη. Θα μου το πληρώσεις πολύ ακριβά... όχι τώρα αλλά σύντομα. Πολύ σύντομα.
«Όταν πριν δύο μήνες
συναντηθήκαμε τυχαία... τότε κατάλαβα ότι ήταν απλά μοιραίο» κατέληξε ενώ
γύριζε την ματιά της προς την θεία μου χαμογελώντας της.
«Δηλαδή είσαστε δύο
μήνες μαζί;» θέλησε να επιβεβαιώσει η θεία μου σοκαρισμένη κοιτώντας προς το
μέρος μου με το ύφος... και γιατί μου έφερνες τις άλλες;
«Όχι, όχι...» έσπευσε
να την διορθώσει η Αντέλ πριν προλάβω να πάρω τον λόγο. «Μόνο την τελευταία
βδομάδα» της είπε ήρεμα και αυτό φάνηκε να χαλαρώνει τις αντιδράσεις της θείας
μου. Ήξερε πάρα πολύ καλά να την χαλιναγωγεί, αυτό έπρεπε να της το αναγνωρίσω.
«Για την ακρίβεια είναι η δεύτερη φορά που βρισκόμαστε εκτός σπιτιού» της έδωσε
την τελευταία πληροφορία και η θεία μου αυτόματα βούλιαξε στην καρέκλα της κυριολεκτικά
κοιτώντας με με βλέμμα γεμάτο τύψεις.
Όχι είναι
εκπαιδευμένη και μάλιστα πολύ καλά… δεν χωράει πλέον αμφιβολία. Όμως αυτό δεν
είμαι σίγουρος πια ότι είναι θετικό στοιχείο. Αν μπορεί να τους χαλιναγωγεί
έτσι, με τόση ευκολία με μένα τι θα κάνει; Εδώ μέσα σε λίγες ώρες και κατάφερε
ήδη να σπάσει το συμβόλαιο που έχει υπογράψει, όταν μείνουμε μόνοι τι θα κάνει;
Ελπίζω, για το καλό της, ότι της πω εγώ.
«Συγχωρέστε τον που
δεν σας ενημέρωσε. Ήταν δική μου επιθυμία» έσπευσε αμέσως να την απ’ ενοχοποιήσει
ώστε να νιώσει καλύτερα και πριν προλάβω να το σταματήσω κόντεψα να πνιγώ με το
ποτό μου. Εκείνη, γυρίζοντας προς το μέρος μου με απολογητικό ύφος έγειρε κοντά
μου έβαλε το χέρι της στο μάγουλο μου και σκούπισε το κρασί που είχε ξεφύγει από
τα χείλια μου με τον αντίχειρα της. Το άγγιγμα της με αποτελείωσε. Ήταν τόσο
ανατριχιαστικό που δεν κατάφερα να ελέγξω τις ορμές μου με αποτέλεσμα το σώμα
μου να με προδώσει. Εκείνη το κατάλαβε αμέσως. Στα μάτια της φάνηκε όλη η
ικανοποίηση που ένιωσε μέσα της... Δεν με νίκησες δεσποινίς μου. Όχι αυτό δεν
ήταν νίκη.
«Συγνώμη καρδιά
μου...» μου ζήτησε απολογητικά. «Δεν ήθελα να σε κάνω να πνιγείς» συνέχισε ενώ αιχμαλωτίζοντας
με με τα μάτια της, άφησε ένα τρυφερό φιλί στα χείλη μου. Το αίμα μου ανέβηκε
αυτόματα στο κεφάλι. Πως τόλμαγε να το κάνει αυτό; Πως τόλμαγε να πατάει όλα
όσα υπέγραψε; Αλλά φυσικά, τώρα μπορεί να κάνει ότι θέλει γιατί υπολογίζει ότι
δεν θα αντιδράσω μπροστά τους, όμως μετά… Ναι, μετά θα μου το πληρώσει ακριβά.
Πριν αντιδράσω...
άρχισε να χτυπάει ένα τηλέφωνο και εκείνη φεύγοντας από κοντά μου άνοιξε την
τσάντα της και πήρε το κινητό της στα χέρια της.
«Συγνώμη είχα ξεχάσει
να το κλείσω» απολογήθηκε.
«Παρακαλώ» της έδωσε
την άδεια ο Κάρλος και εκείνη σηκώθηκε ώστε να απομακρυνθεί από κοντά μας για
να μιλήσει.
«Ντανιέλ;» αναφώνησε
με ενθουσιασμό η θεία μου τραβώντας μου την προσοχή. «Αυτό το κορίτσι...»
κούνησε το κεφάλι της με δυσπιστία σαν να μην μπορούσε να το πιστέψει ακόμα. «Αυτό
το κορίτσι πραγματικά είναι το κάτι άλλο» την είχε κερδίσει. Δεν υπήρχε
αμφιβολία. «Μην τολμήσεις να την αφήσεις να σου φύγει κακομοίρη μου» είπε κουνώντας
το δάχτυλο της απειλητικά και την κοίταξα με το ύφος... σταμάτα να
ανακατεύεσαι... αλλά την γνώριζα καλά. Δεν υπήρχε περίπτωση να με αφήσει στην
ησυχία μου. Αν μάθαινε ότι δεν είμαστε πια μαζί τότε σίγουρα θα μου κάνει την
ζωή κόλαση λες και είναι δουλειά της για το τι κάνω ή όχι. Αυτός ήταν ο σκοπός της
άλλης; Το ήξερε; Δεν θα αργήσω να το μάθω.
«Συγνώμη γι αυτό» απολογήθηκε
για άλλη μια φορά η Αντέλ μόλις έκατσε ξανά δίπλα μου.
«Μην απολογείσαι καλή
μου...» της είπε μελιστάλαχτα η Ρενέ πιάνοντας της τρυφερά το χέρι. «Ξέρεις τι
σκεφτόμουν μόλις τώρα;»
«Τι;» ρώτησε με
πραγματική απορία η Αντέλ.
«Το Σάββατο θα
κάνουμε μια συγκέντρωση στο σπίτι και θα ήθελα πάρα πολύ να έρθεις μαζί με τον Ντανιέλ»
η Αντέλ αυτόματα, γύρισε και με κοίταξε για να διαβάσει τις αντιδράσεις μου. «Σε
παρακαλώ μην μου το αρνηθείς Ντανιέλ» συνέχισε η θείά μου παρακλητικά προς το
μέρος μου.
«Θα δούμε θεία...»
της απάντησα ήρεμα εγώ. «...Μέχρι το Σάββατο έχουμε μέρες μπροστά μας» αν ζει
μέχρι τότε...
«Σας υπόσχομαι όμως
ότι θα κάνουμε τα πάντα για να είμαστε εκεί» συμπλήρωσε τα λόγια μου η Αντέλ
χωρίς να σταματά να με κοιτάζει έντονα λες και γνώριζε ακριβώς τις σκέψεις μου.
«Σίγουρα θα
προσπαθήσουμε» επιβεβαίωσα εγώ ανταποδίδοντας το χαμόγελο της.
Το υπόλοιπο της
βραδιάς πέρασε σε πιο ήρεμους ρυθμούς και όταν ήμασταν έτοιμοι να φύγουμε η Ρενέ
ήταν τόσο ενθουσιασμένη που άρχισε να μας μοιράζει απλόχερα τις αγκαλιές της. Αναστέναξα...
σε δέκα λεπτά... έλεγα ξανά και ξανά από μέσα μου για να μπορέσω να συγκρατήσω
τον εκνευρισμό μου. Ήμουν στα πρόθυρα να εκραγώ αλλά δεν θα της έκανα την χάρη
να της το δείξω. Σε δέκα λεπτά… επανέλαβα μέσα μου με σιγουριά. Τότε θα είσαι
στα χέρια μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου